Top Banner
132

Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Mar 21, 2016

Download

Documents

partsunknown

greek
Welcome message from author
This document is posted to help you gain knowledge. Please leave a comment to let me know what you think about it! Share it to your friends and learn new things together.
Transcript
Page 1: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος
Page 2: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος
Page 3: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

TA BIBΛIA TOY ΝΙΚΟΥ ΠΙΛΑΒΙΟΥ ΣTIΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ

ΣΤΗ ΣΕΙΡΑ: ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑΙστορίες της καρδιάς, 2011

ΣΤΗ ΣΕΙΡΑ: ΦΙΛΟΣΟΦΙΑKrishnamurti in Greece, 1998

Ο Κρισναμούρτι στην Ελλάδα, 1998

ΣΤΗ ΣΕΙΡΑ: ΣΚΙΟΥΡΑΚΙΟ Παραμυθάς 1. Το τσίρκο, 1996

Ο Παραμυθάς 2. Ο μάγος του γαλάζιουβουνού, 1996

ΣΤΗ ΣΕΙΡΑ: ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΓΙΑ ΓΟΝΕΙΣΤα ευτυχισμένα παιδιά θέλουν γονείς χωρίς

«εγώ», 2011

Page 4: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

ΝΙΚΟΣ ΠΙΛΑΒΙΟΣ

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΣΚΑΡΔΙΑΣ

ΣΧΕΔΙΑΣΤΕΦΑΝΙΑ ΤΑΠΤΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ

Page 5: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

© Copyright Νίκος Πιλάβιος – Εκδόσεις ΚαστανιώτηΑ.Ε., Αθήνα 2011

Έτος 1ης έκδοσης: 2011

Aπαγορεύεται η αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή τουπαρόντος έργου στο σύνολό του ή τμημάτων του μεοποιονδήποτε τρόπο, καθώς και η μετάφραση ήδιασκευή του ή εκμετάλλευσή του με οποιονδήποτετρόπο αναπαραγωγής έργου λόγου ή τέχνης, σύμφωναμε τις διατάξεις του ν. 2121/1993 και της ΔιεθνούςΣύμβασης Βέρνης-Παρισιού, που κυρώθηκε με το ν.100/1975. Επίσης απαγορεύεται η αναπαραγωγή τηςστοιχειοθεσίας, σελιδοποίησης, εξωφύλλου καιγενικότερα της όλης αισθητικής εμφάνισης του βιβλίου,με φωτοτυπικές, ηλεκτρονικές ή οποιεσδήποτε άλλεςμεθόδους, σύμφωνα με το άρθρο 51 του ν. 2121/1993.

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ Α.Ε.Ζαλόγγου 11, 106 78 ΑθήναT: 210-330.12.08 – 210-330.13.27 F: 210-384.24.31e-mail: [email protected]

www.kastaniotis.com

ISBN 978-960-03-5408-9

Page 6: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Στη φίλη μου Αλεξάνδρα Π.για τη βοήθεια που μου έχει δώσειμε όλη της την καρδιά. Νίκος

Page 7: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

ΣΥΝΤΟΜΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Αρκετές από αυτές τις ιστορίες έχουν γραφτεί για τοblog μου www.paramithas.gr και άλλες γι’ αυτό εδώτο βιβλίο. Τρεις από τις δεκαεπτά ιστορίες –Τοτούβλο, «Τι είναι αυτό;» και Η κυρία με ταμπισκότα– είναι παραλλαγές και διασκευές τριώνιστοριών –κάτι σαν χρονογραφήματα– πουπρωτοδιάβασα στα μέσα της δεκαετίας του ’80 στηνεφημερίδα Times of India, όταν είχα επισκεφτεί γιακάποιο διάστημα τις Ινδίες. Πολλά χρόνια αργότεραάρχισαν να κυκλοφορούν στο Ίντερνετ κι έτσι τιςξαναθυμήθηκα και με συγκίνησαν όσο και τηνπρώτη φορά που τις διάβασα. Κι επειδή είναιεντελώς μέσα στο πνεύμα και τη βασική ιδέα αυτούτου βιβλίου, αποφάσισα να τις βάλω κι αυτές εδώ,έτσι όπως τις έχω ξαναγράψει ο ίδιος.

Τέλος, θα ήθελα να πω ότι η ιδέα να γράφωτέτοιες ιστορίες στο blog ξεκίνησε από την επιθυμίαμου να πω σήμερα ιστορίες στα παιδιά τηςδεκαετίας του ’80 που έβλεπαν τότε στηντηλεόραση την εκπομπή μου «Ο παραμυθάς» και

Page 8: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

σήμερα τα ξανασυνάντησα, γονείς πια, και μουέδειξαν όλη την αγάπη που είχαν για μένα κρυμμένηστην καρδιά τους από τότε. Τους ευχαριστώ πολύ.

ΝΙΚΟΣ ΠΙΛΑΒΙΟΣ

Page 9: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

ΑΝΤΙ ΓΙΑ ΠΡΟΛΟΓΟ

«Η κούκλα από αλάτι»(Μια ιστορία από τις

αραβικές χώρες)

Page 10: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Μ ια κούκλα φτιαγμένη από αλάτι, ψάχνοντας ναβρει τι τέλος πάντων είναι η Αλήθεια, ταξίδεψε

χιλιάδες μίλια στεριάς, μέχρι που έφτασε καισταμάτησε στην άκρη της θάλασσας. Έμεινε ακίνητηκοιτάζοντας μαγεμένη εκείνη την υγρή κινούμενη μάζαπου δεν έμοιαζε με τίποτε από όλα όσα είχε δει ως τότεκαι δεν ήξερε το όνομά της. «Τι είσαι εσύ;» ρώτησε ηκούκλα από αλάτι τη θάλασσα. «Έλα μέσα και δεςμόνη σου», απάντησε η θάλασσα με ένα χαμόγελοκαλοσύνης κι αγάπης. Έτσι, η κούκλα από αλάτιπροχώρησε, τσαλαβουτώντας στα νερά, προς τα μέσα.Όσο πιο βαθιά προχωρούσε τόσο περισσότεροδιαλυόταν μέχρι που έμεινε ένα μικρό κομματάκι απόαυτή. Πριν διαλυθεί και το τελευταίο αυτό κομμάτι τηςκαι γίνει ένα με τη θάλασσα, η κούκλα από αλάτιπρόλαβε και φώναξε με θαυμασμό, μεθυσμένη από μιααλλόκοτη και πρωτόγνωρη χαρά: «Τώρα ξέρω τι είμαι!»

Page 11: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Τα ξύλινα παπούτσια της μικρήςΓιαπωνέζας

Page 12: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Μ ια φορά κι έναν καιρό, γεννήθηκε ένα κοριτσάκιπου από πολύ μικρό του είχαν βάλει εκείνα τα

ξύλινα παπούτσια που βάζουν πάντα στην Ιαπωνία στακορίτσια όλων των καλών και καθωσπρέπει οικογενειών,ώστε να μένουν τα πόδια τους μικρά και –αργότερα,όταν μεγαλώσουν– αν απατήσουνε τον άντρα τους ναμην μπορούν να τρέξουν, όταν αυτός τις κυνηγάει για νατις δείρει ή και να τις σκοτώσει.

Αλλά και από μικρό κορίτσι που ήταν και αργότεραόταν έγινε έφηβη πάλι «χρησίμευαν» τα ξύλιναπαπούτσια που κρατούσαν τα πόδια σαν μέσα σεκλουβί, γιατί αυτό το κοριτσάκι ήταν πολύ άτακτο καισυχνά έπρεπε να τρώει ξύλο για να μάθει να είναι, ότανθα μεγαλώσει, μια γυναίκα υποταγμένη, υπάκουη καιπάνω απ’ όλα «καθωσπρέπει».

Έτσι, από πολύ μικρή, φυτεύτηκαν μέσα της ο φόβοςκαι η υποταγή. Ο φόβος της τιμωρίας («μην το μάθει οπατέρας σου», «καλύτερα να μη δει η μάνα σου τιέκανες» κ.λπ.)· ο φόβος να μην την αγαπούν («όταν δενείσαι καλό παιδί δεν σ’ αγαπάω»)· ο φόβος μη μείνειμόνη, ο φόβος της απόρριψης και ένα σωρό άλλοι φόβοιπου –σαν κλουβί– την κρατούσαν φυλακισμένη μέσα

Page 13: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

τους, όπως τα ξύλινα παπούτσια τής κρατούσανφυλακισμένα τα πόδια.

Έλα, όμως, που το κοριτσάκι τρελαινόταν γιααταξίες! Τίποτα δεν μπορούσε να την κάνει να τιςσταματήσει εντελώς, να νεκρώσει μέσα της αυτή τηζωντανή και όλο υγεία ορμητική διάθεση των παιδιώνγια αταξίες! Κι όπως ήταν και πολύ ξύπνια από μικρή,βρήκε τον τρόπο να τις κάνει κρυφά, χωρίς να τηνπαίρνουνε σχεδόν ποτέ χαμπάρι. Κι έτσι άρχισε να ζειμια δεύτερη, κρυφή ζωή μέσα της, που τη βοήθαγε νααντέχει την άλλη, τόσο που μερικές φορές η άλλη ήτανσαν να μην υπήρχε.

Η πιο μεγάλη της «αταξία» ήταν εκείνη που άρχισετη μέρα που έβαλε το χέρι της ανάμεσα στα πόδια τηςκι άρχισε να χαϊδεύεται μέχρι που ένα απίστευτο κύμαευχαρίστησης πλημμύρισε ολόκληρο το σώμα της!Παρόλο που κανένας δεν της το είχε πει, ήξερε, σαναπό ένστικτο, ότι για τη μάνα της και τον πατέρα τηςαυτή ήταν η μεγαλύτερη αταξία που θα μπορούσε νακάνει ποτέ. Μάλιστα, η διαίσθησή της της είπε ότι τα«ξύλινα παπούτσια» που της φορούσαν είχαν σχέση μεαυτή την ευχαρίστηση. Ναι, σίγουρα, αυτή ηευχαρίστηση ήταν η μεγαλύτερη «αταξία» πουμπορούσε να κάνει, αλλά ήταν και αυτό που την έκανενα νιώθει τρομερή ελευθερία, μια ελευθερία που δενυπήρχε στην υπόλοιπη –βαλμένη σε «ξύλινα

Page 14: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

παπούτσια»– μίζερη ζωή της. Κι άρχισε να το κάνειόποτε μπορούσε.

Όταν, ύστερα από κάποια χρόνια, η μάνα τηςυπέθεσε ότι η κόρη της έφτασε σε ηλικία που θαέπρεπε να έχει αρχίσει να αναρωτιέται γι’ αυτή την«ευχαρίστηση», φρόντισε με τον τρόπο της να φτιάξειάλλο ένα «κλουβί» για το κοριτσάκι: την έκανε να νιώσειότι η ευχαρίστηση αυτή ήταν η μεγαλύτερη αμαρτία πουμπορούσε να κάνει μια γυναίκα, ότι ήταν κάτι φοβερόκαι ανήθικο, κάτι που «δεν αρμόζει στα καλά κορίτσια»,κάτι που το κάνεις μόνο όταν αγαπάς, κάτι που είναιμόνο για παντρεμένες, κάτι που δεν είναι για«καθωσπρέπει κοπέλες». Το ίδιο, αλλά με το δικό τουτρόπο, της το φύτεψε μέσα της και ο πατέρας της.

Έτσι, συνέχισε και στην εφηβεία της αυτή ηευχαρίστηση να είναι η μεγαλύτερη αταξία της, πουόμως έγινε σιγά σιγά και η πρώτη και βαθύτερη ενοχήτης που –αργότερα, όταν μεγάλωσε– την έκανε να μηντολμά, από ενοχή και φόβο τιμωρίας, να αντλήσει αυτήτην ευχαρίστηση από μια κανονική ερωτική σχέση καινα συνεχίζει κρυφά να την προσφέρει μόνη της στοσώμα της, μέχρι που το σταμάτησε κι αυτό!

Κάτι άλλο που ανακάλυψε από μικρή ότι της έδινεευχαρίστηση, καθώς της δημιουργούσε μια αίσθησηελευθερίας, ήταν να «παίζει θέατρο». Έστησε μέσα τηςένα θέατρο εικοσιτετράωρης λειτουργίας, όπου έπαιζε

Page 15: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

ασταμάτητα ένα έργο στο οποίο αυτή η ίδια ήταν ηηρωίδα – συνήθως κάποια που γινόταν θυσία για τουςάλλους. Αυτό της άρεσε τόσο πολύ, που όταν κάποτερίζωσε για τα καλά μέσα της, δηλαδή όταν της έγινεσυνήθεια, ξεκίνησε, δειλά δειλά στην αρχή καιακράτητα μετά, να το βγάζει προς τα έξω, και πια ημέσα και η έξω «παράσταση» έγιναν ένα, έτσι που κι ηίδια κάποτε άρχισε να μην μπορεί μερικές φορές ναξεχωρίσει τι ήταν αλήθεια και τι θέατρο.greekleech.info

Κι έτσι, το κοριτσάκι μεγαλώνοντας ήταν κάπως σανανάπηρο. Τόσα χρόνια τα πόδια του μέσα στα ξύλιναπαπούτσια έμειναν μικρά, αδύναμα, άτολμα, φοβισμένα,ανασφαλή, αβέβαια, καχύποπτα, λυπημένα – σανπουλιά που είναι χρόνια σε κλουβί. Κι έτσι, μεγάληγυναίκα πια, δεν μπορούσε να τρέξει ελεύθερα«γράφοντάς τους όλους στα παλιά της τα παπούτσια»,γιατί, βλέπετε, τα ξύλινα παπούτσια δεν παλιώνουνποτέ!

Συνέχισε την κρυφή της ζωή, συνέχισε το θέατρο πουτο είχε κάνει πια επιστήμη έτσι που και η ίδια δενμπορούσε να δει τι γίνεται στ’ αλήθεια και κορόιδευε τονίδιο της τον εαυτό, θεωρώντας ότι είναι μια ηρωίδα πουθυσιάζεται για τους άλλους – για τη μάνα της, για τονπατέρα της, για τον άντρα της... Και η «μεγάληευχαρίστηση», η «μεγάλη ελευθερία» που είχε νιώσειαπό μικρή γινόταν όλο και πιο σπάνια, και πάντως την

Page 16: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

κρατούσε πάντα ενοχικά μοναχική, καθώς φοβόταν νατην αφήσει να εκραγεί φανερά και μαζί με κάποιονάλλο, με τον άντρα της ή...

Ώσπου μια μέρα η μικρή Γιαπωνέζα ανακάλυψεότι... δεν είναι Γιαπωνέζα. Ήταν όλα ένα ψέμα.Ανακάλυψε ότι γεννήθηκε στην Ελλάδα, ότι λέγεταιΝτοντόλη, ότι ζει και δουλεύει στην Αθήνα, ότι έστησεγύρω της ένα κλουβί σχέσεων τέτοιων –στο σπίτι, στηδουλειά, στα ερωτικά, στο γάμο, στην αναζήτηση τηςαλήθειας– που να μην την αφήνουν να δει την αλήθεια.Και είδε ακόμα ότι η αλήθεια ήταν ότι είναι βαθιάδυστυχισμένη και ότι –τι περίεργο– γύρω της υπήρχανχιλιάδες «μικρές Γιαπωνέζες με ξύλινα παπούτσια» πουδεν τις έβλεπε πριν.

Όλα τα είδε μέσα σε μια στιγμή, όσο κρατάει μιαφλασιά της φωτογραφικής μηχανής. Και τότε θύμωσε.Θύμωσε γι’ αυτό που της είχαν κάνει. Θύμωσε με τονεαυτό της που το δέχτηκε. Θύμωσε γιατί κατάλαβε πωςό,τι μας συμβαίνει εμείς οι ίδιοι το έχουμε προκαλέσει ήαπλώς επιτρέψει. Κι όταν της πέρασε ο θυμός,ανακάλυψε ότι είχαν εξαφανιστεί τα «ξύλιναπαπούτσια»!

Στην αρχή τρόμαξε πολύ! Θα μπορούσε άραγε χωρίςαυτά «να σταθεί στα πόδια της»; Κάτι μέσα τηςφοβότανε πως όχι, αλλά και κάτι της έλεγε ότι μπορεί.Κι άρχισε να περπατάει δειλά δειλά μόνη της...

Page 17: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Κι έτσι τώρα πια άλλοτε παραπατάει, άλλοτεπέφτει, άλλοτε απογοητεύεται, άλλοτε χρησιμοποιείόλα τα παλιά της κόλπα, αλλά όλο και πιο πολύξεφοβάται, όλο και πιο πολύ φέρνει την κρυφή της ζωήστο φως και γίνεται έντιμη – δηλαδή: αυτό πουσκέφτεται αυτό λέει κι αυτό κάνει. Ξέρει πια πως ό,τικαι να κάνει, τα «ξύλινα παπούτσια» τα έχει πετάξει γιαπάντα – και πάντως ξέρει ότι δεν είναι Γιαπωνέζα.

Page 18: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Η αγάπη του πατέρα

Page 19: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Δ εν φανταζόταν ποτέ ότι η αγάπη που ένιωθε για τονπατέρα της και το γιο της θα της δημιουργούσε

κάποτε μέσα της τόσο μεγάλη σύγκρουση. Ο πατέραςτης, πατημένα ογδόντα, εδώ και δυο εβδομάδες είχε πιακαταρρεύσει. Η υγεία του, που τα τελευταία χρόνια δενήταν καλή εξαιτίας της καρδιάς του, χειροτέρευσε καιδεν σηκωνόταν πια από το κρεβάτι. «Έχει ακόμα ζωήαπό δέκα μέρες μέχρι ένα μήνα», είπε ο γιατρός πριναπό μερικές ώρες, που τον είδε για τελευταία φορά. Σεέξι μέρες, την Κυριακή που ερχόταν, ήταν ο γάμος τουγιου της στην Αγγλία, όπου ζούσε τα τελευταία χρόνια.Ήταν το μοναχοπαίδι της, που το μεγάλωσε από πολύνωρίς μόνη της, αφού με τον πατέρα του είχε χωρίσειστα πρώτα χρόνια του γάμου. Ήταν αδύνατο να μηνείναι στο γάμο του γιου της. Αλλά ήταν και αδύνατο νααφήσει τον πατέρα της ετοιμοθάνατο και να φύγει. Ημάνα της δεν ζούσε εδώ και χρόνια, κι ο πατέρας τηςδεν είχε άλλη απ’ αυτήν. Δεν άντεχε στη σκέψη ότιμπορεί να πέθαινε όσο εκείνη θα έλειπε. Ήταν σε τέλειοαδιέξοδο.

Πήγε όπως κάθε πρωί γύρω στις δέκα στο σπίτι του.Της άνοιξε η γυναίκα που έμενε μαζί του για να τον

Page 20: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

φροντίζει. Μόλις την είδε χαμογέλασε. «Σήμερα είναιπολύ καλύτερα ο πατέρας σου. Αν συνεχίσει έτσι, θασηκωθεί κι από το κρεβάτι!» Αυτό την μπέρδεψε πιαεντελώς.

Τον φίλησε και κάθισε δίπλα του στην άκρη τουκρεβατιού. Το μάτι της έπεσε σ’ ένα μαραμένο φύλλοπου ήταν ακουμπισμένο στο κομοδίνο δίπλα του.Εκείνος πρόσεξε το βλέμμα της. Άπλωσε το χέρι τουκαι έπιασε το δικό της. Ύστερα άρχισε να μιλάει, μ’έναν τρόπο όπως της έλεγε μικρή παραμύθια.

«Αυτό το φύλλο το μάζεψα λίγες μέρες πριν πέσωστο κρεβάτι... Μου έκανε εντύπωση αυτό το νεκρόφύλλο, έτσι απλό όπως ήταν στο θάνατό του, γεμάτοαπό την ομορφιά ολόκληρου του δέντρου! Γιατί εμείς τ’ανθρώπινα πλάσματα πεθαίνουμε τόσο μίζερα, τόσοδυστυχισμένα από αρρώστια, από μεγάλη ηλικία,γερατειά, με ζαρωμένο το κορμί, άσχημο; Γιατί δενμπορούμε να πεθάνουμε το ίδιο όμορφα όπως αυτό τοφύλλο; Τι κάνουμε λάθος; Γιατροί, φάρμακα,νοσοκομεία, εγχειρήσεις... Δεν φαίνεται να μπορούμε ναπεθάνουμε με αξιοπρέπεια, με απλότητα, μ’ έναχαμόγελο. Θα ’πρεπε από όταν είμαστε παιδιά να μαςμαθαίνουν στο σχολείο τη μεγάλη ομορφιά καιαξιοπρέπεια του θανάτου όχι σαν κάτι καταθλιπτικό,όχι σαν μια θλιβερή κατάληξη που κάποτε κανείς θααντιμετωπίσει, αλλά σαν μέρος της καθημερινής ζωής.

Page 21: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Θα ’πρεπε να μας εξηγούν από παιδιά, χωρίς κανέναφόβο, ότι η ζωή και ο θάνατος είναι ένα. Το τέλος είναι ηαρχή που έχει τέλος που είναι η αρχή... Το τέλος κάθεμέρας θα έπρεπε να είναι το τέλος του εγώ, αυτού τουεγώ που σπαταλά κανείς τη ζωή του θρέφοντάς το μεσυγκρούσεις μέσα μας, με χαρές, με δυστυχίες,πίνοντας, καπνίζοντας, ξενυχτώντας, περνώντας από τημια σχέση στην άλλη, χρησιμοποιώντας το σεξ για φυγήκαι με δουλειά, δουλειά, δουλειά... Και κάποια στιγμήαντιμετωπίζει κανείς αυτό το πράγμα που ονομάζεταιθάνατος και το φοβάται. Ο θάνατος δεν είναι κάποιαμακρινή φθορά του σώματος από γερατειά ήοποτεδήποτε από ξαφνικό ατύχημα, θα έπρεπε να είναιτο τέλος του εγώ κάθε μέρα. Αυτό σημαίνει το “μακάριοιοι πτωχοί τω πνεύματι” κι όχι μακάριοι οι ηλίθιοι. Είναιδυνατόν ένα τόσο μεγάλο πνεύμα να ήρθε στηνανθρωπότητα για να μας πει ότι πρέπει να είμαστεβλάκες; Μας είπε να μη θρέφουμε το εγώ μας, να μηνείμαστε τίποτα ψυχολογικά μέσα μας· τότε μπορεί νααγαπά ο ένας τον άλλο στην πράξη κι όχι στα λόγια,όχι θεωρητικά, κυνηγώντας ένα ιδανικό που κάποτε στομέλλον θα το φτάσεις...»

Η γυναίκα κοίταξε τα μάτια του πατέρα της πουξαφνικά είχαν γίνει τρομερά ζωηρά και η φωνή του είχεένα νεανικό πάθος. Για λίγο είχε ξεχάσει το άγχος τηςγια το γάμο του γιου της. Να όμως που το

Page 22: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

ξαναθυμήθηκε. Το πρόσωπό της σκοτείνιασε.«Τι έχεις;» τη ρώτησε ο πατέρας της που κατάλαβε

ότι κάτι την ανησυχούσε.Πήρε την απόφαση και του μίλησε. Του είπε όλη τη

σύγκρουση που είχε μέσα της, ανάμεσα στην επιθυμίατης να είναι στο γάμο του γιου της, αλλά και να είναικοντά σ’ εκείνον όσο θα χρειαζόταν. Ο πατέρας τηςσήκωσε αργά το χέρι του και της χάιδεψε τρυφερά τοπρόσωπο.

«Ούτε να το σκέφτεσαι, μωρό μου», της είπε. «Θαπας στο γάμο του γιου σου. Είναι χαζό να περιμένειςεδώ πότε θα πεθάνω».

«Μα, μπαμπά...» διαμαρτυρήθηκε εκείνη σανπαιδάκι αυτή τη φορά.

«Ούτε να το συζητάς. Ο γάμος είναι την Κυριακή καιθα είσαι εκεί. Αύριο να βγάλεις εισιτήριο για τοΣάββατο. Θα φύγεις, όπως κι αν είμαι εγώ».

Εκείνη έβαλε τα κλάματα και τον πήρε στην αγκαλιάτης, ενώ εκείνος της χάιδευε τα μαλλιά, όπως όταν ήτανμικρό κοριτσάκι και την έβαζε για ύπνο.

Το ίδιο απόγευμα, από το σπίτι της, παρήγγειλε τοεισιτήριό της με βαριά καρδιά. Έκανε μπάνιο κιετοιμάστηκε να ξαναπάει στον πατέρα της. Χτύπησε τοτηλέφωνο. Ήταν η γυναίκα που φρόντιζε τον πατέρα τηςκαι την άκουσε σαν χαμένη να της λέει πως μόλις πριναπό λίγο ο πατέρας της είχε πεθάνει μ’ ένα χαμόγελο

Page 23: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

στο πρόσωπό του. Λίγο πριν πεθάνει της είχε πει πόσοχαρούμενος ήταν που η κόρη του θα πήγαινε στο γάμοτου γιου της.

