Top Banner
Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων Παπαθωμά Ευαγγελία Συντηρήτρια Αρχαιοτήτων & Έργων Τέχνης της Β΄ ΕΠΚΑ Μουτάφη Ιωάννα Βιοαρχαιολόγος, University of Shefeld Νέα ευρήματα από το Μυκηναϊκό νεκροταφείο στο Φούρεσι του Δήμου Γλυκών Νερών Ι. Οι τάφοι και τα ευρήματά τους Ανασκαφικά δεδομένα 1 (Ειρήνη Βρεττού) ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ ΤΟΥ 1990 αποκαλύφθηκε στη θέση Άσπρα Χώ- ματα στον λόφο Φούρεζι του Δήμου Γλυκών Νερών, ο πρώτος από μια σειρά τάφων της μυκηναϊκής εποχής 2 . Η επισταμένη έρευνα της περιοχής που ακολούθησε και συνεχίζεται μέχρι σήμερα έφερε στο φως σχεδόν είκοσι τάφους, θαλαμοειδείς και λακκοειδείς, λαξευμένους όλους στο μαλακό φυσικό πέτρωμα της περιοχής. Οι τάφοι εντοπίζονται στην ανατολική πλαγιά του λόφου όπου σήμερα βρίσκονται τα Εκπαι- δευτήρια Πλάτωνα και ακολουθούν τον προσανατολισμό από την Aνατολή προς τη Δύση. Η πυκνότητά τους καταδεικνύει την ύπαρξη εκτεταμένου νεκροταφείου στην περιοχή το οποίο ήταν σε χρήση από τον 15ο έως και τον 12ο αι. π.Χ. 3 1. Για την παρούσα μελέτη θερμές ευχαριστίες οφείλονται στην αρχαιολόγο Αθηνά Χατζηδη- μητρίου. Ευχαριστώ επίσης τη σχεδιάστρια της Β΄ ΕΠΚΑ Ελένη Τόλια καθώς και το εργαστήριο συντήρησης Κορωπίου και ιδιαιτέρως τη συντηρήτρια αρχαιοτήτων Ευγενία Σπάλαγια την εποι- κοδομητική συνεργασία. 2. Πρόκειται για μεγάλων διαστάσεων θαλαμοειδή τάφο που εντοπίστηκε στο οικόπεδο ιδιοκτη- σίας Σ. Βορύλλα, στην συμβολή των οδών Νικοπόλεως και Αιόλου, και ανεσκάφη από τον αρχαιο- λόγο Βαγγέλη Κακαβογιάννη. Βλ. Κακαβογιάννης 1999-2001, 55-70. 3. Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα 2002, 53.
34

Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

Jan 12, 2023

Download

Documents

Welcome message from author
This document is posted to help you gain knowledge. Please leave a comment to let me know what you think about it! Share it to your friends and learn new things together.
Transcript
Page 1: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

Χατζηδημητρίου ΑθηνάΒρεττού Ειρήνη

Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

Παπαθωμά Ευαγγελία Συντηρήτρια Αρχαιοτήτων & Έργων Τέχνης της Β΄ ΕΠΚΑ

Μουτάφη ΙωάνναΒιοαρχαιολόγος, University of Sheffi eld

Νέα ευρήματα από το Μυκηναϊκό νεκροταφείοστο Φούρεσι του Δήμου Γλυκών Νερών

Ι. Οι τάφοι και τα ευρήματά τους – Ανασκαφικά δεδομένα1 (Ειρήνη Βρεττού) ΣΤΙΣ ΑΡΧΕΣ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΙΑΣ ΤΟΥ 1990 αποκαλύφθηκε στη θέση Άσπρα Χώ-ματα στον λόφο Φούρεζι του Δήμου Γλυκών Νερών, ο πρώτος από μια σειρά τάφων της μυκηναϊκής εποχής2. Η επισταμένη έρευνα της περιοχής που ακολούθησε και συνεχίζεται μέχρι σήμερα έφερε στο φως σχεδόν είκοσι τάφους, θαλαμοειδείς και λακκοειδείς, λαξευμένους όλους στο μαλακό φυσικό πέτρωμα της περιοχής. Οι τάφοι εντοπίζονται στην ανατολική πλαγιά του λόφου όπου σήμερα βρίσκονται τα Εκπαι-δευτήρια Πλάτωνα και ακολουθούν τον προσανατολισμό από την Aνατολή προς τη Δύση. Η πυκνότητά τους καταδεικνύει την ύπαρξη εκτεταμένου νεκροταφείου στην περιοχή το οποίο ήταν σε χρήση από τον 15ο έως και τον 12ο αι. π.Χ.3

1. Για την παρούσα μελέτη θερμές ευχαριστίες οφείλονται στην αρχαιολόγο Αθηνά Χατζηδη-μητρίου. Ευχαριστώ επίσης τη σχεδιάστρια της Β΄ ΕΠΚΑ Ελένη Τόλια καθώς και το εργαστήριο συντήρησης Κορωπίου –και ιδιαιτέρως τη συντηρήτρια αρχαιοτήτων Ευγενία Σπάλα– για την εποι-κοδομητική συνεργασία.

2. Πρόκειται για μεγάλων διαστάσεων θαλαμοειδή τάφο που εντοπίστηκε στο οικόπεδο ιδιοκτη-σίας Σ. Βορύλλα, στην συμβολή των οδών Νικοπόλεως και Αιόλου, και ανεσκάφη από τον αρχαιο-λόγο Βαγγέλη Κακαβογιάννη. Βλ. Κακαβογιάννης 1999-2001, 55-70.

3. Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα 2002, 53.

Page 2: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

48

Στους τάφους αυτούς έρχονται τώρα να προστεθούν δύο ακόμη που ανεσκάφησαν κατά την περίοδο 2007-2008 σε οικόπεδο ιδιοκτησίας Ευ. Παναγόπουλου, το οποίο βρίσκεται επί της οδού Αιόλου 114. Πρόκειται για δύο θαλαμοειδείς τάφους που βρέ-θηκαν ακέραιοι και ασύλητοι, λαξευμένοι επί του σταθερού εδάφους και σε μικρή απόσταση μεταξύ τους (εικ. 1). Η κατασκευή και ο προσανατολισμός τους δεν διαφέ-ρουν από τους υπόλοιπους τάφους της περιοχής. Η αποκάλυψή τους έγινε με αφορμή σωστική ανασκαφή που διενήργησε η Β΄ ΕΠΚΑ στο οικόπεδο και έδωσε νέα στοιχεία για το μυκηναϊκό νεκροταφείο των Γλυκών Νερών. Πρώτος ανεσκάφη ο τάφος 2, ο οποίος εντοπίστηκε στο ανατολικό άκρο του οι-

κοπέδου. Ο δρόμος του βρίσκεται εν μέρει εκτός αυτού, κατά συνέπεια ερευνήθηκε μόνο το δυτικό τμήμα του σε μήκος 2,40 μ. Τα τοιχώματά του ήταν ελαφρώς επικλινή, ενώ κοντά στην είσοδο του τάφου εμφάνιζαν μικρή διαπλάτυνση. Στο ίδιο σημείο το δάπεδο του δρόμου παρουσίαζε μικρή, λαξευμένη στο φυσικό έδαφος βαθμίδα, η οποία χρησίμευε στο να αυξηθεί η κατωφέρεια και κατά συνέπεια το βάθος του θαλά-μου5. Μπροστά στην είσοδο του τάφου τα τοιχώματα είχαν ύψος 1,85 μ. Η ανασκαφή του δρόμου έδωσε λίγα θραύσματα αγγείων πόσεως, που σχετίζονται με τα ταφικά έθιμα της εποχής. Η είσοδος του θαλάμου ήταν σφραγισμένη με ξερολιθιά αποτελούμενη από μεγά-

λους αργούς λίθους. Ο κατώτερος λίθος ήταν μεγαλύτερος και πιο ισχυρός λειτουρ-γώντας ως βάση για τους υπερκείμενους, ενώ οι δύο ανώτεροι ήταν τοποθετημένοι τοξωτά. Η αφαίρεση της ξερολιθιάς αποκάλυψε είσοδο ύψους 0,93 μ. και πλάτους 0,57 μ.

Ακριβώς πίσω της βρέθηκε το πρώτο αγγείο, ένας μικροσκοπικός αβαφής σκύφος με ύψος μόλις 0,06 μ. και διάμετρο στομίου 0,12 μ. (εικ. 2). Το σχήμα του τον τοποθετεί στην ΥΕ ΙΙΙΒ2 εποχή6. Απλά λαξευμένες στο φυσικό έδαφος παραστάδες πλαισίωναν το στόμιο, βάθους 0,50 μ., το οποίο οδηγούσε στον θάλαμο του τάφου. Η κάτοψη του θαλάμου είχε ασύμμετρο ημικυκλικό σχήμα με μικρότερη τη βόρεια πλευρά. Οι διαστάσεις του θαλάμου ήταν μικρές, 0,86 x 1,27 μ., και το ύψος του έφτανε τα 1,68 μ. Εντός αυτού βρέθηκαν δύο μικύλλα αγγεία και ένα ειδώλιο τύπου Ψ, τοποθετημένα περιμετρικά στην πλάτη του. Συγκεκριμένα: α) αμφορίσκος (εικ. 3). Ύψος: 0,035 μ., διαμ. (μαζί με τις λαβές): 0,06 μ., διαμ. βά-

σης: 0,02 μ. Πρόκειται για αβαφές αγγείο, αρκετά άτεχνο και τραχύ στην κατασκευή του. β) ψευδόστομος αμφορίσκος (εικ. 4). Ύψος: 0,09 μ., διαμ. γάστρας: 0,09 μ., διαμ.

βάσης: 0,045 μ. Φέρει γραπτή διακόσμηση από σχηματοποιημένο μυκηναϊκό άνθος

4. Σημειωτέα η συνδρομή των εργατοτεχνιτών Παντελή Ντίμερη, Σουλτανάλι Αμίρι και Φεντλού Χαλίντ.

5. Ιακωβίδης 1970, 3. 6. Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα 1988, 11, αρ. 5 και 17, αρ. 4.

ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Α., ΒΡΕΤΤΟΥ Ε., ΠΑΠΑΘΩΜΑ Ε., ΜΟΥΤΑΦΗ Ι.

Page 3: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

49

στους ώμους και ταινίες στο σώμα. Στον δίσκο των λαβών υπάρχουν ομόκεντροι κύκλοι. γ) ειδώλιο τύπου Ψ (εικ. 5). Ύψος: 0,095 μ., πλάτος (μαζί με τα χέρια): 0,065 μ.

Ανήκει στον συνηθισμένο τύπο της γυναικείας φιγούρας με υψωμένα τα χέρια και πλαστική δήλωση μύτης και στήθους. Το ένδυμα υποδηλώνεται με κάθετες γραμμές που φτάνουν ως το κεφάλι. Η ραδινή βάση του ειδωλίου και η υψηλή τοποθέτηση της μέσης το τοποθετούν

στην ΥΕ ΙΙΙΒ περίοδο, πιθανώς δε προς το τέλος της7. Με αυτή τη χρονολόγηση συμ-φωνεί και η διακόσμηση του αμφορίσκου8. Στον θάλαμο δεν βρέθηκαν οστά. Υπήρχε όμως σαφής αλλοίωση του εδάφους στο

σημείο που θα ήταν τοποθετημένος ο νεκρός, στο κέντρο περίπου του θαλάμου και κοντά στην πλάτη του. Οι μικρές διαστάσεις του θαλάμου, τα μικροσκοπικά αγγεία που χρησιμοποιήθηκαν ως κτερίσματα9 και η ύπαρξη του ειδωλίου Ψ, το οποίο λει-τουργεί συχνά συμβολικά ως συνοδός-τροφός μικρών παιδιών στον Κάτω Κόσμο10, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο τάφος ανήκε σε νήπιο. Με την άποψη αυτή συνηγορεί και η απουσία σκελετού, καθώς τα οστά μικρών παιδιών φθείρονται ευκολότερα από αυτά των ενηλίκων. Ως χρόνος ταφής του νεκρού, βάσει των ευρημάτων, θεωρείται ο 13ος αι. π.Χ. Ιδιαίτερης σημασίας αποδείχθηκε ότι ήταν ο τάφος 1, ο οποίος κάλυπτε όλο το

βόρειο τμήμα του οικοπέδου. Η επιμήκυνση του δρόμου του, το μεγάλο τελικό του βάθος και τα έντονα επικλινή τοιχώματά του, λαξευμένα στο σαθρό πέτρωμα, προκά-λεσαν από την αρχή πολλά προβλήματα όσον αφορά στη στατικότητα του μνημείου και την ασφάλεια των εργαζομένων. Tα προβλήματα αυτά αντιμετωπίστηκαν επιτυ-χώς με τη συνδρομή της Διεύθυνσης Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων11. Ο δρόμος του τάφου 1 έφτανε σε μήκος τα 13,70 μ. Παρουσίαζε έντονη κατωφέρεια

προς την είσοδο του τάφου με ταυτόχρονη στένωση της άνω επιφάνειας των τοιχω-μάτων και διεύρυνσης της βάσης τους. Κατά συνέπεια τα τοιχώματα είχαν έντονη απόκλιση προς τη βάση τους. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι ενώ ο δρόμος στην άνω επι-φάνεια των τοιχωμάτων ξεκίνησε με εύρος 1,00 μ. κατέληξε πάνω από την είσοδο του θαλάμου να έχει εύρος 0,55 μ. Το δάπεδο του δρόμου είχε σταθερό σχετικά πλάτος 1,50 μ. περίπου. Μπροστά στην είσοδο τα τοιχώματα είχαν ύψος 3,90 μ.

7. Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα 1988, 60, πίν. 34α. Επίσης βλ. E. French, “The development of the Mycenaean Terracotta Figurines”, BSA 66 (1971), 109.

8. Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα 1988, 63, πίν. 37, 14. 9. Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα 1987, 22. 10. Ιακωβίδης 1970, 6. Επίσης βλ. Immerwahr 1972, 109. 11. Πολλές ευχαριστίες οφείλονται στον προϊστάμενο της Διεύθυνσης Αναστήλωσης Αρχαίων

Μνημείων Θ. Παπαθανασόπουλο και στον αρχιτεχνίτη Κ. Μακαντάση, κατόπιν υποδείξεων των οποίων ο τάφος περικλείστηκε με χαμηλό τσιμεντένιο τοιχίο και καλύφθηκε με ελαφρύ πισσόπανο τύπου ελενίτ, προκειμένου να προστατευθεί από τη βροχή, ενώ τα τοιχώματα του δρόμου του στε-ρεώθηκαν με ξύλινη επένδυση.

ΝΕΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΦΟΥΡΕΣΙ

Page 4: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

50

Η έρευνα του δρόμου του τάφου 1 έδωσε λίγα θραύσματα από μεγάλα ανοιχτά αγγεία και αγγεία πόσεως. Αρκετά από αυτά ήταν αβαφή, ενώ πολλά έφεραν γραπτή φυτική διακόσμηση. Τα περισσότερα από τα ευρήματα εντοπίστηκαν κοντά στην εί-σοδο του τάφου, και συγκεκριμένα στα τελευταία 5.00 μ. πριν από αυτήν. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον εμφανίζει μια σειρά από λίθινες πλάκες λαξευμένες σε τριγωνικό σχή-μα και τοποθετημένες σε επάλληλες κάθετες στρώσεις, οι οποίες εντοπίστηκαν σε απόσταση 2 μ. περίπου από την είσοδο του θαλάμου και 1,50 μ. πάνω από αυτήν. Η ανώτερη από αυτές ήταν και η μεγαλύτερη καλύπτοντας όλες τις υποκείμενες που είχαν τοποθετηθεί κατά φθίνουσα σειρά μεγέθους. Ανάμεσα στις λίθινες αυτές πλάκες εντοπίστηκαν αρκετά θραύσματα αγγείων. Ενδεικτικά αναφέρεται ο κρατήρας της εικόνας 6 που βρέθηκε κατά την αφαίρεση των ανώτερων πλακών. Διακοσμείται με ζεύγη αντιθετικών πορφύρων στην κύρια ζώνη της γάστρας και τρεις φαρδιές, ερυ-θρές ταινίες κάτω από αυτή. Το πόδι είναι ολόβαφο, ερυθρό. Το αγγείο χρονολογείται στην ΥΕ ΙΙΙΒ περίοδο, πιθανότατα στην αρχή της12. Η είσοδος του τάφου εντοπίστηκε σε βάθος 2,40 μ. κάτω από την επιφάνεια του

εδάφους. Ήταν κλεισμένη με ξερολιθιά που την αποτελούσαν μεγάλοι πολύ αδρά λαξευμένοι λίθοι. Είχαν τοποθετηθεί σε δύο στρώσεις σε βάθος, με την εξωτερική περισσότερο ισχυρή και επιμελημένη. Η ξερολιθιά ενισχυόταν στη βάση της με σειρά λίθων που είχε τοποθετηθεί μπροστά της και κάλυπτε όλο το εύρος του δρόμου13 (εικ. 7). Η αφαίρεση της ξερολιθιάς έφερε στο φως την είσοδο του θαλάμου, μέσου πλάτους

0, 85 μ. και ύψους 1, 50 μ. Το στόμιο, όπως και το εσωτερικό του θαλάμου, βρέθηκε γεμάτο με χαλαρά χώματα που είχαν καταπέσει από την οροφή του. Η απομάκρυν-σή τους αποκάλυψε στόμιο βάθους 1,40 μ., το οποίο πλαισιωνόταν από λαξευμένες στο φυσικό έδαφος παραστάδες, χωρίς κάποια ιδιαίτερη επιμέλεια. Το δε εσωτερικό του θαλάμου είχε κάτοψη ορθογωνίου σχήματος, με διαστάσεις 3,40 x 2,70 μ. και ύψος 2,20 μ. Το δάπεδο του θαλάμου κατά τα πρώτα 2 μ. ήταν ανωφερές και κενό ευρημάτων. Σκελετοί και κτερίσματα εντοπίστηκαν προς τα ενδότερα του θαλάμου (εικ. 8). Στον τάφο βρέθηκαν οστά που προέρχονται από έξι τουλάχιστον διαφορετικά άτομα14, καθώς και δεκαεπτά αγγεία. Βρέθηκαν επίσης πλήθος κομβίων από στεατί-τη, ψήφοι, μία χάλκινη φιάλη, σφραγιδόλιθοι, ένα χάλκινο ξίφος και άλλα χάλκινα αντικείμενα15. Από την πρώτη μελέτη του υλικού τα ευρήματα μπορούν να ομαδο-ποιηθούν ως εξής:

l2. Mountjoy 1998, 116, εικ. 134, Furumark Ι, 1972, 311, εικ. 51, FM 23, 19. 13. Ιακωβίδης 1970, 10. 14. Τα στοιχεία που προήλθαν από την μελέτη του σκελετικού υλικού παραχωρήθηκαν από τη

βιοαρχαιολόγο Ιωάννα Μουτάφη, την οποία και ευχαριστώ θερμά. 15. Με τη μελέτη των αντικειμένων αυτών ασχολήθηκε η αρχαιολόγος κ. Αθηνά Χατζηδημητρίου

(βλ. το κείμενο που ακολουθεί).

ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Α., ΒΡΕΤΤΟΥ Ε., ΠΑΠΑΘΩΜΑ Ε., ΜΟΥΤΑΦΗ Ι.

Page 5: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

51

ΣΥΝΟΛΟ 1. Περίπου στο κέντρο του θαλάμου εντοπίστηκε ο νεκρός της ταφής 1 (στο εξής σκελετός 1). Είχε τοποθετηθεί σε ύπτια στάση με προσανατολισμό ΒΔ-ΝΑ. Πρόκειται στην ουσία για τμήμα σκελετού, αφού βρέθηκαν μόνο κρανιακά οστά και τμήματα των άνω άκρων. Σύμφωνα με την οστεολογική μελέτη, πρόκειται πιθανότα-τα για ταφή γυναίκας. Επάνω στο νεκρό είχαν εναποτεθεί δύο αγγεία:α) μόνωτος κωνικός σκύφος (εικ. 9). Ύψος: 0,068 μ., διαμ. στομίου: 0,163 μ., διαμ.

βάσης: 0, 043 μ. Πρόκειται για άρτιας κατασκευής αγγείο, διακοσμημένο εξωτερικά με γραπτό φολιδωτό κόσμημα, ενώ εσωτερικά και γύρω από το μετάλλιο υπάρχουν ομόκεντροι κύκλοι. Χρονολογείται στην ΥΕ ΙΙΙΒ περίοδο16. β) ψευδόστομος αμφορίσκος. Διαμ. βάσης: 0.035 μ. Φέρει μελανή διακόσμηση.

Βρέθηκε σε θραυσματική κατάσταση. ΣΥΝΟΛΟ 2. Εντοπίστηκε στα ΝΔ του θαλάμου και αποτελείται από τον νεκρό της

ταφής 2 (στο εξής σκελετός 2) και τα κτερίσματά του. Βρέθηκαν οστά λεκάνης και κάτω άκρων, καθώς και κρανιακά οστά και τμήμα γνάθου. Ο νεκρός είχε προσανατο-λισμό Ν-Β με το κρανίο στα νότια. Ο σκελετός ανήκε σε άντρα που ήταν κτερισμένος με ένα χάλκινο ξίφος, τοποθετημένο διαγώνια στους μηρούς του (εικ. 10, 26) και με δύο ψευδόστομους αμφορείς που βρέθηκαν θραυσμένοι. Ο πρώτος διακοσμείται με ομόκεντρα τόξα στους ώμους και ομόκεντρους κύκλους στον δίσκο των λαβών, που χρονολογούνται στην ΥΕ ΙΙΙΑ2 περίοδο, αν και το γωνιώδες σώμα του μπορεί να τον κατεβάσει στις αρχές της επόμενης17. Ο δεύτερος ψευδόστομος (εικ. 11) διακοσμείται με μελανούς αμείβοντες, κόσμημα που χαρακτηρίζει την ΥΕ ΙΙΙΑ2 φάση18. Στο σύ-νολο αυτό ανήκουν και το χάλκινο ξίφος, η τριχολαβίδα και ένας σφραγιδόλιθος (βλ. Χατζηδημητρίου, στο ίδιο άρθρο). ΣΥΝΟΛΟ 3. Περιλαμβάνει τον νεκρό της ταφής 3 (στο εξής σκελετός 3), πλήθος

κομβίων που βρέθηκαν κοντά στα κάτω άκρα του και 5 αγγεία. Ο σκελετός 3 είναι ο μοναδικός που εντοπίστηκε σχεδόν ολόκληρος κατά χώραν (εικ. 12). Ανήκε σε άνδρα που ήταν τοποθετημένος σε ύπτια στάση με προσανατολισμό Δ-Α. Τα άνω άκρα είχαν καμφθεί ώστε το δεξί χέρι να ακουμπά στην κοιλιά και το αριστερό στο στήθος. Το σωζόμενο ύψος του ήταν 1.50 μ. Ήταν κτερισμένος με δύο θήλαστρα που είχαν τοπο-θετηθεί κοντά στο κρανίο του καθώς και δύο ψευδόστομους αμφορείς και έναν κύαθο με προχοή που βρέθηκαν στην περιοχή κάτω από τη μέση του. Συγκεκριμένα:α) θήλαστρο. Διαμ. βάσης: 0,05 μ., διαμ. στομίου: 0,067 μ., μήκος προχοής: 0,055

μ. Βρέθηκε θραυσμένο και χωρίς ορατή διακόσμηση. β) θήλαστρο (εικ. 13). Ύψος: 0,225 μ., διαμ. γάστρας: 0,18 μ., μήκος προχοής: 0,05

16. Mountjoy 1998, 128, 8 και 222, εικ. 279, 242. Επίσης βλ. Furumark I, 1972, 625, 242, 48, εικ. 13, FS 242 και 343, εικ, 57, FM 42, 22.

17. Mountjoy 1998, 73, 16 (για το κόσμημα), 114, 131 και Furumark I, 1972, 44, εικ. 12, FS 179 (για το σχήμα).

18. Mountjoy 1998, 73, 25 και 85. Επίσης βλ. Furumark I, 1972, 383, εικ. 67, FM 58, 15.

ΝΕΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΦΟΥΡΕΣΙ

Page 6: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

52

μ. Φέρει λοξή σωληνωτή προχοή και καλαθόσχημη λαβή με δύο ερυθρές ταινίες κατά μήκος της. Διακοσμείται από ομάδες φαρδιών ταινιών και κόσμημα ανάστροφου Ν στη ζώνη του ώμου. Χρονολογείται δε στην ΥΕ ΙΙΙΑ2 εποχή19. γ) ψευδόστομος αμφορέας (εικ. 14). Ύψος: 0,115 μ., διαμ. γάστρας: 0, 11 μ. Είναι

σφαιρικός, κοσμημένος στην ζώνη των ώμων με σχηματοποιημένο άνθος με σιγμο-ειδή στήμονα και πλοχμό στο κέντρο. Στον δίσκο των λαβών φέρει ομόκεντρους κύ-κλους, ενώ τη γάστρα περιτρέχουν φαρδιές και λεπτές ταινίες. Χρονολογείται στην ΥΕ ΙΙΙΒ2 περίοδο20. δ) ψευδόστομος αμφορέας (εικ. 15). Ύψος 0,125 μ., διαμ. γάστρας: 0,115 μ., διαμ.

βάσης: 0, 045 μ. Έχει σφαιρικό σώμα και κοσμείται από ομόκεντρους κύκλους στον δίσκο των λαβών και μυκηναϊκό άνθος στους ώμους. Η γάστρα φέρει ταινίες. Χρονο-λογείται επίσης στην ΥΕ ΙΙΙΒ2 περίοδο21. ε) κύαθος. Ύψος: 0, 076 μ., διαμ. στομίου: 0,123 μ., διαμ. βάσης: 0,04 μ., μήκος

προχοής: 0, 03 μ. Φέρει απλή διακόσμηση ταινιών που περιτρέχουν το σώμα του ενώ εσωτερικά υπάρχει μελανή στιγμή μεγάλης διαμέτρου στο κέντρο του μεταλλίου του. Η προχοή του έχει τοποθετηθεί σε ορθή γωνία σε σχέση με τη λαβή του. Παρατηρεί κανείς ότι το θήλαστρο που βρέθηκε στο κρανίο του σκελετού 3 είναι

παλαιότερο των υπολοίπων αγγείων. Είναι πιθανό να είχε παραμείνει στην οικογένεια του νεκρού ως κειμήλιο ή και να είχε αρχικά χρησιμοποιηθεί σε παλαιότερη ταφή και να μετακινήθηκε μετά την ανακομιδή. Σε κάθε περίπτωση, η παραδοσιακή άποψη που θέλει τα θήλαστρα να κτερίζουν γυναικείες ταφές βρίσκει εδώ τη διάψευσή της. Η ομαδοποίηση των παραπάνω συνόλων έγινε με βάση τους καλύτερα σωζόμενους

σκελετούς και τα κτερίσματα που εμφανώς ανήκουν σε αυτούς. Οστά και αγγεία βρέ-θηκαν όμως και σε άλλα σημεία του θαλάμου, χωρίς να είναι βέβαιο με ποια ταφή συνδέονται. Ενδεικτικά αναφέρεται ένας τρίωτος απιόσχημος πιθαμφορίσκος (ύψος: 0,23 μ. διαμ. γάστρας: 0,21 μ.). Βρέθηκε στα βόρεια του νεκρού της ταφής 1 και ανήκει ίσως στα κτερίσματά του. Διακοσμείται με ομάδες από τρεις φαρδιές ταινίες σε τέσσερις ζώνες του σώματός του. Το απιοειδές σχήμα του με το επικλινές χείλος και η διακόσμησή του το τοποθετούν στην ΥΕ ΙΙΙΑ περίοδο22. Επίσης, στα ανατολικά του σκελετού 2 βρέθηκαν δύο ακόμα αγγεία: ένας δίωτος απιόσχημος πιθαμφορέας, ύψους 0,135 μ. και με διαμ. γάστρας 0,135 μ. (εικ. 16) που διακοσμείται με κάθετες γραμμές σε ομάδες στην ζώνη των λαβών23 και ένας ψευδόστομος αμφορίσκος με

19. Mountjoy 1998, 73, 28 και 82. Επίσης βλ. Furumark I, 1972, 373, εικ. 65, FM 53, 7 (όπου όμως ονομάζεται κυματοειδής γραμμή).

20. Mountjoy 1998, 128, 1 και 133, εικ. 154, Furumark I, 1972, 293, εικ. 45, FM 18, 120, Πολυ-χρονάκου-Σγουρίτσα 2001, 9, αριθ. 21, εικ. 9, Γ. Μυλωνάς, 1972, 115, εικ. 91β (για διακόσμηση).

21. Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα 1988, 63, πίν. 37, 14. 22. Furumark I, 1972, 23, εικ. 4, FS 35 (39-45). Επίσης βλ. Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα 2001, 10,

εικ. 10, 33. 23. Mountjoy 1998, 77, εικ. 81, 1-2.

ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Α., ΒΡΕΤΤΟΥ Ε., ΠΑΠΑΘΩΜΑ Ε., ΜΟΥΤΑΦΗ Ι.

Page 7: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

53

πιεσμένο σώμα που φέρει γραπτούς αμείβοντες στη ζώνη του ώμου24 (εικ. 17). Και τα δύο αγγεία χρονολογούνται στην ΥΕ ΙΙΙΑ2 περίοδο. Βρέθηκαν πολύ κοντά στον σκελετό 2 αλλά είναι πιθανό να σχετίζονται με τα οστά νεαρής γυναίκας που εντοπί-στηκαν στον ίδιο χώρο. Η ανασκαφή του τάφου 1 έδωσε ποικίλα και ενδιαφέροντα ευρήματα. Είναι προφα-

νές ότι χρησιμοποιήθηκε για πέραν της μίας ταφής. Σε κάθε νέα χρήση του ο δρόμος δεν ανοιγόταν σε όλο του το μήκος παρά μονάχα στο τελευταίο τμήμα του, πιθανώς στα τελευταία 5 μέτρα, τα οποία εμφανίζουν αυξημένη παρουσία κεραμεικής25. Οι λίθινες πλάκες που βρέθηκαν στο τμήμα αυτό θα μπορούσαν να ερμηνευθούν ως σήμα μιας από τις ταφές που επαναχρησιμοποιήθηκαν ως επίχωση του δρόμου. Αξίζει να σημειωθεί ότι το εύρος του δρόμου στην επιφάνεια του εδάφους στο σημείο που εντοπίστηκαν οι πλάκες είναι μόλις 0,20 μ. και διευρύνεται ξανά ως το πέρας του, ση-μάδι διαταραχής του εδάφους. Στο ίδιο σημείο εξάλλου υπάρχει επιφανειακά αβαθής λωρίδα που τέμνει κάθετα τον δρόμο του τάφου. Είναι αρκετά πιθανό να σχετίζεται με τις εργασίες αφαίρεσης της επίχωσης του δρόμου για την τοποθέτηση της δεύτερης ή των επόμενων ταφών. Οι νεκροί κτερίστηκαν με προσωπικά τους αντικείμενα και αγγεία που συναντούμε

συχνά σε τάφους της ΥΕ ΙΙΙ εποχής. Ο λεπτός καθαρός πηλός, το στιλπνό γάνωμα και τα έντονα χρώματα μαρτυρούν καλής ποιότητας κατασκευή και διακόσμηση, αν και δεν μπορούμε να παραβλέψουμε την αποτυχημένη όπτηση σε πολλά από αυτά, όπως δείχνει η αλλαγή χρώματος στο αυτό κόσμημα, ή η τέλεια φθορά της βαφής σε άλλα. Δεν είναι ακόμα σαφές πόσες φορές ανοίχθηκε ο τάφος ή με ποια σειρά τοποθετή-

θηκαν οι νεκροί. Οστά και αγγεία που βρέθηκαν σε θραυσματική μορφή στις παρυφές του θαλάμου μαρτυρούν ότι οι παλαιότεροι σκελετοί και τα κτερίσματά τους παραμε-ρίζονταν χωρίς τάξη για να τοποθετηθούν στη θέση τους οι νέοι νεκροί, όπως απαιτεί το έθιμο της ανακομιδής. Βάσει των ευρημάτων φαίνεται ότι ο τάφος χρησιμοποιή-θηκε κατά την ΥΕ ΙΙΙ Α1 – ΥΕ ΙΙΙ Β2 (14ο και 13ο αι. π.Χ.). Η προκαταρκτική αυτή μελέτη για τους δύο νέους τάφους που βρέθηκαν στο Φού-

ρεζι των Γλυκών Νερών δεν είναι δυνατόν να δώσει απαντήσεις σε όλα τα ερωτήμα-τα. Τα τελικά πορίσματα της οστεολογικής μελέτης, η διερεύνηση πιθανής σύνδεσης ανάμεσα στους δύο τάφους (οι νεκροί του μεγάλου ίσως σχετίζονται με το βρέφος του μικρού) και, κυρίως, μία γενικότερη μελέτη που θα συσχετίσει τους τάφους του οικοπέδου Παναγόπουλου με τους υπόλοιπους που έχουν ανασκαφεί στην περιοχή, θα μας βοηθήσουν να σχηματίσουμε πληρέστερη εικόνα για τα χαρακτηριστικά του μυκηναϊκού νεκροταφείου των Γλυκών Νερών και τους ανθρώπους που τάφηκαν σε αυτό.

