Κεφάλαιο V- Βαθμολογικές Κλίμακες Αξιολόγησης της Βαρτητας των Σοβαρά Πασχόντων Ασθενών στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας Σνοψη Οι βαθμολογικές κλίμακες αξιολόγησης της βαρύτητας των σοβαρά πασχόντων ασθενών στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας δίνουν στον χρήστη μια αριθμητική τιμή, ή αλλιώς βαθμολογία βαρύτητας, με βάση έναν αριθμό κλι- νικών μεταβλητών. Η τιμή αυτή ποσοτικοποιεί τη βαρύτητα της νόσου και χρησιμοποιείται σε μια μαθηματική εξίσωση, η λύση της οποίας είναι η πιθανότητα θανάτου κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του ασθενή. Οι χρησι- μοποιούμενες κλίμακες αξιολόγησης διακρίνονται, κυρίως, σ’ αυτές που εκτιμούν τη βαρύτητα της νόσου και προβλέπουν την έκβαση, και σε εκείνες που εκτιμούν την παρουσία και τη βαρύτητα της οργανικής δυσλειτουργίας. Όταν κάποιος χρησιμοποιεί τις συγκεκριμένες κλίμακες, πρέπει να έχει υπόψη του τους περιορισμούς των προ- γνωστικών αυτών συστημάτων. Abstract ICU predictive scoring systems derive a severity score from a variety of clinical variables. This score quantifies the severity of illness and can be entered into a mathematical equation whose solution is the likelihood of hos- pital mortality. There are outcome prediction and organ dysfunction scores. When someone uses these predic- tive scoring systems must have in mind their limitations. V.1. Εισαγωγή Η χρήση συστημάτων αξιολόγησης για την πρόβλεψη του κινδύνου θανάτου και την αξιολόγηση των εκβάσεων σε σοβαρά πάσχοντες ασθενείς είναι πολύ σημαντική στη σύγχρονη ιατρική. Το πρώτο τέτοιο σύστημα αξιο- λόγησης που χρησιμοποιήθηκε ευρέως ήταν το σύστημα APGAR, το οποίο καθιερώθηκε το 1953 και εκτιμά τη ζωτικότητα του νεογέννητου [1]. Άλλα τέτοια συστήματα που απέκτησαν ευρεία χρήση είναι η κλίμακα Γλασκώβης και η βαθμολογία του Ranson. Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, αναπτύχθηκε μεγάλος αριθμός συ- στημάτων αξιολόγησης της βαρύτητας και πρόγνωσης της έκβασης για χρήση στο περιβάλλον της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας. Τα συστήματα αυτά είναι χρήσιμα στη λήψη κλινικών αποφάσεων, στην τυποποίηση της έρευνας και στη σύγκριση της ποιότητας της ιατρικής και νοσηλευτικής φροντίδας μεταξύ διαφορετικών MΕΘ. Πρόκειται για κλίμακες που δίνουν στον χρήστη μια αριθμητική τιμή, ή αλλιώς βαθμολογία βαρύτητας, με βάση έναν αριθμό κλινικών μεταβλητών. Η τιμή αυτή ποσοτικοποιεί τη βαρύτητα της νόσου και χρησιμοποιεί- ται σε μια μαθηματική εξίσωση, η λύση της οποίας είναι η πιθανότητα θανάτου κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του ασθενή. Η σχέση μεταξύ του βαθμού βαρύτητας της κατάστασης του ασθενή και της έκβασής του προσδιορί- ζεται εμπειρικά από μεγάλες βάσεις δεδομένων. Τα προγνωστικά αυτά συστήματα, όμως, δεν μπορούν να προ- βλέψουν την έκβαση ομάδων