Top Banner
Κοροπλαστική και μικροτεχνία στον αιγαιακό χώρο από τους γεωμετρικούς χρόνους έως και τη ρωμαϊκή περίοδο Διεθνες ςυνεΔριο στη μνήμη της Ηούς Ζερβουδάκη ΤΟΜΟΣ Ι
24

Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

Jan 31, 2023

Download

Documents

Welcome message from author
This document is posted to help you gain knowledge. Please leave a comment to let me know what you think about it! Share it to your friends and learn new things together.
Transcript
Page 1: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

Κο

ρο

πλ

ας

τιΚ

ΗΚ

αι

ΜιΚ

ρο

τε

χν

ιας

το

να

ιγα

ιαΚ

οχ

ωρ

οα

πο

το

υς

γεω

Με

τρ

ιΚο

χρ

ον

ου

ςε

ως

Κα

ιτ

Ηρ

ωΜ

αϊΚ

Ηπ

ερ

ιοΔ

ο

ISBN: 978-960-87174-3-5

Κ ο ρ ο π λ α σ τ ι κ ήκ α ι μ ι κ ρ ο τ ε χ ν ί αστον αιγαιακό χώρο

από τουςγεωμετρικούς χρόνους

έως και τηρ ωμαϊκή περίο δο

Διεθνες ςυνεΔριο

στη μνήμη τηςΗο ύ ς Ζ ερβ ο υ δ άκη

ΤΟΜΟΣ Ι

I

exofyllo zervoudaki5:Layout 1 8/7/14 12:03 PM Page 1

Page 2: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

Ηώς Ζερβουδάκη, 1935-2008(Φωτογραφία Μ. Μιχαλάκη-Κόλλια, 1971)

Page 3: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία
Page 4: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

ΔΙεθνεΣ ΣυνεΔρΙΟ

ΣΤη ΜνηΜη ΤηΣ ηΟυΣ ΖερβΟυΔΑΚη

ρόδος, 26-29 νοεμβρίου 2009

ΤΟΜΟΣ Ι

υ π ο υ ρ Γ ε ι ο π ο λ ι τ ι Σ Μ ο υ Κ Α ι Α θ λ Η τ ι Σ Μ ο υ

επιτροπΗ ΣτερεΩΣΗΣ - ΑνΑΣτΗλΩΣΗΣ ΜνΗΜειΩν ΑΚροπολΗΣ λινδου

τΑΜειο ΑρχΑιολοΓιΚΩν πορΩν ΚΑι ΑπΑλλοτριΩΣεΩν

Αθήνα 2014

επιμέλεια

Α γ γ ε λ ι κ ή Γ ι α ν ν ι κ ο υ ρ ή

Page 5: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία
Page 6: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

περιεχοΜενΑ

λiνΑ ΜενδΩνΗ, πρόλογος 9ΑΓΓελιΚΗ ΓιΑννιΚουρΗ, εναρκτήριος χαιρετισμός στο Συνέδριο 11

ι. χρ. πΑπΑχριΣτοδουλου, Η Ηώς Ζερβουδάκη και η δωδεκάνησος 13

Α. ΓιΑννιΚουρΗ, Β. ελευθεριου, Μ. πιΚουλΑ, ε. τΣΑΚΑνιΚΑ, Α. ΜΑρΚου, το έργοτης στερέωσης και της αναστήλωσης των μνημείων της ακρόπολης της λίνδου 25

ε. ΣτΑΣινοπουλου-KaKaρουΓΚΑ (†), Η Ηώς στο εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο 55

Στ. δρουΓου, Μνήμη Ηούς Ζερβουδάκη 63

ο. ΚΑΚΑΒοΓιΑννΗ, Ηώς 67

M. D’acuNTo, Geometric and daedalic figurines from the italian excavationsin the necropolis of ialysos 69

Β. ΜΑχΑιρΑ, H συμβολή της κοροπλαστικής στην εικονογραφία και στην τυπολογίατης πλαστικής κατά τα ελληνιστικά χρόνια. H συνεισφορά της Hούς Zερβουδάκη 79

a. KΑτΣιΩτΗ, πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο 95

G. KoKKorou-alEvraS, a terracotta figurine from ancient Halasarna.cos and coan coroplastic production during the archaic - early classical period 111

ε. ΣΚερλου, ντ. ΓρΗΓοριΑδου, ειδώλια προερχόμενα από αποθέτες του ιερούτης δήμητρας στην Κω. Μια πρώτη προσέγγιση 119

δ. ΜποΣνΑΚΗΣ, Συμβολή στη μελέτη της ύστερης ελληνιστικής κοροπλαστικήςτης Κω: ταφική τελετουργία και εικονογραφία (η τοπική παραλλαγή της γυμνήςκαθιστής γυναικείας μορφής με περιστέρι) 149

Μ. ΦιλHΜονοΣ-τΣοποτου, Eιδώλια από παιδικές ταφές στη νίσυρο 177

E. SiMaNToNi-BourNia, Seated statuettes from the cemetery of Sellada, Thera 191

B. πΑππΑ, πήλινοι ανθοκάλυκες από τη Μινώα της Αμοργού 209

Φ. ν. ΖΑΦειροπουλου, δύο ταφικά μικροτεχνήματα από τη νεκρόπολητης αρχαίας πάρου 221

Κ. τΣΑΚοΣ, Γ. ΓιΑννΑΚοπουλοΣ, Κοροπλαστική από το ιερό της δήμητραςθεσμοφόρου στη Σάμο 231

Μ. ΚοΣΜΑ, οικιακή λατρεία στην ύστερη ελληνιστική Σάμο 247

λ. ΑχειλΑρΑ, τα νέα ευρήματα κοροπλαστικής από τη βόρεια νεκρόπολη της Μυτιλήνης 261

Page 7: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

λ. ΣουχλερΗΣ, πήλινα ειδώλια ζώων και αντικείμενα μικροτεχνίας από την ανασκαφήτου αρχαίου θεάτρου της Ηφαιστίας στη λήμνο. τα πήλινα ειδώλια των ελεφάντων 275

Σ. ΣΑΜΑρτΖιδου, π. ΜπΑντινου, Άβδηρα: ειδώλια «μυροφόρα»από ταφικό τύμβο της αρχαίας νεκρόπολης 291

Α. ΜπιλουΚΑ, ι. ΓρΑιΚοΣ, υστεροαρχαϊκές πήλινες προτομές απότη νέα Καλλικράτεια χαλκιδικής 307

Β. ΜιΣΑΗλιδου-δεΣποτιδου, ειδώλια ταφικών συνόλων του 4ου αι. π.χ.από την αρχαία Άφυτη 317

Κ. τΖΑνΑΒΑρΗ, πήλινες προτομές της συλλογής Γεωργίου παπαηλιάκηστο Αρχαιολογικό Μουσείο θεσσαλονίκης 329

Κ. ΣιΣΜΑνιδΗΣ, Ανθρωπόμορφα και ζωόμορφα ειδώλια από το αρχαϊκό νεκροταφείοτης Αγίας παρασκευής νομού θεσσαλονίκης 349

π. ΑδΑΜ-ΒελενΗ, πήλινες προτομές από το Σέδες θεσσαλονίκης 361

Η. ΖΩΓρΑΦου, θεσσαλονίκης θέματα θεατρικά. Η μαρτυρία των πήλινωνειδωλίων από τον χώρο της αρχαίας αγοράς 377

Α. χρυΣοΣτοΜου - π. χρυΣοΣτοΜου, πήλινα και φαγεντιανά πλαστικά αγγείακαι ειδώλια των αρχαϊκών χρόνων από το δυτικό νεκροταφείο του Αρχοντικού πέλλας 389

Κ. νουλΑΣ, Η κοροπλαστική παραγωγή της πύδνας στην κλασική και ελληνιστική εποχή 405

Σ. ΚΑρΑπΑνου, πήλινα ειδώλια από την πόλη της ελληνιστικής Φαρσάλου 419

Στ. ΚΑτΑΚουτΑ, πήλινα πλακίδια της Μητέρας των θεών - Κυβέληςαπό ιερό της Φαρσάλου 435

Page 8: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

Πήλινοι λυχ νοσ τάτεςμε πλασ τική διακόσμησ η σ το σ τέλεχος από τ η Pόδο*

Aγγελική Kατσιώτη

Πήλινα σύνθετα σκεύη αποτελούμενα από λυχνάρια ή θυμιατήρια με διακοσμημένα στελέχη καιβάση, που βρέθηκαν στην πόλη της Pόδου, συνιστούν ομοιογενή ομάδα από άποψη λει-

τουργίας, κατασκευής, προέλευσης και περιεχομένου. Ο d. Bailey συγκέντρωσε ευρήματα αυτούτου είδους από όλη τη μεσογειακή λεκάνη1. h προσθήκη των παραδειγμάτων από τη Pόδο, τονκύριο εισαγωγέα κεραμικής από τις μικρασιατικές πόλεις, διευρύνει τους καταλόγους με τα ήδηγνωστά παραδείγματα και τις γνώσεις μας για τη διασπορά τους, συνεισφέροντας στη διερεύνησηόψεων της οικιακής λατρείας.

Πρόκειται για σκεύη με βάση όπου στερεώνονται δύο λυχνάρια με στελέχη εκατέρωθεν κεντρι-κού ραβδωτού κιονίσκου με θυμιατήρι. Σε άλλες περιπτώσεις ομοίωμα κουκουναριού, ως κεντρικόστέλεχος με θυμιατήρι, πλαισιώνεται από λυχνάρια στηριζόμενα σε ραβδωτούς κιονίσκους. Aπαντάεπίσης κυκλικός διακοσμημένος βωμίσκος στο κέντρο της σύνθεσης εμπλουτίζοντας τους συν-δυασμούς που συναντώνται σε παρόμοια σκεύη. h όλη κατασκευή εδράζεται σε ενιαία χαμηλή ορ-θογώνια ή καμπυλόσχημη πλίνθο, ακόσμητη ή διακοσμημένη με γιρλάντες, φυτικά κοσμήματα,κληματίδες και σταφύλια, ακόμα και θεατρικές μάσκες. Oι παραλλαγές της ομάδας αυτής συνί-στανται σε απλοποιημένο σκεύος αποτελούμενο από ένα μόνο λυχνάρι ή θυμιατήρι με στέλεχοςκαι βάση2. h τεχνική της τμηματικής κατασκευής και συναρμογής τους πριν από την όπτηση,

* Ας είναι αφιερωμένη η συμβολή αυτή στη μνήμη τηςΗούς Ζερβουδάκη, που έσκυψε με περισσή αγάπη καιγνώση σε μικρά, ταπεινά αλλά λαλούντα αντικείμενα. Θαήθελα να ευχαριστήσω την προϊσταμένη της KB΄ EΠKAMελίνα Φιλήμονος για την πρόθυμη παραχώρηση του υλι-κού. Eυχαριστώ επίσης την πρόσφατα εκλιπούσα διευ-θύντρια της Συλλογής Aγγείων και Μικροτεχνίας τουΕΑΜ Μπέτυ Στασινοπούλου, για την άμεση ανταπόκρισήτης στο αίτημά μου να συμβουλευτώ ανάλογα σκεύη με ταεξεταζόμενα από τη συλλογή του Λουκά Mπενάκη. Oιφωτογραφίες οφείλονται στον κ. Γιώργο Kασιώτη, φωτο-γράφο της KB΄ EΠKA. Tέλος, ευχαριστώ ιδιαίτερα τηναγαπητή συνάδελφο Kαλλιόπη Mπαϊράμη για τις παρα-

τηρήσεις της στην τελική μορφή του κειμένου.1. BAilEy 1988· BAilEy 1975, 67-71. Eπίσης βλ. κατάλογο

MAndEl 1988, 259-261. Aπό τα δημοσιευμένα, ας προ-σθέσουμε ανάλογα σκεύη από την Oδησσό (MunchEv

1993, 37-46· MinchEv 2006, 151, αρ. 228), την Ιταλία,(MAndruzzATO 2008, εικ. 1.4,5· BAlEsTrAzzi 1988,387, αρ. 1082, πίν. 172), τη Ρόδο (KAriviEri 2003, 188,εικ. 3,4), την Κρήτη (sAcKETT 2010, 160) την Κνίδο(KöglEr 2010, 560, αρ. J.33, πίν. 47) και άλλα σε συλ-λογές μουσείων (ΤhönE 2004, 259, αρ. 260, πίν. 36,1a-b). Για τα σύνθετα αυτά σκεύη βλ. γενικότερα ruiz dE

ArBOulO 1996, 118-119.2. Όπως τα Λ 4103 και Λ 4735.

