Jul 31, 2015
Φ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ - ΚΟΤΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ-ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ·
Γ. ΠΛΕΧΑΝΩΦ
ΤΑΘ Ε ΜΕ Α Ι Ο Δ Η Π Ρ Ο Β Λ Η Μ Α Τ Α
Τ Ο Υ Μ Α Ρ Ξ Ι Σ Μ Ο ΥΜΕΤΑΦΡΑΣΤΗΣ
Λ. Μ I X Α Η Λ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ Κ. ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΔΗΧΑΡ. ΤΡΙΚΟΥΤΤΗ β Λ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ
Α Θ Η Ν Α
Π Ρ Ο Λ Ο Γ Ο Σ
Τ ά θ ε μ ε λ ι ώ δ η π ρ ο β λ ή μ α τ α ( o f μ α ρ ξ ι σ μ ό ν , τό τελευταίο Ιργο τοΰ Πλεχάνωφ που δίνει μιά συστηματική έκθεση τοΰ διαλεχτιχοΰ μαρξισμού, έκδόθηκαν στα 1908, Ινα τέταρτο αϊώνα μετά ιήν ίξακόντιση τοΰ περίφημου λίβελλοΰ του : Ό σ ο σ ι α λ ι σ μ ό ς κ α ί ό π ο λ ι τ ι κ ό ς Αγ ώ ν α ς , πού έγκηινίασε την Ιστορία τής ρωσσικής Ιπαναστατικής σοσιαλδημοκρατίας.
Ή μπροσούρα αυτή πού δημοσιεύτηκε στα 1883, σημείωνε την όλοκληρωτική ρήξη μέ τις παληές προλήψεις των «ναρόντνικ<ον». Στή συνηθισμένη έπαναστατική κίνηση, φανέρωσε ϋναν καινούργιο δρόμο πού στο τέρμα του περί με νε ή νίκη, άργή στον Ιρχομό της δμως σίγουρη Μέσα σ’ αυτή τή ρωσική πραγματικότητα, {■δείξε τή κοινωνική καί οίκονομική έξέλιξη πού ύπόσκαφτε ΐργά μά έπίμονα τό παληό καθεστώς. ΙΙροεΐπε δτι ή ρωσική έργατική τάξη, Αναπτυσσόμενη παράλληλα μέ τον καπιταλισμό, θ ίδ ινε τό θανάσιμο χτύπημα στο ρω σικό άπολυταρχισμό, και θάπαιρνε Ισότιμα τή θέση της οτΐς γραμμές τή; διεθνούς στρατιάς τοΰ προλεταριάτου.
"Ομως δ ΓΙλεχάνοιφ δεν περιορίστηκε στή κριτική τοΰ παληοΰ λαϊκισμού των «ναρόντνικων». Σε μιά λαμπρή πραγματεία πού διατηρεί Ακόμα δλη της τήν Αξία, Ικανέ τήν ?κί>εση των «θεμελιωδών προβλημάτων» τοΰ Επιστημονικού σοσιαλισμού καί παρουσίασε τή μέθοδο τοΰ δ.αλεχτικοϋ υλισμού σαν τό πιο σίγουρο δπλο στόν «ραχτικό και θεωρητικό Αγώνα.
«Τι είναι Ιπιστημονικός σοσιαλισμός;Μέ' τον Ιπιστη- μονικό σοσιαλισμό Ιννοοΰμε τήν κομμουνιστική θεωρία πού από τά 1840 άρχισε νά άπαλλάσσεται από τον ούιο- πικό σοσιαλισμό, άπό τόνα μέρος κάτω από τή δυνατή ίπιδραση τής χεγκελιανής φιλοσοφίας κι* άπό τό άλλο τής κλασσική; οικονομική; έπιστήμης, πού εδωσε για πρώτη φορά μιά πραγματική έξήγηαη, δλων τών σταθ μών τής άνάπτυξης τοΰ άνθρώπινου πολιτισμού πον γκρέμισε αλύπητα τά σοφίσματα τών άστών θιωρητι κών καί πού «ώπλιπμένη μ’ δλη τή γνώση τοΰ α ίώ α της» ρίχτηκε σιήν υπεράσπιση τοΰ προλεταριάτου. Ή θεωρία αυτή δχι μόνο άπόδειξε μέ μιά ιέλεια καθαρότητα, δλη τήν Επιστημονική Αστάθεια τών άντίπαλων τοΰ σοσιαλισμού, αλλά δείχνοντας τις πλάνες τους, εδω- σβ ταυτόχρονα τήν Ιστορική του; έξήγηαη Και καθώ ;εΙ πε άλλοτε ό Χάίμ γιά τή φιλοσοφία τοΰ Χέγγελ, «έδενε στο θριαμβικό της άρμα κάθε μιά ά^ό τις άπόψε>ς πού πάνω τους είχε θριαμβεύσει».
«“Οπως ό Ντάρβιν πλούτισε τή βιολογία μέ τή θεω ρία τής καταγωγής ιών είδών, τόσ6 Ικπληχτικά άπλή καί έπιστημονικά αυστηρή μαζί, έτσι καί οΐ θεμελκοτές τοΰ έπισιημονικοΰ σοσιαλισμού μάς δείξανε μέσα στήν ίξέλιξη τών παραγωγικών δυνάμεων καί τήν πάλη αυτών τών δυνάμεων ένάντια στις καθυπτερημένες κοιναχικές μορφές παραγωγής, τή μεγάλη άρχή τ ο ϋ μ ε τ α σ χ η μ α τ ι σ μ ό ν τ ώ ν κ ο ι ν ω ν ι κ ώ ν ε ι δ ώ ν . »
*Αλλά ό Πλεχα'νωφ δέν είχε παρουσιάζει στούς ρώσ- σους έπαναστάτες τό σύστημα τοΰ έπισιημονικοΰ σοσιαλισμού σάν ϊνα κλισέ ή σαν «μιάν άληθεια δριστική καί άμετάκλητη» «Είναι αυτονόητο, εγραΦε, πώ; ή ίξέ λιξη τοΰ έπιστημονικοΰ σοσιαλισμοΰ δέν Ιψτασε άκόμα στο τέρμα της καί πώς τόσο λίγο μπορεϊ νά σταματήση στις Εργασίες τοΰ Μάρξ καί Γοΰ *Ένγ-ελς, δσο ή Λεοιρία τή; καταγωγή; τών είδών θά μπορούσε νά θεωρηθεί σάν όρισηκά τερματισμένη μέ τίιν Ικδοση τών κυριώτερο>ν Εργων τού άγγλου βιολόγου.Τήν έδραίωση ιών θεμελιωδών
4
5
Αρχών τής νέας θεο>ρίας, πρέπει νά Ακολουθήση ί λεπτομερειακή ιιελέτη ιών προβλημάτων πού συνδέονται μ* αύτ^ν, μελέτη πού θά συμπλήρωσή κοί ftu φέρη στό τέρμα της τήν Επανάσταση πού εγινε στήν επιστήμην Από τούς ουγγραφεΐς τοΰ Κ ο μ μ ο υ ν ι σ τ ι κ ο ύ Μ α ν ι φ έ σ ι ο υ .
Δέν υπάρχει κλάδος τής κοινωνιολογίας πού νά μήν Ιχου> Αν»ιχτεΐ μπροστά του καινούργιοι καί εξαιρετικά πλατιοί ορίζοντες, στό μέτρο και στό βαθμό πού καθένας Απ’ αυτούς ιιφομοιώνει τις Ιστορικές καί φιλοσοφικέ: τους Αντιλήψεις 'Η ευεργετική Επίδραση τών Αντιλήψεων αύτ·ί>ν γίνεται σήμερα αίσθητή στή περιοχή τής Ιστορίας τοΰ δικαίου και σ’ αυτό πού λένε «πρωτόγονο πολιτισμό».
‘Ο Ιΐλεχάνοχρ θεωρεί κιόλης Αναγκαίο νά υπογράμμιση τήν Ακόλουθη Ιδιομορφία αυτής τής θεωρίας πού Εκθέτει. «Ξεκινώντας στή γενεαλογία της, Ανάμεσα σ’ Αλλους Ίπό τον Κάντ καί τό Χέγγελ, δ έ π ι σ τ η μο· ν ι κ ό ς σ ο σ ι α λ ι σ μ ό ς π α ρ ο υ σ ι ά ζ ε τ α ι ω σ τ ό σ ο σ δ ν ό π ι ο λ υ σ σ α σ μ έ ν ο ς κ α ί π ι ο Α π ο φ α σ ι σ τ ι κ ό ς Α ν τ ί π α λ ο ς τ ο ΰ φ ι λ ο σ ο φ ι κ ο ύ Ι δ ε α λ ι σ μ ο ύ Τον διώχνει Από τό τελευταίο του καταφύγιο τήν κοινωνιολογία, δπου ot θετικιστές τοΰ είχαν κάνει μιά τόσο θερμή υποδοχή. Ό Επιστημονικός σοσιαλισμός προϋποθέτει τήν «ΰλιστικήν Αντίληψη τής Ιστού ς » , πού Εξηγεί τήν πνευματική Ιστορία τής Ανθρωπότητας Από τήν Εξίλιξη τών κοινωνικών σχέσεων μέσα στους κόλπους της (Ανάμεσα σ Άλλα καί κάτω Από τήν Επίδραση τοΰ φυσικού περιβάλλοντος)».
Ή Επίμονη δουλειά γιά τήν δημιουργία τοΰ Επαναστατικού κόμματος τοΰ προλεταριάτου, ή Ανάγκη τής Εφαρμογής μιας καινούργιος μεθόδου στή μελέτη τών συγχεκριμμένων προβλημάτων τής ρωσικής πραγματικότητας. στήν Εξερεύνηση «τών πεπρωμένων τοΰ καπιταλισμού στή Ρωσία», δλα αΰτά μαζύ μέ μιά Εντονη πρα
κτική δράση δέν έμποδίζανε τον Πλεχάνωφ νά έργάζεται για τήν «λεπτομερειακή μελέτη» τών θεμελιωδών προβλημάτων τοΰ μαρξισμοί' συγκεντρόνοντας δλ» καί πιο πολύ τον έαυτό του στήν Ιστορία τής φιλοσοφίας, τοΰ πολιτισμού και τής τέχνης.Καί ένώ έκανε τήν είδι- κή αυτή έργασία, τήν Αφιερωμένη στήν άνά ιτυξη τών Αντιλήψεων τοΰ Μάρξ καί τοΰ ΈνΥκελς, δ Πλεχάνωφ έ- ξακολουθοΰσε νά τις υπερασπίζει ένάντια στους διάφορους έκπρόσωπους τοΰ ρωσικοΰ καί διεθνοΰς ρεβιζιονι· ομοΰ, τοΰ ρεβιζιονισμοϋ πού Αναλαβαίιει κάθε φορά νά «συμπληρώσει» ή νά «διορθώσει» νά «Αντικαταστήσει»- μερικές άρχές τοΰ μαρξισμοΰ μέ παληά Αστικά δόγματα Από πολύ καιρό Απηρχαιωμένα.
Τό έργο αυτό τοΰ Πλεχάνωφ Αφιερώνεται κυρίως στή φιλοσοφική καί Ιστορική πλευμά τοΰ έπιστημονι- κοΰ σοσιαλισμού. Γιά τόν Πλεχάνωφ δ μαρξισμός είναι μιά όλόκληρη κοσμοθεωρία, μιά καί Αδιαίρετη, .τού δια- περνιέται από τήν Ινότητα μιας θεμελιώδους Ιδέας. 'Ο Πλεχάνωφ έξεγείρκται ένάντια στής καινούργιες Από- χειρε; τοΰ Μπογκντάνωφ, Λουνατσιίρσκυ, Μπαζάρωφ Φρίτσε νά χωρίσουνε τήν Ιστορική καί οίκονομική πλευρά αδτής τής κοσμοθεωρίας άπό τήν φιλοσοφική βάστ| κού πάνω της σιηρίζεται. Έξεγείρεται ένάντια σ’ δλες αύτές τις δοκιμές «νά καθήσουν τόν μαρξιημό» σέ νέες βάσεις, ζευγαρώνοντάς τον μ’ αύτήν ή τήν Αλλη φιλοσοφία, δπως δ νεοκαντισμός, 6 μαχιαμός, ό έμπει- ριοχριτικισμός κλπ., δόκιμέ: πού εγιναν τις περισσότερες φορές κάτω Από τήν Ιπίδραση φιλοσοφικών ρευμάτων τής μόδας,γιά μιά δοσμένη στιγμή, Ανάμεσα στόύς Ι δ ε ο λ ό γ ο υ ς τ ή ς μ π ο υ ρ ζ ο υ α ζ ί α ς .
Κατά τή γνώμη τοΰ Πλεχάνωφ, δπως τήν Ιξέφρασβ ό ίδιος γιά πρώτη φορά σέ μιά πολεμική έναντίον τοΟ Μπερνστάϊν, δ υλισμός τοΰ Μάρξ καί τοΰ "Ενγκελς στηρίζεται πάνω στόν Σπινοζισμό άφοΰ τόν Απάλλαξε & Φόϋερμπαχ Από τά θεολογικά στοιχεία πού τόν σκεπάζανε. ’Ακριβώς σ Αν τό Φόϋερμπαχ, οί θεμελιωτές τοΦ
6
Ιπιστημονιχοΰ σοσιαλισμού Αναγνωρίζουν πώς δχάφχεί ίνότητα μά δχι ταυτότητα άνάμεσα στή «νόηση» xal χδ «είναι». 01 διορθώσει ποΰκα\ε ό Μάρξ στή φιλοσοφία τοϋ Φόϋερμπαχ βρίσκονται χνρίως στο δτι ot άμοιβαίες σχέσεις δράσης χ* Αντίδρασης άνάμεσα στο άντιχείμενο καί τό υποκείμενο άντικρίζονται άπό τον Μάρξ άπό τήν μεριά πού τό υποκείμενο παρουσιάζεται σ’ ίναν ρόλο I- νεργητιχό, σ 3ν δν πού δέν σ κ έ φ τ ε τ α ι μονάχα μά χαΐ πού έ ν ε ρ γ ε ΐ. «Ενεργώντας πάνω στήν έξωτε- ρική φύση χα'ι μεταβάλλοντας την, δ άνθρωπος μεταβάλλει ταυτόχρονα τήν ίδια του τή φύση».
‘Ο Πλεχάνωφ εχει άπόλυτα δίκηο δταν λέει «ώς ό Μάρξ είχε πολύ Ιπηρεαστεϊ άπόνα άρθρο τοΰ ΦόΟερ· μπαχ μέ τό τίτλο : Π ρ ο χ α τ α ρ χ τ ι χ έ ς θ έ σ ε ι ς γ ι ά τ ή μ ε τ α ρ ρ ύ θ μ ι σ η τ ή ς φ ι λ ο σ ο φ ί α ς , πού δημοσιεύτηκε στα 1843 στο δεύτερο τόμο τής συλλογής, δπου είχε γραφτεί (1ος τόμο;) ενα άρθρο τοΰ Μάρξ γιά τή πρωσσιχή λογοκρισία (άνέκδοτα).
« Ή νόηση ίξαρτιέται άπ’τό είναι,χα'ι δχι τό είναι dud τή νόηση. Τό είναι έξαρτιέται άπό τον έαυτό του... τό βίναι δχει τή βάση του στον έαυτό του». Ή άντίληψη αΰτή προσθέτει ό Πλεχάνωφ είναι βαλμένη άπό τό Μάρξ στή βάση τής υ λ ι σ τ ι κ ή ς Ι ξ ή γ η σ η ς τ ή ς Ι σ τ ο ρ ί α ς .
Αυτό δέν είναι δλότελα σωστό.Ό Μάρξ τροποποίησε ριζικά και συμπλήρωσε τή θέση τοΰ Φόϋερμπαχ,πού είναι τόσο ά φ η ρ η μ έ ν η , πού στηρίζεται τόσο λίγο στήν Ιστορία, δσο χα'ι δ ά ν θ ρ ω π ό ς του πού Ιβαλ· στή θέση τοϋ Θ ε ο ϋ καί. τής χεγγελιανής τροποποίησής του δ Λόγος. «Ή άνθρώπινη ουσία δέν είναι χάτι άφηρημένο, ίδιο τοΰ άπομονωμένου άτόμου. Στ^ πραγματικότητά τη;, λέει δ Μάρξ στί; γνωστές θέσεις του γιά τό Φόϋερμπαχ, αΰτή ή ουσία είναι τό σΰνολ· των κοινωνικών σχέσεων». Ακριβώς γιατί δέν φτάτ·* ώς σ’ αυτό τό συμπέρασμα, είναι υποχρεωμένος β
7
Φόϋερμπαχ «νά κάνη Αφαίρεση τη; ροής τής Ιστορικής ίξέλιξης και νά ξεκινάει Από τήν υπόθεση τοϋ Αφηρημέ* νου καί απομονωμένου άν&ρώπινου Ατόμου*.
Σέ πλήρη συμφωνία με τή κριτική αυτή τοϋ Αφηρη- μένου Ανθρώπου τοΰ Φόϋερμπαχ, δ Μάρξ τροποποιεί xul τή θεμελιώδη θέση του: «Δέν είναι λέει ή συνείδηση τών Ανθρώπων πού καθορίζει τον τρόπο ύπαρξής τους, μά Αντίθετα δ κ ο ι ν ω ν ι κ ό ς τρόπος ύπαρξής τους χού καθορίζει τή συν?ίδησή τους*.’Ακόμα κι’ώς τά σήμερα ή βασική πλάνη δλων τών φιλοσοφικών συστημάτων πού ζητούν νά εξηγήσουν τή σχέση Ανάμεσα στή νόηση καί το είναι, είναι γιατί θέλουν νά Αγνοοΰ'.» τήν Ιδια αυτή περίπτωση πού καί 6 Φόϋερμπαχ δεν εβλεπβ ίπίσης, κνρίως τό γεγονός δτι «τό άφηρημένο άτομο, τό Αναλυμένο άπ’ αυτούς, Α'ήκει στην πραγματικότητα σέ μια κ α θ ω ρ ι σ μ έ ν η μ ο ρ φ ή τ ή ς κ ο ι ν ω ν ί α ς * .
Στά πρώτα του κιόλας ?ργα δ Πλεχάνωφ είχε πολλές φορές ύπογραιιμίσει τή διαφορά Ανάμεσα στή διαλβ- χτική μέθοδο τοΰ Μάρξ καί τοΰ "Ένγκελς και τή κοινή θεωρία τή; Ιξέλιξης, πού σύμφωνα μ’αΰτή, ούτε ή φύση οΰτβ ή Ιτορία δέν ράνουν πηδήματα, kuI πώς δλα οι6 κόσμο δέν βάλλουνται παρά Αργά και βαθμιαία. Στήν πολεμική του Ινάντια στο Τιχομίρωφ, πού Από (παναστάτης εγινε Αντιδραστικός, δ Πλεχάνωφ έξηγεϊ στο «νέο Υπερασπιστή τοΰ Απολυταρχισμοΰ», τό Αναπό· φευχτο τών πηδημάτων στήν έξέλιξη. Άναδημοσιέυουμβ έδώ σέ παράρτημα τΙς περίλαμπρες αυτές σελίδες, τόσο ιτιό πολύ «ϊφοΰ κι’ ό ίδιος δ Πλεχάνωφ Αναφέρεται στή χαληά του μπροσούρα, πού είναι σήμερα Αρκετά δύσκολο νά προμηθευτούμε.
Στο εργο τοϋ Πλεχάνωφ δχουν Ιδιαίτερο ίνδιαφέρον τά κεφάλαια δπου μάς δείχνει δ συγγραφέας πώς οΐ σύγχρονοι σοφοί, πολύ συχνά χωρίς νά τό ξέρουν, Αναγκάζονται λέγω τής σημερινής κατάστασης τής κοινωνικής βπιστήμη;, νά δώσουν μια υλιστική Ιξήγηση τών φαι
8
νομένων πού μελετούνε. Κάθε νέα άνακάλυψη σχετική μέ τήν Ιστορία τοΰ πολιτισμού, τή μυθολογία, τή τέχνη, φέρνει καί και>ούργια έπιχειρήματα γιά τήν υποστήριξη τής υλιστικής ΙξήγησηςτήςΙστορίας Σ ιίς πηγές ντοκουμέντων πού άπαριθμεϊ καί στις όποιες άναφέρεται, θά μπορούσε νά προσθέσει ό Πλεχάνωφ γιά τό 1908 ιΐς πολυάριθμες Εργασίες,στην περιοχή τών Ιστορικών κα'ι κοινωνικών έπιστημών, άλλων αστών έπιστημόνων.Χωρίς νά τό Αντιλαμβάνονται,οί έπιστήμονες αυτοί μιλάνε μιά γλώσσα, καί μαζεύουν πέτρα τή πέτρα, υλικά καί γεγονότα πού Ιπικυρώνουν τήν δρθότητα τών Ιστορικών καί φιλοσοφικών Αντιλήψεων τοϋ'μαρξισμοΰ.
9
Μερικές λέξεις γιά τή σημερινή έκδοση. Εξόν άπ' τό άπόσπασμα γιά τά «πηδήματα»,δίνουμε σέ παράρτημα τόδρθρο τοΰ Πλεχάνωφ γιά τό «ρόλο τής προσωπικότητας ατήν Ιστορία» καθώς κι Ινα μεγάλο άπόσπασμα άπό τόν πρόλογό του στή μπροσούρα τοΰ "Ενγκελς γιά τό Φόΰερμπαχ. Σύμφωνα μέ τήν Ιπιθυμία τοΰ Πλεχάνωφ, οΐ παρατηρήσεις αυτές πάνω στή διαλεχτική καί τή λογική είχαν περιληφθεΐ στό κείμενο τής γερμανικής μετάφρασης τοΰ βιβλίου του, πού έκδόθηκε στά 1910. Ό άνα· γνώστης θά βρει έπίσης μιά σειρά Δπό νέα σχόλια πού ίκανε ό Πλεχάνωφ γιά τούς γερμανούς Αναγνώστες. Ό σ ο γιά μάς προσθέσαμε μερικές έπεξηγηματικές σημειώσεις καί συμπληρώσαμε δπου ήτανε άναγκαΐο τΙς παραπομπές πού γίνονται άπό τόν Πλεχάνωφ.
Δ. ΡΙΑΖΑΝΩΦ.
ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΜΑΡΞΙΣΜΟΥ
Ό μαρξισμός είνα ι μιά δλόκληρη κοσμοθεωρία. Κοντολογής, είναι 6 σ ύ γ χ ρ ο ν ο ς υ λ ι σ μ ό ς πού Αντιπροσωπεύει τόν άνώτατο σημερινό βαθμό αύτής της κ ο σ μ ο θ ε ω ρ ί α ς πού οΐ βάσεις της είχαν μπει στήν άρχα(α Ε λ λ ά δ α άπό τό Δημόκριτο, καθώς κι’ άπό τούς Ίω νες βιανοητές,τούς προ- κάτοχούς το υ .Ό ,τι λέμε ύ λ ο γ ω ϊ σ μ ό δέν είνα ι δλλο στήν πραγματικότητα άπόναν ά π λ ο '( κ ό ύ· λ ι σ μ ό Ή μεγαλύτερη τιμή γιά τό ξεκαθάρισμα καί τή διατύπωση τών θεμελιωδών άρχών τοΟ νεώ- τερου ύλισμοΟ άνήκει άναφισβήτητα στόν Κάρλ Μάρξ καί τό φίλο του Φρειδερίκο "Ενγκελς. Ή ot- κονομική καί Ιστορική πλευρά αύιής τής κοσμοθεωρίας, αύτό πού όρίζουμε συνήθως μέ τό δνομα Ι σ τ ο ρ ι κ ό ς ύ λ ι σ μ ό ς , καθώς έπίσης τό στενά συνδεμένο μ’ αύτόν σύνολο άντίλήψεων y ι ά τ ά π ρ ο β λ ή μ α τ α , τ ή μ έ θ ο δ ο κ α ί τ Ι ς κ α τ η γ ο ρ ί ε ς τ ή ς π ο λ ι τ ι κ ή ς ο ί κ ο ν ο- μ ( α ς , γ ι ά τ ή ν ο ( κ ο ν ο μ ι κ ή έ ξ έ λ ι ξ η τ ή ς κ ο ι ν ω ν ί α ς κ α ί Ι δ ι α ί τ ε ρ α τ ή ς κ α π ι τ α λ ι σ τ ι κ ή ς κ ο ι ν ω ν ί α ς , εΤναι άποκλειστικά Εργο τοΟ Μ όρξ καί τοΟ’Έ νγκελς.'Ό τ ι εΤχανε συγκεντρώσει στή περιοχή αύτή οΐ π ρ ο γ ε ν έ σ τ ε ρ ο ί τους δέν πρέπει νά θεωρηθεί παρά σάν μιά προπαρασκευστική δουλειά. ‘Υλικά,
καμμιά φορά άφθονα καί πολύτιμα είχανε μαζεφτεΤ, ΰμως δέν ε ίχα ν συστηματοποιηθεί οΟτε φωτιστεί άπό τήν άποψη μιάς γεν.κής σκέψης καί γιαύτό δέ» μπόρεσαν νά έχτιμηθοΟν, οότε νά χρησιμοποιηθοΟν 6πως θάπρεπε. Αύτό ποΟκαναν στήν περιοχή αύιή οΐ όπαδοί τοΟ Μ άρξ καί τοΟ Έ νγκελς στήν Εύρώπη καί στήν Α μερική δέν είναι παρά μελέιη, περισσότερο ή λιγότερο πετυχιμένη, είδικών προβλημάτων, καμ· μιά φορά είναι άλήθεια έξαιρετικής σπουδαιότητας.
Νά γιατί μέ τό «μαρξισμό» έννοοΟμε συχνά τΙς δυό πλευρές πού προαναφέραμε τής σημερινής ύλι- στικής κοσμοθεωρίας, κι’ αύτό δέν τό κά·νει μόνο τό «πολύ κοινό» πού δέν άνυψώθηκε άκόμα ώς τήν βα- θειά κατανόηση τών φιλοσοφικών θ εω ρ ό ν , μά καί μερικοί άνάμεσα σ’ αύτούς πού θεωρούνται σάν πιστοί μαθηιές τοΟ Μάρξ καί τοΟ "Εν/κελς, τόσο σχή Ρωσία, δσο καί στόν ύπόλοιπο πολιτισμένο κόσμο. ΟΙ δυό αύτές πλευρές θεωρούνται σάν κάτι όλό- τελα άνεξάρτητο άπό τό «φιλοσοφικο υλισμό* καί μάλιστα παρολίγο σ&ν άντιτιθέμενες σ' αύτόν (') Καθώς ϋμως ot δυό σύτές πλευρές πού άποσπάστη- καν αυθαίρετα άπό τό σύνολο τών άντιλήψεων πού συγγενεύουνε μαζί τους καί πού σχηματίζουν τή θεωρητική τους βάση, δέν μπορούν νά μείνουνε μετέωρες, οί άνθρωποι πού τις άπόσπασαν αισθάνονται φυσικώταια τήν άνάγκη «νά στυλώσουν τό μαρ ξισμό» ξανά, ζευγαρώνοντάς το ν —καί τή φορά αύτή πάλι ώλοσδιόλου αύθα 'ρετα καί πολύ συχνά κάτω άπό τήν έπίδραση φιλοσοφικών ρευμάτων πού έπι- κρατούν άνάμεσα στούς Ιδεολόγους τής μπουρζουαζ ία ς—μέ τόν Ενα ή τόν άλλο φιλόσοφο, τό Κάντ, τό Μάχ, τόν Ά βενάριους, τόν "Οστβαλτ καί τό τελευταίο καιρό μέ τό Ζοζέφ Ντίτσγκεν. Ε ίναι ά· λήθεια πώς οί φιλοσοφικές άντίΛήψεις τού Ντίτσγκεν σχηματίστηκαν έντελώς άνεξίρτη τα άπό τΙς άστικές έπιδράσεις καί συγγενεύουν σ ' Ενα
12
μεγάλο βαθμό μέ τΙς άντιλήψεις τοΟ Μάρξ καί τοΟ "Ενγκελς. "Ομως οΐ φιλοσοφικές άντιλήψεις τών τελευταίων αύτών Εχουν £να άσύγκριτα π ιό ταχτοποιημένο καί πιό πλούσιο περιεχόμενο καί γ ιά τόν ξεχωριστό αύτό λόγο άκόμα, 8έν μπο- ροΟν νά σ υ μ π λ η ρ ω θ ο Ο ν , άλλά μόνο νά έ κ λ α ΐ κ ε υ θ ο Ο ν ώς κάποιο σημείο μέ τή βοήθεια τής φιλοσοφίας τοΟ Ντίτσγκεν. Ώ ς χά σήμερα μόνο μέ τόν "Αγιο θ ω μ ά Ά κ βίνα (3) δέν προσπάθησαν νά «συμπληρώσουνε* τό Μάρξ."Ομως, παρά τή πρόσφατη έγκΰκλιο τοΟ Π άπα ένάντια στούς νεωτε- ριστές, δέν είναι καθόλου άδύνατο νά γεννήσει & καθολικός κόσμος £ναν διανοητή, Ικανό γιά τό θεωρητικό αύτό κατόρθωμα.
13
I
Π ροβάλλουν συνήθως τήν άνάγκη νά «συμπληρωθεί» ό μαρξισμός μ ' αύτή ή τήν δλλη φιλοσοφία, προβάλλοντας γι* αύτό δτι ό Μάρξ καί ό Έ ν- γκελς δέν έκθέσανε πουθενά τΙς φιλοσοφικές τους άντιλήψεις. Μά παρόμοιος Ισχυρισμός είναι πολύ λίγο πειστικός, κι’ άν άκόμα ήτανε βάσιμος, σύτό δέ θδτα ν λόγος νά άντικαταστήσουμε τΙς φιλοσοφικές άντιλήψεις τοΰ Μάρξ καί τοΰ "Ενγκελς, μ ’αύτές τοΟ πρώτου τυχόντα διανοητή πού βρίσκεται συνήθως σ ' όλότελα διαφορετική άποψη. Πρέπει νά μή ξεχνάμε δτι διαθέτουμε άρκετά δεδομένα γιά νά σχηματίσουμε μιάν όρθή Ιδέα γιά τίς φιλοσοφικές άντιλή- ψεις τοΟ Μάρξ καί τοΟ Έ ν γκ ελ ς (*).
ι*) Τό Β βΜο τοΰ Β \ Βιρ.γκό : Marx als Philosopb (Berne und Leipzig. 1904), t t αι Αφιερωμένο οτή φιλοσοφία του Μάρξ κα ιυΰ ’ Ιι»γκεΑι .’Αλλά είναι δύσκολο νΑ φανταστούμε Epyo οών κι’ αΰ ιό τόσο λίγο Ικανοποιητικό.
ΟΙ Αντιλήψεις αύτές στήν όριοτική τους έμφάνιση Εχουν έχτεθή κατά Ενα άρκετά π λ ή ρ η τ ρ ό π ο &ν καί σέ μορφή πολεμικής, στό πρώτο μέρος τοΟ βιβλίου τοΟ "Ενγκελς : H e r r α B u g e n D u - h r i n g s U m w a l z u n g d e r W i s s e u s · c h a f t (πού ύπάρχουν πολλές ρωσικές μεταφράσεις του). Στήν Αξιοσημείωτη μπροσούρα τοΟ ίδιου συγγραφέα : L, u d w i g F e u e r b a c h u n d d e r A u s g a n g d e r K l a s s i s c h e a d e u - t s c h e n P h i l o s o p h i e (πού μεταφράστηκβ άπό μάς στά ρωσικά μ’ Εναν πρόλογο καί Επεξηγηματικές σημειώσεις), οΐ Αντιλήψεις πού άποτελοΟν τή φιλοσοφική βάση τοΟ μαρξισμού,έκθέτονται αύτή τή φορά μέ μιά θετική μορφή. "Ενας σύντομος μά λαμπρός χαραχτηρισμός τών Τδιων αύτών άντιλή- ψεων, στίς σχέσεις τους μέ τόν ά γ ν ω σ τ ι κ ι · σ μ ό δόθηκε άπό τόν 'Ε νγκελς στόν πρόλογο τής άγγλικής μετάφρασης τής μπροσούρας του. Ο ό τ ο - π ι κ ό ς κ α ΐ έ π ι σ τ η μ ο ν ι κ ό ς σ ο σ ι α λ ι - σ μ ό ς (3). “Οσο γιά τό Μάμξ, πρέπει νά σημειώσουμε πρώτα-πρώτα τό χαραχτηρισμό πού Εδωσε ό Ιδιος στήν ύλιστική διαλεχτική σ ’ άντίθεση μέ τήν Ι δ ε α λ ι σ τ ι κ ή διαλεχτική τοΟ Χέγγελ, στόν πρόλογο τής δεύτερης Εκδοσης τοΟ πρώτου τόμου τοΟ Κ ε φ α λ α ί ο υ , γιατί Εχει πολύ μεγάλη σημασία γιά τή κατανόηση τής φ ι λ ο σ ο φ ι κ ή ς π λ ε υ ρ ά ς τής θεωρίας του. Κατόπι, τΙς πολυάριθμες σκόρπιες παρατηρήσεις πού έκθέτονται περαστικά στόν Τδιο τόμο, δσο προχωρεί ή Ανάπτυξη τοΟ κειμένου.Τέτοιες σελίδες άπό τήν Ά θ λ ι ό τ η- τ α τ ή ς φ ι λ ο σ ο φ ί α ς Εχουν έπίσης άπό μερικές άπόψεις, πολύ μεγάλη σπουδα ιότη 'α (4). Τέλος,ή π ο ρ ε ί α έ ξ έ λ ι ξ η ς τών φιλοσοφικών Ιδεών τοΟ Μ όρξ καί τοΟ "Ενγκελς Ελευθερώνεται άρκετά καθαρά άπό τά πρώτα τους γραφτά πού δημοσιεύτηκαν τώρα τελευτα ία άπό τόν Φ. Μέρινγκ μέ τό
14
15
τίτλο : A u s d e m 1 i t e r a r i s c h e n N a- c h l a s s v o n K a r l M a r x , F r i e d r i c h E n g e l s u n d F e r d i n a n d L a s s a 1 1 e, S t u t t g a r d 1902.
Στή διδαχτορική του θέση, πού τ ιτλοφ ορείτα ι: D i f f e r e n z d e r D e m o k r i t i s c h e n a n d E p i k a r e i s c h e n N a t u r p h i l o - s o p h i e , δπως καί σέ μερικά άρθρα πού άνα- δημοσιεύιηκαν άπό τό Μ έρινγκ σ ιόν πρώτο τόμο τής πάρα πάνω Εκδοσης, ό νεαρός Μ άρξ φαίνεται άκόμα σβν καθαρόαιμος Ιδεαλιστής τής χεγγελια - νής σχολής. Μά στά άρθρα πού δημοσιεύτηκαν κατά πρώτο στά D e u t s c h -F r a n z o s i s c h e J a h r b u c h e r καί πού περιλοβαίνονια ι τώρα στόν ίδιο πρώτο τόμο, ό Μάρξ καί μαζί του & "Ενγκελς ττού συνεργάστηκε έπίσης στά J a h r- b ΰ c h e r. τοποθετείται πιό σταθερά σ ιήν άποψη τοΟ ο ύ μ α ν ι σ μ ο Ο τοΟ ΦόΟερμ παχ. (“) Σ ιό Εργο μέ τό τίτλο D i e h e i l i g e F a m i l i e , O d e r K r i t i k d e r k r i t i s c h e n K r i t i k , πού δημοσιεύτηκε στά 1845 καί άναδημοσιεύιηκε στό δεύτερο τόμο τής Εκδοσης τοΟ Μέρινγκ, οί δυό συγγραφείς.δηλαδή ό Μόρξ καί ό "Ενγκελς κάνουν μερικές σπουδαίες προόδους, σ ’ βτι άφορα τήν ά ν ά π τ υ ξ η τής φιλοσοφίας τοΟ Φόϋερμπαχ.Μ έ πιά κατεύθυνση ε ίχα ν άναλάβει τήν έργασία αΰτή, τό βλέπουμε σ ’ σ ύ ιές τις Εντεκα θ έ σ ε ι ς σ τ ό ν Φ ό υ ε ρ μ π α χ πού ό Μάρξ εΤχε συντά· ξει τήν άνοιξη τοΟ 1845 καί πού ε ίχε δημοσιεύσει 6 "Ε νγκελςστό παράρτημα τής μπροοούροςΐ, u d w i g F e u e r b a c h πού μνημονεύσαμε πιό πάνω. (e) Μέ μιά λέξη, δέν είνα ι τό ύλικό πού λείπει στήν περίπτωση αύτή φτάνει μόνο νά ξαίρουμε νά τό μεταχειριζόμαστε, δηλαδή νά είμαστε προετοιμασμένοι γιά νά τό καταλάβουμε. Μά άκριβώς, οί σημερινοί άναγνώ στες δέν είνα ι προετοιμασμένοι γι*
αύτό καί κατά συνέπεια 8έν ξαίρουνε νά τό μ εια - χειριστοΟν.