Page 24: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Το τούβλο

Page 25: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Έ νας νεαρός και επιτυχημένος διευθυντής κάποιαςπολυεθνικής εταιρείας περνάει με την καινούργια

του Πόρσε από τους δρόμους μιας γειτονιάς της Αθήνας,οδηγώντας το πολυτελές αυτοκίνητο λίγο πιο γρήγορααπό όσο θα έπρεπε σε έναν τέτοιο δρόμο. Βλέπονταςκάποια παιδιά που, παίζοντας, πετάγονταν απότομαπίσω από τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα, κατέβασεταχύτητα. Ξαφνικά, εκεί που πια δεν υπήρχαν παιδιά,του φάνηκε ότι είδε κάτι ανάμεσα σε δύο παρκαρισμένααυτοκίνητα, κι ένα τούβλο ήρθε από το πουθενά καιχτύπησε με δύναμη την πόρτα του. Φρενάρισε απότομακαι κάνοντας όπισθεν γρήγορα πήγε στο σημείο απ’όπου είδε να πετάγεται το τούβλο. Γεμάτος θυμό οοδηγός όρμησε έξω από το αυτοκίνητο, άρπαξε τοαγόρι που βρέθηκε πρώτο μπροστά του καισπρώχνοντάς το βίαια πάνω σ’ ένα παρκαρισμένοαυτοκίνητο άρχισε να ουρλιάζει: «Γιατί το ’κανες αυτό,ε; Δεν βλέπεις ότι είναι ακριβό αυτοκίνητο, κι η ζημιάπου έκανες με το τούβλο σου θα μου στοιχίσει ένασωρό λεφτά; Γιατί το ’κανες, ε;»

Το μικρό αγόρι απάντησε παρακλητικά: «Μεσυγχωρείτε, κύριε, σας παρακαλώ, με συγχωρείτε...

Page 26: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Δεν ήξερα πια τι άλλο να κάνω...» απολογήθηκε.«Πέταξα το τούβλο γιατί κανείς δεν σταματούσε...» Καιμε δάκρυα που κυλούσαν ακράτητα πια στα μάγουλάτου έδειξε πίσω του, ανάμεσα σε δυο παρκαρισμένααυτοκίνητα, ένα αναποδογυρισμένο αναπηρικόκαροτσάκι κι ένα άλλο μικρό αγόρι πεσμένο στοπεζοδρόμιο.

«Είναι ο αδελφός μου», είπε. «Όπως πήγαινα νακατεβάσω το καρότσι από το πεζοδρόμιο, μουαναποδογύρισε κι ο αδελφός μου έπεσε κάτω. Καιτώρα δεν μπορώ να τον σηκώσω». Και κλαίγοντας πιαμε ακράτητα αναφιλητά το μικρό αγόρι παρακάλεσε τοσαστισμένο οδηγό της Πόρσε: «Βοηθήστε με σαςπαρακαλώ να τον ξαναβάλω στο καροτσάκι του, έχειχτυπήσει και είναι πολύ βαρύς για μένα».

Συγκινημένος πέρα από κάθε περιγραφή ο οδηγόςπροσπάθησε να καταπιεί γρήγορα τον κόμπο που τουέπνιγε το λαιμό. Σήκωσε αμέσως το αναπηρικό καρότσι,κάθισε πάνω του το ανάπηρο αγόρι και βγάζοντας τολευκό μεταξωτό μαντίλι του με το κεντημένο μονόγραμμάτου σκούπισε το αίμα από τα φρέσκα γδαρσίματα σταχέρια και στα πόδια του ανάπηρου αγοριού πουέκλαιγε τρομαγμένο. Ύστερα του έριξε μια γρήγορηματιά από πάνω έως κάτω, βεβαιώθηκε ότι ήταν καλάκαι κατέβασε το καρότσι από το πεζοδρόμιο.

«Σας ευχαριστώ πολύ, κύριε», είπε το μικρό αγόρι

Page 27: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

στον ξένο γεμάτο ευγνωμοσύνη, «σας ευχαριστώ πάραπολύ».

Ο οδηγός της Πόρσε, χωρίς να μπορεί να αρθρώσειλέξη από την ταραχή που ένιωθε, έμεινε απλώςακίνητος εκεί, να παρακολουθεί το μικρό αγόρι νασπρώχνει την αναπηρική καρέκλα με τον αδελφό τουπρος το σπίτι τους.greekleech.info Κι ύστερα γύρισεαργά αργά πίσω στην Πόρσε του.

Η ζημιά που είχε κάνει το τούβλο ήταν φανερή, αλλάο οδηγός του αυτοκινήτου δεν μπήκε ποτέ στον κόπο ναφτιάξει τη βουλιαγμένη πόρτα του. Άφησε το βούλιαγμανα υπάρχει εκεί για πάντα, για να του θυμίζει το μήνυμαπου πήρε: μην περνάς τόσο γρήγορα κι αδιάφορα τηζωή, ώστε να χρειάζεται να σου πετάξει κανείς ένατούβλο για να τραβήξει την προσοχή σου.

Η ζωή ψιθυρίζει στην ψυχή μας και μιλάει στηνκαρδιά μας. Κι όταν δεν έχουμε καιρό να τηνακούσουμε, χρειάζεται να μας πετάξει ένα «τούβλο» γιανα το κάνουμε. Η επιλογή είναι δική μας: να ακούμε τονψίθυρο ή να περιμένουμε το «τούβλο».

Page 28: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

«Τι είναι αυτό;»

Page 29: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Έ νας πατέρας, γύρω στα ογδόντα, καθόταν στηβεράντα του εξοχικού του σπιτιού μαζί με το

σαρανταπεντάρη γιο του που είχε έρθει για να τον δεικαι διάβαζε εφημερίδα. Ξαφνικά, στην άλλη άκρη τηςβεράντας ήρθε και κούρνιασε ένα σπουργίτι.

«Τι είναι αυτό;» ρώτησε ο πατέρας το γιο.«Ένα σπουργίτι», απάντησε ο γιος.Ύστερα από λίγα λεπτά, ο πατέρας ξαναρωτάει το

γιο του: «Τι είναι αυτό;»Κι ο γιος του του απαντάει: «Μόλις σου το είπα,

πατέρα, ένα σπουργίτι».Ύστερα από λίγο, ο γερο-πατέρας ξαναρωτάει το

γιο του για τρίτη φορά: «Τι είναι αυτό;»Αυτή τη φορά υπήρχε ένας εκνευρισμός στη φωνή

του γιου καθώς απάντησε στον πατέρα τουπεριφρονητικά: «Ένα σπουργίτι, πατέρα, ένα σπουργίτι,ένα σπουρ-γί-τι».

Και λίγο μετά, ο πατέρας ξαναρωτάει το γιο του γιατέταρτη φορά: «Τι είναι αυτό;»

Αυτή τη φορά ο γιος έβαλε τις φωνές στον πατέρατου: «Γιατί με ρωτάς και με ξαναρωτάς το ίδιο πράγμα,αφού σου έχω ήδη απαντήσει τόσες φορές; ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ

Page 30: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

ΣΠΟΥΡΓΙΤΙ. Δεν μπορείς να το καταλάβεις;»Λίγο αργότερα, ο πατέρας πήγε στο δωμάτιό του και

γύρισε κρατώντας ένα παλιό τετράδιο με ένα ξεφτισμένοχοντρό εξώφυλλο. Ήταν ένα ημερολόγιο που είχεαρχίσει να κρατάει τη μέρα που γεννήθηκε ο γιος του.Το άνοιξε σε μια σελίδα και ζήτησε από το γιο του να τηδιαβάσει δυνατά. Εκείνος, δυσφορώντας, άρχισε ναδιαβάζει εκείνη τη σελίδα από το ημερολόγιο τουπατέρα του:

Σήμερα, ο μικρός μου γιος, που πριν από λίγες μέρεςέκλεισε τα τρία, καθόταν μαζί μου έξω στη βεράντα,όταν ένα σπουργίτι ήρθε και κάθισε στα κάγκελα. Ογιος μου με ρώτησε είκοσι μία φορές τι ήταν αυτό καιτου απάντησα και τις είκοσι μία φορές ότι ήταν ένασπουργίτι. Τον αγκάλιασα τρυφερά και τις είκοσι μίαφορές που μου έκανε την ίδια ερώτηση ξανά και ξανά,χωρίς να εκνευριστώ, νιώθοντας στοργή για το αθώοαγοράκι μου.

Ο γιος σκέφτηκε ότι ενώ ο πατέρας του του είχεαπαντήσει και τις είκοσι μία φορές στην ίδια ερώτηση,«τι είναι αυτό;», που του είχε κάνει όταν ήταν τριώνχρονών χωρίς να εκνευριστεί, εκείνος σήμερα, όταν οπατέρας του του έκανε μόλις τέσσερις φορές την ίδιαερώτηση, εκνευρίστηκε και ενοχλήθηκε.

Δάκρυα κύλησαν στα μάτια του γιου κι έσφιξε το

Page 31: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

γέρο πατέρα του στην αγκαλιά του.

Page 32: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Ένα βράδυ στο στρατό

Page 33: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Μ έσα σε όλα όσα πέρασε στο στρατό είκοσιτέσσερις ολόκληρους μήνες, υπήρχε μόνο μία

στιγμή χαράς και καλοσύνης που είχε ζήσει εκεί, πουδεν την περίμενε ποτέ και που δεν την ξέχασε ποτέ του.

Ήταν Ιούλιος του 1964, στα είκοσι ένα του, ότανβρέθηκε να υπηρετεί, μετά το Κέντρο ΝεοσυλλέκτωνΚορίνθου, στο 644 Τεθωρακισμένο Τάγμα Πεζικού, στηΣταυρούπολη, στη Θεσσαλονίκη. Ήταν ζόρικα.Ανάμεσα στα παιδιά του λόχου ήταν κι ο Στέλιος. ΟΣτέλιος ήταν ομοφυλόφιλος. Αυτό στο στρατό και εκείνημάλιστα την εποχή ήταν ζόρικο. Πολύ ζόρικο. Δεν τονάφηναν σε χλωρό κλαρί τον άνθρωπο! Όταν δεν ήτανμπροστά αξιωματικοί, οι φαντάροι είτε τον «ξεφώνιζαν»με το κλασικό «σύυυυκααα...» είτε τον φώναζαν«Στέλλααα». Δεν ήξερε κανείς γιατί και πώς είχε βγειαυτό, αλλά τότε η κραυγή «σύκα» έδινε κι έπαιρνε ως«ξεφωνητό». Επίσης, επειδή ήταν ακόμα νωπή η μνήμητης ταινίας Στέλλα του Κακογιάννη, μερικές φορές οι πιοθρασείς φώναζαν στον Στέλιο: «Στέλλα, φύγε... κρατάωμαχαίρι...» από τη γνωστή σκηνή όπου ο Φούνταςμαχαιρώνει τη Μερκούρη. Από τα σαράντα άτομα τουλόχου, ήταν λιγότεροι από πέντε εκείνοι που δεν

Page 34: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

πειράζανε ποτέ τον Στέλιο και του φέρονταν κανονικά. Οίδιος ήταν ένα εξαιρετικό παιδί. Δεν προκαλούσε ποτέ,ήταν φιλικός με όλους και στα πειράγματα παρέμενεατάραχος, διότι είχε και εξαιρετικό χιούμορ. Έτσι,καθώς εκείνος δεν θεωρούσε ότι ντε και καλά όλοιπρέπει να έχουν τις ίδιες σεξουαλικές προτιμήσεις, τονσυμπαθούσε πολύ και το κοινό χιούμορ τους τους έκανενα ανταλλάσσουν οι δυο τους, κάθε μέρα σχεδόν,ανέκδοτα.

Ένα Σαββατοκύριακο προς το τέλος του μήνα, κι ενώοι περισσότεροι φαντάροι ετοιμάζονταν να βγούνε μεσαρανταοχτάωρες και εικοσιτετράωρες άδειες, ήρθεδιαταγή να μείνουνε μέσα σε επιφυλακή, επειδή είχεδημιουργηθεί ένταση με την Τουρκία! Τα ’χανε βάψειόλοι μαύρα. Όσοι έχουν κάνει στρατό θα το καταλάβουναυτό. Όταν το βράδυ στις οχτώ η σάλπιγγα σήμανεσιωπητήριο, όλο το τάγμα μαζεύτηκε μέσα στουςλόχους. Φυσικά, δεν είχε κανείς όρεξη για ύπνο, αφούάλλωστε την άλλη μέρα ήταν Κυριακή και θαμπορούσαν να κοιμηθούνε όσο θέλανε. Έτσι, μπήκανεόλοι στο λόχο τους, κάτσανε στα κρεβάτια τους, πάνωκαι κάτω, ενώ στη μέση του θαλάμου ήρθε και κάθισεένα παιδί που έπαιζε ακορντεόν. Άρχισε να παίζει καισιγά σιγά τους έφτιαξε το κέφι κι αρχίσανε άλλοι ναχτυπάνε παλαμάκια κι άλλοι να τραγουδάνε. Κάποιαστιγμή, ο ακορντεονίστας άρχισε να παίζει το τραγούδι

Page 35: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

«Άσ’ τα τα μαλλάκια σου», που είναι βαλς. Πολλοίπιάστηκαν αγκαζέ εκεί όπου κάθονταν κι άρχισαν νακουνιούνται μια δεξιά και μια αριστερά στο ρυθμό τουβαλς. Το κέφι είχε ανάψει. Και τότε ο Στέλιος σηκώθηκεαπό το κρεβάτι του, πήγε στη μέση κι άρχισε ναχορεύει μόνος του βαλς. Το τι έγινε δεν περιγράφεται!Όλοι άρχισαν να χειροκροτούν και να σφυρίζουνενθουσιασμένοι. Ο Στέλιος στροβιλιζόταν πανευτυχής,με ένα τεράστιο χαμόγελο στο πρόσωπό του. Και τότεεκείνος, χωρίς να σκεφτεί τίποτα, κατέβηκε από τοκρεβάτι του και πλησίασε τον Στέλιο απλώνοντας ταχέρια του σαν να του ζητούσε να τον χορέψει. ΟΣτέλιος, χωρίς να διστάσει στιγμή, έπιασε τα χέρια τουκαι ακολουθώντας αμέσως τη γυναικεία κίνηση πήρε τορόλο της ντάμας κι αρχίσανε να χορεύουνε βαλς. Έγινεπανδαιμόνιο στο θάλαμο. Σφυρίγματα, χειροκροτήματα,αλλά ούτε ένα προστυχόλογο, όπως έλεγαν συνήθως!Και ξαφνικά, αφού εκείνος είχε χορέψει κάναπεντάλεπτο με τον Στέλιο, ήρθε ένας άλλος φαντάροςκαι ζήτησε να τον χορέψει κι αυτός. Έτσι, συνέχισε τοβαλς με τον Στέλιο ο άλλος φαντάρος. Σιγά σιγά ταπολλά σφυρίγματα και χειροκροτήματα σταμάτησαν καιο ακορντεονίστας έπαιζε το ένα βαλς μετά το άλλο, ενώένας ένας οι φαντάροι, όλοι σχεδόν, χόρεψαν με τονΣτέλιο.greekleech.info Η ατμόσφαιρα στο θάλαμο είχεμια λεπτή ευαισθησία. Δεν ακούστηκε η παραμικρή

Page 36: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

ειρωνική λέξη. Ο Στέλιος, με μια βαθιά αξιοπρέπεια,έπαιξε το ρόλο της ντάμας για όλους τους φαντάρουςπου χόρεψαν μαζί του. Ένιωθε κανείς μια φοβερή χαράνα γεμίζει το θάλαμο, καθώς είχε εξαφανιστεί η κακίακαι η μιζέρια που γεννάει η έλλειψη σεβασμού στηδιαφορετικότητα του άλλου και όλοι διασκεδάζανε μετην καρδιά τους, που είχε ανοίξει, και χαίρονταν με αυτόπου βλέπανε. Συνεχίσανε έτσι μέχρι που ήρθε οαξιωματικός υπηρεσίας και τους σταμάτησε.

Από την άλλη μέρα και μέχρι που φύγανε από τοτάγμα ούτε μία φορά δεν ξαναπείραξε κανείς τον Στέλιο·ούτε μία φορά δεν ξανακούστηκε το «σύκα» ή το«Στέλλα».

Page 37: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

DNA

Page 38: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Π αρόλο που βαριότανε τις ομιλίες, τις διαλέξεις καιτέτοια, αυτή τη φορά δεν θα τη γλίτωνε: ο

καλύτερος φίλος του, ειδικευμένος σε θέματαπρογεννητικής ψυχολογίας, θα έκανε ανακοίνωση για τααποτελέσματα σαράντα χρόνων έρευνάς του πάνω στοθέμα. Του είχε κρατήσει θέση στην πρώτη σειρά μαζί μετους επισήμους.

Στα πρώτα κιόλας λεπτά της ομιλίας ένιωσε ένασφίξιμο στο στομάχι και με κόπο συγκράτησε ταδάκρυα που αισθάνθηκε να ανεβαίνουν στα μάτια του,καθώς άκουγε το φίλο του να λέει: «Η προγεννητικήψυχιατρική, αρχίζοντας από το 1960 με τη χρήση μιαςομάδας ψυχοτρόπων φαρμάκων και μέσα από συνεδρίεςβαθιάς ψυχοθεραπείας, οδηγήθηκε σε ευρήματασύμφωνα με τα οποία σοβαρές ψυχικές διαταραχές –όπως η κατάθλιψη, η νεύρωση, η μανιοκατάθλιψη, οιψυχοσωματικές αντιδράσεις– έχουν σχέση μεδυσάρεστες συναισθηματικές συνθήκες στη διάρκεια τηςενδομήτριας ζωής μεγάλου αριθμού ατόμων πουπαρουσιάζουν τέτοιου είδους ψυχικές ασθένειες...»

Ο νους του για δευτερόλεπτα έτρεξε στην κόρη του,τριανταπεντάρα πια, που την είχε μεγαλώσει μόνος του,

Page 39: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

καθώς η μητέρα της είχε πεθάνει λίγες μέρες μετά τηγέννα. Προσπάθησε να συγκεντρωθεί και πάλι στηνομιλία.

«...Σύμφωνα με την τελική επεξεργασία του υλικούτων συνεδριών, οι ασθενείς αυτοί κατά τη διάρκεια τωνσυνεδριών αναβίωναν συναισθήματα που προκλήθηκαναπό “ερεθίσματα-μηνύματα” εκπορευόμενα από τομητρικό σώμα κατά την ενδομήτρια ζωή τους, μητρικάερεθίσματα συγκινησιακού χαρακτήρα που έθεταν υπόαμφισβήτηση την ύπαρξή τους, την παρουσία τους μέσαστη μήτρα, δίνοντας ένα αίσθημα θανάτου, ή μητρικάερεθίσματα που αντιστρατεύονταν ακόμα και τηνταυτότητα του φύλου τους. Εδώ μπορούμε να κάνουμετην υπόθεση ότι “στο στάδιο της σύλληψης, καθώς καιτων υπόλοιπων εννέα μηνών της κύησης αυτών τωνασθενών, με κάποια άλλη διεργασία που πηγάζει από τημητέρα και ειδικότερα με την έκλυση νευροπεπτιδίων ωςαποτέλεσμα των συναισθημάτων της μητρός ως προς τοκύημα, τροποποιείται εν δυνάμει το κυτταρικόπεριεχόμενο και κάποια στιγμή στο μέλλον, υπό ειδικέςσυνθήκες, εκδηλώνονται όλες αυτές οι διαταραχές”.Μήπως και οι δύο διαταραχές οφείλονται σε μία κοινήαιτία, που είναι η μνήμη και η οποία έχει ξεκινήσει με τιςαπορρίψεις κατά την ενδομήτρια ζωή τους;»

Τώρα πια ο νους του έφυγε μακριά κι άρχισε ναβλέπει τη ζωή του σαν ταινία.

Page 40: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Λίγες εβδομάδες μετά το γάμο τους, η γυναίκα τουέμεινε έγκυος. Ήταν στα είκοσι πέντε τους και οι δύο.Από την αρχή έκαναν σχέδια για το πώς θα βγάλουν τοπαιδί αν είναι αγόρι και πώς αν είναι κορίτσι –εκείνες τιςεποχές δεν μπορούσες να ξέρεις το φύλο του παιδιούπριν γεννηθεί–, πού θα μπει το κρεβατάκι του, τι χρώμαρουχαλάκια ν’ αρχίσουν να παίρνουν και τέτοια. Όμως,λίγο πριν κλείσει τον τρίτο μήνα το μωρό έπαψε «ναμεγαλώνει», έγινε διακοπή της εγκυμοσύνης, κιαναγκαστικά η γυναίκα του έκανε απόξεση για νακαθαρίσει η μήτρα της από το νεκρό έμβρυο. Πρινπεράσει, όμως, ένας χρόνος ξανάμεινε έγκυος. Πάλιενθουσιασμός, πάλι σχέδια, αλλά και πάλι το ίδιοτέλος, εκεί γύρω στον τρίτο μήνα. Αυτή η ιστορίαεπαναλήφθηκε άλλες δύο φορές. Την πέμπτη φορά πουέμεινε έγκυος, έξι χρόνια μετά την πρώτη εγκυμοσύνη,αποφάσισαν να πάνε σε έναν ειδικό ορμονολόγο, πουαπό την πρώτη στιγμή άρχισε μια ειδική ορμονικήθεραπεία. Όταν στον τρίτο μήνα τούς ανήγγειλε μεβεβαιότητα ότι αυτό το παιδί θα γεννιόταν, εκείνοςπέταξε από τη χαρά του, ενώ η γυναίκα του, που είχετρομάξει από τις τέσσερις προηγούμενες φορές, ήτανπιο διστακτική. Όσο προχωρούσε η εγκυμοσύνη τηςτόσο πιο ανήσυχη έδειχνε, κάπνιζε συνέχεια καικάποιες φορές πεταγόταν στον ύπνο της κι έλεγε ναπάνε να κάνει έκτρωση! Εκείνος της έδινε κουράγιο,

Page 41: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

μέχρι που τους τρεις τελευταίους μήνες ο γιατρός τήςέδωσε ηρεμιστικά. Κι έφτασε η μέρα της γέννας. Ηγυναίκα του μπήκε στο χειρουργείο στις οχτώ το πρωίκαι μέχρι τις δύο το μεσημέρι δεν είχε γεννήσει, ότανξαφνικά εμφανίστηκε στην αίθουσα αναμονής ο γιατρόςκαι τον φώναξε. «Λυπάμαι πολύ, αλλά θα πρέπει ναδιαλέξεις», του είπε, «γιατί υπάρχει περίπτωση ναχάσουμε τη γυναίκα σου. Αλλιώς θα πρέπει νααποφασίσεις να μη ζήσει το παιδί». Τα ’χασε. Όλη ηιστορία έμοιαζε με έναν κακό εφιάλτη. Το κεφάλι τουπήγαινε να σπάσει. Ήθελε τόσο πολύ αυτό το παιδί,αλλά... «Θέλω να ζήσει η γυναίκα μου», είπε ύστερααπό λιγότερο από ένα λεπτό. «Εντάξει», είπε ο γιατρόςκαι βγήκε από την πόρτα του χειρουργείου. Μισή ώρααργότερα άκουσε από τα μεγάφωνα το όνομά του καιπέρασε κι αυτός την πόρτα του χειρουργείου, όπου τονπερίμενε μια νοσοκόμα με ένα πλαστικό καροτσάκι πουείχε μέσα ένα μωρό που κοιμόταν ήσυχο. «Κοριτσάκι»,του είπε η νοσοκόμα, ξετυλίγοντας το λευκό πανάκι πουκάλυπτε το κάτω μέρος του σώματος του μωρού, κιύστερα πιάνοντας από τους αστραγάλους τα δυο μικράποδαράκια τα άνοιξε για να δει ο πατέρας από μόνοςτου το φύλο της κόρης του. Η θέα αυτού του μέρους τουγυναικείου σώματος που τόσο είχε ποθήσει στη ζωή τουτώρα του δημιουργούσε απίστευτα συναισθήματατρυφερότητας, έτσι γυμνό, απροστάτευτο, ευαίσθητο και

Page 42: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

ευάλωτο που το είχε μπροστά του. Αυτό τοσυναίσθημα, μαζί με όσα ακολούθησαν τους επόμενουςμήνες, για τούτο το σημείο του γυναικείου σώματος, θατον συνόδευε σε όλη του τη ζωή. Η νοσοκόμαξανασκέπασε το μωρό και πήρε το καροτσάκι μέσα στοχειρουργείο, ενώ εμφανίστηκε ο γιατρός. «Η γυναίκαμου», τον ρώτησε εκείνος με αγωνία, «θα ζήσει;» «Αςελπίσουμε ότι θα τα καταφέρει», απάντησε ο γιατρόςαγκαλιάζοντάς τον από τον ώμο, «αλλά πολύφοβάμαι... Επέμενε πολύ να το γεννήσει ζωντανό...Πήγαινε στο δωμάτιο, σε κάνα τέταρτο θα τη φέρουν».

Λίγο αργότερα καθόταν δίπλα της στο κρεβάτι καιτης χάιδευε το κεφάλι. «Είδες τι όμορφη που είναι;» τουψιθύρισε εκείνη με κόπο, μισανοίγοντας τα μάτια της.«Κούκλα», της απάντησε εκείνος, «κούκλα», και ταμάτια του βούρκωσαν. «Θέλω να σου πω κάτι»,συνέχισε εκείνη με κλειστά μάτια, «αν δεν ζήσω, σουέχω αφήσει ένα γράμμα στο κουτί με τα κοσμήματα,που είναι στο κομοδίνο της κρεβατοκάμαρας...» «Έλα,άσε τις μαλακίες και κοιμήσου τώρα», της είπε εκείνοςχαϊδεύοντάς την.