Page 9: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

εμφανής στα εξεταζόμενα παραδείγματα, από τα οποία κανένα δεν διατηρήθηκε ακέραιο, έχειεπαρκώς παρουσιαστεί3 και δεν θα επαναληφθεί εδώ.

Tα σύνθετα αυτά σκεύη τοποθετούνταν σε κόγχες-lararia, για τις ανάγκες της οικιακής λα-τρείας4. Λιτές εγχάρακτες επιγραφές όπως ΘEOic... και ...ΛABE, όπου σώζονται, όπως στην πίσωόψη της βάσης των Λ 5175 και Λ 4723, επιβεβαιώνουν τη χρήση τους ως εμπορεύσιμων αντικει-μένων ευσέβειας με ευεργετικές ιδιότητες5.

h προέλευσή τους από την Kνίδο, όπως υπέθεσε ο Bailey, δεν αμφισβητείται. O πηλός τουςέχει τα ίδια απαραγνώριστα χαρακτηριστικά6: σκληρός, λεπτόκκοκκος, πορτοκαλόχρους, με ελά-χιστα εγκλείσματα και χρυσή μίκα, και επίχρισμα με γυαλιστερή, μεταλλική, «ιριδίζουσα από-χρωση». Tα σκεύη αυτά, όπως και πολλά άλλα προϊόντα των κνιδιακών εργαστηρίων7, εξάγοντανσε μεγάλη κλίμακα8, όπως επιβεβαιώνεται από τον εντοπισμό τους σε όλη τη Μεσόγειο. Tα πε-ρισσότερα, είτε βρέθηκαν στον τόπο κατασκευής τους, την Kνίδο, είτε στα σημεία εξαγωγής τους,φυλάσσονται σε Mουσεία και συλλογές, χωρίς να είναι πάντα σαφή τα ανασκαφικά δεδομένα.

Eικοσιέξι9 τέτοια σκεύη ήρθαν στο φως στη Pόδο, όλα σε ανασκαφές, πλην ενός που αποτελείπαράδοση. Kανένα δεν βρέθηκε ακέραιο, σε μία περίπτωση όμως (Π 11827) το σκεύος αποκα-ταστάθηκε, με ελλείποντα τα δύο λυχνάρια που στηρίζονταν στα στελέχη. Mέρος της συλλογής(Λ 4103, Λ 3791, Π 11827, Λ 2712, Λ 4723, Λ 5175) εκτίθεται στη μόνιμη έκθεση της KB΄ EΠKA«Aρχαία Pόδος 2400 Xρόνια», στο Παλάτι του Mεγάλου Mαγίστρου.

Aπό τα επιμέρους χαρακτηριστικά αξίζει να αναφέρουμε ότι οι κεντρικοί κυκλικοί βωμίσκοιπου απαντούν σε τρία παραδείγματα (Π 11827, Λ 3841, Λ 4726) διακοσμούνται με κεφάλια ελα-φιών και όχι με βουκράνια, λεπτομέρεια όχι ιδιαίτερα συνηθισμένη10, που συναντάται σε λίθινουςμικρασιατικούς, ροδιακούς και σε βωμούς από τη Δήλο11. Aν και δεν είναι απαραίτητος ο ανάλο-

�� a. katσιωτη

3. BAilEy 1975, 67.4. BAilEy 1988, 329· BAilEy 1975, 71. Για τις οικιακές λα-

τρείες και τα ιδιωτικά lararia βλ. και ΠωΛΟΓΙωΡΓΗ 2008,124-126 με βιβλιογραφία.

5. h ίδια επιγραφή ή ΘEOic ΛABE EyXAPicThPiOn ήαπλώς XAiPE, συναντάται και σε άλλα λυχνάρια από τηνKνίδο, βλ. συγκεντρωμένα BAilEy 1988, 329.

6. hAyEs 1972, 411-412. Eπίσης slAnE - dicKiE 1993,434, σημ. 6 και 498, σημ. 99.

7. Για τα προϊόντα της κνιδιακής κεραμικής και τη διάδοσήτους βλ. κυρίως BAilEy, 1972-1973, 11-25· BAilEy 1979,257-272.

8. nα προσθέσουμε ακόμα παρόμοια σκεύη από τον ελλα-δικό χώρο αδημοσίευτα, που μου επισήμαναν συνάδελ-φοι, τους οποίους και από αυτή τη θέση ευχαριστώθερμά: δύο ή τρία από τις Kεγχρεές (Δ. Κεχαγιάς), απότη Xαλκίδα (Aθ. Ψάλτη), την Αμοργό (Β. Παπά), τηνΚρήτη (Β. Ζωγραφάκη), τη Σάμο (Κ. Τσάκος).

9. Δύο ακόμα ακέραια σκεύη βρέθηκαν στις ανασκαφές τουΔάμου και εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Καλύ-μνου, το πρώτο με Έρωτες-Ηρακλείς, βάση με φυτικήδιακόσμηση και την επιγραφή ΘΕΟΙc ΛΑΒΕ, ενώ τα λυ-

χνάρια έχουν αετό στον δίσκο και καρδιόσχημο μυκτήρα.Το δεύτερο έχει κιονίσκους ως στελέχη και φυτική δια-κόσμηση στη βάση. Λυχνάρι παρόμοιου σκεύους, προ-ερχόμενο από τη νεκρόπολη κοντά στο ΜανδράκιΝισύρου παραδόθηκε πρόσφατα στην ΚΒ΄ ΕΠΚΑ (ΠΧ2829). Έχει στον δίσκο ρόδακα με οξύληκτα πέταλα,στον ώμο βομβύκια, ενώ ευθύγραμμη χάραξη ορίζει τονμυκτήρα. Aς αναφερθεί ένα ακόμα μικρό απότμημα λυ-χνοστάτη με τον Έρωτα-hρακλή, από την ανασκαφήτου οχυρού στο Aγαθονήσι (αδημοσίευτο, αρχείο ανα-σκαφής: Kαστράκι Aγαθονησίου, αρ. κατ. Λ 122). Tοοχυρό εγκαταλείπεται το 152 μ.X., ενώ ο αποθέτης όπουβρέθηκε λίγο νωρίτερα. Eυχαριστώ τους συναδέλφους Π.Tριανταφυλλίδη και K. Σαραντίδη για την πληροφορία.

10. Πρβλ. όμοιο βωμίσκο σκεύους από την Kνίδο, MAndEl

1988, 260, K 331, πίν. 32.11. BErgEs 1986, 51-52, όπου και παραδείγματα. Tο ή τα

εργαστήρια των σύνθετων αυτών σκευών φαίνεται ότιαντέγραφαν μηχανικά λεπτομέρειες μεγαλύτερων γλυ-πτών. Aπό αυτή την άποψη, βωμοί με την εικονογραφίααυτή δεν φαίνεται να εντοπίζονται στην Kνίδο.

Page 10: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

γος συμβολισμός, ας υπενθυμίσουμε ότι το ελάφι συνδέεται με τη λατρεία και τις θυσίες προς τιμήντων αιγυπτιακών θεοτήτων12.

Τα θέματα με τα οποία κοσμούνται οι λυχνοστάτες είναι περιορισμένα: Aρποκράτης σε όρθιαστάση με τον δείκτη στο στόμα (ΠX 2177, Λ 4102, Λ 4092, Λ 4103), Έρωτας με ανεστραμμένηδάδα (Λ 3792, Λ 3791) και Έρωτας με τα χαρακτηριστικά του hρακλή (Λ 4728, Π 11827), κυ-ρίαρχο θέμα, αν συνυπολογίσουμε και τα παραδείγματα εκτός Pόδου. Eπίσης, έχουν καταγραφείπεριπτώσεις όπου παριστάνεται νεαρός Eρμής με κηρύκειο και βαλάντιο13 καθώς και Έρωτας πουκρατάει αυλούς14.

Tρεις διαφορετικοί τύποι Aρποκράτη εικονίζονται στα στελέχη:Στο ΠX 2177, με το ευκρινέστερο ανάγλυφο, και στο Λ 410215, ο Aρποκράτης, στηριζόμενος στοδεξί σκέλος και προβάλλοντας ελαφρά το λυγισμένο αριστερό, γέρνει απαλά σε ερμαϊκή στήλη. Στοαριστερό χέρι κρατεί κέρας αφθονίας, ενώ φέρει το δεξί στο στόμα με τεντωμένο τον δείκτη. Στοκεφάλι φορεί το πσεντ, το διπλό διάδημα της άνω και της κάτω Aιγύπτου. Eίναι γυμνός, με το ιμά-τιο να καλύπτει χαλαρά τον δεξιό μηρό. Θα σημειώναμε με την ευκαιρία τον χθόνιο χαρακτήρατης ερμαϊκής στήλης και τη χρήση της τόσο ως ταφικού σήματος αλλά και στην ιδιωτική λατρεία16.Στη γλυπτική, η ερμαϊκή στήλη ευκαιριακά αντικαθιστά τον πεσσίσκο, τον κύριο τύπο στηρίγμα-τος.Στο Λ 4092 ο γυμνός Aρποκράτης, χωρίς το ιμάτιο στο γόνατο, έχει εμφανές το δεξί σκέλος, ενώδεν απεικονίζονται το αριστερό και το στήριγμα του χεριού του κάτω από το κέρας της αφθο-νίας17. Στο Λ 4103 ζυγιάζει το βάρος του και στα δύο πόδια, ενώ περιβάλλεται από κλαδί φοίνικα,σε ευτελέστερη παραλλαγή, άγνωστη στα υπόλοιπα σκεύη στη Pόδο και αλλού. O θεός, σχεδόνκαρικατούρα, μπορεί να συγκριθεί με «γκροτέσκες» μορφές, για παράδειγμα σε πήλινα ανάγλυφααπό την Aίγυπτο18, που σηκώνουν τον μανδύα δείχνοντας τα γεννητικά τους όργανα και πλαι-σιώνονται επίσης από κλαδιά φοινικόδενδρου. Η λεπτομέρεια αυτή αντιγράφει τη διακόσμησηαπό τον ώμο των λυχναριών της εποχής, όπου κυριαρχεί το μοτίβο της ιχθυάκανθας-κλαδιού φοι-νικόδεντρου, χωρίς να υπάρχει λόγος αναγωγής της, όπως υποτέθηκε, στην αιγυπτιακή προέλευσητων αντικειμένων19.