ΚσΙ γιατί; Γιά πάρα πολλούς λόγους. "Ενας ά π ’ τούς πιό σπουδαίους είνα ι τό δτι σήμερα ξ α (- ρ ο υ ν π ο λ ύ κ α κ ά πρώ τα · πρώ τα τ ή χ ε γ · γ ε λ ι α ν ή φ ι λ ο σ ο φ ί α , πού χωρίς αύτή είνα ι δύσκολο νά άφομοιώσουμε τή μέθοδο τοΟ Μ άρξ, καί δεύτερο τήν Ιστορία τοΟ ύλισμοΟ πού χωρίς α ύ ιή δέν μποροΟμε νά σχηματίσουμε μιά καθαρή (δέα γ ιά τή διδασκαλία τοΟ Φ όϋερμπαχ, πού ήταν στή φιλοσοφία ό άμεσος πρόδρομος τοΟ Μ άρξ καί πού Ιδωσε σ ' ϊν α βαθμό σημαντικό τή φιλοσοφική βάση τής κοσμοθεωρίας coO Μ άρξ καί τοΟ Έ νγκελς.
Παρουσιάζουν συνήθως τόν «σύμανισμό» τοΟ Φ όϋερμπαχ, σάν κάτι πολύ συγχισμένο καί άκαθό- ριστο. Ό Φ. Α. Α άνγκε πού συνετέλεσε πολύ στό νά διαδοθεί στό «πολύ κοινό» καί τό διανοούμενο κόσμο, μιά όλότελα λαθεμένη (δέα γιά τήν ούσία τοΟ ύλισμοΟ καί τήν Ιστορία του, άρνιέται έντελώς νά άναγνωρίσει τόν «ούμανισμό» τοΟ Φ όϋερμπαχ σάν μιά ύλιστική θεωρία. Τό παράδειγμα τοΟ Φ.Α. Αάνγκε άκολουθήθηκε σχεδόν έξ όλοκλήρου ά π ’ βσους γράψανε γιά τό Φ όϋερμπαχ, τόσο στή Ρωσία βσο καί στό έξωτερικό. Ό Π .Α . Μ περλένπού περ ιγράφει τόν ούμανισμό τοΟ Φ όϋερμπαχ σ&ν 6να είδος δχι «καθαροΟ» (*) ύλισμοΟ, δέν μπόρεσε φαίνεται κι’αύτός νά ά παλλα γή άπό τήν έπίδραση τοΟ Λ άνγ- κε. ΌμολογοΟμε πώς δέν βλέπουμε πολύ καθαρά αύτό πού σκέφτεται πάνω σ ' αύτό τό ζήτημα ό Φρ. Μέρινγκ, ό καλύτερο; καί ό μοναδικός Ισως γνώ- στης τής φιλοσοφίας άνάμεσα στούς γερμανούς σοσιαλδημοκράτες. ’Α ντίθετα μβς ε ίνα ι έντελώς
16
(·) Κύτχα τά ένδιαφέρον βιβλίο του: Ή Γερμανία στίς παραμονές τής ‘Επανάστασης τοΟ 1848, Ά γ ια Πετρούπολη, 1906, οβλίδες 228.229.
φανερό δτι ό Μ άρξ καί ό "Ενγκελς βλέπουνε στό ΦόΟερμπαχ Εναν ύλιστή. Ε ίνα ι άλήθεια δτι ό "Ε νγκελς ύπογραμμίζει τήν Ασυνέπεια τοΟ ΦόΟερμπαχ· Ό μ ω ς αύτό καθόλου δέν τόν έμποδίζει νά ά ν α · γνωρίσει τΙς θ ε μ ε λ ι ώ δ ε ι ς ά ρ χ έ ς τής φιλοσοφίας του σάν κ α θ α ρ ά ύ λ ι σ τ ι κ έ ς. Καί δέν μπορεΐ νδνα ι Αλλοιώς, γ ιά όποιονδήπο- τε κάνει τόν κόπο νά μελετήσει βαθειά τή διδασκαλία τοΟ ΦόΟερμπαχ.
II.
Λ έγοντας αύτό, δέν μάς διαφεύγει καθόλου δτι κινδυνεύουμε νά έκπλήξουμε πολλούς άναγνώ στες μας. Ό μ ω ς αύτό δέν πρέπει νά μάς τρομάζει γ ιατί ε ίχε δίκηο ό ά ρχα ΐος στοχαστής πού Ιλεγε δτι ή Ικπληξη ε ίνα ι ή άρχή τής Απιστήμης. Καί γ ιά νά μή μείνουν οΐ Α ναγνώστες μ α ς ,δς ποΟμε στό στάδιο τής Εκπληξης,τούς συσταίνουμε πρό πα ντός νά άνα- ρωτηθοΟν τΐ ήθελε νά έκφράσει Ακριβώς ό Φόϋερμπα χ,δταν σκιαγραφώ ντας σύντομα,Α λλά μ’Ενα τρόπο πολύ χαρακτηριστικό,τό φιλοσοφικό ιου C u r r i c α- Ja m v i t 6γραφε:«Ό θ εό ς ή ια νε ή πρώ ιη μου σκέ
ψη, ή δεύτερή μου ό λόγος, κι' ό άνθρωπος, ή τρίτη καί τελευταία μου». Νομίζουμε δτι αύτό τό ζή τημα βρίσκει Αναμφισβήτητα τή λύση του σ* αώιές τΙς πολύ σημαντικές λέξεις τοΟ Τδιου τοΟ ΦόΟερμπ α χ : «Στή συζήτηση Ανάμεσα στόν ματεριαλισμό καί τόν σπιριτουαλισμό, 1 πρόκειται.... γ ιά τό άνθρώ- ιιινο κεφάλι...Ξεκινώντας μέ βάση τήν Ολη, άπό τήν όποΐα είνε φτιαγμένο τό Ανθρώπινο μυαλό, θά φτά· σουμε σέ λίγο σέ μιά καθαρή άποψη γιά δτι ΑφορΛ έπίσης κάθε άλλη Ολη, γ ιά δτι Αφορά γενικά τήν Ολη». (*) Διακηρύσσει άλλοΟ δτι ή ά ν θ ρ ω π ο ·
17
(*) Veber Spiritaalismus und Materiallanms βκαντα X. ο. 129.
2
λ ο γ C α του, δηλαδή 6 ο ύ μ α ν ι σ μ ό ς του, σημαίνει μόνο βχι δ θ εός... δέν εΤνε άλλο πρά γμα ά κ ’ αύτό τό Ιδιο τό Ανθρώπινο πνεΟμα (*).
Ή άνθρωπολογική αύτή άποψη, παρατηρεί ό φόϋερμπα χ, δέν ήτανε άγνω στη άκόμα καί στόν Τδιο τόν Ν τεκάρτ {**). ’Α λλά τΐ σημαίνουν δλα αύτά; Αότό σημαίνει δτι ό Φ όϋερμπαχ ε ίχε πάρει τόν«άν- θρωπο» γιά άφετηρία στούς φιλοσοφικούς του συλλογισμούς, μ ό ν ο κ α ί μ ό ν ο γ ι α τ ί 6λ· πιζε, ξεκινώντας άπό τό σημείο αύτό νά φτάση δσο ιιιό γρήγορα στό σκοπό, πού ήτσνε νά δώσει μιά άκριβή Ιδέα τής Ολης γενικά καί τών σχέσεών της μέ τό «πνεΟμα». Κατά συνέπειαν,Εχουμε νά κάνουμε στήν περίπτωση αύτή μέ Ενα μεθοδολογικό κανόνα , πού ή όξ ία του καθορίζονταν άπό τΙς περιστάσεις τόπου καί χρόνου, δηλαδή άπό τόν συνηθισμένο τρόπο πού σκέπτονταν οΐ Γερμανοί σοφοί, ή άπλώ ς οΐ μορφωμένοι Γερμανοί τής έποχής (* ··) καί πού δ έ ν έ ξ α ρ τ ι ό ν τ α ν κ α θ ό λ ο υ ά π ό μ ι ά ό π ο ι α δ ή π ο τ ε ξ ε χ ω ρ ι σ τ ή κ ο σ μ ο θ ε ω ρ ί α (8).
Βλέπουμε κιόλας, Οστερα άπό τά λόγια τοΟ Φό· Οερμπαχ πού άναφέραμε γιά τό «άνθρώπινο κεφάλι» δτι στήν έποχή πού τάγροψε, τό ζήτημα τής « ί λής άπό τήν όποΐα είνα ι φτιαγμένο τό μυαλό» β ίχε λυθεί μ'Βναν τρόπο καθαρά ύλιστικό. Καί αύτή ή λύση τοΟ ζητήματος ε ίχε υΙοθετηθεΐ έπίσης άπό Τόν Μ άρξ καί τόν "Ενγκελς. "Εγινε ή βάση τής δι- Κίάς τους φιλοσοφίας, πρά γμα πού βγαίνει όλοκά·
18
(*) * Απαντα IV, σ. 249.( ··) Αύτόθι σ. 247.(***> ‘Q Φόφερμπαχ λέει πολύ καλά Οτι ή άρχή κάθβ φι
λοσοφίας καθορ ζβται άπό τήν προηγούμβνη κατάσταση τής φιλοσοφικής οκίφης.
θαρα άπό τά Εργα τοΟ "Ενγκελς : L u d w i g F e u e r b a c h καί A n t i - D u h r i n g , πού Εχουμε ή5η μνημονεύσει. Νά γ ιατί πρέπει νά έξειά - σουμε α ύ ιή χή λύση άπό πολύ κοντά, γ ιατί μελβ- χώ ντας την, μελετάμε ταύτόχρονα καί τ ή φ ι λ ο σ ο φ ι κ ή π λ ε υ ρ ά τ ο Ο μ α ρ ξ ι σ μ ό 0.
Στό άρθρο του μέ τό τίτλο : V o r l a u f i g e T b e s e n z u r R e f o r m d e r P h i l o s o p h i c , πού έκδόθηκε στά 1842 καί πού άσκησε πολύ μεγάλη Επίδραση στό Μάρξ, ό Φόϋερμ π α χ δηλώνει δχι «οί άληθινές σχέσεις άνάμεσα στή νόηση κα( τό είνα ι πρέπει νά έκψραστοΟν καχά τόν άκόλουθο τρόπο : χό ε I ν α ι ε ίνα ι ύποκείμενο, ή νόηση είνα ι χό κ α χ η γ ο ρ ο ύ μ β - νο>. Ή νόηση έξαρχιέχαι ά π ’ τό εΤναι, καί δχι τό ε ίνα ι άπό τή νόηση. Τό ε ίνα ι έξαρτιέται άπό τόν 4αυτό xou... Εχει χή βάση χου σχόν έαυτό του (·).
Ή άντίληψη αύτή χών σχέσεων χοΟ είνα ι μέ χή νόηση πού τέθηκε άπό χό Μ άρξ καί χόν "Ενγκελς στή βάση τής ύ λ ι σ τ ι κ ή ς Ε ρ μ η ν ε ί α ς τ ή ς Ι σ χ ο ρ ί α ς , είνα ι τό πιό σημαντικό άπο- τέλεσμα αύχής χής κριτικής χοΟ χεγγελιανοΟ Ιδεα- λισμοΟ, πού σχά κύρια χαραχχηρισχικά της είχβ γίνει άπό χόν Τδιο χό Φ όϋερμπαχ καί πού χά συμ- περά σμα τά της μπορούν νά συνοψισθοΟν ώς έξής :
Ό Φ όϋερμπαχ βρήκε πώς ή φιλοσοφία τοΟ Χέγ- γελ ε ίχε έξαλείψει τήν άντίφαση πού ύπήρχε ά ν ά μεσα σ ιό εΤναι καί χή νόηση. ’Αλλά καχά τή γνώμη χου, Εξάλειψε αύχή χήν άν ιίφ α ση μ έ- ν ο ν τ α ς έ ν τ ε λ ώ ς σ χ ό έ σ ω χ ε ρ ι κ ό τ η ς , δη αδή Ε ν α ά π ό χ ά σ χ ο ι χ ε ΐ α αφ· χής χής άντίφασης, δηλαδή χή ν ό η σ η . Στ ό
19
( ·) 'Α παντα, 4, σ. 263 (Ά π α ντα , Ικδοση τοΟ Ινστιτούτου Μ άρζ-'Ενγκελς, + I σ. 71).
Χ έγγελ ή νόηση είνα ι Ακριβώς τό ε ίνα ι : ή νόηση είνα ι ύποκείμενο, τό είνα ι κατηγορούμενο. (*) ’Α π’ σύτό βγαίνει 8τι ό Χ έγγελ—καί γενικά ό Ιδεαλισ μός—δέν έξαλείφει τήν Αντίφαση πα ρά δ ι α μ έ σ ο υ τ ή ς έ ξ Α λ ε ι ψ η ς έ ν ό ς ά π ό τ ά σ υ σ τ α τ ι κ ά τ η ς σ τ ο ι χ ε ί α , δηλαδή τό είνα ι ή τήν Ο π α ρ ξ η τ ή ς Ο λ η ς , τ ή ς φ όσ η ς . Ό μ ω ς μέ τήν έξάλειψη ένός άπό τά συστατικά στοιχεία ίής Αντίφασης, δέν σημαίνει καθόλου 8 α λύνεται αύτή ή Αντίφαση. «Ή διδασκαλία τοΟ Χ έγγελ σύμφωνα μέ τήν όποΐα ή φύση «Εχει τεθεί» Απ’ τήν Ιδέα, δέν Αντιπροσωπεύει παρά τή μετάφραση σέ φιλοσοφική γλώσσα τής θεολογικής δ ιδα σκαλίας σύμφωνα μέ τήν όποια ή φύση δημιουρ- γήθηκε άπό τό θ εό , ή πραγματικότητα , ή Ολη ά- πόνα άφηρημένο, δυλο δν». (*·) Κι' αύτό δέν ά ν α · φέρεται μόνο στόν άπόλυτο Ιδεαλισμό τοΟ Χ έγγελ. Ό ύπερβατικός Ιδεαλισμός τοΟ Κάντ πού σύμφωνα μ’ αύχόν ό έξωτερικός κόσμος παίρνει τούς νόμους του άπ* τό λογικό, κι’ 6χι άντίστροφα, Εχει στενή συγγένεια μέ τή θεολογική άντίληψη κατά τήν όποΐα είναι ό θείος λόγος πού ύπαγορεύει στόν κόσμο τούς νόμους πού τόν κυβερνούν. (**·) Ό Ιδεαλισμός δέν άπ ο κ α θ ισ ιδ τήν ένότητα τοΟ είνα ι καί τής νόησης, κΓ οΟιε μπορεΐ νά τήν άποκαταστήσει. Αντίθετα τή σπάει.
Ή Αφετηρία τής Ιδεαλιστικής φιλοσοφίας—τ ό έ γ ώ, σάν θεμελιώδης φιλοσοφική άρχή—είνα ι έξ όλοκλήρου σφαλερή. ‘Αφετηρία τής Αληθινής φιλοσοφίας πρέπει νά εΤναι δχι τό έ γ ώ άλ,λά τό I γ ώ καί τό σ ύ. Μ ονάχα αύτή ή Αφετηρία έπι-
20
(·) Ά π α ν τα II, σ. 261.( · · ) Λύτόθι σελ. 262.(··*) Αότόθι οελ. 295.
τρ έπ ε ι νά φθάσουμε σέ μιά σωστή κατανόηση τών σ χέσεω ν άνάμεσα στή νόηση και τό εΤναι, άνάμεσα στό ύποκείμενο καί τό άντικείμενο. Ε ίμαι <έγώ» γιά τόν έαυτό μου καί ταυτόχρονα ιέσύ» γιά Εναν ά λ λον. Ε ίμαι ταυτόχρονα ύ π ο κ ε ί μ ε ν ο καί άν- τικείμενο. Καί πρέπει άκόμα νά παρατηρήσουμε δτι «έγώ» 6έν εΤνε τό άφηρημμένο δν πού μ ’ αύτό έρ- γά ζετα ι ή Ιδεαλιστική φιλοσοφία. Ε ίμαι Ενα δν π ρ α γ μ α τ ι κ ό . Τό σώμα μου άνήκει στήν ο ύ· σ ί α μου* περισσότερο, τό σώμα μου θεωρούμενο σάν Ενα δλο, είναι άκριβώς τό «έγώ> μου, ή πρ α γματική μου όντότητα. Δέν εΤναι τό άφηρημμένο δν πού σκέφτεται, άλλά άκριβώς αύτό τό πραγματικό ε ίνα ι, τό σώμα. ’Α π’ αύτό βγαίνει, άντίθετα ά π ’ δτι βεβαιώνουν οΐ Ιδεαλιστές, δτι τό πραγματικό ύλικό δν ε ίνα ι ύποκείμενο καί ή νόηση κατηγορούμενο.Κι* άκριβώς σ* αύτό βρίσκεται ή μοναδική δυνατή λύση αύ ής τής άντίφαοης άνάμεσα στό ε ίνα ι καί τή νό- ηαη πού κτυπιόνταν χωρίς άποτέλεσμα μέ τόν ιδεα λισμό. Σέ τούτη τή περίπτωση δέν έξαλείφεται οΟτε ϊν α άπό τά στο ιχεία τής άντίφαοης. Δ ι α τ η- ρ ο 0 ν τ α ι καί τά δυό, δλο καί έκδηλώνοντας τήν άληθηνή τους ένότητα. «Αύτό πού γιά μένα, ή ύτοκειμενικά, είνα ι μιά πράξη καθαρά πνευματική, δϋλη, μή αισθητή, είνα ι καθ’ αύτό Αντικειμενικά μιά αισθητή ύλική πράξη» (*).
Σημειώστε δτι λέγοντας αύτό ό Φ όϋερμπαχ πλ η σιάζει τόν Σ πινόζα , πού έξέθετε τή φιλοσοφία του μέ πολλή συμπάθεια σέ μιάν έποχή άκόμα δπου ή διάστασή του μέ τόν Ιδεαλισμό, μόλις διαγράφ ονταν, δηλαδή δταν Εγραφε τήν Ιστορία του τής νέας φιλοσοφίας (9). Σ τά 1843 παρατηροΟσε πολύ λεπτά στά G r u n d s a t z e του δτι ό Π α ν θ ε ί -
21
(·) Ά π α ν τα II ο. 350.
σ μ ό ς ε ί ν α ι £ ν α ς θ ε ο λ ο γ ι κ ό ς Ολ ι σ μ ό ς , μιά άρνηση τής θεο λο γ ία ς, άρνηση πού στηρίζεται σέ μιά θεολογική άποψη. Μέσα σ’ αύ- τήν τήν ούγχιση τοΟ ύ λ ι σ μ ο Ο μ έ τή θ ε ο λ ο γ ί α βρίσκονταν ή άσυνέπεια τοΟ Σ π ινόζα , Ασυνέπεια πού έν τούτοις δέν τόν έμπόδισε νά βρεΤ τή «σωστή Εκφραση, τουλάχιστο γιά τήν έποχή χου. γιά τΙς Ολιστικές Ιδέες τής σύγχρονης έποχής». ’Ακόμα ό Φ όϋερμπαχ όνομάζει τόν Σπ ινόζα «Μωϋ* of) τών έλεύθερων στοχαστών καί νεώτερων ύλι- στών» (*). Στά 1847 ό Φ όϋερμπαχ θέτει τό έρώτη· μα. «ΤΙ ε ίνα ι αύτό πού ό Σπ ινόζα λέει λογικά μεταφυσικά, ο ύ σ I α, καί θεολογικά θ ε ό ; » Καί σ* αύτό τό έρώτημα άπαντάει κατηγορηματικά : «Τίποτα άλλο άπό τή φύση». Τό κυριώτερο έλάτ- ιω μα τοΟ ΣπινοζισμοΟ τό βλέπει στό δτι «ή αίσθη- χή, άντιθεολογική ούσία τής φύσης, παίρνει σ’ σό- τόν τήν μορφή ένός άφηρημμένου, μετσφυσικοΟ δν- χος». ‘Ο Σ π ινόζα έξάλειψε τόν δυϊσμό τοΟ ΘεοΟ καί τής φύσης, γιατί θεωρεί τά φυσικά φαινόμενα σάν πράξεις τοΟ ΘεοΟ. Μά άκριβώς γιατί τά φυσικά φαινόμενα εΤναι στά μάτια του οί πράξεις τοΟ ΘεοΟ, ό τελευτα ίος αύτός μένει στόν Σ π ινόζα Ενα είδος δν, ξεχωριστό άπό τή φύση καί πού πάνωτοι> στηρίζεται αύτή. Ό θ εό ς παρουσιάζεται σάν ύπο · κείμενο, ή φύση σάν κατηγορούμενο. Ή φιλοσοφία «ού χειραφετήθηκε όριστικά άπό τής θεολογικές π α ραδόσεις, δφείλει νά έξαλείψει τό σημαντικό αύτό Αλάττωμα τής σωστής στό βάθος φιλοσοφίας τοΟ Σπινόζα . «Κάτω αύτή ή άντίφσση I», φωνάζει δ Φόϋερμπαχ δχι D e u s s i v e n a t u r a , άλλά A u t D e u s a u t n a t u r a . 'Εδώ είνα ι ή άλήθεια. (**)
22
(·) Λότόθι σ. 291.(*·) Ά π α ν τα σ. 350»
"Ετσι λοιπόν 6 «ούμανισμός» τοΟ ΦόΟερμπαχ φαίνεται σάν νά μήν είνα ι άλλο πράγμα άπό τόν Σπινοζισμό, άπαλλα γμένον άπό τό θεολογικό του παράρτημα. Καί Ακρβώς αύτόν τό Σπινοζισμό, πού τόν ΑπΑλλσξε ό ΦόΟερμπαχ άπό τό ΘεοΧο· γικό του παράρτημα, υ ΐοθέιησαν ό Μάρξ καί ό "Ενγκελς δταν ήρθαν σέ ρήξη μέ τόν Ιδεαλισμό. ’Α λλά τό νά ΑπαλλΑξεις τό Σπινοζισμό άπό τό θεολογικό του παράρτηαα,σήμαινε νά φέρεις σέ φΩς τό Αληθινή του ύ λ ι σ τ ι κ ό περιεχόμενο. Κατά συνέπεια δ Σ π ι ν ο ζ ι σ μ ό ; τ ο 0 Μ ά ρ ξ κ α ί τ ο 0 " Ε ν γ κ ε λ ς ή τ α ν ά κ ρ ι β ώ ς ό π ι ό σ ύ γ χ ρ ο ν ο ς ύ λ ι σ μ ό ς . (10)
’Α λλά δέν ε ίνα ι μόνον αύτό. Ή ν ό η σ η δ έ ν ε ί ν α ι ή α Ι τ ΐ α τ ο Ο ε ί ν α ι , ά λ λ ά ή σ υ ν έ π ε ι ά τ ο υ ή Ακριβέστερα ή Ιδιότητά Tog.
Ό ΦόΟερμπαχ Ελεγε ; Folge und Bingenschaft (συνέπεια καί Ιδιότητα), ΑΙσθάνομαι καί σκέφτομαι δχι σάν ύποκείμενο πού άντιτίθεται στό άντικε(· μενο, ά λλά σάν ύ π ο κ ε ί μ ε ν ο—ά ν τ ι κ ι Ι· μ ε ν ο, σάν Ενα δν πραγματικό, ύλικό. Καί τό άν- τικείμενο είναι γιά μένα, 6χι μόνο τό πρ&γμα ποφ αίσθάνομαι, άλλά έπίσης ή βάση, ό Απαραίτητος δρος τής αίσθησής μου. ‘Ο Αντικειμενικός κόσμος δέν βρίσκεται μόνο Εξω Από μένα, είνα ι Απ(σης μέσα μου, μές τό δέρμα μου. (11). Ό άνθρωπος δέν είνα ι παρά Ενα κομμάτι τής φύσης, Ενα κομμάτι τοί) είναι* γ ι’ α ύ ιό δέν ύπάρχει θέση γιά άντίφαση άνάμεσα στή νόησή του καί τό είναι του. Τό διάστημα καί ό χρόνος δέν ύπάρχουν μόνο γιά τή νόηση. Ε ΐναι έπίσης μορφές τοΟ είνα ι. ΕΤναι μορφές τής σκέψης μου. Ά λ λ ά είνα ι μόνο καί μόνο γιΑ τό λόγο δτι είμα ι έγώ ό Τδιος Ενα ζω ντανό Ον μέσα στό χρόνο καί τό διάστημα, καί γ ιατί δέν καταλαβαίνω καί δέν αίσθάνομαι παρά 8σο είμαι Κνα
S3
τέτοιο βν. Γενικά οΐ νόμοι τοΟ εΤναι, είναι ταυτόχρονα καί νόμοι τής νόησης.
"Ετσι έκφράζεται ό Φ όϋερμπαχ (*). Κι’ ό Έ ν γ κ ελ ς αύτό Ιλ εγε, βν καί τ6λεγε μέ ά λλα λόγια, στή πο λεμική του ένάντια στόιΊτυούριγγ (12).Βλέπουμε πιά «όσο σημαντικό μέρος άπό τή φιλοσοφία τοΟ Φόϋερμπαχ. πέρασε στή φιλοσοφία τοΟ Μάρξ καί τοΟ "Ενγκελς.
"Αν & Μάρξ άρχισε τό 6ργο τής ύλιστικής του έρμηνείας τής Ιστορίας μέ τή κριτική τής χ ε γ γ ε · λ ι α ν ή ς φ ι λ ο σ ο φ ί α ς τοΟ δικαίου, μπόρεσε νά προχωρήσει Ιτσ ι γιατί ή κριτική τής καθαρής φ ιλοσοφίας τοΟ Χ έγγελ ε ίχε γίνει ήδη άπό τό Φόϋρρμπαχ.
'Ακόμα καί κριτικάροντας στις θέσεις του τό Φ όϋερμπαχ, ό Μάρξ άναπτύσσει καί συμπληρώνει Αρκετά συχνά τις ιδέες αύτοΟ τοΟ τελευταίου. Νά βνα πα ράδειγμα , τροβηγμένο άιτό τή περιοχή τής «γνωσβολογίας*. Κατά τό Φ όϋερμπαχ, ό άνθρωπος «ροτοΟ ν ο ή σ ε ι τό άντικείμενο, δ ο κ ι μ ά ζ ε ι π ά ν ω τ ο υ τήν ένέργειά του, τό θ ε ω ρ ε X, τό α ι σ θ ά ν ε τ α ι .
Ό Μ άρξ Ιχει ύ π ’ δψει του αύτή τή σκέψη τοΟ Φ όϋερμπαχ δταν λέει : «Τό κυριώτερο έλάττω μα ΤοΟ ύλισμοΟ—μαζί καί τοΟ ύλισμοΟ τοΟ Φ όϋερμπαχ —βρίσκονταν ώς τά σήμερα στό δτι άντίκρυζε τήν πραγματικότητα , τόν άντικειμενικό καί αισθητό κόσμο μέ τή μορφή τοΟ ά ν τ ι κ ε ί μ ε ν ο υ ή μ έ τ ή μορφή τής θ ε ώ ρ η σ η ς , 6χι σάν συγκεκριμμένη Ανθρώπινη δράση, δχ ι σάν πραχτική άσκηση, δχι ύποκειμενικά». Τό έλάττω μα αύτό τοΟ ύλισμοΟ, λέβι πιό πέρα ό Μάρξ, έξηγεΐ γ ιατί ό Φ όϋερμπαχ στό βιβλίο του γιά τήν ο ύ σ ( α τ ο Ο Χ ρ ι - σ τ ι α ν ι σ μ ο Ο , δέν θεωρεί σάν άληθινά άνθρώ-
24
(*) Ά π α ντα , II, σ. 334, καί X, σ. 184-186.
πινη δράση παρά μόνο τή θεωρητική βράση. Μ* Αλλα λόγια , ό Φ όϋερμπαχ βγάζει τό συμπέρασμα 6τι τό «έγώ» μας γνω ρίζει τό ά ν τ ι κ ε ί μ ε ν ο έκθέτοντάς το μόνο σ ιή δράση του. (*)· δμως 6 Μ άρξ ά π ο κ ρ ίνετα ι: τό «έγώ* μας γνωρίζει τό άν- τικείμενο έ ν ε ρ γ ώ ν τ α ς μ έ τ ή σ ε ι ρ ά τ ο υ π ά ν ω τ ο υ , Ή σκέψη τοΟ Μ άρξ ε ΐνα ι όλότελα σωστή* ήδη ό Φ άουστ ε ίχε πε ΐ : « Σ τ ή ν ά ρ χ ή ή τ α ν ή δ ρ ά σ η » . Βέβαια γιά τήν ύπεράσπιση τοΟ Φ όϋερμπαχ μποροΟμε νά άπαντήσουμε ότι καί κατά τή λειτουργία έπίσης τής δράσης μας πάνω στά άντικείμενα, δέν γνωρίζουμε τις Ιδιότητές τους π α ρά στό μέτρο πού ένεργοΟν μέ τή σειρά τους πάνω μας. Καί στίς δυό περιπτώσεις ή α ί σ θ η σ η προηγε ίτα ι τής νόησης : στίς δυό περιπτώσεις, δοκιμάζουμε πρώτα τΙς Ιδιότητες τών άντικειμένων καί δστερα τΙς νοοϋμε. ’Α λλά ό Μ άρξ δέν τ ’ άρνιόντα- νε. ΓΥ αύτόν δέν έπρόκειτο γιά τό άδιαφιλονεΐκητο νεγονός Βτι ή αίσθηση προηγείται τής νόησης, μά γιά τό γεγονός βτι ό άνθρωπος όδηγιέται στή νόηση κυρίως άπό τά αισθήματα πού δοκιμάζει στή λειτουργία τής πράξης του πάνω στόν έξωτερι- κό κόσμο. Καί έπειδή ή δράση αύτή πάνω στόν έξω- τερικό κόσμο τοΟ έπιβάλλεται άπό τόν άγώ να γ ιά τήν βπαρξη, ή γνωσεοθεωρία είνα ι στό Μάρξ στενά συν δεμένη μέ τήν ύλιστική του άντίληψη τής Ιστορίας. "Οχι χωρίς λόγο, ό Τδιος αύτός διανοητής πού ε ίχε συντάξει έν ά ν τ ιι στό Φ όϋερμπαχ τή θέση γιά τήν όποΐα Εγινε λόγος πιό πάνω , Εγραψε στόν πρώτο τόμο τοΟ Κεφαλαίου του : «Έ νερνώ ντας πάνω στήν Εξω ά π ’ αύτόν φύση, ό άνθρωπος μεταβάλλει τα υ τόχρονα τήν Ιδια του τή φύση». Ή διατύπωση αύτή
25
( ·) ·Τό είναι λέει προηγείται τής νόησης* προτοΟ σκβ- ψθβΐς τή ποιότητα τήν αίσθάνεσαι». Ά π α ν τα , II, σ. 253.
δέν φανερώνει δλο της τό βαθύ νόημα πα ρά στό φώς τής γνωσεοθεωρίας πού διατυπώθηκε άπό τό Μάρξ. Καί θά δοΟμε στή συνέχεια σέ πιό σημείο ή θεωρία σύτή έπιβεβαιώθηκε άπό τήν Ιστορία τοΟ πολιτισμού κι' άνάμεσα σ’ άλλα , άπό τή γλωσεο- λογία.
Πρέπει ώστόσο νά Αναγνωρίσουμε δτι ή γνωσεο· θεωρία τοΟ Μάρξ, προέρχεται κα τ’ ευθείαν άπό τή γνωσεοθεωρία τοΟ ΦόΟερμπαχ ή δν θέλετε, είνα ι γ ιά νά μιλήσουμε καθαρά, ή Ιδια ή γνωσεοθεωρία τοΟ Φ όϋερμπαχ, βαθεμένη μόνο κατά Κναν μεγαλοφυή τρόπο άπό τό Μάρξ.
Ά ς προσθέσουμε περαστικά, δτι ή μεγαλοφυής αύτή τελειοποίηση είχε έπιβληθεΐ άπό τό «πνεΟμα τής έποχής*. Αύτή ή τάση νά θεωρηθεί τούιη ή σχέση άμοιβαίος δράσης κι* Αντίδρασης άνάμεσα στό άντικείμενο καί τό ύποκείμενο Ακριβώς Από τή πλευρά πού τό ύποκείμενο πα ίζει έ ν ε ρ γ η· τ ι κ ό ρόλο, ή ια νε ή Α νιαΰγεια τής πνευματικής κατΑ σιασης πού έμψύχωνε τήν κοινωνία τής έποχής, δπου όλοκληρώθηκε ή κοσμοθεωρία τοΟ Μ άρξ καί τοΟ “Ενγκελς (13). *Η έπανάσταση τοΟ 1848 δέν 1)ιανε πιά μακριά...
III
Ή θεωρία τής ένότητας τοΟ ύποκείμενου καΙτοΟ Αντικείμενου, τής νόησης καί τοΟ είνα ι, πού ήτανε Ιδιο τόσο τοΟ ΦόΟερμπαχ δσο καί τοΟ Μ άρξ καί τοΟ "Ενγκελς. ήταν έπίσης θεωρία καί τών διαπρεπέστερων ΰλιστών τοΟ XVII καί XVIII αΙώνα.
ΔεΙξσμε άλλοΟ(*) πώς ό Λά Μετρί καί ό Ντιντβ-(*) Κόττα τό Αρθρο μέ τό τίτλο : · Ό Μπβρνστάΐν καί ό
όλισμός, στή συλλογή μας Κ ρ ι τ ι κ ή τ Ο ν κ ρ ι τ ι κ ώ ν μ α ς (Πλεχάνωφ. 'Α παντα , τ. XI).
26
ρό εΤχσνε φτάσει—δ ν καί πρέπει νά ιό ποΟμε, ά πό ξεχωριστούς δρόμους— σέ μιά κοσμοθεωρία πού ήτανε «Ενα είδος σπινοζισμός» δηλαδή σ’ Εναν σπινοζισμό στερημένο ά π ’ τό θεολογικό του πα ρ ά ρ τημα, πού παραμόρφωνε τό άληθινό του περιεχόμενο. θ ά ήταν ε6<ολο νά άποδείξουμε, πάνω σ’ δτι άφορβ τήν ένόχητα τοΟ ύποκείμενου καί τοΟ άντι- κείμενου, βτι ό Hobbes είνα ι έπίσης πολύ κοντά στό Σπ ινόζα . Ά λ λ ’ ο ύ ιό θά μάς τράβαγε πολύ μακριά. Κ’ Επειτα δέν ύπάρχει καμμιά έπείγουσσ άνάγκί) νά τό κ ά νουμε.θδχα ν Τσως πιό ένδιαφέρον γιά τόν άναγνώ στη νά καταδείξουμε δτι κάθε φυσιοδίφης σήμερα πού σκέφτεται Εστω καί λίγο τό ζήτημα τών σχέσεων άνάμεσα στή νόηση καί τό εΤναι, καταλήγει σ’ σύτή τή θεωρία τής ένότητάς τους πού βρήκαμε στό Φ όϋερμπαχ.
"Ο ταν ό Χιούξλεφ Εγραφε : «Κανένας στίς μέρες μ α ς .ά π ’ Οσους πσρακολουθοΟν τή σύγχρονη έπι· στήμη καί ξσίρουν τά πράματα, δέν μπορεΐ νά άμ- φιβάλλει 6 ti πρέπει νά ζητήσει τΙς βάσεις τής ψυχολογίας στή φυσιολογία τοΟ νευρικοΟ συστήματος κι’ βτι αύτό πού λένε ένέργεια τοΟ πνεύματος δέν είνβ πα ρά Ενα σύμπλεγμα έγκεψαλικών λειτουργεί- G>v»,{*) έξέφραζβ άκριβώς κείνο πού Ελεγε ό Φόΰερ- μπαχ. Μόνο πού τοΟ προσέδιδε πολύ λιγώτερο κα· θσρές άντιλήψεις, καί γιαυτό μπόρεσε νά προσπα- θήση νά συνενώσει τό δικό του τρόπο νά βλέπει τά πρά γμστσμέ τό φιλοσοφικό σκεφτικισμότοθΧιούμ(**).