Ύστερα από τρεις μέρες η γυναίκα του πέθανε. Τηνεπόμενη μέρα έφυγε από την κλινική μόνος του, με τομωρό στην αγκαλιά του και παρέα μια φίλη τουςπαιδίατρο. Εκείνη ήταν που του έδειξε πώς να πλένεικαι να καθαρίζει το μωρό, πώς να το αλλάζει, πώς να

Page 43: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

ετοιμάζει το γάλα του, πώς να το ταΐζει και διάφοραάλλα. Από εκείνη την ημέρα η ζωή του άλλαξε εντελώς.Καθώς δεν υπήρχε κανείς να τον βοηθήσει, άρχισε νακοιμάται στο δωμάτιο του μωρού, για να το ακούει καινα το ταΐζει στις δύο και στις έξι το πρωί και να τοκαθαρίζει κάθε φορά που ήταν λερωμένο. Η καθημερινήεπαφή με αυτό το σημείο του γυναικείου σώματος –καιμάλιστα σε αυτή την κατάσταση που έπρεπε να τοκαθαρίσει– ήρθε και βάθυνε όσα ένιωσε την πρώτηστιγμή που το αντίκρισε στο νοσοκομείο. Καθώς δενυπήρχαν ούτε μάνα ούτε πεθερά για να τον βοηθήσουν,αναγκάστηκε να πάρει μια γυναίκα για να μένει όλη τημέρα στο σπίτι με το μωρό. Όμως, δεν την άφηνε να δίνειεκείνη γάλα στο μωρό με το μπιμπερό. Αυτό το έκανεπάντα ο ίδιος, κάθε τέσσερις ώρες στην αρχή και κάθεέξι μετά. Ακόμα και όταν ήταν στη δουλειά του, είχε πειτο πρόβλημά του κι έφευγε για να πάει στην κόρη του.«Πας να θηλάσεις πάλι;» του έκαναν πλάκα κάθε φοράπου έβγαινε από το γραφείο του.

Τα χρόνια πέρασαν χωρίς να τα καταλάβει. Το μωρόέγινε κοριτσάκι που πήγαινε νηπιαγωγείο, δημοτικό...Τώρα πια δεν τη «θήλαζε», υπήρχε γυναίκα πουφρόντιζε το σπίτι και το φαΐ, αλλά εκείνος την κατέβαζετο πρωί στο σχολικό, την τάιζε τα βράδια, την έβαζε στοκρεβάτι και της έλεγε πάντα ένα παραμύθι πρινκοιμηθεί. Τα καλοκαίρια πηγαίνανε οι δυο τους

Page 44: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

διακοπές και της έμαθε να κολυμπάει, να κάνειποδήλατο κι αργότερα να πηγαίνει στον κοντινό φούρνογια ψωμί ή στο περίπτερο για εφημερίδα. Το χειμώνα,όταν το κοριτσάκι άρχισε να πηγαίνει σε πάρτι, ήτανυποχρεωμένος τα πρώτα χρόνια του νηπιαγωγείου καιτου δημοτικού να κάθεται μαζί της σε όλο το πάρτι.Ήταν ο μόνος πατέρας ανάμεσα στις μαμάδες πουσυνόδευαν τα παιδιά τους. Εκεί γνώρισε μια χωρισμένηκυρία, ερωτεύτηκαν κι αποφάσισαν να παντρευτούν. Ηστιγμή που το ανήγγειλε στην κόρη του ήταν ζόρικη,γιατί εκείνη έβαλε τα κλάματα καθώς νόμισε ότι οπατέρας της θα την άφηνε κι αυτός τρόμαξε να τηνπείσει ότι θα ήταν καλύτερα, αφού τώρα θα είχε καιέναν αδελφό που θα μπορούσε να παίζει μαζί του. Τοκοριτσάκι ήταν πια οχτώ χρονών.

Και ήρθε η μέρα της μετακόμισης, λίγες μέρες πρινγίνει ο γάμος. Όλα τα προηγούμενα χρόνια δεν είχεξανακοιμηθεί στην κρεβατοκάμαρα όπου κοιμόντουσανμε τη γυναίκα του. Όταν η κόρη του έγινε τριών χρονών,της έδωσε εκείνης το δωμάτιο κι αυτός έκανεκρεβατοκάμαρά του το παιδικό δωμάτιο, φροντίζονταςνα μην κοιμηθεί ποτέ στο ίδιο κρεβάτι με την κόρη του,ακόμα κι όταν εκείνη τον «εκβίαζε» με τα νάζια της ή μετο κλάμα της. Όλα τα έπιπλά τους θα τα μετακόμιζανστο μεγαλύτερο σπίτι που νοίκιασαν. Λίγες μέρες πριν,άρχισε να μαζεύει σε κούτες τα πράγματα. Κάποια

Page 45: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

στιγμή ήρθε η ώρα να αδειάσει και το κομοδίνο τηςπαλιάς του κρεβατοκάμαρας. Ήταν η πρώτη φοράύστερα από οχτώ χρόνια που άνοιγε τα συρτάρια τουκομοδίνου. Εκεί ήταν και το κουτί με τα κοσμήματα τηςγυναίκας του όπου, πριν πεθάνει, του είχε πει ότι μέσαθα έβρισκε ένα γράμμα που του είχε γράψει.Σταμάτησε για λίγο κρατώντας το στα χέρια τουσυγκινημένος. Γύρισε μαλακά το μικρό κλειδάκι πουήταν πάνω στο κουτί και το άνοιξε. Μέσα, κάτω από τακοσμήματα, ήταν ένα χαρτί διπλωμένο στα τέσσεραχωρίς φάκελο. Το άνοιξε και το διάβασε.

Δημήτρη. Έχω ένα κακό προαίσθημα ότι δενπρόκειται να ζήσω μετά τη γέννα. Παιδεύτηκα πολύπριν αποφασίσω να σου γράψω αυτό το γράμμα. Αλλάεπειδή έτσι κι αλλιώς έχω αποφασίσει ότι, αν ζήσω,θα σου πω αυτό που θα διαβάσεις, κατέληξα να τοκάνω. Πρώτα απ’ όλα θα ήθελα να σου πω, αφού θαδιαβάσεις το γράμμα μόλις γυρίσεις σπίτι, ότι αν τομωρό είναι κοριτσάκι –όπως προαισθάνομαι– θαήθελα να το βγάλεις Νίκη, επειδή κατάφερε να νικήσειόλα τα προβλήματα που είχα στις προηγούμενεςεγκυμοσύνες και στη δική της και να γεννηθεί.

Σταμάτησε για λίγο να διαβάζει το γράμμα καισκέφτηκε: «Τι περίεργο! Την έβγαλα Νίκη για τον ίδιολόγο, χωρίς να έχω διαβάσει τότε το γράμμα».

Page 46: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Ξανάρχισε να διαβάζει.

Εκείνο που θέλω να σου πω και που με βασάνισετους εννιά μήνες της εγκυμοσύνης είναι ότι την ίδιαμέρα που ύστερα από πολύ καιρό κάναμε οι δυο μαςέρωτα κι έμεινα έγκυος, την ίδια μέρα το απόγευμαείχα κάνει έρωτα για πρώτη φορά και με ένανάνθρωπο που είχα ερωτευτεί. Όταν έδειξε το τεστ ότιείμαι έγκυος μου ήρθε τρέλα, αλλά μετά σκέφτηκα ότιούτε αυτό το παιδί θα γεννηθεί, όπως και ταπροηγούμενα τέσσερα, και ησύχασα. Όσοπροχωρούσε η εγκυμοσύνη και δεν έχανα το παιδίτόσο έμπαινα στην κόλαση. Δεν ήξερα τι να κάνω: νασου πω αυτό που είχε γίνει και να κάνω έκτρωση ή νατο κρατήσω, αφού πιθανόν να ήταν και η τελευταίαμου ευκαιρία να κάνω παιδί ύστερα από τόσεςαποτυχίες; Τελικά το κράτησα και αποφάσισα ότικάποια στιγμή θα σ’ το πω. Τον τελευταίο μήνα κάτιμου έλεγε μέσα μου ότι μπορεί και να μη ζήσω μετά τηγέννα κι έτσι αποφάσισα να σου αφήσω αυτό τογράμμα. Σ’ αγαπώ. Συγγνώμη. Να είστε και οι δύοκαλά.

Τελειώνοντας το γράμμα τα μάτια του έτρεχαν δάκρυα.Για εκείνη. Που δεν έζησε να δει την κόρη της... Πουπέρασε όλη αυτή την κόλαση μόνη της... Ώστε γι’ αυτόπεταγόταν τις νύχτες κι έλεγε να πάει να κάνει

Page 47: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

έκτρωση... Γι’ αυτό κάπνιζε σαν φουγάρο και στο τέλοςέπαιρνε ηρεμιστικά... Κι η Νίκη; Ίσως να μην είναι κόρητου... Χαμογέλασε. Ξαναδίπλωσε το γράμμα στατέσσερα όπως το είχε βρει και ήσυχα έσκισε το χαρτίσε πολλά μικρά κομματάκια και το πέταξε στο καλάθιμε τα σκουπίδια. Ύστερα συνέχισε το πακετάρισμα.

Τα επόμενα χρόνια που πέρασαν αυτό το γράμμαθάφτηκε μέσα του. Η κόρη του μεγάλωνε μαζί με τηνκαινούργια του οικογένεια. Ήταν ζόρικο κορίτσι. Μεπολλά πάνω κάτω και έντονες αντιδράσεις. Σταδεκατρία έκανε μια απόπειρα αυτοκτονίας για ένααγόρι. Στα δεκαέξι το έσκασε για μερικές μέρες από τοσπίτι. Στα είκοσι δοκίμασε ναρκωτικά, αλλά βγήκεπολύ γρήγορα. Κάποια στιγμή δοκίμασε να κάνειψυχανάλυση, αλλά γρήγορα της φάνηκε άχρηστο και τοπαράτησε. Άλλωστε ο πατέρας της ήταν πάντα εκεί γι’αυτήν και εκείνη του τα έλεγε όλα. Σπούδασε γραφικέςτέχνες κι έπιασε αμέσως δουλειά. Στα είκοσι δύοπαντρεύτηκε και στα είκοσι πέντε χώρισε, χωρίς νααφήσει ποτέ τον άντρα της να κάνουν παιδί. Στα είκοσιέξι εξαφανίστηκε από τη δουλειά της και από τονπατέρα της, στέλνοντάς του μήνυμα «Μη με ψάξεις. Θασε πάρω εγώ. Η ψυχή μου είναι με σωληνάκια. Θα γίνωκαλά». Ξαναγύρισε ύστερα από τρεις μήνες κι έδειχνεκαλά. Άρχισε πάλι να δουλεύει. Πού και πού είχεδιάφορες εκρήξεις, αλλά έχοντας περάσει πια τα

Page 48: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

τριάντα έδειχνε να έχει κατασταλάξει. Το μόνο που δενείχε αλλάξει ήταν η ένταση που ένιωθε και τα μεγάλαπάνω και κάτω.

Καθώς τα σκεφτόταν αυτά, ο διπλανός τουανασηκώθηκε στο κάθισμά του και τον σκούντησεφέρνοντάς τον πίσω στην αίθουσα της ομιλίας του φίλουτου. Δεν είχε καταλάβει πόση ώρα είχε πάψει να τονακούει, αλλά η ομιλία έμοιαζε να πλησιάζει στο τέλοςτης και η προσοχή του ξαναγύρισε σ’ αυτήν.

«...Κάτω από ορισμένες συνθήκες είναι δυνατόν γιαένα άτομο να ανακληθούν από τη μνήμη του επιθυμίεςυπαρξιακού αφανισμού όπως αυτές είχαν μεταφερθείαπό την εγκυμονούσα μητέρα του σε αυτό, όνταςέμβρυο. Τέτοιες συνθήκες μπορεί να είναι η απώλειαενός αγαπημένου προσώπου (εισπράττεται ωςαπόρριψη) στο οποίο το υποκείμενο είναιπροσκολλημένο ή η συναισθηματική απόρριψη από ένανερωτικό σύντροφο, η αποτυχία μιας εξέτασης, μιαδημόσια προσβολή ή ακόμα μια παρατήρηση από τοδάσκαλο ή τον προϊστάμενο. Ένα τέτοιο απορριπτικό καιφοβογόνο ερέθισμα όπως τα παραπάνω, περνώνταςβαθύτερα μέσα στο νευρικό σύστημα του ατόμου,συντονίζεται με κάτι ανάλογο, κάτι γνώριμο, σεκυτταρικό επίπεδο και τότε αναδύεται αυτούσιος ουπαρξιακός φόβος όπως τον βίωσε το άτομο ως έμβρυο,κυριαρχώντας ασυνείδητα σε όλα τα επίπεδα του

Page 49: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

ψυχισμού του, επηρεάζοντας την εσωτερική τουισορροπία, με αυτοκαταστροφική τάση καιαυτοαπόρριψη ή διαταράσσοντας τις σχέσεις του με τοεξωτερικό περιβάλλον με επιθετική ή και καταστροφικήσυμπεριφορά απέναντι σε ανθρώπους και οικοσύστημα.Κάτω από τέτοιες συνθήκες απόρριψης, λοιπόν, το κάθεκύτταρο ξαναζεί την ανάμνηση αφανισμού του όπως τηδέχτηκε στα πρώτα στάδια της δημιουργίας του, κάτιπου διαταράσσει την εναρμόνισή του με το φυσικόπεριβάλλον και τότε το επίπεδο συνείδησης όλων αυτώντων ζωντανών κυττάρων του έμβιου συστήματος (κάτιπου θα μπορούσαμε να το πούμε ψυχή) αποφασίζει τηναποδέσμευσή του από την ύλη και κατ’ επέκταση απότον πόνο, αποζητώντας τη λύτρωση. Με ποιο τρόποόμως; Ίσως με αυτοκτονικές τάσεις, που θα μπορούσαννα αποτελέσουν υλοποίηση της επιθυμίας της “μήτρας-μητέρας”, όταν ευχότανε το θάνατο του εμβρύου πουκυοφορούσε δημιουργώντας πρόσφορο έδαφος γιααξεπέραστο ψυχικό πόνο, ή με πιο χρόνιες διαδικασίεςαυτοεξόντωσης, όταν το άτομο αδυνατεί να ξεπεράσει τοένστικτο της αυτοσυντήρησης, καταφεύγοντας, λόγουχάρη, στο αλκοόλ ή στην υπερβολική ταχύτητα ώσπουνα πέσει πάνω σε κάποιο εμπόδιο ή τον πιο αργόθάνατο, κάνοντας χρήση ναρκωτικών, ή με τηνεκδήλωση κάποιας αυτοάνοσης ασθένειας...»

Όλα αυτά που άκουγε ταίριαζαν με την περίπτωση

Page 50: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

της κόρης του. Οι τελευταίες φράσεις τον έπεισαν. Τώραπια είχε πάρει την απόφασή του. Θα μιλούσε στην κόρητου για το γράμμα της μάνας της και θα της έδινε τηνομιλία του φίλου, πιστεύοντας ότι έτσι θα τη βοηθούσενα γνωρίσει τον εαυτό της καλύτερα. Ίσως έτσι ναξεμπέρδευε μια για πάντα με τα διάφορα ψυχολογικάτης προβλήματα. Η ομιλία του φίλου του έφτασε στοτέλος της.

«Κάθε υποψήφια μητέρα θα πρέπει να ενημερώνεταιαπό το γυναικολόγο της ή από κοινωνικό λειτουργό,που θα έχουν εκπαιδευτεί στην προγεννητική, για τηντεράστια ευθύνη που φέρει απέναντι στο κύημά της,απέναντι σε ένα ανθρώπινο ον που κάποια στιγμή στομέλλον θα ενταχθεί στην κοινωνία μας, και αλίμονο εάνμέσα του κουβαλάει την αίσθηση του υπαρξιακούθανάτου, διότι δύο τινά θα συμβούν: είτε θα κινηθείαυτοκαταστροφικά, με τάσεις αυτοκτονίας, με χρήσηναρκωτικών –αναζητώντας έτσι λίγη γαλήνη από αυτήπου δεν του προσφέρθηκε από τη μητέρα τότε που θαέπρεπε να είχε προσφερθεί– ή με την εκδήλωσηκάποιας ασθένειας, υπακούοντας στην τότε επιθυμία τηςμάνας να το εξοντώσει μέσα στη μήτρα της· είτε, τοδεύτερο, θα σπείρει το θάνατο γύρω του (π.χ.χουλιγκανισμός) εκδικούμενο για τον πόνο που ένιωσεστο παρελθόν και από τον οποίο δεν απαλλάχτηκε ποτέ,εφόσον δεν κατάφερε να επιλύσει τα προβλήματά του».

Page 51: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Όταν άδειασε η αίθουσα, πλησίασε το φίλο του καιτου ζήτησε το κείμενο της ομιλίας του. «Τι το θέλεις;»τον ρώτησε εκείνος. «Για να το δώσω στην κόρη μου.Σου έχω πει την ιστορία με τη μάνα της...» Ο φίλος τουτον αγκάλιασε από τον ώμο και του είπε: «Γι’ αυτόεπέμενα να έρθεις σήμερα. Θα σου στείλω το κείμενο μεe-mail».

Το ίδιο μεσημέρι πήρε την κόρη του τηλέφωνο.«Θέλω να τα πούμε το βράδυ, μωρό μου», της είπε,«έχεις να κάνεις τίποτε;» «Όχι. Να τα πούμε, μπαμπά.Σαν πολύ σοβαρό σ’ ακούω. Τι τρέχει;» «Θα σου πω τοβράδυ», της είπε εκείνος. «Θα πάμε για κεφτεδάκια στοταβερνάκι της γειτονιάς σου;» τον ρώτησε. Ήταν έναμικρό ταβερνάκι κοντά στο σπίτι του, ένα από τα λίγαπου είχαν απομείνει στην Αθήνα, έτσι όπως ήταν παλιά.«Όχι», της είπε, «καλύτερα να είμαστε στο σπίτι».«Εντάξει, μπαμπά, κατά τις οχτώ».

Παρακάλεσε τη γυναίκα του να τον αφήσει το βράδυμόνο στο σπίτι κι έτσι κάθισαν με την κόρη του στοσαλόνι. «Τι ήθελες να μου πεις, λοιπόν;» τον ρώτησεεκείνη.

Της έδωσε την ομιλία που την είχε τυπώσει.«Διάβασε», της είπε, «κι εγώ πάω να φτιάξω κάτι νατσιμπήσουμε». Σηκώθηκε και την άφησε μόνη. Ύστερααπό κανένα τέταρτο γύρισε κουβαλώντας σ’ ένα δίσκοδυο μεγάλες σαλάτες που είχε φτιάξει, φρυγανισμένο

Page 52: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

ψωμί και κόκκινο κρασί.«Γιατί μου το ’δωσες να το διαβάσω αυτό;» τον

ρώτησε η κόρη του.Και τότε της διηγήθηκε όλη την ιστορία με το γράμμα

και την εγκυμοσύνη της μάνας της. Όταν τέλειωσε, ταμάτια και των δυο είχαν βουρκώσει. Εκείνη τοναγκάλιασε κι έμεινε για λίγο ακουμπισμένη στον ώμοτου. Ύστερα, τραβήχτηκε και τον κοίταξε στα μάτια.«Και δεν έκανες εξέταση αίματος δική σου και δική μουγια να δεις αν είμαι κόρη σου;» «Όχι», απάντησεεκείνος. «Γιατί; Δεν είχες περιέργεια;» επέμενε εκείνη.«Καμία απολύτως», της απάντησε κουνώντας το κεφάλιτου και χαμογελώντας αδιόρατα. Τα μάτια της νεαρήςγυναίκας γυάλισαν σκανταλιάρικα. «Τότε, μπαμπά, δενυπήρχε εξέταση DNA, ε;» «Όχι», της απάντησε, «γιατίρωτάς;» Τώρα η νέα γυναίκα είχε πάρει ένα παιδιάστικοπονηρό ύφος. «Πάμε να κάνουμε την εξέταση,μπαμπά;» «Τι χαζομάρες είναι αυτές», της είπε εκείνοςενοχλημένος. «Έλα, μπαμπάκα μου...» συνέχισε εκείνημε ένα ναζιάρικο ύφος, όπως όταν ήταν μικρό κοριτσάκικαι του κλαιγόταν να της πάρει κάποιο παιχνίδι. «Σεπαρακαλώ, μπαμπακούλη μου, μη μου λες όχι.. Θαπεθάνω από την περιέργειά μου...» επέμενε κι έριξε τοκεφάλι της, όπως όταν ήταν μικρή, πάνω στην κοιλιάτου. Κι εκείνος ασυνείδητα της χάιδεψε τα μαλλιά όπωςέκανε τότε. Κι όπως και τότε δεν μπορούσε να της

Page 53: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

αρνηθεί τίποτα, έτσι και τώρα, ύστερα από λίγο, οιαντιρρήσεις του εξαφανίστηκαν. Της είπε ότι θα πάρειτηλέφωνο το φίλο του που είχε κάνει την ομιλία για νατου βρει εργαστήριο, αλλά εκείνη τον σταμάτησε. «Όχι,μπαμπά. Δεν θα το πούμε σε κανέναν. Αυτό θα είναι τομυστικό μας για πάντα». Σηκώθηκε και τον τράβηξε στομικρό γραφείο του που είχε στο σπίτι. Πήγε στο ανοιχτόκομπιούτερ, μπήκε στο Google κι έγραψε: «Τεστπατρότητας DNA». «Πω πω...» έκαναν κι οι δύοταυτόχρονα, βλέποντας τα αποτελέσματα τηςαναζήτησης.

Κρυφά απ’ όλους, την άλλη μέρα πρωί πρωί, πήγανμαζί στο εργαστήριο που είχαν διαλέξει. Τους πήραν τοδείγμα από τη βλεννογόνο του στόματος που χρειαζότανκι εκείνος πλήρωσε και παρακάλεσε να πάρει τααποτελέσματα όσο πιο γρήγορα γινόταν. Συμφωνήθηκενα πάνε την άλλη μέρα το μεσημέρι. Έφυγαν από τοεργαστήριο με ένα περίεργο σφίξιμο στο στομάχι. Τηνπήγε με το αυτοκίνητό του σπίτι της και σ’ όλο το δρόμοδεν είπαν λέξη. Την ώρα που κατέβαινε η κόρη του απότο αυτοκίνητο, τη ρώτησε: «Να ’ρθω αύριο να σε πάρωνα πάμε μαζί;» «Όχι, θα βρεθούμε εκεί», του είπε καιμπήκε σπίτι της.

Οι επόμενες τριάντα ώρες ήταν βασανιστικές και γιατους δύο. Αυτός είχε μετανιώσει που δέχτηκε να κάνειτο τεστ κι εκείνη είχε πέσει σε βαθιά μελαγχολία. Αυτός

Page 54: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

δεν πήγε στο γραφείο του και κατέβηκε στη θάλασσα,κι εκείνη έμεινε κλεισμένη στο σπίτι της κοιτάζοντας τιςφωτογραφίες της μάνας της, που της είχε χαρίσει οπατέρας της. Ο πατέρας της...;

Συναντήθηκαν το άλλο μεσημέρι έξω από τοεργαστήριο και μπήκαν μαζί μέσα. Δεν περίμεναν πολύστο μικρό σαλόνι. Ο γιατρός που είχε αναλάβει τη δικήτους εξέταση ήρθε και τους έδωσε έναν κλειστό φάκελο.Κοιτάχτηκαν στα μάτια και χωρίς να χρειαστεί να πουντίποτα συμφώνησαν σιωπηλά να μην ανοίξουν το φάκελοεκεί μέσα. Μόλις βγήκαν έξω, εκεί στο πεζοδρόμιομπροστά στο εργαστήριο, εκείνος άνοιξε το φάκελο κιέβγαλε το χαρτί με τη διάγνωση. Το κοίταξαν και οι δύομαζί. Το αποτέλεσμα ήταν αρνητικό. Δεν ήταν, λοιπόν,κόρη του.

Πέρασαν μερικά δευτερόλεπτα που έμοιαζαν αιώνες,έχοντας και οι δύο μια αίσθηση ότι η Γη είχε σταματήσεινα γυρίζει. Ύστερα κοιτάχτηκαν. Τα μάτια τους ήτανπλημμυρισμένα από δάκρυα και από μια αγάπηαπέραντη του ενός για τον άλλο, που έβγαινε μέσα απότα βάθη της ύπαρξής τους. Κι ύστερα χαμογέλασαν μεμια τεράστια τρυφερότητα και γλύκα. Πρώτη μίλησεεκείνη: «Πάμε για κεφτεδάκια τώρα, μπαμπά;» «Πάμε,μωράκι μου», της είπε, καθώς εκείνη πέρναγε το χέριτης γύρω από τη μέση του κι εκείνος το δικό του πάνωαπό τους ώμους της, ενώ με το ελεύθερο χέρι του

Page 55: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

τσαλάκωνε το φάκελο και το χαρτί της εξέτασης, μέχριπου τα έκανε και τα δύο ένα μικρό μπαλάκι καισημαδεύοντας τον κάδο με τα σκουπίδια που ήταν στηνάκρη του δρόμου το πέταξε –σχεδόν παιχνιδιάρικα–προς τα κει βρίσκοντας κατευθείαν το στόχο του. Κιύστερα, αγκαλιασμένοι οι δυο τους σφιχτά, έτσι όπωςδεν είχαν αγκαλιαστεί ποτέ πριν, προχώρησαν προς τοαυτοκίνητό του, για να πάνε στο ταβερνάκι της γειτονιάςτου για κεφτεδάκια.