Γιος της Ίσιδας και του Όσιρι, προστάτης των παιδιών και της οικογενειακής ευτυχίας, θεόςτης καλής τύχης, ο Aρποκράτης ήταν γνωστός στο αιγυπτιακό πάνθεον ως Ώρος. Mαζί με το ζευ-

πηλινοι λυχνοστατεσ με πλαστικη διακοσμηση στο στελεχοσ απο τη ροδο ��

12. Bλ. chAndEzOn 2009, 86, εικ. 4, με αφορμή ένα λίθινοβωμό με κεφάλια ελαφιών και γιρλάντες αφιερωμένοστον Σέραπι και την Ίσιδα από τον Oρχομενό της Bοι-ωτίας, του 2ου-3ου αι. μ.X.

13. lEvi 1965-1966, 429, 454-455, εικ. 66, Eρμή Πλουτο-δότη, όπως τον αναφέρει. Eπίσης λυχνοστάτης με Eρμήστην Aλεξάνδρεια, MAndEl 1988, 260, K329. Tο θέμαείναι συχνό στην κνιδιακή παραγωγή, πρβλ. οινοφόρο, στοMουσείο του Bερολίνου, με παράσταση Eρμή με κηρύκειοκαι βαλάντιο και Έρωτα με κέρας αφθονίας, sAlOMOn-sOn 1979, εικ. 15. Για παραδείγματα του Eρμή «πλουτο-δότη», βλ. LIMC, v, 370-372, αρ. 974-975, 991c, 992a(g. siEBErT)· BAilEy 1988, Q 2723.

14. BAilEy 1975, πίν. 26, 6.7. Θέμα δημοφιλέστατο στη δια-κόσμηση των δίσκων των λυχναριών και των αττικώνσαρκοφάγων, βλ. ενδεικτικά ΤOynBEE 1934, σποραδικά·KüBlEr 1952, 103-106, 109-116, 120-121.

15. Πρβλ. Aρποκράτη σήμερα στο Λούβρο, dunAnd 1990,81, αρ. 163.

16. Bλ. rücKErT 1998, 168-184.17. Πρβλ. ενδεικτικά EAM 1212, συλλογή Λουκά Mπενάκη

(αδημοσίευτο). ΑΝΔΡΕΙωΜΕΝΟυ 1972, πίν. 58β, από τηXαλκίδα· OziOl 1977, 218, αρ. 646a, πίν. 36, από τηνKύπρο.

18. BrEcciA 1934, πίν. Xvii, 67, 69.19. BrEcciA 1934, 36.

Page 11: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

γάρι Ίσιδος-Σάραπι θεωρούνταν προστάτες των ναυτικών και των εμπόρων. O Aρποκράτης υπήρξεαγαπητό θέμα στην κνιδιακή παραγωγή ήδη από την εποχή των Φλαβίων20. h λατρεία του, παρη-γορητική και ελπιδοφόρα, συνδέεται, όπως δείχνουν τα υπάρχοντα παραδείγματα, με την ιδιωτική,λαϊκή λατρεία21. Oι δρόμοι που ακολούθησε, όπως εξάλλου συνέβη πολύ νωρίτερα με την εισαγωγήκαι διάδοση της λατρείας των αιγυπτίων θεών στη Pόδο και την Kω, συνδέονται περισσότερο μετην ιδιωτική πρωτοβουλία παρά με αυτοκρατορική παρεμβατικότητα και ενισχύουν τις μαρτυρίες γιατην παρουσία αιγυπτιακών θεοτήτων στο νησί, θέμα το οποίο έχει ενδελεχώς εξεταστεί22. Θα ήταναβάσιμο να υποθέσει κανείς ότι τα αντικείμενα αυτά ανήκαν σε Aλεξανδρινούς της Pόδου, αφού ηπαρουσία τους στο νησί δεν ήταν πολυαριθμότερη άλλων εθνοτήτων23.

O εικονογραφικός τύπος του ιστάμενου ημίγυμνου εφήβου με το κέρας της αφθονίας24 και μικρέςπαραλλαγές, είναι συχνός στην κοροπλαστική της Aιγύπτου25. Στη ρωμαϊκή εποχή η εικονογραφίατου εμπλουτίζεται με νέα στοιχεία, κρατώντας από τα αιγυπτιακά πρότυπα τον δείκτη στο στόμακαι το πσεντ. h χρονολόγησή του στον 1ο-2ο αι. μ.X, συμπίπτει με το απόγειο της δημοτικότηταςτης θεότητας, όπως αποδεικνύουν τα πήλινα αγαλματίδια και τα νομίσματα από την Aλεξάνδρεια26.h εξάπλωση της λατρείας του Aρποκράτη έλαβε φρενήρεις ρυθμούς κατά τη διάρκεια της βασι-λείας των Πτολεμαίων στην Aίγυπτο, αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο. Στα μεγάλα λιμάνια της Με-σογείου, οι ναοί που ήταν αφιερωμένοι στη λατρεία των Aιγύπτιων θεών, ιδίως της Ίσιδας ήτανπολυάριθμοι. Eίναι γνωστό ωστόσο, ότι τα αναρίθμητα ειδώλια του Aρποκράτη, αντικείμενα ιδιω-τικής ευσέβειας, έρχονται σε αντίθεση με τα ολιγάριθμα δημόσια κέντρα λατρείας του.

O Έρωτας-hρακλής εικονίζεται ως στρουμπουλός, κοντόχοντρος έφηβος, σε άνετη στάση, γυ-μνός, με τη λεοντή ριγμένη στην πλάτη και τα λεοντοπόδαρα δεμένα κάτω από τον λαιμό του σετρεις παραλλαγές, είτε με στηριγμένο το αριστερό του χέρι στο ρόπαλο και το δεξί ελεύθερο μπρο-στά στον μηρό (Π 11827)27, είτε με το ρόπαλο στο αριστερό του χέρι (Λ 4728)28. h τρίτη παραλ-λαγή με το αριστερό χέρι στο ρόπαλο και το δεξί πίσω από την πλάτη, ίσως η πλέον διαδεδομένη,δεν αντιπροσωπεύεται στα παραδείγματα από τη Pόδο. Tα φτερά του άλλοτε πλαισιώνουν τημορφή (Π 11827) και άλλοτε απλώς εγχαράσσονται στην πλάτη (Λ 4728).

Στο πλαίσιο της ευρύτατης αποδοχής του από τον ελληνορωμαϊκό κόσμο, ο Έρωτας οικειο-ποιείται, χωρίς απαραίτητα και τον ανάλογο συμβολισμό, attributa που χαρακτηρίζουν και άλλεςθεοτήτες, όπως τον hρακλή, με τα σύμβολα του οποίου, το ρόπαλο και τη λεοντή, εικονίζεται

�� a. katσιωτη

20. BAilEy 1988, 330. Πρβλ. επίσης την αναθηματική μαρ-μάρινη βάση του Aπολλωνίδα με επίκλησι στον Σάραπικαι την Ίσιδα από το ωδείο της Kνίδου, του 2ου αι. μ.X.,BlüMEl 1992, 118, αρ. 186· ΚOEsTEr 1998, 111 κ.ε.

21. Για τις παραμέτρους της λαϊκής λατρείας του Aρποκράτηβλ. dunAnd 1979, σποραδικά. Για τον ρόλο των πήλι-νων ειδωλίων στη λαϊκή λατρεία στην Aίγυπτο βλ. FJEld-hAgEn 1995, 22-24.

22. MΠΟΣΝAΚΗΣ 1994-1995, κυρίως 66 κ.ε.23. MΠΟΣΝΑΚΗΣ 1994-1995, 67.24. Για την εικονογραφία του Aρποκράτη με το κέρας της

αφθονίας βλ. ειδικότερα FischEr 2003, 147-163.

25. Για τον τύπο του ιστάμενου ημιενδεδυμένου ή γυμνού,με το κέρας της αφθονίας, βλ. ενδεικτικά dunAnd 1990,78, αρ. 154, 155· dunAnd 1979, 225, εικ. 192, πίν.lXXXi· BrEcciA 1934, 23, αρ. 55, πίν. Xvii, 66.

26. nAcTErgAEl 1985, 235-236.27. Πρβλ. πιθανώς BAchOFEns 1958, 343, πίν. 44, 1.28. Όπως στη Pola της Γιουγκοσλαυίας, gnirs 1912, 259,

εικ. 204. Στους λυχνοστάτες από το νεκροταφείο hadraτης Aλεξάνδρειας, AdriAni 1940, πίν. 45,3, από τηνAλεξάνδρεια· PAgEnsTEchEr 1913, πίν. 39,1, από τηνKυρήνη· rOBinsOn 1959, πίν. 43.

Page 12: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

ήδη στον προχωρημένο 4ο αι. π.X., αλλά κυρίως στην ελληνιστική και ρωμαϊκή εποχή29. O συγ-κρητισμός αυτός οδηγεί σε εικονογραφία ρευστή και ετερογενή. O Έρωτας-hρακλής χρησιμοποιείμε εκλεκτικό τρόπο παλαιότερα πρότυπα, συμβολίζοντας πιθανώς τη δύναμη του έρωτα.

O Έρωτας με τη δάδα στα Λ 3792 και Λ 379130 εικονίζεται στην ηλικία αγοριού πριν από τηνεφηβεία. Έχει τονισμένο υπογάστριο και παχουλά σκέλη. h μορφή στέκεται κατενώπιον, μοιρά-ζοντας το βάρος της στο δεξί σκέλος και στην ανεστραμμένη δάδα. Tο αριστερό λυγισμένο σκέ-λος, σταυρωτά πάνω από το δεξί, πατάει στα δάκτυλα. O κορμός γέρνει ελαφρά και το δεξί χέρικρύβεται πίσω στην πλάτη. Έχοντας κλειστά τα μάτια, γέρνει αποκαμωμένος το κεφάλι πάνωστον αριστερό του ώμο τοποθετώντας το δεξί χέρι κάτω από την παρειά και το αριστερό παράλ-ληλα με τη δάδα. h ανεστραμμένη δάδα, σύμβολο του θανάτου, και ο κοιμώμενος Έρωτας, αλ-ληγορία του αιώνιου ύπνου, είναι θέμα γνωστό σε διάφορες παραλλαγές ήδη στην ύστερηελληνιστική εποχή και μάλιστα στην κοροπλαστική, της οποίας αποτελεί πιθανόν δημιουργία31. Aνκαι σε μία, επίσης διαδεδομένη, παραλλαγή στα πήλινα ειδώλια ο Έρωτας στηρίζεται σχεδόν εξί-σου στα δύο σκέλη, ή προβάλλει ελαφρά το άνετο σκέλος, στους λυχνοστάτες δεν προτιμάται.

O Έρωτας-Ύπνος αποτελεί συχνό θέμα στα τραπεζοφόρα32 και στα επιτύμβια ανάγλυφα33 τηςαυτοκρατορικής κυρίως περιόδου, οπότε τα κύρια χαρακτηριστικά του θέματος αποκρυσταλλώ-νονται. h απεικόνισή του στο στέλεχος των λυχναριών αυτών και στα τραπεζοφόρα, αντικείμεναπου συνδέονταν κατ’ εξοχήν με τον κοσμικό χώρο, δείχνει ότι, εκτός από το νεκρικό του χαρα-κτήρα, το θέμα περιλαμβανόταν σε αντικείμενα ιδιωτικού βίου, στο περιβάλλον της οικίας, έχοντας,όπως έχει υποτεθεί, βακχικό συμβολισμό34.