Τό Ιδιο καί ό «μονισμός» τοΟ Χαΐκελ, ή θεωρία αύτή ποΟκανε τόσο θόρυβο, δέν είνα ι τίποτ* Αλλα παρά μιά καθαρά ύλιστική θεωρία, πού κατά βάθος πλησιάζει τή θεωρία τοΟ Φ όϋερμπαχ πάνω στήν
27
(·) Χιούμ, ή ζωή του, ή φιλοσοφία του, σ. 108.( ··) Αύτόθι σ. 110.
Ανότηια τοΟ ύποκείμενου καί τοΟ άντικείμενου.'ΑΧλά ό Χ αΐκελ ξαίρει πολύ κακά τήν Ιστορία τοΟ Ολισμού καί yi’ α ύ ιό κρίνει άνα γκ α ΐο .νά χτυπήσει τό «μονόπλευρο χαραχτήρα» αύιοΟ τοΟ τελευταίου, καί θά ώφειλε νά κάνει τό κόπο νά μελετήσει τήν Ολιστική γνωσεοθεωρία στή μορφή πού ε ίχε πάρει στό Φ όϋερμπαχ καί στό Μάρξ. Αύτή θά ιό ν προ- φύλασσε τόν Τόιο άπό πολλά λάθη καί μονόπλευρες κρίσεις, πού διευκολύνουν σημαντικά τούς έχ- θρούς του στή πάλη τους έναντίον του στό φιλοσοφικό πεδίο (14).
Στά διάφορα Εργα του, δπως γ ιά παράδειγμα στήν Εκθεσή του μέ τό τίτλο Μ υ α λ ό κ α ί ψ υ- χ ή, πού διαβάστηκε στό 66ο συνέδριο τών γερμα- νών φυσιοδιφών καί γ ιατρών στή Βιέννη (26 τοΟ Σεπ ιέβρη 1894), ό Αβγουστος Φορέλ (*) πλησιάζει πολύ κοντά τόν νεώτερο ύλισμό, τόν ύλισμό τών Φ όϋερμπαχ—Μ άρξ—"Ε νγκ ελς.Έ δώ κι’έκεΐ ό Φορέλ βχι μόνο έκφρόζει Ιδέες πολύ συγγενείς μ ' αύτές τοΟ Φώϋερμπάχ, άλλά , πράγμα πού ε ίνα ι έκπληχτι- κό, παρατάσσει τά έπιχειρήματά του μέ τόν Τδιο άκριβώς τρόπο πού κι ό Φ όϋερμπαχ τά παρατάσσει.
Κατά τό Φορέλ, κάθε μέρα μάς φέρνει καί νέες πειστικές Αποδείξεις γ ιά τό γεγονός 8 ιι ή ψ υχολογ ία καί φυσιολογία τοΟ μυαλοΟ, δέν ε ίνα ι παρά δυό διαφορετικοί τρόποι έξέτασης «ένός μόνο καί τοΟ Ιδιου πράγματος*. *0 άναγνώ στης δέν θά ξε· χάσει τή ταυτόσημη άποψη τοΟ Φ όϋερμπαχ πάνω στό ζήτημα αύ ιό , πού άναφέραμε πιό πάνω . Τήν Αποψη αύτή μποροΟμε νά τή συμπληρώσουμε έδώ μέ τήν φράση τοΟ Φ όϋερμπαχ; «ΕΤμαι Ενα ψυχολογικό άντικείμενο γιά τόν έαυτό μου, ά λλά Ενα φυ
(*) Κόττα έπίσης τό τρίτο κεφάλαιο τοΟ βιβλίου το υ : Ή ψυχή καί τό νευρικό σύστημα. Υ γιεινή καί Παθολογία. Παρίσι, 1906.
σιολογικό Αντικείμενο γιά τούς Αλλους* ·(*). Σ τά τέλος, ή κύρια Ιδέα τοΟ Φορέλ φέρνει στή θέση βτι ή συνείδηση είνα ι έσωτερική Αντανάκλαση τής έ γ · κεφαλικής ένέργειας (·*). Κι αύτό ε ίνα ι πιά μιά καθαρά ύλιστική άνιίληψη.
ΟΙ Ιδεαλιστές καί οΐ κάθε είδους καί κάθε ά- πόχρωσης καντιστές άντιλένε στούς ύλιστές πώς δέ μποροΟμε νά γνωρίσουμε Απευθείας πσρά μόνο τι^ ψ υ χ ι κ ή πλευρά τών φαινομένων γιά τά όποια γίνετα ι λόγος στό Φορέλ καί στό ΦόΟερμπαχ. Αύτή τήν άντίρρηση ό Σ έλλινγκ τήν ε ίχε κιόλος δ ια τυπώσει μ ’ Εναν Εξαιρετικά έφυή τρόπο. "Ελεγε Οτι « ιό πνεΟμα θά μείνει γιά πά ντα Ενα νησί πού δέν θά μπορέσουμε νά πλησιάσουμε μέσω τοΟ ώκεανοΟ τής Ολης παρά μόνο κάνοντας Ενα πήδημα. *0 Φορέλ ιό ξαίρει τέλεια αύ ιό , βμως άποδεί- χνει μ' Εναν πεισ ιικώ τατο τρόπο δ ιι ή έπισιήμη θά ή ανε πραγματικά άδύνατη, Αν δέν θέλαμε νά ξε- περάοωμε τά δρ<α αύτοΟ τοΟ νησιοΟ. «Κάθε Ανθρωπος, Ελεγε, δέν θάχε παρά μόνο τή ψυχολογία τοΟ ύποκειμεησμοΟ ίου κοί θάπρεπε νά άμφιβάλλει θετικά γιά τήν Οπσρξη τοΟ έξωτερικοΟ κόσμου, μαζί καί γιά τήν δπσρξη τών Αλλων άνθρώπων»(***). Μά παρόμοια άμφ 'βολία είνα ι παραλογισμός (15). «Τά συμπεράσματα πού βγαίνουν κα τ’ άναλογία , ή έφορμοσμένη έπογω γή στίς θετικές έπιστήμες, ή σύγκριση τής πείρας τών πέντε αίσθήσεών μας, μΑς Αποδείχνουν τήν δπαρξη τοΟ έξωιερικοΟ κόσμου, κοθώ ; καί τών δμοιών μας καί τής ψυχολογίας τους. ΜΑς δείχνουν έπίσης πώ ς ύπΑρχει συγκριτική ψυ·
29
(*) Ά π α ν τα , II σ. 348—349.(**) Die Pyschiechen FShigkeiten der Ameiren κλπ.
Mmich.1901 σ. 7.( · · · ) “Απαντα σ. 7 καί 8
χολογίσ , μιά ψ υχολογία τών ζώων. Τέλος, ή Τδια μας ψ υχολογία θάτανε γιά μάς άκατανόητη καί γεμ άτη άντιψάσεις, άν θέλαμε νά τή δοΟμε Εξω άπό κάθε σχέση μέ τήν ένέργεια τοΟ μυαλοΟ μας* θ ά τανε σ ’ άν ιΐφαση , προπαντός μέ τό νόμο τής δ ιατήρησης τής ένέργειας» (*).
Ό Φ όϋερμπαχ δέν περιορίζεται στό νά άποκαλύ- π τε ιτ ίς άντιφάσεις στίς όποίες πέφτουν άναπόφευχτα δσοι άπορίχνουν τήν ύλιστική άποψη· δείχνει έπίσης άπό πιό δρόμο πλησιάζουν ο[ Ιδεαλιστές ιό «νησί» τους. Ε ίμαι έ γ ώ γιά τόν έαυτό μου καί σ ύ γ ιά τούς άλλους. Μά είμαι τέτιος μόνο σάν αίσθητό Αν, δηλαδή ύλικό. Ά λ λ ά τό άφηρημένο λογικό άπομονώνει αύτό τό «είναι γιά τόν έαυτό του» καί σάν ούσία, άτομο, «έγώ», θεό. ΓΥ α ύ (ό δέν μπορεΐ ν ’ άποκαταστήσει παρά μ’ Εναν αύθαίρετο τρόπο, τό σύνδεσμο άνάμεσα στό «είνα ι γ ιά τόν έαυτό του» καί στό «εΤναι γ ιά τού1: άλλους*.
«Αύτό πού νοώ χωρίς αίσθαντικότητα, τό νοΛ ϊξ ω άπό κάθε σύνδεσμο* (*·). Ή έξαιρετικά σπουδα ία αύ ιή παρατήρηση συνοδεύεται στό Φ όϋερμ παχ άπό τήν άνάλυση τής λειτουργίας ιής άφαί- ρεσης, πού καταλήγει στή γένεση τής χεγγελια νής λογικής καί σ ά ν ό ν τ ο λ ο γ ι κ ^ ς θεωρίας. (***)
wAv εΤχε στή διάθεσή του Λ Φ όϋερμπαχ τΙς
30
(*) Die Pyschischen Pahigkeiten der Ameisen, κλπ., Munich, 1901. σ. 7 καί 8.
(·*) Ά π α ντα , II, σ. 322.(***) Τό Απόλυτο πνεΟμα χοΟ Χ έγγελ 6έν εΤναι tIhot"
άλλο άπό τό άφηρημένο πνεΟμα, τό Απομονωμένο άπό τόν (αυτό του πνεΟμα, αύτό πού λένβ τελειωμένο πνεΟμα, καθώς έπίσης τό Ατέλειωτο βν τής θ εο λ ο γ ία ς δέν είναι τίποτε άλλο άπό τό τελβιωμίνο άφηρημένο Ό ν> . (Ά πα ντα , II. σ. 263).
γνώσεις πού προσφέρνει ή σύγχρονη έθνολογία, θά μποροΟσε νά προσθέσει 6 α 6 φ ι λ ο σ ο φ ι κ ό ς Ι δ ε α λ ι σ μ ό ς κα τάγετα ι Ιστορικά άπό τόν ά ν ι μ ι σ μ ό, γνώρισμα τών πρωτόγονων φυλών. Αύτό ε ίχε ήβη ύποδειχτεΐ άπό ιόν Ε. Τα('(λορ(·) κι' άρχίζουν πιά νά το λογαριάζουν κάπως μερικοί (στορικοΐ τής φιλοσοφίας, δ ν κι' άκόμα σάν Ενα Αξιοπερίεργο πρδμα , παρά σάν γεγονός τεράσ ιια ς θεωρητικής σπουδαιότητας.
Ό λ ε ς αύ ιές ot σκέψεις καί έπιχειρήματα τοΟ Φ όϋερμπαχ δχι μόνο ή ια νε γνωστές στό Μάρξ καί στόν "Ενγκελς πού τΙς ε ίχα νε σκεφθεΐ βαθειά ,άλλά άναμφισβήτη ια συμβάλλανε σ’ Ενα πολύ μεγάλο βαθμό στό σχηματισμό τής δικιάς τους κοσμοθεω* ρΐας. "Αν κατόπι ό "Ενγκελς έκόήλωσε τήν πιό μεγά λη περιφρόνηση γιά τή μετά τό Φόϋερμπαχ γερμανική φιλοσοφία, είνα ι γ ιατί ή τελευταία αύτή δέν ϊκ α νε δλλο , κατά τή γνώμη του, άπό τό νά άναζω - ω γονεί τΙς παληές φιλοσοφικές πλάνες πού ε ίχε ήδη άποκαλύψει ό Φ όϋερμπαχ. Κι’ Εισι ή ια νε πραγ- γα τικά . ΟΟ γ* ίνα ς άπ* τούς νεώ ιερους κριτικούς τοΟ ύλισμοΟ δέν Εφερε Ενα έπιχείρημα πού νά μήν ε ίχε ήδη άνασκευαστεΐ εΤι' ά π ’ τόν Ιδιο τό Φόϋερμ πα χ , εΓτε άκόμα πρίν ά π ' σύτόν, άπό τούς γάλ- λους ύλιστές (16). "Ομως γιά τούς «κριτικούς τοΟ
(·) Ό πρωτόγονος πολιτισμός, Παρίσι, 1876. τ. H, α. 143. Πρέπει άλλωστε νά παρατηρήσουμε βτι ό Φόϋερμπαχ είχε πάνω σ' αότό μιά άληθινά μεγαλοφυή ένόραση. Λ έει: «ή Ιδία τοΟ Αντικείμενου δέν είναι δλλο ποωταρχικά άπό τήν (δέα ένός Αλλου <έγώ». Κατ' αύτό τόν τρόπο ό Ανθρωπος Αντιλαμβάνεται, σιήν παιδική ήλικία 8λα τά άντικείμεν* οάν βντα πού δροΟν έλεύθερα καί αύθαίρε-α. Νά για ιΐ ^ Ιδέα τοΟ Αντικείμενου γεννιέται γενικά, Από τή μεσολάβησή τοΟ σ ύ, πού εΤναι τό Αντικειμενικό έ γ ώ». Rcymond Lansane, 1905 σ. 414-415.
31
Μ άρξ»—Ε. Μ περνσΐά ίν, Κ. Σμίτ, Β. Κόσβ καί Αλλους—«ή άθλια έκλεχτική παληόσουπα» τής νεώτε- ρης γερμανικής φιλοσοφίας, φαίνεται σάν Ενα έντε- λώς νέο φαγητό : Ά ποτελοΟ σε τήν τροφή τους καί έπειδή βλέπανε Οτι 6 "Ενγκελς δέν τΟβρισκε ώφέλιμο ν 'ά σχολη θεΐ μ* αύτήν,φαντάσθηκαν 6τι«ξέφευγε»τήν έξέταση μιβς έπιχειρηματολογίας πού τήν εΤχε άπό καιρό άναλύσει καί κηρύξει χωρίς καμμιά άξια. Ε ίνα ι μιά πσληά Ιστορία, καί δμως πά ντοτε νέα.
01 ποντικοί δέ θά πάψουν ποτέ νά πιστεύουν. Οτι ή γά τα είναι π ο λ ύ δ υ ν α τ ώ τ ε ρ η άπό τό λιοντάρι.
Π σρ’ δλο πού άναγνω ρίζουμε τή κτυπηχή όμοιό- τητσ, καί έν μίρει τήν ταυτότητα τών άντιλήψεων τοΟ ΦόΟερμπαχ καί τοΟ Φορέλ, παρατηροΟμε έν τούτοις, πώς &ν ό τελευτα ίος α ύ ιό ς κατέχει πολύ πιό σημαντικές γνώσεις στήν περιοχή τών φυσικών έπιστημών, ό ΦόΟερμπαχ ήταν πολύ άνώ- τερός του στήν περιοχή τής φιλοσοφίας. Νά γ ιατ ί 6 Φορέλ κάνει λάθη πού δέ βρίσκουμε στό ΦόΟερμπαχ. Ό Φορέλ όνομάζει τήν θεωρία του ψ υ χ ο» φ υ σ ι ο λ ο γ ι κ ή θ ε ω ρ ί α τ ή ς τ α υ τ ό τ η τ α ς . (*) Σ ' αύτό δέν Εχουμε (ίποτα τό ούσιώδες ν ' Αντιτείνουμε, γιατί κάθε όρολογία ε ίνα ι κάτι τό συμβατικό. Μά έπειδή ή θεωρία τής ταυτότητας ήτανε άλλοτε στή βάση μ ιβς πολύ καθορισμένης Ι&εαλιστικής φιλοσοφίας, ό Φορέλ θ&κανε καλύτερα νά όνομάσει τή θεωρία του είλικρινά καί θαρραλέα , ύ λ ι σ τ ι κ ή θεωρία. Ά λ λ ά εΤναι φανερό ltd* διατήρησε μερικές προλήψεις γ ιά τόν ύλισμό
32
(*) Κόττα τό Αρθρο του : Die psycho ■ physlologiache Ideutitats theorie al» wisaenschaftliches Postalat. στή συλ· λονή Feetechrift I, Rosenthal Leipzig, 1906, μέρος Ιο σ. 119-132.
κι’ αύτός είνα ι 6 λόγος πού διάλεξε μιάν άλλη όνο- μασία. Νά για τ ί βρίσκουμε ά ν αγκ α ΐο νά σημειώσουμε δτι ή τ α υ τ ό τ η τ α μ έ τή ν έ ν ν ο ια πού τ η ς δ ί ν ε ι ό Φ ορέλ δέν έχει τίποτα τό κοινό μέ τήν τ α υ τ ό τη τα στή συνειθισμένη ίδ ε α λ ισ τ ικ ή έ ν ν ο ια .
ΟΙ «κριτικοί τοΟ Μάρξ» κι’ αύτοί άκόμα δέν τό ξέρουν. Στήν πολεμική του έναντίον μας ό Κ. Σμίτ άπέ- διδε στούς ύλιστές τήν Ιδεαλιστική θεωρία τής τα υτότητας. Πραγματικά, ό ύλισμός άναγνω ρίζει τήν ε ν ό τη τα τοϋ ύποκείμενου καί τοΟ Αντικείμενου, άλλά καθόλου τήν ταυτότητά τους. Κι’ αύτό άκόμα ό ΦόΟ- ερμπαχ τό ε ίχε έξηγήσει πολύ καλά.
Κατά τό Φ όϋερμπαχ, ή ένότητα τοΟ ύποκείμενου καί τοΟ άντικείμενου, τής νόησης καί τοΟ είνα ι, δέν έχει νόημα, παρά δταν παρθεϊ ό άνθρωπος γ ιά βάση αύτής τής ένότητας. Αύτό έχει άκόμα κάποιον άέρα «ούμανισμοΟ» καί τό μεγαλύτερο μέρος ά π ’ αύτούς πού μελετήσανε τόν Φ όϋερμπαχ δέν Εκριναν άναγ- καΐο νά σκεφθοΟν σοβαρά γιά τόν τρ ό π ο πού ό άν* θρωπος χρησιμεύει γιά βάση ένότητας τών άντ,ιθέ- σεων πού δείξαμε πιό πάνω . Π ραγματικά, ό Φόϋερμ παχ τό καταλαβαίνει αύτό μέ τόν άκόλουθο τρόπο: «Μόνον έκεΐ, λέει, δπου ή νόηση δέν είναι ένα ύπο- κείμενο γιά τόν έαυτό του, άλλά τό κατηγορούμενο ένός πραγματικοΟ δντος (δηλαδή ύλικοΟ) μόνον έκεΐ δέν άποσπά τα ι άπό τό δν»*. Καί σέ ποιά φιλοσοφικά συστήματα ή νόηση ήταν «ύποκείμενο γιά τόν έαυτό του», δηλαδή κάτι άγ |ξά ρτητο άπό τή σωματική ύπαρξη τοΟ σκεφτόμενου άτόμου; Ή άπάν- τηση είνα ι καθαρή : στά Ιδ ε α λ ισ τ ικ ά συστήματα. ΟΙ Ιδεαλιστές μεταμορφώνουν πρώτα-πρώτα τή νόηση σέ αύτόνομη ούσία, άνεξάρτητη άπό τόν άνθρωπο (σέ «ύποκείμενο κα θ’ έαυτό») καί κατόπι δηλώνουν δτι σ ’ αύτήν τήν ούσία — άκριβώς γιατί Εχει μιά ξε-
33
• Ά π α ντα , II, σ. 340.3
χωριστή, άνεξάρτητη άπό τήν ϋλη ύπαρξη—λύνεται ή άντίφαση άνάμεσα στή νόηση καί τό είναι (17). Καί πρα γμ ατικά έδώ λύνεται, γ ιατί, τΐ είνα ι α ύτήή ούσ ία ; ΕΤναι ή νόηση. Καί αύτή ή νόηση Ιχει μιάν όλότελα ά ν ε ξ ά ρ τ η τ η δ π α ρ ξη . Ό μ ω ς αύτή ή λύση τής άντί- φασης, είνα ι λύση καθαρά τυπική. Φθάνει κανένας σ ’ αύτή άποκλειστικά καί μόνο, δπως τό είπαμε κι* δ- λα ς, έξαλείφοντας £να άπό τά στο ιχεία τής άντίφα- σης, δηλαδή τό άνεξάρτητο άπό τή νόηση είνα ι. Τό ε ίνα ι φαίνεται σάν άπλή Ιδιότητα τής νόησης, καί δταν λέμε δτι αύτό τό άντικείμενο ύπάρχει, α ύ τ ή σημαί νει δτι ύπάρχει μόνο στή νόησή μας. "Ετσι, γ ιά π α ράδειγμα, τό καταλάβαινε 6 Σέλλινγκ. ΓΥ αύτόν, ή νόηση ήταν ή άπόλυτη άρχή, πού ά π ’ αύτήν προέρχονταν κ α τ’ άνάγκη ό πραγματικός κόσμος, δηλαδή ή φύση καί τό «τελειωμένο» πνεΟμα. ’Α λλά πώ ς ; Τ( σήμαινε ή Οπαρξη τοΟ πραγματικοΟ κόσμου; ΤΙ- π ο τ’ δλλο άπό τήν ύπαρξη μέσα στή νόηση. Γιά τόν Σέλλινγκ, τό σ υ μ π α ν δ έν ή τα ν ε π α ρ ά ή αύ το θεώ - ρηση τοΟ ά π ό λ υ το υ π ν εύ μ α το ς . Τό Γδιο ήτανε καί στόν Χ έγγελ. ’Α λλά ό Φ όϋερμπαχ δέν Ικανοποιή- θηκε μέ μιά τέτοια καθαρά τυπική λύση τής άντίφα- σης άνάμεσα στή νόηση καί τό είναι. "Εδειξε πώς δέν ύπάρχει κι οΟτε μπορεΐ νά ύπάρχει ά ν ε ξ ά ρ τ η τη Από τό ν ά ν θ ρ ω π ο νόηση, δηλαδή άπό τό πρ α γμ α τικό, ύλικό δν. Ή νόηση είνα ι ένέργεια τοΟ μυαλοΟ. «’Α λλά τό μυαλό δέν εΐναι δργανο τής νόησης παρά δταν συνδέεται μέ 6να άνθρώπινο κεφάλι καί σώμα»*.
Βλέπουμε τώρα μέ ποιά έννοια εΤναι ό άνθρω πος στόν Φ όϋερμπαχ, ή βάση τήςένότητας τοΟ είναι καί τής νόησης. ΕΤναι μ’ αύτήν τήν Ιννοια : δτι ό ά ν θρωπος δέν είνα ι τ ίποτ’ άλλο άπό £να ύλικό δνπού Ιχει τήν Ιδιότητα τής νόησης. ’Α λλά δν εΐναι 6να τέτοιο δν, εΤναι φανερό πώ ς κανένα άπό τά στο ιχεία
* "Απαντα, σελ. 362 καί 363.
34
τής άντίφασης δέν χρειάζετα ι νά έξαλειφθεΐ σ’ α υ τόν : Ούτε τό είνα ι, οΟτε ή νόηση, οΟτε ή «ϋλη», οΟτε τό «πνεΟμα», οΟτε τό ύποκείμενο, οϋτε τό Αντικείμενο. Σ ’ αύτόν άκριβώς ένώνονται σάν σ’ Ενα ύπο- κ ε ίμ ε ν ο -ά ν τ ικ ε ίμ ε ν ο . «ΕΤμαι καί νοώ . . . άποκλει- στικά καί μόνο σάν ύποκείμενο—Αντικείμενο», λέει 6 ΦόΟερμπαχ.
j ΕΤναι, δέν σημαίνει ύπάρχειν στήν νόηση. Κατά τοΟτο ή φιλοσοφία τοΟ ΦόΟερμπαχ εΤναι πολύ πιό σαφής άπό τή φιλοσοφία τοΟ Ζ. Ντίτσγκεν. «Τό νά άποδείξεις δτι Ενα πράμα ύπάρχει, πρέπει ν ’ άπο- δείξεις δτι δέν ύπάρχει ά ιτλώ ς στή νόηση»*. Κι’ αύτό εΤναι άπόλυτα σωστό. Ά λ λ ά αύτό θέλει νά πε ι δτι ή έν ό τη τα τ ή ς νό η σ η ς κ α ί το ΰ ε ίν α ι δ έν σ η μ α ίν ε ι κ ι ’ οΟτε μ π ο ρ ε ΐ κ α θ ό λο υ ν ά σ η μ α ίν ε ι τή ν τ α υ τ ό τ η τ ά το υ ς .
Έ δ ώ έμφανίζεται Ενα άπό τά πιό σ πουδαία χα- ραχτηριστικά πού ξεχωρίζουν τόν ύλισμό άπό τόν Ιδεαλισμό.
IV
"Οταν λένε δτι ό Μάρξ καί ό "Ενγκελς υπήρξανε γ ιά ώρισμένο καιρό όπαδοί τοΟ ΦόΟερμπαχ, μ ’ αύτό θέλουν συνήθως νά ποΟν πώ ς ή κοσμοθεωρία τους κατόπι τροποποιήθηκε καί ξεχώρισε άπό τήν κοσμοθεωρία τοΟ ΦόΟερμπαχ. Αύτό έπίσης πιστεύει κι ό Κ. ΝτΙλ πού βρίσκει πώ ς ύπερβάλλουν συνήθως πολύ τήν έπίδραση πού άσκησε ό ΦόΟερμπαχ στό Μάρξ**. Αύτό είνα ι τρομερό λάθος. Α κ όμα κι δταν Επα- ψαν νά άκολουθοΟν τό ΦόΟερμπαχ, ό Μάρξ καί ό "Ενγκελς έξακολούθησαν νά συμμερίζονται Ενα σημαντικό μέρος άπό τΙς φιλοσοφικές του άπόψεις.
* Άπαντα, X, σ. 187.** H andworterbuch der Staatswissenschaften, V σ. 708.
35
Αύτό φαίνεται καθαρά στίς θέσεις τοϋ Μάρξ γιά τόν Φ όϋερμπαχ. 01 θέσεις αύτές δέν άνατρέπουν καθόλου τις θεμελιώδεις Ιδέες τής φιλοσοφίας τοΟ Φόϋερμ πα χ ' μόνο τΙς βελτιώνουν καί προπαντός ζητάνε νά έφαρμοστοϋν οΐ Ιδέες αύτές, στήν έξήγηση τής πρα γματικότητας πού περιβάλλει τόν άνθρωπο καί Ιδιαίτερα {στήν έξήγηση τής δράσης του, κατά ϊν α πιό συνεπή άπό τόν Φ όϋερμπαχ τρόπο.
«Δέν είνα ι ή νόηση πού καθορίζει τό είναι, άλλά τό είνα ι καθορίζει τή νόηση» Τή σκέψη αύτή πού εΤναι στή βάση δλης τής φιλοσοφίας τοΟ Φόϋερμπαχ, ό Μάρξ κι’ ό ’Έ νγκελς τή βάζουν έπίσης στή βάση τής ύλιστικής έρμηνείας τής Ιστορίας. Ό ύλι- σμός τοΟ Μ άρξ καί τοΟ “Ενγκελς ε ίνα ι μιά πολύ πιό άναπτυγμένη θεωρία άπό τόν ύλισμό τοΟ Φ όϋερμπαχ ’Α λλά οΐ ύλιστικές άντιλήψεις τοΟ Μ άρξ καί τοΟ "Εν- γκελς άναπτύχθηκαν πρός τήν κατεύθυνση πού Ιδειχνε ή έσώτερη λογική τής φιλοσοφίας τοΟ Φ όϋερμπαχ. Νά γιατί οί άντιλήψεις αύτές, καί Ιδιαίτερα ή φιλοσοφική τους πλευρά δέν θά γίνουν ποτέ όλότελα καθαρές, γ ιά κείνον πού δέν θά θελήσει νά κάνει τόν κόπο νά μάθει πόσο σημαντικό μέρος ά π ’ τή φιλοσοφία τοΟ Φόϋερμπαχ πέρασε μέσα στή κοσμοθεωρία τών Ιδρυτών τοΟ έπιστημονικοΰ σοσιαλισμού. Κι δ ν δήτε κάποιον νά προσπαθεί νά βρει μιά φιλοσοφική βάση γιά τόν Ιστορικό ύλισμό, νά εΐσαστε βέβαιοι 8τι ύπάρ- χει στή γνώση αύτοΟ τοΟ θνητοΟ π α ρ ’ δλο της τό βάθος, Ενα πολύ μεγάλο χάσμα σχετικά μ’ αύτό τό ζήτημα.
Ά λ λ ’ άς άφήσουμε τά βαθειά πνεύματα στή δουλειά τους. Ή δ η στήν τρίτη του θέση γιά τόν Φόϋερμπαχ, ό Μάρξ πλησιάζει τό πιό δύσκολο πρόβλημα ά π ’ δλα ΰσα ώφειλε νά άντιμετωπίσει στήν περιοχή τής Ιστορικής «πραχτικής» τοΟ κοινωνικού άνθρώ- που καί νά λύσει μέ τή βοήθεια τής όρθής Ιδέας γ ιά τήν ένότητα τοΟ ύποκείμενου καί τοΟ άντικείμενου
36
■πού έπεξεργάστηκε 6 Φ όϋερμπαχ. 'Η θέση αύτή νοείτα ι Ι τ σ ι : «Ή ύλιστική διδασκαλία κατά τήν όποΐα, of άνθρωποι είνα ι προϊόν τών συνθηκών καί τής έκ- πα ίδευσης. ..δέν λογαριάζει τό γεγονός δτι ο[ συνθήκες μεταβάλλονται άκριβώς ά π ’ τούς άνθρώπους «δτι ό έκπαιδευτής πρέπει νά έκπαιδευτεΐ ό ίδιος». Μέ τή λύση αύτοΟ τοΟ προβλήματος, βρίσκεται καί τό «μυστικό» τής ύλιστικής έξήγησης τής Ιστορίας. ’Α λλά αύτό ό Φόϋερμπαχ δέν μπορούσε νά τό λύσει. Στήν περιοχή τής ιστορίας έμενε Ιδ ε α λ ισ τ ή ς (18) — άκριβώς δπως οι Γάλλοι ύλιστές τοϋ X V III αιώνα, μέ τούς όποιους ε ίχε άλλωστε πολλά κοινά γνω ρίσματα. Έ δ ώ χρειάστηκε ό Μάρξ κι’ ό “Ενγκελς νά ξαναχτίσουν άπό τήν άρχή, χρησιμοποιώντας γιαυτό τό συσωρευμένο ώς τότε άπό τήν κοινωνική έπι- στήμη καί ιδιαίτερα άπό τούς Γάλλους ιστορικούς τής έποχής τής Παλινόρθωσης, θεωρητικό ύλικό. ’Αλλά καί σ ’ αύτό έπίσης ή φιλοσοφία τοΰ Φόϋερμ πα χ τούς πρόσφερνε Ιν α μεγάλο άριθμό άπό πολύτιμες ύποδείξεις. Ό Φόϋερμπαχ λέει άνάμεσα σ ’ ά λλα : « Ή τέχνη, ή θρησκεία, ή φιλοσοφία καί ή έπιστήμη δέν ε ίνα ι πα ρά έκδηλώσεις καί άποκαλύψειςτής «άν- θρώπινης ούσίας»*. ’Α π’ αύτό βγαίνει, δτι τήν έξήγηση, δλων τών ιδεολογιών πρέπει νά τή ζητήσουμε στήν «άνθρώπινη ούσία», δηλ, δτι ή έξέλιξη τών ιδεολογιώ ν καθορίζεται άπό τήν έξέλιξη τής «άνθρώπινης ούσίας». ’Α λλά τί είναι ή «άνθρώπινη ούσία»; Σ ’αύτό ό Φ όϋερμπαχ άπίχντάει: *Η άνθρώπινη ούσία δέν βρίσκεται πα ρά στήν κοινότητα, στήν ένότητα τοΟ άνθρώπου μέ τόν άνθρωπο*** Αύτό είναι πολύ άόρι- στο. Καί νά μας μπροστά στό δριο πού ό Φ όϋερμπαχ δέν ξεπέρασε ποτέ (19), Μά άκριβώς πέρα ά π ’ αύτό τό δριο άρχίζει ή ύλιστική έκείνη έξήγηση τής Ιστο-
* "Απαντα, II, σ. 343.*· Αύτόθι. σ. 344.
37
ρΐας πού άνακάλυψαν ό Μάρξ κι ό "E vyK eX q. Ή έξήγηση αύτή μάς δείχνει τΙς αΐτίες πού, στήν πορεία τής Ανθρώπινης έξέλιξης καθορίζουν «τήν κοινότητα, τήν ένότητα τοΟ άνθρώπου μέ τόν άνθρωπο», δηλαδή τις άμοιβαΐες σχέσεις πού δένουν τούς άν- θρώπους μεταξύ τους. Τό δριο αύτό χ ω ρ ίζ ε ι τό Μάρξ άπό τόν Φ όϋερμπαχ' δείχνει έπίσης σέ πιό σημείο εΤνα ι ό Μνας κοντά στόν άλλον.
Διαβάζουμε στήν £χτη θέση γιά τό Φόϋερμπαχ, δτι ή Α νθρώ π ινη ο ύ σ ία ε ΐν α ι τό σύνολο δλ ω ν τώ ν κ ο ιν ω ν ικ ώ ν σ χέσ εω ν . Αύτό είνα ι πολύ πιό άκριβές πα ρά στό Φ όϋερμπαχ, άλλά έδώ φανερώνονται Γσως πιό καθαρά άπό όπουδήποτε άλλοϋ, οί στενές σχέσεις πού ύπάρχουν άνάμεσα στή κοσμοθεωρία τοϋ Μ άρξ καί τή φιλοσοφία τοϋ Φόϋερμπαχ.
“Ο ταν ό Μ άρξ έγραφε αύτή τή θέση, ήξαιρε κιό- λα ς δχι μόνο ποϋ έπρεπε νά ζητήσει τή λύση τοΟ προβλήματος, άλλά έπίσης τήν Ιδια τή λύση. Στήν «ΕΙσαγωγή του σ ιήν κριτική τής φιλοσοφίας τοΟ δικαίου τοϋ Χέγγελ», εΤχε δείξει δτι οί σχέσεις τών άνθρώπων στήν κοινωνία, «οί νομικές σχέσεις, δπω ς καί οί μορφές τοϋ κράτους, δέν μποροϋν νά έξηγηθοϋν οΟτε άπό τόν έαυτό τους, οΟτε ά π ’ αύτό πού λένε γενική έξέλιξη τοΰ άνθρώπινου πνεύματ ο ς - δτι έχουν τΙς ρίζες τους μέσα στούς ύλι- κούς δρους ύπαρξης, πού τό σύνολό τους ε ίχε όνο- μαστεΐ &πό τόν Χέγγελ «πολιτική κοινωνία», κατά τόν τύπο τών "Αγγλίαν καί Γάλλων τοϋ X V III αίώ- να ' δτι ή άνατομία τής πολιτικής κοινωνίας πρέπει νά ζητηθεί στΑν οίκονομία τους».
Δέν έμενε έχτοτε παρά νά έξηγήσόυμε τήν άρχή καί τήν έξέλιξη τής ο ίκ ο ν ο μ ία ς γ ιά νάχουμε τήν πλήρη λύση τοϋ προβλήματος πού έπί πολλούς αίώ- νες ό ύλισμός δέν μπόρεσε νά φέρει σέ πέρας. Αύτή ή έξήγηση δόθηκε άπό τό Μάρξ καί τόν Έ ν γκ ελ ς .
ΕΤναι αύτονόητο δτι μ ιλώντας γ ιά πλήρη λύση
38
τοΟ μεγάλου αύτοΟ προβλήματος, δέν έχουμε ύ π ’ δψη μας παρά τή γενική του λύ σ η , τήν Α λ γ εβ ρ ικ ή πού έπΐ πολλούς αίώνες δέν μπόρεσε νά βρε! ό ύλι- σμός. ΕΤναιαύτονόητο δτι μ ιλώντας γιά π λ ή ρ η λύση, έχουμε ύπ ’ δψη μας δχι τήν άριθμητική τής κοινωνικής άνέλιξης άλλά τήν ά λ γ ε β ρ α της, δ χ ι τή ν έ ξ ή γ η σ η τώ ν δ ια φ ό ρ ω ν φ α ιν ο μ έν ω ν , ά λ λ ά τή ν έ ξ ή γ η σ η το ΰ τρ ό π ο υ πού π ρ έ π ε ι ν ά μ ε τ α χ ε ιρ ισ τ ο ύ μ ε γ ι ά ν ά ά π ο κ α λ ύ ψ ο υ μ ε α ύ τ έ ς τ ι ς α ίτ ιε ς . Αύτό σημαίνει πώ ς ή ύλιστική έξήγηση τής Ιστορίας, έχει πρό παντός μ ε θ ο δ ο λ ο γ ικ ή ά ξ ία . Ό "Ενγκελς τό καταλάβαινε άπόλυτα δταν έγραφε: « Ό α μδς χρειάζετα ι δέν εΤναι τόσο τά άνεπεξέργαστα Αποτελέσματα, δσο ή μελέτη· τά άποτελέσματα δέν εΤναι τίποτα χωρίς τήν έξέλιξη πού ώδήγησε σ’ αύτά»*. "Ομως αύτό δέν τό καταλαβαίνουν τόν πιό πολύ καιρό, οΟτε οΐ «κριτικοί» τοΟ Μάρξ — θά τούς συγχωρέση ό θ εό ς , δπως λένε— οΰτε μερικοί άπό τούς «όπαδούς» πού είνα ι πολύ χειρότεροι. Ό Μ ιχαηλάγγελος έλεγε γιά τόν έαυτό του : «Οί γνώσεις μου θά γεννήσουν πάρα - πολλούς άμαθεϊς». Ή πρόγνωση αύτή δυστυχώς έπαληθεύ- τηκε. Τώρα είνα ι οί γνώσεις τοΟ Μάρξ πού γεννοΟν άμαθεϊς. ΕΤναι βέβαια φανερό πώς τό λάθος δέν εΤναι τοΰ Μάρξ, άλλά αύτών πού λένε στό δνομά του τόσες άνοησίες. Μ ά γιά ν* άποφύγουμε αύτές τΙς άνοησίες πρέπει άκριβώς νά καταλάβουμε τή μεθοδ ο λ ο γ ικ ή ά ξ ία το υ ΙστορικοΟ ύλισμοΟ .