24. Mountjoy 1998, 73, 25 και 114. Επίσης βλ. Furumark Ι, 1972, 383, εικ. 67, FM 58, 15. 25. Σπυρόπουλος 1976, 61.

ΝΕΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΦΟΥΡΕΣΙ

Page 8: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

54

ΙΙ. Χάλκινα αντικείμενα και κοσμήματα από τον τάφο 1 (Δρ. Αθηνά Χατζηδημητρίου)

Οι ταφές του τάφου 1, που παρουσίασε η συνάδελφος Ειρήνη Βρεττού, ήταν κτερι-σμένες, εκτός από αγγεία, και με μία ομάδα άλλων αντικειμένων, που θα παρουσια-στούν στη συνέχεια26. Από την εξέταση των σχετικών ευρημάτων και των σκελετικών καταλοίπων προκύπτει ότι και οι δύο γυναικείες ταφές, που ταυτίστηκαν από την βι-οαρχαιολόγο, ήταν κτερισμένες με κοσμήματα27. Το καλύτερα σωζόμενο περιδέραιο που βρέθηκε στον τάφο 1 των Γλυκών Νερών αποτελείτο από 44 ψήφους (χάντρες), σχήματος δωδεκάφυλλου ρόδακα, από φαγεντιανή (εικ. 18)28. Το μοτίβο του ρόδακα υπήρξε αγαπητό θέμα στην Εγγύς Ανατολή, την Αίγυπτο και το Αιγαίο και κατά μια εκδοχή είχε προστατευτικές δυνάμεις για την γυναίκα29. Σε περιδέραιο ανήκε και ένας μεγάλος αριθμός άνω των 200 μικροσκοπικών δισκοειδών ψήφων, από φαγεντιανή, με κεντρική διάτρηση, υπόλευκου, μελανού και τεφρού χρώματος, (εικ. 19)30. Την προέλευση των παραπάνω ψήφων από περιδέραιο επιβεβαιώνει και το γεγονός ότι αυτές βρέθηκαν κολλημένες επάνω σε οστά της περιοχής του λαιμού και του στέρνου ενός από τους δύο γυναικείους σκελετούς (βλ. Ιωάννα Μουτάφη στο ίδιο άρθρο). Σε περιδέραιο ή βραχιόλι ανήκαν και τρεις μικροσκοπικές ψήφοι από κυανοπρά-

σινη υαλόμαζα, σε σχήμα ξαπλωμένου ζώου, οι οποίες έφεραν δύο διαμπερείς οπές

26. Θερμές ευχαριστίες οφείλω στον φίλο και συνάδελφο Βαγγέλη Νικολόπουλο για τις επιση-μάνσεις και υποδείξεις του επάνω στο κείμενο, στην καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών Νάγια Σγουρίτσα καθώς και στις συναδέλφους Ελένη Ανδρίκου και Χριστίνα Μερκούρη για τις καίριες παρατηρήσεις τους επάνω στο σχετικό υλικό.

27. Η χρήση περιδέραιων και βραχιολιών ως κοσμημάτων τεκμηριώνεται και από τοιχογραφίες της μυκηναϊκής περιόδου. Ενδεικτικά βλ. την τοιχογραφία της «Μυκηναίας» (1300-1200 π.Χ.) από την Ακρόπολη των Μυκηνών (Αθήνα, ΕΑΜ) βλ. π.χ. Kontorli-Papadopoulou 1996, 102, αριθ. κατ. 70, πίν. 92, Ι. Κριτσέλη-Προβίδη, Τοιχογραφίες του Θρησκευτικού κέντρου των Μυκηνών, Αθήνα 1982, 37-40, πίν. Γα, 4-5, η οποία την ερμηνεύει ως θεότητα που μόλις έχει δεχθεί κοσμήματα από πομπή γυναικών. Για την αναγνώριση του μύθου της Εριφύλης βλ. Marinatos 1976, 90-91, πίν. LV.

28. Η ταύτιση του υλικού οφείλεται στην προϊσταμένη του τμήματος Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης της Β΄ ΕΠΚΑ Γεωργιάνα Μωραΐτου. Η φαγεντιανή ήταν ένα τεχνητό υλικό απο-τελούμενο από πυρήνα κονιορτοποιημένων κόκκων χαλαζία, καλυμμένου με αλκαλικό εφυάλωμα, που στην πραγματικότητα ήταν γυαλί βλ. Σταμπολίδης 2003, 525, αριθ. 1027 [Μ. Βλασσοπούλου-Καρύδη], Panayotaki 2008, 55-69.

29. Πρβλ. Ξενάκη-Σακελλαρίου 1985, 303, τύπος 86, 178, αριθ. 2884(2), πίν. 76. Για τον ρόδακα ως διακοσμητικό μοτίβο βλ. Α. Καρέτσου και Μ. Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη (επιμ.), Κρήτη-Αίγυπτος. Πολιτισμικοί δεσμοί τριών χιλιετιών, Ηράκλειο 2000, 111-112, αριθ. 88 [Μ. Παναγιωτάκη], Hughes-Brock 1999, 288 Τριανταφυλλίδης 2002-2005, 172, σημ. 30.

30. Πρβλ. Ξενάκη-Σακελλαρίου 1985, 255, αριθ. 3188, πίν. 126. Πρόκειται για ένα συνηθισμένο είδος ψήφων φαγεντιανής με ευρεία γεωγραφική διάδοση που χρησιμοποιήθηκαν για τη δημιουρ-γία περιδέραιων με πολλές σειρές βλ. Δημακοπούλου 1988, 220, αριθ. 198 [Κ. Δημακοπούλου], Ν. Σταμπολίδης και Α. Καρέτσου (επιμ.), Ανατολική Μεσόγειος, Κύπρος – Δωδεκάνησα – Κρήτη 16ος-6ος αι. π.Χ., Ηράκλειο 1998, 224, αρ. 265, Σταμπολίδης 2003, 522-523, αριθ. 1018, 1020-1021, Τριανταφυλλίδης 2002-2005, 175 κ. ε.

ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Α., ΒΡΕΤΤΟΥ Ε., ΠΑΠΑΘΩΜΑ Ε., ΜΟΥΤΑΦΗ Ι.

Page 9: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

55

(εικ. 20)31. Το ζώο που αποδίδεται με το κεφάλι κατά μέτωπον, με ανασηκωμένα αυτιά και μυτερό ρύγχος, πιθανότατα να αποδίδει βοοειδές. Το μοτίβο των ξαπλωμένων ζώων αποτελούσε ένα αγαπητό εικονογραφικό θέμα της μινωικής και μυκηναϊκής μικροτεχνίας και απαντά ειδικότερα σε ψήφους από ποικίλα υλικά32. Τα κοσμήματα από υαλόμαζα, εξαίρετα δείγματα μικροτεχνίας, κατασκευάζονταν με τη μέθοδο της «χύτευσης» ή της «εμπίεσης» κονιορτοποιημένου γυαλιού σε ανοιχτή λίθινη μήτρα33. Το σύνολο των κοσμημάτων με τα οποία ήταν κτερισμένες οι γυναικείες ταφές ολο-κληρώνουν σφαιρικές, ατρακτόσχημες και ωοειδείς ψήφοι (εικ. 21)34, καθώς και μία ψήφος σε σχήμα άνθους από φαγεντιανή. Στο σημείο όπου εντοπίσθηκε η διαταραγμένη γυναικεία ταφή (βλ. Ιωάννα Μουτά-

φη στο ίδιο άρθρο) αλλά και βόρεια βρέθηκε ένα μικρό σύνολο κωνικών αντικειμέ-νων, τα οποία φέρουν τη συμβατική ονομασία “κωνίσκοι”35 ή “κομβία”, που είναι και η συνηθέστερη (εικ. 22). Πρόκειται για 27 «κομβία», διαφόρων μεγεθών, από φαιό-χρωμο και μελανό στεατίτη, που ανήκουν στην κατηγορία των δισκοειδών κομβίων με περιχείλωμα και αποτελούν το συνηθέστερο κτέρισμα στις μυκηναϊκές ταφές36. Κατά καιρούς τα «κομβία» αυτά έχουν ταυτιστεί με σφονδύλια ή πραγματικά κομβία για να κλείνουν τα ανοίγματα των φορεμάτων των γυναικών37. Κατά άλλη δε εκδοχή, που είναι και η επικρατέστερη, τα αντικείμενα αυτά χρησιμοποιούνταν ως βαρίδια, ραμμένα στο κάτω μέρος του ενδύματος των γυναικών ή και των ανδρών38. Ωστόσο το μικρό μέγεθος ορισμένων κομβίων κάνει εξίσου πιθανή τη χρήση τους ως ψήφων ενός περιδέραιου39. Με μεγαλύτερη βεβαιότητα μπορούμε να ταυτίσουμε με σφονδύλι ένα αντικείμε-

νο, διαμέτρου 0, 062 μ. από τεφρό στεατίτη, το οποίο βρέθηκε σε μικρή απόσταση από τη γυναικεία ταφή 1 (εικ. 23α-β). Το σφονδύλι φέρει κοίλα πλευρικά τοιχώματα, που στο άνω άκρο απολήγουν σε δακτύλιο, διακοσμημένο με ζώνη κάθετων γραμ-

31. Διαστάσεις χάντρας: μήκος: 0, 013 μ., πλάτος: 0, 008 μ. 32. Ενδεικτικά αναφέρουμε δύο ψήφοι από φαγεντιανή βλ. Ξενάκη-Σακελλαρίου 1985, 231, πίν.

111 (ΕΑΜ, αριθ. 3124) και δύο από χρυσό από τους θαλαμωτούς τάφους των Μυκηνών βλ. Ξενά-κη-Σακελλαρίου 1985, 178, πίν. 76 (ΕΑΜ, αριθ. 2868), που εκτίθενται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.

33. Βλ. Α. Παπαδόπουλος, «Η χρήση του γυαλιού στην Κρητομυκηναϊκή εποχή», στο Θέμελης 2002, 29-38, Τριανταφυλλίδης 2002-2005, 166, σημ. 5, όπου αναλυτική βιβλιογραφία.

34. Πρβλ. Ξενάκη-Σακελλαρίου 1985, 296, αριθ. 35. 35. E. B. French, «Κωνίσκοι από την αίθουσα με την τοιχογραφία», στο Τζεδάκις και Martlew

1999, 194. 36. Πρβλ. Ιακωβίδης 1970, 280, εικ. 123, Μυλωνάς 1975, 15-16, τάφος Θπ4, αριθ. 13-15α, πίν.

100α, 24, τάφος Θπ5, αριθ. 1-3, πίν. 100α, Ε. Σαλαβούρα, «Συστάδα μυκηναϊκών τάφων στη Με-ρέντα Μαρκοπούλου», ΑΑΑ 39 (2006), 74, εικ. 21α, Stamatatou 2004, 35, Τζεδάκις-Martlew 1999, 201, αριθ. 198 [E.B.F.-S.D.], Δημακοπούλου 1998, 66-67, αριθ. 59 [Κ. Καζά -Παπαγεωργίου].

37. Ιακωβίδης 1970, 277-281. 38. Ιακωβίδης 1970, 279, Hughes-Brock 1999, 280, French 1999, 194. 39. Hughes-Brock 1999, 280.

ΝΕΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΦΟΥΡΕΣΙ

Page 10: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

56

μών. Κάτω από τον δακτύλιο αναπτύσσονται επάλληλα πεταλόσχημα μοτίβα από τις ενώσεις των οποίων εκφύεται ζεύγος ελίκων, ενώ η περιφέρειά του διακοσμείται με διχτυωτό κόσμημα. Η κάτω επιφάνεια του σφονδυλιού διακοσμείται με σχοινοειδή τρέχουσα σπείρα, δύο ομόκεντρους κύκλους και κεντρική ζώνη με στροβιλιζόμενα σχηματοποιημένα φύλλα. Σφονδύλια διακοσμημένα με εγχάρακτα καμπυλόγραμμα μοτίβα έχουν βρεθεί τόσο στον μυκηναϊκό οικισμό στα Κανάκια της Σαλαμίνας40 όσο και στο νεκροταφείο των Λαζάρηδων στην Αίγινα41. Τα στροβιλιζόμενα δε μοτίβα που αποδίδονται στα παραπάνω αλλά και σε άλλα σφονδύλια έχουν συνδεθεί με την περιστροφική κίνηση του αδρακτιού, στο κάτω μέρος του οποίου ήταν περασμένο το σφονδύλι42. Στα κτερίσματα των γυναικείων ταφών πιθανότατα να ανήκαν μία χάλκινη περόνη,

σωζόμενη αποσπασματικά, και μία χάλκινη τριχολαβίδα από λεπτό έλασμα το οποίο αναδιπλούμενο σχηματίζει κεφαλή σχήματος ανοιχτού κρίκου (εικ. 24). Τα σκέλη της τριχολαβίδας ανοίγουν βαθμηδόν και έπειτα κάμπτονται προς τα έσω καταλήγοντας σε αιχμηρές ακμές43. Η τριχολαβίδα, που θυμίζει το γνωστό σε όλους μας τσιμπιδάκι για τον καλλωπισμό των γυναικείων φρυδιών, διατήρησε το ίδιο σχήμα ήδη από το 2300 π.Χ., όπου και εμφανίσθηκαν στην Κρήτη τα πρώτα παραδείγματα44. Εκτός όμως από τη χρήση της για καλλωπιστικούς σκοπούς, η τριχολαβίδα χρησιμοποι-ήθηκε και στη χειρουργική για την αφαίρεση αγκαθιών ή άλλων αντικειμένων. Ως πιθανότερος τόπος καταγωγής της έχει θεωρηθεί η Αίγυπτος. Βόρεια του σκελετού 3 αποκαλύφθηκε μία φιάλη, το μοναδικό χάλκινο σκεύος (εικ.

25α-β, 32). Αυτή βρέθηκε ανεστραμμένη επάνω από τα οστά ενός δεξιού ανθρώπι-νου χεριού, που δεν συνανήκει στον σκελετό 3 ούτε προέρχεται από ανακομιδή (βλ. Ιωάννα Μουτάφη στο ίδιο άρθρο). Η φιάλη φέρει ρηχή γάστρα, οριζόντιο χείλος και κυκλική υπερυψωμένη βάση κοίλη στο εσωτερικό45. Το ταφικό έθιμο εναπόθεσης

40. Y. G. Lolos, “Cypro-Mycenaean Relations ca. 1200 BC: Point Iria in the Gulf of Argos and Old Salamis in the Saronic Gulf”, στο N. Chr. Stampolidis-V. Karageorghis (επιμ.), Sea Routes… Interconnections in the Mediterranean 16th - 6th c. BC. Proceedings of the International Symposium, held at Rethymnon, Crete, September 29th - October 2nd 2002, Athens 2003, 112-113, εικ. 23, Λώλος 2007, 227, εικ. 16-17, 229, ο οποίος θεωρηθεί πιθανή την Κυπριακή ή Ανατολική προέλευση των μοτίβων.

41. Το μυκηναϊκό νεκροταφείο των Λαζάρηδων στην Αίγινα ανασκάπτεται από την καθηγήτρια Νάγια Σγουρίτσα στην οποία οφείλω και την πληροφορία.

42. Λώλος 2007, 227. 43. Μυλωνάς 1975, 24, τάφος Θπ5, αριθ. χ14, πίν. 102β, 54, τάφος Θπ16, αριθ. χ15, πίν. 102β,

έγχρ. πίν. τόμ. Α΄, σ. Ιβ΄, Iakovidis 1982, 223, εικ. 35. 44. Τζεδάκις-Martlew 1999, 275, αριθ. 285 [R. G. Arnott], Παπαευθυμίου-Παπανθίμου 1979,

226-250, Giannopoulos 2008, 183. Για την τυπολογία των τριχολαβίδων βλ. Σπυρόπουλος 1972, 38-40, Παπαευθυμίου-Παπανθίμου 1979, 226-246.

45. Το σχήμα του σκεύους παραπέμπει σε συνήθη μινωικό τύπο φιάλης με δακτυλιόσχημη λαβή που απαντά και στην Ηπειρωτική Ελλάδα από την ΥΕ Ι έως και την ΥΕΙΙΙΑ περίοδο (16ος -14ος αι. π.Χ.), βλ. π.Χ. E. N. Davis, The Vapheio Cups and Aegean Gold and Silver Ware, New York and

ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Α., ΒΡΕΤΤΟΥ Ε., ΠΑΠΑΘΩΜΑ Ε., ΜΟΥΤΑΦΗ Ι.