Tα λυχνάρια των σκευών αυτών ανήκουν στον τύπο loeschke viii και έχουν συνήθως εγχάρα-κτη διάτρητη λαβή. Tο Λ 2684 με τον επιμήκη μυκτήρα και τους έλικες εκατέρωθεν, είναι λίγο πα-λαιότερο35, ενώ το ΠΧ 2814, με τη φυλλόσχημη λαβή και τον καρδιόσχημο μυκτήρα δύσκολα θαμπορούσε να χρονολογηθεί πέραν του 100 μ.Χ. Tο λυχνάρι με στέλεχος ΠX 2177 έχει ρόδακα στονδίσκο και στον ώμο σχηματοποιημένους κάλυκες, μοτίβο όχι ιδιαίτερα συχνό, με βάση τα δημοσιευ-μένα παραδείγματα από την Kνίδο36. To λυχνάρι Λ 2523 έχει στον ώμο φύλλα και σταφύλια και στοδίσκο ρόδακα37, ενώ το ΠX 2813 ιωνικό κυμάτιο στον ώμο και ακόσμητο δίσκο. Tα Λ 4102 και

πηλινοι λυχνοστατεσ με πλαστικη διακοσμηση στο στελεχοσ απο τη ροδο ��

29. Bλ. κυρίως LIMC iii (1986), 916-928 (A. hErMAry, h.cAssiMATis, r. vOllKOMEr) 1022 (n. BlAnc, F. gury)·WOOdFOrd 1989, 200-204· sTuvErAs 1969, 144 κ.ε.

30. Όπως σε παράδειγμα από την Pola της Κροατίας, BrA-dArA 1998, 106-107, 122, αρ. 173, πίν. ΧΙΙ.

31. Για το θέμα βλ. ΣΤΕΦΑΝΙΔΟυ-TΙΒΕΡΙΟυ 1993, 106-108·ΔΕΣΠΙΝΗΣ - ΣΤΕΦΑΝΙΔΟυ-TΙΒΕΡΙΟυ - BΟυΤυΡΑΣ 1997,160-161, σημ. 2 και 4, αρ. 131, εικ. 335.

32. Bλ. ενδεικτικά ΣΤΕΦΑΝΙΔΟυ-TΙΒΕΡΙΟυ 1993, αρ. 94-104,πίν. 47-52.

33. Bλ. ενδεικτικά επιτύμβιο ανάγλυφο του Aρτεμιδώρου του2ου-3ου αι. μ.X. στο Aρχαιολογικό Mουσείο της Θεσ-σαλονίκης. ΔΕΣΠΙΝΗΣ - ΣΤΕΦΑΝΙΔΟυ-TΙΒΕΡΙΟυ - BΟυΤυ-ΡΑΣ 1997, 160-161, αρ. 131, εικ. 335.

34. ΣΤΕΦΑΝΙΔΟυ-TΙΒΕΡΙΟυ 1993, 201-202, όπου διεξοδική

ανάλυση για την ερμηνεία του εικονογραφικού μοτίβου.35. Πρβλ. BAilEy 1988, 340, Q 2727, πίν. 81. Όμοιο, όμως

από διαφορετική μήτρα. Tο λυχνάρι αυτό καθώς και τοΛ 2523, λόγω του μήκους του εναπομείναντος στελέ-χους, πιστεύουμε οτι ανήκουν στην κατηγορία των σύνθε-των σκευών που εξετάζουμε και όχι σε λυχνοστάτηδακτυλιόσχημου τύπου ή κέρνου, όπως το κνιδιακό Q2742, βλ. BAilEy 1988, 342, πίν. 83.

36. Πρβλ. παρόμοιο λυχνάρι με κιονόσχημο λυχνοστάτη απότην Kνίδο, MAndEl 1988, 260, K 331, πίν. 32. Eπίσης,λυχνοστάτης με λυχνάρι στο Mουσείο του Bερολίνου,PAnOFKA 1842, πίν. 25.

37. Πρβλ. BAilEy 1988, 342, Q 2738, πίν. 83, 85. Eπίσης,λυχνάρι λυχνοστάτη από τη datca, BAilEy 1988, 329.

Page 13: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

Λ 2712, εκτός από τη σειρά ωών στον ώμο, έχουν ρόδακα στον δίσκο. h τυπολογία των λυχνα-ριών προσφέρει γενικά στενά χρονολογικά όρια, που δύσκολα εκτείνονται πέραν του 120 μ.X.

Aντίθετα, το χρονολογικό πλαίσιο των εξεταζόμενων μορφών, όπως του Έρωτα-hρακλή, με τόπλατύ εύσαρκο πρόσωπο, τα φουσκωμένα μάγουλα και χείλια θα μπορούσε πιθανώς να διευρυν-θεί προς το τέλος του 2ου, ακόμα και μέσα στον 3ο αι. Aν και ίσως αδόκιμη η σύγκριση με μεγα-λύτερης κλίμακας έργα, όπως την επιτύμβια στήλη του Aρτεμιδώρου στο Αρχαιολογικό ΜουσείοΘεσσαλονίκης38, χαρακτηριστικά όπως το σκληρό και άκαμπτο σώμα και τα αφύσικα μεγάλα άκρασε σχέση με το υπόλοιπο σώμα, τα μεγάλα, φουσκωμένα, σχεδόν πρησμένα, μάτια και η σχημα-τική κόμμωση, σαν φενάκη, που πλαισιώνει το πρόσωπο και κοσμείται με εγχαράξεις, σηματοδο-τούν το στάδιο της διάλυσης των κλασικών προτύπων στην τεχνοτροπική απόδοση της μορφής καιτην υιοθέτηση ενός σχηματοποιημένου μοντέλου που θα κυριαρχήσει στα μετέπειτα χρόνια. hτεχνοτροπία αυτή συνυπάρχει με την επιβίωση των κλασικών αναλογιών, δηλώνοντας πιθανώςτην ικανότητα των τεχνιτών και την εξοικείωσή τους με τις κλασικές ελληνικές φόρμες, όπως στηναπεικόνιση του Aρποκράτη και του Έρωτα-Ύπνου, όπου προτιμώνται οι ραδινές ψηλόλιγνες ανα-λογίες που παραπέμπουν σε ελληνιστικά πρότυπα. Eίναι φανερό ότι επιμέρους στοιχεία όπωςαυτά, που μπορούν να χαρακτηριστούν περισσότερο ή λιγότερο εξελιγμένα, αποδεικνύονται ελά-χιστα βοηθητικά στη χρονολόγηση των αντικειμένων.

Tο θεματολόγιο στη διακόσμηση των λυχνοστατών και η τυπολογία των λυχναριών δείχνουντην περιορισμένη χρονικά διάρκεια των σκευών αυτών που υπήρξε, όπως πιστεύουμε, ο κύριος πα-ράγων της μη θεματικής ανανέωσης. h αξιοσημείωτη γεωγραφικά διάδοσή τους καταδεικνύει τημεγάλη ανταπόκριση την ίδια περίοδο των προϊόντων της κνιδιακής κεραμικής, των εξεζητημένων,όπως τα ανάγλυφα αγγεία, αλλά και των προσιτών οικονομικά, όπως τα εξεταζόμενα, που απευ-θύνονταν στις ευρύτερες λαϊκές μάζες, στους κοντινούς προορισμούς και αποδέκτες, όπως ήταν ηPόδος. Όμως, το είδος αυτό των σύνθετων βωμίσκων δεν βρήκε μιμητές έξω από την Kνίδο39, γε-γονός που, όπως φαίνεται, βρίσκεται σε συνάρτηση με τη ζήτηση του συγκεκριμένου είδους, τηνπεριορισμένη χρηστικότητά του καθώς και την εύθραυστη κατασκευή, που απετέλεσε, πιστεύουμε,ανασταλτικό παράγοντα για τη μεγαλύτερη διάρκεια του τύπου, τη μαζικότερη παραγωγή και τημεταφορά του. h ευπρόσβλητη κατασκευή και συναρμογή τους συνετέλεσε στην ανεύρεσή τουςσε κομμάτια, τις περισσότερες φορές ελλείποντα και μη συγκολλούμενα.

Aν και τα εξεταζόμενα σκεύη της Pόδου προέρχονται από διαταραγμένα στρώματα, τα αρχαι-ολογικά δεδομένα δείχνουν ότι τα υπόλοιπα συνευρήματα, κυρίως η κεραμική, χρονολογείται κατάκύριο λόγο στον 2ο αι. Στη χρονολόγησή τους γενικά θα πρέπει να υπολογιστούν τα εξής δεδο-μένα: το 70 μ.X. περίπου και μετά, λαμβάνοντας υπόψη τα στέλεχη και τα λυχνάρια με τους έλι-κες στον μυκτήρα, όπως το Λ 2684 και λίγο πριν το 79 μ.X., το όριο της χρονολόγησης λυχνοστάτηπου βρέθηκε στις Σταβίες. Στο terminus ante quem ας προσθέσουμε το 152 μ.X., ή λίγο μετά,οπότε διακόπηκε η χρήση του αποθέτη του Aγαθονησίου, όπου επίσης βρέθηκε τμήμα λυχνο-

��� a. katσιωτη

38. Βλ. σημ. 33.39. Εκτός ίσως από ένα παράδειγμα, άγνωστης –χωρίς ωστό-

σο να αποκλείεται η κνιδιακή– προέλευσης, σήμερα στοΜουσείο της Αλεξάνδρειας (TrAn TAM Tinh 1993, 304-

305, αρ. 418, εικ. 395, πίν. 106), λυχνάρι χωρίς λαβή μελυχνοστάτη, που απεικονίζει Αρποκράτη περιβαλλόμενοαπό δύο γεράκια, του 1ου αι.

Page 14: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

στάτη. Οι ποιοτικές διαφορές μαζί με τα αρχαιολογικά τεκμήρια των ανασκαφών από τις οποίεςπροέρχονται, δεν συνηγορούν, όπως είδαμε, στη χρονική τους απόσταση. yποθέτουμε ότι εάνήταν προϊόντα διαφορετικών εργαστηρίων, αυτά θα ήταν αριθμητικά πολύ περιορισμένα και δενθα εκτείνονταν πολύ πέραν του 120 μ.X., όπως με διορατικότητα πρότεινε ο Bailey. Φαίνεται ότιένα από τα εργαστήρια αυτά ήταν το rOMAnE(n)sis, δεδομένου ότι βρέθηκε ένα υπογεγραμμένολυχνάρι με αποκομμένο δυστυχώς το στέλεχος στην Kύπρο40. Aσφαλώς το ερώτημα εάν και ταυπόλοιπα ή κάποια από τα σκεύη που εξετάζουμε ανήκαν στο πασίγνωστο κνιδιακό εργαστήριο,το οποίο τοποθετείται στην ίδια περίοδο (70-130 μ.X.), είναι εύλογο. Όμως, τα λυχνάρια τωνσυγκεκριμένων σκευών, τουλάχιστον όσα βρέθηκαν στη Pόδο, είναι ανυπόγραφα. Όπως έχουνυποθέσει οι heres41 και Williams42, ανυπόγραφα λυχνάρια θα μπορούσαν, υπό προϋποθέσεις, ναπροσγραφούν στο συγκεκριμένο εργαστήριο, όμως ο Bailey43 δεν δέχεται την άποψη αυτή, καθώςθεωρεί πως τα συγγενικά, αλλά ανυπόγραφα, λυχνάρια ανήκουν σε άλλα κνιδιακά εργαστήρια καιόχι στο rOMAnE(n)sis, το οποίο, όπως πιστεύει, σταμάτησε την παραγωγή υπογεγραμμένων λυ-χναριών στις αρχές του 2ου αι. μ.Χ.44. Γνωρίζοντας ότι το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής τουεργαστηρίου αποτελείται, όπως φαίνεται, από λυχνάρια ίδιου τύπου (loeschke viii), αλλά χωρίςλαβή, το ενδεχόμενο τα εξεταζόμενα να αποτελούν προϊόντα του απομακρύνεται. Όσο για την πι-θανότητα υποκλοπής της υπογραφής του, κάτι που η Perlzweig δεν απορρίπτει45, στο είδος τωνσκευών που εξετάζουμε δεν φαίνεται να ισχύει, αφού η υπογραφή δεν θα είχε νόημα για τον πα-ραγωγό και αγοραστή, αόρατη καθώς θα ήταν, κρυμμένη στο στέλεχος.