V
Ή πιό μεγάλη άξ ία τοΰ Μάρξ καί τοΟ "Ενγκελς δσον άψορδ τόν ύλισμό εΤναι τό δτι δημιούργησαν μιά σ ω σ τή μ έθο δο . Συγκεντρώνοντας δλες του τίς προσπάθειες ό ΦόΟερμπαχ έναντίον τοϋ Ιδ ε α λ ισ τ ικ ο υ
* Έ ρ γ α πού έκδόθηκαν μετά θάνατο, I, σ. 477.
στοιχείου τής φιλοσοφίας τοΰ Χέγγελ, ε ίχε πολύ λίγο χρησιμοποιήσει καί έχτιμήσει τό διαλεχτικό της σ το ιχείο. Διακήρυττε : «Ή άληθινή διαλεχτική δέν είνα ι καθόλου Ενας μονόλογος τοΰ ξεμοναχιασμένου σ τοχαστή μέ τόν έαυτό του, είνα ι £νας διάλογος άνάμεσα στό έ γ ώ καί τό σύ»*. Καί πρώ τα-πρώ τα ή διαλεχτική δέν εΤχε καθόλου στό Χέγγελ τήν άξια «ένός μονόλογου τοΟ ξεμοναχιασμένου στοχαστή μέ τόν έαυτό του», καί δεύτερο, ή παρατήρηση τοΰ Φόϋερμπαχ όρίζει κατά όωστό τρόπο τή ν Α φ ετη ρ ία μ ά δ χ ι τή μ έθ ο δ ο τή ς φ ιλ ο σ ο φ ία ς . Τ6 χάσμα αύτό συμπληρώθηκε άπό τό Μάρξ καί τόν Ε ν γ κ ε λ ς πού ε ίχα ν καταλάβει, δτι χτυπώ ντας τήν καθαρή φιλοσοφία τοΰ Χ έγγελ, δέν Επρεπε νά άγνοήσουν τήν διαλεχτική του. Μερικοί κριτικοί ύποστηρίζουνε δτι τόν πρώτο καιρό μετά τή ρήξη του μέ τόν ιδεαλισμό, ό Μάρξ εκδήλωνε μιά μεγάλη άδιαφορία γιά τή διαλεχτική. Ό μ ω ς αύτή ή γνώμη πού άπό πρώτη ματιά φαίνεται άκριβής, δια- ψεύδεται άπό τό γεγονός πού σημειώσαμε πιό πάνω, δτι κιόλας στά Deusche-Franzosisclie Jahrbiicher, ό "Ενγκελς παραδέχεται τή μέθοδο σάν τή ψυχή τοΟ νέου συστήματος**.
'Ο πωσδήποτε καί τό δεύτερο μέρος τής «’Αθλιότητας τής φιλοσοφίας» δέν άφίνει καμμιά άμφιβο- λία γιά τό γεγονός, δτι δ Μάρξ στήν έποχή τής πο λεμικής του έναντίοντοΟ Προυντόν, έχτιμοΰσε τέλεια τήν άξια τής διαλεχτικής μεθόδου καί ήξαιρε νά τή μεταχειρίζεται καλά. Σ ’ έκείνη τή συζήτηση, ή νίκη τοϋ Μ αρξ πά νω στόν Προυντόν ήτανε νίκη ένός άν- θρώπου πού ήξαιρε νά σκέφτεται διαλεχτικά πάνω
* "Απαντα, II, σ. 345.** Ό "Ενγκελς δέν είχε ύπ’δψη του μόνο τήνπροσωρικό-
τητά του, άλλά γενικά δλους δσοι ε ίχαν τΙς Ιδιες Ιδέες: «Μάς χρ ε ιά ζετα ι.. Ιλεγε. Καμμιά Αμφιβολία δτι κι ό Μάρξ ήτανε άπ- αυτούς πού σκεφτότανε σάν κι αΰτόν.
40
σ ' έναν άνθρωπο πού δέν μπόρεσε νά καταλάβει τήν ούσία τής διαλεχτικής καί πού ήταν ώστόσο άναγκα- σμένος νά έφαρμόσει τή διαλεχτική μέθοδο στήν άνάλυση τής καπιταλιστικής κοινωνίας. Καί αύτό άκριβώς τό δεύτερο μέρος τής «’Αθλιότητας τής Φιλοσοφίας* δείχνει δτι ή διαλεχτική πού είχε στόν Χέγγ ε λ Εναν καθαρά ίδεαλιστικό χαραχτήρα καί τόν ε ίχε διατηρήσει σ τό χ Προυντόν, στό μέρος πού ό τελευτα ίος αύτός τήν ε ίχε άφομοιώσει, είχε στηριχτεί άπό τό Μάρξ πάνω σέ ύ λ ισ τ ικ ή β άσ η (20).
Χαραχτηρίζοντας στή συνέχεια 6 Μάρξ τήν Ολισ τ ικ ή διαλεχτική του, Εγραφε: «Γιά τόν Χέγγελ τό λογικό προτσές πού μεταμορφώνει ώς καί σ ’ αύτόνομο ύποκείμενο, όνομάζοντάς το Ιδέα, είνα ι ό δημιουργός τής πραγματικότητας, πού δέν είνα ι άλλο άπό τήν έξωτερική της έκδήλωση. Γιά μένα είνα ι άκριβώς τό άντίθετο : τό ιδεατό δέν είνα ι παρά τό ύλικό μεταμορφωμένο καί μεταφρασμένο μέσα στό άνθρώπινο μυαλό». Ό χαραχτηρισμός αύτός προϋποθέτει πρώτα- πρώ τα μιά πλέρια συμφωνία μέ τόν Φ όϋερμπαχ δσον άφορδ τήν γνώμη του γ ιά τήν «Ιδέα» τοΰ Χ έγγελ, καί δεύτερο δσον άψορδ τίς σχέσεις άνάμεσα στή νόηση καί τό είναι. Μ ονάχα Ενας άνθρωπος πεισμένος γιά τήν όρθότητα τής θεμελιώδους άρχής τής φιλοσοφίας τοΟ Φ όϋερμπαχ, «δέν ε ίνα ι ή νόηση πού καθορίζει τό ε ίνα ι, άλλά τό εΤναι καθορίζει τή νόηση», ήταν Ικανός νά «στήσει στά πόδια της» τήν χεγγελιανή διαλεχτική.
Πολλοί συγχίζουν τή διαλεχτική μέ τή θεωρία τής έξέλιξης. Ή διαλεχτική είνα ι πραγματικά μιά θεωρία τής έξέλιξης, άλλά διαφέρει ούσιωδώς άπό τήν κοινή «θεωρία τής έξέλιξης», πού στήν ούσία της στηρίζετα ι πάνω στήν άρχή, π ώ ς οΟτε ή φ ύση, ο ί£ ε ή Ιστο ·
Ϊία κ ά νο υ ν π η δ ή μ α τ α κ α ι π ώ ς ό λ ε ς ο ί μ εταβο- έ ς δ έ γ ίν ο ν τ α ι σ τό ν κόσ μ ό π α ρ ά β α θ μ ια ία . Ή δ η
ό Χ έγγελ είχε άποδείξει δτι μιά τέτοια άντίληψη τής θεωρίας τής έξέλιξης ε ίνα ι γελοία καί άσταθής.
41
«“Οταν θέλουμε νά φανταστούμε τήν έ μ φ ά ν ισ η ή τήν έξ α φ ά ν ισ η ένός πρ ά γμ α το ς— λέει στόν πρώτο τόμο τής λ ο γ ικ ή ς του — τΙς φανταζόμαστε συνήθως σάν β α θ μ ια ίε ς . ‘Ωστόσο οί μεταλλαγές τοΟ όντος 8έν είνα ι μόνο τό πέρασμα άπό μιά ποσότητα σέ μιάν άλλη, άλλά έπίσης τό πέρασμα τής ποσότητας σέ ποιότητα. Καί άντίστροφα, πέρασμα πού έχοντας σάν άποτέλεσμα τήν ύποκατάαταση ένός φαινόμενου σ ’ ένα άλλο, ήταν ένα σ π ά σ ιμ ο τ ή ς πρ ο ο δ ευ - τ ικ ό τ η τα ς» . Καί κάθε φορά πού ύπάρχει ένα σ π ά σ ιμ ο τ ή ς π ρ ο ο δ ε υ τ ικ ό τ η τ α ς πα ράγετα ι ένα πήδημα στήν πορεία τής έξέλιξης. Ό Χ έγγελ δείχνει κατόπι μέ όλόκληρη σειρά πα ραδείγματα, μ ϊ ποιά συχνότητα π α ρ ά γ ο ν τ α ι π η δ ή μ α τ α στή φύση δ π ω ς κ α ί σ τήν Ισ το ρ ία , καί άποκαλύπτει τή γελοία πλάνη πού εΤναι στή βάση τής κοινής «θεωρίας τής έξέλιξης». «Στή βάση τής θεωρίας τής προοδευτικότητας βρίσκεται, λέει, ή Ιδέα πώ ς αύτό πού άναπηδά, ύπάρχει κ ι’ δλας πραγματικά κα ί μένει άδιόρατο μόνο καί μόνο έξ αίτίας τής μικρότητάς του. Τό Ιδιο, δταν μιλοΟμε γιά βαθμιαία έξαφάνιση ένός φαινόμενου, φανταζόμαστε δτι ή έξαφάνιση αύτή είνα ι ένα τετελεσμένο γεγονός, καί πώ ς τό φαινόμενο πού παίρνει τή θέση τοΟ προηγούμενου φαινόμενου προϋπά ρχει ήδη, άλλά δέν είνα ι άκόμα νοητό οΟτε τό ϊν α ούτε τό ά λ λ ο . . . "Ομως μ’ αύτό τόν τρόπο καταργούμε πραγματικά κάθε έμφάνιση καί κάθε έξαφάνιση. Τό νά έξηγήσουμε τήν έμφάνιση ή τήν έξαφάνιση ένός δοσμένου φαινόμενου άπό τό προοδευτικό τής μεταβολής, εΤναι σά νά θεωρούμε άπό τά πρίν έτοιμο (σάν ήδη έμφανισμένο ή σάν ήδη έξαψανισμέ- νο) αύτό >ιού πά»μ νά έμφανισθεΐ ή νά έξαφανισθεΐ»*.
* Γιά δτι άψορδ τό ζήτημα τών πηδημάτων κύττα τή μπροσούρα μας Ή άτυχία τοΰ Κ.Τιχομίρωφ, Ά γ ια -Π ετρού - πολη, σ. 6-14 (κ. τό παράρτημα).
42
*0 Μάρξ καί "Ενγκελς υίοθετήάανε έξολοκλήρου τή διαλεχτική αύτή άντίληψη τοΟ Χ έγγελ γιά τό άνα- πόφευχτο τών πηδημάτων στήν πορε(α τής έξέλιξης. Ό "Ενγκελς τήν άναπτύσσει κατά Ενα λεπτομερειακό τρόπο στήν πολεμική του ένάντια στό Ντύουριγκ καί μέ τήν ευκαιρία αύτή «τή στήνει στά πόδια της», δηλαδή πάνω σέ ύ λ ισ τ ικ ή βά σ η .
"Ετσι δείχνει πώ ς τό πέρασμα άπό μιά μορφή ένέργειας σέ μιάν άλλη δέν μπορεί νά γίνει άλλοιώ ς πα ρά διά μέσου ένός πηδήματος (21). Καί ζητάει στή νεώτερη χημεία τήν έπιβεβαίωση τής διαλεχτικής άρ- Χής τής μεταβολής τής ποσότητας σέ ποιότητα. Γενικά ο ΐ ν ό μ ο ι τη ς δ ια λ ε χ τ ικ ή ς νό η ση ς, έπιθεβαιώ- νονται κι αύτοί, άπό τ Ις δ ια λ ε χ τ ικ ε ς Ιδ ιό τ η τε ς τοΟ ε ίν α ι. Τό είνα ι καθορίζει κ ι’ έδώ τή νόηση.
Χωρίς νά μποΟμε σ’ Ενα λεπτομερέστερο χαρα- χτηρισμό τής ύλιστικής διαλεχτικής (γιά τή σχέση της μ’ αύτό πού μπορούμε νά ποΟμε στοιχειώδη λογική παράλληλα μ έτά στοιχειώδη μαθηματικά, κύττα τόν πρόλογό μας στή μετάφρασή μας τής μπροσούρας Λουδοβίκος Φόϋερμπαχ)*, θά ύπενθυμίσουμε στόν άναγνώ στη πώς ή θεωρία πού δέν έβλεπε στήν πορεία τής έξέλιξης πα ρά μόνο προοδευτικές μεταβολές καί πού κυριάρχησε στό διάστημα τών είκοσι αύτών τελευταίων χρόνων, άρχισε νά χάνει Εδαφος άκόμα καί στήν περιοχή τής βιολογίας, δπου ήτανε προτή- τερα λίγο - πολύ άναγνωρισμένη ά π ’ δλο τόν κόσμο. Ά π ό τήν άποψη αύτή οί έργασίες τοΟ Armand G autier καί τοΟ H ugo deV ries, φαίνεται πώ ς πρέπει ν’ ά φησαν έποχή. Φτάνει νά ποΟμε δτι ή θ ε ω ρ ία τώ ν μ ε τα β ο λ ώ ν τοΟ de Vries, δέν είνα ι άλλο άπό τή θ ε ω ρ ία τ ή ς έ ξ έ λ ιξ η ς τώ ν ε ίδ ώ ν που γ ίν ε τ α ι μέ π η δ ή μ α τ α (κύττα τό δίτομο Εργο του: Die Mutations- theorie, Leipzig 1901-1903· τήν Εκδοσή του : Die Mu-
* Κύττα τό παράρτημα Διαλεχτική καί Λογική.
43
tationncn und die Muta'rfbnperioden L>ei der Enstse- h ung der Arten, Leipzig, 1901, καθώς καί τΙς διαλέξεις του στό πανεπιστήμιο τής Καλιψορνίας πού έκ- δόθηκαν σέ γερμανική μετάφραση μέ τόν τ ίτ λ ο : Arten und Varielaten und ilire E ntstehung durch die M utation, Berlin 1906) (22).
Κατά τή γνώμη τοΟ Εξοχου αύτοΰ φυσιοδίφη. ή ά δ ύ ν α τη π λ ε υ ρ ά τ ή ς θ ε ω ρ ία ς το υ Ν τά ρ β ιν γ ι ά τ ή ν κ α τ α γ ω γ ή τώ ν ε ίδ ώ ν ε ίν α ι ά κ ρ ιβ ώ ς ή Ιδ έα δ τ ι ή κ α τ α γ ω γ ή α ύ τή μ π ο ρ ε ΐ νά έ ξ η γ η θ ε ΐ μ έ β α θ μ ια ίε ς μ ε τ α β ο λ έ ς . Έ πίσης πολύ ένδιαφέρουσα καί άκριβέστατη εΤναι ή παρατήρηση τοΰ de Vries, πού διαπιστώνει πώς ή θεωρία τών βαθμιαίων μεταβολών πού κυριαρχούσε στή θεωρία τής καταγω γής τών είδών, άσκησε δυσμενή έπίδραση στήν έμπειρική μελέτη τών προβλημάτων πού βρίσκονται στήν περιοχή αύτή*.
Πρέπει νά προσθέσουμε πώ ς στούς κύκλους τών νεώτερων φυσιοδιφών καί Ιδιαίτερα άνάμεσα στούς ν ε ο λ α μ α ρ κ ισ τ έ ς , παρατηρεΐται μιά πολύ γρήγορη διάδοση τής θεωρίας τής ψ υ χ ω μ έ ν η ς Ολης. κατά τήν όποία ή Ολη γενικά καί Ιδιαίτερα ή Ο ρ γα ν ικ ή υλη θεωρούμενη άπό μερικούς πώ ς βρίσκεται σέ άμεση άντίθεση μέ τόν ύλισμό (κύττα γιά πα ρ ά δειγμα τό βιβλίο τοΟ R. Μ. F ranc6: Der heutige S tand der Darwin’-schen Frage, Leipzig, 1907), άντι- προσωπεύέι στήν πραγματικότητα, &ν τήν κα ταλάβουμε σωστά, τή μετάφραση, στή νεώτερη φυσιοδιφί- στική γλώσσα, τής ύλιστικής θεωρίας τοΟ Φ όϋερμπαχ γ ιά τήν ένότητα τοΟ είναι καί τής νόησης, τοΟ άντι- κείμενου κα ί τοΟ ύποκείμενου*·. ΜποροΟμε νά ύπο-
* Arten, κτλ. 0.^421.** Χωρίς νά μιλήσουμε γ ιά τό Σπινόζα, πρέπει νά μήν
ξεχνάμε δτι πολλοί Γάλλοι ύλιστές τοϋ XVIII atcSva Εκλειναν πρός τή θεωρία τής «ψυχωμένης Ολης».
στηρίξουμε μέ βεβαιότητα δτι ό Μάρξ κ ι’ ό "Ενγκελς θάδειξαν τό πιό ζωηρό ένδιαφέρον γ ιά τό ρεΟμα αύτό στίς φυσικές έπιστήμες πού έχει ώς τήν ώρα, ε ίν ’ Αλήθεια, π ο λ ύ ά ν ε π α ρ κ ΰ ς μ ελετη θε ί.
Ό Ά λέξα ντρος Χέρτζεν έχει δίκιο νά λέει δτι ή φιλοσοφία τοΟ Χ έγγελ, θεωρούμενη άπό πολλούς σάν στόν άνώτερο βαθμό συντηρητική, ε ίνα ι μιά άληθινή άλγεβρα τής έπανάστασης*. Ά λ λ ά ή άλγεβρα αύτή έμεινε στό Χ έγγελ, χωρίς καμμιά έφαρμογή στά φλέγοντα ζητήματα τής πραχτικής ζωής. Τό θεωρητικό στοιχείο έπρεπε Αναγκαστικά νά εισαγά γει τό πνεύμα το ΰ σ υν τη ρ η τισ μ ο ύ στήν φιλοσοφία τοΟ μεγάλου ιδεαλιστή. Τά πρά γμ ατα εΤναι έντελώς διαφορετικά στήν ύλιστική φιλοσοφία τοΟ Μάρξ. Ή έπαναστατική «άλγεβρα» έμφανίζεται έκεΐ σ’ δλη τήν άκατάβλητη δύναμη τής διαλεχτικής της μ εθόδου.Ό Μ άρξ λέει: «Στήν μυστικιστική της μορφή ή διαλεχτική έγινε γερμανική μόδα, γ ιατί φαίνεται σά νά σκεπάζει μέ φωτοστέφανο τήν ύπάρχουσα κατάσταση πραγμάτω ν. Μέ τήν λογική της μορφή, ή διαλεχτική δέν είνα ι στά μάτια τής μπουρζουαζίας κα ί τών θεωρητικών της, πα ρά σκάνδαλο καί τρόμος, γ ιατί έξόν άπό τήν θετική κα τα νόηση αύτοΟ πού ύπάρχει. περικλείνει έπίσης τήν κατανόηση τής άρνησης, τής άναπόφευκτης έξαφά- νισης τής ύπάρχουσας κατάστασης π ρ α γμ ά τω ν γ ια τ ί έξετάζει κάθε μορφή άπό τήν άποψη τής κίνησης, κατά συνέπεια κα ί άπό τήν μεταβατική της άποψη' γ ια τ ί δέν λυγίζει μπροστά σέ τίποτα καί γιατί είναι στήν ούσία της κριτική καί έπαναστατική».
"Αν έξετάσουμε τήν ύλιστική διαλεχτική άπό τήν άποψη τής ρωσικής φ ιλολογίας μπορούμε νά ποΟμε δτι ή διαλεχτική αύτή ε ίνα ι ή πρώτη πού έδωσε μιάν ά ν αγκ α ία κα ί έπαρκή μέθοδο γ ιά τή λύση τοΟ ζητήματος τοΟ λογικοΟ χαραχτήρα γ ιά κάθε τι ποο
45
* Κύττα 'Ε νγκελς LudwigFeyerbacb, σ. 1-5.
ύ π ά ρ χ ε ι, ζήτημα πού ε ίχε τόσο βασανίσει τόν μεγαλοφυή μας Μπιελίνσκυ*. Μόνον ή διαλεχτική μέθοδος τοΟ Μάρξ. έφαρμοσμένη στήν μελέτη τής ρωσικής ζωής, μδς Εδειξε δτι ή τ α ν σ ’ α ύ τή π ρ α γ μ α τ ικ ό κι’ δτι δέν φαίνονταν πώς ήταν.
VI
Ό τ α ν καταπιανόμαστε μέ τήν ύλιστική έξήγηση τής Ισ τ ο ρ ία ς , σκοντάφτουμε κατά πρώτο, δπως τό είδαμε, στό ζήτημα τοΟ νά μάθουμε ποΟ εΤναι οΐ Αληθινές αΙτίες τής έξέλιξης τών κοινωνικών σχέσεων. Ξέρουμε κι’ δλας πώ ς ή άνατομία τής «πολιτικής κοινωνίας» καθορίζεται άπό τήν οίκονομία της ’Αλλά άπό τΐ αύτή ή ϊδ ια οίκονομία κα θορ ίζετα ι;
Σ ’ αύτό ό Μάρξ άπαντά : «Στήν κοινωνική πα ρ α γω γή τής ζωής τους, οί άνθρωποι βρίσκονται δεμένοι μέ κάποιες σχέσεις άπαραίτητες, άνεξάρτητες άπό τήν θέλησή τους, μέ σ χ έ σ ε ις π α ρ α γ ω γ ή ς πού άντι- στοιχοΟν σ’ Ενα ώρισμένο βαθμό τής έξέλιξης τών ώλικών παραγω γικώ ν τους δυνάμεων. Τό σύνολο τών παραγω γικώ ν αύτών σχέσεων άποτελεΐ τήν οίκονο- μ ικ ή δ ιά ρ θ ρ ω σ η τής κοινωνίας, τήν πραγματική βάση πάνω στήν όποΐα όρθώνεται τό νομικό καί πο λιτικό έποικοδόμημα»**.
'Η άπάντησηα ύτή τοΟ Μάρξ περιορίζει Ετσι δλο τό ζήτημα τής άνάπτυξης τής οίκονομίας, στις αίτίες πού καθορίζουν τήν άνάπτυξη τών παραγω γικών δυνάμεων τής κοινωνίας. Καί μέ τήν τελευτα ία αύτή μορφή τό ζήτημα λύνεται π ρ ώ τ α ά π ’ δ λ α μ έ τ ή ν Εν-
* Κύττα ιό άρθρο μας: «Ό ΜπιβλΙνσκυ καί ή λογική πραγματικότητα»,στή συλλογή: Είκοσι χρόνια (Ά π α ντα , τ.Χ.)
** Κύττα τόν πρόλογο τής Κριτικής τής Πολιτικής ΟΙκο- νομίας.
46
δ ε ιξ η τ ώ ν Ιδ ιο τ ή τω ν του γ ε ω γ ρ α φ ι κ ο ύ π ε ρ ιβ ά λ λ ο ν το ς .
"Ηδη ό Χ έγγελ σημειώνει στή φιλοσοφία του τής Ιστορίας, τό σπουδαίο ρόλο τής « γ ε ω γ ρ α φ ικ ή ς β ά σ η ς τ ή ς π α γ κ ό σ μ ια ς Ισ το ρ ία ς» , Ά λ λ ά καθώς σ ’ αύτόν ή α ίτία τής έξέλιξης ε ίνα ι σέ τελευταία άνάλυση ή Ιδέα , καί καθώς δέν προστρέχει στήν Ολισ τ ικ ή έξ ή γ η σ η τώ ν φ α ιν ο μ έν ω ν πα ρά μόνο περαστικά καί σέ περιπτώσεις δευτερεύουσας σημασίας- νά ποΟμε Ιτσ ι μέ κρύα καρδιά, ή βαθειά όρθή Αντίληψη τ:ού έξέφρασε γιά τή σπουδαία Ιστορική σημασία τοΟ γεωγραφικοΟ περιβάλλοντος, δέν μποροΟσε νά τόν όδηγήσει σ ’ δλα τά γόνιμα συμπεράσματα πού άπορρέουν ά π ’ αύτή.
Τά συμπεράσματα αύτά βγήκανε σ’ δλο τους τό πλάτος μόνον άπό τόν υλιστή Μάρξ*.
ΟΙ Ιδιότητες τοΟ γεωγραφικοΟ περιβάλλοντος κα θορίζουν τό χαρακτήρα τόσο τών προϊόντων τής φύσης πού χρησιμεύουνε στόν άνθρωπο γιά τις άνάγ- κες του, δσο καί τών ά ν τ ικ ε ιμ έ ν ω ν πού π α ρ ά γ ε ι ό Ιδ ιο ς ό ά ν θ ρ ω π ο ς γιά τόν ϊδιο σκοπό. Έ κ ε ΐ πού δέν ύπήρχαν μέταλλα, οί αύτόχθονες φυλές δέν μποροΟσαν νά ξεπεράσουν μέ τά δικά τους μέσα τά δρια έκεΐνα πού όνομάζουμε «λιθίνη έποχή». Τό ίδιο, γ ιά νά μπορέσουν ο ί π ρ ω τ ό γ ο ν ο ι ψ α ρ ά δ ε ς κ α ί κ υ ν η γ ο ί, νά περάσουν στή γ ε ω ρ γ ία καί τή χτηνο- τρ ο φ ία . χρειάζονταν γεωγραφικοί δροι πού νά προσαρμόζουν, δηλαδή, άνάλογη ζωή καί βλάστηση. Ό Λ. Γ. Μ όργκαν παρατηρεί δτι ή άπουσία στό δυτικό ήμισφαίριο έπιδεχτικών έξημέρωσης ζώων, καθώς έπίσης καί ή διαφορά πού ύπάρχει στή βλάστηση τών δύο ήμισφαιρίων, έξηγοΟν τήν πολύ διαφορετική πο
47
** "Οπως ήδη τό είπαμε, στό σημείο αύτό ό ΦόΟβρμπαχ δέν τράβηξε πιό μακρυά ά π ’ τό Χέγγελ.
ρεία τής κοινωνικής έξέλιξης τών κατοίκων τους*.Ό W aitz λέει γ ιά τούς έρυθρόδερμους τής βό
ρειας ’Αμερικής: «Σ’ αύτούς Απουσιάζουν έντελώς τά κατοικίδια ζώα. Τό γεγονός αύτό εΤναι πολύ σπουδ α ίο για τ ί άποτελεΐ τόν κυριώτερο λόγο πού μένουν σ'Ενα χαμηλό έπ Ιπεδο ά νά π τυ ξη ς» ·* .Ό 8ς1ην0Ϊ€ΐιίυΓΐΗ Αναφέρει δτι στήν 'Αφρική, δταν ένας τόπος βρίσκετα ι πώ ς ε ίνα ι πυκνοκατοικημένος, £να μέρος τοΟ πλη- θυσμοϋ μεταναστεύει καί τότε συμβαίνει ν ’ άλλά ζει τό είδος τής ζωής του σ ύμ φ ω να μέ τό γ ε ω γ ρ α φ ικ ό π ε ρ ιβ ά λ ο : «Φυλές πού Απασχολούνταν ώς τότε στή γεω ργία περνάνε στό κυνήγι καί φυλές πού ζοΟσαν ά π ’ τά κοπάδια τους, περνάνε στή γεωργία»**·. Κατά τό Schweienfurtb, ol κάτοικοι μιάς πλούσιας σέ σίδερο περιοχής πού Αγκαλιάζει 6να σημαντικό μέρος τής κεντρικής 'Αφρικής, άρχισαν νά βγάζουν καί νά δουλεύουν τό σίδερο.
Μά δέν ήταν μόνο αύτό. "Ηδη στούς πιό χαμηλούς βαθμούς τής άνθρώπινης έξέλιξης, ο ίφυλές έρχονται σέ σχέσεις άνάμεσά τους, άνταλλά σσοντας μεταξύ τους μερικά άπό τά προϊόντα τους. Αύτό Ιχ ε ι σάν άπο- τέλεσμα νά πλατύνουν τά δρια τοΟ γεωγραφικού περιβάλλοντος πού έπηρεάζει μέ τή σειρά του τήν άνά- πτυξη τών παραγω γικώ ν δυνάμεων κάθε μιάς ά π ’ αύτές τις φυλές, έπ ιταχύνοντας κα τ’ αύτόν τό τρόπο τήν π ο ρ ε ία αύτής τής έξέλιξης. ’Αλλά καταλαβαίνει κανένα<Τπώς ή μικρή ή μεγάλη εύκολία μέ τήν όποΐα δημιουργοΟνται καί άναπτύσσοντα ι παρόμοιες σ χέσεις, έξαρτιέται έπίσης άπό τΙς Ιδιότητες τοΟ φυσικού περιβάλλοντος. Ό Χέγγελ Ελεγε κιόλας δτι οί θάλασσες καί τά ποτάμ ια πλησιάζουν τούς άνθρώπους ένώ τά βουνά τούς χωρίζουν."Αλλωστε οί θάλασσες
* Die Urjfesel sell aft, S tuttgard, 1891, σ. 20-21.** Die Indianer Nordamerikas, a. 91.*·* Στήν καρδιά τής 'Αφρικής τ. I, σ. 209.
48
δέν πλησιάζουν τούς άνθρώπους πα ρά μόνο δταν ή άνάπτυξη τών παραγω γικών δυνάμεων Εχει ήδη φτά- σει σ ’ ϊν α σχετικά ύψηλό έπίπεδο. "Οταν τό έπίπεδο είνα ι χαμηλό, ή θάλασσα — δπως πολύ σωστά τό λέει ό Ράτσελ — έμποδίζει παραπολύ τΙς σχέσεις άνάμεσα στίς φυλές πού χωρίζει*.
'Ο πωσδήποτε δμως, εΤναι άναμφισβήτητο δτι δσο πιό ποικίλες είνα ι οί Ιδιότητες τοΟ γ ε ω γ ρ α φ ικ ο ί) περιβάλλοντος, τόσο πιό ευνοϊκές είνα ι γ ιά τήν ά νά πτυξη τών παραγω γικών δυνάμεων. «Δέν εΐνα ι ή άπόλυτη γονιμότητα τοϋ έδάφους, λέει ό Μάρξ, άλλά ή διαφοροποίησή του, ή ποικιλία τών φυσικών του προϊόντων πού άποτελεΐ τή φυσική βάση τοΟ κοινωνικού καταμερισμού τής έργασίας καί πού σπρώχνει τόν άνθρωπο χάρη στήν ποικιλία τών φυσικών δρων, πού άνάμεσά τους ζεϊ, νά ποικίλει τΙς άνάγκες του καί τΙς ίκανότητές του, τά μέσα του καί τούς παραγω γικούς του τρόπους**. Σχεδόν μ έτά ίδ ια λόγια τοΰ Μάρξ, κι’ ό Ράτσελ λ έ ε ι: « Ό ,τ ι έν- διαφέρει κυρίως, δέν εΐνα ι ή μεγάλη εύκολία μέ τήν όποια προμηθεύεται τήν τροφή του, άλλά κάποιες κλίσεις, κάποιες συνήθειες καί τέλος κάποιες ά ν ά γκες πού ξυπνάνε μέσα στόν ’ίδιο τόν άνθρωπο»·**.
’Έ τσ ι λοιπόν οί Ιδιότητες τοΰ γεωγραφικού περιβάλλοντος καθορίζουν τήν άνάπτυξη τών πα ρα γω γικών δυνάμεων, πού μέ τή σειρά τους καθορίζουν τήν άνάπτυξη τών οίκονομικών δυνάμεων, καί μέ τΙς τελευτα ίες αύτές, τήν άνάπτυξη δλων τών δλλω ν κοινωνικών σχέσεων. Ό Μάρξ τό έξηγεΐ αύτό μέ τά άκόλουθα λόγια : «Οί κοινωνικές σχέσεις πού συνάπτουν οί πα ραγω γοί άναμεταξύ τους, οί δροι τής άμοιβαίας τους δράσης καί τής συμμετοχής τους στό
* Anthropngeographie, Stuttgard, 1882, σ. 29.** Κεφάλαιο, τ. I, 3η έκδοση, σ. 524-526.*** Volkerkunde, Leipzig, 1887, t. I, σ. 56.
49
σύνολο τής πα ραγω γή ς, διαφέρουν έπίσης άνάλογα μέ τό χαραχτήρα τώ ν παραγω γικώ ν δυνάμεων. Ή άνακάλυψη ένός καινούργιου πολεμικοΟ όργάνου, τοΟ πυροβόλου δπλου, Επρεπε άναγκαστικά νά μετα- βάλει βλη τήν έσωτερική όργάνωση τοΟ στρατοΟ, τΙς σχέσεις πού μέσα στό πλαίσιό τους τά δτομα σχηματίζουν Ενα στρατό καί πού φτιάχνουν ά π ’ αύ- τόν Ενα όργανωμένο σύνολο, τέλος έπίσης άνάμεσα σέ διαφορετικούς στρατούς» (23).
Γιά νά κάνουμε αύτή τήν έξήγηση πιό πειστική θά άναφέρουμε Ενα παράδειγμα. 01 Μ ασσαΐ στήν ’Α νατολική ’Αφρική σκοτώνουν τούς αΙχμαλώτους τους, γιατί — δπως λέει ό Ράτσελ — ό ποιμενικός αύτός λαός δέν Εχει άκόμη τήν τ ε χ ν ικ ή δ υ ν α τό τ η τα νά έπω φελεΐται άπό τήν έργασία τών σκλάβων. ΟΙ Βακάμπα δμως, πού ε ίνα ι γ ε ω ρ γ ο ί καί πού γειτονεύουν μέ τούς βοσ κούς αύτούς. Εχουν τό μέσο vCi έκμεταλεύονται αύτή τήν έργασία καί γ ι ’ αύτό χαρίζουν τή ζωή στούς αΙχμαλώτους τους καί το ύ ς κ ά νο υ ν σ κ λ ά β ο υ ς. Ή έμφάνιση τής δουλείας, προϋποθέτει δτι οι κοινωνικές δυνάμεις Εχουν φθάσει σ ’ Ενα βαθμό άνάπτύξης, πού έπιτρέπει τήν έκμ ε- τ ά λ λ ε υ σ η τής έργασίας τώ ν αίχμαλώτων*. Ά λ λ ά ή δουλεία είνα ι μιά παραγω γική σχέση, πού ή έμφά- νισή της σημειώνει τήν άρχή τής διαίρεσης σέ τ ά ς ε ις ,
* Volkerkunde, I, σ. 83. Πρέπει άλλωστε νά παρατηρήσουμε δτι ή ύποδούλωση είναι κάποτε στούς πρώτους βαθμούς τής έξέλιξης, άπλουστατα, β ίαιη ένσωμάτωση τώ ν αΐχ- μαλώ τω ν σχήν κοινωνική όργάνω ση τώ ν νικητών πού χοϋς άπονέμανε χά Ιδ ια δ ικα ιώ μ α τα μ’ α ύτούς. Δέν Οπάρχει τότε κέρδος άπό τήν ύ περ ιργασ ία τοΟ αΙχμάλωτου, άλλά άπλώς ϊν α κοινό πλεονέχτημα ποΰ προέρχεται άπό τή συνεργασία μαζΰ του. Ό μ ω ς αύτή ή μορφή δουλείας προϋποθέτει τήν Οηαρξη κάποιων παραγω γικώ ν δυνάμεων καί μιδς κοινής όργάνωσης τής παραγω γής.
