ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2016/2031 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 26ης Οκτωβρίου 2016 σχετικά με προστατευτικά μέτρα κατά των επιβλαβών για τα φυτά οργανισμών, την τροποποίηση των κανονισμών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου (ΕΕ) αριθ. 228/2013, (ΕΕ) αριθ. 652/2014 και (ΕΕ) αριθ. 1143/2014, και την κατάργηση των οδηγιών του Συμβουλίου 69/464/ΕΟΚ, 74/647/ΕΟΚ, 93/85/ΕΟΚ, 98/57/ΕΚ, 2000/29/ΕΚ, 2006/91/ΕΚ και 2007/33/ΕΚ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ, Έχοντας υπόψη τη Συνθήκη για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ιδίως το άρθρο 43 παράγραφος 2, Έχοντας υπόψη την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Κατόπιν διαβίβασης του σχεδίου νομοθετικής πράξης στα εθνικά κοινοβούλια, Έχοντας υπόψη τη γνώμη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ( 1 ), Κατόπιν διαβούλευσης με την Επιτροπή των Περιφερειών, Αποφασίζοντας σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία ( 2 ), Εκτιμώντας τα ακόλουθα: (1) Η οδηγία 2000/29/ΕΚ του Συμβουλίου ( 3 ) ορίζει ένα φυτοϋγειονομικό καθεστώς. (2) Στις 21 Νοεμβρίου 2008 το Συμβούλιο κάλεσε την Επιτροπή να αξιολογήσει το εν λόγω φυτοϋγειονομικό καθεστώς. (3) Με βάση το αποτέλεσμα της αξιολόγησης αυτής και την πείρα από την εφαρμογή της οδηγίας 2000/29/ΕΚ, η εν λόγω οδηγία θα πρέπει να αντικατασταθεί. Για μια ομοιόμορφη εφαρμογή των νέων κανόνων, η πράξη που θα την αντικατα στήσει θα πρέπει να λάβει τη μορφή κανονισμού. (4) Η υγεία των φυτών είναι πολύ σημαντική για τη φυτική παραγωγή, τα δάση, τις φυσικές και τις φυτεμένες περιοχές, τα φυσικά οικοσυστήματα, τις υπηρεσίες των οικοσυστημάτων και τη βιοποικιλότητα στην Ένωση. Η υγεία των φυτών απειλείται από είδη επιβλαβή για τα φυτά και τα φυτικά προϊόντα, των οποίων ο κίνδυνος εισόδου στην επικράτεια της Ένωσης έχει αυξηθεί λόγω της παγκοσμιοποίησης των εμπορικών συναλλαγών και της κλιματικής αλλαγής. Για την καταπολέμηση της απειλής αυτής, είναι αναγκαίο να θεσπιστούν μέτρα σχετικά με τον προσδιορισμό των φυτοϋγειο νομικών κινδύνων που εγκυμονούν οι εν λόγω επιβλαβείς οργανισμοί και τη μείωση των κινδύνων αυτών σε αποδεκτό επίπεδο. (5) Η αναγκαιότητα τέτοιων μέτρων έχει αναγνωριστεί προ πολλού. Τα εν λόγω μέτρα έχουν αποτελέσει αντικείμενο διεθνών συμφωνιών και διεθνών συμβάσεων, συμπεριλαμβανομένων της Διεθνούς Σύμβασης για την Προστασία των Φυτών (International Plant Protection Convention — IPPC), της 6ης Δεκεμβρίου 1951, η οποία συνήφθη στο πλαίσιο του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO), και του νέου αναθεωρημένου κειμένου που εγκρίθηκε στη διάσκεψη του FAO, τον Νοέμβριο του 1997, κατά την 29η σύνοδό του. Η Ένωση και όλα τα κράτη μέλη της είναι συμβαλλόμενα μέρη στην IPPC. (6) Διαπιστώθηκε ότι, για τον προσδιορισμό του πεδίου εφαρμογής του παρόντος κανονισμού, είναι σημαντικό να ληφθούν υπόψη βιογεωγραφικοί παράγοντες, ώστε να αποφευχθεί η είσοδος και εξάπλωση στην επικράτεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης επιβλαβών οργανισμών που δεν είναι παρόντες εκεί. Κατά συνέπεια, η Θέουτα, η Μελίγια και οι εξόχως απόκεντρες περιφέρειες των κρατών μελών που αναφέρονται στο άρθρο 355 παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ), εκτός της Μαδέρας και των Αζορών, δεν θα πρέπει να περιληφθούν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος κανονισμού. Οι αναφορές σε τρίτες χώρες θα πρέπει να θεωρούνται αναφορές και στα προαναφερθέντα εξαιρούμενα εδάφη. 23.11.2016 L 317/4 Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης EL ( 1 ) ΕΕ C 170 της 5.6.2014, σ. 104. ( 2 ) Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 15ης Απριλίου 2014 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα) και θέση του Συμβουλίου σε πρώτη ανάγνωση της 18ης Ιουλίου 2016 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα). Θέση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου της 26ης Οκτωβρίου 2016 (δεν έχει δημοσιευθεί ακόμα στην Επίσημη Εφημερίδα). ( 3 ) Οδηγία 2000/29/ΕΚ του Συμβουλίου, της 8ης Μαΐου 2000, περί μέτρων κατά της εισαγωγής στην Κοινότητα οργανισμών επιβλαβών για τα φυτά ή τα φυτικά προϊόντα και κατά της εξάπλωσής τους στο εσωτερικό της Κοινότητας (ΕΕ L 169 της 10.7.2000, σ. 1).