Tα υπολείμματα πηλού και γενικά η αμελής εμφάνιση των σκευών που εξετάζουμε προδίδουντη μαζική παραγωγή τους. Στα πιο αδέξια δείγματα, όπως το Λ 4103, το θέμα σχεδόν χαράσσε-ται ή παραπέμπει σε έξεργο ανάγλυφο, σε αντίθεση με το ΠX 2177 για παράδειγμα, όπου η μορφήείναι σχεδόν περίοπτη. Στους λυχνοστάτες ΠX 2177, Λ 3792, Λ 4728, το μέγεθος και η σαφή-νεια των χαρακτηριστικών των μορφών δείχνουν ότι πρόκειται για προϊόντα των αρχικών μητρών,σε άλλους όμως, όπως τους Λ 4102, Λ 3791, οι πολυχρησιμοποιημένες μήτρες αντανακλούν ίσωςτη βιαστική ή την παρηκμασμένη παραγωγή τους, ενώ τα Π 11827, Λ 4092 αντιπροσωπεύουνπιθανότατα ένα ενδιάμεσο στάδιο. Στις περιπτώσεις μάλιστα των ΠX 2177 και Λ 4102 με όμοιααπεικόνιση Aρποκράτη, αλλά μάλλον όχι από την ίδια μήτρα, ας επισημάνουμε ότι στο δεύτεροπαράδειγμα το μέγεθος του λυχνοστάτη σταδιακά συρρικνώνεται μετά τις πολλαπλές δημιουργίεςμήτρας από το ίδιο το αντικείμενο (surmoulage). Eάν τα εργαστήρια είναι πράγματι περισσότερααπό ένα, τότε έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι τα θέματα είναι κατά βάση τα ίδια, ενώ ως προς τουςαπεικονιζόμενους τύπους ελαφρά διαφοροποιούνται. O Bailey, με σκωπτική ίσως διάθεση, υπαι-νίχθηκε την κλίση του κατασκευαστή σε παχουλά αγόρια, πράγμα που θα ήταν αποδεκτό, αν δενπεριλαμβάνονταν στα θέματα και ραδινοί έφηβοι. Σε κάθε περίπτωση, το θεματολόγιο, τυποποι-ημένο και κοινότυπο για την εποχή, δεν παραπέμπει σε ρόλο λειτουργικό. Πιθανότατα λοιπόν οι

πηλινοι λυχνοστατεσ με πλαστικη διακοσμηση στο στελεχοσ απο τη ροδο ���

40. Πρβλ. BAilEy 1988, 341, Q 2736, πίν. 83 και 126, εικ.130, από τη Σαλαμίνα ή το Κούριον. Είναι γεγονός, πά-ντως, ότι το συγκεκριμένο εργαστήριο παρήγαγε διάφο-ρους τύπους λυχναριών, όπως τα γνωστά σε σχήμαπλοίου, ένα από τα οποία βρέθηκε στα Σάβραθα (PrO-cAccini 1974, 325-326).

41. hErEs 1968, 185-211.42. WilliAMs 1981, 27-30.43. BAilEy 1988, 332.44. BAilEy 1972/1973, 22.45. PErlzWEig 1961, 4.

Page 15: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

πλαστικές μορφές των λυχνοστατών δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία, για τον αγοραστή, πλην τηςδιακοσμητικής.

h προέλευση των σκευών αυτών που βρέθηκαν στη Pόδο σε συντριπτικό ποσοστό από τηνπόλη και όχι από τη νεκρόπολη, αποτελεί σημαντικό δεδομένο για τον προορισμό τους. Eίναιεξάλλου διαπιστωμένη η προέλευση των πήλινων ειδωλίων κυρίως από οικίες, ενώ ελάχιστα βρέ-θηκαν σε ιερά46. Οι χώροι εύρεσής τους στη Pόδο δεν δίνουν με σαφήνεια απαντήσεις για τον δη-μόσιο ή τον ιδιωτικό χαρακτήρα της χρήσης τους. Στην Kνίδο, για παράδειγμα, δύο τέτοιααντικείμενα βρέθηκαν στο Γυμνάσιο47. Δεν υπάρχουν επίσης σαφείς ενδείξεις για την απόθεσήτους στα ιερά, ως αναθήματα ή για λατρευτικούς σκοπούς. Δυστυχώς βρέθηκαν σε επιχώσεις κτη-ρίων, κατασκευών και δεξαμενών, με αποτέλεσμα τα ανασκαφικά δεδομένα να μην επαρκούν γιατην εξαγωγή ασφαλέστερων συμπερασμάτων. Στις ελάχιστες περιπτώσεις που δεν βρέθηκαν στηνπόλη, η ταφική τους χρήση, θεωρητικά δυνατή ως κτερίσματα ή στις σχετικές τελετές, είναι πιθανή,δεν φαίνεται ωστόσο να ήταν συστηματική. Πρόκειται για το Λ 410348 και πιθανώς τα Π 11827,Λ 2712. Άλλωστε, η θεματολογία των λυχνοστατών, ακόμα και του Έρωτα-Ύπνου με τις επιφυλά-ξεις που διατυπώθηκαν, δεν οδηγεί απαραίτητα σε ταφικό προορισμό.

Tα σύνθετα σκεύη που εξετάστηκαν συμβάλλουν στην ανάδειξη της Pόδου ως κύριο εισαγω-γέα της κνιδιακής κεραμικής49. Δεν έχουμε καμία αμφιβολία ότι δεν αντιπροσωπεύουν αριθμητικάπαρά ένα μικρό μέρος της πραγματικότητας.

Κατάλογος

1. Λ 2523. (Χωρίς ενδείξεις). Ύψ. 0,064, μήκ. 0,098, πλ. 0,063 μ. 70-120 μ.X.Λυχνάρι με στέλεχος θραυσμένο. Λαβή διάτρητη με εγχάραξη και διαγράμμιση. Δίσκος: δεκάφυλλος ρόδακας, δα-κτύλιος στο περιχείλωμα. Ώμος: φύλλα, σταφύλια και καρποί. Καμπύλη εγχάραξη χωρίζει τον ώμο από τον μυ-κτήρα (cn.d).Πηλός: σκληρός, κιτρινέρυθρος, (γκρίζος στον πυρήνα) 5 yr 6/6, με ψιλά εγκλείσματα και λίγη μίκα. Eπίχρισμα:κιτρινέρυθρο 5yr 6/8.

2. Λ 2684. Eβραϊκή, ξενώνας Aγίας Aικατερίνης (επίχωση δεξαμενής). Ύψ. 0,052, μήκ. 0,099, πλ. 0,057.70-120 μ.X.Πηλός: σκληρός, ελαφρά καστανέρυθρος (γκρίζος στον πυρήνα) 5 yr 6/4 με ψιλά εγκλείσματα και λίγη μίκα. Eπί-χρισμα: κιτρινέρυθρο 5yr 5/6, με ελαφρά «ιριδίζουσα» μεταλλική απόχρωση.Λυχνάρι με τμήμα στελέχους σύνθετου σκεύους. Λείπει τμήμα της λαβής. Λαβή: διάτρητη, με εγχάραξη και δια-γράμμιση. Δίσκος: δεκάφυλλος ρόδακας, δακτύλιος στο περιχείλωμα. Ώμος: ακόσμητος, διπλή καμπύλη με ελι-κοειδή απόληξη χωρίζει τον ώμο από τον προτεταμένο μυκτήρα. Πρβλ. Bailey 1988, Q 2727, πίν. 81.

��� a. katσιωτη

46. Bλ. κυρίως MAlAisE 2000, 413 με βιβλιογραφία.47. BAilEy 1975, 69.48. Bρέθηκε σε μεμονωμένο τάφο εντός της πολέως Ρόδου,

στην ανασκαφή του οικοπέδου του ξενοδοχείου Ήλιος,χωρίς άλλες πληροφορίες.

49. Για την κνιδιακή παραγωγή βλ. KöglEr 2005, 50-62.

Για πτυχές της παρουσίας της κνιδιακής κεραμικής στηPόδο, βλ. ΠΑΤΣΙΑΔΑ 2004, 141-157· ΠΑΤΣΙΑΔΑ 2009,272-273, αρ. 248, 280-281, αρ. 264, 282-283, αρ. 267,284-286, αρ. 268 (λήμματα ιθυφαλλικών κνιδιακών αγ-γείων από τη Pόδο).

Page 16: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

3. Λ 4092. Οικ. Tσάπαση ii, οδ. hρακλείου και Kομνηνών (οικίες με ψηφιδωτό δάπεδο, κονιάματα, αγωγούς). Γιατην ανασκαφή βλ. Γ. Κωνσταντινόπουλος, AΔ 20, 1965, Χρονικά, 585. Mήκ. 0,113 μ. 70-120 μ.X. (εικ. 1).Πηλός: σκληρός, κιτρινέρυθρος (γκρίζος στον πυρήνα), 5 yr 5/8, με ψιλά εγκλείσματα και λίγη μίκα. Eπίχρισμα:κιτρινέρυθρο 5yr 5/6, μελανό κατά τόπους λόγω ανομοιογενούς όπτησης. «iριδίζουσα» μεταλλική απόχρωση.Λυχνοστάτης με μικρό τμήμα της βάσης, πιθανώς το δεξί, σύνθετου σκεύους. Aρποκράτης γυμνός με τον δείκτηστο στόμα και τον μανδύα στον αριστερό ώμο, σε άνετη στάση, κρατάει κέρας αφθονίας. Bάση: εγχάρακτο πλαί-σιο. Φθαρμένη μήτρα.

4. Λ 4102. Οικ. OTE, οδ. Aμερικής και 25ης Mαρτίου (δρόμοι και κατασκευές). Mήκ. 0,083, ύψ. 0,133 μ.70-120 μ.X. (εικ. 2).Πηλός: σκληρός, κιτρινέρυθρος (γκρίζος στον πυρήνα), 5 yr 6/6, με ψιλά εγκλείσματα και λίγη μίκα. Eπίχρισμα:κιτρινέρυθρο 5yr 5/6, μελανό κατά τόπους λόγω ανομοιογενούς όπτησης, με φθορές. «iριδίζουσα» απόχρωση.Λυχνάρι με στέλεχος σύνθετου σκεύους. Συγκολλημένο και συμπληρωμένο. Λείπουν τμήμα της λαβής και η βάση.Λαβή διάτρητη με εγχάραξη. Δίσκος: δεκάφυλλος ρόδακας, δακτύλιος στο περιχείλωμα. Ώμος: σειρά ωών, καρ-διόσχημη εγχάραξη χωρίζει τον ώμο από τον μυκτήρα (cn.A2). Στέλεχος: Aρποκράτης γυμνός με τον μανδύαστο ύψος των γοφών και τον δείκτη στο στόμα, στηρίζεται σε ερμαϊκή στήλη και κρατά κέρας αφθονίας. Φθαρ-μένη μήτρα.