50
μ ιδς κοινωνίας πού δέν ήξαιρε ώς τότε άλλες δια ιρέσεις ά π ' αύτές πού Αντιστοιχούνε στό φ υλό καί στήν ή λ ικ ία . Ό τ α ν ή δουλεία φτάνει στήν πλήρη άνθησή της, βάζει τή σφραγίδα της σέ όλόκληρη τήν οίκονομία τής κοινωνίας καί διαμέσου τής οίκονομίας, πά νω σ’ δλες τΙς άλλες κοινωνικές σχέσεις καί προπα ντός πάνω στό π ο λ ιτ ικ ό κ α θ εσ τώ ς . Ό σ ο διαφ ορετικά κι άν ήτανε τά ά ρ χ α ΐα κράτη ώς πρός τό πολιτικό σύστημα, δλ α το υ ς ε ίχα νε ώς τόσο Βνα κοινό γνώ ρισμα : τό καθένα τους ήτανε καί μιά πολιτική όρ- γάνω ση πού έξέφραζε καί ύπεράσπιζε άποκλειστικά καί μόνο τά συμφέροντα τών έλεύθερων άνθρώπων.
VII
Ξαίρουμε τώρα π ιά π ώ ς ή άνάπτυξη τών π α ρ α γω γικών δυνάμεων πού καθορίζει όριστικά τήν ά νάπτυξη δλων τώ ν κοινωνικών σχέσεων, έξαρτιέται ή ϊδ ια άπό τις Ιδ ιό τ η τ ε ς τοΰ γ ε ω γ ρ α φ ικ ο ύ π ε ρ ιβ ά λ λ ο ν τ ο ς . Ά λ λ ά μιά κα ί γεννήθηκαν όρισμένες κοινωνικές σ χέσεις, έ ξ α σ κ ο ΰ ν μέ τή σ ε ιρ ά το υ ς μ ιά μ ε γ ά λ η έ π ίδ ρ α σ η π ά ν ω σ τή ν ά ν ά π τ υ ξ η τώ ν π α ρ α γ ω γ ι κ ώ ν δυ ν ά μ εω ν . Έ τ σ ι α ύ τό πού π ρ ώ τ α ε ίν α ι σ υ ν έ π ε ια , γ ίν ε τ α ι μέ τή σ ε ιρ ά το υ αΙτία* άνάμεσα στήν έξέλιξη τών πα ραγω γικώ ν δυνάμεων καί τό κοινωνικό σύστημα, π α ρ ά γ ε τ α ιμ ιά ά μ ο ιβ α ία δ ρ ά σ η κ ι ’ ά ν τ ίδ ρ α σ η πού πέρνει σέ διαφορετικές έποχές, τΙς πιό ποικίλες μορφές.
Δέν πρέπει καθόλου νά μάς ξεφεύγει άπό τόνοΟ, δτι ή κατάσταση τώ ν πα ραγω γικώ ν δυνάμεων καθορίζει δχι μόνο τΙς έ σ ω τ ε ρ ικ έ ς σ χ έ σ ε ις πού ύπάρ- χουν στούς κόλπους μ ιδς δεδομένης κοινωνίας, μά καί τΙς έ ξ ω τ ε ρ ικ έ ς σ χ έ σ ε ις τής ίδ ια ς αύτής κοινωνίας. Σέ κάθε βαθμό άνάπτυξης τώ ν πα ρ α γω γ ικών δυνάμεων άντιστοιχεΐ κ ι ίν α ς ώρισμένος χσρα- χτήρας τοΟ ό π λ ισ μ ο υ , τής σ τ ρ α τ ιω τ ικ ή ς τ έ χ ν η ς
51
καί τέλος τοΰ δ ιεθ ν ο ύ ς δικαίου, ή άκριβέστερα τοΟ δ ια κ ο ιν ω ν ικ ο ϋ δικαίου, άνάμεσα στ’ άλλα καί τοΟ δικαίου μεταξύ φυλών. Οί κυνηγετικές φυλές δέν εΐνα ι σέ θέση νά συγκροτήσουνε μ εγά λ tς πολιτικές όργανώσεις, άκριβώς γιατί τό χαμηλό έπίπεδο τών παραγω γικών τους δυνάμεων τΙς ά ν α γ κ ά ζ ε ι σύμφωνα μέ μιά παληά ρωσσική έκφραση, νά δ ια σ κ ο ρ π ίζ ο ν τ α ι σέ μικρές κοινωνικές όμάδες, γ ιά τήν άνα- ζήτηση τής τροφής τους, χω ριστά ή κάθε μιά γιά τόν έαυτό της. Ά λ λ ά δσο περισσότερο οί κοινωνικές α ύτές όμάδες «διασκορπίζονται χωριστά ή κάθε μιά γ ιά τόν έαυτό της», τόσο περισσότερο εΐνα ι άναπόφευχτο νά γίνονται άγώνες περισσότερο ή λιγώτερο αίματηροί, άκόμα καί γιά τή λύση διαφορών πού σέ μιά πολιτισμένη κοινωνία θά μπορούσαν εύκολα νά κανονιστούν άπό τόν είρηνοδίκη. Ό Eyre άναψέρει πώς δταν πολλές αύστραλιανές φυλές συναντιούνται γιά ώρισμέ- νους σκοπούς σ ’ έναν ώρισμένο τόπο, οΐ έπαφές α ύ τές δέν είνα ι ποτέ μακριάς διαρκεΐας. ΠρΙν άκόμα ή έλλειψη τροφής, ή ή άνάγκη νά ξαναρχίσουν τό κυνήγι, ύποχρεώσουν τούς αύτόχθονες αύστραλούς νά χωριστούνε, ξεσπ&νε άνάμεσά τους συγκρούσεις πού καταλήγουν γρήγορα σέ μάχες*.
Κ αθένας καταλαβαίνει δτι παρόμοιες συγκρούσεις μπορούν νά προκληθοϋν γιά τούς πιό διαφορετικούς λόγους. Ά λ λ ά εΐνα ι άξιοσημείωτο, πώ ς οί περισσότεροι ταξιδιώ τες τΙς άποδίνουνε σέ φαινομενικούς λόγους. "Οταν ό ΣτάνλεΟ ρωτούσε τούς Ιθαγενε ίς τής (σημερινής Αφρικής, γιατί πολεμούσαν τΙς γειτονικές φυλές, τού ά π α ντο ύ σ α ν : «ΟΙ δικοί μας πάνε κυνήγι. Οί γειτόνοι έρχουνται νά τούς έμποδί- σουν. Τότε χτυπάμε τούς γειτόνους, μας χτυπάνε κι’ αύτοΐ καί τότε πολεμάμε ώς πού νά έξαντλη- θοΰμε, ή ώσπου ένα ά π ’ τά δυό στρατόπεδα νά νι-
* Σ τά έρέβη της ’Αφρικής, Παρίσι, 1890, τ. II, σ. 91.
52
S3
κηθεϊ*. Ό Burton έπίσης λέει : « Ό λ ο ι οΐ πόλεμοι στήν ’Αφρική Ιχουν δυό κυρίως αίτιες: Τή ζωοκλοπή καί τήν α ίχμαλω σία άνθρώπων. Ό Ράτσελ θεωρεί σάν πιθανό 8τι οί πόλεμοι άνάμεσα στούς (θαγενεΐς τής Νέας Ζηλανδίας, δέν εΤχανσυχνά άλλο κίνητρο, ά πό τήν έπιθυμία νά εύωχηθοΰνε μέ άνθρώπινο κρέας**. ’Α λλά ή κλίση πού έχουν οί (θαγενεΐς στήν άνθρω ποφαγία έξηγιέται κι’ αύτή άπό τή φτώχεια τοΟ ΝεοζηλανδικοΟ ζωϊκοΟ κόσμου (24).
Καθένας ξαίρει πόσο έξαρτιέται τό άποτέλεσμα ένός πολέμου άπό τόν όπλισμό τών έμπόλεμων μερών. Ά λ λ ά ό όπλισμός τους καθορίζεται άπό τήν κατάσταση τών παραγω γικώ ν τους δυνάμεων, άπό τήν οίκονομία τους καί τΙς κοινωνικές σχέσεις πού στηρίζονται πάνω στή βάση αύτής τής οίκονομίας***. Μέ τό νά πούμε πώ ς αύτοί οί λαοί, ή αύτές οί φυλές κ α τ α χ τ ή θ η κ α ν άπό άλλους λαούς, αύτό δέ φτάνει γ ιά νά Εξηγήσουμε για τ ί ό κοινωνικός άντί- χτυπος τής ύποταγής τους ήταν άκριβώς αύτός καί δχι ά λλος.
Οί κοινωνικές συνέπειες τής κατάχτησης τής Γα- λα τείας άπό τούς Ρωμαίους δέν εΤναι άκριβώς οί Τδιες μέ τίς συνέπειες τής κατάχτησης αύτής τής χώ ρας άπό τούς Γερμανούς. Οί κοινωνικές συνέπειες τής κατάχτησης τής Α γ γ λ ία ς άπό τούς Νορμανδούς, δέν εΤναι καθόλου ϊδιες μέ τις συνέπειες πού έφερε ή κατάχτηση τής Ρωσσίας άπό τούς Μ ογγόλους.
* Burton. Ταξίδι στις μεγάλες λίμνες τής άνατολικής ’Αφρικής. Παρίσι, 1862 σ. 666.
** Volkerkunde, τ. I, σ. 93.*** Αύτό τό έζηγει πολύ καλά ό ’ Ενγκελς στά κεφά
λαια τοΰ Anti-During πού είναι άφιερωμένα στήν άνάλυση «της θεωρίας της βίας». Κύττα έπίσης: ΟΙ Κύριοι τοϋ Πολέμου τοΰ άντισυνταγματάρχη Rousset, καθηγητή τής άνο>- τάτης πολεμικής σχολής. Παρίσι, 1901 (σ. 2).
Σ ’ δλες αύτές τις περιπτώσεις ή διαφορά καθωρί- στηκε σέ τελευτα ία Ανάλυση άπό τή διαφορά πού ύπήρχε στό ο ίκ ο ν ο μ ικ ό σ ύ σ τ η μ α τής κοινωνίας πού ε ίχε ύποτα χθεΐ καί τής κοινωνίας πού τήν ε ίχε ύπο· τάξει. Ό σ ο περισσότερο άναπτύσσοντα ι οί οίκονο- μικές δυνάμεις αύτής τής φυλής ή έκείνου τοΟ λαοΟ, τόσο περισσότερο αύξαίνει γ ι’ αύτή τή φυλή ή γιά κείνο τό λαό ή δυνατότητα τουλάχιστο νά όπλι- στοΟν καλύτερα μέ τήν προοπτική τοϋ άγώ να γιά τήν ύπαρξη (25).
'Εντούτοις ό γενικός αύτός κανόνας χωράει πολλές έξαιρέσεις πού Αξίζει νά σταματήσουμε σ ’ αύτές. Ό τ α ν ή Ανάπτυξη τών παραγω γικώ ν δυνάμεων βρίσκεται σ ’ £να πολύ χαμηλό έπίπεδο, ή διαφορά στόν όπλισμό μεταξύ φυλών πού βρίσκονται σέ διαφορετικούς βαθμούς οικονομικής ΛνΑπτυξης — γιά πα ρ ά δειγμα τών νομάδων βοσκών ή τών-μόνιμων γεω ργώ ν— δέ μπορεΐ νά είνα ι τόσο μεγάλη δσο γίνετα ι κατόπι. “Εξω ά π ’ αύτό, ή πρόοδος στό δρόμο τής οικονομικής Ανάπτυξης, έξασκώντας Αποφασιστική έπί- δραση στό χαραχτήρα ένός όρισμένου λαοΟ, μειώνει τό πολεμικό του πνεΟμα, καμμιά φορά σέ τέτοιο βαθμό πού τόν κάνει άνίκανο νά άντισταθεΐ σ ’ £ναν οίκο- νομικά πιό καθυστερημένο έχθρό, μά άντίθετα πιό συνηθισμένο στόν πόλεμο. Νά γ ιατ ί δέν είνα ι σπάνιο ε Ιρ η ν ικ έ ς φ υ λ ές γ ε ω ρ γ ώ ν νά πέφτουν στό ζυγό π ο λ ε μ ικ ώ ν λ α ώ ν . Ό Ράτσελ παρατηρεί πώ ς οί πιό στερεοί κρατικοί όργανισμοί γίνονται άπό τούς «μισο-πολιτισμένους λαούς» γιά τό λόγο Βτι τά δυό α ύτά στοιχεία : τό άγροτικό στοιχείο καί τό ποιμε- νικό στοιχείο βρίσκονται ένωμένα μέ τή κατάχτηση*. Ό σ ο σωστή κι &ν είνα ι γενικά αύτή ή παρατήρηση, δέν πρέπει ώστόσο νά ξεχνάμε δτι καί σέ παρόμοιες περιπτώσεις — ή Κίνα είνα ι ένα Εξοχο πα ράδειγμα
54
* Volkerkunde, σ. 19.
— ot καθυστερημένοι ο(κονομικά κ α τ α χ τ η τ έ ς , ύφί- σ ταντα ι λίγο-λίγο έντελώς τήν έπίδραση τοΟ πιό προοδευμένου άπό οικονομική άποψη κ α τ α χ τ η μ έ ν ο υ λαοΟ.
Τό γεωγραφικό περιβάλλο άσκεΐ μεγάλη έπί- δραση δχι μόνο πά νω στίς πρωτόγονες φυλές, άλλά έπίσης κα ί πάνω σ ’ αυτούς πού λέμε π ο λ ιτ ισ μ έ νο υ ς λ α ο ύ ς . Ό Μάρξ λέει: «'Η άνάγκη νά συστήσουν Εναν κοινωνικό έλ εγχο πάνω σ ί μιά φυσική δύναμη, νά τήν έκμεταλλευτοΰν μ’ ϊνα ν οίκονομικό τρόπο, νά τήν υποτάξουν πρώ τα ή νά τήν πθασέ- ψουν μέ άξιόλογα έργα πού φκιάχνει ή όργανωμένη άνθρώπινη προσπάθεια, αύτή ή άνάγκη πα ίζει έναν άποφασιστικό ρόλο στήν Ιστορία τής βιομηχανίας. Τέτοια ήτανε ή σημασία τών ύδραυλικών Εργων στήν Α ίγυπτο , στή λομβαρδία , στίς Κάτω-Χώρες. στήν Περσία καί στίς ’Ινδίες, δπου ή άρδευση μέ τεχνητές διώρυγες, φέρνει στό Εδαφος δχι μόνο τό άπαραί- τητο νερό, άλλά ταυτόχρονα, μέ τή λάσπη πού πα ρασέρνει καί τό μεταλλικό λίπασμα τών βουνών. Τό μυστικό τής όρμητικής άνάπτυξης τής βιομηχανίας στήν Ισ π α ν ία καί στή Σικελία κάτω άπό τήν άρα- βική κυριαρχία, βρίσκονταν στό καναλιζάρισμα»·.
Ή θεωρία γ ιά τήν έπίδραση πού άσκεΐ τό γεω γραφικό περιβάλλο στήν Ιστορική έξέλιξη τής άν- θρωπότητας, περιορίζονταν συνήθως στήν άπλή άνα- γνώριση τής ά μ ε σ η ς έπίδρασης τοΟ «κλίματος* πάνω στόν κοινωνικό άνθρω πο: ύποθέτανε πώς κάτω άπό τήν έπίδραση τοΟ «κλίματος» μιά «φυλή» άγαποΰσε τήν έλευθερία, μιά άλλη Εκλινε στό νά ΰφίσταται τήν έξουσία ένός περισσότερο ήλιγώ τερο δεσποτικοΟ άρχοντα, μιά τρίτη γίνονταν δυσειδαίμων καί συνεπώ ς Επεφτε κάτω άπό τήν έξάρτηση τοΟ κλήρου, κτλ. Παρόμοια άντίληψη έπικρατεΐ, γ ιά παρά-
* V61kerkunde, σ. 19.
55
56
δείγμα άκόμη στό Bukle*. Κατά τόν Μάρξ, τό γεω γραφικό περιβάλλον, ένεργεΐ πάνω στόν άνθρωπο δ ιά μέσου τώ ν π α ρ α γ ω γ ικ ώ ν σ χ έσ εω ν πού γ ε ν ν ιο ύ ν τ α ι μ έσ α σ ' έ ν α κ α θ ω ρ ισ μ έν ο π ε ρ ιβ ά λ λ ο ν , στή β άσ η κ α θ ω ρ ισ μ έν ω ν π α ρ α γ ω γ ικ ώ ν δ υ ν ά μ εω ν , πο ύ 6 π ρ ώ τ ο ς δ ρ ο ς ά ν ά π τ υ ξ ή ς το υ ς ά ν τ ι- π ρ ο σ ω π ε ύ ε τα ι ά κ ρ ιβ ώ ς ά π ό τ Ις Ιδ ιό τ η τε ς τοΰ ίδ ιο υ αύτοΟ π ε ρ ιβ ά λ λ ο ν τ ο ς . Ή νεώτερη έθνολο: γΙα συγκεντρώνεται 8λο καί περισσότερο σ ’ αύτή τήν άποψη καί έπιφυλάσσει στή «φυλή» μιά θέση όλοένσ καί πιό περιορισμένή στήν Ιστορία τοΟ «πολιτισμού». «Ή κατοχή ένός ώρισμένου άποθέματος πολιτισμοί), λέει ό Ράτσελ. δ έν έχει τίποτε νά κάνει μέ τή ράτσα κα§’ έαυτή* (26).
* Κύττα τό Εργο του : Ή Ιστορία τοΰ Πολιτισμού οτήν ’Α γγλία , τ. I, Λειψία, 1863, σ. 36-37). Κατά τό Hukle, <-ή γενική έμφάνιση τοΰ τόπου» (the general aspect of nature) πού είναι Ενας άπ’ τούς τέσσερις Αποφασιστικούς λόγους τοΰ χαρα- χτήρα ένός λαοϋ, έπιδρα κυρίως στή φαντασία καί μιά ύπέρ- μετρα Αναπτυγμένη φαντασία γεννάει τΙς δυσειδαιμονίες, π ο ύ μ έτή σειρά τους Ανακόπτουν τήν άνάπτυξη τής γνώσης. Ή συχνότητα τών σεισμών στό Περοΰ. έπενεργώντος πάνω στή φαντασία τών Ιθαγενών, άσκησε έπίσης τήν έπίδρασή της πάνω στό πολιτικό τους σύστημα. "Αν οί Ιταλ ο ί καί οΐ Ι σ π α νοί είναι δυσειδαίμονες αύτό προέρχεται άπό τούς σεισμούς καί άπό τΙς έκρήξεις τών ήφαιστείων. (Αύτόθι σ. 112 113). Αύτή ή άμεσα ψυχολογική πράξη είναι έξαιρετικά δυνατή στά πρώτα στάδια τής πολιτιστικής άνάπτυξής. Ή νεώτερη έπιστήμη Αποδείχνει έν τοΰτοις μιά καταπληχτική όμοιό- τητα άνάμεσα στίς θρησκευτικές πεποιθήσεις τών πρω τόγονων φυλών πού βρίσκονται στό Ιδιο έπίπεδο οίκονομικής άνάπτυξής. Οί άπόψεις τοΰ Bukle πού τΙς δανείζετα ι άπό τούς συγγραφείς τοΰ χ ν ΐΙ αΙώνα έχουν ήδη έκφραστεΐ άπό τόν Ίπποκράτη.
Ά λ λ ά μιά καί ψτάσαμε σέ μιά ώρισμένη κα τάσταση «πολιτισμοΟ», τό γεγονός αύτό άσκεΐ άδιαψι- λονεΐκητα τήν έπίδρασή του πάνω στίς φυσικές καί ψυχικές Ιδιότητες τής ράτσας*.
Ή έπίδραση τοΟ γεωγραφικοΟ περιβάλλοντος στόν κοινωνικό άνθρωπο, άντιπροσωπεύει μιά μ ετα β λ η τή π ο σ ό τη τα . Ή έξαρτημένη άπό τΙς ιδιότητες αύτοΟ τοΟ περιβάλλοντος έξέλιξη τών παραγω γικώ ν δυνάμεων αύξάνει τήν έξουσία τοΟ άνθρώπου πάνω στή φύση κι 2τσι δημιουργεί μιά καινούργια σχέση άνάμεσα στόν άνθρωπο καί τό γύρω του γεωγραφικό περιβάλλον. ΟΙ σημερινοί άγγλο ι άντιδροΟν στό περιβάλλον τους έντελώς διαφορετικά άπό τΙς φυλές πού κατοικοΟσαν στήν ’Α γγλία τήν έποχή τοΟ Ίούλιου ΚαΙσαρα. "Ετσι άνα ιρεΐτα ι όριστικά ή άντίρρηση κατά τήν όποΐα ό πληθυσμός μ ιδς όρισμένης χώ ρας μπο- ρεΐ ν* άλλάξει βασικά, μ’ δλο πού οί γεωγραφικοί του δροι μένουν οΐ Τδιοι.
VIII
ΟΙ νομικές καί πολιτικές·* σχέσεις πού γεννιοΟν- τα ι άπό μιά όρισμένη οίκονομική συγκρότηση, άσκοΟν
• Γιά κάθε τι πού άφορα τή ράτσα, κύττα τήν ένδιαφέ- ρουσα έργασία τοΰ J. Finot: «Ή πρόληψη τών φυλών», Παρίσι, 1905. *0 W aitz λ έ ε ι : «Μερικές φυλές νέγρων παρουσιάζουν Ενα χτυπητό παράδειγμα τών δεσμών πού ύπάρχει άνάμεσα στήν κύρια Απασχόληση καί τόν έθνικό χαραχτήρα» (Antliropologie der Naturv51ker, II, σ. 107).
** Γιά βτι άφορδ τήν έπίδρεση πού άσκεΐ ή οίκονομία στίς κοινωνικές σχέσεις, κύττα "Ε ν/κ ελς: Ή καταγωγή τής οΐκόγένειας, τής άτομικής ΙδιοχτησΙας καί τοΰ κράτους. R H ildebrand : Recht und S itte auf verschiedenen Kulturstu- fen, μέρος Ιο, Ίένα 1896. Δυστυχώς ό Hildebrand δέν ξαίρει νά χρησιμοποιεί καλά τά οίκονομικό δεδομένα. Ή ένδιαφέ-
57
Αποφασιστική έπίδραση σ' όλάκερη τή ψυχολογία τοΟ κοινωνικοΟ Ανθρώπου (27). Ό Μάρξ λ έ ε ι: «Πάνω στίς διαφορετικές μορφές ίδιοχτησίας, στούς κοινωνικούς δρους τής ύπαρξης, έρχετα ι νά άνεγερθεΐ Ενα όλόκληρο έποικοδόμημα άπό αισθήματα, όνειροπο- λήσεις, νοοτροπίες., άντιλήψεις ζωής, δλα διαφορετικά καί πα ράδοξα στό είδος τους». Τό «είναι» καθορίζει ιή «νόηση». Καί μπορεί νά πεΐ κανένας πώ ς κάθε καινούργια πρόοδος πού πρα γμ ατοπο ιείτα ι άπό τήν έπιστήμη στήν έξήγηση τής λειτουργίας τής κοινωνικής άνάπτυξης, άντιπροσωπεύει κι £να καινούργιο έπιχείρημα ύπέρ τής θεμελιώδους αύτής θέσης τοΟ νεώτερου ύλισμοΟ.
“Ηδη στά 1878 ό Ludhw ig Noire έγρ α φ ε : «Ή κοινή ένέργεια πού διευθύνονταν πρός £να κοινό σκοπό, ή άρχέγονη έργασία τών προγόνων μας, γέν νησε τή γλώσσα καί τήν πνευματική ζωή». Α ν α πτύσσοντας τήν άξιοπαρατήρητη αύτή σκέψη ό L. N o iri καταδείχνει, πώ ς ή γλώσσα στήν πρωτόγονή της μορφή, όρίζει τά πρά γμ α τα τοΟ άντικειμενικοΰ κόσμου, δχι σά μ ο ρ φ ές , μά σάν πρά γμ ατα πού Εχουν πάρει μιά μ ορφ ή (n ich ta ls G estalten, sondern als gestaltete) δχι σάν έ ν ε ρ γ η τ ικ ά δντα πού
ρουσα μπροσούρα τοϋ Τ. Achelis: RechtsentstehunK und Rechtsgescbichte, Leipzig, 1904, πραγματεύεται τό δίκαιο σάν προϊόν τής κοινωνικής άνάπτυξης, άλλά δέν έμβαθύνει στό ζήτημα γ ιά νά πληροφορηθεΐ άπό τΐ καθορίζεται αύτή ή άνάπτυξη. Στό βιβλίο τοϋ Μ. A. V accaro: Les bases sociolo- giques du droit et de l'E ta t, Paris, 1898, βρίσκουμε έδώ καί κεΐ πολλές λεπτομερειακές παρατηρήσεις ποΰ ρίχνουν φως σέ μερικές δψ«ις τοϋ ζητήματος, άλλά συνολικά ούτε ό Ιδιος 6 συγγραφέας δέν Εχει σχηματίσει μιά καθαρή Ιδέα τοϋ πράγματος. Κύττα έπίσης Teresa L abrio la: Revision· critica delle piu recenti teorie sulle origini del Diritto, Roma, 1901.
58
ά σ κ ο ύ ν μ ι ά δ ρ ά σ η μ ά σ ά ν π α θ η τ ι κ ά δ ν τ α π ο ύ ύ φ ί σ τ α ν τ α ι μ ια δ ρ ά σ η . Κ αί τό έ ξ η γ ε ΐ α ύ τό μ έ τ ή ν όρθή έκεΐνη σκέψη π ώ ς « δ λ α τ ά π ρ ά γ μ α τ α κ ά νο υ ν τή ν έ μ φ ά ν ίσ ή το υ ς σ τό ό π τ ικ ό πεδ ίο τοΟ ά ν θ ρ ώ π ο υ , δ η λ α δ ή π α ίρ ν ο υ ν γι* α ύ τό ν π ρ α γ μ α τ ι κ ή ύ π α ρ ξ η ά π ο κ λ ε ισ τ ικ ά κ α ί μόνο σ τό μέτρο π ο ύ ύ φ ίσ τα ν τα ι τή δ ρ ά σ η του , κα ί σ ύ μ φ ω να μ ’ α ύ τό π α ίρ ν ο υ ν τΙς όνο- μ α σ ίε ς το υ ς , τά ό ν ό μ α τ ά το υ ς» . Κ ο ν το λ ο γ ίς μόνον ή ά ν θ ρ ώ π ιν η έ ν έ ρ γ ε ι α κ α τ ά τήν γνώ μ η τοΟ N o ire δ ίνε ι σ τ ις π ρ ω τα ρ χ ικ έ ς ρ ίζε ς τή ς γ λ ώ σ σ α ς τό π ε ρ ιε χό μ εν ό το υ ς . ΕΤναι ένδ ια φ έρ ο ν ν ά δ ια π ισ τώ σ ο υ μ ε , δ τ ι ό N o ire Εβλεπε τό π ρ ώ το σ π έ ρ μ α τή ς θ εω ρ ία ς το υ σ τή σκέψη τοΟ Φ όΟ ερμ παχ , π ώ ς ή ο υ σ ία τοΟ ά ν θ ρ ώ π ο υ β ρ ίσ κ ετα ι σ τήν κ ο ινό τη τα , σ τήν ένό τη τα τοΟ ά ν θ ρ ώ π ο υ μέ τό ν ά ν θ ρ ω π ο . ΕΤναι φ α ν ερ ό π ώ ς άγνοοΟ σ ε έ ν τ ελ ώ ς τό Μ ά ρ ξ ' ά λ λ ο ιώ ς θ ά ά ν τ ιλ α μ β ά ν ο ν τ α ν π ώ ς ή άντίλ ηψ ή το υ γ ιά τό ρό λ ο τής έ ν έ ρ γ ε ια ς σ τό σ χη μ α τισ μ ό τής γ λ ώ σ σ α ς εΤναι π ιό κ ο ν τά σ τήν ά ν- τίληψ η τοΟ Μ ά ρξ, π ο ύ σ τήν γν ω σ εο θ εω ρ ία του έπέ- μ ενε π ρ ο π α ν τ ό ς σ τή ν ά ν θ ρ ώ π ιν η έ νέρ γ ε ια , ά ν τ ίθ ε τα μέ τό ν Φ όΟ ερμ παχ π ο ύ μ ιλ ο ύ σ ε κ α τ ά π ρ οτ ίμ η σ η γ ιά τή «θεώ ρηση» (28).
Σ χ ε τ ικ ά μέ τή θ εω ρ ία τοΰ N o ird δέν ε ίν α ι κ α θό λ ο υ ά ν ά γ κ η ν ά ύ πενθ υ μ ή σ ο υ μ ε π ώ ς ό χ α ρ α χ τ ή ρ α ς τή ς ά ν θ ρ ώ π ιν η ς έν έ ρ γ ε ια ς , μ έσ α σ τή ν π ο ρ ε ία τής π α ρ α γ ω γ ή ς , κ α θ ο ρ ίζε τα ι ά π ό τήν κ α τά σ τ α σ η τώ ν π α ρ α γ ω γ ικ ώ ν δ υ ν ά μ εω ν . Α ύ τό ε ίν α ι φ α νερό . ΕΤναι π ιό χρήσ ιμ ο ν ά σ η μ ε ιώ σ ουμ ε π ώ ς ή ά π ο φ α σ ισ τ ικ ή έπ ίδ ρ α σ η τοΟ τρ ό π ο υ ύ π α ρ ξ η ς π ά ν ω σ τή νόηση, εΤναι όλ ο φ ά νερ η σ τ ις π ρ ω τ ό γ ο ν ε ς φ υ λές π ο ύ ή κο ιν ω ν ική το υ ς κ α ί ή π ν ευ μ α τ ικ ή το υ ς ζω ή ε ίν α ι ά σ ύ γ - κ ρ ιτα ά π λ ο ύ σ τερ η ά π ό τή ζω ή τ ώ ν π ο λ ιτ ισ μ έ ν ω ν λ α ώ ν . Ό V an d en S te in e n , γ ρ ά φ ε ι σ χε τ ικ ά μέ το ύ ς Ι θ α γ ε ν ε ίς τή ς κεντρ ική ς Β ρ α ζ ιλ ία ς δ τ ι δ έν θ ά το ύ ς κ α τ α λ ά β ο υ μ ε π α ρ ά μόνο δ τ α ν τρ ύ ς δοΟμε, σ ά ν τό π ρ ο ϊό ν μ ιά ς κ ο ιν ω ν ία ς π ο ύ β α σ ίζ ε τα ι σ τό κ υ ν ή γ ι .
59
«ο
« Ή κυ ρ ιώ τερη π η γή τή ς π ε ίρ α ς το υ ς λ ένε , ή τα ν ή έπ α φ ή τ ο υ ς μέ τ ά ζ ώ α , κα ί ά π ’ α ύ τή τήν π ε ίρ α κ υ ρ ίω ς β ο η θη θή κ α νε . . . γ ιά ν ά έξη γή σ ο υ ν τή φύση, γ ιά ν ά σ χη μ α τ ίσ ο υ ν μ ιά ν άντίλ η ψ η τ ο Ο κ ό σ μ ο υ » ·. ΟΙ δροι τή ς κ υ ν η γετ ικ ή ς ζω ή ς, κ α θ ο ρ ίσ α ν ε , δ χ ι μ όνο τήν ά ν - τίληψ η τοΟ κόσ μ ο υ α ύ τώ ν τώ ν φ υ λώ ν , ά λ λ ά έπ ίσ η ς τΙς ή θ ικ ές τ ο υ ς (δέες, τ ά α ίσ θ ή μ α τ ά το υ ς κ α ί δ π ω ς π α ρ α τη ρ ε ί ό Τδιος σ υ γ γ ρ α φ έ α ς ά κ ό μ α κ α ί τ ά κ α λ λ ιτ ε χ ν ικ ά το υ ς γ ο ύ σ τα . Ά κ ρ ιβ ώ ς τό Τδιο π ρ ά γ μ α τό β λ έ π ο υ μ ε κ α ί σ το ύ ς ποιμενικούς λ α ο υ ς .Ά ν ά μ ε σ α σ ’ α ύ το ύ ς π ο ύ θ έμ α τώ ν σ υ ν ο μ ιλ ιώ ν το υ ς « κ α τά 98 % εΤναι τ ά ζ ώ α , ή κ α τ α γ ω γ ή το υ ς , οί σ υνή θε ιές το υ ς , ο ί Ιδιό- τη τέ ς τ ο υ ς , τά έ λ α τ τ ώ μ α τ ά το υ ς» . ΟΙ δ υ σ τυ χ ισ μ ένο ι H e r r e r o s π ο ύ π ρ ιν λ ίγ ο κα ιρό το ύ ς ε ίρ ή ν ευ σ α ν ο ί « π ο λ ιτ ισ μ ένο ι» Γ ερ μ α ν ο ί μέ τόσ η χ τη ν ώ δ η σ κλ η ρό τη τα , ά ν ή κ α ν σ ’ α ύ το ύ ς το ύ ς «ά π ο κ λ εισ τ ικ ά πο ι- μ εν ικ ο ύ ς λ α ο ύ ς » ·* .
* Unter den Naturvolkern Zentral-Brasiliens σ. 201.** Γιά δτι άφορα τούς«άποκλειστικά ποιμενικούς λαούς»,
κύττα Ιδιαίτερα τό βιβλίο τοΟ Gustav Fischer: Ringeborene Siid-Africas Breslau 1872. Ό Fischer λ έει: «Τό Ιδανικό τοΟ Κάφρου, τό άντικείμενο πού όνειρεύεται καί έκθειάζει μέ μιά Ιδιαίτερη προτίμηση στά τραγούδια του, είναι τά βώ- δια του, δηλαδή τό πιό πολύτιμό του άγαθό. Σ τά τραγούδια τους μιά παινεύουν τό κοπάδι, μιά τό φύλαρχο καί μάλιστα στόν Επαινο πού τοϋ κάνουνε πα ίζει μεγάλο ρόλο τό κοπάδι του» (τ. I, σ. 85). Οί Φροντίδες τοΰ κοπαδιοΰ είναι στά μάτια τοΰ Κάφρου, ή πιό τιμητική δουλειά (I, σ. 85). Ό πόλεμος έπίσης είναι ή εύνοούμενη άπασχόληση τοϋ Κάφρου κυρίως γ ιατί συνδέεται στή σκέψη του, μέ τήν Ιδέα ένός πλιάτσικου άπό κοπάδια (I, σ. 79). «Οί διενέξεις στούς Κάφρους, προέρχονται άπό διαφορές γ ιά ζώα (I, σ. 322). Ό F ischer Εκανε έπίσης μιά πολύ ένδιαφέρουσα περιγραφή τής ζωής τών Βοσμάνων κυνηγών (I, σ. 424 καί συνέχεια)·
Ε π ε ιδ ή ή κυ ρ ιώ τερη π η γή π ε ίρ α ς , ή τα ν γ ιά τό ν π ρ ω τό γ ο ν ο κυ νη γό τά ζ ώ α , κ α ί κ α θ ώ ς ό λ ά κ α ιρ η ,ή άν τ ίλ η ψ η γ ιά τό ν κ όσ μ ο β α σ ιζ ό τ α ν ε π ά ν ω σ ’ αύτ-ή,ν τή ν π ε ίρ α , δ έν ε ίν α ι έκ π λ η χτ ικ ό , ά π ό τή ν ϊδ ια α ύ τή π η γή ν ά χ ε ι ά ν τλ η θ ε ΐ τό π ερ ιεχ ό μ εν ο δλ η ς τή ς μ υ θολ ο γ ία ς τώ ν κ υ ν η γετ ικ ώ ν α ύ τώ ν φ υ λ ώ ν , π ο ύ π α ίρ ν ε ι σ ’ α ύ το ύ ς τή θέση, τό σ ο τή ς φ ιλ ο σ ο φ ία ς όσ ο κ α ί τής θ ε ο λ ο γ ία ς κ α ί τή ς έπ ισ τή μ η ς. «“Ο τι χ α ρ α χ τ η ρ ίζ ε ι τή μ υ θ ο λ ο γ ία τώ ν Β ο σ μ ά ν ω ν , λ έε ι ό Ά ν τ ρ ιο υ Λ ά ν γκ , εΤν α ι ό σ χεδ ό ν ά π ο κ λ ε ισ τ ικ ό ς ρό λ ο ς π ο ύ π α ίζ ο υ ν σ ’ α ύ τή ν τ ά ζώ α . Ε ξ ό ν ά π ό μ ιά γ ρ η ά π ο ύ έ μ φ α ν ίζε τα ι έδώ κι έκ ε ΐ σ το ύ ς ά σ υ ν ά ρ τη το υ ς θ ρ ύ λ ο υ ς το υ ς , ό ά ν θ ρ ω π ο ς δέν π α ίζ ε ι έκ ε ΐ κ α ν έ ν α ρόλο»*. Κ α τά τό ν Β. Ρ. Σ μ Ιτ ο ί ίθ α γ ε ν ε ΐς τή ς Α ύ σ τρ α λ ία ς , π ο ύ , σ ά ν το ύ ς Β ο σ μ ά ν ο υ ς κι α ύ το ί β ρ ίσ κ ο ντα ι ά κ ό μ α σ τό σ τά δ ιο τοΟ κυνηγιοΟ , Ε χουν κυ ρ ίω ς γ ιά θ εο ύ ς , π ο υ λ ιά κ α ί χτή ν η * ·.