Page 11: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

57

ανεστραμμένων αγγείων απαντά και στον μεγάλο μυκηναϊκό τάφο των Γλυκών Νε-ρών, όπου βρέθηκαν δύο μινωικά κύπελλα σε αντίστοιχη θέση46. Εξίσου σημαντικό κτέρισμα αποτελεί και ένα χάλκινο ξίφος, τοποθετημένο διαγώ-

νια στους μηρούς του σκελετού 2 (εικ. 10)47. Το ξίφος, είναι έντονα οξειδωμένο, ενώ η λεπίδα του, που λεπταίνει ελαφρά στο μέσον, είναι θραυσμένη στο άκρο της (εικ. 10, 26, 27)48. Πρόκειται για ξίφος τύπου F με ενιαία Τσχημη λαβή, που σχηματίζει τοξο-ειδή απόληξη, και ορθογώνιους ώμους49. Κατά μήκος του μίσχου της λαβής διακρίνο-νται τρία καρφιά χωρίς κεφαλή, στα οποία θα στερεωνόταν η ξύλινη επένδυσή της. Ξίφος του ίδιου τύπου με τα ίδια μορφολογικά χαρακτηριστικά προέρχεται από

τον “Θησαυρό” του Τσούντα στην Ακρόπολη των Μυκηνών και χρονολογείται στην ΥΕΙΙΙΒ-Γ περίοδο (1300-1200 π.Χ.)50. Στην Αττική ο τύπος αυτού του ξίφους εκπρο-σωπείται από δύο μόνο παραδείγματα, ένα από τη μυκηναϊκή Ακρόπολη των Αθηνών (ΥΕΙΙΙΒ-Γ) και ένα από την Περατή (ΥΕΙΙΙΓ)51. Σύμφωνα με τον Σπυρίδωνα Ιακωβί-δη, ανασκαφέα του νεκροταφείου της Περατής, αυτός ο τύπος ξίφους εισάγεται στις αρχές του 13ου αιώνα (1200 π.Χ.) και χάρη στα κατασκευαστικά χαρακτηριστικά του θα αποτελέσει τον πιο πετυχημένο και διαδεδομένο τύπο52.

London 1977, 157-159, εικ. 124-125, 260-261, εικ. 206-207, αριθ. κατ. 107, Δημακοπούλου 1988, 106-107, αριθ. 31, 233, αριθ. 224 [Κ. Δημακοπούλου]. Κατά τη συντήρηση του σκεύους στο νέο εργαστήριο συντήρησης μετάλλου, που λειτουργεί πλέον στο ανακαινισμένο Μουσείο Βραυρώνας, δεν εντοπίσθηκαν ίχνη για την ένθεση λαβής.

46. Sgouritsa 2007, 270. Για το ταφικό έθιμο των ανεστραμμένων κωνικών κυπέλλων από την Κρήτη βλ. ενδεικτικά Ν. Δημοπούλου-Ρεθιμιωτάκη και Γ. Ρεθιμιωτάκης, «Υστερομινωικό νεκρο-ταφείο στο Μετόχι Καλού Ηρακλείου», ΑΔ 33 (1978), Μελέτες, 44-45, καθώς και Γ. Σακελλαράκης και Έ. Σαπουνά-Σακελλαράκη, Αρχάνες. Μία νέα ματιά στη μινωική Κρήτη, τ. 1, Αθήνα 1997, 228, εικ. 178, όπου πλήθος ανεστραμμένων άωτων κωνικών κυπέλλων βρέθηκαν στο κοσμικό κτήριο 4 στο Φουρνί Αρχανών.

47. Η τοποθέτηση του ξίφους διαγώνια στους μηρούς του νεκρού είναι σπάνια. Αντίθετα συνήθης ταφική πρακτική ήταν η τοποθέτηση των ξιφών και άλλων παρόμοιου τύπου όπλων κατά μήκος της δεξιάς πλευράς του νεκρού, βλ. π.Χ. Γ. Ε. Μυλωνάς, Ο Ταφικός Κύκλος Β΄ των Μυκηνών, Αθήνα 1973, τ. 1, 47, εικ. 5, 81, πίν. 64α, 112, εικ. 13, πίν. 94.

48. Το ξίφος έχει σωζόμενο μήκος: 0, 35 μ., μήκος λαβής: 0, 95 μ. 49. Το ξίφος ανήκει στον τύπο F σύμφωνα με την κατάταξη της N. K. Sandars, “Later Aegean

Bronze Swords“ AJA 67 (1963), 151, πίν. 25. 36. Ακόμη βλ. Kilian-Dirlmeier 1993, 83, αριθ. 182, πίν. 29, T. F. Tartaron και K. L. Zachos, “The Myceneans and Epirus“, Η Περιφέρεια του Μυκηναϊ-κού Κόσμου. Α΄ Διεθνές Διεπιστημονικό Συμπόσιο, Λαμία 25-29 Σεπτεμβρίου 1994, 68, εικ. 11, Pa pa dopoulos 1998, 24, αριθ. 113, πίν. 18.

50. Αθήνα, ΕΑΜ 2548. Για το ξίφος πρβλ. Σπυρόπουλος 1972, 13-14, εικ. 11, πίν. 5α-β, Papa-dopoulos 1998, 24, αριθ. 113, πίν. 18. Ξίφη με όμοια μορφολογικά χαρακτηριστικά προέρχονται από τον ναό του Διός τη Δωδώνη (ΥΕΙΙΙΒ-Γ/1300-1200 π.Χ.), βλ. Papadopoulos 1998, 25-26, αριθ. 118, πίν. 19 και από ένα θαλαμοειδή τάφο στη Λαγκάδα της Κω (ΥΕΙΙΙΒ/ 1300-1200), βλ. Kilian-Dirlmeier 1993, 83, αριθ. 182, πίν. 29. Για την τυπολογία των ξιφών ακόμη βλ. Σπυρόπουλος 1972, 157-162.

51. Papadopoulos 1998, 25, αριθ. 116, πίν. 18, αριθ. 117, πίν. 19. 52. Iakovidis 1982, 222, εικ. 1, FI-II.

ΝΕΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΦΟΥΡΕΣΙ

Page 12: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

58

Τα ξίφη με επιμήκη λεπίδα θεωρούνταν ως τα κατ’ εξοχήν όπλα μάχης εκ του συ-στάδην και αποτελούσαν το σημαντικότερο εξάρτημα του οπλισμού ενός πολεμιστή53. Παράλληλα όμως έπαιζαν πρωταγωνιστικό ρόλο και σε κυνηγετικές σκηνές, καθώς το ξίφος ήταν το συνηθέστερο κυνηγετικό όπλο για την αντιμετώπιση των λιονταριών54. Η χρήση του ξίφους στη μάχη αλλά και στο κυνήγι προσέδωσε τόσο σε αυτό όσο και στους κατόχους του ιδιαίτερο κοινωνικό κύρος, που εκφράσθηκε με την αξιοδότησή του ως πολύτιμου κτερίσματος55. Στον ίδιο νεκρό πιθανότατα να ανήκε και ένα χάλκινο μαχαιρίδιο που βρέθηκε σε

αποσπασματική κατάσταση, θραυσμένο σε τεμάχια (εικ. 28, 29)56. Από το μαχαίρι σώζεται η μονόκοπη τριγωνική λεπίδα, καθώς και τμήμα της πτέρνας με δύο καρφιά, τα οποία προορίζονταν για τη στερέωση της ξύλινης επένδυσης της λαβής57. To μα-χαίρι είχε πολλαπλές χρήσεις και υπήρξε ένα από τα χαρακτηριστικότερα αντικείμενα της αιγαιακής μεταλλουργίας58. Σημαντικά επίσης ευρήματα του τάφου αποτελούν δύο σφραγιδόλιθοι από φλεβωτό

αχάτη, έναν ημιπολύτιμο λίθο, αγαπητό και δημοφιλή στους Μυκηναίους, τουλάχι-στον μέχρι τον 14ο αιώνα59. Και οι δύο σφραγιδόλιθοι φέρουν διαμπερή οπή κατά μήκος του μεγάλου τους άξονα και διακοσμούνται με εικονιστικές παραστάσεις60. Ο πρώτος σφραγιδόλιθος διακοσμείται με έγγλυφη παράσταση, η οποία στο κάτω μέρος ορίζεται από δύο επάλληλες γραμμές εδάφους (εικ. 30)61. Στην επιφάνεια του σφρα-γιδόλιθου εικονίζεται σκηνή κυνηγιού, η οποία διακόπτεται από την παρουσία ανορ-θωμένου λιονταριού. Κάτω από το λιοντάρι, το οποίο θα περιγράψουμε στη συνέχεια, διακρίνεται άνδρας, του οποίου το κεφάλι έχει απαλειφθεί κατά τη λάξευση του ζώου. Ο άνδρας φέρει βραχύ τριγωνικό κορμό, αποδομένο σε πλάγια όψη, και πόδια με μυ-ώδεις γεροδεμένους μηρούς, λυγισμένα σε πλάγια όψη. Η μορφή στρέφεται προς ένα κερασφόρο ζώο που αποδίδεται με το κεφάλι ελαφρά στραμμένο στα πλάγια και με τα πόδια λυγισμένα62. Το σχοινοειδές στέλεχος που εκφύεται από το ζώο πιθανότατα

53. Driessen-MacDonald 1984, 58, Νικολόπουλος 2003, 637. 54. Driessen-MacDonald 1984, 56, σημ. 52, Kilian-Dirlmeier 1990, 157-161. 55. Νικολόπουλος 2003, 637. 56. Το σωζόμενο μήκος του μη συγκολλημένου μαχαιριού υπολογίζεται κατά προσέγγιση στα 15

εκατοστά. 57. To μαχαίρι πιθανότατα να ανήκει στον τύπο Ιa της N. K. Sandars, “The antiquity of the One-

edged Bronze Knife in the Aegean”, Proceedings of the Prehistoric Society 21 (1955), 174-177 (12ος αι. π.Χ.). Μετά τη συντήρηση και συγκόλληση του μαχαιριού θα καταστεί εφικτή η ακριβέ-στερη τυπολογική ταξινόμησή του. Για την τυπολογία των μαχαιριών, βλ. Ιακωβίδης 1970, τ. Β, 341-348, Σπυρόπουλος 1972, 147-152.

58. Giannopoulos 2008, 180-181, Ιακωβίδης 1970, τ. Β, 341-348. 59. Collon 1997, 61, Stamatatou 2004, 8. 60. Τα σχέδια των δύο σφραγιδόλιθων οφείλονται στην εξαίρετη ζωγράφο Δήμητρα Λαμπρέτσα,

την οποία ευχαριστώ θερμά για την άριστη και εποικοδομητική συνεργασία. 61. Βλ. π.Χ. Δημακοπούλου 1998, 59, αριθ. 38, 72, αριθ. 4, 98, αριθ. 24, 101, αριθ. 30. 62. Σημειώνεται ότι δύο ακόμη σφραγιδόλιθοι με παραστάσεις αίγας και ελαφιού που τρέχουν

ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Α., ΒΡΕΤΤΟΥ Ε., ΠΑΠΑΘΩΜΑ Ε., ΜΟΥΤΑΦΗ Ι.

Page 13: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

59

να αποδίδει φυτικό μοτίβο63. Τα όρθια καμπυλόγραμμα κέρατα, η κοντή ουρά και το ευλύγιστο και μυώδες σώμα του ζώου, πιθανολογούν την αναγνώριση αντιλόπης ή γαζέλας. Η παρουσία της αντιλόπης τόσο στη μινωική σφραγιδογλυφία64 όσο και γενικότερα στην αιγαιακή τέχνη είναι σχετικά σπάνια. Τα πιο χαρακτηριστικά παρα-δείγματα ζώων που έχουν ταυτιστεί με αντιλόπες απαντούν στη γνωστή τοιχογραφία της Σαντορίνης (1650 π.Χ.)65. Καθώς δε η αντιλόπη ανήκε στα εξωτικά ζώα, το πι-θανότερο είναι ο καλλιτέχνης να μην είχε δει στην πραγματικότητα ένα τέτοιο ζώο. Άλλωστε η εικονογραφία της αντιλόπης στο Αιγαίο ενδεχομένως να αποτελεί δάνειο από την Αίγυπτο στην οποία ζώα της τοπικής πανίδας εικονίζονταν πολύ συχνά66. Στο επάνω τμήμα του σφραγιδόλιθου και πίσω από τη ράχη του λιονταριού ξεπρο-

βάλλει ο επάνω κορμός ανδρικής μορφής σε πλάγια όψη. Η μορφή κρατά ακόντιο με τα δύο της χέρια και ετοιμάζεται να το εκσφενδονίσει67. Η χρήση ακοντίου ως κυνηγετικού όπλου ήταν πολύ δημοφιλής, ιδιαίτερα για το κυνήγι αγριόχοιρου, όπως μαρτυρούν οι σχετικές απεικονίσεις σε σφραγιδόλιθους68. Παράλληλα όμως χρησι-μοποιείτο και για την αντιμετώπιση των λεόντων, αλλά και άλλων ζώων. Η επιλογή μιας κυνηγετικής σκηνής για τη διακόσμηση του σφραγιδόλιθου σε συνδυασμό με

με το κεφάλι στραμμένο προς τα πίσω, έχουν βρεθεί σε δύο γειτονικούς θαλαμοειδείς τάφους που ανέσκαψε ο επίτιμος Διευθυντής Αρχαιοτήτων Βαγγέλης Κακαβογιάννης. Για τον σφραγιδόλιθο με παράσταση ελαφιού βλ. Κακαβογιάννης 1999-2001, 57, εικ. 3, CMS V, Suppl. 3, 1 (2004), 194, αριθ. 93 [N. Sgouritsa]. Για τον σφραγιδόλιθο με παράσταση αίγας βλ. CMS V, Suppl. 3, 1(2004), 197, αριθ. 96 [N. Sgouritsa].

63. Πρβλ. CMS Ι, αριθ. 23, 82, 242, 362. 64. Πρβλ. CMS II. 3, αριθ. 175, 217, 336, CMS V 1, αριθ. 246, CMS ΧΙΙΙ, αριθ. 126. 65. Κατά την L. Morgan, The Miniature Wall Painting of Thera. A Study in Aegean Culture and

Iconography, Cambridge 1988, 59, εικ. 86, το πιθανότερο πρότυπο για τις αντιλόπες στην τοιχογρα-φία της Σαντορίνης αποτελεί πλακίδιο από φαγεντιανή με παράσταση θηλάζουσας αίγας της ΜΜΙ-ΙΙΒ περιόδου που βρέθηκε στο Ιερό Θησαυροφυλάκειο της Κνωσού (1600 π.Χ.). Για το ίδιο θέμα βλ. Marinatos 1976, 57, εικ. 149, K. P. Foster, Aegean Faience of the Bronze Age, New Haven and London 1979, 91-92, εικ. 23, πίν. 19, Vanschoonwinkel 1990, 329-330, Kontorli – Papadopoulou 1996, 125, αριθ. κατ. 53. Η Ε. Σαπουνά-Σακελλαράκη, «Οι τοιχογραφίες της Θήρας σε σχέση με την μινωική Κρήτη», Πεπραγμένα του Δ΄ Κρητολογικού Συνεδρίου, τ. Α2, Αθήνα 1981, 498, επισημαίνει ότι ο τρόπος απόδοσης των αντιλοπών στην τοιχογραφία της Σαντορίνης συνδέεται με την τεχνική της σφραγιδογλυφίας.

66. Κατά τον G. Säfl und, “Girls and Gazelles. Refl ections on Theran Fresco Imagery”, στο Φίλια Έπη εις Γεώργιον Ε. Μυλωνάν, τ. Α, Αθήνα 1986, 189, πίν. 12, οι αντιλόπες και οι γαζέλες, που δεν ανήκαν στην πανίδα της Θήρας και της Κρήτης, αποτελούσαν τμήμα της θρησκευτικής εικο-νογραφίας και οι Κρήτες τις είχαν υιοθετήσει από την αιγυπτιακή τέχνη. Για την αντιλόπη βλ. L. Störk, “Antilope”, Lexikon der Ägyptologie, τ. I, Wiesbaden 1975, 319-323. Για την γαζέλα, βλ. E. Brunner-Traut, “Gazelle”, Lexikon der Ägyptologie II, Wiesbaden 1977, 426-427, Vanschoonwinkel 1990, 330. Κατά την K. Trantalidou, “Animal Bones and Animal Representations at Late Bronze Age Akrotiri”, στο Sherratt 2000, τ. ΙΙ, 715, η αντιλόπη ανήκε στα είδη του γένους της γαζέλας.

67. Οι κλειδώσεις των χεριών της μορφής υποδηλώνονται με κόμβους. 68. Πρβλ. Σακελλαρίου 1966, 62-63, πίν. 10, Δημακοπούλου 1988, 239, αριθ. 237 [Ε. Μπάνου],

Mor ris 1990, 151-152, εικ. 3, 5. Για το κυνήγι κατά τους μυκηναϊκούς χρόνους βλ. Morris 1990, 149-155.

ΝΕΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΦΟΥΡΕΣΙ

Page 14: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

60

την εύρεση του ξίφους και του μαχαιριού καθιστούν ελκυστική την άποψη ότι ένας τουλάχιστον από τους νεκρούς είχε ως προσφιλή ασχολία το κυνήγι. Άλλωστε η εύ-ρεση σε γειτονικό λακκοειδή τάφο των Γλυκών Νερών χάλκινης αιχμής ακοντίου, που πιθανότατα να προερχόταν από ακόντιο κυνηγιού, φανερώνει τη συχνή παρουσία κυνηγετικού εξοπλισμού σε τάφους69. Το κέντρο της παράστασης καταλαμβάνει ανορθωμένο λιοντάρι χωρίς χαίτη70, το

οποίο αποδίδεται με τον κορμό σε πλάγια όψη, το κεφάλι κατά μέτωπον και τα μπρο-στινά του πόδια ανασηκωμένα προς το μέρος της αντιλόπης (εικ. 30). Το λιοντάρι κοιτάζει προς το μέρος του θεατή με τα δύο μεγάλα του μάτια, τα οποία αποδίδονται με ομόκεντρους κύκλους, ενώ με έναν τρίτο όμοιο κύκλο αποδίδεται το μέτωπο. Το ρύγχος του υποδηλώνεται με δύο ανισομεγέθεις καμπύλες, ενώ οι κλειδώσεις του με στρογγυλούς κόμπους71. Η μακριά ουρά του λιονταριού διακρίνεται στα πλάγια των πίσω ποδιών του, ενώ η απόληξή της καλύπτει το πέλμα του γονατισμένου άνδρα. Η μετωπική απόδοση του λιονταριού έχει θεωρηθεί συμβολική και έχει συνδεθεί με τον ρόλο του ως αρπακτικού και ως προξένου θανάτου72. Η συχνή παρουσία του ει-κονογραφικού θέματος του λιονταριού και η ρεαλιστική απόδοσή του σε πολλές από τις παραστάσεις της μυκηναϊκής σφραγιδογλυφίας έχει οδηγήσει στην υπόθεση ότι τουλάχιστον οι Μυκηναίοι καλλιτέχνες είχαν ιδία αντίληψη του άγριου αυτού ζώου73. Στην αιγαιακή εικονογραφία το λιοντάρι εμφανίζεται κυρίως σε εραλδικές ή κυνη-γετικές σκηνές74. Ωστόσο στη μυκηναϊκή, αλλά και στη μινωική σφραγιδογλυφία οι σκηνές κυνηγιού αντιλόπης από λιοντάρι είναι εξαιρετικά σπάνιες75. Η εικονιστική σύνθεση του σφραγιδόλιθου των Γλυκών Νερών διακρίνεται για τη σχεδιαστική ακρίβεια κατά την εκτέλεση των ανατομικών λεπτομερειών του κερασφόρου ζώου. Αξιοσημείωτη επίσης είναι και η προσπάθεια του σφραγιδογλύφου να αποδώσει τα μπροστινά πόδια του λιονταριού και ως χέρια της κάτω ανδρικής μορφής.

69. Κακαβογιάννης 1999-2001, 67, εικ. 16. 70. Για λιοντάρια χωρίς χαίτη βλ. Ballintijn 1995, 24-26, σημ. 18, CMS V. 1, αριθ. 246. Για την

όρθια στάση του λιονταριού που ανάγει την καταγωγή της στην Εγγύς Ανατολή βλ. Ballintijn 1995, 32-33.

71. Για την εμφάνιση των χαρακτηριστικών κόμβων βλ. H. Biesantz, Kretisch-mykenische Siegel-bilder: stilgeschichtliche und chronologische Untersuchungen, Marburg 1954, 72. Βλ. παραπάνω και σημ. 65.

72. Για την μετωπική απόδοση του λιονταριού βλ. L. Morgan, “Frontal Face and the Symbolism of Death in Aegean Glyptic”, στο CMS Beiheft 5 (1995), 135 κ. ε.

73. Ballintijn 1995, 23-37. Για την παρουσία του λιονταριού στη μυκηναϊκή σφραγιδογλυφία βλ. Σακελλαρίου 1966, 4-7.

74. Ballintijn 1995, 28 κ.ε. 75. Για το κυνήγι αντιλόπης ή γαζέλας από λιοντάρι παρουσία ανδρικής μορφής σε σφραγιδόλιθο

από το νεκροταφείο των Αρμένων Χανίων βλ. π.Χ. CMS V. 1, αριθ. 246. Αντίθετα σε τάφους του Αρχαίου Βασιλείου της Αιγύπτου (3η-6η Δυναστεία, 2650-2155 π.Χ.) απαντούν συχνά σκηνές στις οποίες λιοντάρι εικονίζεται να καταβάλλει αντιλόπη και γαζέλα με το μπροστινό του πόδι βλ. D. Kleinsgütl, “Some Remarks on the Felids of Thera”, στο Sherratt 2000, τ. ΙΙ, 700-701, εικ. 1a-b, 2a.

ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Α., ΒΡΕΤΤΟΥ Ε., ΠΑΠΑΘΩΜΑ Ε., ΜΟΥΤΑΦΗ Ι.

Page 15: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

61

Αντίθετα κατά την απόδοση του κυνηγού με το ακόντιο και του λιονταριού παρα-τηρείται απομάκρυνση από τα φυσιοκρατικά πρότυπα. Αξίζει ακόμη να επισημανθεί η ομοιότητα μεταξύ των φυσιογνωμικών χαρακτηριστικών του λιονταριού και μιας λεοντοκεφαλής χαραγμένης σε σφραγιδόλιθο, προερχόμενο από τάφο των Γλυκών Νερών, ο οποίος είτε προέρχεται από την Κρήτη είτε φέρει ισχυρές επιδράσεις από τη μινωική καλλιτεχνική παράδοση76. Επιπλέον η εύρεση στον μεγάλο μυκηναϊκό τάφο των Γλυκών Νερών, ο οποίος ανασκάφηκε από τον επίτιμο Διευθυντή Αρχαιο-τήτων Βαγγέλη Κακαβογιάννη, ενός μινωικού μολύβδινου ανδρικού ειδωλίου και των δύο προαναφερόμενων κωνικών κυπέλλων έχουν θεωρηθεί ισχυρές ενδείξεις για την ύπαρξη επαφών με την Κρήτη και την πιθανή παρουσία Μινωιτών στη θέση αυτή77. Ο δεύτερος σφραγιδόλιθος διακοσμείται με δύο καθιστά κερασφόρα ζώα, τα οποία

εικονίζονται σε διαφορετικά επίπεδα, χωρίς όμως να παρατηρείται η συνήθης αλλη-λοεπικάλυψή τους (εικ. 31). Το εικονογραφικό θέμα επάλληλων ζώων είναι ιδιαίτερα δημοφιλές στην Ηπειρωτική Ελλάδα78. Τα ζώα αποδίδονται σε πλάγια όψη προς τα αριστερά με λυγισμένα τα γόνατα, σε στάση ανάπαυσης. Φέρουν όρθια καμπυλό-γραμμα κέρατα και ανασηκωμένα αυτιά, χαρακτηριστικά που παραπέμπουν στις προ-αναφερόμενες αντιλόπες. Κατά την απόδοσή τους παρατηρείται απουσία ανατομικών λεπτομερειών, όπως για παράδειγμα της ουράς. Στο άνω μέρος της παράστασης δια-κρίνεται σχηματοποιημένο κλαδί ελάτου, ένα πολύ συνηθισμένο παραπληρωματικό μοτίβο79, και στο κάτω τρίγωνο με στειλεό (impaled triangle). Το μοτίβο αυτό σχη-ματίζεται από ένα ισοσκελές τρίγωνο, στο οποίο προστίθεται ένα είδος στειλεού που ξεκινά από την κορυφή του τριγώνου80. Στη σφραγιδογλυφία το μοτίβο του τριγώνου με στειλεό συνδέεται σχεδόν πάντοτε με παραστάσεις ζώων κυρίως στην Κρήτη, που αποτελεί και τον τόπο προέλευσής του, αλλά και στην Ηπειρωτική Ελλάδα και τοπο-θετείται χρονικά στην ΥΕΙΙΙΒ περίοδο (1300-1200 π.Χ.)81. Οι χρήσεις των σφραγίδων ήταν πολλαπλές, αφού συχνά χρησιμοποιούνταν ως κο-

σμήματα, αναθήματα και φυλακτά, χωρίς η μία χρήση να αποκλείει αναγκαστικά την άλλη82. Στις περισσότερες περιπτώσεις οι σφραγιδόλιθοι ήταν διάτρητοι και με ένα σχοινί ή κορδόνι μπορούσαν να φορεθούν στον καρπό ή στον λαιμό ως φυλακτά. Τα

76. CMS V, Suppl. 3, 1 (2004), 195, αριθ. 94 [N. Sgouritsa], Sgouritsa 2007, 270. 77. Sgouritsa 2007, 269 κ.ε. 78. Για το μοτίβο των επάλληλων αλληλοκαλυπτόμενων καθιστών ζώων πρβλ. CMS I, αριθ. 193,

240, CMS ΙΙ, αριθ. 20, CMS XIII. II, αριθ. 8. 79. Σακελλαρίου 1966, 30-31. 80. Πρβλ. Σακελλαρίου 1966, 46, πίν. 3ζ, Younger 1973, τ. Ι, 97, τ. ΙΙ, 369, 399-400, αριθ. 849. 81. Younger 1973, 399-400, σημ. 214. 82. Για τις χρήσεις των σφραγίδων βλ. Collon 1997, 63-67, Α. Αλεξανδρή, «Σφραγίδες και σφρα-

γίσματα στο Αιγαίο της Εποχής του Χαλκού», στο Θεοί και Ήρωες της Εποχής του Χαλκού. Η Ευρώπη στις ρίζες του Οδυσσέα, Αθήνα 2000, 196-197, Stamatatou 2004, 57-59, O. Krzyszkowska, Aegean Seals. An Introduction. Bulletin of the Institute of Classical Studies, Suppl. 85, London 2005, 274 κε. ε.

ΝΕΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΦΟΥΡΕΣΙ

Page 16: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

62

ίχνη επισκευής που διαπιστώνονται σε αυτούς φανερώνουν ότι επρόκειτο για πολύ-τιμα αποκτήματα. Κατά τον 16ο και 15ο αιώνα π.Χ. η κατοχή σφραγιδόλιθων πιθανότατα να περιο-

ριζόταν μόνο στα μέλη της άρχουσας τάξης, ενώ αργότερα κατά τον 13ο αι. π.Χ. η χρήση τους πρέπει να επεκτάθηκε σε ευρύτερο κύκλο ατόμων83. Ωστόσο από τη θεμα-τολογία των σφραγιδόλιθων δεν μπορούμε να συνάγουμε συμπεράσματα για το φύλο των κατόχων τους, εφόσον σφραγιδόλιθοι με σκηνές κυνηγιού και αγώνων ανήκαν σε ταφές γυναικών και παιδιών. Άλλωστε η εύρεση μεγάλου αριθμού σφραγιδόλιθων σε ταφές του 14ου και 13ου αι. π.Χ. φανερώνουν την ευρύτερη διάδοσή τους σε όλα τα κοινωνικά στρώματα. Στην περίπτωση του νεκροταφείου των Γλυκών Νερών η παρουσία σφραγιδόλιθων

μόνο στον προαναφερόμενο τάφο και στους μικρότερους τάφους που περιέβαλαν τον μεγάλο μυκηναϊκό τάφο των Γλυκών Νερών ίσως μαρτυρεί ότι οι τάφοι αυτοί προο-ρίζονταν για τα μέλη επιφανών οικογενειών84. Μέσα από τη συνοπτική παρουσίαση του παραπάνω ανασκαφικού υλικού επιχειρή-

θηκε να προστεθούν λίγες ακόμα ψηφίδες για την αποκατάσταση του μωσαϊκού του μυκηναϊκού νεκροταφείου των Γλυκών Νερών, το οποίο ήταν σε λειτουργία για 250 περίπου χρόνια, από τα τέλη του 15ου αιώνα μέχρι το πρώτο μισό του 12ου αιώνα (ΥΕΙΙΙΓ)85. Οι σχετικά όμως λίγοι μέχρι σήμερα ερευνηθέντες τάφοι δεν μας επιτρέ-πουν να αποκαταστήσουμε μία σαφή εικόνα τόσο για τα όρια και την έκταση του νεκροταφείου, όσο και για τη θέση του οικισμού. Ελπίζουμε ότι η συνέχιση διερεύνησης του μυκηναϊκού νεκροταφείου των Γλυκών

Νερών, το οποίο άρχισε να αποκαλύπτεται το 1991 από τον Βαγγέλη Κακαβογιάννη θα φωτίσει ακόμα περισσότερο όψεις της κοινωνικής και οικονομικής ζωής της πε-ριοχής.

83. I. Pini, «Η Κρητομυκηναϊκή σφραγιδογλυφία», στο Δημακοπούλου 1988, 47-51. 84. Θα άξιζε ακόμη να σημειωθεί ότι η απεικόνιση σε πέντε σφραγιδόλιθους αιγών έχει αποδοθεί

στην εκτροφή αιγοειδών στην περιοχή των Γλυκών Νερών, που συνεχιζόταν μέχρι πριν από λίγα χρόνια, και στην ιδιαίτερη σημασία που είχαν αυτά στη διατροφή ενηλίκων αλλά και παιδιών βλ. Ν. Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα, «Μυκηναϊκά πήλινα πλακίδια: ένα νέο εύρημα από τα Γλυκά Νερά Αττικής», ΑΑΑ 35-38 (2002-2005), 202-203.

85. Κακαβογιάννης 1999-2001, 55-70, Ν. Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα, «Δύο νέα τρίμορφα μυκη-ναϊκά ειδώλια», ΑΑΑ 32-34 (1999-2001), 141-148, Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα 2002, 53 κ.ε.

ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Α., ΒΡΕΤΤΟΥ Ε., ΠΑΠΑΘΩΜΑ Ε., ΜΟΥΤΑΦΗ Ι.

Page 17: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

63

Παράρτημα

Μέθοδοι συντήρησης των χάλκινων αντικειμένων (Ευαγγελία Παπαθωμά)

Μία ομάδα ευρημάτων από την ανασκαφή του οικοπέδου Παναγοπούλου στο Φού-ρεσι του Δήμου Γλυκών, που διενεργήθηκε το 2008, εισήχθη στις 18-1-2010 στο ερ-γαστήριο συντήρησης μετάλλων του αρχαιολογικού Μουσείου Βραυρώνας, προκει-μένου να πραγματοποιηθούν εργασίες συντήρησης. Το σύνολο αποτελούνταν από τα εξής ευρήματα: τέσσερα κομβία από στεατίτη, τρεις ψήφοι σχήματος ρόδακα από φαγεντιανή, μία χάλκινη τριχολαβίδα, ένα χάλκινο μαχαιρίδιο, ένα χάλκινο ξίφος και μία χάλκινη φιάλη.