ασθενών που δεν περιλαμβάνονταν αρχικά στους πληθυσμούς από τους οποίους προήλθαν οι βάσεις των δεδομένων. Έτσι, οι βαθμολογικές κλίμακες δεν είναι αξιόπιστες για την αξιολόγηση των ασθενών που νοσηλεύονται εκτός της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας. V.2. Χαρακτηριστικά των βαθμολογικών κλιμάκων αξιολόγησης της βαρτητας Υπάρχουν δύο πράγματα που πρέπει να έχει κανείς υπόψη του όταν χρησιμοποιεί τις συγκεκριμένες κλίμακες: Πρώτον, η κλίμακα θα πρέπει να σχετίζεται με μια σημαντική έκβαση· τα πιο ευρέως χρησιμοποιούμενα συ- στήματα αξιολόγησης της βαρύτητας στη ΜΕΘ προβλέπουν την πιθανότητα ενδονοσοκομειακού θανάτου για τους ασθενείς που εισάγονται στη ΜΕΘ. Δεύτερον, ένα τέτοιο εργαλείο θα πρέπει να είναι εύχρηστο, καθώς η συλλογή δεδομένων για σοβαρά πάσχοντες ασθενείς μπορεί να είναι χρονοβόρα και δαπανηρή. Η ιδανική κλίμακα αξιολόγησης θα πρέπει να έχει αρκετή ισχύ και διάκριση και να είναι καλά βαθμο- νομημένη. «Ισχύς» (validity) είναι ο όρος που χρησιμοποιείται συνήθως για την αξιολόγηση της απόδοσης του μοντέλου πρόβλεψης, με εφαρμογή της κλίμακας στο σύνολο των δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν για την ανάπτυξή της. Η διάκριση του συστήματος (discrimination) είναι η ικανότητα του μοντέλου να διακρίνει τους ασθενείς που επιβιώνουν από τους ασθενείς που πεθαίνουν. H κλίμακα θα πρέπει να αποδίδει υψηλότερη πιθα- νότητα θανάτου σ’ αυτούς που δεν επιβιώνουν σε σχέση με τους επιζώντες. Για παράδειγμα, αν μια κλίμακα προβλέπει θνητότητα 90 %, η διάκριση είναι τέλεια αν η παρατηρούμενη θνητότητα είναι 90 % [2].
19
Embed
Κεφάλαιο V- Βαθμολογικές Κλίμακες Αξιολόγησης της ... · Ολική Βαθμολογία (APS) Άθροιση της βαθμολογίας
This document is posted to help you gain knowledge. Please leave a comment to let me know what you think about it! Share it to your friends and learn new things together.
Transcript
Κεφάλαιο V- Βαθμολογικές Κλίμακες Αξιολόγησης της Βαρυτητας
των Σοβαρά Πασχόντων Ασθενών στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας
Συνοψη
Οι βαθμολογικές κλίμακες αξιολόγησης της βαρύτητας των σοβαρά πασχόντων ασθενών στη Μονάδα Εντατικής
Θεραπείας δίνουν στον χρήστη μια αριθμητική τιμή, ή αλλιώς βαθμολογία βαρύτητας, με βάση έναν αριθμό κλι-
νικών μεταβλητών. Η τιμή αυτή ποσοτικοποιεί τη βαρύτητα της νόσου και χρησιμοποιείται σε μια μαθηματική
εξίσωση, η λύση της οποίας είναι η πιθανότητα θανάτου κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του ασθενή. Οι χρησι-
μοποιούμενες κλίμακες αξιολόγησης διακρίνονται, κυρίως, σ’ αυτές που εκτιμούν τη βαρύτητα της νόσου και
προβλέπουν την έκβαση, και σε εκείνες που εκτιμούν την παρουσία και τη βαρύτητα της οργανικής δυσλειτουργίας.
Όταν κάποιος χρησιμοποιεί τις συγκεκριμένες κλίμακες, πρέπει να έχει υπόψη του τους περιορισμούς των προ-
γνωστικών αυτών συστημάτων.