Page 56: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Ο άντρας που κάποτε ήταν...γυναίκα

Page 57: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Ό λα άρχισαν σαν ένα αστείο. Ήταν με μια παρέαφίλων του και η συζήτηση είχε ανάψει γύρω από

μεταφυσικά θέματα μετενσάρκωσης, ανατολικώνφιλοσοφιών, θρησκειών και τέτοια, πράγματα πουεκείνος, άθρησκος και φανατικά υλιστής, κορόιδευε απόπάντα.

Κάποια στιγμή, μια κυρία από την παρέα, που μόλιςείχε αποχωρήσει από μια ινδουιστική σχολή, εξηγούσεότι στον ινδουισμό πίστευαν πως αν μια γυναίκα ζούσεόλη της τη ζωή αφοσιωμένη στον άντρα της και τονυπηρετούσε πιστά, τότε θα πετύχαινε, την επόμενηφορά που θα ξαναγεννιόταν, να γεννηθεί ως άντρας.

«Και τι κατάλαβα εγώ που το πέτυχα», άκουσε τονεαυτό του να λέει, χωρίς να έχει σκεφτεί αυτό πουέλεγε. Οι άλλοι γέλασαν με το αστείο του –όπως κι οίδιος– και η βραδιά συνεχίστηκε ευχάριστα ως το τέλοςτης.

Όταν αργότερα βρέθηκε μόνος του στο σπίτι του,ξαναθυμήθηκε αυτό που είπε και ένιωσε παράξενα. Έναγρήγορο ρίγος πέρασε σαν κύμα το κορμί του.Απίστευτο, αλλά δεν το είχε πει για αστείο, όπωςνόμισαν όλοι και ο ίδιος κάποια στιγμή. Δεν το είχε καν

Page 58: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

σκεφτεί. Του βγήκε ξαφνικά από μέσα του, από κάποιασκοτεινά βάθη του υποσυνείδητού του. Κάτι δεν του«κόλλαγε» σε όλο αυτό! Αφηρημένα και μηχανικάκάθισε στον καναπέ. Και τότε μια ξαφνική εικόναπέρασε από το νου του. Κράτησε λίγα δευτερόλεπτα,αλλά ήταν τόσο ζωντανή που θα έπαιρνε όρκο ότι τηνείχε ζήσει. Ήταν η εικόνα μιας νέας και όμορφης Ινδήςπου σκούπιζε την αυλή ενός χωριάτικου φτωχόσπιτου.Εκείνο που τον έκανε να τα χάσει και να μην ξέρει πούβρίσκεται και τι του γίνεται ήταν ότι εκείνη η όμορφη Ινδήήταν αυτός!

Έτσι άρχισαν όλα. Διάβασε, συζήτησε, έγραψε,ταξίδεψε, πέρασε από διάφορες λεγόμενες «σχολέςεσωτερικής αναζήτησης» όπου διάφοροι εξουσιομανείς«γκουρού» εκμεταλλεύονται τον ανθρώπινο πόνο και τηνανάγκη για αγάπη ζώντας εις βάρος των «μαθητώντους», μιλώντας ατέλειωτα για αγάπη, που όμως έχειφύγει από το παράθυρο και δεν το έχει πάρει χαμπάρικανείς. Στην αναζήτησή του μπορεί να μην πίστεψετελικά σε αυτό που ονομάζουν μετενσάρκωση, αλλάούτε και την απέρριπτε πια. Απλώς, άφησε έναπαράθυρο ανοιχτό και στο να είναι έτσι και στο να μηνείναι, παύοντας να πιστεύει οτιδήποτε και να δέχεταιοριστικά ό,τι μπορούσε να δει ο ίδιος με τα μάτια του.Και είδε ότι άλλο είναι θρήσκος και άλλοθρησκευόμενος, σε μια αναζήτηση που κράτησε χρόνια

Page 59: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

και του έμαθε ότι οι άντρες και οι γυναίκες, πέρα απότις βιολογικές τους διαφορές, ψυχολογικά είναι εντελώςίδιοι, καθώς και οι δύο μοιράζονται την ίδια θλίψη, τηνίδια μοναξιά, τον ίδιο φόβο, την ίδια ανάγκη να αγαπούνκαι να αγαπιούνται.

Λίγο πριν πεθάνει άφησε ένα σημείωμα για ταπαιδιά του και τους φίλους του, λέγοντας με λίγα λόγιατην ουσία όσων κατάλαβε σε αυτή την αναζήτηση, γιατον έρωτα, για την αγάπη, για τις γυναίκες και τουςάντρες και τις σχέσεις που κάνουν ως εραστές,σύντροφοι, φίλοι ή συγγενείς:

Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Έλκεταικανείς από μια όμορφη γυναίκα ή από έναν όμορφοάντρα. Έλκομαι από αυτό το πρόσωπο, γι’ αυτό θέλωνα είμαι κοντά του, το σώμα μου πρέπει να είναι κοντάστο σώμα αυτού του προσώπου. Και τότε τισυμβαίνει; Θέλω να είμαι μαζί του, θέλω να τοαποκτήσω, θέλω να το έχω ΔΙΚΟ ΜΟΥ. Όταν έναπρόσωπο είναι δικό μου, δεν θέλω να κοιτάει άλλουςή άλλες. Και στο να θεωρώ ένα πρόσωπο ιδιοκτησίαμου υπάρχει αγάπη; Προφανώς όχι. Είναι γεγονός ότιόταν θέλω να μου ανήκει ένα πρόσωπο δεν υπάρχειαγάπη γι’ αυτό το πρόσωπο. Έτσι, από τη στιγμή πουο νους δημιουργεί το φράχτη του «δικό μου» γύρωαπό ένα πρόσωπο, τότε δεν υπάρχει αγάπη γι’ αυτότο πρόσωπο.

Page 60: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Κάπου εκεί μέσα γεννιέται κι η μεγάλη σκλαβιά. Ησκλαβιά στην ερωτική πράξη. Διανοητικά καισυναισθηματικά προσαρμοζόμαστε, μιμούμαστε,συμβιβαζόμαστε, ακολουθούμε, πειθαρχούμε,υπακούμε. Υπάρχει πόνος και σύγκρουση σε όλεςσχεδόν τις σχέσεις μας εκτός από τη σχέση πουδημιουργείται μόνο στη διάρκεια της ερωτικής πράξης,και πάλι μόνο αν αυτή δεν γίνεται για κάποιοαντάλλαγμα οποιουδήποτε είδους – τα χρήματα είναι,σχετικά, το πιο ανώδυνο. Καθώς, λοιπόν, αυτή ηπράξη είναι τόσο διαφορετική και όμορφη εθιζόμαστεσ’ αυτή, γίνεται η φυγή μας, η παρηγοριά μας, ηεπιβεβαίωσή μας, κι έτσι αντιστρέφεται και γίνεταισκλαβιά. Και η σκλαβιά είναι εκείνη ακριβώς ηαπαίτηση για συνεχή επανάληψη αυτής της πράξηςκαι το κυνήγι της που φέρνει αυτό.

Έτσι είναι που όταν λέμε σ’ ένα πρόσωπο «σ’αγαπώ» αυτή η «αγάπη» είναι καθαρή ευχαρίστηση –σεξουαλική ευχαρίστηση– ή είναι εκδήλωσηυπερηφάνειας για το απόκτημα, για την ιδιοκτησίαμας. Αλλά τόσο η απλή ευχαρίστηση όσο και ηυπερηφάνεια για την ιδιοκτησία ολοφάνερα δεν είναιαγάπη. Αλλά μόνο γι’ αυτά τα δύο νοιαζόμαστε· δεννοιαζόμαστε για το συνάνθρωπό μας. Οι καρδιές μαςείναι τόσο άδειες, τόσο αναίσθητες! Δεν ξέρουμε ν’αγαπάμε.

Page 61: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Το είδος της αγάπης που νιώθουμε τώρα είναι κάτιγεμάτο θλίψη· η αγάπη που ξέρουμε έχει θλίψη,πίκρα, απογοήτευση· ο πόνος αυτής της αγάπης είναιμαρτυρικός· μέσα της γνωρίζουμε το φόβο και τηνπικρία. Και δεν μπορούμε να ξεφύγουμε απ’ αυτή τηναγάπη, παρόλο που είναι μαρτύριο.

Σ’ αυτή την «αγάπη» υπάρχει μια φαινομενικήενότητα με τον άλλο που, όμως, είναι απλώς μιαπαρασιτική επιβίωση του ενός πάνω στον άλλο· δενείναι αγάπη, γιατί εσωτερικά υπάρχει κενό, μοναξιάκαι ανάγκη για εξάρτηση. Και η εξάρτηση θρέφει τοφόβο, όχι την αγάπη. Υπάρχει κυριαρχία πάνω στονάλλο, υπάρχει καταπίεση που φοράει τη μάσκα τηςαγάπης. Μια τέτοιου είδους αγάπη εξουσίας καικυριαρχίας, με την ενδοτικότητα και την ανοχή πουκουβαλάει, φέρνει σύγκρουση, ανταγωνισμό καιθλίψη, τόσο στην ερωτική σχέση με ένα πρόσωποόσο και στις φιλικές ή συγγενικές σχέσεις με πολλάάλλα πρόσωπα, όπου κι εκεί θολώνεις. Μπορεί νακατηγορείς ένα φίλο σου ότι σε έχει «αδειάσει» χωρίςνα βλέπεις ότι εκείνη τη στιγμή τον «αδειάζεις» κι εσύκάνοντας το ίδιο ακριβώς ή να κρυφακούς κάποιον κιύστερα να τον κατηγορείς γι’ αυτά που τον άκουσες ναλέει κρυφακούγοντας!

Όταν είσαι ερωτευμένος μπορεί να βλέπεις ότιυπάρχει μια ανιδιοτέλεια ή μια ολοκληρωτική

Page 62: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

παράδοση του εαυτού σου στον άλλο· ταυτόχρονα,όμως, υπάρχει –συνεχίζει να υπάρχει– και το «εγώ»που αναζητάει ευχαρίστηση για τις αισθήσεις στοπαρόν ή στο μέλλον. Αυτό σημαίνει ότι η ανιδιοτέλεια,που συνεπάγεται η παράδοση ακόμα και της ζωήςσου στο αγαπημένο σου πρόσωπο, λειτουργείταυτόχρονα με κάτι αντιφατικό, δηλαδή, με τηνπαθολογική προσκόλληση στον εαυτό σου. Κι εδώγεννιέται η αβεβαιότητα που θρέφει την κτητικότητα, τηζήλια, το φόβο. Σ’ αυτή την κτητικότητα, σ’ αυτή τηνεξάρτηση υπάρχει μια ψεύτικη αίσθηση ενότητας πουσυντηρεί και θρέφει την προσωρινή αίσθηση ότι όλαπάνε καλά, αλλά αυτό δεν είναι αγάπη, γιατί μέσα τηςυπάρχει εσωτερικός φόβος και καχυποψία. Κι αυτόείναι πραγματικά ένδειξη έλλειψης ελευθερίας.

Αλλά το ν’ αγαπάς αληθινά σημαίνει να είσαιελεύθερος· και οι δύο να είναι ελεύθεροι. Όπουυπάρχει πιθανότητα να υποφέρεις, όπου υπάρχειπιθανότητα πόνου στην αγάπη, δεν είναι αγάπη, είναιαπλώς μια λεπτή μορφή ιδιοκτησίας, κτητικότητας.Οπότε καθετί που κάνεις χωριστά, ανεξάρτητα απότον άλλο, είναι επόμενο να δημιουργεί ταραχή, πόνοκαι δυστυχία· κι έτσι ο ένας πρέπει να καταπιέσειαυτά που πραγματικά νιώθει προκειμένου ναπροσαρμόσει τον εαυτό του στον άλλο. Με άλλα λόγια,αυτή η συνεχής καταπίεση και απώθηση

Page 63: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

παρορμήσεων που απαιτεί αυτή η δήθεν αγάπηκαταστρέφει και τους δύο. Σ’ αυτού του είδους την«αγάπη» δεν υπάρχει ελευθερία· είναι απλώς μιαλεπτή μορφή σκλαβιάς.

Και για να βγει κανείς από αυτή τη σκλαβιάχρειάζεται μια άλλου είδους ηθική και ευαισθησίααπέναντι στο θέμα των σχέσεων. Κι όταν λέω«ευαισθησία» δεν εννοώ γλυκανάλατους ρομαντισμούςμε λιγώματα κάτω απ’ το φεγγάρι· εννοώ τηνευαισθησία που μπορεί να σε κάνει να συγκινηθείςαπό την αληθινή ομορφιά –όπου κι αν τη βρεις– και ναδιακρίνεις ότι το σεξ είναι μια καθαρή και απλήλειτουργία, όπως της διατροφής (όχι, όμως, όπως τουκατουρήματος), που η ίδια δεν έχει κανένα πρόβλημα,αλλά που εμείς δημιουργούμε τα προβλήματα με τιςσκέψεις, τις ιδέες, τις εμμονές και τις νευρώσεις μαςγύρω απ’ αυτή. Νομίζω ότι μόνο μια τέτοια ευαισθησίαμπορεί να σε κάνει να δεις τον έρωτα όπως πράγματιείναι και να καταλάβεις γιατί η ελληνική γλώσσα είναισοφή που έχει δύο τελείως διαφορετικές λέξεις γι’αυτά τα δύο τελείως διαφορετικά πράγματα: τον έρωτακαι την αγάπη. Μόνο μια τέτοια ευαισθησία μπορεί νακάνει αυτή τη –δήθεν φυσιολογική– «πάλη των δύοφύλων» να πάψει να υπάρχει και να επιτρέψει ναανθίσει ένα άλλο είδος ερωτικών –και συντροφικών–σχέσεων ανάμεσα στους άντρες και στις γυναίκες.

Page 64: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Μια ιστορία για το φόβο

Page 65: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Μ ια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένα μικρό αγόρι σεκάποια φτωχογειτονιά μιας μεγάλης πόλης. Ζούσε

μαζί με τη μητέρα του, τον πατέρα του και τις δύομικρότερες αδελφές του. Το μικρό διαμέρισμα με τα δύοδωμάτια, όπου ζούσαν αυτός και η οικογένειά του, ήτανένα υπόγειο. Από τη μεριά του δρόμου τα παράθυρατου σπιτιού είχαν για θέα τα πόδια των περαστικώνμέχρι τον αστράγαλο. Από τη μεριά της κουζίνας, όμως,το παράθυρο έβλεπε σε ένα μεγάλο κοινόχρηστο κήποόπου δεν πήγαινε ποτέ κανείς – εκτός από το μικρόαγόρι. Ο κήπος δεν ήταν περιποιημένος, αλλά έμοιαζεμε ξεχασμένο παράδεισο μέσα στη μεγάλη πόλη, έτσικαθώς ήταν γεμάτος με αγριολούλουδα, μικρούςθάμνους, δυο τρία μικρά δέντρα, μια αγριοσυκιά, μιαπανέμορφη μοβ βουκαμβίλια σκαρφαλωμένη στη μάντραπου χώριζε τον κήπο από τον πίσω δρόμο όπου δενυπήρχαν ψηλά σπίτια, αλλά ένα μεγάλο άδειοοικόπεδο και, τέλος, έναν τρομερό, πανύψηλο φοίνικα,που έμοιαζε εκεί σαν μετανάστης από την Αφρική. Έτσι,όταν ήσουν στον κήπο μπορούσες να βλέπεις τογαλάζιο ουρανό και τα μικρά σύννεφα που μερικέςφορές έμοιαζαν στο αγόρι με παχουλά παιδάκια που

Page 66: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

κυνηγιόντουσαν και τον καλούσαν να παίξει μαζί τους.Και το μικρό αγόρι τέντωνε τα χέρια του και φανταζότανότι πέταγε ψηλά για να τα συναντήσει, εκεί πάνω με τηναπέραντη άπλα, τη βαθιά ησυχία και το υπέροχο φως,μακριά από το στενόχωρο σκοτεινό σπίτι του και τοθόρυβο της μεγάλης πόλης. Ναι, αυτός ο κήπος ήταν οπαράδεισος για το μικρό αγόρι. Σκαρφάλωνε στηναγριοσυκιά, μάσαγε μερικούς από εκείνους τουςκίτρινους μικρούς καρπούς που έπεφταν από τουςφοίνικες, κυνήγαγε τις γάτες και τα πουλιά πουεπισκέπτονταν τον κήπο και μουρμούριζε συνέχεια, σαννα μιλούσε σε κάποια άλλα παιδιά που παίζανε μαζίτου. Κι ώρες ώρες είχε μια αίσθηση ότι ήταν πάνω σεμια μεγάλη σκηνή και τον παρακολουθούσε κόσμος, καιτότε μίλαγε δυνατά. «Πάλι παραμιλάς;» τον ρώταγε ημάνα του, που μερικές φορές πήγαινε να δει τι κάνει ογιος της –που ανησυχούσε να τον βλέπει ώρες ώρεςπολύ «φευγάτο»– και τον πλησίαζε χωρίς εκείνος να τηνπάρει χαμπάρι. Το μικρό αγόρι τρόμαζε ξαφνιασμένοκαι μετά γελώντας την αγκάλιαζε από τη μέση κι εκείνητου χάιδευε το κεφάλι. Πω πω... αυτός με τη μάνα τουμόνοι τους οι δυο τους στον κήπο αγκαλιά! Ε, αυτή ήτανη μεγαλύτερη ευτυχία που μπορούσε να νιώσει το μικρόαγόρι. Γι’ αυτό και ήταν κάπως σαν θαύμα που ξέφυγεπολύ νωρίς από την επιρροή της, πριν από τα είκοσι,ενώ άλλοι φίλοι του συνέχισαν να επηρεάζονται από τις

Page 67: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

μάνες τους μέχρι που έφυγαν εκείνες από τη ζωή, καιίσως και μετά.

Όπως σε όλους τους ανθρώπους, έτσι και στο μικρόαγόρι άρχισαν να μπαίνουν από πολύ νωρίς διάφοροιφόβοι στην καρδιά του. Όχι οι πρακτικοί φόβοι, μην τοπατήσει αυτοκίνητο, μην κάψει το χέρι του στην κουζίνα,μη βγει έξω χωρίς παλτό και κρυώσει και τέτοια. Αλλάτο άλλο είδος φόβων, των ψυχολογικών, αυτών πουριζώνουν από τότε που είμαστε μικροί στην καρδιά κιόσο περνάει ο καιρός πληθαίνουν κι αλλάζουν: ο φόβοςμήπως δεν είσαι καλός μαθητής, ο φόβος μήπως δενείσαι καλό παιδί, ο φόβος μήπως οι άλλοι είναι πιοέξυπνοι από σένα, ο φόβος μήπως πάψουν να σ’αγαπάνε οι γονείς σου, ο φόβος μήπως δεν είσαι σαντους άλλους και σε απομονώσουν και μείνεις μόνος σου,ο φόβος τι θα πουν οι άλλοι, ο φόβος της τιμωρίας· καιο χειρότερος φόβος μήπως δεν γίνεις κάποιοςσπουδαίος, που σημαίνει ότι δεν αφήνεις να ανθίσειαυτό που πραγματικά είσαι, αλλά προσπαθείς να γίνειςαυτό που άλλοι σου έχουν φυτέψει από μικρό μέσα σουότι πρέπει να γίνεις: οι γονείς σου, οι συγγενείς σου, τοσχολείο, η κοινωνία, η θρησκεία, η λογοτεχνία, τοθέατρο, ο κινηματογράφος, η τηλεόραση, η διαφήμιση...Κι έτσι το μικρό αγόρι –για να ξαναγυρίσουμε σ’ αυτό–θα έχανε τον εαυτό του, αν δεν του συνέβαινε κάτι τότεπου ήταν ακόμα μικρό, κάτι που του έμαθε να μη

Page 68: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

φοβάται το φόβο.Αυτή η μικρή αυλή, λοιπόν, που φάνταζε σαν

παράδεισος στο μικρό αγόρι, βρισκόταν στην άλλημεριά από το υπόγειο διαμέρισμα όπου έμενε. Για ναφτάσεις στην αυλή, έπρεπε να διασχίσεις όλο τουπόγειο της πολυκατοικίας, περνώντας από ένα μακρύσκοτεινό διάδρομο. Σ’ αυτόν το διάδρομο βρίσκονταν οιαποθήκες των διαμερισμάτων της πολυκατοικίας και οιλάμπες που υπήρχαν στο ταβάνι ήταν πάντα καμένεςγιατί σπάνια κατέβαινε κανείς εκεί κάτω. Μόνο το μικρόαγόρι πέρναγε κάθε μέρα από αυτόν το διάδρομο γιανα πάει στην αυλή να παίξει. Ο σκοτεινός αυτός μακρύςδιάδρομος έμοιαζε με ξαπλωμένο Η κεφαλαίο. Στηνκάτω αριστερή άκρη ήταν η πόρτα του σπιτιού τουμικρού αγοριού και στην πάνω δεξιά η πόρτα τηςαυλής. Όταν ξεκινούσες, στην αρχή του διαδρόμουυπήρχε λίγο φως που ερχόταν από τη σκάλα τηςπολυκατοικίας που κατέβαινε στο υπόγειο, κι ότανέπαιρνες την τελευταία στροφή ερχόταν λίγο φως τηςαυλής από την κλειστή, αλλά σαραβαλιασμένη ξύλινηπόρτα της. Το χειρότερο κομμάτι του διαδρόμου ήταν τομεσαίο, σαν να λέμε η γραμμή που ενώνει τα δύο πόδιατου κεφαλαίου Η. Εκεί υπήρχε απόλυτο σκοτάδι! Τομικρό αγόρι δεν είχε ξαναδεί τίποτα πιο σκοτεινό μέχριτότε στη ζωή του. Και φοβόταν πολύ το σκοτάδι. Ένιωθεένα σφίξιμο στην καρδιά του, γι’ αυτό και τα βράδια στο

Page 69: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

δωμάτιό του η μάνα του άναβε ένα καντήλι για να έχειλίγο φως. Έτσι, όταν ήθελε να πάει στην αυλή να παίξει–συνήθως μόλις γύριζε από το νηπιαγωγείο και μετάαπό την πρώτη τάξη του δημοτικού– έλεγε στη μαμάτου να τον πάει. Εκείνη τον πήγαινε στην αυλή και τονάφηνε εκεί. Κι όταν το αγόρι ήθελε να γυρίσει πίσω,πήγαινε στην άλλη άκρη της αυλής, όπου υπήρχε τοπαράθυρο της κουζίνας του σπιτιού του, και φώναζε τημαμά του να τον πάρει.