Ή θρη σ κεία τώ ν π ρ ω τό γ ο ν ω ν φ υ λ ώ ν δέν Εχει ώ ς τή σ τ ιγ μ ή ά κ ό μ α ά ρ κ ετά έρ ευ νη θε ϊ. Ά λ λ ά δτ ι κ ιό λ α ς ξέρ ο υμ ε έπ ιβ εβ α ιώ ν ε ι ά π ό λ υ τ α τή ν όρθό- τ η τα τής σ ύ ν το μ η ς α ύ τή ς δ ια τύ π ω σ η ς τώ ν Φ ό ϋ ερ μ π α χ
61
♦ΜΟθοι λατρείας καί θρησκείας, Γαλλ. μετ. Charillet, Παρίσι, 1896, σ. 332.
** Πρέπει νά θυμηθοΟμε τήν παρατήρηση ToGR.Andree, πού λέει πώ ς 6 άνθρωπος φαντάζεται άρχικά τούς θεούς του, μέ τή μορφή ζώων. "Οταν άργότερα άρχίζουν νά άντι· λαμβάνονται τά ζώ αμέ άνθρωπόμορφες Ιδιότητες,γεννιούνται οΐ μΟθοι τής μεταμόρφωσης τών άνθρώπων σέ ζώα»' (Ethnographische Parallele mid Vergleiche, Neue Folge, Leipzig, 1889, σ. 116). Ή έμφάνιση άνθρωπομορφικών Ιδεών γ ιά τά ζώα προϋποθέτει κι’ 8λας Ινα σχετικά άνώτερο έπΐ- πεδο άνάπτυξης τών παραγω γικών δυνάμεων. Παράβαλε έπίσης Frobenius: Die W eltanschauung der Naturvolker, Weimar, 1898, σ. 24.
— Μ ά ρξ π ώ ς «δέν κ ά νε ι ή θρησ κεία τό ν ά ν θ ρ ω π ο , μ ά ό ά ν θ ρ ω π ο ς τή θρησ κεία» . Ό T a y lo r λ έε ι : «ΕΤναι φ α ν ερ ό π ώ ς σ ’ δ λ ο υ ς το ύ ς λ α ο ύ ς , ό ά ν θ ρ ω π ο ς ή τα ν ε ό τ ύ π ο ς τή ς θ εό τη τα ς . Α ύτό έξ η γ ε ΐ, γ ια τ ί ή δ ιά ρ θ ρ ω σ η τή ς ά ν θ ρ ώ π ιν η ς κ ο ιν ω ν ία ς κ α ί ή δ ιο ίκησή τη ς γ ίν ε τ α ι τό π ρ ό τ υ π ο π ά ν ω σ τό ό π ο ιο ά ν α - π α ρ α σ τ α ίν ε τ α ι ή ο ύ ρ ά ν ια κ ο ινω ν ία κ α ί ή δ ιο ίκησ η τώ ν Ο ύ ρα νώ ν»* . Α ύ τό εΤναι ήδη, δ έν π ρ έ π ε ι κ α θ ό λου ν ά ά μ φ ιβ ά λ ο υ μ ε , μ ιά ύλ ισ τικ ή έξήγησ η τής θρησ κ ε ία ς . Ξ έρ ο υμ ε π ώ ς ό Σ α ίν -Σ ιμ ό ν ύ π ο σ τή ρ ιζε μ ιά ν ά ν τ ίθ ε τη ά π οψ η , π ο ύ έξηγοΟ σε τό κ ο ινω νικ ό κ α ί π ο λ ιτ ικ ό σ ύ σ τη μ α τώ ν ’Α ρ χ α ίω ν 'Ε λ λ ή ν ω ν ά π ό τ ις θ ρησ κ ευτικ ές το υ ς π επ ο ιθ ή σ ε ις . ’Α λ λ ά ά κ ό μ α π ο λ ύ π ιό σ π ο υ δ α ίο εΤναι τό γ ε γ ο ν ό ς , δ τ ι ή έπ ισ τή μ η ά ρ χ ίζ ε ι ήδη νά ά ν α κ α λ ύ π τ ε ι τό ν α ιτ ιώ δη δ εσ μ ό , πο ύ ύ π ά ρ χ ε ι ά ν ά μ ε σ α σ τή ν ά ν ά π τ υ ξ η τή ς τ εχ ν ικ ή ς τώ ν π ρ ω τ ό γ ο ν ω ν φ υ λώ ν κ α ί τή ς ά ν τίλ η ψ ή ς το υ ς γ ιά τό ν κόσμο**. ΕΤναι β έβα ιο , δ τ ι π ο λ λ έ ς κ α ί π ο λ ύ τ ιμ ε ς ά ν α κ α λ ύ ψ ε ις ά ν α μ έ ν ο ν τ α ι σ τό σ η μ ε ίο α ύ τό (29).
’Α π ’ δ λ ε ς τΙς Ιδ εο λ ο γ ίε ς τή ς π ρ ω τό γ ο ν η ς κ ο ιν ω ν ία ς , κ α λ ύ τε ρ α έ χ ε ι έ ξερ ευ ν η θ ε ΐ ώ ς τ ά σ ήμ ερα ή τ έ χνη . Σ τή ν π ερ ιο χή α ύ τή Εχει σ υ γ κ εν τρ ω θ ε ί έ ξ α ιρ ετ ικ ά ά φ θ ο νο ύλικό π ο ύ ά π ο τ ε λ ε ΐ τή ν π ιό ά π ρ ό σ β λ η τη κα ί πε ισ τ ικ ή ά π ό δ ε ιξη τής ό ρ θ ό τη τα ς κ α ί τοΟ ά ν α π ό φ ευ - κτου , ά ς ποΟμε, τή ς ύ λ ισ τικ ή ς έ ξή γη σ η ς τή ς Ισ τορ ία ς . Τ ό ύ λικ ό α ύ τό εΤναι τόσ ο ά φ θο ν ο , π ο ύ δέ μ π ο ρ ο ύ μ ε ν ά ά π α ρ ιθ μ ή σ ο υ μ ε έδώ π α ρ ά μ όνο τ ά π ιό σ π ο υ δ α ία έ ρ γ α τή ς φ ιλ ο λ ο γ ία ς π ά ν ω σ ’ α ύ τό τό θ έ μ α : S chw ein - fu r th , A rtes A fricanae , L e ip z ig , 1875’ P. A ndree, E th n o - g ra p h isc lie P a ra lle len , ά ρ θ ρ ο μέ τόν τ ίτλ ο D as Zeich-
62
* Ό πρω τόγονος πολιτισμός, Παρίσι, 1876, τ. II. σ. 322.** Πρβλ- G. S cliurz: Vorgescbichte der Kultur, Leipzig
und Vien, 1909, σ. 559-564. Παρά κάτω μέ μιά άλλη εύκαι- ρ ία θά ξανάρθουμε στό ζήτημα αυτό.
nen bei den N a tu rv o lk e rn · V on den S te in e n , U n te r d en N a tu rv o lk e rn Z e n tra l - B rasilien s , B erlin 1894. C. M alery , P ic tu re W ri t in g of th e A m erican I n d ia n s -A n n u a l R e p o rt of th e B u reau of E th n o lo g y , W a sh in g to n 1893 (of έκ θέσ εις τώ ν ά λ λ ω ν χρ ό ν ω ν π ε ρ ιέ χ ο υ ν π ο λ ύ τ ιμ ε ς π λ η ρ ο φ ο ρ ίες γ ιά τήν έπ ίδ ρ α σ η π ο ύ ά σ κ ε ΐ ή τεχ ν ικ ή κ υ ρ ίω ς τή ς ύ φ α ν τ ο υ ρ γ ικ ή ς τ έ χ ν η ς σ τή δ ιακο- σ μ η τικ ή )- H o e rn es, U rg e sc h ic h te d e r b ild en d en K u n s t in E u ro p a , V ien 1898’ E rn s t G rosse, D ie A n fan g e d e r K u n s t κ α ί τό ά λ λ ο β ιβλίο τ ο υ - K u n s tw issen - sc h a ftl :c h e S tu d ie n , T u b in g e n 1900' Y rjo H irn , D er U rs p ru n g d e r K u n s t, L e ip z ig 1904' K a rl B iicher, A rb e it u n d R y th m u s , 3η έκδοση 1902' G a b rie l e t A dr. d e M ortille t, L e P r£ lu s to riq u e , P aris 1908, p a g e s 217- 2 30 ’ H ornes, d e r d ilu v ia le M ensch in E u ro p a , B ru n sw ick 1903: S o p h u s M uller, l’E u ro p e p ^ h is to r iq u e , μ ε τα φ ρ α σ μ έν ο ά π ό τό Δ α ν ικ ό ά π ό τό ν E ra . P hilip - p o t, P aris 1907: R isch . W a lla sch ek A n fan g e d e r T o n - k u n s t, L e ip z ig 1903 (30).
θ ά δοΟμε σ ύ μ φ ω να μέ τΙς θέσ εις π ο ύ άκ ολου - θοΟν κα ί πο ύ άντλοΟ με ά π ό το ύ ς π α ρ α π ά ν ω σ υ γ γ ρ α φ ε ίς , π ο ιά ε ίν α ι τ ά σ υ μ π ε ρ ά σ μ α τα σ τά ό π ο ΐα κ α τ α λ ή γ ε ι ή ν εώ τερ η έπ ισ τή μ η π ά ν ω σ τό ζή τη μ α τήξ γ έ ν ν εσ η ς τή ς τέχν η ς .
Ό H o rn e s λ έε ι* : « Ή δια κοσ μ η τικ ή τέχ ν η δέ μπο- ρ ε ΐ ν ά ά ν α π τ υ χ θ ε ΐ, π α ρ ά ξ ε κ ιν ώ ν τα ς ά π ό τή β ιο μ η χα ν ικ ή έ ν έ ρ γ ε ια π ο ύ ε ίν α ι ό π ρ ο κ α τα ρ κ τ ικ ό ς , ύλι κ ό ς τη ς δ ρ ο ς . . . Λ α ο ί χ ω ρ ίς κ α μ μ ιά β ιο μ η χ α ν ία δ έν έ χ ο υ ν δ ια κοσ μ η τικ ή , κι οΟτε μποροΟ ν ν ά χ ο υ ν » . Ό V on den S te in e n έχε ι τή γ νώ μ η π ώ ς τό σ χ ε δ ί α σ μ α (Z e ich n en ) β γή κ ε ά π ό τ ά σ η μ ά δ ι α (Z e ichnen ) π ο ύ υ Ιο θέτη σ α ν μέ τό ν π ρ α χτ ικ ό σ κ ο π ό ν ά όρ ίσ ουν τ ά ά ν τ ικ ε ίμ εν α .
Ό B ucher Εφτασε σ τό σ υ μ π έ ρ α σ μ α δ τ ι «ή έρ-
63
* Urgeschichte, κτλ. σ. 38.
γ α σ ία , ή μουσική κ α ί ή π ο ίη σ η Επρεπε σ τό π ρ ω τ α ρ χ ικ ό το υ ς σ τά δ ιο ν ά σ χη μ α τ ίζ ο υ ν Ενα μ ο ν α δ ικ ό ά μ ά λ - γ α μ α , ά λ λ ά π ώ ς τό θ εμ ελ ιώ δ ες σ το ιχ ε ίο α ύ τή ς τή ς τ ρ ιά δ α ς ή τα ν ε ή έ ρ γα σ ία , ένώ τ ά δύ ο ά λ λ α δ έν ε ίχ α ν π α ρ ά μ ιά π ρ ό σ θ ετη ά ξ ια » . Κ α τά τή γν ώ μ η το υ ή κ α τ α γ ω γ ή τή ς π ο ίη σ η ς π ρ έ π ε ι ν ά ά ν α ζ η τη θ ε ΐ σ τήν έ ρ γα σ ία » . Κ αί π α ρ α τ η ρ ε ί δτ ι κ α μ μ ιά γ λ ώ σ σ α δέν β ά ζε ι σέ ρυθμ ική τά ξ η τ ις λ έξ ε ις π ο ύ άπ οτελοΟ ν μ ιά π ρ ό τα σ η . ΕΤναι λ ο ιπ ό ν ά δ ύ ν α τ ο ' ν ά φ τά σ ο υ ν οί ά ν θ ρ ω π ο ι σ τή ρυθμ ική πο ιητική γ λ ώ σ σ α μέ τή χρήση τή ς σ υ ν ε ιθ ισ μ ένη ς γ λ ώ σ σ α ς του ς. Σ ’ α ύ τό ά ντ ιτ ίθεν- τ α ι ή έσ ώ τερη λ ο γ ικ ή α ίτ ία τή ς τ ε λ ευ τ α ία ς . Ά λ λ ά π ώ ς ν ά έξη γή σ ο υ μ ε τή γ ένν η σ η τοΟ ρυθ μ ικού λ ό γο υ . Ό B u c h e r ύ π ο θ έτε ι π ώ ς ο ί ρ υθ μ ικές κ α ί σ υ ν δ υ α σ μ ένες κ ινή σ εις τοΟ σ ώ μ α το ς μ ε τά δ ω σ α ν σ τή γ λ ώ σ σ α τώ ν ε ικόνω ν το ύ ς νό μ ο υ ς τής σ υ ν α ρ μ ο γ ή ς το υ ς . Α ύτό εΤναι τό σ ο π ιό π ιθ α ν ό , δσ ο σ το ύ ς κ α τώ τερ ο υ ς β α θ μ ο ύ ς έ ξέλ ιξη ς ο ί ρυθ μ ικές α ύ τ έ ς κ ινήσ εις σ υ ν ο δ ε ύ ο ν τ α ι σ υ ν ή θ ω ς μέ τ ρ α γ ο ύ δ ι . Ά λ λ ά π ώ ς έξηγ ιέ- τ α ι ή σ υ ν α ρ μ ο γ ή τώ ν σ ω μ α τικ ώ ν κ ινή σ εω ν ; Ά τ ιό τ ό χ α ρ α χ τ ή ρ α τ ώ ν π α ρ α γ ω γ ι κ ώ ν λ ε ι τ ο υ ρ γ ι ώ ν . "Ε τσ ι λ ο ιπ ό ν «τό μ υ στικό τή ς σ τ ιχο υ ρ γ ικ ή ς β ρ ίσ κ ετα ι σ τή ν π α ρ α γ ω γ ικ ή ένέρ γε ια * .
Ό R . W alla sch ek , μ ' α ύ τ ά τ ά λ ό γ ια δ ια τυ π ώ ν ε ι τήν άπ οψ ή του γ ιά τή ν κ α τ α γ ω γ ή τώ ν σ κηνικώ ν Εργ ω ν σ τ ίς π ρ ω τ ό γ ο ν ε ς φ υλές**:
« θ έ μ α τ α τώ ν σ κηνικώ ν α ύ τώ ν π α ιχ ν ιδ ιώ ν ή τ α ν : « Ιο Τό κ υ ν ή γι, ό π ό λ ε μ ο ς , ή λ εμ βο δ ρ ο μ ία (σ το ύ ς
κ υ ν η γο ύ ς , ή ζω ή κ α ί ο ί σ υ νή θ ε ιες τώ ν ζώ ω ν, π α ν τ ο μ ίμ ες, ά π ο μ ιμ ή σ ε ις ζώ ω ν κ α ί μάσκες)***.
«2ο Ή ζω ή κ α ί ο ι σ υ νή θε ιες το ύ κ ο π α δ ιο ύ (σ το ύ ς πο ιμ εν ικ ο ύ ς λ α ο ύ ς).
64
* Arbeit und Rythmus, σ. 58.** A nfangeTonkunst.o. 257.*** Πού παρασταίνανε συνήθως κι’ αύτές ζώα.
«3 : Ή έ ρ γα σ ία (σ το ύ ς γ ε ω ρ γ ο ύ ς · ή σ π ο ρ ά , τ* ώ λ ώ ν ισ μ α τοΟ σ ταριοΟ , τό φ ρ ό ντ ισ μ α τώ ν ά μ - π ελ ιώ ν).
Ή π α ρ ά σ τ α σ η γ ίν ε τ α ι ά π ό ό λ ό κ λ η ρ η τή φ υ λή (χο ρ ό ς), πού τρ α γ ο υ δ ά ε ι κα ί π α ίζ ε ι. Τ ρα γουδ οΟ ν μέ ό π ο ια δ ή π ο τε λ ό γ ια γ ια τ ί τό π ε ρ ιεχ ό μ εν ο τώ ν τρα - γ ο υ δ ιώ ν ε ίν α ι ά κ ριβώ ς τό σ κηνικό μέρος (π α ν το μ ίμ α ) Π α ρ α σ τα ίν ο υ ν μ όνο τίι, π ρ ά ξ ε ις τής κ α θ η μ ερ ινής ζω ή ς π ο ύ ή π ρ α γμ α το π ο ίη σ ή το υ ς ε ίν α ι ά π ό λ υ τ α ά ν α γ κ α ΐα σ τόν ά γ ώ ν α γ ιά τήν Ο παρξη». Ό W allascek λ έει, δτ ι σέ π ο λ λ ές φ υ λ ές , δ τ α ν γ ί ν ο ντ α ν π α ρ ό μ ο ιε ς π α ρ α σ τά σ ε ις , ό χο ρ ό ς χ ω ρ ίζ ο ν τα ν σέ δυό μέρη π ο ύ τ ο π ο θ ε το ύ ν τα ν τό ϊ ν α ή π έ- ν α ντ ι σ τό ά λ λ ο . « Τ έτο ια ή τα ν , π ρ ο σ θ έτε ι, ή π ρ ω τ ό γ ο νη μορφή τού έλληνικοΟ δ ρ ά μ α το ς , π ο ύ σ τήν ά ρ χή του ή τα ν κ ι’ α ύ τό μ ιά π α ν τ ο μ ίμ α ζώ ω ν. Τό ζώ ο πού έ π α ιζ ε ιό ν π ιό μ ε γ ά λ ο ρό λ ο σ τή ν ο ίκονο- μική ζω ή τώ ν Ε λ λ ή ν ω ν ή τα ν ή κ α τσ ίκ α (άπ* δ π ο υ τό δ ν ο μ α τρ α γ ω δ ία ι π ο ύ π ρ ο έ ρ χ ε τα ι ά π ό τ£ ν τρ ά γο ).
Δ έν ε ίν α ι δ υ ν α τό ν ά φ α ντα σ θοΟ μ ε λ α μ π ρ ό τ ερ η εΙκόνα τής θέσης, π ώ ς δέν ε ίν α ι τό ε ίν α ι π ο ύ κ α θο ρ ίζ ετα ι ά π ό τή νόηση, ά λ λ ά ή νόηση ά π ό τό ε ίν α ι.
IX
‘Η ο ίκ ονομ ική ζω ή ά ν α π τ ύ σ σ ε τ α ι κ ά τω ά π ό τήν έπ '.δρα σ η τής ά ν ά π τ υ ξ ή ς τώ ν π α ρ α γ ω γ ικ ώ ν δ υ ν ά μ εω ν . Α ύ τό έξη γε ΐ, γ ια τ ί μ ε τ α β ά λ λ ο ν τ α ι ο( σ χέσ ε ις π ο ύ ύ π ά ρ χ ο υ ν ά ν ά μ ε σ α σ το ύς ά ν θ ρ ώ π ο υ ς σ τή λ ε ιτο υ ρ γ ία τής π α ρ α γ ω γ ή ς κα ί μ α ζ ύ μ* α ύ τέ ς ή ψ υ χική κ α τά σ τ α σ η τοΟ ά ν θ ρ ώ π ο υ . Ό Μ ά ρ ξ λ έε ι : « Σ ’ Εναν ώ ρ ισ μ ένο β α θ μ ό τής έξέλ ιξή ς το υ ς , oi *$aga- ycoytK&c Λννάμβις τής κ ο ινω ν ία ς Ε ρχοντα ι σέ άν 'τ ΐ-
5
65
φ ά σ η μ έ τΙς σ χέ σ ε ις π α ρ α γ ω γ ή ς π ο ύ ύ π ά ρ χ ο υ ν σ το ύ ς κ ό λ π ο υ ς τη ς , ή γ ιά νά μ ιλ ή σ ο υμ ε μέ νο μ ικ ο ύ ς β ρους , μέ χ ΐς σ χέσ ε ις Ιδ ιο χ τη σ ία ς , π ο ύ σ τό π λ α ί σ ιό το υ ς ο ί δ υ ν ά μ ε ις α ύ τ έ ς ε ίχ α ν ε έξ ε λ ιχ θ ε ΐ . Ά π ό μ ο ρ φ ές π ο ύ εύνοοΟ ν τήν έξέλ ιξη τώ ν π α ρ α γ ω γ ικ ώ ν δυ ν ά μ εω ν , ot σ χέσ ε ις α ύ τέ ς γ ίν ο ν τ α ι ά λ λ υ σ ίδ ε ς π ο ύ τΙς δέν ο υ ν . Τ ό τε ά ρ χ ίζ ε ι μ ιά έ π ο χ ή κο ινω ν ικ ής έπ α - ν ά σ τ α σ η ς .
Μ έ τήν μ ετα β ο λ ή τή ς ο ίκ ο νο μ ικ ή ς β ά σ η ς μ ε τ α β ά λ λ ε τ α ι μ ’6να ρυθ μό π ό τ ε π ιό ά ρ γ ό π ό τ ε π ιό γ ρ ή γ ο ρ ο , δ λ ο τό τ ε ρ ά σ τ ιο ο ίκ οδόμ η μ α π ο ύ χ τ ίσ θη κ ε π ά ν ω της : Κ α ν έν α ς κ ο ινω ν ικ ό ς σ χη μ α τ ισ μ ό ς δέν έ* ξ α φ α ν ίζ ε τ α ι π ρ ο τ ο ύ ά ν α π τυ χθ ο Ο ν δ λ ες οί π α ρ α γ ω γ ικ έ ς δ υ ν ά μ ε ις σ τ ίς ό π ο ιε ς δ ίνε ι ό ρ κ ετό π ερ ιθώ ρ ιο , κ α ί π ο τ έ ν έε ς κ α ί ά ν ώ τερ ες σ χέσ ε ις π α ρ α γ ω γ ή ς δ έν π α ίρ ν ο υ ν τή θέση τώ ν π ρ ο η γ ο ύ μ ενω ν , προτοΟ μ έσ α σ το ύ ς κ ό λ π ο υ ς τή ς π α λ η ά ς κ ο ιν ω ν ία ς ώ ριμ ά- σ ο υ ν ο ί ά π α ρ α ΐτ η τ ο ι ύ λ ικ ο ΐ βροι γ ιά τήν ύ π α ρ ξ ή το υ ς . Ά κ ρ ιβ ώ ς γ ι ’ α ύ τό ή ά ν θ ρ ω π ό τη τα δέν β ά ζ ε ι π ο τ έ μ π ρ ο σ τ ά τη ς π α ρ ά μόνο π ρ ο β λ ή μ α τα π σ ύ ν ά μ π ο ρ ε ΐ ν ά λ ύσ η γ ια τ ί ,π α ρ α τ η ρ ώ ν τ α ς ά π ό π ιό κ ο ν τά βρ ίσ κ ουμ ε π ά ν τ ο τ ε δτ ι τό π ρ ό β λ η μ α δ έν μ π α ίν ε ι π α ρ ά έκ ε ί 8 π ο υ ύ π ά ρ χ ο υ ν ε ήδη οΐ ά ν σ γ κ α ΐο ι γ ιά τή λ ύσ η του ύ λ ικ ο ΐ δρο ι, ή τ ο υ λ ά χ ισ τ ο β ρ ίσ κ ο ντα ι σ τό δρ ό μ ο τής έμ φ ά ν ισ ή ς τους*.
" Ε χ ο υ μ ε έδ ώ μ π ρ ο σ τά σ τά μ ά τ ια μ α ς μ ιά ά λ η - θ ινή « ά λ γ ευ ρ α » , μ ιά παΦαοά ύλιστιπή « ά λ γ ευ ρ α » τή ς κο ινω ν ικ ής έξέλ ιξη ς . Μ έσα σ ’ α ύ τή τήν δ λ γ ε υ - ρ α ύ π ά ρ χ ε ι θέση τό σ ο γ ιά τά « π η δ ή μ α τ α » — τής έ· π ο χ ή ς τή ς κο ινω νικής έ π α ν ά σ τ α σ η ς — δσ ο κα ί γ ιά τΙς βα&μιαΐες μεταβολές. Ο Ι β α θ μ ια ίε ς μ ε τα β ο λ ές π ο ύ γ ίν ο ν τ α ι ά π ό π ο σ ο τικ ή ά π ο ψ η . σ τίς Ιδ ιό τη τες μ ιά ς δο σ μ έν η ς κ α τ ά σ τ α σ η ς π ρ α γ μ ά τ ω ν , κ α τ α λ ή γ ο υ ν σ τό τ έλ ο ς σ έ μ ιά μ ετα β ο λ ή τή ς π ο ιό τη τα ς , δ η λ α δ ή σ τή ν έ ξ α φ ά ν ισ η τοΟ ααληοϋ ΐβόπον παραγω γής— fj τοΟ παληοΟ κοινω νικ ού σ χη μ α τ ισ μ ο ύ ,
σ ύ μ φ ω ν α μ έ τήν Ικ ψ ρ α ο η π ο ύ μ ε τ α χ ε ιρ ίζ ε τ α ι δ Μ ά ρ ξ σ ' α ύ τή τήν π ε ρ ίπ τ ω σ η — κ α ί σ τήν Α ντ ικ α τά σ τ α σ ή τ ο υ ά π ό Ενα κ α ιν ο ύ ρ γ ιο τρ ό π ο π α ρ α γ ω γ ή ς . Κ α τά τό Μ άρξ, ό Α να το λ ίτ ικ ο ς , ό « ά ρ χ α ΐο ς , ό φ ε ο υ δ α ρ χ ικός κα ί ό σ ύ γ χ ρ ο νο ς ά σ τ ικ ό ς τρ ό π ο ς π α ρ α γ ω γ ή ς μ π ο ρ ο ύ ν νά θεω ρη θού ν γ εν ικ ά σ ά ν σ υ ν ε π α κ ό λ ο υ θ ε ς έ π ο χ έ ς (« π ρ ο ο δ ευ τ ικ ές» ) τής ο ίκ ο νο μ ικ ή ς έξ έλ ιξ η ς τή ς κ ο ιν ω ν ία ς . Ά λ λ ά π ρ έ π ε ι νά π ισ τέψ ο υ μ ε π ώ ς ό M A pf, Αφού έ λ α β ε κα ιόττ γ νώ σ η τοΰ β ιβ λ ίο υ τοΟ Μ ό ρ γ κ α ν γ ιά τήν π ρ ω τό γ ο ν η κο ινω ν ία , Α λ λ α ξ ε γ ν ώ μη γ ιά τή σ χέσ η π ο ύ ύ π ή ρ χ ε ά ν ά μ ε σ α σ τό ν ά ρ χ α ϊο τρ ό π ο π α ρ α γ ω γ ή ς κα ί σ τό ν ά ν α τ ο λ ίτ ικ ο τρ ό π ο π α ρ α γ ω γ ή ς . Π ρ α γ μ α τ ικ ά ή λ ο γ ικ ή τής ο ίκ ονομ ική ς Αν ά π τ υ ξ η ς τού φεουδαλίΗοϋ τρ ό π ο υ π α ρ α γ ω γ ή ς , ό δή- γη σ ε σ τή ν κο ινω νικ ή έ π α ν ά σ τ α σ η π ο ύ σ η μ ε ίω σ ε τό θ ρ ία μ β ο τού Μ αηιταΙισμοϋ. Ά λ λ ά ,ή λ ο γ ικ ή τής ο ίκο- νομ ικ ής ά ν ά π τ υ ξ η ς , λ ό γ ο υ χά ρη , τής Κίνας IJ μ ά λ λ ο ν τής ά ρ χ α ία ς Α Ιγ ύ π το υ δέν ό δή γη σ ε κ α θ ό λ ο υ σ τή ν έμ φ ά ν ισ η τού άβχΛίου τρ ό π ο υ π α ρ α γ ω γ ή ς . Σ τ ή ν πρ ώ τη π ερ ίπ τω σ η π ρ ό κ ε ιτα ι γ ιά δυ ό φ ά σ εις τής ΑνΑιττυξης, π ο ύ ή μ ιά βϊναι συνέχβια κ α ί γένι/μ- μα τής Α λλης, ένώ ή δ εύ τερ η π ε ρ ίπ (ω σ η μ ά ς π α ρ ο υ · σ ιΑ ζει μ ά λ λ ο ν δυό συνυηάρχοντες τύπους ο ίκ ονομ ι- κής ά ν ά ιττυ ξη ς . Ή άβχαία κοινωνία δ ια δ έχ θ η κ ε τήν πο ινηνιπή ύργάνωοη Hard γέν* πο ύ κ ι’ α ύ τή π ά λ ι π ρ ο η γή θη κ ε τού έρχομοΟ τοϋ ά σ ια τ ικ ο ΰ moivcbvihoO συστήματος. Καθένας ά π ’ τούΓ δυ ό α ύ το ύ ς τύ π ο υ ς ο ίκ ονομ ικής ό ρ γ ά ν ω σ η ς έμ ψ α νίζε ,τα ι σ ά ν ά π ο τ έ λ ε - σ μ α τής ά ν ά π τ υ ξ η ς τώ ν π α ρ α γ ω γ ικ ώ ν δ υ ν ά μ εω ν π ο ύ έ γ ιν ε σ το ύ ς κ ό λ π ο υ ς τής β α σ ισ μ έν η ς π ά ν ω σ τά γ έ ν ο ς κο ινω νικ ής ό ρ γ ά ν ω σ η ς κα ί π ο ύ θά ό δ η γο ύ σ ε τ ελ ικ ά σ τήν ά π ο σ ύ ν θ εσ η α ύ τή ς τής ό ρ γ ά ν ω σ η ς . Κ αί μ ’ Ολο π ο ύ οί δυ ό α ύ ιο ί τύ π ο ι δ ια φ έρ ο υ ν σ η μ α ν τ ικ ά ά ν α μ ε τ α ξ ύ του ς, τ ά κ ύ ρ ια δ ια κ ρ ιτ ικ ά το υ ς σ η μ ά δ ια σ χη μ α τίσ θ η κ α ν κάτω Λαό τήν έπίδραση τοΰ γβωγρα- φΐΜο9 ηΒοιβάΙΙοντος. Σ τή μ ιά ntQinxmoif τό γ εω ·
67
γ ρ α φ ικ ό α ύ τό π ε ρ ιβ ά λ λ ο ν έ π έ β ρ λ ε σ τή ν κ ο ιν ω ν ία π ο ύ ε ίχ ε φ τά σ ε ι ώ ρ ισ μ ένο β α θ μ ό ά ν ά π τ υ ξ ή ς τώ ν π α ρ α γ ω γ ικ ώ ν δυ ν ά μ εω ν , £να τέ το ιο σ ύ ν ο λ ο π α ρ α γ ω γ ικ ώ ν σ χέσ εω ν , σ ιή ν & λλη π ερ ίπ τω σ η 8να &Ho σ ύ ν ο λ ο π ο λ ύ ξ εχ ω ρ ισ τό ά π ό τό π ρ ώ το .
Ή ά ν α κ ά λ υ ψ η τής όργάνωαης κ α τά γένη , ε ίν α ι φ α ν ερ ό π ώ ς ήρθε νά π α ίξ ε ι σ τή ν κ ο ιν ω ν ιο λ ο γ ία τόν Ιδ ιο ρόλ ο π ο ύ ίπ α ιξ ε ή ά ν α κ ά λ υ ψ η τοΟ κ υ ττά ρ ο υ σ τή β ιο λ ο γ ία . Κ ι’ δσο ό Μ ά ρ ξ κ α ί ό " Ε ν γ κ ελ ς δ έν ξέρ α ν ε τήν ό ρ γ ά ν ω σ η κ α τά γ ένη , ή θ εω ρ ία το υ ς γ ιά τήν κο ινω ν ικ ή έξέλ ιξη , δέν μποροΟ σε ν ά μ ή ν έχε ι Α ξιοσ ημείω τα χ ά σ μ α τ α δ π ω ς ά ν α γ ν ω ρ ίσ τ η κ ε ά ρ γ ό τ ε ρ α ά π ό τό ν Τδιο τόν ·Έ ν γ κ ε λ ς .
Ά λ λ ά ή κ ο ινω ν ικ ή ό ρ γ ά ν ω σ η κ α τά γ έν η π ο ύ γ ιά π ρ ώ τη φ ορά μ β ς βοήθησ ε ν ά κ α τ α λ ά β ο υ μ ε τά κ α τ ώ τ ερ α σ τ ά δ ια τή ς κο ινω ν ικ ή ς έ ξέλ ιξη ς δ έν ε ίν α ι π α ρ ά Ενα νέο κα ί δ υ ν α τό έ π ιχ ε ίρ η μ α i n i e τή ς ύ λ ι- σ τικ ή ς έξή γη σ η ς τής Ισ το ρ ία ς κα ί δ χ ι έ ν α ν τ ίο ν τη ς . Ή ά ν α κ ά λ υ ψ η α ύ τή μ β ς β οήθησ ε ν ά κ α τ α λ ά β ο υ μ ε π ο λ ύ κ α λ ύ τε ρ α τήν π ο ρ ε ία τώ ν π ρ ώ τω ν φ ά σ εω ν τοΟ κ ο ινω νικ ού ε ίν α ι, κ α θ ώ ς έπ ίσ η ς κ α ί τό ν τρ ό π ο πο ύ τό τ ε λ ευ τ α ίο α ύ τό κ α θ ώ ρ ιζε τό τε τήν κ ο ινω νικ ή νόησ η . Ή ά ν α κ ά λ υ ψ η α ύ τή 66ω σ ε μ ία έ κ τυ φ λ ω τικ ή λ ά μ ψ η σ τήν ά λ ή θ ε ια , π ώ ς ή κ ο ινω νικ ή νόη σ η κ α θ ο ρ ίζ ε τ α ι ά π ό τό κ ο ινω ν ικ ό εΤναι.