Abstract
ICU predictive scoring systems derive a severity score from a variety of clinical variables. This score quantifies
the severity of illness and can be entered into a mathematical equation whose solution is the likelihood of hos-
pital mortality. There are outcome prediction and organ dysfunction scores. When someone uses these predic-
tive scoring systems must have in mind their limitations.
V.1. Εισαγωγή
Η χρήση συστημάτων αξιολόγησης για την πρόβλεψη του κινδύνου θανάτου και την αξιολόγηση των εκβάσεων
σε σοβαρά πάσχοντες ασθενείς είναι πολύ σημαντική στη σύγχρονη ιατρική. Το πρώτο τέτοιο σύστημα αξιο-
λόγησης που χρησιμοποιήθηκε ευρέως ήταν το σύστημα APGAR, το οποίο καθιερώθηκε το 1953 και εκτιμά
τη ζωτικότητα του νεογέννητου [1]. Άλλα τέτοια συστήματα που απέκτησαν ευρεία χρήση είναι η κλίμακα
Γλασκώβης και η βαθμολογία του Ranson. Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, αναπτύχθηκε μεγάλος αριθμός συ-
στημάτων αξιολόγησης της βαρύτητας και πρόγνωσης της έκβασης για χρήση στο περιβάλλον της Μονάδας
Εντατικής Θεραπείας. Τα συστήματα αυτά είναι χρήσιμα στη λήψη κλινικών αποφάσεων, στην τυποποίηση της
έρευνας και στη σύγκριση της ποιότητας της ιατρικής και νοσηλευτικής φροντίδας μεταξύ διαφορετικών MΕΘ.
Πρόκειται για κλίμακες που δίνουν στον χρήστη μια αριθμητική τιμή, ή αλλιώς βαθμολογία βαρύτητας, με
βάση έναν αριθμό κλινικών μεταβλητών. Η τιμή αυτή ποσοτικοποιεί τη βαρύτητα της νόσου και χρησιμοποιεί-
ται σε μια μαθηματική εξίσωση, η λύση της οποίας είναι η πιθανότητα θανάτου κατά τη διάρκεια της νοσηλείας
του ασθενή.
Η σχέση μεταξύ του βαθμού βαρύτητας της κατάστασης του ασθενή και της έκβασής του προσδιορί-
ζεται εμπειρικά από μεγάλες βάσεις δεδομένων. Τα προγνωστικά αυτά συστήματα, όμως, δεν μπορούν να προ-
βλέψουν την έκβαση ομάδων ασθενών που δεν περιλαμβάνονταν αρχικά στους πληθυσμούς από τους οποίους
προήλθαν οι βάσεις των δεδομένων. Έτσι, οι βαθμολογικές κλίμακες δεν είναι αξιόπιστες για την αξιολόγηση
των ασθενών που νοσηλεύονται εκτός της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας.
V.2. Χαρακτηριστικά των βαθμολογικών κλιμάκων αξιολόγησης της βαρυτητας
Υπάρχουν δύο πράγματα που πρέπει να έχει κανείς υπόψη του όταν χρησιμοποιεί τις συγκεκριμένες κλίμακες:
Πρώτον, η κλίμακα θα πρέπει να σχετίζεται με μια σημαντική έκβαση· τα πιο ευρέως χρησιμοποιούμενα συ-
στήματα αξιολόγησης της βαρύτητας στη ΜΕΘ προβλέπουν την πιθανότητα ενδονοσοκομειακού θανάτου για
τους ασθενείς που εισάγονται στη ΜΕΘ. Δεύτερον, ένα τέτοιο εργαλείο θα πρέπει να είναι εύχρηστο, καθώς η
συλλογή δεδομένων για σοβαρά πάσχοντες ασθενείς μπορεί να είναι χρονοβόρα και δαπανηρή.