Και ήρθε εκείνη η μέρα που δεν θα την ξέχναγε ποτέστη ζωή του, σε όποια ηλικία κι αν είχε φτάσει. ΉτανΜάης κι είχε καλοκαιριάσει για τα καλά στην πόλη. Τομικρό αγόρι πήγαινε στην πρώτη δημοτικού. Τηντελευταία ώρα στο μάθημα κοίταζε έξω από τα μεγάλαπαράθυρα της τάξης του το γαλάζιο ουρανό κιονειρευόταν πότε θα βρεθεί στην αυλή του για να παίξει.Έτσι, μόλις σχολάσανε, έτρεξε γρήγορα στο σπίτι του,που ήταν δυο βήματα από το σχολείο, και ζήτησεχαρούμενο από τη μαμά του να τον πάει στην αυλή.Εκείνη, όμως, του απάντησε ότι δεν μπορούσε γιατί είχεαργήσει να ξεκινήσει το μαγείρεμα και δεν γινόταν νασταματήσει. Το αγόρι γκρίνιαξε, παρακάλεσε, αλλάτίποτα. Κάθισε σε μια καρέκλα στενοχωρημένο.Σκέφτηκε να πάει μόνο του, αλλά ένιωσε τέτοιο φόβο νατου σφίγγει το στομάχι και την καρδιά, που παράτησεαμέσως την ιδέα. Δεν πέρασαν, όμως, ούτε πέντε λεπτά

Page 70: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

κι η ιδέα να πάει μόνος του στην αυλή ξαναγύρισε στονου του. Κι όπως καθόταν, κάπως σαν να άρχισε ναπαρακολουθεί τι γινόταν μέσα του: το σφίξιμο στηνκαρδιά, το σφίξιμο στο στομάχι και τις σκέψεις πουτρέχανε στο κεφάλι του. «Γιατί να μην πάω;» έλεγε ημια σκέψη. «Μα είναι πολύ σκοτεινά, πώς θα φτάσειςστην αυλή; Αν είχες φακό, θα πήγαινες», είπε η άλλη.«Κρίμα να μην έχω φακό», είπε μια άλλη σκέψη. «Και τιθα πάθω στο σκοτάδι;» ρώτησε μια πιο θαρραλέασκέψη. «Πα πα πα... ούτε να το συζητάς», είπε η πιοφοβητσιάρα απ’ όλες σκέψη. «Μην είσαι φοβητσιάρης,μωρέ! Τι θα πάθεις; Θα σε φάει μπαμπούλας;» φώναξεάλλη μια θαρραλέα σκέψη. «Μμμ... Αυτό μου το έλεγεη μαμά μου όταν ήμουν πολύ μικρός», σκέφτηκε τοαγόρι. «Μη βγεις ποτέ μόνος από το σπίτι γιατί θα σεφάει μπαμπούλας». «Κι έχεις δει εσύ ποτέ κανένανμπαμπούλα;» ρώτησε μια πολύ λογική σκέψη. Και τότετο μικρό αγόρι κατάλαβε ξαφνικά, σαν να άστραψε έναφλας φωτογραφικής μηχανής στο κεφάλι του, ότι όλεςαυτές οι σκέψεις που έμοιαζαν να κυνηγούν η μια τηνάλλη μέσα στο μυαλό του –και οι θαρραλέες και οιφοβητσιάρες–, όλες ήταν αυτός ο ίδιος. Άρα δεν υπήρχεκαι ένα κακό παιδί μέσα του και ένα καλό, όπως τουλέγανε, όλα ήταν αυτός. Και καθώς παρακολουθούσεόλα όσα γίνονταν στο κεφάλι του, αποφάσισε να πάειμόνος του στην αυλή. Άνοιξε την πόρτα και βγήκε. Ο

Page 71: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

διάδρομος, σκοτεινός, τον περίμενε στα δεξιά του.Προχώρησε. Ένιωσε σαν να μπαίνει σε μια σκοτεινήσπηλιά. Η καρδιά του έτρεμε. Έκανε δυο βήματα καισταμάτησε. Κοίταξε πίσω του. Από κει ερχόταν ακόματο λιγοστό φως από την κεντρική σκάλα τηςπολυκατοικίας. Γύρισε το κεφάλι του και προχώρησε.Κι έφτασε στο πιο δύσκολο κομμάτι της διαδρομής. Στομεσαίο διάδρομο, όπου υπήρχε απόλυτο σκοτάδι.Φοβήθηκε πολύ. Αλλά, πράγμα παράξενο, ενώφοβόταν, δεν τον ένοιαζε που φοβόταν, κι έτσι δεν έκανεπίσω. Του φάνηκε και λίγο αστείο που δεν φοβόταν ναφοβάται. Κοίταξε μπροστά του, πήρε μια βαθιά ανάσακαι χώθηκε στο σκοτάδι. Προχωρούσε αργά, αλλάχωρίς δισταγμό. Μέσα στη φοβερή ησυχία του υπόγειουδιαδρόμου άκουγε την καρδιά του να χτυπάει. Έτσι πουδεν έβλεπε τίποτα γύρω του από το πηχτό σκοτάδι πουτον τύλιγε ένιωθε σαν να βρισκόταν στο κενό. Τότε ήτανπου άκουσε ένα θόρυβο σαν θρόισμα φύλλου κι ένιωσεκάτι να τον ακουμπάει φευγαλέα στο δεξί τουπαπούτσι. Σταμάτησε. Πάγωσε ολόκληρος. Μόλις τονείχε ακουμπήσει ένα ποντίκι. Και φοβόταν τρομερά ταποντίκια. Του ’ρθε να φωνάξει «μαμά», να το βάλει σταπόδια και να γυρίσει πίσω. Αλλά να και πάλι εκείνο τοπερίεργο, που ενώ φοβόταν την ίδια στιγμή δεν τονένοιαζε που φοβόταν. Προχώρησε. Ήθελε λίγο ακόμαγια να πάρει τη στροφή και να βρεθεί στον τελευταίο

Page 72: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

διάδρομο, όπου θα ερχόταν το φως από τημισοξεχαρβαλωμένη πόρτα της αυλής. «Λίγο έμεινε»,σκέφτηκε, ενώ ένιωθε τις αισθήσεις του να δουλεύουνόλες μαζί στο φουλ: άκουγε και τον παραμικρό ήχο,μύριζε το μουχλιασμένο αέρα του υπογείου, κοίταζε τοσκοτάδι με ένταση, γευόταν το σάλιο στο στόμα του κιέτριβε τα δάχτυλά του στο παντελόνι του, γιατί η αφήτου τον έκανε να νιώθει ότι υπάρχει. Κοίταξε πάλι πίσωτου. Σκοτάδι. Κοίταξε μπροστά του. Σκοτάδι. Σήκωσετο δεξί του χέρι και ψηλάφησε τον τοίχο. Λίγα βήματαακόμα. Και να, τα δάχτυλά του του είπαν ότι έφτασεστο τέλος του τοίχου του μεσαίου διαδρόμου. Πήρεγρήγορα τη στροφή... και να το φως της αυλής πουπερνούσε από τις χαραμάδες της παλιάς ξύλινηςπόρτας σαν για να τον καλωσορίσει. Ασυγκράτητος πιαέτρεξε προς την πόρτα και την άνοιξε με ορμή. Γιαδευτερόλεπτα έκλεισε τα μάτια του που δεν άντεχαν τοδυνατό φως του ήλιου που πλημμύρισε το σκοτεινόδιάδρομο και διέλυσε το σκοτάδι. Βγήκε έξω. Μόλιςπάτησε στο χώμα, ένιωσε από τα μάτια του να τρέχουνδάκρυα χαράς. Έτρεξε στο παράθυρο της κουζίνας τουσπιτιού του όπου ήταν η μάνα του και μαγείρευε.«Μαμά, μαμά...» φώναξε χαρούμενος, «κοίτα, ήρθαμόνος μου στην αυλή!» Η μάνα κοίταξε το μικρό αγόρικαι του είπε κι εκείνη χαρούμενη: «Μπράβο το παιδίμου που μεγάλωσε...» Το μικρό αγόρι ένιωσε περήφανο

Page 73: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

με τα λόγια της μαμάς του κι έπαιξε όσο δεν είχε παίξειποτέ στη μικρή αυλή. Κι από εκείνη την ημέρα πήγαινεπάντα μόνος του πια στην αυλή για να παίξει. Έκανεαυτή τη διαδρομή πολλές φορές από τότε. Αλλά απόεκείνη την πρώτη φορά τού έμεινε μια αίσθηση σαν ναείχε κάνει το μακρύτερο ταξίδι της ζωής του. Ένα ταξίδιπου το είχε κάνει παρέα με το φόβο, χωρίς να τονφοβάται.greekleech.info

Έτσι, το μικρό αγόρι, χωρίς να το ξέρει, έμαθε μιαμεγάλη τέχνη: την τέχνη να μη φοβάται το φόβο. Γιατίόταν δεν φοβάσαι να φοβάσαι, όταν δεν κουκουλώνειςμέσα σου το φόβο καθώς γεννιέται, αλλά τον αφήνεις ναέρχεται και να φεύγει παρακολουθώντας τον και καμιάφορά προκαλώντας τον εσύ, πριν σε προλάβει αυτός,τότε μπορεί να έρθει μια μέρα που δεν θα φοβάσαι ποτέτίποτα, εκτός βέβαια από πρακτικά πράγματα, πουείναι φυσικό. Τότε θα έχεις τελειώσει με όλους τουςψυχολογικούς φόβους, από τον πιο απλό μέχρι το φόβοτου θανάτου. Θα έχεις τελειώσει με όλους τους φόβουςπου γεννάνε μέσα σου από την απλή ανησυχία μέχρι τηβία και το φόνο, δηλαδή το Κακό. Γι’ αυτό και ίσως οφόβος να είναι το μόνο που θρέφει την ύπαρξη τουΚακού στον κόσμο, ίσως ο ίδιος να είναι το μόνο Κακόπου υπάρχει και μάχεται το Καλό.

Page 74: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Το έλατο

Page 75: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Ε κείνες τις γιορτές, ένας πατέρας τριών παιδιώναποφάσισε να αγοράσει στα παιδιά του για τα

Χριστούγεννα ένα μικρό αληθινό έλατο σε γλάστρα, γιατο σπίτι τους στην εξοχή. Όταν πέρασαν οι γιορτές, μετη βοήθεια του κηπουρού το έβγαλε προσεκτικά από τηγλάστρα ώστε να μην κοπούν οι ρίζες και να μπορέσουννα το φυτέψουνε.

«Τζάμπα ο κόπος μας», είπε ο κηπουρός μόλις τοβγάλανε από τη γλάστρα.

«Γιατί;» τον ρωτάει ο πατέρας των παιδιών.«Δεν βλέπεις που δεν έχει καθόλου ρίζες, δεν

πρόκειται να πιάσει».«Όχι, θα το φυτέψουμε», επέμενε εκείνος. «Θα του

μιλάω κάθε μέρα και θα πιάσει».«Χα χα χα...» γέλασε ο κηπουρός ειρωνικά. «Μη

μου πεις ότι πιστεύεις αυτές τις ανοησίες...»«Δεν μου λες;» τον ρωτάει τ’ αφεντικό του. «Εσύ που

’σαι και κηπουρός έχεις διαβάσει ένα βιβλίο πουλέγεται Η μυστική ζωή των φυτών;»

«Έλα τώρα... Χρειάζεται να διαβάσω αυτά τα “ούφο”που διαβάζεις εσύ για να ξέρω ότι ένα δεντράκι απόγλάστρα χωρίς ρίζες δεν πρόκειται να πιάσει;»

Page 76: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Ο άντρας αδιαφόρησε για την άποψη του κηπουρούκαι τον έβαλε να το φυτέψει.

«Σε καμιά δεκαριά μέρες θα έχει μαραθεί», είπε οκηπουρός με αυτοπεποίθηση και το φύτεψε.

Από εκείνη την ημέρα ο άντρας άρχισε κάθε μέρα ναποτίζει ο ίδιος το ελατάκι και να του... μιλάει. Του έλεγεότι είναι φίλοι κι ότι πρέπει να πιάσουν οι ρίζες του στοχώμα. Κάποιες φορές τού χάιδευε την κορφή του, ενώάλλοτε το αγκάλιαζε, καθώς τότε του έφτανε μέχρι τημέση και χωρούσε όλο στην αγκαλιά του.

Οι δέκα ημέρες πέρασαν και το ελατάκι δενμαράθηκε, όπως είχε προφητέψει ο κηπουρός. Και δενμαράθηκε όχι μόνο στις δέκα μέρες, αλλά ούτε στιςδέκα εβδομάδες ούτε στους δέκα μήνες. Ο άντρας πιαδεν του μιλούσε κάθε μέρα, όπως είχε κάνει τον πρώτομήνα μόνο, αλλά το είχε στο νου του συνέχεια και πούκαι πού πήγαινε και του χάιδευε κάποιο κλαρί.

«Να το σκίσεις το δίπλωμα του γεωπόνου,σαχλαμάρα», πείραζε τον κηπουρό, που ήταν καισπουδαγμένος, όχι μόνο εμπειρικός κηπουρός.

«Τι να σου πω, βρε παιδάκι μου», έλεγε εκείνος μεαπορημένο βλέμμα, «πρώτη φορά πέφτω έξω. Αλλά δενέχει να κάνει με το ότι του μιλάς...»

«Ναι, μωρέ», απαντούσε ο άντρας ειρωνικά, «είναιεπειδή το χώμα είναι πολύ καλό...»

Να, όμως, που στο χρόνο πάνω ο κηπουρός βρήκε

Page 77: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

την ευκαιρία να θριαμβεύσει: η κορφή του έλατουμαράθηκε!

«Ε, τώρα πάει», είπε χαιρέκακα ο κηπουρός, «δενυπάρχει περίπτωση έλατο που μαραίνεται η κορφή τουνα ζήσει».

Πήγε να σκάσει από τη στενοχώρια του ο άντρας.Σαν να αρρώστησε το παιδί του. Κάθε πρωί πριν φύγειπότιζε και χάιδευε το έλατο και τα απογεύματα, ότανγυρνούσε από τη δουλειά του, του μιλούσε: «Γιατί, βρεμωρό μου; Τι σ’ έπιασε τώρα και θέλεις να μαραθείς;»

«Να το ξεριζώσω, να βάλω αυτή τη λεύκα πουέφερα;» ρώτησε ύστερα από καμιά εβδομάδα οκηπουρός, καθώς το έλατο είχε αρχίσει να μαραίνεταιόλο και πιο κάτω.

«Τη λεύκα να τη βάλεις εκεί που ξέρεις», του είπε οάντρας. Κι άρχισε να μιλάει πιο πολύ στο ελατάκι καινα το χαϊδεύει. Ύστερα από μερικές μέρες πρόσεξε ότιείχε σταματήσει να κατεβαίνει η αρρώστια της κορφήςπρος τα κάτω. Και κοιτάζοντας προσεκτικά τις επόμενεςμέρες, πρόσεξε ότι άρχισαν να βγαίνουν μικρέςτρυφερές πράσινες βελόνες στον κορμό! Είχε περάσειένας μήνας πια και οι ανοιχτοπράσινες βελόνες είχανγίνει ένα τρυφερό κλαράκι. Το έλατο, λες και έκανε μόνοτου «μπαϊπάς», έφτιαξε μια άλλη, καινούργια κορφή,που μεγάλωνε ελαφρά προς το πλάι! Ύστερα απόχρόνια, που το ύψος του έλατου είχε περάσει το σπίτι,

Page 78: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

όταν πρόσεχες από μια ορισμένη πλευρά τον κορμό τουέβλεπες ότι από ένα σημείο και μετά έμοιαζε σαν να«στραβώνει» ο κόσμος και μετά να συνεχίζει προς ταπάνω, λίγα χιλιοστά πιο κει. Ο κηπουρός δεν μπόρεσεποτέ να το χωνέψει και δεν θέλησε να παραδεχτεί ότιέπαιξαν ρόλο τα χάδια, οι κουβέντες και οι αγκαλιέςπου έκαναν το δέντρο να ριζώσει και μετά να φτιάξει μιακαινούργια κορφή και να ζήσει, ξεπερνώντας τα είκοσιμέτρα ύψος!

Χρόνια αργότερα από τότε που είχε φυτευτεί τοελατάκι μπροστά στο σπίτι, ο άντρας το κοίταξεσηκώνοντας το κεφάλι του ψηλά, καθώς πια το ύψοςτου είχε ξεπεράσει κατά πολύ το σπίτι τους, και ένιωσεπως αν έχεις μια αληθινή σχέση με ένα δέντρο, τότε ηκαρδιά σου είναι ανοιχτή και σε όλους τους ανθρώπους,κι αυτό δεν σημαίνει ρομαντικούς συναισθηματισμούς,αλλά αληθινά αισθήματα.

Page 79: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Η κυρία με τα μπισκότα

Page 80: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Σ το αεροπλάνο για την Κω κάθισε σε μια θέση στοδιάδρομο, στην πλευρά με τα δύο καθίσματα σε

κάθε σειρά. Καθώς τακτοποιούσε την τσάντα του στηνκαμπίνα των αποσκευών, πρόσεξε την κυρία που είχεήδη καθίσει στη θέση δίπλα στο παράθυρο. Εκείνη τουέριξε μια γρήγορη ματιά, με ένα μάλλον θλιμμένοβλέμμα, κι ύστερα γύρισε προς το παράθυρο, για ναμην ξανακοιτάξει προς τη μεριά του άντρα ποτέ, και τατριάντα πέντε λεπτά του ταξιδιού. Εκείνου του έκανεεντύπωση το θλιμμένο βλέμμα της και κάθε τόσο τηνπαρακολουθούσε με την άκρη του ματιού του. Ήτανανήσυχη. Κάθε τόσο ανακαθόταν σαν να μην μπορούσενα βολευτεί στο κάθισμα. Έστρωνε τη φούστα της ήίσιωνε τη ζακέτα της, ενώ αρνήθηκε να πάρει κάτι απόεκείνα που πρόσφερε σε όλους η αεροσυνοδός. Καικαθώς είχε πια μια πιο καθαρή αίσθηση αυτής τηςγυναίκας δίπλα του, ξαφνικά σκέφτηκε: «Έτσι θαπρέπει να ήταν στο αεροπλάνο η κυρία με ταμπισκότα». Η «κυρία με τα μπισκότα» ήταν η ηρωίδαμιας από τις τρεις υπέροχες ιστορίες που είχε διαβάσεισε κάποια εφημερίδα, σαν χρονογραφήματα, πολλάχρόνια πριν, στη δεκαετία του ’80 στις Ινδίες. Την είχε

Page 81: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

ξεχάσει, αλλά κάποια στιγμή άρχισε να κυκλοφορεί στοΊντερνετ και φαίνεται ότι επειδή του είχε κάνει πολλήεντύπωση, είχε μείνει κάπου μέσα του γραμμένη και τηνξαναθυμήθηκε, έτσι όπως την είχε πρωτοδιαβάσει.

Κάποιο απόγευμα, μια νεαρή όμορφη κυρία, με έναναέρα κάπως υπεροπτικό, περίμενε την πτήση της στηναίθουσα αναμονής ενός μεγάλου αεροδρομίου. Επειδήτο αεροπλάνο της είχε καθυστέρηση, αποφάσισεεκνευρισμένη να αγοράσει ένα βιβλίο για να περάσει ηώρα, κι ένα πακέτο μπισκότα για να ξεγελάσει τηνπείνα της. Βρήκε μια θέση σε ένα τριπλό κάθισμα,όπου στην άλλη άκρη του καθόταν ένας άντρας πουδιάβαζε το περιοδικό του. Έβαλε μηχανικά τα γυαλιάτης, άνοιξε το βιβλίο της, ενώ δίπλα της, στο αδειανόμεσαίο κάθισμα, ήταν το κουτί με τα μπισκότα που είχεαγοράσει. Όταν κάποια στιγμή πήρε μηχανικά, χωρίς νακοιτάξει, το πρώτο μπισκότο, είδε με την άκρη τουματιού της τον άντρα δίπλα της να απλώνει το χέρι τουκαι να παίρνει κι αυτός ένα από τα μπισκότα! Η κυρίαένιωσε πολύ ενοχλημένη με το θράσος του άντρα. Δενείπε τίποτα, αλλά σκέφτηκε ότι ευχαρίστως θα του έδινεμια με το βιβλίο της στο χέρι για να μην το ξανακάνει.Αλλά ο άντρας δεν σταμάτησε εκεί. Κάθε φορά που ηκυρία έπαιρνε ένα μπισκότο, ο άντρας άπλωνε το χέριτου κι έπαιρνε κι αυτός άλλο ένα, πράγμα που τηνεξαγρίωνε όλο και πιο πολύ, αλλά δεν θέλησε να κάνει

Page 82: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

σκηνή. Όταν πια έμεινε μόνο ένα μπισκότο,αναρωτήθηκε τι θα έκανε αυτός ο αγενής τύπος. Καιπριν προλάβει να σκεφτεί, ο άντρας απλώνει πάλι τοχέρι του, παίρνει το τελευταίο μπισκότο, το κόβει στημέση και δίνει το μισό στην κυρία, ενώ βάζει το άλλομισό στο στόμα του! Ε, αυτό πήγαινε πολύ! Χωρίς ναμπορεί πια να συγκρατήσει το θυμό της, τινάχτηκεεπάνω, έριξε προκλητικά μια περιφρονητική ματιά στονάντρα, και χωρίς να πάρει το μισό μπισκότο που τηςπρόσφερε εκείνος, έβγαλε τα γυαλιά της, έκλεισεθυμωμένα το βιβλίο της, βούτηξε τα πράγματά της καιέφυγε για την αίθουσα επιβίβασης.

Λίγο αργότερα πήρε τη θέση της μέσα στοαεροπλάνο, κι αφού έδεσε τη ζώνη της, άνοιξε τηντσάντα της για να πάρει τα γυαλιά της. Μόλις έβαλε τοχέρι της μέσα στην τσάντα της πάγωσε! Έσκυψε καικοίταξε. Το πακέτο με τα μπισκότα της ήταν εκεί,άθικτο, κλειστό! Ένιωσε να κοκκινίζει ολόκληρη απόντροπή! Κατάλαβε το λάθος της... Συνειδητοποίησε ότιμέσα στην αφηρημάδα της δεν είχε βγάλει τα μπισκότααπό την τσάντα της και πέρασε τα μπισκότα του άντραγια δικά της. Κι ο ξένος άνθρωπος είχε μοιραστεί ταμπισκότα του μαζί της, χωρίς να δείξει καμιά ενόχλησηή θυμό, ενώ εκείνη στη σκέψη ότι μοιραζόταν ταμπισκότα της μαζί του εκνευρίστηκε και του φέρθηκεπροσβλητικά. Και τώρα πια δεν υπήρχε καμιά

Page 83: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

πιθανότητα να του ζητήσει συγγνώμη ή να πάρει πίσωτην προσβολή που του έκανε.

Η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν τέσσερα πράγματαπου δεν μπορείς με τίποτα να πάρεις πίσω: μια πέτραπου πέταξες με δύναμη στη θάλασσα· τα λόγια πουείπες και πλήγωσαν κάποιον· μια ευκαιρία που είχεςκαι την έχασες· το χρόνο που σπατάλησες στη ζωή σουεπιπόλαια.

Page 84: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Η ζητιάνα

Page 85: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Ε ίχε πολύ καιρό, πάνω από πέντε χρόνια, να μπεισε φαστφουντάδικο. Ήταν γύρω στις τέσσερις τ’

απόγευμα, όταν αφού γύρναγε για δουλειές στουςδρόμους και στο μετρό πάνω από τρεις ώρες, καιφορώντας ντάλα καλοκαίρι σακάκι γιατί δεν γινόταναλλιώς, βρέθηκε να περνάει πεινασμένος μπροστά απόένα φαστφουντάδικο. Σκέφτηκε να μπει, να πάρει καμιάσαλάτα και να τη φάει στο γραφείο του. Μπαίνοντας,όμως, ένιωσε τέτοια ανακουφιστική δροσιά, πουαποφάσισε να κάτσει να τη φάει εκεί. Το μαγαζί ήτανδιώροφο. Το ισόγειο ήταν χωρισμένο στα δύο από έναμακρόστενο μπουφέ με διάφορες σαλάτες, ενώ στοπίσω μέρος δίνονταν οι παραγγελίες και σερβίρονταν ταφαγητά. Παρήγγειλε, πήρε την παραγγελία του σε έναδίσκο και πήγε και κάθισε σε ένα από τα λίγα άδειατραπεζάκια πίσω. Πάνω που είχε φάει τη μισή σαλάτατου και είχε πιει το μισό μπουκάλι με το αναψυκτικότου, είδε να μπαίνει στο μαγαζί μια ζητιάνα. Προχώρησεαμέσως στην πλευρά του μαγαζιού όπου καθόταν κιεκείνος. Ήταν μια χοντρή ζητιάνα, ντυμένη με διάφορακουρέλια, μακριά φούστα σαν τσιγγάνα και αντρικό –στενό για τα μέτρα της– πουκάμισο απ’ όπου

Page 86: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

ξεπετιόταν η κοιλιά της ανάμεσα από τα κουμπιά πουήταν έτοιμα να πεταχτούν από το τέντωμα. Πρόσεξε τοπρόσωπό της. Θα ήταν μεταξύ τριάντα και τριάνταπέντε, αλλά η ταλαιπωρημένη ζωή και η απλυσιά τηνέκαναν να μοιάζει με πενηντάρα. Στα χέρια τηςκρατούσε μερικά πακέτα χαρτομάντιλα κι άρχισε νατριγυρνάει στα τραπέζια για να τα πουλήσει. Τουδημιουργήθηκε μια στενοχώρια και θυμός μαζί, καθώςόλοι γύρω του, λες και ήταν συνεννοημένοι, όχι μόνο δεναγόραζαν μαντίλια –που αυτό είναι δικαίωμα τουκαθενός–, όχι μόνο δεν της αρνήθηκε κανείς τη βοήθειαευγενικά, με ένα απλό «όχι, ευχαριστώ», αλλά είτεγύριζαν το κεφάλι τους περιφρονητικά αλλού όταν τουςπλησίαζε είτε την κοιτούσαν σαν να μην υπήρχε, σαν ναήταν διαφανής και έβλεπαν πίσω της. Είναι απίστευτο τιικανοποίηση νιώθουν μερικοί άνθρωποι όταν τουςπλησιάζουν τέτοια εξαθλιωμένα πρόσωπα, καθώς τουςκάνουν να αισθάνονται ότι εκείνοι είναι πολύ σπουδαίοικαι πετυχημένοι. Το πρόσωπό τους γεμίζει αλαζονείακαι υπεροψία, κι αν μπορούσαν θα έριχναν και καμιάκλοτσιά στη ζητιάνα ή στο ζητιάνο που τους πλησιάζει.Άσχετα αν λίγο πριν μπορεί να τους έχει κάνει σκουπίδιτο αφεντικό τους.