5. Λ 3792. Οικ. Mόσχου, οδ. Eθελοντών Δωδεκανησίων (από επίχωση καμινιού). Για την ανασκαφή βλ. Κ. Φα-τούρου, AΔ 18, 1963, Χρονικά, 322. Ύψ. 0,116 μ. 70-120 μ.X. (εικ. 3).Πηλός: σκληρός, κιτρινέρυθρος, (γκρίζος στον πυρήνα), 5 yr 6/6 με ψιλά εγκλείσματα και λίγη μίκα. Eπίχρισμα:κιτρινέρυθρο 5yr 6/6, με μεταλλική «ιριδίζουσα» απόχρωση.Λυχνοστάτης, πιθανώς ο δεξιός, σύνθετου σκεύους. Στέλεχος: Έρωτας φτερωτός, γυμνός, με σταυρωμένο τοδεξί πόδι πάνω στο αριστερό, γέρνει το κεφάλι στο χέρι που ακουμπάει στον αριστερό ώμο και, αποκαμωμένος,στηρίζεται σε ανεστραμμένο πυρσό. Ελαφρά φθαρμένη μήτρα.

πηλινοι λυχνοστατεσ με πλαστικη διακοσμηση στο στελεχοσ απο τη ροδο ���

Εικ. 1. Aρ. κατ. 3. Αρ. ευρ.

Λ 4092.

Εικ. 2. Αρ. κατ. 4. Αρ. ευρ.

Λ 4102.

Εικ. 3. Αρ. κατ. 5. Αρ. ευρ.

Λ 3792.

Page 17: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

6. Λ 4728. Οικ. Aυγερινού, οδ. nαυαρίνου (από επίχωση δεξαμενής).Για την ανασκαφή, βλ. Χρ. Ντούμας, AΔ 29, 1973-1974, Χρονικά, 974-975. Ύψ. 0,108 μ. 70-120 μ.X. (εικ. 4).Πηλός: σκληρός, κιτρινέρυθρος 5 yr 6/6 με ψιλά εγκλείσματα και λίγημίκα. Eπίχρισμα: κιτρινέρυθρο 5yr 5/8, με μεταλλική «ιριδίζουσα» από-χρωση. Tμήμα λυχνοστάτη και βάσης σύνθετου σκεύους. Στέλεχος:Έρωτας- hρακλής γυμνός σε άνετη στάση, φέρει λεοντή και κρατά ρό-παλο.

7. Λ 3806. Οικ. Xαραλάμπους, οδ. Στ. Kαζούλη και Bενετοκλέων (οδο-στρώματα και αδιευκρίνιστη ευμεγέθης κατασκευή από λιθοπλίνθους).Για την ανασκαφή βλ. Κ. Φατούρου, AΔ 19, 1964, Χρονικά, 471. Ύψ.0,083, μήκ. 0,054, πλ. 0,052. 70-120 μ.X.Πηλός: σκληρός, κιτρινέρυθρος 5 yr 6/6, με ψιλά εγκλείσματα και λίγημίκα. Eπίχρισμα: κιτρινέρυθρο 2,5yr 5/8, με την όπτηση μελανό κατάτόπους, με πολλές φθορές. Tο αριστερό γωνιακό τμήμα ορθογώνιαςβάσης και λυχνοστάτη σύνθετου σκεύους. Bάση: στην εμπρόσθια όψησταφύλια και αμπελόφυλλα σε εγχάρακτο πλαίσιο. Στέλεχος: το κάτωτμήμα ενδεδυμένης μορφής (;).

8. 4726. Οικ. Aυγερινού, (βλ. αρ. 6). Ύψ. 0.104 μ. 70-120 μ.X.Πηλός: σκληρός, κιτρινέρυθρος, 5 yr 6/6, με ψιλά εγκλείσματα καιλίγη μίκα. Eπίχρισμα: ερυθρό 2,5yr 5/6, μελανό κατά τόπους λόγωανομοιογενούς όπτησης, με μεταλλική απόχρωση. Tμήμα του κεντρι-κού κυλινδρικού στελέχους με ενσωματωμένο θυμιατήριο σύνθετουσκεύους με λυχνοστάτες εκατέρωθεν. Στέλεχος: μπροστά και πίσω γιρ-λάντες και ελάφια, απ’ όπου εκπορεύονται ταινίες. Διπλός δακτύλιοςχωρίζει το στέλεχος από το θυμιατήριο.

9. Λ 3841. Ανασκαφική έρευνα στη διασταύρωση της οδ. Xαϊλέ Σελα-σιέ και Γαλλίας. Ύψ. 0,11, μήκ. 0,061 μ. 70-120 μ.X.Πηλός: σκληρός, κιτρινέρυθρος, (γκρίζος στον πυρήνα), 5 yr 6/6, μεψιλά εγκλείσματα και λίγη μίκα. Eπίχρισμα: ερυθρό, 2,5yr 5/6, μελανόκατά τόπους, με μεταλλική απόχρωση. Συγκολλημένο.Tμήμα του κεντρικού κυλινδρικού στελέχους και θυμιατηρίου σύνθετουσκεύους με λυχνοστάτες εκατέρωθεν. Στέλεχος: γιρλάντες και ελάφια,απ’ όπου εκπορεύονται ταινίες. Διπλός δακτύλιος χωρίζει το στέλεχοςαπό το θυμιατήριo.

10. Λ 4741, Λ 4743. Οικ. Kοζά, οδ. Παύλου Mελά (πήλινοι αγωγοί καιοδοστρώματα). Για την ανασκαφή βλ. Γ. Κωνσταντινόπουλος, AΔ 20,1965, Χρονικά, 520, 594. Ύψ. 0,143 μ. 70-120 μ.X. (εικ. 5).Πηλός: σκληρός, κιτρινέρυθρος (γκρίζος στον πυρήνα), 5 yr 5/6, μεψιλά εγκλείσματα και λίγη μίκα. Eπίχρισμα: ερυθρό 2,5yr 4/8, μελανόκατά τόπους λόγω ανομοιογενούς όπτησης και με φθορές.Tμήμα οπίσθιας ακόσμητης όψης βάσης και δεξί στελέχος με τμήματης ενσωματωμένης βάσης σύνθετου σκεύους με λυχνάρια ή/και θυ-μιατήρια. Συνανήκουν, αλλά δεν συγκολλώνται. Στέλεχος: ραβδωτός

��� a. katσιωτη

Εικ. 4. Αρ. κατ. 6. Αρ. ευρ. Λ 4728.

Εικ. 5. Αρ. κατ. 10. Αρ. ευρ. Λ 4741,Λ 4743.

Page 18: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

κίονας και σχηματοποιημένο κιονόκρανο με έλικες και κομβία. Διπλόςδακτύλιος χωρίζει το στέλεχος από το ελλείπον θυμιατήρι ή λυχνάρι.Bάση: μέσα σε πλαίσιο κληματίδα. Πρβλ. Bailey 1975, εικ. 26,5.

11. Λ 4742. Οικ. Kοζά, (βλ. αρ. 10). Mήκ. 0,044, ύψ. 0,048 μ. 70-120μ.X.Πηλός: σκληρός, κιτρινέρυθρος (γκρίζος στον πυρήνα), 5 yr 6/6, με ψιλάεγκλείσματα και λίγη μίκα. Eπίχρισμα: ερυθρό 2,5yr 4/8, με πολλές φθορές.Tμήμα βάσης εμπρόσθιας και πλάγιας αριστερής όψης σύνθετου σκεύουςμε λυχνάρια ή/και με θυμιατήριο. Bάση: βαθμιδωτή, με άκανθα. Πρβλ.Bailey 1975, εικ. 26,5.

12. ΠX 2813. Χωρίς ενδείξεις. Ύψ. 0,096, μήκ. λύχνου 0,08 μ.70-120 μ.X.Πηλός: σκληρός, κιτρινέρυθρος (ελαφρά γκρίζος στον πυρήνα), 5 yr6/6, με ψιλά εγκλείσματα και λίγη μίκα. Eπίχρισμα: κιτρινέρυθρο 5yr6/8, με πολλές φθορές. Διαβρωμένη επιφάνεια από κακές συνθήκες απο-θήκευσης.Λυχνάρι και τμήμα στελέχους σύνθετου σκεύους με λυχνάρια ή/και μεθυμιατήριο. Συγκολλημένο. Λυχνάρι: λαβή διάτρητη με εγχάραξη και δια-γράμμιση, δίσκος ακόσμητος, με δακτύλιο στο περιχείλωμα, ιωνικό κυ-μάτιο στον ώμο. Στέλεχος: ραβδωτός κιονίσκος.

13. Λ 4736. Οικ. Bαλάκη-Bολονάκη, οδ. nαυαρίνου (οδοστρώματα, αγω-γοί, από την επίχωση συγκροτήματος υπόγειων λαξευτών κατασκευών).Για την ανασκαφή βλ. Χρ. Ντούμας, AΔ 29, 1973/1974, Χρονικά, 951-954. Mήκ. 0,045, ύψ. 0,035 μ. 70-120 μ.Χ.Πηλός: σκληρός, κιτρινέρυθρος (γκρίζος στον πυρήνα), 5 yr 6, με ψιλάεγκλείσματα και λίγη μίκα. Eπίχρισμα: ερυθρό 2,5yr 4/8, με μεταλλικήαπόχρωση.Tμήμα βάσης με βαθμιδωτή διακόσμηση σύνθετου σκεύους με λυχνάριακαι (ή με) θυμιατήριο.

14. Λ 3791. Οικ. Kοτζιά, πάροδος Aγ. Aναστασίας (οικίες, αρχαία οδόςP 19α). Για την ανασκαφή βλ. Γ. Κωνσταντινόπουλος, AΔ 22 (1967),Χρονικά, 522-523. Ύψ. 0,17, ύψ. βάσης 0,052, πλ. βάσης 0,061 μ.70-120 μ.X. (εικ. 6).Πηλός: 5 yr 6/6. Eπίχρισμα: κιτρινέρυθρο 5yr 6/8.Tμήμα βάσης (δεξί) και στέλεχος σύνθετου σκεύους με λυχνάρια ή/καιθυμιατήριο. Συμπληρωμένο. Στέλεχος: Έρωτας φτερωτός, γυμνός, μεσταυρωμένο το δεξί πόδι πάνω στο αριστερό, γέρνει το κεφάλι στο χέριπου ακουμπά στον αριστερό ώμο και, αποκαμωμένος, στηρίζεται σε ανε-στραμμένο πυρσό. Bάση: πλινθόσχημη, στην εμπρόσθια μόνο πλευράγιρλάντες και προσωπείο. Φθαρμένη μήτρα.

15. Λ 4103. Οικ. Ξενοδοχείου Ήλιος (από τάφο [;], χωρίς άλλες ενδεί-ξεις). Mήκ. 0,153, πλ. 0,046 μ. 70-120 μ.X. (εικ. 7).Πηλός: 5 yr 6/6. Eπίχρισμα: κιτρινέρυθρο, 5yr 6/8.

πηλινοι λυχνοστατεσ με πλαστικη διακοσμηση στο στελεχοσ απο τη ροδο ���

Εικ. 6. Αρ. κατ 14. Αρ. ευρ. Λ 3791.

Εικ. 7. Αρ. κατ. 15. Αρ. ευρ. Λ 4103.

Page 19: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

Λυχνοστάτης σύνθετου σκεύους μελυχνάρι και βάση. Στέλεχος: σεχαμηλό ανάγλυφο Aρποκράτης γυ-μνός, με τον δείκτη στο στόμα,κρατάει κέρας αφθονίας. Στην αρι-στερή πλευρά πλαισιώνεται με κλα-δί φοινικιάς. Στην οπίσθια όψηεγχάρακτη διακόσμηση. Bάση: τοκαμπύλο τμήμα που έχει σωθείυποδεικνύει, πιθανώς, ότι ο λυχνο-στάτης ήταν μονός.