Η ιδανική κλίμακα αξιολόγησης θα πρέπει να έχει αρκετή ισχύ και διάκριση και να είναι καλά βαθμο-
νομημένη. «Ισχύς» (validity) είναι ο όρος που χρησιμοποιείται συνήθως για την αξιολόγηση της απόδοσης του
μοντέλου πρόβλεψης, με εφαρμογή της κλίμακας στο σύνολο των δεδομένων που χρησιμοποιήθηκαν για την
ανάπτυξή της. Η διάκριση του συστήματος (discrimination) είναι η ικανότητα του μοντέλου να διακρίνει τους
ασθενείς που επιβιώνουν από τους ασθενείς που πεθαίνουν. H κλίμακα θα πρέπει να αποδίδει υψηλότερη πιθα-
νότητα θανάτου σ’ αυτούς που δεν επιβιώνουν σε σχέση με τους επιζώντες. Για παράδειγμα, αν μια κλίμακα
προβλέπει θνητότητα 90 %, η διάκριση είναι τέλεια αν η παρατηρούμενη θνητότητα είναι 90 % [2].
Εικόνα V.1. Βαθμονόμηση (calibration) κλίμακας βαρύτητας: Περιγραφή της προγνωστικής ακρίβειας σε διαφορετικά
επίπεδα κινδύνου.
Η βαθμονόμηση του συστήματος (calibration) περιγράφει την προγνωστική ακρίβεια σε διαφορετικά
επίπεδα κινδύνου. Όταν όλοι οι ασθενείς χωρίζονται σε 5 % ή 10 % διαστήματα, ανάλογα με τον κίνδυνο θνη-
σιμότητας, οι παρατηρούμενοι και οι αναμενόμενοι θάνατοι είναι δυνατόν να συγκριθούν γραφικά (Εικόνα
V.1). Μπορεί να υπάρχουν διαφορές στην απόδοση ενός μοντέλου σε διαφορετικά επίπεδα κινδύνου. Έτσι, η
βαθμονόμηση μιας κλίμακας βαρύτητας θα είναι υψηλή, αν η κλίμακα είναι ακριβής σε προβλεπόμενα ποσοστά
θνητότητας 90 %, 50 % και 20 % [3, 4].
V.3. Κατηγορίες βαθμολογικών κλιμάκων αξιολόγησης της βαρυτητας
Οι χρησιμοποιούμενες κλίμακες αξιολόγησης διακρίνονται, κυρίως, σ’ αυτές που εκτιμούν τη βαρύτητα της
νόσου και προβλέπουν την έκβαση, και σε εκείνες που εκτιμούν την παρουσία και τη βαρύτητα της οργανικής
δυσλειτουργίας.
V.4. Βαθμολογικές κλίμακες αξιολόγησης της βαρυτητας της νόσου και της έκβα-
σης
Οι κύριες κλίμακες αξιολόγησης της βαρύτητας της νόσου και της έκβασης είναι οι Acute Physiologic and
Chronic Health Evaluation (APACHE), Simplified Acute Physiologic Score (SAPS) και Mortality Prediction
Model (MPM).
V.5. Acute Physiologic and Chronic Health Evaluation (APACHE)
Η βαθμολογική κλίμακα APACHE χρησιμοποιείται ευρέως και η πρώτη έκδοση δημιουργήθηκε το 1981 [5].