Η δυστυχισμένη γυναίκα πέρασε από όλα τατραπέζια αυτής της πλευράς, χωρίς να πουλήσει ούτεένα πακέτο χαρτομάντιλα. Πλησίασε και εκείνον

Page 87: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

απλώνοντας ένα πακέτο. Της χαμογέλασε και τηςέδωσε μερικά χρήματα χωρίς να πάρει τα χαρτομάντιλαπου του ήταν άχρηστα. Του έγνεψε «ευχαριστώ» καιμετά του είπε: «Εγκώ... Γιουγκοσλαβία...» Του φάνηκεαστείο να λέει ότι είναι από μια χώρα που δεν υπάρχειπια και της ξαναχαμογέλασε. Εκείνη του έδειξε τομπουκάλι με το αναψυκτικό, καθώς είχε πάρει θάρροςαπό τα χαμόγελά του και του εμπιστεύτηκε τη δίψα της.Της είπε «πήγαινε να πάρεις ένα ποτήρι να σου βάλω»,αλλά αμέσως κατάλαβε τη βλακεία του: έτσι καιπήγαινε στον πάγκο να ζητήσει ποτήρι, ο διευθυντής τουμαγαζιού, που στεκόταν άγρυπνος πίσω από τιςσερβιτόρες, με ύφος εισαγγελέα που ετοιμάζεται νααπαγγείλει θανατική ποινή σε δικαστήριο, θα τηνπέταγε έξω. «Περίμενε», είπε στη φτωχή γυναίκα,σηκώθηκε και πήγε κι έφερε ένα άδειο πλαστικόποτήρι. Της το γέμισε και ήπιε η καημένη το παγωμένοαναψυκτικό μονορούφι. Τον κοίταξε με μάτια όλοευχαρίστηση που δροσίστηκε και έστριψε προς τηνξύλινη σκάλα δίπλα του για να ανέβει στο πάνωπάτωμα όπου έτρωγαν όσοι κάπνιζαν.

Τέλειωσε το φαγητό του και τη στιγμή πουετοιμαζόταν να σηκωθεί να φύγει κατέβηκε η φτωχήγυναίκα και τον ξαναπλησίασε. Του έδειξε το άδειοπιάτο και ύστερα, σχηματίζοντας ένα μικρό κύκλο με τοχέρι της, του είπε: «Φάω». Πεινούσε. Κοίταξε το

Page 88: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

στρογγυλό φραντζολάκι του, που είχε αφήσει το μισό,και νόμισε ότι αυτό εννοούσε με τον κύκλο που έκανε.Της το έδωσε, αλλά εκείνη κούνησε αρνητικά το κεφάλι,έκανε πάλι το μικρό κύκλο με το δάχτυλο και ξαναείπε«φάω». Τότε έβγαλε και της έδωσε κι άλλα χρήματακαι της είπε «φάε σάντουιτς, εκεί», και της έδειξε τονπάγκο με τις σερβιτόρες πίσω του, εννοώντας ότιμπορούσε εκεί να πάρει μόνη της ένα σάντουιτς. Εκείνηκούνησε πάλι αρνητικά το κεφάλι της κι αυτόςκατάλαβε ότι πάλι είχε πει βλακεία. Αν πήγαινε ηφτωχή γυναίκα εκεί, τότε ο «εισαγγελέας», ο διευθυντήςτου μαγαζιού δηλαδή, θα την πέταγε έξω πριν προλάβεινα μιλήσει.

«Περίμενε», της είπε και πήγε στον πάγκο.Παρήγγειλε ένα σάντουιτς κι όταν η κοπέλα τον ρώτησε«για εδώ ή για έξω;» της απάντησε «για έξω». Τοσάντουιτς ήταν έτοιμο σε λίγο, του το έβαλε σε μιαμεγάλη χάρτινη τσάντα με τη φίρμα του μαγαζιούτυπωμένη πάνω και του το έδωσε. Ξαναγύρισε στηνταλαιπωρημένη γυναίκα που τον περίμενε όρθια και τηςτο έδωσε. Άνοιξε την τσάντα, έβγαλε το σάντουιτς πουήταν μέσα σε ένα σακουλάκι, το κοίταξε καιαπογοητευμένη κούνησε αρνητικά το κεφάλι της καιξανάκανε τον κύκλο με το δάχτυλο. Τότε κατάλαβε ότιεκείνο που ήθελε ήταν ένα πιάτο φαΐ. «Ε, τώρα φάεαυτό», της είπε, «καλή όρεξη», κι άρχισε να μαζεύει τα

Page 89: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

πράγματά του για να φύγει. Εκείνη του γέλασε καιπέρασε πίσω από την πλάτη του στην άλλη μεριά τουμαγαζιού, όπου ακόμα δεν είχε ζητιανέψει. Γύρισε τοκεφάλι του και την παρακολούθησε για λίγο. Οδιευθυντής, μόλις την είδε, ετοιμάστηκε να τη διώξει,αλλά πρόσεξε την κατακαίνουργια χάρτινη τσάντα τουμαγαζιού στο χέρι της και πάγωσε. Δεν καταλάβαινε τισυνέβαινε κι έμεινε ακίνητος, σαν χαμένος, μην ξέρονταςτι συμβαίνει και πώς θα ’πρεπε ν’ αντιδράσει. Ο άντραςχαμογέλασε ευχαριστημένος και σηκώθηκε ναφύγει.greekleech.info

Καθώς άνοιγε την πόρτα, έριξε μια γρήγορη ματιάπίσω του. Η γυναίκα, κρατώντας πάντα τη χάρτινητσάντα του μαγαζιού, άρχισε να τριγυρνάει στατραπεζάκια ζητιανεύοντας, προσπαθώντας να δώσει ταπακετάκια με τα χαρτομάντιλα. Φυσικά δεν έπαιρνεκανένας, αλλά τώρα δεν την κοιτούσαν περιφρονητικά ήμε αλαζονεία, αλλά με περιέργεια και κατάπληξη,ρίχνοντας το βλέμμα τους μια σ’ αυτή και μια στηχάρτινη τσάντα με την κατακόκκινη φίρμα του μαγαζιούπου κρατούσε, καθώς αυτή η γυναίκα ήταν πια κάτιμεταξύ ζητιάνας και πελάτισσας που μόλις είχε ψωνίσειτο φαγητό της. Εκείνος γέλασε σαν παιδί απόενθουσιασμό γι’ αυτό που είχε κάνει και βγήκε στηλεωφόρο Αλεξάνδρας που έβραζε από τη ζέστη,αφήνοντας την πόρτα του μαγαζιού να κλείσει πίσω του.

Page 90: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Το κοριτσάκι που φώναζεβοήθεια

Page 91: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Ο ι δυο γυναίκες γνωρίστηκαν σ’ ένα φιλικό σπίτι,στα γενέθλια κάποιας κοινής γνωστής. Πολύ

γρήγορα ένιωσαν και οι δύο βαθιά συμπάθεια η μια γιατην άλλη. Η μία είχε μόλις περάσει τα εξήντα, αλλάπραγματικά δεν την έκανες πάνω από πενήντα! Είχε μιακαθαρότητα στο βλέμμα κι ένιωθες να υπάρχει ένατρομερό άνοιγμα καρδιάς, μιας καρδιάς έτοιμης ν’αγκαλιάσει όποιον θα το ήθελε. Και αν και περασμέναεξήντα, έβγαζε εκείνη τη θηλυκότητα που έχουν οιμεγάλες γυναίκες που έχουν ζήσει μια ζωή χωρίςαναστολές και ταμπού στο σεξ, αλλά με ευαισθησία.Ξέροντας πως ό,τι γίνεται με αγάπη –όχι με έρωτα–είναι στη θέση του, είναι σωστό. Η άλλη γυναίκα είχεκλείσει τα τριάντα πέντε, αλλά την ένιωθες να είναιρουφηγμένη μέσα της και με χαμηλή ενέργεια.

Όταν τα δώρα, τα κεράσματα, το σβήσιμο των κεριώνκι όλα τα κλασικά των γενεθλίων είχαν καταλαγιάσεικαι οι μισοί, σχεδόν, καλεσμένοι είχαν φύγει, άρχισε μιασυζήτηση για την ψυχανάλυση. Η νεαρή γυναίκαδήλωσε από την αρχή ότι τα τελευταία χρόνια κάνειψυχανάλυση, ενώ η μεγαλύτερη μιλούσε ξεκάθαραεναντίον. Ήταν φανερό ότι οι δύο γυναίκες διαφωνούσαν

Page 92: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

εντελώς γι’ αυτό το θέμα, αλλά ήταν επίσης φανερό ότιμεταξύ τους υπήρχε επικοινωνία. Γιατί η επικοινωνία δενπροϋποθέτει και συμφωνία στις απόψεις πάνω σεκάποιο θέμα, όπως και το αντίθετο: το ότι συμφωνούνδυο άνθρωποι σε κάτι δεν σημαίνει και ότι επικοινωνούν.Υπάρχει η επικοινωνία με έναν άλλο άνθρωπο που είναιαυτόματη –ένα είδος «χημείας» που δεν εξηγείται–,όπως υπάρχει και η επικοινωνία δύο ανθρώπων που τηγεννάει το ενδιαφέρον: για το ίδιο πράγμα, την ίδιαστιγμή και με την ίδια ένταση.

Όταν τέλειωσε η βραδιά, οι δυο γυναίκες είχαν γίνειφίλες κι αποφάσισαν να βρεθούν την άλλη μέρα οι δυοτους. Η συζήτηση άρχισε πάλι με το θέμα τηςψυχανάλυσης και η νέα γυναίκα ρώτησε την άλλη γιατίέλεγε αυτά που έλεγε το προηγούμενο βράδυ, κι εκείνητης απάντησε:

«Ποιος μπορεί να ξέρει τον εαυτό σου καλύτερα απόσένα; Και, ναι, χρειαζόμαστε βοήθεια σε πρακτικάπράγματα, αλλά σε ψυχολογικά γιατί να ζητάει κανείςβοήθεια; Γιατί να θες “πατερίτσες” για να αντιμετωπίσειςτα ψυχολογικά σου προβλήματα; Και γιατί να ζητάςβοήθεια από κάποιον που και ο ίδιος θέλει βοήθεια;Όπως ξέρεις, οι ψυχαναλυτές που ψυχαναλύουν άλλουςχρειάζονται κι οι ίδιοι ψυχανάλυση. Και οι ίδιοι κάνουνψυχανάλυση κάθε χρόνο με κάποιον άλλο ψυχαναλυτή,που επίσης κάνει ψυχανάλυση με κάποιον άλλο και

Page 93: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

πάει λέγοντας. Πόσα χρόνια κάνεις ψυχανάλυση;»«Πέντε», είπε η νέα κοπέλα.«Για ποιο θέμα πήγες;»«Για διάφορα, αλλά το βασικό είναι ότι παθαίνω

κρίσεις πανικού».«Έχεις δει καμιά καλυτέρευση;»«Μικρή».Η συζήτηση συνεχίστηκε πηγαίνοντας όλο και πιο

βαθιά, και η νέα γυναίκα εμπιστευόταν όλο και πιοπολύ την καινούργια της φίλη που ένιωθε να της στέλνεικύματα αληθινής στοργής χωρίς να υπάρχει κανένα καικανενός είδους προσωπικό ενδιαφέρον για την ίδια –μόνο στοργή και καλοσύνη.

Η νεαρή γυναίκα είχε γεννηθεί και είχε μεγαλώσειέως τα δεκαοχτώ της σ’ ένα από τα νησιά της άγονηςγραμμής. Ο πατέρας της ήταν καπετάνιος σε φορτηγόκαράβι που έκανε δρομολόγια ανάμεσα στα κοντινάνησιά. Η μητέρα της, κόρη παπά, ήταν πολύ αυστηρήκαι φανατικά θρησκόληπτη, και φρόντιζε το σπίτι και ταδυο παιδιά της, τη νέα γυναίκα, δηλαδή, και τομικρότερο αδελφό της, με αυταρχικότητα. Καθώςμεγάλωνε το κορίτσι, η μάνα του όλο και σκλήραινε τηθρησκευτική ανατροφή του. Είπε ότι όσο κι ανπροσπαθούσε να θυμηθεί, όλα όσα είχε ζήσει μέχρι ταδώδεκα ήταν σαν να είχαν σβήσει μέσα της. Θυμότανμόνο ότι στα δώδεκα, όταν είχε αδιαθετήσει για πρώτη

Page 94: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

φορά, η μάνα της της απαγόρευσε να πάει στηνεκκλησία, γιατί «όταν είναι έτσι η γυναίκα, είναι βρόμικηκαι δεν κάνει να πηγαίνει στην εκκλησία», ενώ οπατέρας της, που μπήκε στο δωμάτιο, κοίταξε την κόρητου μ’ ένα βλέμμα παράξενο, που την έκανε να νιώσειπολύ άσχημα.

Καθώς η ηλικιωμένη γυναίκα άκουγε την κοπέλα νατης διηγείται τα πρώτα χρόνια της ζωής της, της φάνηκεσαν ν’ άκουσε ένα κοριτσάκι να φωνάζει βοήθεια. Γιαδευτερόλεπτα τα ’χασε, αλλά αμέσως κατάλαβε ότι ηφωνή δεν ακούστηκε απέξω, αλλά μέσα στο κεφάλι της!Και τότε ένιωσε ότι καθώς η κοπέλα που είχε απέναντίτης της της διηγιόταν τη ζωή της, έμοιαζε σαν κάτι απόμέσα της να ζητάει βοήθεια. Αυτό το «κοριτσάκι» πουείχε μείνει κρυμμένο από φόβο μέσα της από τα παιδικάτης χρόνια φώναζε βοήθεια. Κι εκείνη ακριβώς τη στιγμήη γυναίκα θυμήθηκε το γέρο φίλο της που δεν υπήρχεπια στη ζωή, που εκείνη τον έλεγε δάσκαλό της κιαυτός την κορόιδευε. Της έλεγε ότι «μπορεί να λέεικανείς πέντε πράγματα που έχει δει στη ζωή του σεκάποιον άλλο, αλλά όλοι μας είμαστε μαθητές καιδάσκαλοι του εαυτού μας. Και όλοι εκείνοι –αλλά όλοι–που παριστάνουν τους πνευματικούς δασκάλους καιθέλουν “μαθητές” απλώς διψάνε για χρήμα, για δύναμη,για εξουσία πάνω στην ψυχή των ανθρώπων. Αλλά έναςαληθινός δάσκαλος δεν είναι τίποτα παραπάνω από ένα

Page 95: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

δάσκαλο οδήγησης αυτοκινήτου. Σου λέει πέντεπράγματα και μετά φεύγεις και μαθαίνεις από σένα τονίδιο, που οδηγείς μόνος πια στους δρόμους, πώς ναοδηγείς». Τα μάτια της βούρκωσαν καθώς θυμήθηκε τογέρο φίλο της και καθώς έπιασε τον εαυτό της εκείνηακριβώς τη στιγμή να θέλει πάρα πολύ να βοηθήσει τηνέα κοπέλα απέναντί της, θυμήθηκε κάτι ακόμα που τηςείχε πει ο φίλος της, όταν κάποτε είχε πάει να τονρωτήσει πώς θα μπορούσε να βοηθήσει μια φίλη τηςπου είχε ψυχολογικά προβλήματα. Εκείνος τότε τηςείχε απαντήσει: «Όταν έρχεται κάποιος και σου ζητάεινα τον βοηθήσεις για κάποιο ψυχολογικό του πρόβλημα,πρέπει ν’ αφήσεις κατά μέρος τις εικόνες, τις ιδέες, τασυμπεράσματα, τις απόψεις και τις σκέψεις που έχειςγια το θέμα που σου μιλάει ο άλλος. Αλλά όταν σουζητάει κάποιος να τον βοηθήσεις για το ψυχολογικό τουπρόβλημα, εσύ κάνεις προσπάθεια να τον βοηθήσεις;Γιατί; Οποιαδήποτε προσπάθεια κι αν κάνεις ναβοηθήσεις, ένα είναι σίγουρο: ότι θα εμποδίσεις τον άλλοάνθρωπο να κατανοήσει τον εαυτό του. Οπότε καλύτεραμη βοηθάς. Σε παρακαλώ, μην παρεξηγήσεις αυτό πουσου λέω. Ξέρω, ακούγεται φριχτό, αλλά πώς θαβοηθήσεις; Μην ξεκινάς, λοιπόν, ποτέ με στόχο ότιπρέπει να βοηθήσεις ή ότι μπορείς σίγουρα να τοκάνεις. Άκουσέ με σε παρακαλώ: μου είπες ότι είναικάποια φίλη σου που έχει ψυχολογικά προβλήματα κι

Page 96: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

έρχεται και σ’ τα λέει – δεν έχει σημασία ποια είναι ταπροβλήματα. Νιώθει απελπισμένη, νιώθει να είναι σεαδιέξοδο, βρίσκεται σε σύγκρουση, νιώθει μοναξιά, είναιβουτηγμένη στη θλίψη, στον πόνο και πολλά άλλαπράγματα. Οι σκέψεις που βασανίζουν το μυαλό της τηνέχουν εξουθενώσει. Έρχεται, λοιπόν, κουβαλώντας όλααυτά σε σένα κι εσύ νιώθεις στοργή γι’ αυτήν. Έρχεταιμε όλα αυτά που τη βαραίνουν και τη βασανίζουν για νασου τα πει, για να την ακούσεις. Και καθώς σ’ τα λέει καιεσύ την ακούς αληθινά, τότε κάτι συμβαίνει. Αυτό το“κάτι”, όμως, θα συμβεί μόνο εάν ξέρεις πώς να ακούς.Αν πεις “ναι, μπορώ να σε βοηθήσω”, τότε η σχέση σαςείναι τελείως διαφορετική. Εσύ θεωρείς ότι βοηθάς κιεκείνη είναι πεπεισμένη ότι θα τη βοηθήσεις. Κι έτσιπαύει κάθε κατανόηση και από σένα και από εκείνη τουτι πραγματικά συμβαίνει. Ενώ αν εκείνη έρθει με ταπραγματικά της προβλήματα και απλώς σ’ τα λέει γιατίθέλει να σου ανοίξει την καρδιά της, χωρίς να σουπεριγράφει “λογοτεχνικά” τα συναισθήματά της, κι εσύτην ακούς με στοργή, με ανοιχτή και τη δική σου καρδιά,χωρίς να υποθέτεις ότι μπορείς να τη βοηθήσεις, χωρίςεικόνες, χωρίς ιδέες, χωρίς φιλοσοφικές καιψυχαναλυτικές απόψεις και συμπεράσματα γι’ αυτά πουσου λέει, χωρίς να την επικρίνεις ή να τη δικαιολογείς,αλλά απλώς ακούς βαθιά και αληθινά, τότε από τογεγονός και μόνο ότι εσύ την ακούς έτσι, ενώ εκείνη σου

Page 97: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

ανοίγει την καρδιά της κι εσύ ανοίγεις τη δική σου, τότεδημιουργείται μια σχέση ανάμεσά σας, όπου γεννιέται ηκατανόηση και η γνώση του εαυτού της, αλλά και εσένατου δικού σου. Αυτή ακριβώς η σχέση είναι το εύφοροέδαφος όπου κάτι καινούργιο μπορεί ν’ ανθίσει. Τότε καιοι δύο μπορεί κάτι να δείτε. Το να δείτε αναφέρεται στηνκαρδιά, όχι στο μυαλό· δεν είναι κάποιο λογικόσυμπέρασμα, είναι αίσθηση και συνειδητοποίηση αυτούπου πραγματικά συμβαίνει, χωρίς να χρειάζονται λόγιακαι περιγραφές· απλώς ξέρεις κάτι που δεν ήξερες πριν.Και το ξέρεις όχι επειδή σ’ το είπε κάποιος άλλος, αλλάεπειδή το είδες από μόνη σου...»

Καθώς θυμόταν τα λόγια του γέρου φίλου της, ένιωθετην καρδιά της ν’ ανοίγει κι άλλο κι έμοιαζε να συμβαίνειτο ίδιο και στη νέα γυναίκα, που την κοίταζε και ταμάτια της είχαν βουρκώσει. Άρχισε να μιλάειακούγοντας κι η ίδια αυτά που έλεγε, κάπως σαν να τ’άκουγε για πρώτη φορά. Θυμόταν δυσάρεστες στιγμέςμε τη μάνα της και τον πατέρα της, που χρόνια τώραήταν θαμμένα μέσα της κι έμοιαζε να είχαν σβήσει.Αλλά δεν είχαν σβήσει. Ζούσαν στο σκοτάδι και«ροκάνιζαν» την ψυχή της και το σώμα της. Ζούσαν στοσκοτάδι σαν φαντάσματα και τώρα έρχονταν στο φως.Κι επειδή τα φαντάσματα δεν ζουν στο φως, τώρα πιαέσβηναν στ’ αλήθεια. Ανάμεσα στις δυο γυναίκες είχεγεννηθεί μια βαθιά επικοινωνία, που καθώς τελείωνε η

Page 98: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

διήγηση έσπρωξε, πολύ απλά και φυσικά, τη μια στηναγκαλιά της άλλης.

Page 99: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Η ιστορία του αγοριού με το κερί

Page 100: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Β ρήκε ένα ξεχασμένο CD με γρηγοριανούς ψαλμούς.Έβαλε να τους ακούσει. Πάντα του άρεσαν πολύ.

Αναρωτήθηκε για πρώτη φορά πώς γίνεται η βυζαντινήλειτουργία να μην του λέει τίποτα· οι βουδιστικοί καιινδουιστικοί ψαλμοί που είχε ακούσει κάποτε να τονέχουν αφήσει αδιάφορο· να είναι βαθιά και απόλυταάθρησκος κι ωστόσο να συγκινείται από γρηγοριανούςψαλμούς; Την ίδια αίσθηση, όμως, την είχε από έφηβος,όταν άκουγε την Ενάτη Συμφωνία του Μπετόβεν και τοToccata and Fugue του Μπαχ. Φαίνεται ότι υπάρχουνζωγράφοι, συγγραφείς, ποιητές και –κυρίως– μουσικοίπου όχι μόνο έχουν οι ίδιοι μια αληθινή και βαθιάαίσθηση κάτι «Ιερού», αλλά έχουν και την ικανότητα νατη μεταδίδουν κιόλας με τη δουλειά τους. Στη μουσικήαυτό είναι πιο έντονο γιατί ο ήχος μπορεί –δεν έχουνσημασία τα λόγια, αφού κι η φωνή είναι ήχος καιλειτουργεί ως ένα από τα όργανα–, μπορεί, λοιπόν, οήχος να πάει μέσα στην καρδιά και να ξυπνήσει μιαβαθιά αίσθηση Ιερού, που δεν έχει σχέση με καμιάθρησκεία, που δεν υπάρχει σε καμιά θρησκεία, καθώςέχει σχέση με κάτι που δεν έχει όνομα, που δεν έχειαρχή και τέλος, που δεν υπάρχει καμιά περίπτωση να

Page 101: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

μπει σε λόγια, και δεν μπορεί να πλησιαστεί ή ν’αποκαλυφθεί με κανενός είδους επιστημονικό πείραμα.Κι όταν ακούγοντας αυτή τη μουσική ανοίγει η καρδιάσου, τότε μπαίνεις σε μια βαθιά ησυχία, χωρίςσυναισθηματισμούς, παρόλο που μπορεί να κυλάνεδάκρυα στα μάτια σου, και μπαίνεις σε μια κατάσταση–και πάλι χωρίς κανένα συναισθηματισμό–«νοσταλγίας» για «κάτι», για «κάπου».

Καθώς άκουγε τη μουσική και όλα αυτά πέρναγαναπό το μυαλό του, ο νους του «έφυγε» πηγαίνονταςπολλά χρόνια πίσω, τότε που ήταν μικρό αγόρι. Άνοιξη.Μεγάλη Πέμπτη. Η βραδιά είναι γλυκιά κι έτσι οκόσμος, αφού γέμισε την εκκλησία, που ήταν στοκέντρο της Αθήνας, τώρα έχει απλωθεί και στο απέναντιπεζοδρόμιο. Εκείνος, μικρό αγόρι γύρω στα εννιά,στέκεται όρθιος στην άκρη του πεζοδρομίου, δίπλα στημητέρα του. Με το αριστερό του χέρι κρατάει ένα μικρόβιβλιαράκι με όλους τους ψαλμούς της ΜεγάληςΕβδομάδας και με το δεξί κρατάει το μακρύ, λεπτό,καφέ κερί κοντά στο βιβλιαράκι για να φωτίζει τιςσελίδες του.

Το αγόρι, όμως, δεν ήταν καθόλου θρήσκο. Δεν είχε–από τότε– «ούτε ιερό ούτε όσιο», όπως του έλεγε ημάνα του. Πριν από μερικά χρόνια, στα πέντε του, τοαγόρι παραπονέθηκε στη μητέρα του ότι το φως από τοκαντήλι που ήταν στο εικονοστάσι απέναντι από το

Page 102: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

κρεβάτι του το ενοχλούσε και δεν μπορούσε νακοιμηθεί. Ζήτησε από τη μητέρα του να το σβήσει.Εκείνη του απάντησε ότι αυτό αποκλείεται και το αγόριτέντωσε την παλάμη του, είπε «να κι εγώ» και έριξε μιαμουντζιά με το δεξί του χέρι στα εικονίσματα.

«Μην το ξανακάνεις αυτό», είπε η μάνα του έξαλληκαι με εκείνο το απειλητικό ύφος που πάντα τον φόβιζε,«γιατί θα σου κόψει η Παναγία το χέρι». Και βγήκεπολύ θυμωμένη από το δωμάτιο. Ήταν τρομακτικάθρήσκα.