16. Λ 5175. Οδ. Bενετοκλέων καιKοδριγκτώνος (οικίες, αρχαία ο-δός P 33α). Ύψ. 0,147, ύψ. βάσης0,048, μήκ. βάσης 0,096, πλ. βά-σης 0,062 μ. 70-120 μ.X.Πηλός: 5 yr 6/6. Eπίχρισμα: κι-τρινέρυθρο 5yr 6/8.Tμήμα βάσης και λυχνοστάτη σύν-θετου σκεύους με λυχνάρια ή/καιθυμιατήρια. Συγκολλημένο και συμ-πληρωμένο. Στέλεχος: ραβδωτόςκιονίσκος. Bάση: ορθογώνια πα-ραλληλόγραμη. Στην εμπρόσθια όψη κληματίδα, στην οπίσθια εγχάρακτη επιγραφή ΘEOic(......).

17. Π 11827. Οδ. Θεμ. Σοφούλη (από τάφο, χωρίς άλλες ενδείξεις). Ύψ. 0,160, ύψ. βάσης 0,048, μήκ. βάσης0,165, πλ. βάσης 0,06, ύψ. λυχνοστάτη 0,085 και 0,08 μ. 70-120 μ.X. (εικ. 8).Πηλός: 5 yr 6/6. Eπίχρισμα: κιτρινέρυθρο 5yr 6/8.Bάση, λυχνοστάτες και κεντρικός κιονίσκος σύνθετου σκεύους με θυμιατήριο και λυχνάρια. Συγκολλημένο καισυμπληρωμένο. Στελέχη: Έρωτας-Ηρακλής σε άνετη στάση, φέρει λεοντή και κρατάει ρόπαλο. Kεντρικό στέ-λεχος: κυλινδρικός βωμός με γιρλάντες και ελάφια, απ’ όπου κρέμονται ταινίες. Διπλός δακτύλιος χωρίζει το στέ-λεχος από το θυμιατήρι. Bάση: Oρθογώνια παραλληλόγραμη. Στην εμπρόσθια όψη άκανθα, σε διπλό ανάγλυφοπλαίσιο.

18. Λ 4723. Οικ. Bαλάκη-Bολονάκη (βλ. αρ. 14). Mήκ. 0,094, ύψ. 0,059 μ. 70-120 μ.X.Πηλός: 5 yr 6/6. Eπίχρισμα: κιτρινέρυθρο 5yr 6/8.Tμήμα βάσης σύνθετου σκεύους με λυχνάρια ή/και θυμιατήρια. Συγκολλημένο και συμπληρωμένο. Bάση: ορθο-γώνια παραλληλόγραμη. Στο πάνω τμήμα, στη δεξιά πλευρά, σώζεται μέρος του κυκλικής διατομής ελλείποντοςστελέχους. Στην οπίσθια όψη εγχάρακτη επιγραφή (......)ΛABE.

19. Λ 2712. Οικ. Φιλιππή, οδ. Θεμ. Σοφούλη (επιχώσεις τάφου). Mήκ. 0,072, ύψ. 0,125, ύψ. κίονα 0,09 μ.70-120 μ.X. (εικ. 9).Πηλός: 5 yr 6/6. Eπίχρισμα: κιτρινέρυθρο 5yr 6/8.Λυχνοστάτης και λυχνάρι σύνθετου σκεύους. Στέλεχος: ραβδωτός κιονίσκος καταλήγει σε δακτύλιο. Λυχνάρι:λαβή διάτρητη με εγχάραξη και διαγράμμιση, στον δίσκο οκτώφυλλος ρόδακας, δακτύλιος στο περιχείλωμα.Ώμος: σειρά ωών, καμπύλη εγχάραξη χωρίζει τον ώμο από τον μυκτήρα (cn.d). Πρβλ. robinson 1959, τ. 47a,αρ. 611-612, πίν. 48.

��� a. katσιωτη

Εικ. 8. Αρ. κατ. 17. Αρ. ευρ. Π 11827.

Page 20: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

20. Π 11824. Οικ. Kιοσόγλου-Bολονάκη, οδ. Eθελοντών Δωδεκανησίων (επίχωση κτηρίου). Για την ανασκαφήβλ. Χ. Ντούμας, AΔ 29, 1973/4, Χρονικά, 970· Η. Ζερβουδάκη, AΔ 32, 1977, Χρονικά, 351· Η. Ζερβουδάκη,AΔ 33, 1978, Χρονικά, 398. Ύψ. 0,135 μ. 70-120 μ.X.Πηλός σκληρός, κιτρινέρυθρος, 5 yr 6/6 με ψιλά εγκλείσματα και λίγη μίκα. Eπίχρισμα κιτρινέρυθρο 5yr 6/8,με μεταλλική απόχρωση, με την όπτηση μελανό κατά τόπους.Στέλεχος με θυμιατήριο σύνθετου σκεύους. Συγκολλημένο. Στέλεχος σε σχήμα κουκουνάρας στηρίζει άωτο κύ-πελλο με διπλό δακτύλιο στα εξωτερικά τοιχώματα. Από τη βάση σώζεται μικρό τμήμα. Πρβλ. Bailey 1975, εικ.26, 2 και 5.

21. Π 11825. Οικ. Kιοσόγλου-Bολονάκη (βλ. αρ. 20). Ύψ. 0,072 μ. 70-120 μ.X.Πηλός: σκληρός, κιτρινέρυθρος (γκρίζος στον πυρήνα), 5 yr 6/6, με ψιλά εγκλείσματα και λίγη μίκα. Eπίχρισμακιτρινέρυθρο 5yr 6/8, μελανό κατά τόπους λόγω ανομοιογενούς όπτησης, με φθορές.Στέλεχος με θυμιατήριo σύνθετου σκεύους. Στέλεχος σε σχήμα κουκουνάρας στηρίζει άωτο κύπελλο με δακτύ-λιο στα εξωτερικά τοιχώματα και διπλό στο σημείο πρόσφυσης με την κουκουνάρα.

22. ΠΧ 2177. Oικ. Κωνσταντινίδη Φ., οδ. Ρήγα Φεραίου (οικίες). Mήκ. 0,090, πλ. 0,059, ύψ. 0,105 μ.80-120 μ.X. (εικ. 10).Πηλός: σκληρός, κιτρινέρυθρος (γκρίζος στον πυρήνα), 5 yr 6/6, με ψιλά εγκλείσματα και λίγη μίκα. Eπίχρισμα:κιτρινέρυθρο 5yr 7/6, μελανό κατά τόπους, με φθορές. «iριδίζουσα» μεταλλική απόχρωση.Λυχνάρι με στέλεχος, σύνθετου σκεύους. Συγκολλημένο και συμπληρωμένο. Λείπουν τμήμα της λαβής και ηβάση. Λαβή: διάτρητη, με εγχάραξη και διαγράμμιση. Δίσκος: δεκαπεντάφυλλος ρόδακας, διπλός δακτύλιος στοπεριχείλωμα. Ώμος: βομβύκια, καμπύλη εγχάραξη χωρίζει τον ώμο από τον μυκτήρα (cn.E1). Στέλεχος: Aρπο-κράτης γυμνός με τον μανδύα στο ύψος των γοφών, με τον δείκτη στο στόμα, στηρίζεται σε ερμαϊκή στήλη καικρατά κέρας αφθονίας.

πηλινοι λυχνοστατεσ με πλαστικη διακοσμηση στο στελεχοσ απο τη ροδο ���

Εικ. 9. Αρ. κατ. 19. Αρ. ευρ. Λ 2712. Εικ. 10. Αρ. κατ. 22. Αρ. ευρ. ΠΧ 2177.

Page 21: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

23. Λ 4722. Οικ. Φιλίππου, οδ. nαυαρίνου (συγκρότημα υπόγειων λαξευτών κατασκευών από λατομεύσεις, απο-θηκευτικοί χώροι ή δεξαμενές). Για την ανασκαφή βλ. Η. Ζερβουδάκη, AΔ 32, 1977, Χρονικά, 352-356. Mήκ.0,086, πλ. 0,056, ύψ. 0,04 μ. 70-120 μ.X.Πηλός: σκληρός, κιτρινέρυθρος (γκρίζος στον πυρήνα), 5 yr 6/6, με ψιλά εγκλείσματα και λίγη μίκα. Eπίχρισμα:κιτρινέρυθρο 5yr 7/6, με την όπτηση μελανό κατά τόπους, με φθορές. «iριδίζουσα» μεταλλική απόχρωση.Tμήμα βάσης σύνθετου σκεύους. Στην εμπρόσθια όψη φυτική διακόσμηση.

24. Λ 4735. Οικ. Φιλίππου (βλ. αρ. 23). Mήκ 0,075, πλ. 0,068, ύψ. 0,035 μ. 70-120 μ.X.Πηλός: σκληρός, κιτρινέρυθρος, (γκρίζος στον πυρήνα) 5 yr 6/6, με ψιλά εγκλείσματα και λίγη μίκα. Eπίχρισμα:κιτρινέρυθρο 5yr 7/6, με την όπτηση μελανό κατά τόπους, με φθορές.Bαθμιδωτή βάση λυχνοστάτη σύνθετου σκεύους. Συγκολλημένο.

25. ΠΧ 2814. Οικ. Σπανού, οδ. Μεγ. Κωνσταντίνου και Γαριβάλδη (οικίες και οδοστρώματα, Ρ 31β). Για τηνανασκαφή βλ. ΑΔ 44, 1989, Χρονικά, 490-491. Μήκ. βασης 0,081, ύψ. σκεύους 0,125 μ. 70-100 μ.Χ.Πηλός: κιτρινέρυθρος, 5yr 6/6, με εγκλείσματα και μίκα. Επίχρισμα: κιτρινέρυθρο, 5yr 5/8, εξίτηλο με πολλέςφθορές και απολεπίσεις.Λυχνάρι, τμήμα ραβδωτού κιονίσκου και βάσης σύνθετου σκεύους. Συγκολλημένο. Λυχνάρι: λαβή φυλλόσχημη,δίσκος καρδιόσχημος, ώμος ακόσμητος. Λείπει ο μυκτήρας. Βάση: στην πρόσθια όψη φύλλα και σταφύλια, στηνπλάγια εγγεγραμμένα ανάγλυφα τετράγωνα.

26. Λ 4740. Οικ. Kοζά, (βλ. αρ. 10). Ύψ. 0,04, μήκ. 0,039 μ. 70-120 μ.X.Πηλός: σκληρός, κιτρινέρυθρος (γκρίζος στον πυρήνα), 5 yr 6/6, με ψιλά εγκλείσματα και λίγη μίκα. Eπίχρισμα:ερυθρό 2,5yr 5/8, πολύ φθαρμένο.Tμήμα βάσης και στελέχους με τα πέλματα ανάγλυφης μορφής.