Οι πιο πρόσφατες εκδόσεις της εν λόγω κλίμακας είναι οι APACHE II, APACHE IIΙ και APACHE IV. Η
κλίμακα APACHE απαιτεί την εισαγωγή κλινικών στοιχείων, από τα οποία προκύπτει μια βαθμολογία βαρύ-
τητας που χρησιμοποιείται σε μια λογιστική εξίσωση παλινδρόμησης, η οποία προβλέπει την ενδονοσοκο-
μειακή θνητότητα. Τα απαιτούμενα κλινικά στοιχεία διαφέρουν από έκδοση σε έκδοση, αλλά σε γενικές γραμ-
μές περιλαμβάνουν μεταβλητές όπως η ηλικία, η διάγνωση, η κλινική προηγούμενης θεραπείας, και πολυάριθ-
μες μεταβλητές οξείας και χρόνιας κατάστασης σχετικές με την υγεία του ασθενή. Η κλίμακα APACHE χρη-
σιμοποιεί τις χειρότερες τιμές από τις πρώτες 24 ώρες νοσηλείας στη ΜΕΘ. Όλες οι κλίμακες APACHE έχουν
εξαιρετική ακρίβεια πρόβλεψης, αλλά λιγότερο εντυπωσιακή ικανότητα ακριβούς λειτουργίας σε ευρύ φάσμα
προβλεπόμενων ποσοστών θνητότητας. Όπως τα περισσότερα μοντέλα πρόβλεψης, το APACHE απαιτεί πε-
ριοδική επαναξιολόγηση, αναθεώρηση και αναβάθμιση, γιατί η ακρίβειά του μειώνεται, καθώς οι θεραπευτικές
παρεμβάσεις και άλλοι παράγοντες που επηρεάζουν τη θνητότητα μεταβάλλονται συνεχώς.
Τα πιο συχνά χρησιμοποιούμενα μοντέλα APACHE είναι τα APACHE II και III, αν και το APACHE
IV έχει, επίσης, καταστεί έγκυρο.
APACHE IΙ: Η κλίμακα βαρύτητας APACHE II δημιουργήθηκε το 1985, λόγω της πολυπλοκότητας
του αρχικής κλίμακας APACHE, και γρήγορα κατέστη η περισσότερο χρησιμοποιούμενη κλίμακα για τη βα-
ρύτητα της νόσου. Σ’ αυτήν υπάρχουν μόνο 17 φυσιολογικές μεταβλητές, σε σχέση με τις 34 του αρχικού
μοντέλου, και η μέγιστη βαθμολογία είναι το 71. Οι μεταβλητές που χρησιμοποιούνται για τον υπολογισμό της
κλίμακας APACHE II παρουσιάζονται στον Πίνακα V.1. Η κλίμακα βαρύτητας APACHE II στηρίζεται στις
χειρότερες τιμές κατά τη διάρκεια των πρώτων 24 ωρών νοσηλείας στη ΜΕΘ. Ωστόσο, ακόμη και ο υπολογι-
σμός της με βάση τα στοιχεία εισαγωγής στη ΜΕΘ φαίνεται να είναι μια αποδεκτή εναλλακτική λύση [6]. Η
κλίμακα APACHE II δεν είναι, όμως, τέλεια· η έκβαση των ασθενών δεν μπορεί να προβλεφθεί με ακρίβεια
για κάθε συγκεκριμένη υποομάδα ασθενών (π.χ., ηπατική ανεπάρκεια, σήψη κ.λπ.) και η προβλεπόμενη θνη-
τότητα είναι μικρότερη από την παρατηρούμενη μεταξύ των ασθενών της ΜΕΘ που μεταφέρονται από άλλα
ενδονοσοκομειακά τμήματα [7, 8].
APACHE IΙΙ: Η κλίμακα βαρύτητας APACHE IIΙ αναπτύχθηκε το 1991 ως μια βελτιωμένη έκδοση
της APACHE II και μοιάζει με αυτήν, με εξαίρεση την προσθήκη αρκετών μεταβλητών (π.χ., της διάγνωσης
και του τόπου νοσηλείας πριν από την εισαγωγή στη ΜΕΘ). Η συγκεκριμένη έκδοση προέκυψε από τη συλλογή
δεδομένων από 17.440 ασθενείς ΜΕΘ. Ένα μοναδικό χαρακτηριστικό της κλίμακας βαρύτητας APACHE ΙΙΙ
είναι το ότι χρησιμοποιεί την τρέχουσα κατάσταση των κλινικών πληροφοριών για να υπολογίσει εκ νέου την
αναμενόμενη θνητότητα σε καθημερινή βάση. Αυτό, σε σχέση με τον υπολογισμό με βάση τις πρώτες 24 ώρες
από την εισαγωγή στη ΜΕΘ, έχει μεγαλύτερη προγνωστική ισχύ [10]. Ωστόσο, δεν υπάρχει κανένα στοιχείο
που να δείχνει ότι η συγκεκριμένη πληροφορία βελτιώνει τη λήψη αποφάσεων από τους γιατρούς, τους ασθενείς
και τις οικογένειές τους [11]. Ως αποτέλεσμα της αναμενόμενης μείωσης της προγνωστικής απόδοσης, η κλί-
μακα APACHE ΙΙΙ βαθμονομήθηκε εκ νέου το 1998. Το γεγονός ότι χρησιμοποιεί εξισώσεις που ανήκουν σε
εμπορική εταιρεία και δεν είναι ελεύθερα διαθέσιμη για χρήση περιόρισε την επικύρωση και τη χρήση της.