Το αγόρι έμεινε μόνο του. Κοίταξε πρώτα τοεικονοστάσι με τη μεγάλη μπροστινή εικόνα τηςΠαναγίας που κρατούσε τον Χριστό κι ύστερα κοίταξε τοδεξί του χέρι με την ανοιχτή παλάμη. Φοβότανε, αλλάέπρεπε να μάθει. Τον έτρωγε η περιέργεια. Σήκωσε τοχέρι του προς τα εικονίσματα με την ολάνοιχτη παλάμηκαι τα μούντζωσε. «Να», είπε. Ύστερα κοίταξε το χέριτου και περίμενε να δει αν θα του το κόψει η Παναγία,όπως είχε πει η μάνα του. Τίποτα. Τότε σήκωσε και ταδύο χέρια του και ξαναμούντζωσε το εικονοστάσι. «Να»,ξανάπε πιο προκλητικά και πιο έντονα από πριν.Κοίταξε τα δυο του χέρια. Δεν είχαν κοπεί. Ύστεραάρχισε να μουντζώνει με μανία: «Να, να, να...» έλεγε καιξανάλεγε μουντζώνοντας.greekleech.info Τίποτα! ΗΠαναγία δεν του είχε κόψει τα χέρια! Και τότε,γελώντας, έριξε άλλη μια μουντζιά λέγοντας πολύ

Page 103: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

περιφρονητικά αυτή τη φορά «να» και βγήκε από τοδωμάτιο. Είχε τελειώσει με τη θρησκεία για πάντα.Όμως, όπως συνειδητοποίησε πάρα πολλά χρόνιααργότερα, στο τέλος της εφηβείας του, ακούγοντας στοραδιόφωνο τη φράση «στην πραγματικότητα δενυπάρχουν άθεοι, αλλά άθρησκοι», είδε ότι δεν υπήρξεποτέ του άθεος, αφού είχε την αίσθηση της ύπαρξηςκάτι Θείου, κάτι ιερού, που το ένιωθε σαν ένα απέραντοχάος, που τον γέμιζε δέος, σεβασμό κι αγάπη.

Το μικρό αγόρι, στο απέναντι πεζοδρόμιο τηςεκκλησίας, ακούει τους ψαλμούς της Μεγάλης Πέμπτηςαπό τα μεγάφωνα και παρακολουθεί τους στίχους τουςστο μικρό βιβλιαράκι που κρατάει, φωτίζοντάς το με τοκερί του. Δεν ψέλνει, ούτε κι ακούει τους στίχους·ακούει τον ήχο των φωνών που ψέλνουν, σαν ν’ ακούεικάποιο μουσικό όργανο, και βυθίζεται σε εκείνο τοαπέραντο χάος που τον γεμίζει δέος, σεβασμό κιαγάπη.

«Πήρε φωτιά, πήρε φωτιά... Θα καεί το παιδί...»φώναξε τρομαγμένη μια κυρία δίπλα στο αγόρι,βλέποντας το βιβλιαράκι του με τους ψαλμούς να έχειαρπάξει φωτιά από το κερί, που το είχε φέρει πολύκοντά στις σελίδες χωρίς να το καταλάβει. Το αγόρι δενθυμόταν τι ακριβώς συνέβη, ούτε ποιος έσβησε τοβιβλιαράκι που είχε αρπάξει φωτιά ούτε τι έγινε μετά.Του έμεινε, όμως, για πάντα μια αίσθηση και δύο

Page 104: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

εικόνες, πεντακάθαρα: η αίσθηση ενός βυθίσματος σεμια βαθιά ησυχία σαν κενό και η εικόνα από ψηλά ενόςμικρού αγοριού στο πεζοδρόμιο απέναντι στην εκκλησίακαθώς είναι σκυμμένο πάνω στο βιβλιαράκι με τουςψαλμούς και άλλη μια εικόνα –σαν πολύ κοντινό πλάνοταινίας– της πάνω δεξιάς γωνίας του βιβλίου νακαίγεται, κι εκείνος να μην κάνει τίποτα γι’ αυτό...

Αργότερα, στην εφηβεία του, θα είχε ξανά μιαμακρινή αίσθηση εκείνου του βυθίσματος, την πρώτηφορά που ερωτεύτηκε. Και με τα χρόνια κατάλαβε ότι οαληθινός και βαθύς έρωτας γεννιέται από τη νοσταλγίαγια μια χαμένη ενότητα με κάτι, και καθώς φέρνει τηνενότητα με έναν άλλο άνθρωπο –όπως τίποτε άλλο δεντη φέρνει έτσι στη ζωή– δημιουργεί μια ψευδαίσθησηαποκατάστασης αυτής της ενότητας, αλλά δεν είναιαλήθεια. Είναι όπως όταν δεν έχεις δοκιμάσει φρέσκοκρεμμυδάκι· μπορείς να βράσεις ένα ξερό και η γεύσητου μόλις το δαγκώσεις μοιάζει με του φρέσκου, αλλάδεν είναι το αληθινά φρέσκο κρεμμυδάκι.greekleech.infoΦαίνεται, όμως, πως όταν γεννηθεί μέσα σε κάποιον οέρωτας για το «Ιερό» που δεν έχει σχέση με θρησκείεςκαι θεούς, αλλά με ένα «απέραντο χάος χωρίς όνομα,αρχή και τέλος», με ένα «κενό» που πάλλεται από ζωή,καλοσύνη, συμπόνια κι αγάπη, τότε κάθε άλλος έρωταςπου μπορεί να γεννηθεί μέσα στα πλαίσιά του –γιατίμπορεί να γεννηθεί και τότε– είναι κάπως σαν να

Page 105: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

υπάρχει, αλλά και να μην υπάρχει. Δεν είναι το ίδιοόπως συμβαίνει σε ανθρώπους που πληγώθηκαν πολύαπό τις ερωτικές τους ιστορίες, που πόνεσαν κι έτσιβλέποντας λογικά όλο το μηχανισμό του έρωτα, από τηναρχή έως το τέλος, δημιουργούν ένα προστατευτικότείχος γύρω από την καρδιά τους και ή δενξαναερωτεύονται ή όταν δουν ότι πάνε να ερωτευτούνείτε το τελειώνουν επιτόπου είτε ερωτεύονται χλιαρά,χωρίς πάθος. Αυτό όμως δεν έχει σχέση με τηνκατανόηση του τι είναι αληθινά ο έρωτας. Αυτό μοιάζειμε το να σου κόψει για λόγους υγείας ο γιατρός τοκάπνισμα, χωρίς να μάθεις έτσι ποτέ ο ίδιος γιατίκαπνίζεις και το κάπνισμα να σταματήσει από μόνο του.Όταν γεννηθεί ο έρωτας για κάτι «Ιερό», τότε είσαιανοιχτός να ερωτευτείς ακόμα και πέντε λεπτά πρινπεθάνεις, κι ας πονέσεις, κι ας πληγωθείς, κι ας...οτιδήποτε. Γιατί ο έρωτας είναι πια στη θέση του. Δενείναι υποκατάστατο τίποτε άλλου· δεν είσαι γενικώςερωτευμένος με τον έρωτα· δεν μπαίνει θέμα «πιστεύωστον έρωτα», όπως έχει πει κάποιος· δεν μπαίνει θέμα«πίστης» ή «απιστίας» στο άλλο πρόσωπο,αποκλειστικότητας δηλαδή και ιδιοκτησίας. Τότελειτουργεί η ηθική του ό,τι γίνεται με αγάπη είναι σωστό– όντας η αγάπη κάτι που δεν το νιώθεις, που δεν είναισυναίσθημα, αλλά μια κατάσταση που ή είσαι μέσα τηςή δεν είσαι.

Page 106: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

«Και τι είναι αγάπη, βρεμπαμπά;»

Page 107: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

«Μ μμ... Καλή ερώτηση», είπε στην κόρη του, πάνωσε μια κουβέντα που έκαναν για τον πρώτο

εφηβικό της έρωτα. «Για να δούμε και την απάντηση».Λοιπόοον...

Η αγάπη υπάρχει πάντα στο παρόν· δεν είναι «θααγαπήσω» ή «αγαπούσα». Έτσι δεν είναι; Επίσης, ότανξέρεις τι είναι αγάπη δεν ακολουθείς ποτέ κανέναν,επειδή η αγάπη δεν υπακούει. Όταν κανείς υπακούειείναι γιατί στην ουσία υπάρχει φόβος – φόβος μήπωςδεν τα καταφέρεις, φόβος μήπως κάνεις λάθος, και ένασωρό άλλοι φόβοι, αλλά η αγάπη δεν έχει καμιά σχέσημε το φόβο. Ακόμα, για την αγάπη δεν υπάρχει η έννοια«καθήκον», κι όταν αγαπάς δεν μπαίνει θέμα «κάνωκάτι από υποχρέωση».

Να αγαπάς πραγματικά κάποιον σημαίνει νααγαπάς χωρίς, φυσικά, να μπαίνει ποτέ μέσα σουμίσος, χωρίς να νιώθεις ζήλια ή θυμό, χωρίς να θέλεις ναανακατευτείς σε ό,τι κάνει ή σκέφτεται ο άλλος, χωρίςνα επικρίνεις, χωρίς να συγκρίνεις, χωρίς να θέλεις νακυριαρχήσεις πάνω στον άλλο, χωρίς να νιώθειςεξάρτηση; Κι όταν αγαπάς κάποιον με όλη σου τηνκαρδιά, με όλο σου το νου, με όλο σου το σώμα, με όλο

Page 108: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

σου το είναι, υπάρχει θέμα ιδιοκτησίας, προσκόλλησηςκαι αποκλειστικότητας;

Η αγάπη έχει αληθινή και βαθιά επικοινωνία. Αλλάόταν είσαι καχύποπτος, φοβισμένος, δηλαδή, κλειστός,μπορεί να υπάρχει αληθινή επικοινωνία ανάμεσα σεσένα και σε κάποιον άλλο;

Αλλά φαίνεται ότι δεν μας απασχολεί η αγάπη –οέρωτας ναι, η αγάπη όχι– και μάλλον δενενδιαφερόμαστε αληθινά να επικοινωνούμε με τουςάλλους. Θέλουμε να έχουμε ασφάλεια είτε μέσα στηνοικογένεια και στην ιδιοκτησία είτε στις ιδέες, στο χρήμακαι στη δύναμη που φέρνει. Αλλά όταν ο νους αναζητάειασφάλεια δεν μπορεί ποτέ να γνωρίσει την αγάπη. Γιατίη αγάπη είναι το πιο επικίνδυνο πράγμα που υπάρχει,επειδή όταν αγαπάμε κάποιον είμαστε ευάλωτοι,είμαστε ανοιχτοί, επικοινωνούμε βαθιά, πέρα από τιςλέξεις. Αλλά δεν θέλουμε να είμαστε ανοιχτοί, δενθέλουμε να είμαστε ευάλωτοι. Θέλουμε να είμαστεπεριφραγμένοι, θέλουμε πιο πολύ να έχουμε την ησυχίαμας.

Ίσως γι’ αυτό δεν μας απασχολεί η αγάπη. Επειδή ηαγάπη είναι το πιο επικίνδυνο και αβέβαιο στοιχείο στηζωή· και επειδή δεν θέλουμε να ζούμε στηναβεβαιότητα, δεν ζούμε με την καρδιά, ζούμε με τομυαλό. Ένας άνθρωπος που αγαπάει ζει χέρι χέρι μεκάτι επικίνδυνο, και δεν θέλουμε να ζούμε επικίνδυνα.

Page 109: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Γενικά το αληθινό αίσθημα είναι πολύ επικίνδυνο· το νανιώθεις είναι πολύ επικίνδυνο, δεν είναι; Το να νιώθειςπολύ έντονα, δηλαδή με πάθος (όχι να έχεις διάφοραπάθη), μπορεί να σε οδηγήσει σε ό,τι ονομάζουνμπέρδεμα, σε αταξία· οπότε το ελέγχεις εκλογικεύοντάςτο, και με την εκλογίκευσή του παύεις να είσαιμεγαλόψυχος, παύεις να είσαι γενναιόδωρος και γίνεσαιψυχολογικά τσιγκούνης. Το αίσθημά σου καταστρέφεταιμε τη διαδικασία της σκέψης, που είναι δόσιμοονομάτων και χαρακτηρισμών, κρέμασμα ταμπέλας σταπάντα.

Επειδή τα δυνατά αισθήματα είναι επικίνδυνα,επειδή η αγάπη είναι πολύ επικίνδυνη, αρχίζεις νασκέφτεσαι γύρω από την αγάπη, κι η σκέψη, ηεκλογίκευση, ελαχιστοποιεί την αγάπη και σιγά σιγάτην καταστρέφει. Με τη λέξη «αίσθημα» εννοώ αγάπη,όχι επιθυμία, όχι συναισθηματισμούς, κι όχι όλο αυτό το«ρομαντικομελό» πράγμα που ονομάζεται «συν-αίσθημα» και που το φτιάχνει η σκέψη, ενώ το αίσθημαγεννιέται μέσα στην καρδιά. Η αγάπη είναι φωτιά πουκαίει διαρκώς, δεν ησυχάζει ποτέ, υπάρχει από στιγμήσε στιγμή, είναι δημιουργική, νέα, φρέσκια, χαρούμενη,κι επομένως είναι πολύ επικίνδυνη για την κοινωνία, γιατις σχέσεις μας. Η αγάπη δεν είναι κανενός. Δενπεθαίνει ποτέ. Είναι πάντα «εκεί» και σε περιμένει να τηνιώσεις. Είναι κατάσταση που σε περιμένει να μπεις

Page 110: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

μέσα της. Και όταν πάει να γίνει αυτό, τότε παρεμβαίνειη σκέψη –δηλαδή γνώση, μνήμη, το παρελθόν– καιμετριάζει την αγάπη, την ελέγχει, την τιθασεύει, τηνκαθοδηγεί, τη «νομιμοποιεί» κι εξουδετερώνει τουςκινδύνους της. Η διαφορά με τον έρωτα είναι ότι σ’ αυτόναγαπάς αποκλειστικά έναν άλλο, ενώ όταν δεν είσαιερωτευμένος, αλλά αγαπάς κάποιον, τότε αγαπάς όλητην ανθρωπότητα, όχι απλώς ένα πρόσωπο, αγαπάςτον άνθρωπο. Και σήμερα είναι επικίνδυνο να αγαπάςτον άνθρωπο, έτσι δεν είναι; Επειδή η αγάπη δεν ξέρειαπό θλίψη και μοναξιά, επειδή δεν είναι φτιαγμένη απόζήλια, είναι επικίνδυνη γιατί καταστρέφει. Καταστρέφειό,τι έχει χτίσει γύρω από τον εαυτό του ο άνθρωπος γιανα νιώσει ασφάλεια, για να κρυφτεί από το φόβο του. Ηαγάπη είναι μια τρομακτική ενέργεια επειδή δεν ξέρειαπό σύγκρουση, από προβλήματα και φόβο, δεν ξέρειαπό θάνατο· γι’ αυτό είναι τόσο καταστρεπτική καιεπικίνδυνη. Γι’ αυτό τη φοβούνται όλοι...

Ίσως όχι όλοι...

Page 111: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Το ατύχημα

Page 112: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Ή ταν ένα καλοκαιρινό βράδυ του 1988, και μ’ έναφίλο του κάθονταν στη βεράντα του σπιτιού του

στο νησί. Είχαν πιάσει μια πολύ ωραία συζήτηση. Τοθέμα της ήταν οι ανατροπές που έρχονται στη ζωή όλωντων ανθρώπων, αλλά πρέπει κανείς να είναι ανοιχτός γιανα τις δεχτεί χωρίς φόβο, ό,τι αλλαγές κι ανπροκαλέσουν, και να μην αναβάλλει να τις αφήσει νασυμβούν. Όταν κατά τα ξημερώματα σηκώθηκαν ναπάνε για ύπνο, ο φίλος του είπε μια φράση πουεξηγούσε ακριβώς για ποιο λόγο άφησε κάποια στιγμήνα γίνει στη ζωή του μια ανατροπή που ανέβαλλε γιαμερικά χρόνια, με τη δικαιολογία ότι είχε καιρό ακόμα.Αυτό που είπε του έκανε τρομερή εντύπωση, αλλά μόνολεκτικά φαίνεται, δεν το ένιωσε δηλαδή με την καρδιάτου, γιατί το άλλο πρωί, όταν μετέφερε στη γυναίκα τουτη συζήτηση που είχε κάνει με το φίλο του τοπροηγούμενο βράδυ, φτάνοντας στην τελική φράση πουτου είχε πει ήταν αδύνατο να τη θυμηθεί. Το ίδιο έγινεκαι το μεσημέρι, όταν επέστρεψε από το αεροδρόμιοόπου είχε πάει το φίλο του και δοκίμασε να της το πει,ενώ το ίδιο έγινε και το βράδυ! Είχε σκάσει. Κι όσοέσκαγε που δεν το θυμόταν τόσο έμοιαζε πιο σβησμένη

Page 113: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

η μνήμη της φράσης.«Άσ’ το, μην προσπαθείς, θα έρθει μόνη της...» είπε

η γυναίκα του κι εκείνος συμφώνησε και σταμάτησε ναπροσπαθεί να θυμηθεί. Αλλά έλα που τελικά ούτε καιτο άλλο πρωί, όταν ήταν να φύγει για την Αθήνα,«ήρθε»!

Βγαίνοντας από το φέριμποτ με το αυτοκίνητό τουστον Άγιο Κωνσταντίνο, σταμάτησε να βάλει βενζίνη.Ξεκινώντας ύστερα από λίγο, κοίταξε το ρολόι του:«Δώδεκα η ώρα. Στις δυόμισι το πολύ θα είμαι στογραφείο», είπε και ξεκίνησε ξεχνώντας να ξαναφορέσειτη ζώνη.

Ήταν η πρώτη φορά που έκανε τη διαδρομή με τοκαινούργιο του αυτοκίνητο, έχοντας τελειώσει το«ροντάρισμά» του. Το «πάτησε» και το ευχαριστιόταν!Στη μεγάλη ευθεία της Εθνικής Οδού Αθηνών-Λαμίαςέπιασε τα διακόσια δέκα την ώρα.

Η μεγάλη ευθεία μετά τη γέφυρα όπου στρίβεις γιαΘήβα τελείωσε, κι εκεί άρχισε να κόβει ταχύτητα γιατίακολουθεί μια στροφή. Κατέβασε την ταχύτητα σταεκατόν τριάντα. Ο δρόμος τότε δεν είχε το τσιμεντένιοδιαχωριστικό που έχει σήμερα στη μέση, ούτε τιςσιδερένιες μπάρες δεξιά κι αριστερά και κάθε πλευράείχε από μία μόνο λωρίδα κυκλοφορίας και από μίαβοηθητική. Χωρίς λόγο, έτσι από το πουθενά, θυμήθηκεένα κορίτσι που είχε ερωτευτεί στα δεκαοχτώ του, κι

Page 114: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

αργότερα είχε μάθει ότι αυτοκτόνησε στο Παρίσι,αφήνοντας άντρα και δύο μικρά παιδιά. Σκεφτόταν γιατίμπορεί να έκανε ένα τόσο όμορφο κορίτσι κάτι τέτοιο κιαναρωτήθηκε αν είναι αλήθεια αυτό που λένε ότι εκείνοιπου σκοτώνονται ξαφνικά από ατύχημα ή από όπλο,όταν ύστερα από λίγο «συνέλθουν» –ως νεκροί πια–νομίζουν ότι απλώς λιποθύμησαν και τους παίρνει καιρόνα συνειδητοποιήσουν ότι πέθαναν! Θυμήθηκε και δύοωραίες ταινίες που είχε δει παλιότερα με αυτό το θέμα:Ο παράδεισος μπορεί να περιμένει, με τον ΓουόρενΜπίτι και την Τζούλι Κρίστι, και το Ο αόρατος εραστής,με τον Πάτρικ Σουέιζι και την Ντέμι Μουρ.

Η ταχύτητα του αυτοκινήτου του είχε κατέβει σταεκατόν δέκα κι είχε μπει πια στη μεγάλη στροφή.Κοίταζε τη φρεσκοβαμμένη διπλή άσπρη λωρίδα στηνάσφαλτο και θυμήθηκε το δάσκαλό του της οδήγησης,που του είχε πει «να προσέχεις πάντα, έτσι κι αλλιώς,γιατί τα νοσοκομεία είναι γεμάτα από αυτούς που ήτανσωστά μέσα στη λωρίδα τους ή είχαν προτεραιότητα».Για δευτερόλεπτα αφαιρέθηκε. Και ξαφνικά είδε ένααυτοκίνητο από την άλλη λωρίδα να καβαλάει τη διπλήδιαχωριστική και να προσπαθεί να περάσει τα τέσσερααυτοκίνητα που ήταν μπροστά του, μπαίνοντας το μισόστη λωρίδα όπου βρισκόταν εκείνος! Για να το αποφύγειέκανε να μπει δεξιά, αλλά εκεί, στη βοηθητική, πήγαινεαργά ένα φορτηγό. Και φρενάρισε απότομα.

Page 115: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Μπλόκαραν οι τροχοί και άρχισε ένα ατέλειωτοντεραπάρισμα. Δεν φοβόταν. Δεν φοβόταν γιατί δενσκεφτόταν. Απλώς παρακολουθούσε –σαν να ’βλεπεταινία– αυτό που συνέβαινε. Είδε από το παρμπρίζ τοαυτοκίνητό του να παίρνει στροφή τριακοσίων εξήνταμοιρών γύρω από τον εαυτό του, ταυτόχρονα ναμετακινείται πατινάροντας προς το πλάι και ναξαναμπαίνει στο ρεύμα κυκλοφορίας προς Αθήνα, αλλάαντίθετα πια σ’ αυτό, με τα αυτοκίνητα να έρχονταικαταπάνω του! Τελικά δεν έγινε μετωπική σύγκρουση,γιατί το αυτοκίνητό του έκανε –εκτός από τη στροφήγύρω στον άξονά του και το σούρσιμο προς τα πλάγια–και μία τρίτη κίνηση προς τα πίσω, εντελώς παρανοϊκή,αφού ενώ οι τροχοί γύριζαν κανονικά προς τα μπροστάτο αυτοκίνητο πήγαινε προς τα πίσω, σπρωγμένο μετρομερή σφοδρότητα από τη φυγόκεντρο δύναμη! Όληαυτή η τριπλή κίνηση κατέληξε στο να ρίξει τοαυτοκίνητο μέσα στο τσιμεντένιο χαντάκι σε σχήμα V γιατα νερά που υπήρχε στην άκρη του δρόμου. Η τάση τουαυτοκινήτου ήταν να αρχίσει να παίρνει τούμπες στοδιπλανό χωράφι, αλλά καθώς το χαντάκι ήταν βαθύ, μετο που χτύπησε ο «ουρανός» του αυτοκινήτου στηχοντρή τσιμεντένια γωνία του V δεν κατάφερε ναπεράσει από πάνω. Έτσι, ενώ έβλεπε σύρριζα στοπρόσωπό του δεξιά να σχηματίζεται μια λαμαρινένιαγωνία από το βούλιαγμα που δεν τον άγγιξε γιατί

Page 116: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

σταμάτησε λίγο πιο πάνω από τον ώμο του, τοαυτοκίνητο ανασηκώθηκε προς τ’ αριστερά, αλλά μηνμπορώντας να καβαλήσει την άλλη μεριά του χαντακιού,με τις μπρος και πίσω ρόδες της πλευράς τουσυνοδηγού να γυρίζουν με δύναμη στον αέρα,σταμάτησε την τούμπα κι εκείνος βρέθηκε ξαπλωμένοςμε τον αριστερό του ώμο στο τζάμι του παραθύρου τηςπόρτας του που ήταν κλειστό. Αμέσως έσβησε τημηχανή για να μη γίνει έκρηξη της βενζίνης που μύριζεκαθώς χυνόταν, έκλεισε το ερκοντίσιον, έκλεισε τοραδιόφωνο και προσπάθησε με κλοτσιές να σπάσει τοπαρμπρίζ, που το τζάμι του είχε γίνει σαν δίχτυ αράχνηςχωρίς να πεταχτεί ούτε ένα γυαλάκι και δεν έσπαγε μετίποτα. Τότε συνειδητοποίησε ότι μπορούσε να βγει απότην πόρτα του συνοδηγού που ήταν προς τα πάνω.Σκαρφάλωσε στα καθίσματα και την άνοιξε έχοντας μιααίσθηση σαν να ανοίγει πόρτα υποβρυχίου. Αφούσταθεροποίησε την πόρτα ανοιχτή, σκαρφάλωσε έξω,όπου τον περίμενε μια τρομερή έκπληξη: είχεσταματήσει η κυκλοφορία στην Εθνική Οδό και στις δύολωρίδες και γύρω του ήταν μαζεμένα πάρα πολλάαυτοκίνητα.greekleech.info Οι άνθρωποι είχαν πεταχτείέξω από τα αυτοκίνητά τους και παρακολουθούσαν τησκηνή. Μόλις ξεπρόβαλε εκείνος από την πόρτα τουσυνοδηγού, κάποιος φώναξε: «Είναι κι άλλοι μέσα;»«Όχι, μόνος είμαι», απάντησε. Ένιωσε μια αίσθηση

Page 117: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

ανακούφισης να έρχεται από τη μεριά τους. Και τότεάρχισαν όλοι, αυθόρμητα, να χειροκροτάνε, σαν ναξορκίζουν το φόβο τους στη σκέψη ότι μπορούσε νασυμβεί και σ’ αυτούς! Εκείνος βγήκε έξω χαμογελώντας,κάποιοι τον χτύπησαν στην πλάτη, ύστερα μπήκαν στ’αυτοκίνητά τους και σε λίγο έμειναν αυτός και ομπατζανάκης του, που ερχόταν πίσω του και ήταν σταπρόθυρα εμφράγματος καθώς είχε δει όλο το ατύχημα.«Να σε πάω στα διόδια στο Σχηματάρι, όπου έχειΕΛΠΑ να σε κουβαλήσει;» «Α, ωραία», είπε εκείνος.Ύστερα από λίγο ο μπατζανάκης του τον είχε αφήσειστα διόδια στο Σχηματάρι, όπου μπήκε στο γερανό τηςΕΛΠΑ και ξαναγύρισαν στο 69ο χιλιόμετρο όπου είχεγίνει το ατύχημα. Οι δυο τεχνικοί της ΕΛΠΑ άρχισαν ναετοιμάζουν το αυτοκίνητο για να το ανεβάσουν στογερανό.greekleech.info

Ο αστυφύλακας της τροχαίας που ήρθε του ζήτησε«άδεια, ταυτότητα, δίπλωμα και ασφάλεια». Ήταν πολύσυμπαθητικός άνθρωπος και πολύ ειλικρινής, γιατί όταντον ρώτησε αν φορούσε ζώνη και του είπε «όχι», οαστυφύλακας του είπε: «Ευτυχώς, γιατί θα μπορούσατενα είχατε πνιγεί. Σ’ ένα τέτοιο ατύχημα ακριβώς, πριναπό δυο χρόνια, ο οδηγός πνίγηκε από τη ζώνη. Απότην πείρα μου, έχω δει ότι η ζώνη σε σώζει στημετωπική ή όταν πέσουν πάνω σου από πίσω, αλλά δενκάνει τίποτα στις πλάγιες συγκρούσεις, ενώ είναι

Page 118: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

επικίνδυνη στις περιπτώσεις ανατροπής τουαυτοκινήτου».