Κατάσταση διατήρησης αντικειμένων και επεμβάσεις συντήρησης

Μέρος της επιφάνειας των κομβίων από στεατίτη κάλυπτε ιδιαίτερα σκληρή κρούστα αλάτων, ενώ μαλακό ίζημα εντοπίστηκε κυρίως στις οπές τους. Οι ρόδακες έφεραν κατά τόπους μικρή ποσότητα ιζήματος, ενώ όλοι διατηρούσαν ιδιαίτερα στιλπνό υά-λωμα (εικ. 18). Στα κομβία από στεατίτη και στους ρόδακες από φαγεντιανή εφαρμόστηκε μηχανι-

κός καθαρισμός (νυστέρι και μπατονέτα) με τη συνδρομή απιονισμένου νερού για την απομάκρυνση της κρούστας των αλάτων και των ιζημάτων (εικ. 18, 22). Η χάλκινη τριχολαβίδα σωζόταν σε τρία μέρη, δύο στελέχη και το άνω τμήμα της,

που λειτουργεί ως «ελατήριο» (εικ. 24). Το εύρημα ήταν κατά τόπους καλυμμένο με ίζημα, ενώ στην εσωτερική επιφάνεια του ενός εκ των στελεχών υπήρχαν ίχνη οργα-νικής ύλης (ξύλο). Τα δύο στελέχη της τριχολαβίδας παρουσίαζαν έντονα εξογκώματα προϊόντων διάβρωσης, που είχαν προκληθεί εξαιτίας των ιδιαίτερα διαβρωτικών συν-θηκών του περιβάλλοντος της ταφής. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια μορφο-λογικών χαρακτηριστικών της διακόσμησης στην αρχική επιφάνεια του αντικειμένου. Αντίθετα, το τμήμα του ελατηρίου παρουσίαζε ήπια μορφή διάβρωσης, διατηρώντας την αρχική του επιφάνεια, με εξαίρεση το ένα άκρο του, το οποίο εμφάνιζε «ασθένεια του Χαλκού». Στη χάλκινη τριχολαβίδα εφαρμόστηκε μηχανικός καθαρισμός (νυστέρι, υαλόβουρ-

τσα, απιονισμένο νερό), με χρήση μικροσκοπίου για την απομάκρυνση των ιζημάτων και στερέωση της οργανικής ύλης με Paraloid 5% σε acetone. Κατά τον μηχανικό καθαρισμό διαπιστώθηκε ότι το τμήμα του ελατηρίου διατηρούσε χαρακτηριστικά της αρχικής επιφάνειας. Ειδικότερα, αποκαλύφθηκε ότι κατά μήκος των ακμών του αντικειμένου υπήρχε εξώγλυφη ράβδωση. Ακολούθησε αφύγρανση στους 100ο C για 12h και σταθεροποίηση με ΒΤΑ 3% σε αιθανόλη υπό κενό για 48h. Στη συνέχεια, επαναλήφθηκε η διαδικασία της αφύγρανσης στους 100ο C για 24h, προκειμένου να εφαρμοστεί τελικά το προστατευτικό βερνίκι Incralac 10% σε τολουόλη. Η συντήρηση ολοκληρώθηκε με τη συγκόλληση του άνω τμήματος («ελατήριο»)

ΝΕΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΦΟΥΡΕΣΙ

Page 18: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

64

με το ένα από τα δύο στελέχη. Το δεύτερο στέλεχος δεν κατέστη δυνατό να συγκολ-ληθεί εξαιτίας της «ασθένειας του Cu» που είχε αναπτυχθεί στο αντίστοιχο σημείο του «ελατηρίου», με αποτέλεσμα να έχει χαθεί το ακριβές σημείο επαφής μεταξύ των δύο τμημάτων. Το χάλκινο μαχαιρίδιο σωζόταν σε τρία τμήματα: δύο που ανήκουν στη λεπίδα

και ένα που περιλαμβάνει και μέρος της λαβής (εικ. 28). Το αντικείμενο παρουσίαζε έντονη διάβρωση με χαρακτηριστικά ψαθυρής θραύσης86 κατά μήκος της λεπίδας, ενώ κατά τόπους καλυπτόταν από ιζήματα. Τα προϊόντα διάβρωσης στην περιοχή της λεπίδας αναπτύσσονται σε στοιβάδες,

σχηματίζοντας έντονα εξογκώματα, τα οποία ασκώντας μεγάλες τάσεις στο υλικό προκαλούν τη διάτμησή του. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργούνται νέες επι-φάνειες, αποκαλύπτοντας το μέταλλο, και κατ’ επέκταση ευνοείται η περαιτέρω διά-βρωσή του. Στην περιοχή της λαβής η διάβρωση παρουσιάζεται ηπιότερη από ό, τι στο υπό-

λοιπο αντικείμενο χωρίς εξογκώματα και χαρακτηριστικά ψαθυρής θραύσης. Τέλος, η λαβή σώζει τους δύο ήλους που πάκτωναν τα δύο αμφίπλευρα τμήματά της επάνω στο μαχαιρίδιο. Στο χάλκινο μαχαιρίδιο εφαρμόστηκε μηχανικός καθαρισμός (νυστέρι, πινέλο), με

τη χρήση μικροσκοπίου για την απομάκρυνση των κατά τόπους ιζημάτων. Κατά τη διαδικασία καθαρισμού διαπιστώθηκε ότι στον ήλο που βρίσκεται πιο κοντά στη λε-πίδα σωζόταν υπόλειμμα ξύλου από την επένδυση της λαβής. Πραγματοποιήθηκε στερέωση του ξύλου με Paraloid 10% σε acetone και συνεχίστηκε ο καθαρισμός και στην άλλη πλευρά του αντικειμένου. Ωστόσο, και στη δεύτερη πλευρά του μαχαι-ριδίου γύρω από τον ίδιο ήλο, υπήρχαν υπολείμματα ξύλου στα οποία επίσης έγινε στερέωση με Paraloid 10% σε acetone. Η συντήρηση του αντικειμένου συνεχίστηκε με αφύγρανση στους 100ο C για 12h

και αδρανοποίηση των προϊόντων διάβρωσης με ΒΤΑ 3% σε αιθανόλη87 υπό κενό για 48h. Η προστασία του ευρήματος ολοκληρώθηκε με την εκ νέου αφύγρανσή του στους 100ο C για 24h και την εμβάπτισή του σε βερνίκι Incralac 10% σε τολουόλη. Η συντήρηση του αντικειμένου ολοκληρώθηκε με τη συγκόλληση και των τριών τμη-μάτων του (εικ. 29). Το χάλκινο ξίφος σώζεται σε δύο μέρη, καθώς ένα μικρό τμήμα της αιχμής του είναι

αποσπασμένο (εικ. 26). Το αντικείμενο παρουσίαζε ήπια μορφή διάβρωσης σε ολό-κληρη την επιφάνειά του, ενώ η λεπίδα καλυπτόταν κατά τόπους και με ίζημα. Εδώ πρέπει να αναφερθεί ότι κατά τη μακροσκοπική παρατήρηση του αντικειμένου ήταν

86. Θ. Ν. Σκουλικίδης, Διάβρωση και συντήρηση των δομικών υλικών των μνημείων, Πανεπιστη-μιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2000.

87. J. M. Cronyn, The elements of archaeological Conservation, Routledge, London 1990, 228.

ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Α., ΒΡΕΤΤΟΥ Ε., ΠΑΠΑΘΩΜΑ Ε., ΜΟΥΤΑΦΗ Ι.

Page 19: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

65

εμφανή τα υπολείμματα οργανικής ύλης (ξύλου) στη μία μόνο πλευρά της λαβής. Το αντικείμενο ήταν τοποθετημένο σε ειδικό νάρθηκα που χρησιμοποιήθηκε για την ασφαλή μεταφορά του έχοντας μόνο την εν λόγω πλευρά ορατή. Στο χάλκινο ξίφος έγινε καταρχάς «προστερέωση» με Paraloid 5% σε acetone των

υπολειμμάτων του ξύλου σε δύο περιοχές της ίδιας πλευράς της λαβής: α) γύρω από τον ήλο που βρίσκεται πιο κοντά στη λεπίδα, β) στο επίμηλο. Ακολούθησε μηχανικός καθαρισμός της λαβής στο μικροσκόπιο (με νυστέρι και πουάρ). Ο μηχανικός καθαρισμός συνεχίστηκε στη λεπίδα του ξίφους, απομακρύνοντας τα

ιζήματα, πάντα με τη συνδρομή του μικροσκοπίου. Κατά τη διαδικασία του καθαρι-σμού της λεπίδας, εξετάστηκαν ιδιαιτέρως κάποιες περιοχές της που εμφάνιζαν ίχνη από «υλικό» καφέ χρώματος, με κοκκώδη υφή σαν πούδρα. Δεν βρέθηκε κάποιο μορ-φολογικό χαρακτηριστικό που να παραπέμπει σε ξύλο, με αποτέλεσμα την υπόθεση ότι ίσως πρόκειται για δέρμα. Ο καθαρισμός της λεπίδας συνεχίστηκε και σε μια περι-οχή πολύ μικρής έκτασης (περ. 3 mm) κοντά στην αιχμή του ξίφους, όπου σώζονταν, παρουσιάζοντας εικόνα στρωματογραφίας, υπολείμματα ξύλου τα οποία στο πάνω μέρος τους καλύπτονταν από δέρμα. Το συγκεκριμένο εύρημα είναι ιδιαίτερα σημα-ντικό, καθώς παρέχει πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τα υλικά κατασκευής της θήκης του ξίφους και βεβαίως αποτελεί αντικείμενο περαιτέρω έρευνας και μελέτης. Ακολούθησε στερέωση με Paraloid 5% σε acetone και, στη συνέχεια, απομάκρυνση των ιζημάτων που κάλυπταν μερικώς την περιοχή. Στην άλλη πλευρά του ξίφους διαπιστώθηκε ότι επίσης σώζονται υπολείμματα ξύ-

λου στη λαβή και συγκεκριμένα στο αριστερό τοίχωμα του φυλακτήρα, τα οποία εκτείνονται και στο τοίχωμα της λαβής, ενώ το επόμενο σημείο στο οποίο σώζεται ξύλο είναι το επίμηλο αυτής της πλευράς. Πραγματοποιήθηκε η απαραίτητη στε-ρέωση των υπολειμμάτων του ξύλου με Paraloid 5% σε acetone και συνεχίστηκε ο καθαρισμός στη λαβή και στη λεπίδα αυτής της πλευράς. Μετά την ολοκλήρωση του καθαρισμού ακολούθησε αφύγρανση στους 85οC για

24h και αδρανοποίηση των προϊόντων διάβρωσης του αντικειμένου με ΒΤΑ 3% σε αι-θανόλη υπό κενό για 72h. Στο τέλος της διαδικασίας έγινε εκ νέου αφύγρανση στους 85οC για 24h και εφαρμογή προστατευτικού βερνικιού Incralac 10% σε τολουόλη σε ολόκληρο το αντικείμενο. Το εύρημα αποκαταστάθηκε πλήρως με τη συγκόλληση της αιχμής του (εικ. 27). Η χάλκινη φιάλη σωζόταν ακέραιη και ήταν εμφανή μακροσκοπικά τα υπολείμ-

ματα ξύλου στο χείλος του αγγείου (εικ. 25α-β). Οι μορφές διάβρωσης είναι ποικί-λες στην εσωτερική και εξωτερική επιφάνεια του αντικειμένου και οφείλονται στους διαφορετικούς μηχανισμούς διάβρωσης. Αναλυτικότερα: στην εσωτερική επιφάνεια του αντικειμένου –συγκεκριμένα στον πυθμένα του– παρουσιάζεται σταλαγμιτικού τύπου διάβρωση η οποία, εκτός των άλλων, μάς «αποκαλύπτει» τη θέση που βρέ-θηκε το αγγείο στον χώρο, δηλαδή με το χείλος στο έδαφος. Έτσι, σε κάθε αλλαγή του ποσοστού της υγρασίας στο μικροκλίμα του εδάφους, το εσωτερικό της φιάλης

ΝΕΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΦΟΥΡΕΣΙ

Page 20: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

66

λειτουργούσε ως κώδωνας, με συνέπεια τη συμπύκνωση των υδρατμών στο ανώτερο σημείο της. Η υγροποίηση των υδρατμών88 επάνω στο μέταλλο οδήγησε σε διάβρωση με βελονισμούς. Η κάθε σταγόνα αποτέλεσε το μέσο μεταφοράς των ρυπαντών SOx, NOx και CO2,

σχηματίζοντας τα αντίστοιχα οξέα τους στην επιφάνεια του αντικειμένου. Τα οξέα, με τη σειρά τους, συνέβαλαν στη διάλυση των οξειδίων του Cu και κατ’ επέκταση του μετάλλου. Οι δυνάμεις συνοχής που αναπτύσσονται στις σταγόνες, σε συνδυασμό με τη διαλυτοποίηση των οξειδίων και του ίδιου του μετάλλου, οδήγησαν στον σχηματι-σμό του μαλαχίτη (βασικός ανθρακικός χαλκός) σταλακτιτικής μορφής. Στην περιοχή του αγγείου με τη μεγαλύτερη διάμετρο η διάβρωση γίνεται πιο ήπια, σχηματίζοντας κυρίως οξείδια του Cu, με εξαίρεση κάποιες πολύ μικρές περιοχές όπου αναπτύσσο-νται βελονισμοί. Στο χείλος παρατηρήθηκαν έντονα χαρακτηριστικά διάβρωσης, εξαιτίας της μικρής

τιμής του pH89 που διαμορφώνεται από την παρουσία του ξύλου. Τα προϊόντα διάβρω-σης σχηματίζουν εξογκώματα, τα οποία με τη σειρά τους ασκούν μηχανικές πιέσεις, προκαλώντας μικρορωγμές στο υλικό. Αυτό συνεπάγεται την απώλεια της αρχικής επιφάνειας του αντικειμένου και των λεπτομερειών της, καθώς και την περαιτέρω εξέλιξη της διάβρωσης του υλικού. Σε ολόκληρη την εξωτερική επιφάνεια του αντικειμένου είχε αναπτυχθεί ένα προ-

ϊόν διάβρωσης με χαρακτηριστικά το μεγάλο πάχος, την κηρώδη υφή και την απώ-λεια «πράσινης σκόνης». Εδώ πρέπει να επισημανθεί ότι τα εδάφη90 που περιέχουν ασβεστολιθικές ενώσεις καθώς και ενώσεις σιδήρου ευνοούν τη διείσδυση των χλω-ροϊόντων στα προστατευτικά οξείδια του χαλκού, σχηματίζοντας έτσι ως προϊόν διά-βρωσης τον ναντοκίτη CuCl, δηλαδή ένα στρώμα κηρώδους υφής. Στη συνέχεια, η παρουσία των χλωροϊόντων επιτρέπει στο Ο2 και το Η2Ο να διεισδύσουν στο μέταλ-λο, αντιδρώντας με τον ναντοκίτη ο οποίος μετασχηματίζεται εξαιτίας της υγρασίας σε ατακαμίτη και παρατακαμίτη, τη γνωστή «ασθένεια του Cu». Οι παραπάνω διεργασίες συντελούν στη συνεχιζόμενη εναπόθεση προϊόντων διά-

βρωσης στην επιφάνεια με αποτέλεσμα την αύξηση του όγκου91 των προϊόντων δι-άβρωσης και τον σχηματισμό εξογκωμάτων, τα οποία με τη σειρά τους προκαλούν μικρορηγματώσεις στο υλικό και, συνεπώς, την εκ νέου διάβρωση του μετάλλου. Στη χάλκινη φιάλη έγινε στερέωση των υπολειμμάτων του ξύλου στο χείλος του αγ-

γείου με Paraloid 5% σε acetone, και ακολούθησε μηχανικός καθαρισμός στην εσω-

88. Θ. Ν. Σκουλικίδης, Διάβρωση και συντήρηση των δομικών υλικών των μνημείων, Πανεπιστη-μιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2000, 108-112.

89. Σκουλικίδης, ό.π., 112.90. J. M. Cronyn, The elements of archaeological Conservation, Routledge, London 1990, 217-

219. 91. Cronyn, ό.π., 226-227.

ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Α., ΒΡΕΤΤΟΥ Ε., ΠΑΠΑΘΩΜΑ Ε., ΜΟΥΤΑΦΗ Ι.

Page 21: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

67

τερική επιφάνεια με νυστέρι, καθώς και στην εξωτερική με νυστέρι και οδοντιατρικό τροχό (τουρ). Κατά τον καθαρισμό της εξωτερικής επιφάνειας, στην περιοχή της βά-σης, διαπιστώθηκε η παρουσία προϊόντων διάβρωσης του σιδήρου. Η αρχική σκέψη ήταν ότι η φιάλη βρέθηκε σε επαφή με κάποιο σιδερένιο αντικείμενο, το οποίο όμως δεν προκύπτει από τα ανασκαφικά δεδομένα. Αυτό το στοιχείο έρχεται να επιβεβαιώ-σει την ύπαρξη ενώσεων του σιδήρου στο περιβάλλον ταφής και, κατ’ επέκταση, τον μηχανισμό διάβρωσης που έλαβε χώρα στην εξωτερική επιφάνεια του αντικειμένου, όπως αυτός παρουσιάστηκε παραπάνω. Η συντήρηση συνεχίστηκε με αφύγρανση στους 85οC για 72h και αδρανοποίηση

των προϊόντων διάβρωσης του αντικειμένου με ΒΤΑ 3% σε αιθανόλη υπό κενό για 72h. Κατά την ολοκλήρωση των εργασιών συντήρησης πραγματοποιήθηκε εκ νέου αφύγρανση στους 85οC για 24h και εφαρμογή προστατευτικού βερνικιού Incralac 10% σε τολουόλη σε ολόκληρο το αντικείμενο (εικ. 32).