APACHE ΙV: Η κλίμακα βαρύτητας APACHE IV χρησιμοποιεί μια νέα λογιστική εξίσωση παλινδρό-
μησης, ένα διαφορετικό σύνολο μεταβλητών και ένα νέο στατιστικό μοντέλο. Δημιουργήθηκε το 2006 και η
ανάπτυξή της βασίστηκε σε 110.588 ασθενείς νοσηλευόμενους σε ΜΕΘ τη χρονική περίοδο 2003-2004. Η αξία
αυτής της έκδοσης φάνηκε από μια μελέτη παρατήρησης διαδοχικών εισαγωγών σε ΜΕΘ, η οποία διαπίστωσε
ότι η κλίμακα APACHE IV προβλέπει τη θνητότητα με μεγαλύτερη ακρίβεια από ό,τι η APACHE ΙΙΙ [12]. Σε
παρόμοια μελέτη φάνηκε ότι η APACHE IV προβλέπει και τη διάρκεια παραμονής στη ΜΕΘ [13-14].
ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ
ΥΨΗΛΕΣ ΜΗ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΤΙΜΕΣ
ΦΥΣΙΟΛ. ΧΑΜΗΛΕΣ ΜΗ ΦΥΣΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΤΙΜΕΣ
+ 4 + 3 + 2 + 1 0 + 1 + 2 + 3 + 4
1. Θερμοκρασία ορθού (oC) > 41 39-
40,9
38, 5-
38,9
36-38,4 34-35,9 32-
33,9
30-
31,9
< 29,9
2. Μέση αρτηριακή πίεση
(mm Hg)
> 160 130-
159
110-129 70-109 50-69 < 49
3. Καρδιακός ρυθμός (κοι-
λιακή ανταπόκριση)
> 180 140-
179
110-139 70-109 55-69 40-54 < 39
4. Αναπνευστικός ρυθμός
(μηχανικός ή μη αερισμός)
> 50 35-49 25-34 12-24 10-11 6-9 < 5
5. Οξυγόνωση: AaDO2 ή
PaO2 (mm Hg)
α) FiO2 > 0,5: υπολογισμός
AaDO2
> 500 350-
499
200-349 < 200
β) FiO2 < 0,5: καταγραφή
μόνο PaO2
PaO2 > 70 PaO2
61-70
PaO2
55-60
PaO2
< 55
6. Αρτηριακό pH (επί απου-
σίας αερίων αρτηριακού αί-
ματος, καταγραφή HCO3- ο-
ρού παρακάτω)
> 7,7 7,6-
7,69
7,5-
7,59
7,33-7,49 7,25-
7,32
7, 15-
7, 24
< 7,15
7. Νάτριο ορού (mmol/L) > 180 160-
179
155-159 150-
154
130-139 120-
129
110-
119
< 110
8. Κάλιο ορού (mmol/L) > 7 6-6,9 5,6-
5,9
3,5-5,4 3-3,4 2,5-
2,9
< 2,5
9. Κρεατινίνη ορού (mg/dL)
(διπλάσια βαθμολογία επί
νεφρικής ανεπάρκειας)
> 3,5 2-3,4 1,5-1,9 0,6-1,4 < 0,6
10. Αιματοκρίτης (%) 60 50-59,9 46-
49,9
30-45,9 20-
29,9
< 20
11. Λευκά αιμοσφαίρια
(1.000/mm3)
> 40 20-39,9 15-
19,9
3-14,9 1-2,9 < 1
12. Κλίμακα Κώματος Γλα-
σκώβης GCS (Βαθμολογία =
15 - Κλίμακα Γλασκώβης)