Όταν, λίγο αργότερα, το αυτοκίνητο φορτώθηκε στογερανό, κάθισαν οι τρεις τους –οι δυο τεχνικοί της ΕΛΠΑκι αυτός– και ξεκινήσανε για Αθήνα. Κοίταξε το ρολόιτου: Ήταν τρεις και τέταρτο! «Πάει το δυόμισι στηνΑθήνα που είχα πει», σκέφτηκε, «τώρα θα φτάσουμεπεντέμισι και βάλε! Είδες;»

Και τότε ξαφνικά θυμήθηκε πεντακάθαρα καιακριβώς τα λόγια που είχε πει ο φίλος του στο τέλοςτης συζήτησης που είχανε δυο βράδια πριν και πουμάταια είχε προσπαθήσει να τα θυμηθεί για να τα πειστη γυναίκα του. Ο φίλος του είχε πει: «Στη ζωή μαςδεν πρέπει να αναβάλλουμε πράγματα που πρέπει νακάνουμε, δεν πρέπει να αφήνουμε ψυχολογικέςεκκρεμότητες στις σχέσεις μας με τους γονείς μας, με ταπαιδιά μας, με τους φίλους μας, δεν πρέπει νααφήνουμε για “αύριο” τίποτα ψυχολογικό που μπορεί ναγίνει “σήμερα”, γιατί κάθε στιγμή στη ζωή μας μπορεί ναείναι η τελευταία».

Και τότε, χωρίς να νοιάζεται αν τον βλέπουν, ένιωσετην καρδιά του να γεμίζει ευγνωμοσύνη για τη ζωή καιτα μάτια του να γεμίζουν δάκρυα.

Page 119: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Η ιστορία της Γυαλένιας Τοίχου

Page 120: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Μ ια φορά κι έναν καιρό, σε ένα πολύ ωραίο σπίτι μεκήπο, πολύ κοντά στην πόλη, ζούσε η οικογένεια

του κυρίου και της κυρίας Γυάλινου Τοίχου. Ο κύριοςκαι η κυρία Τοίχου είχαν τρία παιδιά, δύο κορίτσια κιένα αγόρι: τη Γυαλένια, τη Γυάλινη και τον Γυαλένιο.

Όταν η κυρία Τοίχου ερωτεύτηκε το νεαρό ΓυάλινοΤοίχο, τον παντρεύτηκε και πήγε να ζήσει μαζί του σεένα μεγάλο ωραίο σπίτι με πολλά δωμάτια καιυπηρέτες, όπου εκεί έκανε ό,τι ήθελε η πεθερά της κιόχι ο πεθερός της, ένας καλός και ήσυχος άνθρωποςπου τα είχε εγκαταλείψει όλα στη γυναίκα του, ακόμακαι τον εαυτό του· και μάλιστα, για να τον αφήσει ήσυχοδέχτηκε να πάρει αυτός το ονοματεπώνυμό της κι όχιεκείνη το δικό του. Έτσι, από Ευγένιος Αδυνάμου έγινεΓυάλινος Τοίχος.

Εδώ πρέπει να σας πω γιατί οι πρόγονοι τηςγυναίκας του λέγονταν Γυάλινου Τοίχου. Όπως πολλάεπίθετα προέρχονται από επαγγέλματα, τοποθεσίες ήγνωρίσματα –όπως Παπουτσής, Μαυροβουνιώτης,Μικρούτσικος– έτσι και σ’ αυτούς το ονοματεπώνυμοπου τους κόλλησε αιώνες πριν ήταν επειδή λίγο μετάπου γεννιόντουσαν γινόταν μια τελετή, κάτι σαν βάφτιση,

Page 121: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

όπου έμπαινε γύρω τους ένας λεπτός αλλάαδιαπέραστος, αόρατος γυάλινος τοίχος, για να μημολύνονται από την επικοινωνία τους με άλλουςανθρώπους και να μην εκδηλώνεται αυτό που έχουνμέσα τους, ούτε να το πολυσκαλίζουν κι οι ίδιοι, επειδήτο θεωρούσαν αναξιοπρεπές. Στην αρχή μπορούσαν ναανοίγουν το γυάλινο τοίχο όποτε ήθελαν, αλλά καθώςτον άνοιγαν όλο και πιο σπάνια από φόβο μη μολυνθούνή μη δουν οι άλλοι και οι ίδιοι πώς νιώθουν στ’ αλήθειαμέσα τους, στο τέλος έπαψαν να τον ανοίγουν. Έτσι, οΕυγένιος Αδυνάμου πέρασε από αυτή την τελετή κιονομάστηκε Γυάλινος Τοίχος. Κι όταν παντρεύτηκε τογιο του η καημένη η Ouvre Coeur, που ήταν πολύ μικρήγια γάμους και παιδιά και δεν ήξερε τίποτε από τη ζωή,αναγκάστηκε πολύ γρήγορα να περάσει από την τελετήκι έτσι έγινε κι εκείνη κυρία Γυάλινη Τοίχου. Στην αρχήέκανε κάποιες προσπάθειες να σπάσει τον τοίχο και ναπείσει τον άντρα της να σπάσει κι εκείνος το δικό τουκαι να φύγουν, αλλά δεν τα κατάφερε. Έτσι κλείστηκεμέσα στον τοίχο και καθώς μεγάλωνε γινόταν όλο καιπιο δυστυχισμένη, αλλά δεν το ήξερε γιατί ο τοίχος,όπως είπαμε, εκτός από προς τα έξω σε εμπόδιζε ναδεις και προς τα μέσα.

Το πρώτο παιδί που έκανε ήταν κορίτσι και τοονόμασαν πολύ γρήγορα Γυαλένια, με την κλασικήτελετή. Το δεύτερο παιδί ήταν πάλι κορίτσι και το

Page 122: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

ονόμασαν Γυάλινη. Τελευταίο γεννήθηκε το αγόρι, οΓυαλένιος. Αυτός ειδικά ο μικρός Γυαλένιος,μεγαλώνοντας, έμοιαζε όλο και περισσότερο με τονπαππού του, τον Ευγένιο Αδυνάμου, κι έτσι ότανπαντρεύτηκε, η γυναίκα του –που κι αυτή, σαν τη μαμάτου, ήταν από άλλη χώρα και λεγόταν CuckooUnhappy– εγκαταλείφθηκε στη γυναίκα του, που τουάλλαξε αυτή το ονοματεπώνυμο και τον ονόμασε κιαυτόν κύριο Cuckoo Unhappy, με αποτέλεσμα οι γονείςτου να μην τον αναγνωρίζουν πια.

Το μεσαίο παιδί, η μικρότερη κόρη, η ΓυάλινηΤοίχου, που έμοιαζε περισσότερο απ’ όλα τα παιδιά μετη γιαγιά της επειδή είχε πάρει από εκείνο το σόι πιοπολύ, φρόντισε να κάνει δεσμούς με άλλουςπαντρεμένους, ώστε να μη χρειάζεται να τουςπαραβάζει μέσα στη ζωή της και να κάνει σχέσεις μεβάθος. Ακόμα και το παιδί που απέκτησε το έκανε μεπαντρεμένο που είχε άλλα δύο παιδιά και δεν χώρισε τηγυναίκα του ποτέ. Μάλιστα, κάποια στιγμή που τηςκατέβηκε η ιδέα να παντρευτεί για να έχει παρέα ηκόρη της κι άλλα παιδιά, βρήκε ένα ζωντοχήρο που τονέλεγαν Άβουλο Αβουλόπουλο και είχε μια κόρη κι έναγιο από τον πρώτο του γάμο. Αλλά πάνω που η Γυάλινηείχε πείσει τον Αβουλόπουλο –κατά την παράδοση πουξεκίνησε η γιαγιά της– να ετοιμάζεται να του δώσει τοδικό της ονοματεπώνυμο και να τον πει κύριο Γυάλινο

Page 123: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

Τοίχο κι αυτόν, την τελευταία στιγμή είδε ότι δεν άξιζετον κόπο και τον χώρισε. Κι έτσι συνέχισε να ζει όπωςπαλιά, μόνο που ο γυάλινος τοίχος της Γυάλινης Τοίχουάρχισε να σκληραίνει και να γίνεται σαν χοντρόκρύσταλλο, κι έτσι έχασε κι αυτή κάθε ελπίδα να δεικάποτε τον τοίχο να σπάει. Η μεγαλύτερη κόρη, ηΓυαλένια Τοίχου, που ήταν πολύ πονηρή και άτακτηαπό μικρή, βρήκε ένα μαγικό κόλπο κι έκανε το γυάλινοτοίχο της να είναι συρταρωτός. Έτσι, όποτε ήθελε τονάνοιγε κι έκανε τις αταξίες που ήθελε μέσα της, αλλάκαι «μολυνόταν» από την επικοινωνία της με τουςαπέξω, όπως όταν ρούφαγε την αγάπη που της έδειχνεη νταντά της, η κυρία Άννα, μια απλή, καλοσυνάτη και«έξω καρδιά» γυναίκα. Όταν, όμως, η Γυαλένια έφτασεστην εφηβεία, πληγώθηκε πολύ από τ’ αγόρια επειδήπροτιμούσαν την αδελφή της που ήταν πιο όμορφη, κιέτσι έσβησε από τη μνήμη της το μαγικό που έλεγε κιέκανε συρταρωτό το γυάλινο τοίχο για ν’ ανοίγει, έστωκαι για λίγο. Έτσι, αφού ο τοίχος δεν άφηνε να περνάειτίποτα πια, δεν μπορούσε να καταλάβει ότι υπήρχαναγόρια που προτιμούσαν αυτήν κι όχι την αδελφή της.Και κάποτε, χωρίς λόγο και αιτία, παντρεύτηκε, έκανεκι ένα παιδί. Αλλά η Γυαλένια πολύ γρήγορα χώρισεεπειδή βαριόταν να αλλάξει το όνομα του άντρα της γιανα τον λένε κύριο Γυάλινο Τοίχο κι αυτόν, αφού κάτιμέσα της την έσπρωχνε κάπου που δεν ήξερε, επειδή,

Page 124: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

όπως είπαμε, ο γυάλινος τοίχος εμπόδιζε να δει προςτα μέσα, τον εαυτό της.

Κι έτσι, μόνη πια μ’ ένα παιδί –σαν την αδελφή της κιαυτή– η Γυαλένια Τοίχου άρχισε να παίρνει από τουςάντρες αυτό που είχε στερηθεί ως νεαρό κορίτσι,αλλάζοντας τον ένα μετά τον άλλο, και μερικές φορέςέχοντας και δυο τρεις ταυτόχρονα. Κάποιοι τηναγάπησαν ή τους αγάπησε κι αυτή, αλλά ο γυάλινοςτοίχος δεν άφηνε να μπορέσει να επικοινωνήσει βαθιά μεκάποιον, κι έτσι ήταν ακόμα και γι’ αυτούς που θα τηνήθελαν για πάντα απλησίαστη.

Εκείνη την εποχή είχε αρχίσει να ξυπνάει μέσα της ηανάμνηση του σβησμένου μαγικού που έκανε παιδί καιάνοιγε το γυάλινο τοίχο. Κι επειδή δεν ήξερε τι ακριβώςήταν, πήγε σε έναν Όμιλο Μάγων που της σύστησαν,χωρίς κι εκείνη να ξέρει ακριβώς γιατί. Κι έμεινε πολλάχρόνια εκεί.

Καθώς, σιγά σιγά, αυτός ο Όμιλος Μάγων τήςδημιουργούσε την πλάνη ότι επικοινωνούσε με όλους καιμε το μέσα της, και ότι η καρδιά της είχε ανοίξει, θαέμενε εκεί για πάντα, αν κάποια στιγμή ύστερα απόκάμποσα χρόνια δεν ερχόταν ένας κάπως φευγάτοςτύπος εκεί. Το όνομά του ήταν Μπατεσκύλης Κιαλέστεςκαι ήταν από μια χώρα που είχε ξεχάσει ποια ήταν κιέψαχνε να τη βρει. Ήρθε στον Όμιλο Μάγων γιατίαναζητούσε έναν Ινδό Σοφό που είχε έρθει στον ύπνο

Page 125: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

του και του είχε πει να τον βρει για να του πει αυτόςτελικά από ποια χώρα ήταν. Ρώτα από δω, ρώτα απόκει, λοιπόν, έφτασε και στον Όμιλο Μάγων, που είχεκάποια σχέση –όπως του είπαν– με Ινδίες και Σοφούς.

Ο Μπατεσκύλης Κιαλέστες, λοιπόν, ύστερα απόλίγο καιρό γνώρισε τη Γυαλένια Τοίχου κι ερωτεύτηκαν.Εκείνη, λίγο πριν, είχε αποφασίσει ότι δεν θα πήγαινεμε κανέναν πια αν δεν ήταν να τον παντρευτεί και να τονέχει σύντροφο πια για πάντα. Όταν είδε τονΜπατεσκύλη, ο γυάλινος τοίχος της άνοιξε από μόνοςτου για λίγο, κι η Γυαλένια ένιωσε πως είχε βρει αυτόνπου έψαχνε και τον ερωτεύτηκε επειδή ήταν το ακριβώςαντίθετο από εκείνη. Αλλά κι ο Μπατεσκύλης Κιαλέστεςαπό τη μεριά του, που μόλις είχε χωρίσει και ζούσε πιαστα φανερά όσα έκανε πριν στα κρυφά, την ερωτεύτηκεκι αυτός επειδή ήταν το ακριβώς αντίθετο από εκείνον.Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου!

Έτσι, ύστερα από έγκριση του Μεγάλου Μάγου τουΟμίλου των Μάγων, γιατί εκεί δεν γινόταν αλλιώς,παντρεύτηκαν. Αλλά επειδή εκείνη έμεινε αμέσωςέγκυος, ο Μπατεσκύλης δεν πρόλαβε να σπάσει τοντοίχο της Γυαλένιας Τοίχου, όπως σχεδίαζε. Κι επειδήμπλέξανε με τα παιδιά τους από τους προηγούμενουςγάμους, με τις δουλειές τους και –η αλήθεια είναι–πέρναγαν ωραία όταν έμεναν μόνοι οι δυο τους, δενπρόσεξαν ότι κάτι δεν πήγαινε και πολύ καλά με την

Page 126: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

επικοινωνία τους. Η Γυαλένια, παρόλο που ερωτεύτηκετον Μπατεσκύλη, δεν έσπασε το γυάλινο τοίχο της κιέτσι το ένα κομμάτι του έρωτα, το δικό της, έμεινε απότη μέσα μεριά του τοίχου και το άλλο, το δικό του,έμεινε από την έξω· οπότε καθώς ο έρωτας ήτανκομμένος στα δύο από το γυάλινο τοίχο, δεν μπορούσενα γίνει ένα και ν’ ανθίσει.

Αλλά φαίνεται ότι τους βόλευε και τους δύο ογυάλινος τοίχος και δεν προσπάθησε ούτε εκείνος νατον σπάσει, αλλά ούτε κι η Γυαλένια έκανε τρομερέςπροσπάθειες να του αλλάξει το όνομα κατά τηνοικογενειακή τους παράδοση, εκτός από μία φορά στηναρχή, λίγο πριν από το γάμο, που του έγινε κάποιατέτοια νύξη για ένα προικοσύμφωνο που εκείνοςαρνήθηκε να υπογράψει. Έτσι, ενώ ζούσαν μαζί,συνέχισαν κατά κάποιο τρόπο να ζούνε, κατά βάθος,χώρια. Αυτή έμεινε Γυαλένια Τοίχου –άλλωστε και με τονόμο μπορούσε να κρατήσει το όνομά της– κι αυτόςπαρέμεινε Μπατεσκύλης Κιαλέστες. Έτσι πέρασανμερικά χρόνια, ώσπου ξαφνικά μια μέρα, έτσι από τοπουθενά, ο Μπατεσκύλης Κιαλέστες ανακάλυψε τονΙνδό Σοφό που είχε δει στο όνειρό του. Πήρε τη Γυαλένιαμαζί του, και οι δυο τους πήγανε στη μακρινή χώραόπου μίλαγε για να τον ακούσουν.

Φαίνεται πως ο Σοφός κατάφερε κάπως ναδιαπεράσει το γυάλινο τοίχο της Γυαλένιας, γιατί όταν

Page 127: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

γύρισαν πίσω, και ο Μπατεσκύλης τής ανήγγειλε ότιφεύγει πια από τον Όμιλο Μάγων, έφυγε κι αυτή μαζίτου. Κι έτσι, άρχισε να γίνεται μέσα τους μια δουλειάπου τελειωμό δεν είχε. Η Γυαλένια Τοίχουξαναθυμήθηκε το μαγικό που έκανε το γυάλινο τοίχο τηςσυρταρωτό κι άρχισε όλο και πιο συχνά να τον ανοίγει.Και ο Μπατεσκύλης Κιαλέστες άρχισε να καθαρίζει τομέσα του από τα «σκουπίδια» που τα έθαβε χρόνιαεκεί, κι έτσι έβαζε τάξη.

Έτσι, πέρασαν τα χρόνια, τα παιδιά μεγάλωσαν κιέφυγαν, κι η Γυαλένια με τον Μπατεσκύλη πέρασανδυσκολίες κι απρόβλεπτες τύχες, βάσανα κι επιτυχίες,χαρές και πόνους κι έμεναν πάντα μαζί.

Και κάποτε ο Μπατεσκύλης σοβάρεψε κι έγινεαυστηρός, ενώ η Γυαλένια Τοίχου άφηνε πια τησυρταρωτή πόρτα σχεδόν πάντα ανοιχτή. Αλλά,πράγμα παράξενο, αυτό δεν το έκανε σχεδόν ποτέ μετον Μπατεσκύλη, κι ενώ εκείνος πια ψόφαγε να τηςπαραδοθεί μ’ εμπιστοσύνη, εκείνη δεν το καταλάβαινε.Κι όπως στην αρχή ο έρωτας δεν μπορούσε ν’ ανθίσει,καθώς ήταν κομμένος στα δύο από το γυάλινο τοίχο,έτσι και τώρα ο ίδιος γυάλινος τοίχος εμπόδιζε ναπερπατήσουν μαζί, πλάι πλάι, το δρόμο τους πουέφτανε στο τέλος του. Η σχέση έμοιαζε να έχει κολλήσει– όχι πεθάνει, κολλήσει.

Ο Μπατεσκύλης Κιαλέστες άρχισε να έχει νεύρα,

Page 128: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

μελαγχολίες, και δεν ήξερε τι να κάνει. Ώσπου έναβράδυ θυμήθηκε την παλιά του δουλειά, που ήταν ναφτιάχνει και να λέει παραμύθια, και κάθισε καισκάρωσε ένα για χάρη της. Πίστευε ότι όταν θα άκουγεεκείνη αυτό το παραμύθι όχι απλώς θα άνοιγε οσυρταρωτός γυάλινος τοίχος της, αλλά χωρίς να τοκαταλάβει θα έσπαγε για πάντα.

Πήρε, λοιπόν, τη Γυαλένια Τοίχου στην αγκαλιά τουκι άρχισε να της λέει το παραμύθι, που είχε κατά βάθοςσχέση με όλα όσα έλεγε ο Ινδός Σοφός.

«Μια φορά κι έναν καιρό, σε ένα πολύ ωραίο σπίτιμε κήπο, πολύ κοντά στην πόλη, ζούσε η οικογένεια τουκυρίου και της κυρίας Γυάλινου Τοίχου. Ο κύριος και ηκυρία Τοίχου είχαν τρία παιδιά, δύο κορίτσια κι ένααγόρι: τη Γυαλένια, τη Γυάλινη και τον Γυαλένιο...»

Τι έγινε μετά δεν ξέρω να σας πω. Την πήρε άραγεεκείνη ο ύπνος πριν τελειώσει το παραμύθι; Το άκουσεόλο κι έσπασε για τα καλά ο γυάλινος τοίχος της; Δενέμαθα. Εκείνο που έμαθα είναι ότι ο ΜπατεσκύληςΚιαλέστες, λέγοντας το παραμύθι, θυμήθηκε κι αυτόςξαφνικά πού ήταν η χώρα όπου είχε γεννηθεί, έδωσεμια... και «τσουπ», βρέθηκε χωρίς να το καταλάβειμέσα στην... καρδιά του, κι έμεινε εκεί για πάντα.

Page 129: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος
Page 130: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

ΝΙΚΟΣ ΠΙΛΑΒΙΟΣΟ Κρισναμούρτι στην Ελλάδα

Από τα τρία έργα τέχνης για τα οποία ο Κρισναμούρτιμίλησε με θαυμασμό σε όλη του τη ζωή τα δύο ήτανελληνικά: ο Παρθενώνας και η Άπτερος Νίκη. Εκτιμούσετον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό και αναφερόταν συχνά σ'αυτόν στις ομιλίες του. Και όπως ο ίδιος είχε δηλώσει σεμια συνέντευξή του, την Ελλάδα «τη λάτρευε».

Την ιδέα για την έκδοση αυτού του βιβλίου την έδωσεη ανακάλυψη μιας σειράς άγνωστων και –εκτός απότρεις που δημοσιεύτηκαν πολύ παλιά και για μία φορά–ανέκδοτων έως τώρα φωτογραφιών του: η μία είναι απότην πρώτη επίσκεψή του στην Αθήνα το 1930 και οιάλλες δώδεκα από τη δεύτερη επίσκεψή του τοκαλοκαίρι του 1933. Το υπόλοιπο μέρος του βιβλίουκαλύπτεται από υλικό σχετικό με την Ελλάδα και τιςεπισκέψεις του Κρισναμούρτι σ' αυτήν.

Page 131: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

ΝΙΚΟΣ ΠΙΛΑΒΙΟΣΤα ευτυχισμένα παιδιά θέλουν γονείς χωρίς «εγώ»

Tο βιβλίο αυτό μοιάζει με ημερολόγιο ενός καθημερινούταξιδιού μέσα σ' ένα χώρο γεμάτο ερωτηματικά για τοντρόπο που μας μεγάλωσαν οι γονείς μας, αλλά και γιατον τρόπο που κι εμείς μεγαλώσαμε ή μεγαλώνουμε ταπαιδιά μας.

Ο Νίκος Πιλάβιος, μέσα από την πολύχρονηπαρουσία του στην τηλεόραση και στο ραδιόφωνο,αποκόμισε πλούτο εμπειριών γύρω από το θέμα τηςδιαπαιδαγώγησης. Ήρθε σε επαφή με δεκάδεςπαιδαγωγούς, νηπιαγωγούς, δασκάλους, καθηγητές,ψυχολόγους, παιδοψυχολόγους, ψυχιάτρους,παιδιάτρους, καθώς και με εκατοντάδες γονείς καιπαιδιά. Το συμπέρασμα στο οποίο κατέληξεπαρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς διαπίστωσε ότιεδώ και αιώνες εφαρμόζεται, επαναλαμβάνεται καιπροστατεύεται το ίδιο, στην ουσία, μοντέλο ανατροφήςτων παιδιών.

Μήπως όμως υπάρχει και κάποιο άλλο;Και ποιο είναι το μυστικό για ένα ευτυχισμένο παιδί;Η απάντηση κατά το συγγραφέα είναι προφανής:«Χωρίς καμιά αμφιβολία, είναι η αληθινή φροντίδα

και στοργή από τη μεριά του γονιού, που έχει βάλεικατά μέρος το “εγώ” του. Βλέπετε, τα ευτυχισμένα

Page 132: Ιστορίες της καρδιάς νίκος πιλάβιος

παιδιά θέλουν γονείς χωρίς “εγώ”».