III. Το ανθρώπινο σκελετικό υλικό: προκαταρκτικά αποτελέσματα της βιοαρχαιολογικής εξέτασης (Ιωάννα Μουτάφη)

Η ποικιλία των ταφικών πρακτικών που εμφανίζουν οι ομαδικοί μυκηναϊκοί τάφοι –όπως οι συγκεκριμένοι θαλαμοειδείς–, περιέχοντας πρωτογενείς, in situ ταφές αλλά και ποικίλες δευτερογενείς αποθέσεις (προσεγμένες ανακομιδές, άτακτα παραμερι-σμένα οστά, ή απλώς υπολείμματα προγενέστερων ενταφιασμών), καθιστά απαραί-τητη μια διεπιστημονική, βιοαρχαιολογική προσέγγιση για την πλήρη κατανόησή τους. Το συνήθως πλούσιο σκελετικό τους υλικό επιβάλλεται να συνεξεταστεί με τα υπόλοιπα αρχαιολογικά δεδομένα, προκειμένου να προσεγγίσουμε τόσο τη βιολο-γική ταυτότητα των νεκρών, όσο και το χαρακτήρα της κοινωνικής συμπεριφοράς που αντικατοπτρίζεται στο ταφικό σύνολο. Σε αυτό λοιπόν το πνεύμα, κρίθηκε απα-ραίτητο τα προκαταρκτικά αποτελέσματα της μελέτης του οστεολογικού υλικού να συνοδεύουν την παρουσίαση των νέων ευρημάτων του μυκηναϊκού νεκροταφείου των Γλυκών Νερών.92

Το σκελετικό υλικό του Τάφου 1 βρίσκεται δυστυχώς σε κακή και αποσπασματική κατάσταση διατήρησης, οφειλόμενη στη διατάραξή του κατά την περίοδο της επανα-λαμβανόμενης χρήσης του τάφου και άλλες υστερότερες μεταθανάτιες διαγενετικές αλλοιώσεις λόγω ταφονομικών μεταβολών. Κατά την ανάλυση του υλικού, διαπιστώ-

92. Η αναλυτική δημοσίευση των τελικών αποτελεσμάτων θα ακολουθήσει σε εξειδικευμένο επιστημονικό περιοδικό. Ευχαριστώ θερμά τις συναδέλφους αρχαιολόγους Αθηνά Χατζηδημητρίου και Ειρήνη Βρεττού για την πρόταση μελέτης του οστεολογικού υλικού. Επίσης θερμές ευχαριστίες οφείλω στο Wiener Laboratory της Αμερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών, και ιδιαίτερα στη διευθύντρια Sherry S. Fox, για τη φιλοξενία του υλικού και τη δυνατότητα πραγματοποίησης αυτής της έρευνας.

ΝΕΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΦΟΥΡΕΣΙ

Page 22: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

68

θηκε η παρουσία ενός ελάχιστου αριθμού τουλάχιστον έξι ατόμων,93 ενώ τα διάφορα κατάλοιπα αποδόθηκαν κατά άτομο, όπου ήταν δυνατόν. Η ηλικία θανάτου και το φύλο τους προσδιορίστηκαν σύμφωνα με τις τυπικές μεθοδολογικές αρχές.94 Ιδιαί-τερη έμφαση δόθηκε στην προσπάθεια να διακριθεί ο πρωτογενής ή δευτερογενής χαρακτήρας κάθε συνόλου καταλοίπων, ανάλογα με το βαθμό πληρότητας, συνάρ-θρωσης και ανατομικής σχέσης των σωζόμενων σκελετικών τμημάτων.

Σαφώς πρωτογενείς και σχετικά αδιατάρακτες είναι οι ταφές στα σύνολα 3 και 2 (βλ. Ειρήνη Βρεττού στο ίδιο άρθρο). Ο σκελετός 3 (εικ. 12) είναι ο πληρέστερα και καλύτερα σωζόμενος, και συνιστά πιθανότατα την τελευταία ταφή του θαλάμου. Ο νεκρός ήταν τοποθετημένος σε ύπτια, εκτεταμένη στάση, με λυγισμένα τα χέρια και προσανατολισμό Δ-Α, με το κρανίο δυτικά. Πρόκειται για άνδρα ώριμης ηλικίας (άνω των 50 ετών). Τα οστά του εμφανίζουν έντονα μυϊκά αποτυπώματα, που μαρτυρούν συχνή σωματική εργασία ή άσκηση. Τέλος, ο σκελετός φέρει ίχνη οδοντικών και σκε-λετικών παθολογικών αλλοιώσεων. Οι περισσότερες από αυτές είναι εκφυλιστικής φύσης, σε συμφωνία με την προχωρημένη ηλικία του ατόμου. Όλα τα σωζόμενα δό-ντια εμφανίζουν πολύ προχωρημένη αποτριβή, και κάποια μάλιστα πλήρη φθορά της μύλης και ίχνη μασητικής χρήσης της ρίζας. Το άτομο υπέφερε από στοματικές μο-λύνσεις, όπως μαρτυρείται από την εκτεταμένη περιοδοντίτιδα και την απώλεια αρκε-τών δοντιών στη διάρκεια της ζωής του (εικ. 33). Σκελετικές εκφυλιστικές αλλοιώσεις διαπιστώνονται στη σπονδυλική στήλη, που παρουσιάζει εκτεταμένη οστεοαρθρίτι-δα. Τέλος, παρατηρείται πλήρως επουλωμένη θραύση στη δεξιά κερκίδα (εικ. 34). Ο σκελετός 2, από το σύνολο στη δυτική πλευρά του τάφου, ήταν επίσης τοποθε-

τημένος σε εκτεταμένη στάση, αλλά με προσανατολισμό Β.-Ν., με το κρανίο νότια. Κατά χώραν και σε σχετικά καλή κατάσταση σώθηκε το κατώτερο τμήμα του σκε-λετού. Συλλέχθησαν επίσης αρκετά κρανιακά θραύσματα, ενώ είχε διαταραχθεί ο κορμός και τα άνω άκρα. Ο σκελετός ανήκει σε άνδρα μέσης-προχωρημένης ηλικίας (άνω των 40 ετών). Διαπιστώνονται και σε αυτόν ίχνη οδοντικής παθολογίας, με απώ-

93. Βάσει της επανάληψης όμοιων σκελετικών τμημάτων (π.Χ. δεξί μηριαίο), αλλά και σημαντι-κών διαφορών μεγέθους, ευρωστίας, ηλικίας, φύλου.

94. Συγκεκριμένα, η εκτίμηση της ηλικίας έγινε με το συνδυασμό όσων μεθόδων ήταν δυνατόν να εφαρμοστούν αναλόγως των σωζόμενων τμημάτων. Ελλείψει άλλων διαγνωστικών τμημάτων, εφαρμόστηκε κυρίως ο βαθμός οδοντικής αποτριβής (A. E. W Miles, “Assessment of the Ages of a Population of Anglo-Saxons from Their Dentitions”, Proceedings of the Royal Society of Medi-cine 55, 1962, 881-886) και συνοστέωσης των κρανιακών ραφών (R. S Meindl και C. O. Lovejoy, “Ectocranial suture closure: a revised method for the determination of skeletal age at death based on the lateral-anterior sutures”, American Journal of Physical Anthropology 68, 1985, 57-66). Το φύλο προσδιορίστηκε βάσει διαγνωστικών μορφολογικών διαφοροποιήσεων της λεκάνης και του κρανίου (J. E. Buikstra και D. H. Ubelaker (επιμ.), STANDARDS: For Data Collection from Human Skeletal Remains. Proceedings of a seminar at the Field Museum of Natural History, organised by J. Haas. Arkansas Archaeological Survey Research Series, no. 44, 1994, 16-21), ή μετρικής ανάλυσης των μακρών οστών, όταν απουσίαζαν άλλα στοιχεία (W. M. Κrogman-M. Y. Iscan, The Human Skeleton in Forensic Medicine, Illinois 1986).

ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Α., ΒΡΕΤΤΟΥ Ε., ΠΑΠΑΘΩΜΑ Ε., ΜΟΥΤΑΦΗ Ι.

Page 23: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

69

λεια εν ζωή του δεύτερου και τρίτου γομφίου της κάτω γνάθου και στις δύο πλευρές της (εικ. 35). Τέλος, η παρουσία πλήρως επουλωμένης πορώδους διάβρωσης, πολύ μικρής όμως έκτασης, στην οροφή της δεξιάς οφθαλμικής κόγχης (cribra orbitalia) μπορεί να ερμηνευθεί ως ένδειξη μεταβολικής/διατροφικής διαταραχής, συνδεόμενης πιθανότατα με κάποιο σύντομο επεισόδιο έλλειψης σιδήρου και αναιμίας, ή άλλη μεταβολική ή μολυσματική ασθένεια, σε αρκετά πρωιμότερη περίοδο της ζωής του. Η πολύ περιορισμένη έκταση της αλλοίωσης υποδηλώνει πως το άτομο ξεπέρασε γρήγορα την παθολογική αυτή κατάσταση.95

Τα υπόλοιπα σκελετικά κατάλοιπα συνιστούν είτε πολύ πιο διαταραγμένες πρωτο-γενείς αποθέσεις ή ανακομιδές οστών προγενέστερης ταφής. Η ολοκλήρωση της λε-πτομερούς οστεολογικής ανάλυσης και συνεξέτασης των αρχαιολογικών ευρημάτων ενδέχεται να αποσαφηνίσει πληρέστερα το χαρακτήρα τους. Στο κεντρικό σύνολο 1 του θαλάμου και λίγο πιο δυτικά, μεταξύ αυτού και του συ-

νόλου 2, διαπιστώνεται η παρουσία δύο θηλυκών ατόμων. Ο σκελετός 1 διατηρείται σε ιδιαίτερα θραυσματική και αποσπασματική κατάσταση, με ορισμένα κρανιακά και λίγα μετακρανιακά σωζόμενα τμήματα. Ανήκει σε γυναίκα, προχωρημένης ώριμης ηλικίας (άνω των 50 ετών), και πιθανότατα αποτελεί τα κατάλοιπα μιας πολύ διατα-ραγμένης πρωτογενούς ταφής σ’ αυτό το τμήμα του θαλάμου, με προσανατολισμό Α. -Δ., χωρίς να αποκλείεται όμως η πιθανότητα δευτερογενούς εναπόθεσης των οστών από κοντινό, παρακείμενο χώρο. Μία ακόμα γυναίκα, νεαρή ενήλικας (20-30 ετών), στάθηκε δυνατόν να ανασυστα-

θεί από το σκελετικό υλικό του ίδιου χώρου. Το δεύτερο αυτό άτομο σώζει επίσης κρανιακά θραύσματα αλλά και πληρέστερα τον μετακρανιακό σκελετό. Το γεγονός ότι κατά τον καθαρισμό ομάδας που περιείχε μόνο οστά της περιοχής λαιμού και θώρακος (κρανιακό θραύσμα, αυχενικούς σπονδύλους και πλευρά) εντοπίστηκε περι-δέραιο από μεγάλη ποσότητα χανδρών επιβεβαιώνει τον κατά χώραν, πρωτογενή χα-ρακτήρα και αυτής της ταφής, παρά την εκτεταμένη διατάραξη. Ο προσανατολισμός της φαίνεται να ήταν Δ.-Α., με το κρανίο Δ. Πιθανότατα και οι δύο γυναίκες ήταν θαμμένες παράλληλα, με τον ίδιο προσανατολισμό, σε πολύ κοντινή απόσταση. Στη βορειοανατολική γωνία του τάφου, συλλέχθηκε ένα αριστερό μηριαίο οστό

σχεδόν ακέραιο και λίγα ακόμη θραύσματα κάτω άκρων. Τα κατάλοιπα αυτά αποδί-δονται, βάσει μεγέθους και ευρωστίας, σε ενήλικο άνδρα και συνιστούν με βεβαιότη-τα δευτερογενή απόθεση. Τέλος, ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα κατάλοιπα ενός έκτου ατόμου, που

εντοπίστηκαν κάτω από την αναποδογυρισμένη χάλκινη φιάλη βόρεια του σκελετού 3 (βλ. Αθηνά Χατζηδημητρίου στο ίδιο άρθρο, εικ. 25α-β, 32). Πρόκειται για οστά δεξιού χεριού, που δεν προέρχονται όμως από τον σκελετό 3 (τα χέρια του οποίου

95. D. J. Ortner, Identifi cation of Pathological Conditions in Human Skeletal Remains, Washing-ton 2003, 363-375.

ΝΕΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΦΟΥΡΕΣΙ

Page 24: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

70

σώζονταν λυγισμένα επάνω στο στήθος και τη λεκάνη του). Τα οστά αυτά ανήκουν σε ενήλικο άτομο, το φύλο του οποίου είναι αδύνατον να καθοριστεί με ασφάλεια, αν και η ραδινότητα και το μικρό τους μέγεθος υποδεικνύουν πως πιθανότερα πρόκειται για γυναίκα. Η παρουσία των κατώτερων επιφύσεων κερκίδας και ωλένης καθώς και όλων των καρπικών και μετακαρπικών οστών υποδεικνύει πως τα οστά του χεριού αυτού βρίσκονταν σε πλήρη ανατομική συνάρθρωση. Επομένως, δεν μπορούν να αποδοθούν σε ανακομιδή.96 Η παρουσία τους εδώ μπορεί να ερμηνευθεί ως in situ κατάλοιπο προγενέστερης ταφής, το μεγαλύτερο τμήμα της οποίας καθαρίστηκε προκειμένου να πραγματοποιηθεί ο ενταφιασμός του σκελετού 3. Το σκεύος κάλυπτε πλήρως και απο-κλειστικά τα οστά του χεριού, ενώ δεν εντοπίστηκαν έξω από αυτό άλλα σκελετικά κατάλοιπα που θα μπορούσαν να συνανήκουν στο ίδιο άτομο. Μπορούμε λοιπόν να υποθέσουμε πως η χάλκινη φιάλη είτε σχετίζεται με μια προσφορά προς την συγκεκρι-μένη ταφή, κατά τη διαδικασία της προετοιμασίας για την επόμενη, είτε αποτελεί ένα από τα αρχικά της κτερίσματα, που δεν μετακινήθηκε κατά την τοποθέτηση του σκε-λετού 3. Το ενδιαφέρον για την προγενέστερη ταφή, όπως διαπιστώνεται εδώ, απαιτεί να αναθεωρήσουμε την ευρεία διαδεδομένη ερμηνεία της ταφικής συμπεριφοράς των Μυκηναίων ως ένδειξη αδιαφορίας και έλλειψης σεβασμού απέναντι στα οστά των προγόνων μετά την αποσύνθεσή τους.97 Αντίθετα, συνηγορεί υπέρ των νεότερων από-ψεων για την πολυπλοκότητα των ταφικών μυκηναϊκών εθίμων και την πιθανότητα τέ-λεσης σύνθετων ταφικών τελετών, που περιλάμβαναν περισσότερα από ένα στάδια.98 Συνοψίζοντας, μπορούμε να επισημάνουμε τα εξής: στον τάφο αυτόν βρέθηκαν τα

κατάλοιπα τουλάχιστον έξι ενήλικων ατόμων, ανδρών και γυναικών. Η προχωρημένη ηλικία των περισσότερων από αυτά, και τα σχετικά περιορισμένα ίχνη παθολογικών προβλημάτων –λαμβάνοντας υπόψη και την ηλικία θανάτου– συνιστούν ενδείξεις ενός καλού βιοτικού επιπέδου. Μόνο μία ταφή, προφανώς η τελευταία, ήταν εντελώς αδιατάρακτη, ενώ εντοπί-

στηκαν κατά χώραν υπολείμματα άλλων, όπως και δευτερογενείς αποθέσεις οστών. Ανήλικα άτομα δεν βρέθηκαν θαμμένα μέσα στο θάλαμο, κάτι που συμφωνεί με ό, τι γενικά παρατηρείται στους θαλαμοειδείς και θολωτούς τάφους κατά την Υστεροελ-λαδική ΙΙΙ.99 Τέλος, μια ιδιομορφία που απαντάται εδώ είναι το γεγονός πως οι ταφές (και οι δύο που διασώθηκαν κατά χώραν) είναι εκτεταμένες, στάση σχετικά ασυνήθι-στη στις μυκηναϊκές ταφές της Αττικής κατά την ΥΕ ΙΙΙ.100

96. Σε περίπτωση δευτερογενούς απόθεσης, τόσο μικρά οστά είναι αδύνατον να συλλεχθούν με τέτοια εξαιρετική πληρότητα, αφού πλέον δεν συγκρατούνται από μαλακούς συνδετικούς ιστούς, όπως οι μύες και το δέρμα.

97. Βλ. G. E. Mylonas, Mycenae and the Mycenaean Age, Princeton 1966. 98. Βλ. την επιχειρηματολογία των Cavanagh και Mee 1998, 76, για τις δευτερογενείς ταφικές

πρακτικές στους μυκηναϊκούς τάφους. 99. Cavanagh και Mee 1998, 74, 129. 100. Βλ. σχετικά Cavanagh και Mee 1998, 74, σημ. 177.

ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Α., ΒΡΕΤΤΟΥ Ε., ΠΑΠΑΘΩΜΑ Ε., ΜΟΥΤΑΦΗ Ι.

Page 25: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

71

Η ολοκλήρωση της οστεολογικής μελέτης και της συνεξέτασης των υπόλοιπων αρ-χαιολογικών ευρημάτων ελπίζουμε πως θα καταφέρει να ρίξει περισσότερο φως στις πλούσιες πληροφορίες του θαλαμοειδούς αυτού τάφου από τα Γλυκά Νερά. Είναι ήδη φανερό ότι μια ολοκληρωμένη βιοαρχαιολογική προσέγγιση, σαν κι αυτήν που επιχει-ρούμε στη μελέτη αυτού του συνόλου, μπορεί να προσφέρει πολύ σημαντικά στοιχεία στην ανασύσταση της σύνθετης εικόνας των μυκηναϊκών ταφικών εθίμων.