A. KΑΤΣΙωΤΗ4η Eφορεία Bυζαντινών Aρχαιοτήτων

Βιβλιογραφία

AdriAni, A. 1940. Annuaire du Musée gréco-romain 3 (1935-1939), Alexandrie.ΑΝΔΡΕΙωΜEΝΟυ, Α. 1972. Ἔρευναι καὶ τυχαῖα εὑρήματα ἐν τῇ πόλει καὶ τῇ ἐπαρχίᾳ Χαλκίδος, AΔ 27, 1972, Xρονικά, 170-180.BAchOFEns, J.J. 1958. römische grablampen, στο Κ. MEuli - E. KiEnzlE - K. schEFOld (επιμ), J.J. Bachofens Gesammelte

Werke, αρ. 7.BAlEsTrAzzi, E. di FiliPPO 1988. Lucerne del Museo di Aquileia, τόμ. ii, 1-2, Aquileia.BAilEy, d.M. 1988. Α Catalogue of the Lamps in the British Museum, τόμ. iii, Roman Provincial Lamps, london.BAilEy, d. 1972/1973. cnidian relief Ware vases and Fragments in the British Museum, 1, lagynoi and head-cups, RCRF, Acta

14/15, 11-25.BAilEy, d. 1975. A roman lampstand of cnidian Manifacture, AnK 18, 67-71.BAilEy, d. 1979. cnidian relief Ware vases and Fragments in the British Museum, 2, Oinophoroi and Jugs, RCRF, Acta 19/20,

257-272.BErgEs, d. 1986. Hellenistische Rundaltäre Kleinasiens, Freiburg.BlüMEl, W. 1992. Die Inschriften von Knidos, I, iK 41, Bonn.Bradara, T. 2998. rinvenimento di lucezne fittili sull’area accanto all’angolo sudorientale del Foro di Pola, Histria Archaeologica

29, 103-148 (στα κροατικά με ιταλική περίληψη).BrEcciA, E. 1934. Terrecote figurate greche e greco-egizie del Museo di Alessandria, Monuments de l’Egypte grécoromaine, ii,2, Ber-

gamo.chAndEzOn, c. 2009. le gibier dans le monde grec. rôles alimentaire, économique et social, στο Chasses Antiques. Pratiques et

représentations dans le monde grécoromain (IIIe s. av-Ive s. apr. J-C). Actes du colloque international de Rennes (Univ. Rennes II,20-21 sept. 2007), rennes, 75-95.

��� a. katσιωτη

Page 22: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

ΔΕΣΠiΝΗΣ, Γ. - Θ. ΣΤΕΦΑΝiΔΟυ-TΙΒΕΡiΟυ - EΜΜ. BΟυΤυΡAΣ 1997. Kατάλογος γλυπτών του Aρχαιολογικού Mουσείου Θεσσαλονί-κης I, Θεσσαλονίκη.

dunAnd, F. 1979. Religion populaire en Égypte romaine. Les terres cuites isiaques du Musée du Caire (EPrO 76), leiden.dunAnd, F. 1990. Catalogue des terres cuites grécoromaines d’Egypte, Musée du Louvre, départment des antiquités éegyptiennes, Paris.FJEldhAgEn, M. 1995. Catalogue Graeco-roman Terracottas from Egypt. Ny Carlsberg Glyptotek, ny carlsberg glyptotek.hAyEs, J. 1972. Late Roman Pottery, london.hErEs, g. 1968. die Werkstatt des lampentöpfers romanesis, Forschungen und Berichte, Staatliche Museen zu Berlin, X, 185-211.FischEr, J. 2003. harpokrates und das Füllhorn, Kindgötter im Ägypten der griechisch-römischen zeit, στο d. BuddE - s. sAn-

dri - u. vErhOEvEn (επιμ.), Zeugnisse aus Stadt und Tempel als Spiegel des interkulturellen Kontakts, leuven.gnirs, A. 1912. grabungen und antike denkmale in Pola, ÖJh 15, 239-271.KAriviEri, Α. 2003. lycnological news from the Museum of Antiquities at lund university, στο l. chrzAnOvsKi (επιμ.),

Nouveautès Lychnologiques-Lychnological News, Lychnoservices, 115-122.KOEsTEr, h. 1998. The cult of the Egyptian deities in Asia Minor, στο h. KOEsTEr (επιμ.), Pergamon, Citadel of the Gods.

Archaeological Record, Literary Description and Religious Development (harward Theological studies 46), harrisburg Pensyl-vania, 111-135.

KöglEr, P. 2005. import, Export, imitation. Trade and the Economic Power of late hellenistic and Early imperial Knidos ac-cording to the Fine Pottery, στο M. BErg BriEsE - l.E. vAAg (επιμ.), Trade Relations in the Eastern Mediterranean fron theLate Hellenistic Period to Late Antiquity: The Ceramic Evidence. Acts from a PhD-sem. For young scholars, Sandbjerg Manor-house, 12-15 Feb. 1988, Odense, 50-62.

KöglEr, P. 2010. Feinkeramik aus Knidos von mittleren hellenismus bis in die mittlere Kaiserzeit, Wiesbaden.KüBlEr, Κ. 1952. zum Formwandel in der spätantiken attischen Tonplastic, JdL lXvii, 99-145.lEvi, d. 1965-1966. le campagne 1962-1964 a iasos, ASAtene 43-44, 401-546.MAlAisE, M. 2000. harpocrate. Problèmes posès par l’étude d’un dieu égyptien à l’époque grécoromaine, Academie royale de Bel-

gique. Bulletin de la Classe des lettres, 6e serie, 11, 401-433.MAndEl, u. 1988. Kleinasiatische Reliefkeramik der mittleren Kaiserzeit. Die ‘‘Oinophorengruppe” und Verwandtes (PergForsch 5),

Berlin - new york.MAndruzzATO, l. 2008. some Fine Wares from the Eastern Mediterranean in Aquileia between the 2nd and the 3rd c. A.d.,

RCRF Acta 40, 305-308.MunchEv, A. 1993. A cnidian lampstand (thymiaterion) from Odessos, Bulletin du musée national de Varna 29/44, 36-46 (στα

βουλγαρικά με αγγλική περίληψη).MinchEv, A. 2006. Odessos et sa région à l’époque romaine (ie-iiie s.), στο Des Thraces aux Ottomans. La Bulgarie à travers les col-

lections des musées de Varna. Catalogue de l’exposition à Montpellier 2006.ΜΠΟΣΝΑΚΗΣ, Δ. 1994-1995. Οι αιγυπτιακές θεότητες στη Ρόδο και την Κω από τους ελληνιστικούς χρόνους μέχρι και τη Ρω-

μαιοκρατία, AΔ 49-50, Μελέτες, 43-74.nAcTErgAEl, P. 1985. les terres cuites «du Fayoum» dans la maisons d Egypte romaine, Chronique d Egypte 60, 223-239.OziOl, Th. 1977. les lampes du Musée de chypre, Salamine de Chypre vii, Paris.PAgEnsTEchEr, r. 1913. Expedition E. von Sieglin, τ. 2, 3, leipzig.PAnOFKA, Th. 1842. Terracotten des Königlichen Museums zu Berlin, Berlin.ΠΑΤΣΙΑΔΑ, B. 2004. Φαλλόσχημο αγγείο από την πόλη της Pόδου, στο Xάρις Xαίρε. Mελέτες στη μνήμη της Xάρης Kάντζια, τόμ.

A΄, Aθήνα, 141-157.ΠΑΤΣΙΑΔΑ, B. 2009. Στο Ν. ΣΤΑΜΠΟΛΙΔΗΣ - Γ. ΤΑΣΟυΛΑΣ (επιμ.), Έρως. Aπό τη Θεογονία του Hσιόδου στην ύστερη αρχαιότητα.

Kατάλογος έκθεσης στο Mουσείο Kυκλαδικής Tέχνης, Aθήνα, 272-273, αρ. 248, 280-281, αρ. 264, 282-283, αρ. 267, 284-286,αρ. 268.

PErlzWEig, J. 1961. The Athenian Agora vii. Lamps of the Roman Period. First to Seventh Century After Christ, Princeton.PrOcAccini, P. 1974. una lucerna a forma di nave dell’officina di romanensisda sabratha, Annali della Facoltà di Lettere e Filo-

sofia Università di Macerata vii, 325-326.ΠωΛΟΓΙωΡΓΗ, M. 2008. Eλεφάντινες απεικονίσεις αιγυπτίων θεών στην Aθήνα, AE 147, 121-177.rOBinsOn, h.s. 1959. The Athenian Agora V. Pottery of the Roman Period, Princeton.rücKErT, B. 1998. Die Herme im öffentlichen und privaten Leben der Griechen. Untersuchungen zur Funktion der griechischen Herme

als Grenzmal. Inschriftenträger und Kunstbild des Hermes, regenburg.

πηλινοι λυχνοστατεσ με πλαστικη διακοσμηση στο στελεχοσ απο τη ροδο ���

Page 23: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

ruiz dE ArBulO, J. 1996. Altares domésticos y ritos orientales. las acérulas con lucernas adosadas, Cypsela Xi, 117-124.sAcKETT, h. 2010. Knidian Thymiaterion from roman Knossos, στο n. sEKundA (επιμ.), Ergasteria: Works presented to John Ellis

Jones on his 80th Birthday, gdansk, 159-168.sAlOMOnsOn, J.W. 1979. Kleinasiatische Tonschalen mit reliefverzierung. Bemerkungen zu einem fragment der ‘‘Oinopho-

rengattung” in der universitätssammlung in utrecht, BABesch 54, 117-137.slAnE, K. - M.W. dicKiE 1993. A Knidian Phallic vase from corinth, Hesperia 62, 483-505.ΣΤΕΦΑΝΙΔΟυ-TΙΒΕΡΙΟυ, Θ. 1993. Tραπεζοφόρα με πλαστική διακόσμηση. H αττική ομάδα, Aθήνα.sTuvErAs, r. 1969. Le putto dans l’art romain, Brussels.ΤhönE, c. 2004. Die griechischen und römischen Tonlampen. Katalog der Sammlung Antiker Kleinkust des Archäologischen Instituts

der Universität Heidelberg, Mainz am rhein.ΤOynBEE, J.M.c. 1934. The Ηadrianic School, cambridge.TrAn TAM Tinh, v. 1993, Corpus des lampes à sujets isiaques du Musée Gréco-romain d’Alexandrie, Québec.WilliAMs, Η. 1981. Kenchreai, Eastern Port of Corinth, v. The Lamps, leiden.WOOdFOrd, s. 1989. herakles’ Attributes and their appropriation by Eros, JHS 109, 200-204.

suMMAry

TErrAcOTTA lAMPsTAnds WiTh PlAsTic dEcOrATiOn

On ThE sTEM, FrOM rhOdEs

Angeliki Katsioti

Terracotta composite vessels consisting of lamps or censers with decorated stem and base, which werefound in the city of rhodes, constitute a homogeneous group in terms of function, manufacture andcontent, while their provenance from Knidos, as suggested by Bailey, is not disputed. The addition oftwenty-six examples from rhodes, principal importer of pottery from the Asia Minor cities, enrichesthe corpus of already known examples and our knowledge of their dispersion, so contributing to theinvestigation of aspects of domestic cult. The decoration of the lampstands (Eros-herakles, Eros withinverted torch, harpokrates) and the typology of the lamps, indicate the short time-span of these ves-sels (Ad 70-120), which was, we believe, the main factor in the non-renewal of the thematic reper-toire. The fact that the overwhelming majority of these vessels comes from the city of rhodes andvery few from its necropolis is of significance for their purpose. however, their find spots do not giveclear answers to the question of the public or the private nature of their use.

��� a. katσιωτη

Page 24: Πήλινοι λυχνοστάτες με πλαστική διακόσμηση στο στέλεχος από τη Pόδο, Kοροπλαστική και μικροτεχνία

Κο

ρο

πλ

ας

τιΚ

ΗΚ

αι

ΜιΚ

ρο

τε

χν

ιας

το

να

ιγα

ιαΚ

οχ

ωρ

οα

πο

το

υς

γεω

Με

τρ

ιΚο

χρ

ον

ου

ςε

ως

Κα

ιτ

Ηρ

ωΜ

αϊΚ

Ηπ

ερ

ιοΔ

ο

ISBN: 978-960-87174-3-5

Κ ο ρ ο π λ α σ τ ι κ ήκ α ι μ ι κ ρ ο τ ε χ ν ί αστον αιγαιακό χώρο

από τουςγεωμετρικούς χρόνους

έως και τηρ ωμαϊκή περίο δο

Διεθνες ςυνεΔριο

στη μνήμη τηςΗο ύ ς Ζ ερβ ο υ δ άκη

ΤΟΜΟΣ Ι

I

exofyllo zervoudaki5:Layout 1 8/7/14 12:03 PM Page 1