Ά λ λ ω σ τ ε α ύ τό λ έγ ε τ α ι π ερ α σ τ ικ ά . Τό κ υ ρ ιώ τε · ρο π ρ ά μ α π ο ύ π ά νω το υ π ρ έ π ε ι νά σ υ γκ εν τρ ώ σ ο υ μ ε τήν π ρ ο σ ο χ ή μ σ ς ε ίν α ι ή ύ π ό δ ε ιξ η τοΟ Μ ά ρξ π ώ ς ot σ χέσ ε ις ίδ ιο χ τη σ ία ς πού σ τη ρ ίζο ν τα ι σέ ώ ρ ισ μ έν ο β α θ μ ό ά ν ά π τ υ ξ ή ς τώ ν π α ρ α γ ω γ ικ ώ ν δ υ ν ά μ ε ω ν , 4ν- rooOvc γ ιά Β να ν ό ρ ισ μ έν ο χρ ό ν ο τήψ Ανάπτυξη αύτώ ν %&ν δυνάμβων κα ί κ α τό π ι ά ρ χ ίζ ο υ ν νά τΙς ηβδιπλώ- ψβυν. (*) Μ ’ δ λ ο πού μ ιά δο σ μ έν η κ α τ ά σ τ α σ η τώ ν
68
(·) "Ας ξαναγυρίσουμε στή δουλεία. Σ ' Εναν ώρισμένο βαθμό, β ο η θ ά ei τ ή ν ά ν ά κ τ υ ξ η ·?ών πάραγογι*
-π α ρα γω γικ ώ ν δ υ ν ά μ εω ν εΤ να ιή ο ίτ ία π ο ύ π ρ ο κ α λ ε ΐ κ α θ ο ρ ισ μ έν ες σ χέσ ε ις π α ρ ο γ ω γ ή ς κα ί Ιδ ια ίτερ α Ιδ ιο χ τη σ ία ς , ο ΐ σ χέσ ε ις α ύ τ έ ς μ ιά κα ί θ ά έ μ φ α ν ι- στοΟ ν σά συνέαβια τής αΙτίας πού ύποδκίξαμκ, Α ρχ ίζο υ ν κ ι’ α ύ τέ ς μέ τή σε<ρά το υ ς ν ά έπιδροΟ νε π ά ν ω σ* α ύ τή τήν α ίτ ια . Σ χ η μ α τ ίζ ε τ α ι Ετσι ά ν ά μ ε σ α σ τ ίς π α ρ α γ ω γ ικ έ ς δ υ ν ά μ ε ις καί τήν κο ινω νικ ή ο ίκ ο · ν ο μ ία , Ενα σ ύ σ τη μ α ά μ ο ιβ α ία ς δ ρ ά σ η ς κ ι’ ά ν τ ίδ ρ α - σ η ς. Ά π ’ τό δ λ λ ο μέρος, π ά ν ω σ τήν ο ίκ ονομ ική β ά ση ά ρ χ ίζ ε ι νά χ τ ίζ ετ α ι £»·α ό λ όκλ η ρο έπ ικ ο δ ό μ η μ α κο ινω ν ικ ώ ν σ χέσ εω ν , κ α θ ώ ς έιτίσης α ίσ θ η μ ά τ ω ν κ α ί ά ν τ ιλ ή ψ εω ν τής Τδιας φ ύ σης. Κ αί κα θ ώ ς τό έ π ικ ο δ ό μ η μ α α ύ τό ά ρ χ ίζε ι κ ι ’α ύ τό νά ευ ν ο ε ί τήν ο ίκ ονομ ική ά ν ά π τ υ ξ η , γ ιά νά τήν π εδ ικ λ ώ σ ε ι ύ σ τερ α , δη μ ιουρ - γ ε ΐτ α ι έπ ίσ η ς ά μ ο ιβ α ία δράση κ ι’ Αντίδραση ά ν ά μ ε σ α σ τό έπ ικ ο δ ό μ η μ α κα ί τή βάση . Τό γ ε γ ο ν ό ς α ύ ίό δ ια λ ύ ε ι π έρ α ώ ς π έρ α τό μυ στή ριο ΰ λ ω ν α ύ ιώ ν τώ ν φ α ιν ο μ έν ω ν π ο ύ ά π ό π ρ ώ τη μ α τ ιά φ α ίν ο ν τα ι σ ά ν & ρχοντα ι σ ' ά ν τ ίθ εσ η μέ τή θ εμ ελ ιώ δη θέση τοΟ ίστορίΗοΰ ύλισμοϋ.
Ό σ α εΙπ ώ θ η κ α ν ώ ς τώ ρ α ά π ό τού ς «κριτ ικούς» τοΟ Μ ά ρ ξ γ ιά τό δή θ εν μ ο ν ό π λ ευ ρ ο χ α ρ α χ τ ή ρ α τοΟ μ α ρ ξ ισ μ ο ύ κα ί τήν περ ιφ ρόνη σ ή του τ ά χ α γ ιά δ λ ο υ ς το ύ ς « π α ρ ά γο ν τα ς » τής κο ινω ν ικ ής έξέλ ιξη ς Ι ξ ω ά π ό τόν ο ίκ ονομ ικό π α ρ ά γ ο ν τ α , π ρ ο έ ρ χ ο ν τα ι ά π λ ώ ςκΩν δυνάμεων, άλλά κάποτε άρχίζει νά τήν έ μ π ο δ ί ζ ε ι . Ή έξαψάνισή της άπό τά πολιτισμένα Εθνη τής Δύσης εΤναι συνέπεια τής ο ί κ ο ν ο μ ι κ ή ς τ ο υ ς ά ν ά π τ υ ξ η ς. (Γιά τή δουλεία κύττα τό ένδιαφέρον Εργο τοϋ St. C ico tti: II tramonto della schiavitri, Τουρίνο 1899).
Ό J. H. Speke λέει στις *Πηγέί τοΟ Νείλου» (Παρίσι, 1865, σ. 21) Οι ι στούς νέγρους ot σκλάβοι φρονοΟνε πώς ή Απόδραση βΤναι άπαίσια καί άτιμωτική πράξη άπέναντι τοΟ κυρίου πού τούς πληρώνει μέ χρήμα. Πρέπει \ά προστέσου- με βτι οΐ σ κ λ ά β ο ι αύτοί ΘεωροΟν τή θέση τους πιό τιμή. τική άπό τοΟ μ ι σ θ ω τ ο Ο έργάτη. Παρόμοια άποψη άν- τισϊοιχεί στή φάση τής κοινωνίας «όπου ή Λ υ λ ε ία έξακο- λουθεΐ νά εΤναι π ρ ο ο δ ε υ τ ι κ ό φαινόμενο».
69
ά π ό τή μή κ α τα ν ό η σ η τοΟ ρ ό λ ου π ο ύ ό Μ ό ρ ξ κ α ί ύ 'Ε ν γ κ ε λ ς δ ίνο υ ν σ τή ν Αμοιβαία δβάση ρι* Αντί- igaan Ανάμβσα οτή <βάσιι» καί τό Λ έηιχοδόμημα .Γ ιά νά π ε ισ το ύ μ ε π ό σ ο λ ί-yo ό Μ ά ρξ κα ί ό Ε ν γ κ ε λ ς θέ λ α ν ε ν ' Α γνοή σ ου ν, λ ό γο υ χ ά ρ η τή σ π ο υ δ α ι· ό τη τα τοΟ π ο λ ιτικού π α ρ ά γ ο ν τ α , ψ τά νε ι ν ά δ ια β ά σ ο υ μ ε τ ις σ ελ ίδ ες το ΰ Κομμουνιαχιποϋ Μ ανιφέστο» Οπου γ ίν ετ α ι λ ό γ ο ς γ ιά τό κ ίνη μ α χ ε ιρ α φ έτη σ η ς τ ί|ς μ π ο υ ρ ζ ο υ α ζ ία ς . ’Ε κ ε ί λ έ γ ε τ α ι : « Τ ά ξη κ α τα π ιε ζ ό μ β - νη ά π ό τό φ εο υ δ α λ ικ ό δ εσ π ο τ ισ μ ό , ώ ιτλισ μ ένη , α ΰ - το κ υ β έρ νη τη Ενωση σ τή κ ο ινό τη τα , έδώ λ εύ τε ρ η κο ινο τ ικ ή δ η μ ο κ ρ α τ ία , έ κ ε ΐ τρ ίτη τά ξη π ο ύ π λ η ρ ώ νε ι χ α ρ ά τ σ ι σ τή μ ο ν α ρ χ ία , κ α τό π ι κ α τά τή χ ε ιρ ο τεχ ν ικ ή π ερ ίο δ ο ά ν τ ίβ α ρ ο τώ ν εύ γ ε ν ώ ν σ τ ις σ υ ν τ α γ μ α τ ικ έ ς ή τΙς ά π ό λ υ τ ε ς μ ο ν α ρ χ ίε ς , ά κ ρ ο γ ω ν ια ίο ς λ ίθ ο ς τώ ν μ ε γ ά λ ω ν μ ο ν α ρ χ ιώ ν , ή ά σ τ ικ ή τά ξ η μ ετά τή δη μ ιο υ ρ γ ία τής μ ε γ ά λ η ς β ιο μ η χ α ν ία ς κα ί τής π α γ κ ό σ μ ια ς ά γ ο ρ β ς κ α τέλ α β ε τελ ικ ά τήν Α π ο κ λ ε ισ τ ικ ή π ο λ ιτ ικ ή έξουσ ία μ έσ α α τό ν εό τ ερ ο Α ν τ ιπ ρ ο σ ω π ευ τ ικ ό κ ρ ά το ς. ‘Η ν εώ τερ η κυβέρνησ η δέν ε ίν α ι π α ρ ά μ ιά διο ικητική έπ ιτ ρ ο κ ή τώ ν κ ο ινώ ν ύ π ο θ έσ εω ν τής ά σ τ ικ ή ς τά ξη ς» .
Ή σ π ο υ δ α ιό τη τα τοΟ π ο λ ιτ ικ ο ύ « π α ρ ά γ ο ν τ α » φ α ίν ε τ α ι έδώ ά ρ κ ε τά κ α θα ρ ά , μερ ικο ί «κριτικοί» θά μ π ο ρ ο ύ σ α ν νά τήν βροΟν μ ά λ ισ τα ύπερβολική.^"Ο μω ς ή κ α τ α γ ω γ ή κα ί ή δύ ν α μ η αύτοΟ τοΟ π α ρ ά γ ο ν τ α * κ α θ ώ ς κ ι’ ό τρ ό π ο ς π ο ύ ά σ κ ε ΐ τή δ ρ ά σ η του σέ κ ά θ ε δ εδ ο μ ένη π ερ ίο δ ο τής ά ν ά π τ υ ξ ή ς τής ά σ τ ικ ή ς κ ο ιν ω ν ία ς έξηγοΟ ντα ι κ ι’ α ύ τέ ς σ τό Μ ανιφέστο ά π ό τήν π ο ρ ε ία τής ο ίκ ονομ ικής ά ν ά π τ υ ξ ή ς κα ί κ α τά σ υ ν έ π ε ια ή notHikla τών «παραγόντων» S i β λ ά φ ιιι ok xlno ta τήν ένότηια τής Αρχικής αίτιας.
ΕΤναι ά να μ ψ ισ β ή τη το δ τ ι οί π ο λ ιτ ικ έ ς σ χέσ ε ις έπ ιδροΟ νε π ά ν ω σ τή ν ο ίκ ονομ ική κ ίνησ ι, μ ά ε ίν α ι έπ ίσ η ς ά ν α μ ι^ β ή τ η τ ο , δχι η ρ ϊν i m δράσουν η ά ν α σ ' αύτή τήν κίνηση, δ^μ ιο νργή ^η χαν Α π ' αύτή.
70
Τ ό Τδιο π ρ έπ ε ι νά ποΟ με κ α ί γ ιά τή ψ νχιπ ή κ α τ ά σ τ α σ η τοΟ κοινω νικοΟ ά ν θ ρ ώ π ο υ , π ο ύ 6 S ta m m le r ό ν ο μ ά ζε ι κ α τά Ενα κ ά π ω ς μ ο ν ό π λ ευ ρ ο τρ ό π ο χοινω- τίΜ&ς Ιδέβς. Τ ό Μ ανιφέστο ά π ο δ ε ίχ ν ε ι ά δ ια φ ιλ ο ν ί- κη τα , π ώ ς οΐ σ υ γ γ ρ α φ ε ίς το υ ε ίχ α ν π ο λ ύ κ α λ ά κ α τ α λ ά β ε ι τήν ά ξ ια τοΟ Ιδεο λ ο γ ικ ο ύ π α ρ ά γ ο ν τ α . Ά λ λ ά β λ έπ ο μ ε σ ύ μ φ ω να μ ’ α ύ τό τό Μ ανιφέαχο π ώ ς &ν ό Ιδ εο λ ο γ ικ ό ς « π α ρ ά γ ο ν τ α ς » π α ίζ ε ι Ενα σ π ο υ δ α ίο ρό λ ο σ τήν ά ν ά π τ υ ξ η τή ς Κ ο ινω ν ία ς , h i ' αύ ζό ς έηίαης Ιχε ι Λημιονργη^βϊ προηγούμενα Λη αύίή τήν άνάπιυξιι.
«“Ο τ α ν ό Α ρ χ α ίο ς κό σ μ ο ς Ε φτασε σ τό σ η μ ε ίο τή ς κ α τα σ τ ρ ο φ ή ς του , οΐ ά ρ χ α ΐε ς θ ρ η σ κ ε ίες νικήθη- κ α ν ά π ό τήν χ ρ ισ τ ια ν ικ ή θ ρ ή σ κ ε 'α . Ό τ α ν ο ί χ ρ ισ τ ια ν ικ έ ς ιδ έες ύ π ο κ ύ ψ α ν ε μ π ρ ο σ τά σ τίς π ρ ο ο δ ευ τικ ές ιδ έε ς τοΟ XVIII α ιώ ν α , ή φ εο υ δ α λ ικ ή κο ινω ν ία ρ ίχ ν ο ν τ α ν σ ’ Εναν ά γ ώ ν α μ έχρ ι θ α ν ά τ ο υ έ ν ά ν τ ια σ τή τό τε έ π α ν α σ τ α τ ικ ή μ π ο υ ρ ζο υ α ζ ία » . Ά λ λ ά σ τή π ερ ίπ τω σ η ·πού μ β ς Ε νδιαφέρει, τό τ ε λ ε υ τ α ίο κ εφ ά λ α ιο τοΟ Μ ανιφέστου ε ίν α ι ά κ ό μ α πιό πε ισ τικ ό . ΟΙ σ υ γ γ ρ α φ ε ίς το υ λ έν ε έκ ε ΐ π ώ ς οΐ ιδ εο λ ο γ ικ ο ί το υ ς σ ύντροφ ο ι π ρ ο σ π α θ ο ύ ν νά έν τ υ π ώ σ ο υ ν σ το ύ ς έ ρ γ ά τ ε ς Οσο μ π ο ρ ο ύ ν π ιό κ α θ α ρ ά , τήν σ υνε ίδη σ η τοΟ ά ν τα γω ν ισ μ ο Ο πο ύ ύ π ά ρ χ ε ι ά ν ά μ ε σ α σ τά σ υμ φ έρ ο ντα τής μ π ο υ ρ ζ ο υ α ζ ία ς κα ί τά σ υ μ φ έρ ο ν τα τοΟ π ρ ο λ ε τα ρ ιά τ ο υ . Ό κ α θ έν α ς κ α τ α λ α β α ίν ε ι π ώ ς Οπ ο ιο ς 6έ δ ίνε ι σ η μ α σ ία σ τό ν Ιδεο λ ο γ ικ ό « π α ρ ά γ ο ν τα » δ έν Εχει κ α ν έ ν α λ ό γ ο ν ά π ρ ο σ π α θ ε ί νά κ ά νη σ υ ν ε ιδη τό κ ά τ ι, ά δ ιά φ ο ρ ο σέ π ο ιά κ ο ινω νικ ή ό μ ά δ α .
71
Α ν α φ έ ρ ο υ μ ε κ α τ ά π ρ ο τ ίμ η σ η τό Μ α ν ιφ έσ το ά π ό ά λ λ α γ ρ α φ τ ά τοΟ Μ ά ρ ξ κα ί τοΟ 'Ε ν γ κ ε λ ς , γ ια τ ί ά ν ά γ ε τ α ι σ τή ν π ρ ώ τη έκείνη έπ ο χ ή τή ς δ ρ ά σ η ς το υ ς , δ π ο υ , Οπως τό β εβ α ιώ ν ο υ ν μερ ικ ο ί ά π ό το ύ ς « κ ρ ιτ ι
κούς» του ς, κ α τ α λ ά β α ιν α ν τΙς σ χέσ ε ις πο ύ ό π ά ρ - χ 6 0 ν ά ν ά μ ε σ α σ το ύ ς δ ιά φ ο ρ ο υ ς π α ρ ά γ ο ν τ ε ς τής κ ο ινω ν ικ ή ς ά ν ά π τ υ ξ η ς μ ’ Ε ναν έξα ιρ ετ ικ ό « μ ο νό π λ ευ ρ ο » τρ ό π ο Β λ έπ ο υ μ ε κ α θ α ρ ά π ώ ς κα ί σέ κ ε ίνη τήν έπ ο χ ή , ό Μ ά ρ ξ κ ι’ ό Έ ν γ κ ε λ ς δ ια κ ρ ίν ο ν τα ι 6 χ ι γ ιά Ενα «μονόπλευρο τρόαο» κ α ν α ν ό η σ η ς τώ ν ιφ α γ μ ά ι ω ν , ά λ λ ά μ ό νον γ ιά μ ιά τά σ η π ρ ό ς τόν μ ο νισ μ ό , γ ιά μ ιά ά π ο σ τρ ο φ ή π ρ ό ς τό ν έκ λ εκ τ ικ ισ μ ό , π ο ύ φ α ν ερ ώ νετα ι τόσ ο κ α θ α ρ ά σ τ ίς π α ρ α τη ρ ή σ ε ις τώ ν κ υ ρ ίω ν «κριτικώ ν».
Σ υ χ ν ά ά ν α φ έ ρ ο ν τ α ι σέ δυ ό γ ρ ά μ μ α τ α τοΟ "Ε ν- γ κ ε λ ς , δ η μ ο σ ιευ μ ένα στή S o z ia lis tisch e r A k ad em ik e r κ α ί γ ρ α μ μ έ ν α τό Ενα τό 1890 κα ί τό ά λ λ ο σ τά 1894. Ό κ. Μ π ε ρ σ τά ΐν ά ο π ά χ τ η κ ε μέ χ α ρ ά ά π ό τά θυ ό α ύ τ ά γ ρ ά μ μ α τ α πού τό π ερ ιεχ ό μ εν ό του ς ά π ο - τελοΟ σε τ ά χ α τ ε ς μ ιά κ α θ α ρ ή μ α ρ τυ ρ ία τή ς έξέλ ιξη ς π ο ύ θά σ υ ν τελο Ο ντα ν σ τίς γνώ μ εςτοΟ φ ίλ ου κα ί σ υ ν ερ γ ά τη τοΟ Μ ά ρ ξ. Κ ι’ Ε β γα λ ε ά π ό α ύ τ ά δυ ό ά π ο - σ π ά σ μ σ τ α κ α τά τήν γνώ μ η το υ τά π ιό π ε ισ τ ικ ά ,π ο ύ ν ο μ ίζο υ μ ε ά ν α γ κ α ΐο νά δη μ ο σ ιεύ σ ο υ μ ε έδώ , γ ια τ ί ά π ο δ ε ίχ ν ο υ ν έν τ ελ ώ ς τό ά ν τ ίθ ε το ά π ό κ ε ίν ο π ο ύ θέλ η σ ε νά ά π ο δ ε ίξ ε ι ό Μ π ε ρ σ ιά ϊν .
Ν ά τό π ρ ώ το ά π ό τά ά π ο σ π ά σ μ α ια α ύ τ ά : c 'Y - π ά ρ χο υ ν κ α τά σ υ ν έ π ε ια ά ν α ρ ίθ μ η τες δ υ ν ά μ ε ις π ο ύ δ ια σ τα υ ρ ώ ν ο ν τα ι, Α τέλ ειω το ς ά ρ ιθ μ ό ς ά π ό π α ρ α λ λ η λ ό γ ρ α μ μ α δ υ ν ά μ εω ν πού δ ίνο υ ν μ ιά αυνιοταμένη, τό Ισ τορ ικό γ ε γ ο ν ό ς , π ο ύ μ π ο ρ ε ΐ μέ τή σ ε ιρ ά του ν ά θ εω ρ η θ ε ί σ ά ν τό π ρ ο ϊό ν μ ιβ ς δ ύ ν α μ η ς πο ύ ένερ- Υέΐ σ ά ν Ενα 8λο , χω ρ ίς σ υνείδη σ η οΟτε θέληση . Γ ια τ ί α ύ ιό πού θέλ ει κ ά θε μ ιά χω ρ ισ τά , έ μ π ο δ ίζε - τα ι ά π ό Ολες τ(ς ά λ λ ε ς , κ ι’ α ύ τό πού β γ α ίν ε ι ε ίν α ι κ ά τ ι πο ύ κ α μ μ ιά δ έν τό θέλ ησ ε» . (Γ ρ ά μ μ α του 1890).
Κ αί ν ά τώ ρ α τό & λλο ά π ό σ π α σ μ α : «‘Η νομική, φ ιλοσοφ ικ ή , λ ο γο τ εχ ν ικ ή , κ α λ λ ιτ ε χ ν ικ ή κ .λ .π . ά ν ά - ιττυξη, Σ τη ρ ίζε τα ι π ά ν ω σ τή ν ο ίκ ονομ ική ά ν ά π τ υ ξ η . Μ ά β λ ες άντιδροΟ ν μ α ζ ύ κα ί χ ω ρ ισ τά ή μ ιά π ά
72
νω σ τή ν ά λ λ η κ α ί π ά ν ω σ τή ν ο ίκ ονομ ική βάση» ( γ ρ ά μ μ α τοΟ 1894).
Ό κ .Μ π ε ρ α τά ΐν βρήκε π ώ ς « α ύ τό χ τ υ π ά ε ι κ ά π ω ς δ ια φ ο ρ ετ ικ ά » ά π ό τόν Πρόλογο τής Κ ριτικής τής Π ολιτικής ΟΙκονομίας, π ο ύ σ ημειώ νει τόν σ ύνδεσ μ ο ά ν ά μ ε σ α σ τήν ο ίκ ονομ ική «βάση» κα ί τό «έποικοδό- μη μ α » π ο ύ σ τη ρ ίζε τα ι π ά ν ω σ τήν τ ε λ ευ τ α ία . Μ ά γ ια τ ί λ ο ιπ ό ν « δ ια φ ο ρ ετ ικ ά » ; Τό π ά ρ α π ά ν ω άπ ό - σ π α σ μ α δέν κά νει ά λ λ ο σ τή ν π ρ α γ μ α τ ικ ό τ η τ α π α ρ ά ν ά έ π α ν α λ α β α ίν ε ι α ύ τό πο ύ λ έγ ε τ α ι σ τό ν π ρ ό λ ο γ ο γ ιά τό ν ό π ο ιο ν γ ίν ετ α ι λ ό γο ς . Ή π ο λ ιπ κ ή δ π ω ς κ α ί κ ά θ ε ά λ λ η ά ν ά π τ υ ξ η σ τη ρ ίζε τα ι π ά ν ω σ τήν ο ικ ονομ ική ά ν ά π τ υ ξ η . ΕΤναι φ α ν ερό π ώ ς ό κ. Μ περν- σ τά 'ίν κ α τ ά λ α β ε ό Τδιος κ ά π ω ς δ ια φ ο ρ ετ ικ ά τόν π ρ ό λ ο γ ο τής Κ ριτικής, δ η λ α δ ή μέ τήν Ε ννοια δτ ι τό κ ο ινω ν ικ ό κ α ί Ιδεο λ ο γ ικ ό έπ ο ικ ο δ ό μ η μ α πο ύ ύψώ - ν ετ α ι π ά ν ω σ τή ν «ο ικ ονομ ική βάση » δέν ά σ κ ε ΐ κ α μ μ ία ν έπ ίδ ρ α σ η π ά ν ω τ η ς .Ά λ λ ά ξέρ ο υμ ε κ ι’δ λ α ς π ώ ς δ έν ύ π ά ρ χ ε ι μ εγ α λ ύ τε ρ η π λ ά ν η ά π ό Εναν τ έ το ιο τρ ό π ο κ α τα ν ό η σ ή ς τής σ κέψ ης τοΟ Μ άρξ. ΚΓ α ύ τ ο ί ά κ ό μ α π ο ύ ά κ ο λ ο ύ θ η σ α ν ά π ό κ ο ν τά τις «κρ ιτ ικ ές» π ρ ο σ π ά θ ε ιες τοΟ κ. Μ π ε ρ σ τά ίν , δέν μ π ό ρ ε σ α ν ν ά μήν σ η κώ σ ουν το ύ ς ώ μ ο υ ς β λ έ π ο ν τ α ς π ώ ς ό ά ν θ ρ ω π ο ς πο ύ εΤχε έ π ιχ ε ιρ ή σ ε ι ά λ λ ο τ ε ν ά έκ λ α ϊ- κεύ σει τή δ ιδ α σ κ α λ ία τοΟ Μ ά ρ ξ , δέν Εκανε τόν κ ό π ο ή Α κριβέσ τερα , δ ε ίχ τ η κ ε ά ν ίκ α νο ς ν ά κ α τ α λ ά β ε ι π ρ ο η γ ο ύ μ ενα α ύ τή τή δ ιδ α σ κ α λ ία .
Σ τ ό δεύ τερ ο ά π ό τά γ ρ ά μ μ α τ α πού ά ν α φ έ ρ ο ν τ α ι ά π ό τόν κ. Μ π ε ρ ν σ τ ά ίν , ύ π ά ρ χ ο υ ν γ ιά τήν ά π ο σ α - φήνηση τής ού σ ιώ δο υ ς Ε ννο ιας τής Ιστορ ικής θ ε ω ρ ία ς τοΟ Μ ά ρ ξ κα ί τοΟ " Ε ν γ κ ελ ς , ϊσ ω ς π ο λ ύ π ιό σ η μ α ν τ ικ ά ά π ο σ π ά σ μ α τ α , ά π ό τ ις γ ρ α μ μ έ ς πού τ ό σ ο κ α κ ά κ α τ ά λ α β ε ό κ. Μ π ερ σ τά 'ίν κα ί πο ύ ά ν α - δ η μ ο σ ιεύ σ α μ ε π ιό π ά ν ω . “Ε ν α ά π ό τά ά π ο σ π ά σ μ α τ α α ΰ τ ά δ ια τ υ π ώ ν ε τ α ι μ ’ α ύ τ ά 'τ ά λ ό γ ια : «Δ έν ύ - π ά ρ χ ε ι λ ο ιπ ό ν Ενα α ύ τ ό μ α τ ο ά π ο τ έ λ ε σ μ α τής οίκο-
73
νομ ικ ή ς κ α τά σ τ α σ η ς , δ π ω ς θ έλ ο υ ν ν ά τό φ α ν τ ά ζ ο ν τ α ι ά π ό εύ κ ο λ ία μερ ικο ί. Ε ίν α ι ο( Α νθρω πο ι π ο ύ κ ά ν ο υ ν ο ί Τδιοι τήν Ισ το ρ ία του ς, μ έ σ α σ ’ Ενα δ ε δ ο μ έν ο δμ ω ς π ε ρ ιβ ά λ λ ο ν π ο ύ το ύ ς έ ξ σ ρ τ ά ε ι (in e in em g eg e b e n e u , sie b ed in g en d en M ilieu), σ ι ή β άση δε δ ο μ έ ν ω ν π ρ α γ μ α τ ικ ώ ν σ χέ σ ε ω ν . Ά ν ά μ ε σ α σ τ ίς τ ε λ ε υ τ α ίε ς α ύ τ έ ς , ot ο ίκ ονομ ικές σ χέσ ε ις , δσ ο Ισ χ υ ρή κι* Αν ε ίν α ι ή έ π ίδ ρ α σ η π ο ύ ά σ κ ε ϊτ α ι π ά ν ω το υ ς ά π ό τΙς Α λλες σ χέσ ε ις π ο λ ιτ ικ ή ς κα ι Ιδ εο λ ο γ ικ ή ς φ ύ σ ης, ε ίν α ι ώ ς τόσ ο α ύ τέ ς π ο ύ ή δ ρ ά σ η το υ ς εΤναι τ ελ ικ ά ά π ο φ α σ ισ τ ικ ή κα ί π ο ύ ά π ο τελο Ο ν τό κα θο- Β η γη π κ ό νή μ α γ ιά τήν κ α τα ν ό η σ η όλ ό κ λ η ρ ο υ τοΟ σ υ σ τή μ α το ς» .
Ά ν ά μ ε σ α σ ' α ύ το ύ ς πο ύ έξηγοΟ νε τήν ισ τορ ική δ ιδ α σ κ α λ ία τοΟ Μ ά ρ ξ κα ί τοΟ " Ε ν γ κ ελ ς μέ τήν Ενν ο ια δτ ι « ύ π ά ρ χ ε ι ένα α ύ ιό μ α τ ο Α π ο τέλ εσ μ α τή ς ο ίκ ονομ ικής κ α τά σ τ α σ η ς » , β ρ ίσ κ ο ν τ α ν έπ ίσ η ς δ π ω ς τό β λ έπ ο υ μ ε τώ ρ α κ α ί ό κύρ ιος Μ π ε ρ σ τ ά ϊν ,τ ή ν έ π ο - χή π ο ύ ή τα ν ά κ ό μ ο « ό ρ θ ό δ ο ξ ο ς» ’ ά ν ά μ ε σ α σ ’ α ύ τού ς π ρ έπ ε ι ν ά κ α τα τά ξ ο υ μ ε έπ ίσ η ς Εναν ά ρ ιθ μ ό ά π ό «κριτ ικούς» τοΟ Μ ά ρ ξ π ο ύ κ α ν α ν δ π ισ θ εν « ά π ό τό μ α ρ ξ ισ μ ό σ τό ν Ιδεα λ ισ μ ό » . Τ ά β α θ ε ιά α ύ τ ά π ν ε ύ μ α τ α π α ρ ο υ σ ιά ζ ο υ ν μ ε γ ά λ η έ π ά ρ κ ε ια δ τ α ν ά π ο κ α λ ύ π τ ο υ ν ε κα ί δ ε ίχ ν ο υ ν σ τά « μ ο ν ό π λ ευ ρ α » π ν ε ύ μ α τ α σ ά ν τό Μ ά ρ ξ κα ί τόν " Ε ν γ κ ελ ς δτ ι ή Ισ τ ο ρ ία γ ίν ε τ α ι ά π ό το ύ ς ά ν θ ρ ώ π ο υ ς κ α ί δ χ ι ά π ό τήν α ύ το μ α τ ικ ή κίνηση τής ο ίκ ο νο μ ία ς . Π έρνουν Ετσι κ α ί δ ίνο υ ν π ρ ο σ φ ο ρ ά σ τό Μ ά ρξ ά π ό τ ά δ ικ ά του κα ί δέν ύ π ο π τ εύ ο ν τα ι κ ά ν μ έσ α σ τή ν ά π ίσ τε υ τη Α φέλ ε ιά το υ ς δ τ ι ό Μ άβξ ηο ύ «κρ ιτικάρουν» δέν Εχει Εξω ά π ό τ δ ν ο μ α ,τ ίπ ο τ α κο ινό μέ τό ν ά λ η θ ινό Μ ά ρ ξ , άφοΟ δέν ε ίν α ι Α λλο ά π ό τό δ η μ ιο ύ ρ γη μ α τής άνι- κ α νό τη τ ά ς το υ ς ν ά κ α τ α λ ά β ο υ ν , ποΟ ναι σ ' α ύ το ύ ς π ρ α γ μ α τ ικ ά « π ο λ ύ π λ ευ ρ η » . Ε ίν α ι φ υ σ ικ ό τ έ τ ιο υ ε ϊδ ο υ ς «κριτ ικο Ι»νά ε ίν α ι ό λ ό τ ε λ α ά ν ίκ α ν ο ι ν ά «σ υ μ π λη ρ ώ σ ο υν » κα ί νά «δ ιορθώ σουν» δ τ ι δ ή π ο τε σ τό ν
.74
Ισ τ ο ρ κ ό ύ λ ισ μ ό . Γ ια υ τό δέν θ ά ά π ο σ χο λ η θ ο Ο μ ε π ιά μ ' α ύ ιο ύ ς , π ρ ο τ ιμ ώ ν τα ς ν ά κ α τ α π ια σ τ ο ύ μ ε μέ κ ε ίν ο υ ς π ο ύ β ά λ α ν ε τΙς β ά σ ε ις α ύ ιή ς τής θ εω ρ ία ς .
"Ε χει έ ξ σ ιρ ε ι ικ ό ένδ ια ψ έρ ο ν ά π α ρ α τη ρ ή σ ο υ μ ε π ώ ς δ τ α ν ό " Ε ν γ κ ελ ς ,κ α ι λ ίγ ο πρ ίν τό θ ά ν α τ ό του , ά π ο σ τ ρ ε φ ό τ α ν ε τό ν « α ύ τό μ α το » τ ρ ό π ο ά ντίλ η ψ η ς τής Ιστορ ικής δρ ά σ η ς τή ς ο ίκ ο νο μ ία ς δέν Εχανε άλλο άπό *ό r d 6παναλαμβάνει — σ χεδ ό ν μέ τά ίδ ια λ ό γ ια — καί νά σχολιάζει αΰτά πο ύ είχε ήδη γράψ ει Λ Μάρξ στά 1 8 4 5 στήν τρίτη του ΰ·έοη γιά τόνΦ όϋερμπαχ n o t Α ναδημοσιεύτηκε άπό μάς m b π ά νω .Ό Μ ά ρ ξ κ α τ η γ ο ρ ο ύ σ ε τό ν π α λ η ό τε ρ ο ύ λ ισ μ ό γ ια τ ί ε ί χ ε ξ ε χ ά σ ε ιπ ώ ς « δ ν ά π ό τ ό ν α μ έρος οΐ ά ν θ ρ ω π ο ι ε ίν α ι π ρ ο ϊό ν τοΟ π ε ρ ιβ ά λ λ ο ν το ς , τό π ε ρ ιβ ά λ λ ο ν α ύ τό ά π ό τ ’ ά λ λ ο μ έρος μ ε τ α β ά λ λ ετ α ι ά κ ρ ιβώ ς ά π ό τού ς ά ν θ ρ ώ π ο υ ς» . Κ αθήκ ον τοΟ ύλισμοΟ σ τή ν π ερ ιο χή τής Ισ το ρ ία ς κ α τ ά τό ν Μ ά ρ ξ ή τα ν ε κ α τ ά σ υ ν έ π ε ια ν ά έξη γή σ ε ι ά κ ρ ιβώ ς μ i m b τρόπο xb «περιβάλλον» μπορεΧ νά μεταβληΦεΖ άπb τους άνφρώ πονς που εΐναι χ ι α ύ το ί π ρ ο ϊό ν αύτοϋ τοΰ περιβάλλοντος. Κ’ εδρ ισ κε τή λ ύσ η αύτοΟ τοΟ π ρ ο β λ ή μ α το ς δ ε ίχ ν ο ν τ α ς τις σ χέσ ε ις π α ρ α γ ω γ ή ς π σ ύ δ η μ ιουργοΟ ντα ι κ ά τω ά π ό τή κυριάρ- χ ΐσ δ ρ ω ν , ά ν ε ξ ά ρ τη τω ν ά π ό τήν ά ν θ ρ ώ π ιν η θ έλ η ση. ΟΙ σ χέσ ε ις π α ρ α γ ω γ ή ς ε ίν α ι οί σχίσεις π ο ύ δη · μ ιου ργοΟ ντα ι Ανάμεσα στοϋς άνΰρώ πους σ τή κ ο ινω ν ική λ ε ιτ ο υ ρ γ ία τής π α ρ α γ ω γ ή ς . Τ ό ν ά ποΟμε δτ ι οί σχέσεις παραγω γής μεταβάλλονται, ε ίν α ι σ ά ν ά λ έμ ε δτ ι μ ε τ α β ά λ λ ο ν τ α ι οί σ χέσ ε ις πο ύ ύ π ά ρ χ ο υ ν ά ν ά μ ε σ α σ το ύ ς ά ν θ ρ ώ π ο υ ς σ ’ α ύ τή τή λ ειτο υ ρ γ ία . Ή ά λ λ α γ ή α ύ τώ ν τώ ν σ χέσ εω ν δ έν μπορεΤ νά γίνει « α ύ τό μ α τα » , δη λ α δ ή άνεξάρτητα άπό τήν άνάρώ πινη δράση, γ ια τ ί οί σ χέσ ε ις a ύιkς εΐναι άπό κείνες π ο ϊ δημιουργοΟνται Ανάμεσα ατούς άν&ρώπους μέσα στή λειτουργία τής δράσης τους.