Ενδεικτική Βιβλιογραφία – Συντομογραφίες

Ballintijn 1995. M. Ballintijn, “Lions depicted on Aegean Seals – How realistic are they?”, στο CMS Beiheft 5 (1995), 23-37.

Βασιλικού 1995. Ν. Βασιλικού, Ο Μυκηναϊκός πολιτισμός, Αθήνα 1995. Cavanagh-Mee. W. Cavanagh και C. Mee, A Private Place: Death in Prehistoric Greece,

(SIMA 125), Jonsered 1998. CMS. Corpus der minoischen und mykenischen Siegel. Collon 1997. D. Collon, 7000 years of seals. Papers of a seminar held by the Departure of

Western Asiatic Antiquities in the British Museum, London 1997. Davis 1977. E. N. Davis, The Vapheio Cups and Aegean Gold and Silver Ware, New York and

London 1977. Δημακοπούλου 1988 Κ. Δημακοπούλου (επιμ.), Ο Μυκηναϊκός Κόσμος. Πέντε αιώνες πρώιμου ελληνικού πολιτισμού 1600-1100 π.Χ., Εθνικό Αρχαιο λογικό Μουσείο, 15 Δεκεμβρίου 1988 -31 Μαρτίου 1989, Αθήνα 1988.

Δημακοπούλου 1998 Κ. Δημακοπούλου (επιμ.), Ο Θησαυρός των Αηδονιών. Σφραγίδες και κοσμήματα της ύστερης εποχής του Χαλκού στο Αιγαίο, Αθήνα 1998.

Driessen-MacDonald 1984. J. Driessen-C. MacDonald, “Some Military Aspects of The Aegean in the Late Fifteenth and Early Fourteenth Centuries B.C. ”, BSA 79 (1984), 49-74.

ΕΑΜ. Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Foster 1979. K. P. Foster, Aegean Faience of the Bronze Age, New Haven and London 1979. Furumark 1972. A. Furumark, Mycenaean Pottery I-II. Analysis and Classifi cation-chronology,

Stockholm 1972. Giannopoulos 2008. Th. G. Giannopoulos, Die letzte Elite der mykenischen Welt, Bonn 2008. Hägg and Nordquist 1990 R. Hägg and G. C. Nordquist (επιμ.), Celebrations of Death and

Divinity in the Bronze Age Argolid: Proceedings of the sixth International Symposium at the Swedish Institute at Athens, 11-13 June 1988, Stockholm 1990.

Hughes-Brock 1999. H. Hughes-Brock, “Mycenean Beads: Gender and Social Contexts”, OJA 18, 3 (1999), 277-296.

Θέμελης 2002. Π. Γ. Θέμελης (επιμ.), Το γυαλί από την αρχαιότητα έως σήμερα. Β΄ Συνέδριο Μαργαριτών Μυλοποτάμου Ρεθύμνης Κρήτης. Μαργαρίτες Μυλοποτάμου, 26-28 Σεπτεμ-βρίου 1997, Αθήνα 2002.

Ιακωβίδης 1970. Σ. Ιακωβίδης, Περατή, Το Νεκροταφείο, τ. Β, Αθήνα 1970.

ΝΕΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΦΟΥΡΕΣΙ

Page 26: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

72

Iakovidis 1982. Sp. Iakovidis, “The Mycenaean Bronze Industry”, στο J. D. Muhly-R. Maddin-V. Karageorghis (επιμ.), Early Metallurgy in Cyprus 4000-500 B.C., Acta of the International Archaeological Symposium, Larnaca, Cyprus 1-6 June 1981, Nicosia 1982, 213-230.

Immerwahr 1972. S.A. Immerwahr, The Neolithic and Bronze Ages, Agora XIII, Princeton N. J. 1972.

Κακαβογιάννης 1999-2001. Ε. Κακαβογιάννης, «Μυκηναϊκό νεκροταφείο στο λόφο Φούρεσι του Δήμου των Γλυκών Νερών Αττικής», ΑΑΑ 32-34 (1999-2001), 55-70.

Kilian-Dirlmeier 1990. I. Kilian – Dirlmeier, «Remarks on the Non-military Functions of Swords in the Mycenaean Argolid», στο Hägg and Nordquist 1990, 157-161.

Kilian-Dirlmeier 1993. I. Kilian-Dirlmeier, Die Schwerter in Griechenland (außerhalb der Peloponnes), Bulgarien und Albanien, Prähistorische Bronzefunde, IV. 12, Stuttgart 1993.

Kontorli-Papadopoulou 1996. L. Kontorli-Papadopoulou, Aegean Frescoes of Religious Chara-cter, Göteborg 1996.

Lolos 2003. Y. G. Lolos, “Cypro-Mycenaean Relations ca. 1200 BC: Point Iria in the Gulf of Argos and Old Salamis in the Saronic Gulf”, στο N. Chr. Stampolidis - V. Karageorghis (επιμ.), Sea Routes… Interconnections in the Mediterranean 16th - 6th c. BC. Proceedings of the International Symposium, held at Rethymnon, Crete, September 29th - October 2nd 2002, Athens 2003, 101-116.

Λώλος 2007. Γ. Γ. Λώλος, «Το μυκηναϊκό άστυ της Σαλαμίνος», στο Ε. Κονσολάκη-Γιαννο-πούλου (επιμ.), Έπαθλον. Αρχαιολογικό Συνέδριο προς τιμήν του Αδώνιδος Κ. Κύρου. Πόρος 7-9 Ιουνίου 2002, τόμος Α΄, Αθήνα 2007, 221-252.

Marinatos 1976. S. Marinatos, Kreta, Thera und das mykenische Hellas, München 1976. Morris 1990. C. E. Morris, “In pursuit of the white tusked boar. Aspects of hunting in

Mycenaean society”, στο Hägg and Nordquist 1990, 149-156. Mountjoy 1998. P. A. Mountjoy, Μυκηναϊκή γραπτή κεραμική, Οδηγός ταύτισης, (μτφρ. Δάφνη Γόντικα). Αθήνα 1998.

Μυλωνάς 1972. Γ. Μυλωνάς, «Ανασκαφή Μυκηνών», ΠΑΕ (1972), 114-126. Νικολόπουλος 2003. Β. Νικολόπουλος, «Μυκηναϊκό ξίφος από τη βόρεια Εύβοια», στο Α. Βλαχόπουλος – Κ. Μπίρταχα (επιμ.), Αργοναύτης. Τιμητικός τόμος για τον καθηγητή Χρίστο Γ. Ντούμα, Αθήνα 2003, 632-639.

Ξενάκη-Σακελλαρίου 1985. Α. Ξενάκη-Σακελλαρίου, Οι Θαλαμωτοί τάφοι των Μυκηνών, ανασκαφής Χρ. Τσούντα (1887-1898), Paris 1985.

Panayotaki 2008. M. Panayotaki, “Exchange of prestige technologies as evidence of cultural interactions and integration between the Aegean and the Near East in the Bronze Age”, στο Ch. Papageorgiadou-Banis and A. Giannikouri (επιμ.), Sailing in the Aegean. Readings on the economy and trade routes, Μελετήματα 53, Athens 2008, 55-76.

Papadopoulos 1998. Th. J. Papadopoulos, The Late Bronze Age Daggers of the Aegean I. The Greek Mainland, Prähistorische Bronzefunde, VI. 11, Stuttgart 1998.

Παπαευθυμίου-Παπανθίμου 1979. Αικ. Παπαευθυμίου-Παπανθίμου, Σκεύη και σύνεργα του καλλωπισμού στον κρητομυκηναϊκό χώρο, Θεσσαλονίκη 1979.

Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα 1987. Ν. Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα, «Παιδικές ταφές στην Μυκη-ναϊκή Ελλάδα», ΑΔ 42 (1987), Μελέτες, 8-28.

ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Α., ΒΡΕΤΤΟΥ Ε., ΠΑΠΑΘΩΜΑ Ε., ΜΟΥΤΑΦΗ Ι.

Page 27: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

73

Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα 1988. Ν. Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα, «Το Μυκηναϊκό Νεκροταφείο της Βάρκιζας/Βάρης», ΑΔ 43 (1988), Μελέτες Α, 1-108.

Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα 2001. Ν. Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα, «Η Μυκηναϊκή εγκατάσταση στο Βουρβάτσι», ΑΔ 56 (2001), Μελέτες, 1-82.

Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα 2002. Ν. Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα, «Η Μυκηναϊκή Μεσογαία (1600-1050 π.Χ.) », στο Μεσογαία. Ιστορία και Πολιτισμός των Μεσογείων Αττικής, Αθήνα 2002, 45-67.

Σακελλαρίου 1966. Α. Σακελλαρίου, Μυκηναϊκή Σφραγιδογλυφία, Αθήναι 1966. Sgouritsa 2007. N. Sgouritsa, “Myth, Epos and Mycenaean Attica”, στο S. P. Morris-R. Laffi -

neur (επιμ.), EPOS. Reconsidering Greek Epic and Aegean Bronze Age Archaeology. Pro-ceedings of the 11th International Aegean Conference, Los Angeles, UCLA - The J. Paul Getty Villa, 20-23 April 2006, Liege - Austin 2007, 265-272.

Sherratt 2000. S. Sherratt (επιμ.), Proceedings of the First International Symposium. The Wall Paintings of Thera. Petros M. Nomikos Conference Centre. Thera. Hellas, 30 August - 4 September 1997, Athens 2000.

Σπυρόπουλος 1972. Θ. Γ. Σπυρόπουλος, Υστερομυκηναϊκοί Ελλαδικοί Θησαυροί, Αθήνα 1972.

Σπυρόπουλος 1976. Θ. Γ. Σπυρόπουλος «Ανασκαφή μυκηναϊκής Τανάγρας», ΠΑΕ (1976) 61-68.

Stamatatou 2004. E. Stamatatou, Gemstones in Mycenaean Greece. Their use and signifi cance, BAR International Series 1230, England 2004.

Σταμπολίδης 2003. Ν. Σταμπολίδης (επιμ.), ΠΛΟΕΣ… Από τη Σιδώνα στη Χουέλβα. Σχέσεις λαών της Μεσογείου. 16ος-6ος αι. π.Χ., Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, Αθήνα 2003.

Τζεδάκις-Martlew 1999 Γ. Τζεδάκις-H. Martlew (επιμ.), Μινωιτών και Μυκηναίων Γεύσεις, Αθήνα 1999.

Τριανταφυλλίδης 2002-2005. Π. Τριανταφυλλίδης, «Γυάλινα και φαγεντιανά κοσμήματα Αρ-μενοχωρίου Αστυπάλαιας», ΑΑΑ 35-38 (2002-2005), 165-184.

Vanschoonwinkel 1990. J. Vanschoonwinkel, “Animal Representations in Theran and Other Aegean Arts”, στο C. G. Doumas - J. A. Sakellarakis -P. M. Warren (επιμ.), Thera and the Aegean World III. 1, Proceedings of the Third International Congress, Santorini, Greece, 3-9 September 1989, London 1990, 327-347.

Younger 1973. J. G. Younger, Aegean Glyptic in the Late Bronze Age, (χειρόγραφη διατριβή), University of Cincinnati 1973.

Summary

New Finds from the Mycenaean Cemetery in Fouresi of the Demos of Glykon Neron

During the season 2007-2008 two new chamber tombs were excavated in the region of Glyka Nera, belonging to an already known cemetery of the Mycenaean age. Tomb no. 2 was of small size and contained three miniature vessels and a psi-terracotta

ΝΕΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΦΟΥΡΕΣΙ

Page 28: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

74

fi gurine, dating to the LHIIIB period. It probably belonged to an infant. Tomb no. 1 was larger and built deeper in the ground. It contained at least 17 vessels (stirrup jugs, feeding bottles, piriform jars) and several metal objects. At least 6 persons were buried in it during LHIIIA and LHIIIB periods, dating tomb no. 1 in the 14th and 13th c. B.C.

Apart from the ceramic vases, the burials contained a number of precious objects that had been deposited as funerary offerings: Noteworthy are a bronze sword, a bronze vessel and a great number of steatite spindle whorls, one of which is decorated with engraved motifs. Moreover, beads of glass, faience and gold and two lentoid seal-stones of agate with engraved scenes had been deposited as funerary offerings. A scene of antelope hunting is depicted on one seal-stone and a couple of animals on the other.

The osteological analysis of the human remains confi rmed the presence of at least 6 adult individuals buried in Tomb no. 1. Only one burial was in situ and intact, while the others comprised of both disturbed primary depositions and secondary burials, in-dicating the complicity of Mycenaean burial customs. Both sexes were equally repre-sented in the remains which included 3 males and 3 females, from young to old adults. Sub-adult individuals were not present in this tomb.

ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Α., ΒΡΕΤΤΟΥ Ε., ΠΑΠΑΘΩΜΑ Ε., ΜΟΥΤΑΦΗ Ι.

Page 29: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

75

Εικ. 1. Κάτοψη ανασκαφής.

Εικ. 2. Τάφος 2. Σκύφος. Εικ. 3. Τάφος 2. Αμφορίσκος.

ΝΕΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΦΟΥΡΕΣΙ

Page 30: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

76

Εικ. 4. Τάφος 2. Ψευδόστομος αμφορίσκος. Εικ. 5. Τάφος 2. Ειδώλιο τύπου Ψ.

Εικ. 6. Τάφος 1. Κρατήρας. Εικ. 7. Τάφος 1. Όψη ξερολιθιάς εισόδου.

Εικ. 8. Τάφος 1. Κάτοψη θαλάμου με ευρήματα.

ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Α., ΒΡΕΤΤΟΥ Ε., ΠΑΠΑΘΩΜΑ Ε., ΜΟΥΤΑΦΗ Ι.

Page 31: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

77

Εικ. 9. Τάφος 1. Μόνωτος σκύφος.

Εικ. 10. Τάφος 1. Σκελετός 2 με κτερίσματα.

Εικ. 11. Τάφος 1. Ψευδόστομος αμφορέας.

Εικ. 12. Τάφος 1. Σκελετός 3 κατά χώραν με κτερίσματα.

ΝΕΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΦΟΥΡΕΣΙ

Page 32: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

78

Εικ. 13α-β. Τάφος 1. Θήλαστρο. Εικ. 14. Τάφος 1. Ψευδόστομος αμφορέας.

Εικ. 15. Τάφος 1. Ψευδόστομος αμφορέας.

Εικ. 16. Τάφος 1. Δίωτος απιόσχημος πιθαμφορέας.

Εικ. 17. Τάφος 1. Ψευδόστομος αμφορέας.

Εικ. 18. Ψήφοι σχήματος ρόδακα από φαγεντιανή.

Εικ. 19. Ψήφοι από φαγεντιανή.

ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Α., ΒΡΕΤΤΟΥ Ε., ΠΑΠΑΘΩΜΑ Ε., ΜΟΥΤΑΦΗ Ι.

Page 33: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

79

Εικ. 20. Ζωόμορφες ψήφοι από υαλόμαζα.

Εικ. 21. Ψήφοι διαφόρων σχημάτων.

Εικ. 22. “Κομβία” από στεατίτη.

Εικ. 23α-β. Σφονδύλι από τεφρό στεατίτη.

Εικ. 24.Χάλκινη τριχολαβίδα.

Εικ. 25α-β. Χάλκινη φιάλη με τα οστά που βρέθηκαν κατά χώραν κάτω από αυτήν.

ΝΕΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΦΟΥΡΕΣΙ

Page 34: Χατζηδημητρίου Αθηνά Βρεττού Ειρήνη Αρχαιολόγοι στη Β΄ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων

80

Εικ. 35. Οπίσθια τμήματα κάτω γνάθου του σκελετού 2.

Εικ. 26. Χάλκινο ξίφος πριν από τη συντή-ρηση.

Εικ. 28. Χάλκινο μαχαιρίδιο, πριν από τη συντήρηση.

Εικ. 30. Σφραγιδόλιθος με παράσταση κυνηγιού.

Εικ. 31. Σφραγιδόλιθος με παράσταση ζώων.

Εικ. 29. Χάλκινο μαχαιρίδιο μετά τη συντήρηση.

Εικ. 27. Χάλκινο ξίφος μετά τη συντήρηση.

Εικ. 32. Χάλκινη φιάλη μετά τη συντήρηση. Εικ. 33. Οδοντικές παθολογικές αλλοιώσεις στην κάτω γνάθο του σκελετού 3.

Εικ. 34. Επουλωμένη θραύση δεξιάς κερκίδας του σκελετού 3.

ΧΑΤΖΗΔΗΜΗΤΡΙΟΥ Α., ΒΡΕΤΤΟΥ Ε., ΠΑΠΑΘΩΜΑ Ε., ΜΟΥΤΑΦΗ Ι.