15 – GCS =
Ολική Βαθμολογία (APS) Άθροιση της βαθμολογίας των παραμέτρων 1-12 =
HCO3- ορού (φλεβικό αίμα –
mmol/L)
52 41-
51,9
32-
40,9
22-31,9 18-21,
9
15-
17,9
Δεν προτιμάται, χρήση μόνο
επί απουσίας αερίων αρτη-
ριακού αίματος
Ηλικία Βαθμολογία Ηλικία Βαθμολογία Ηλικία Βαθμολογία Ηλικία Βαθμολογία Ηλικία Βαθμολογία
< 44 0 44-54 2 55-64 3 65-74 5 > 75 6
Βαθμολογία Χρόνιας Νόσου
Αν ο ασθενής έχει ιστορικό σοβαρής οργανικής ανεπάρκειας ή είναι ανοσοκατεσταλμένος, αποδίδεται βαθμολογία σύμ-
φωνα με τα παρακάτω:
α. Μη χειρουργημένος ασθενής ή ασθενής που χειρουργήθηκε σε επείγουσα βάση: + 5 βαθμοί
β. Μετεγχειρητικός ασθενής μετά από προγραμματισμένη εγχείρηση: + 2 βαθμοί
Βαθμολογία κατά APACHE II: ΑPS + Hλικία + Χρόνια Νόσος
Πίνακας V.1 Acute Physiologic and Chronic Health Evaluation (APACHE) ΙΙ.
V.6. Simplified Acute Physiologic Score (SAPS)
Η κλίμακα Simplified Acute Physiologic Score (SAPS) αναπτύχθηκε και σταθμίστηκε στη Γαλλία το 1984, με
χαρακτηριστικό της τη χρήση της ηλικίας και άλλων 13 σταθμισμένων μεταβλητών, για να προβλέψει τον
κίνδυνο θανάτου στους ασθενείς της ΜΕΘ. Όπως η κλίμακα APACHE, έτσι και η SAPS υπολογίζεται από τις
χειρότερες τιμές που λαμβάνονται κατά τη διάρκεια των πρώτων 24 ωρών από την εισαγωγή στη ΜΕΘ.
Το 1993 οι Le Gall et al. χρησιμοποίησαν τη λογιστική παλινδρόμηση για να αναπτύξουν την κλίμακα
SAPS ΙΙ, που περιλαμβάνει 17 μεταβλητές (12 φυσιολογικές μεταβλητές, ηλικία, τύπος της εισαγωγής και 3
μεταβλητές που σχετίζονται με τα υποκείμενα νοσήματα). Οι εν λόγω μεταβλητές περιγράφονται στον Πίνακα
V.2 και πολλές από αυτές (δηλαδή, το AIDS, ο μεταστατικός καρκίνος, οι αιματολογικές κακοήθειες) είναι
διχοτομούμενες (ή ποιοτικές), πράγμα που σημαίνει ότι είτε είναι παρούσες είτε απουσιάζουν. Οι υπόλοιπες
είναι συνεχείς μεταβλητές που κατηγοριοποιήθηκαν με βάση το εύρος ορισμένων τιμών. Για παράδειγμα, συ-
στολική αρτηριακή πίεση ≥ 200 mm Hg αντιστοιχεί σε 2 βαθμούς, 100 με 199 mm Hg σε 0 βαθμούς, 70-99 mm