Ά λ λ ά ο ί σ χέσ ε ις α ύ τέ ς μποροΟ ν ν ά μ ε τα β λ η · θοΟ ν— κ α ί π ρ α γ μ α τ ικ ά μ ε τ α β ά λ λ ο ν τ α ι π ο λ ύ σ υ χ ν ά —
75
π ρ ό ς μ ιά ν έ ν τ ελ ώ ς δ ια φ ο ρ ετ ικ ή κ α τεύ θ υ νσ η ά π ’δ τ ι ΦάΦβλαν ο ί Α νθρω πο ι ν ά τΙς μ ε τα β ά λ λ ο υ ν . Ό χ α ρ ά - χ τ ή ρ α ς τής «ο ικ ονομ ικής δ ιά ρ θ ρ ω σ η ς» κα ί ή ίν ν ο ια μέ τήν ό π ο ία μ ε τ α β ά λ λ ε τ α ι α ύ τ ό ς ό χ α ρ α χ τ ή ρ α ς , δ έ ν έξαρτιοΟ ντα ι ά π ό τή ν ά ν θ ρ ώ π ιν η θέλ η σ η , ά λ λ ά ά π ό τήν κ α τ ά σ τ α σ η τώ ν π α ρ α γ ω γ ικ ώ ν δ υ ν ά μ ε ω ν κα ί ά π ' α ύ τή τή φύση τώ ν ά λ λ α γ ώ ν π ο ύ π α ρ ά γ ο ν - χα ι σ τ ίς σ χέσ ε ις π α ρ α γ ω γ ή ς κα ί π ο ύ γ ίν ο ν τ α ι ά ν α γ - κ α ΐε ς σ τή ν κ ο ινω ν ία , έ ξ α ιτ ία ς τής ά ν ά π τ υ ξ ή ς α ύ τώ ν τώ ν δυ ν ά μ εω ν . Ό Ε ν γ κ ε λ ς τό έ ξ η γ ε ϊ α ύ τό μέ τά π α ρ α -κ ά τ ω λ ό γ ια : <01 ά ν θ ρ ω π ο ι κά νο υ ν οΐ ίδ ιο ι τήν (σ τορ ία το υ ς, μά ώ ς τά τώ ρ α ά κ ό μ α κα ί σ τ ίς π ιό σ υ γκ ρ ο τη μ έν ες κ ο ινω νίες δέν τή κ ά ν α ν ε μέ μ ιά σ υν ο λ ικ ή θέλ η σ η οΟτε σ ύμ φ ω να μ ’ Ενα γ εν ικ ό σ χ έ δ ιο . ΟΙ έπ ιθ υ μ ίες του ς δ ^ εσ τα υ ρ ώ ν ω ν τα ι κι* ά κ ρ ιβώ ς y i’ α ύ τό σ ' δ λ ε ς α ύ τ έ ς τ ις κο ινω ν ίες β α σ ιλ εύ ε ι ή Αναγκαιότητα, π ο ύ ή πλ ή ρ ω σ η της κ α ί ή μορφή μέ τή ν ό π ο ία έκ δ η λ ώ νετα ι ε ίν α ι ή τύ χη » . Ή ά ν θ ρ ώ π ινη δ ρ ά σ η ό ρ ίζε τα ι έδ ώ δ χ ι σ ά ν έλεό θερ η δράσ η , μ ά σ ά ν Αναγκαία δ ρ ά σ η ,δηλ. σύμφωνα μ έ νόμους κ α ί πο ύ ν ά μηορέΐ νά γίνει τό άνιικβίμβνο μι&ς έπ ιαιημο- νικής μ ίλέτης. Έ τ σ ι λ ο ιπ ό ν ό Ισ τορ ικός ύ λ ισ μ ό ς έπ ιμ έν ο ν τα ς σ τα θ ε ρ ά σ τή ν ά π ο ψ η δτ ι τό π ερ ιβ ά λ ο ν μ ε τ α β ά λ λ ετ α ι ά π ό το ύ ς ά ν θ ρ ώ π ο υ ς , δίνε ι τ α υ τ ό χ ρ ο ν α γ ιά π ρ ώ τη φ ορά τό μέσ ο έξέτασι/ς τής πορβίας αύτής τής μεταβολής Λαό τήν Αποψη χής έπ ια ιήμης. Κ αί ν ά γ ια τ ί έ χ ο υ μ ε δίκηο δ τ α ν λ έμ ε δτ ι ή ύ λ ισ τικ ή έξή γη σ η τή ς Ισ τ ο ρ ία ς π ροσ φ έρει τά ά π α ρ α ΐτ η τ α ηρολεγόμενa ok πάΦβ κοινω νιολογική Φεωρία ηο ύ Αξιώνει τόν τίτλο τής έπ ισ ιήμης
Α ύ τό ε ίν α ι τόσ ο ά λ η θ ιν ό ώ σ τε ά π ό δ ώ κα ί μ π ρός κ ά θ ε μ ελ έτη ό π ο ια σ δ ή π ο τε π λ ε υ ρ ά ς τή ς κο ινω νικ ή ς ζω ή ς θ ά ά π ο χ τ ά ε ι έα ια ιημονική άξία σ τό μ έτρ ο π ο ύ θ ά π λ η σ ιά ζ ε ι τήν ύλιστική έ ξή γη σ η τοΟ θ έ μ α τό ς τη ς . Κ αί π α ρ ά τή περ ίφ η μ η « ά ν ά σ τα σ η τοΟ « Ιδεα λ ισ μ ο ύ » σ τή κ ο ιν ω ν ιο λ ο γ ία ,μ ιά τ έ το ια έξή γη σ η γ ίν ε τ α ι δ λ ο έ -
76
ν α κα ί π ιό Ε π ε ίγο υ σ α έκ ε ΐ δ π ο υ ot σ οφ ο ί δέν π α ρ α δ ίν ο ν τ α ι σέ έπ ικ ο δ ο μ η τικ ο ό ς σ το χ α σ μ ο ύ ς κα ί σ έ μ ε γ α λ ό σ τ ο μ α λ ό γ ια γ ιά τό « Ιδα νικ ό» , μ ά Α ν α λ α β α ίν ο υ ν τήν ύ π ο χ ρ έω σ η ν ά ά π ο κ α λ ύ ψ ο υ ν τόν α ΐι ι- ώ δ η δεσ μ ό πο ύ ύ π ά ρ χ ε ι ά ν ά μ ε σ α σ τά φ α ινό μ εν α . Ά ν θ ρ ω π ο ι σ ήμ ερα π ο ύ δ χ ι μ όνον δέν ε ίν ε δ π α δ ο ί τής ύ λ ισ τ ικ ή ς Α ντίληψ ης τής Ισ το ρ ία ς , μ ά δ έν Εχουν κΑν τή π α ρ α μ ικ ρ ή (δέα γ ι ' α ύ τή , Α π ο δ ε ίχ ν ο ν τα ι ύ λ ισ τέ ς σ τ ίς Ισ τορ ικές του ς Ερευνες. Κ αί τότβ ή Α γνο ιά το υ ς γ ιά τήν ύ λ ισ τικ ή ά ν τ ίλ η ψ η τής Ισ το ρ ία ς , ή ή έ να ν τ ίο ν της π ρ ο κ α τά λ η ψ ή το υ ς , έμ π ο δ ί- ζ ο ν τ ά ς του ς νά τή κ α τ α λ ά β ο υ ν ε κ α λ ά άπ* δ λ ες της τΙς π λ ευ ρ ές το ύ ς φ έρνει π ρ α γ μ α τ ικ ά σ* α ύ τό πού π ρ έ π ε ι νά ό ν ο μ ά ο ο υ μ ε μ ο ν ό π λ ευ ρ ες κ α ί σ τεν έ ς Αντ ιλ ή ψ ε ις .
XI
Ν ά Ενα π α ρ ά δ ε ιγ μ α . Έ δ ώ κα ί δ έκ α χ ρ ό ν ια ό δ ιά σ η μ ο ς γ ά λ λ ο ς Ε π ισ τή μ ο να ς A lfred E sp in a s—Ας τό ποΟ με π ε ρ α σ τ ικ ά ,μ ε γ ά λ ο ς ά ν τ ίπ α λ ο ς τώ ν σ η μ ερ ινώ ν σ ο σ ια λ ισ τ ώ ν —δη μ οσ ίευ ε τΙς ’A flzis χής Τεχνολογίας « κ ο ινω ν ιο λ ο γ ικ ή μ ελ έτη » έ ξ α ιρ ε τ ικ ά έ ν δ ια φ έρ ο υ σ α τ ο ύ λ ά χ ισ τ ο γ ιά τήν Ιδέα π ο ύ Α να πτύ σ σ ε ι. Ξ ε κ ιν ώ ν τ α ς Από τήν κα θα 'ρά ύ λ ισ τ ικ ή α ύ τή θέσ η π ώ ς σ τή ν Ισ το ρ ία τή ς ά ν θ ρ ω π ό τη τα ς ή ηαύξη π ρ ο η γ ε ίτ α ι π ά ν τ ο τ ε τής Φβωρίας, έξε τά ζ ε ι σ τό Εργο του τήν έ π ίδ ρ α σ η τής νβχνιηής π ά ν ω σ τή ν ά ν ά π τ υ ξ η τής Ιδεολογίας, δη λ α δ ή τή ς θ ρ η σ κ ε ία ς κα ί τής φ ιλ ο σ ο φ ία ς σ τή ν ά ρ χ α ία 'Ε λ λ ά δ α . Ά π ’ α ύ τό φ τά ν ε ι σ τό σ υ μ π έ ρ α σ μ α π ώ ς σέ κ ά θε π ερ ίο δ ο ά ν ά π τ υ ξ η ς ή ά ν- τ ίλ η ψ η τοΟ κόσ μ ου τώ ν Α ρχα ίω ν Ε λ λ ή ν ω ν κ α θ ο ρ ίζ ο ν τ α ν ά π ό τήν κ α τ ά σ τ α σ η τώ ν π α ρ α γ ω γ ικ ώ ν του ς δ υ ν ά μ ε ω ν . Α ύ τό ε ίν ε β έ β α ια Ενα π ο λ ύ Ε νδιαφ έρον κ α ί σ π ο υ δ α ίο σ υ μ π έ ρ α σ μ α . Ά λ λ ά κ ε ίν ο ς π ο ύ ε ίν α ι
77
σ υ ν η θ ισ μ ένο ς ν ά έψ α ρ μ ό ζε ι τήν ύ λ ισ τικ ή μ έθο θο γ ιά τή κ α τα ν ό η σ η τώ ν Ισ τορ ικώ ν φ α ιν ο μ έν ω ν θ ά β ρ ει β έ β α ια βτι ή Ιδέα π ο ύ έκ φ ρ ά ζε τα ι σ τή «μ ελ έτη» τοΟ E sp in as ε ίν ε π ά ρ α -π ο λ ύ μ ο ν ό π λ ευ ρ η . Κι* α ύ τό γ ιά τό ν ά π λ ο ύ σ τ α τ ο λ ό γ ο δ τ ι ό Γ ά λ λ ο ς σ οφ ός δέν σ υ γ κ έν τρ ω σ ε σ χεδ ό ν τήν π ρ ο σ ο χ ή του π ά ν ω σ το ύ ς ά λ λ ο υ ς « π α ρ ά γο ν τε ς * ά ν ά π τ υ ξ η ς τή ς Ιδ ε ο λ ο γ ία ς ,δ π ω ς ε ίν α ι π . χ . ή π ά λ η τώ ν τάξβων. Κ αί δ μ ω ς ό π α ρ ά γ ο ν τ α ς α ύ τ ό ς Ι χ ε ι π ρ α γ μ α τ ικ ά τερ ά σ τ ια σ η μ α σ ία .
Σ τή ν π ρ ω τό γ ο ν η κο ινω ν ία π ο ύ δέ ξα ίρ ε ι τό χ ω ρ ισ μ ό σέ τά ξ ε ις , ή π α ρ α γ ω γ ικ ή έν έρ γ ε ια έξ α σ κ ε ΐ μ ιά ν Λμβση έπ ίδ ρ α σ η σ τή ν ά ν τ ίλ η ψ η τοΟ κόσ μ ο υ κ α ί σ ιό α ίσ θ η τ ικ ό γο ύ σ το . ‘Η δ ια κ ο σ μ η τικ ή δ α ν ε ίζ ε τ α ι τά μ ο τ ίβ α τη ς ά π ό τή τεχν ικ ή κα ί ό χ ο ρ ό ς — ή σ π ο υ δ α ιό τερ η Τσως τέχν η σέ μ ιά τ έ τ ια κ ο ιν ω ν ία — π ερ ιο ρ ίζ ε τ α ι π ο λ ύ σ υ χν ά σ τήν ά ν α π α ρ ά σ τ α σ η μ ιβ ς π α ρ α γ ω γ ικ ή ς λ ε ιτ ο υ ρ γ ία ς . Α ύ τό ε ίν α ι ό λ ο φ ά νερ ο σ τ ίς φ υ λ ές τώ ν κυνηγώ ν π ο ύ β ρ ίσ κ ο ντ α ι σ τό χα μ η λ ό τε ρ ο β α θ μ ό ο ικ ονομ ική ς ά ν ά π τ υ ξ η ς π ο ύ μ π ο ρ ο ύ μ ε ν ά σ υ να ν τή σ ο υ μ ε (*). Α ύ τό ς ε ίν α ι ό λ ό γ ο ς π ο ύ ά ν α · φ ερ θή κ α μ ε κυ ρ ίω ς σ τίς φ υ λ ές α ύ τ έ ς , δ ί α ν κ α τ α π ια σ τή κ α μ ε μέ τήν έ ξ ά ρ τη σ η π ο ύ β ρ ίσ κ ετα ι ή ψ υχική κ α τ ά σ τ α σ η τοΟ π ρ ω τό γ ο ν ο υ ά ν θ ρ ώ π ο υ άπένονα σ τή ν οίΜονορική χου δράαη (32). "Ο μ ω ς σ έ μ ιά κο ινω ν ία χω ρ ισ μ έν η σ έ τ ά ξ ε ις ή ά μ εσ η έπ ίδ ρ α σ η α ύ ιή ς τής δ ρ ά σ η ς π ά ν ω σ τήν Ιδεολογία γίνετα ι π ο λ ύ λ ι- γώ τε ρ ο φ α νερή Α ύ τό τό κ α τ α λ α β α ίν ο υ μ ε . "Α ν π .χ . ίν α ι ΐδ ο ς χο ρού π ο ύ έ χ τ ε λ ε ΐτ α ι ά π ό Εναν Α υ σ τρ α λ ό
78
I*) ΟΙ κυνηγετικοί λαοί προηγήθηκαν άπ ' τούς λαούς πού μάζευαν καρπούς καί ρίζες SammelvSker, κατά τήν Εκφραση πού μεταχειρίζονται σήμερα οι γερμανοί έπιστήμονες. “Ολες βμως οΐ 4γριες φυλέί ποΟ ξαίρουμε Εχουν πιά περά. σει άπ’ αύτό τό σταθμό έξέλιξης.
Ιθ α γ ε ν ή ά ν α π α ρ α σ τα ίν ε< * τήν έργασία του δηλ . τό μάζω μα ριζΛ ν, εΤναι α ύ το ν ό η το βτι κ α ν έ ν α ς ά π ό το ύ ς κομ ψ ού ς χο ρ ο ύ ς μέ το ύ ς ό π ο ίο υ ς δ ια σ κ εδ ά ζ α ν ε π . χ . οΐ ώραΐες» κο σ μ ικ ές κυ ρ ίες τής Γ α λ λ ία ς τό ν XVIII, α Ιώ ν α δ έν μποροΟ σε ν ά ε ίν α ι ή ά ν α π α ρ ά σ τά σ η μ ιά ς π α ρ α γ ω γ ικ ή ς έ ρ γ α σ ία ς τώ ν κ υ ρ ιώ ν α ύ · τώ ν άφοΟ δέν ά π α σ χ ο λ ο ύ ν τ α ν μέ κ α μ μ ιά π α ρ α γ ω γ ική έ ρ γα σ ία , π ρ ο τ ιμ ώ ν τα ς ν ά ά φ ο σ ιώ ν ο ν τ α ι σ τήν « έπ ισ τή μ η τοΟ γλυκοΟ Ερωτα». Γ ιά νά κ α τα λ ά β ο υ μ ε τό χορό τής Α ύ σ τρ α λ ια ν ή ς Ιθ α γ εν ο ύ ς , φ τά ν ε ι νά γ ν ω ρ ίσ ο υ μ ε τό ρό λ ο π ο ύ π α ίζ ε ι σ τή ζω ή μ ιά ς Α ύ- σ τμ α λ ια ν ή ς φ υ λής τό μ ά ζ εμ α ά π ό τΙς γ υ ν α ίκ ε ς ρ ιζ ώ ν ά π ό ά γ ρ ιό χ ο ρ τ α . Γ ιά ν ά κ α τα λ ά β ο υ μ ε όμ ω ς π . χ. τό μ εν ο υ έττο , δ έ φ τά ν ε ι κ α θ ό λ ο υ νά ξ α ίρ ο υ μ ε . τή ν ο ίκ ο νο μ ία τής Γ α λ λ ία ς τό XVIII α Ιώ ν α . Σ τή ν τ ε λ ε υ τ α ία α ύ τή π ερ ίπ τω σ η Εχουμε ν ά κά νο υ μ ε μ ’ Ε ναν χο ρ ό π ο ύ ή τα ν Εκφραση τής ψυχολογίας μιΛς μή παααγω γιχής τάξης.
‘Η μ ε γ ά λ η π λ ε ιο ν ό τη τα τώ ν « κ α νό ν ω ν κα ί έθ ί- μω ν* αύτοΟ π ο ύ λ έμ ε κ α λ ή σ υ μ π ερ ιφ ο ρ ά έξ η γ ιέ τα ι ά π ό τό Γδιο ε ίδ ο ς ψ υ χ ο λ ο γ ία ς . “Ε τσ ι λ ο ιπ ό ν ό οίκο- νομιπός « π α ρ ά γ ο ν τ α ς » π α ρ α χ ω ρ ε ί έδ ώ τή θέση του σ τό ν ψ υχολογικό π α ρ ά γ ο ν τ α . Μ ή ξ ε χ ν ά τ ε δ μ ω ς π ώ ς τό ά ν έ β α σ μ α σ τή ν κ ο ινω ν ία μή π α ρ α γ ω γ ικ ώ ν τ ά ξεω ν ε ίν α ι κι’ α ύ τό π ρ ο ϊό ν τή ς ο ικ ονομ ικής ά ν ά π τ υ - ξη ς τής κ ο ινω ν ία ς. Α ύ τό σ η μ α ίνε ι δ τ ι ό ο ίκ ονομ ικός « π α ρ ά γ ο ν τ α ς » δ ια τη ρ ε ί στό ά κ έρ α ιο τήν κ υ ρ ια ρ χ ική το υ Α ξία, ά κ ό μ α κ ι’ δ τ α ν π α ρ α χ ω ρ ε ί τή θέσ η σ έ ά λ λ ο υ ς π α ρ ά γ ο ν τ ε ς . ’Α ν τ ίθ ε τα , ά κ ριβώ ς τότε γ ί ν ε τ α ι π ιό α ίσ θ η τή ή ά ξ ία το υ γ ια τ ί τό τε κ α θ ο ρ ίζ ε τ α ι ά π ’ α ύ τό ν ή δυνατότητα x a l *d δρια τής έηί- δραβης τών Λλλων παραγόντω ν (*).
79
(·) Νά Ενα παράδειγμα παρμένο άπό Λλλη πβριοχή : Ό παράγοντας τόΟ πληθυομοΰ» σΟμφωνα μέ τήν Εκφρασ η
80
Ά λ λ ά δ έν ε ίν α ι μόνα» α ύ τό . ‘Η Α νώ τερη τά ξ η β λ έ π ε ι τήν κ α τώ τερ η τά ξ η μέ μ ιά Α π ρ ο κ ά λ υ π τ η -περ ιφ ρόνηση , ά κ ό μ α κ ι’ 8 τ α ν π α ίρ νε ι μ έρος σ τή ν π α ρ α γ ω γ ικ ή λ ε ιτ ο υ ρ γ ία σ ά ν δ ιευ θ ύ νβ υ σ α τά ξ η Α ύ τό ά ν τα ν α κ λ & τα ι έπ ίσ η ς σ τήν Ιδ ε ο λ ο γ ία τώ ν τά ξ ε ω ν α υ τώ ν . ΟΙ γ α λ λ ικ έ ς ΙστοριοΟ λες τοΟ Μ εσ α ίω ν α κ α ί Ιδ ια ίτερ α τά έπιΧ ά τρ α γ ο ύ δ ια , π α ρ ο υ σ ιά ζ ο υ ν τό ν το τ ινό χω ρ ικ ό μέ τά π ιό ε Ιδεχθ ή χ ρ ώ μ α τα . 'Α ν το ύ ς π ισ τ έ ψ ο υ μ ε :
L i v ilaen so n t de la ide form e A nne s i tr£ s la ide ne v i t h o m e 1 C h a c u n s a X V piez de g ean z B n a u g u e s re n e m b le n t ja ianz .M ais tro p so n t de la ide m a n i6 re ‘R o£u so n t d e v a n t e t derrifere (*)
πού μεταχειρίζεται ό Α. Κόστ (κύττα τό Εργο του : ΟΙ παράγοντες χοϋ πληθυσμού στήν κοινωνική ΑνΑτυξη, Παρίσι 1910), άσκησε Αδιαφιλονίκητα μιΑ πολ^ μεγάλη έπΙδραση πάνω στήν κοινωνική άνάπτυξη, δμως ό Μάρξ Εχει έντελώς δϊκηο δταν λέει, δτι cl άφηρημμένοι νόμοι τοΰ πρλλρπλα- σιασμοΰ Ισχύουν μόνον γιΑ τά ζΟα καί ^ιΑ τά φΐ;τΑ. Ή αΟξηοη (ή ή μείωση) toO πληθυσμοΟ στήν άνθρώπινη κοινωνία έξαρτιέται άπό τήν όργάνωση αύτής τής κοινωνίας, όργάνωση πού καθορίζεται άπό τήν οίκοντμική συγκρότηση αύτής τής ϊδιας κοινωνίας. Κανένας «άφηρημμένος νόμος πολλαπλασιασμού» δέ μπορεϊ νά έξηγήσει τίποτα άπό τό γεγονός δτι ό σημερινός πληθυσμός τής Γαλλίας δέν αύξά- νβται σχεδόν καθόλου. Μεγάλο εΤναι τό λάθος τών κοινωνιολόγων ραΙ οικονομολόγων έκείνων ποΰ βλέπουν στήν α0· ξηση ιοΰ πληθυσμοΟ τήν Αρχική α ίιία τής κοινωνικής Ανάπτυξης (Κύτια A. Loria : la legge di populatione t i il s itttm a eociale, Vienne 1882.
• ΟΙ χωριάτες είναι άσκημοι οτήν δψηΤόσο Ασκημο Α.θρωπο δέν βΓδε ποιέ κανένας
Ά λ λ ά ol χω ρ ικ ο ί έ ν ο ε ΐτ α ι ε ίχ α ν έν τ ελ ώ ς δ ια φ ο ρετική Ιδέα γ ιά τό ν έ α υ τό το υ ς. Ά γ α ν α χ ι ίσ μ έ ν ο ι ά π ό τήν Επαρση τώ ν φ εο υ δ α ρ χ ώ ν τ ρ α γ ο υ δ ο ύ σ α ν ε :
Ε ίμ α σ τε καί μ ε ΐς ά ν θ ρ ω π ο ι σ&ν κι’ α ύ το ύ ς κα ί Ικανο ί ν ά ύ π ο φ έρ ο υ μ ε σ ά ν κ ι’ α ύ το ύ ς .
Κ αί τό ίδ ιο σ υ ν έχ ε ια . Κ αί ρ ω το ύ σ α ν ; « "Ο τα ν ό Ά δ ά μ δ ρ γ ω ν ε κα ί ή ΕΟα δφ α ινε , π ο ύ ή τα ν ε ό εύ- γ ε ν ή ς ;» Σ έ τ ε λ ευ τ α ία ά ν ά λ υ σ η κά θε μ ιά άπ* τίς δυό α ύ τέ ς τά ξε ις ά ν τ ίκ ρ υ ζε τά π ρ ά μ α τ α ά π ό τή δίκ ιά της δ π ο ψ η , πού ό Ιδ ια ίτερ ο ς χ α ρ α - χ τή ρ α ς της κ α θ ο ρ ίζο ν τα ν ά π ό τή θέση π ο ύ κ α τ έ χ α νε ot τά ξ ε ις α ύ τέ ς σ τή κο ινω νία . Ή π ά λ η ιώ ν τ ά ξεω ν Εβαζε τή σ φ ρ α γ ίδ α της π ά ν ω σ τή ψ υ χ ο λ ο γ ία τώ ν ά ν τ ιμ α χ ό μ ε ν ω ν μ ερώ ν . Κ αί τά π ρ ά γ μ α τ α γ ίν ο ν τα ν Ετσι φ υ σ ικ ά , δ χ ι μόνο στό Μ εσ α ίω ν α κ ι’ δ χ ι μ ό νο σ τή Γ α λ λ ία . "Ο σ ο π ερ ισ σ ό τερ ο ό ξ ύ ν ο ν τα ν ή τ α ξική π ά λ η σέ μ ιά δεδ ο μ ένη χώ ρ α κα ί σέ μ ιά δ εδ ο μ έ νη έπ ο χ ή , τόσ ο π ερ ισ σ ό τερ ο δυ ν ά μ ω νε ή έπ ίδ ρ α σ ή της π ά ν ω στή ψ υ χ ο λ ο γ ία τώ ν ά ν τ ιμ α χ ό μ ε ν ω ν τ ά ξεω ν . 'Ε κ ε ίν ο ς πο ύ θέλ ει ν ά μ ελ ετή σ ε ι τή ν Ισ τορ ία τώ ν Ιδεο λ ο γ ιώ ν σ έ μ ιά κ ο ινω ν ία χω ρ ισ μ έν η σέ τ ά ξ ε ις , όφ είλ ει νά σ υ γ κ εν τρ ώ σ ε ι 6λη του τήν π ρ ο σ ο χή σ ’ σ ύ τή τήν έπ ίδ ρ α σ η . Ά λ λ ο ιώ ς δέ θά κ α τ α λ ά β ει τ ίπ ο τ α . Π ρ ο σ π α θ ή σ τε ν ά δώ σ ετε μ ιά ν άμβαη οίπονομιπή έ ξή γη σ η γ ;ά τήν έμ φ ά ν ισ η τή ς σ χο λ ή ς τοΟ Ν τα β ίν τ σ τή γ α λ λ ικ ή ζω γρ α φ ικ ή τοΟ X V III α ΐ-
81
Καθένας τους, δεκαπέντε πόδια μπόι', μέ φριχτούς μοιάζουν γίγαντες πιό πολύ Ομως άσκημοι είναι ot τρόποι τους, Καμπούρηδες είναι άπό μπρός κι* άπό πίσω
(*) Προβλ. Les classes rurales e t 1* regime domanial ea France, au moyen age par Henri Sie, Paris, 1901, a. 554. Κύττα έπίσης Fr. Meyer : Die Stanche, ihr Leben und Trei- ben, M arburg 1882, σ. 8.
ώ ν α κ α ί θ ά κα τα λή ξετε σ ’ ένα σ υ μ π έ ρ α σ μ α π ο ύ δέν θ δ ν α ι τ ίπ ο τ α ά λ λ ο ά π ό μ ιά γ ε λ ο ία κα ί ά ν ια ρ ή άνοη- σ ΐα . θ ε ω ρ ε ίσ τ ε δ μ ω ς α ύ τή τή σ χο λ ή σ ά ν τήν Ιδ ε ο λ ο γ ικ ή ά ν τα ν ά κ λ α σ η τής τα ξ ικ ή ς π ά λ η ς ποΟ ξ ε τυ λ ίγ ο ν τ α ν σ το ύ ς κ ό λ π ο υ ς τής γ α λ λ ικ ή ς κο ινω ν ία ς σ τίς π α ρ α μ ο ν ές τής μ εγ ά λ η ς Ε π α ν ά σ τ α σ η ς κ ι’ ά μ έσ ω ς τό ζή τη μ α θ ’ ά λ λ ά ξ ε ι ό λ ό τελ α μορφή. Ι δ ιό τ η τ ε ς τής τέχν η ς τοΟ Ν τα β ίντ, π ο ύ θ ά μ π ο ρ ο ύ σ ε ν ά π ισ τέψ ε ι κ α νέν α ς , δτ ι ε ίν α ι τό σ ο Εξω ά π ό τήν κο ινω ν ικ ή ο ί- κ ο ν ο μ ία ώ σ τε νά μή μ π ο ρ ε ΐ τ ίπ ο τ α ν ά τήν σ υ ν δ έσ ε ι μ α ζ ί του ς, θ ά σ ά ς γ ίν ο υ ν τό τε π έ ρ α γ ιά π έ ρ α κ α τ α νο η τές (33).
Τό ίδ ιο π ρ έπ ε ι ν ά ποΟμε κα ί γ ιά τήν Ισ τορ ία τώ ν Ιδ εο λ ο γ ιώ ν σ τήν ά ρ χ α ία 'Ε λ λ ά δ α : εχε ι κ ι’ αύ τή β α θ ύ τα τα δ ο κ ιμ ά σ ε ι τήν έπ Ιδ ρ α σ η τής π ά λ η ς τώ ν τά ξεω ν . Καί ε ίν α ι ά κ ριβώ ς α ύ τή ή έπ Ιδ ρ α σ η πο ύ ό E sp in a s π ο λ ύ λ ίγ ο πρ ό σ εξε σ τήν ένδ ια ψ έρ ο υ σ α μ ελ έτη του, π ρ ά μ α π ο ύ δ ίνε ι ϊν α ν π ο λ ύ μ ο ν ό π λ ευ ρ ο χ α ρ α χ τ ή ρ α σ τά σ π ο υ δ α ία σ υ μ π ε ρ ά σ μ α τά του . θ ά μ π ο ρ ο ύ σ α μ ε τώ ρ α π ιά ν ά π α ρ α θ έ σ ο υ μ ε π ο λ λ ά ά λ λ α δ μ ο ια π α ρ α δ ε ίγ μ α τα , κα ί δ λ α το υ ς θ ά δ ε ίχ ν α ν ε π ό σ ο π ο λ ύ εύερ γη τικ ή θ ά ή τα νε σ έ π ο λ λ ο ύ ς έπ ισ τή μ ο ν ες ή έπ ίδ ρ α σ η τοΟ ύλισμοΟ τοΟ Μ ά ρξ, μέ τήν Βννοια δτι
τούς μά ϋα ινε νά βλέπουν h i ' άλλους * παράγοντες» Βξω άπό τό τεχνιπό κ α ί οίκονομιη6 παράγοντα. Α ύ τό φ α ίν ετα ι σ ά ν π α ρ α δ ο ξ ο λ ο γ ία , δ μ ω ς ε ίν α ι ά δ ια - φ ιλ ονείκ ιτη ά λ ή θ ε ια π ο ύ δέ θ ά μ ά ς ξ α φ ν ιά ζ ε ι π ιά &ν δ έν ξεχ ν ά μ ε π ώ ς μ’ δ λ ο π ο ύ σ τό Μ άρξ, κ ά θε κ ο ινω ν ική κ ίνηση έξη γ ιέ τα ι ά π ό τήν ο ίκονομ ική ά ν ά πτυ ξη τής κο ινω ν ία ς, δέν έξ η γ ιέ τα ι τις περ ισ σ ό τερ ες φ ορές ά π ’ α ύ τή τήν ά ν ά π τυ ξη π α ρ ά σέ τελευταία άνάλυοη, δη λ α δ ή δ τ ι ή κίνησ η αύ τή π ρ ο ϋ π ο θ έτε ι τήν έ νδ ίά μ εσ η δ ρ ά σ η μ ιδ ς ό λ όκλ η ρη ς σ ειρά ς ό λ λ ω ν « π α ρ α γό ν τω ν » .
82
Α ρ χ ίζε ι νά δ ια γ ρ ά φ ετ α ι σ ή μ ερ α στή νεώ τερη έπι- σ τή μ η μ ιά δ λ λ η τά σ η έκ δ ια μ έτρ ο υ ά ν τ ίθ ετη ά π ’ α ύ τή π ο ύ β ια π ιο τώ σ α μ ε σ τό ν E sp in a s . ΕΤναι ή τά σ η ν ά έξ η γ η θ ε ϊ ή Ισ το ρ ία τώ ν Ιδεώ ν μέ τήν ά π ο κ λ εισ τ ικ ή έπ ίδ ρ α σ η τής π ά λ η ς τώ ν τά ξεω ν . 'Η έ ντελ ώ ς ν έα α ύ τή τά σ η κ α ί γ ιά τήν ώ ρ α ά κ ό μ α μόλ ις φ α νερή, ά ν α π τ ύ χ θ η κ ε κ ά τω ά π ό τήν δ μ εσ η έπ ίδ ρ α σ η τοΟ Ιστορικού υ λ ισ μ ο ύ τού Μ άρξ. Τή β ρ ίσ κ ο υμ ε σ τά Ε ργα τού Ε λληνα σ υ γ γ ρ α φ έα Α. Έ λ ε υ θ ερ ό π ο υ λ ο υ , π ο ύ τό κ υ ρ ιώ τερο Εργο του , W ir ts c h a f t u n d P h ilo so p h ic (τ. I. D ie P h ilo so p h ie un d d ie L e b en sau tfa s - su n g des G rie c h e n tu m s au f G ru n d d e r gesellschaf- tl ic h e n Z u s ta u c h e , κα ί τ. II, D ie P h ilo so p h ie u n d d ie L e b e n sa u ffa ssu n g d e r g e rm a n isc h —ro m isch en V o lk e r), έκδ ό θη κ ε σ τό Β ερ ο λ ίνο σ τά 1900. Ό Έ λ ε υ θ ερ ό π ο υ - λ ο ς ύ π ο σ τη ρ ίζε ι β τι ή φ ιλ ο σ ο φ ία κ ά θ ε έπ ο χ ή ς έκψρά- ζε ι τήν άντίλ ηψ η τοΟ κ ό σ μ ο υ κα ί τή ς ζω ής (L eb en s- u n d W e lta n sc h a u u n g ) τής έπ ο χή ς α ύ τή ς . Α ύ τό δ έν ε ίν α ι έντ ελ ώ ς ν έ ο .Ό Χ έγ γελ έλ ε γ ε κ ι’ δ λ α ς π ώ ς κ ά θ ε φ ιλ οσ οφ ικ ό σ ύ σ τη μ α ε ίν α ι ή Ιδεο λ ο γ ικ ή έκφ ρασ η τής έπ ο χή ς του . Σ τ ό Χ έγ γελ β μ ω ς οί Ιδ 'ο μ ο ρ φ ίες τώ ν δ ια φ ό ρ ω ν έπ ο χ ώ ν κ α ί κ α τά σ υ ν έπ ε ια τώ ν άντί- σ το ιχ ω ν φ ά σ εω ν τής φ ιλ οσ οφ ικ ή ς ά ν ά π τ υ ξ η ς κ α θ ο ρ ίζ ο ν τα ν ά π ό τήν κίνησ η τή ς ά π ό λ υ τη ς ’Ιδέας, ένώ σ τό ν Έ λ ε υ θ ερ ό π ο υ λ ο κ ά θε έπ ο χή χ α ρ α κ τη ρ ίζε τα ι π ρ ώ τ ’ ά π ’ β λ α ά π ό τήν ο ικ ονομ ική κ α τά σ τ α σ η π ο ύ ά ν τ ισ τ ο ιχ ε ΐ σ ’ αύ τή . Ή ο Ικ ο νο μ ία κ ά θ ε λ α ο ύ κ α θ ο ρ ίζε ι τήν άντίλ η ψ η π ο ύ Εχει α ύ τό ς ό λ α ^ ς γ ιά τό ν κόσ μο , ά ν τίλ η ψ η π ο ύ βρ ίσκει ά ν ά μ ε σ α σ ’ ά λ λ α κ α ί τήν Εκφρασή τη ς στή φ ιλ ο σ ο φ ία Μ έ τή μ ετα β ο λ ή τής ο Ικονομ ικ ή ς β ά σ η ς τής κ ο ινω ν ία ς, μ ε τα β ά λ λ ετ α ι τα ύ τό χ ρ ο ν α κα ί τό Ιδ εο λ ο γ ικ ό της ο ίκ ο δό μ η μ α . ’Α λ λ ά έφ ’δ σ ο ν ή ο ίκ ονομ ική ά ν ά π τ υ ξ η ό δ η γ ε ΐ σ τό χ ω ρ ισ μ ό τή ς κο ινω ν ία ς σέ τά ξε ις κ α ί σ τήν π ά λ η του ς, ή ά ν τ ί-
83
XII
ληψ η τοϋ κόσ μ ο υ μ ια ς δ εδ ο μ ένη ς έπ ο χή ς δ έν Εχει 6- μο ιό μ ο ρ φ ο χ α ρ α χ τή ρ α : δ ια φ έρε ι ά ν ά λ ο γ α μέ τΙς τ ά ξε ις κ α ί μ ε τα β ά λ λ ετ α ι Α ν ά λ ο γα μέ τή κ α τά σ τ α σ η , τΙς Α νάγκες, το ύ ς π ό θ ο υ ς α υ τώ ν τώ ν τά ξεω ν κ α ί τΙς μ ε τα β ο λ ές τής π ά λ η ς ά ν ά μ εσ ά του ς.
Τ έτο ια ε ίν α ι ή ά π ο ψ η τοΟ’Ε λ ευ θ ερ ό π ο υ λ ο υ π ά ν ω σ* δλ η τήν Ισ τορ ία ιή ς φ ιλ οσ οφ ία ς. ’Α ξ ίζε ι Α ναμφ ισ βή τη τα τή μ εγ α λ ύ τερ η π ρ ο σ ο χ ή κα ί μ ιά π λ έρ ια Επιδο κ ιμ α σ ία . Ά π ό π ο λ ύ κα ιρό ήδη δ ια π ισ τώ ν ο ν τα ν σ τή φ ιλ οσ οφ ικ ή φ ιλ ο λ ο γ ία μ ιά ς ώ ρ ισ μ έν η ς τά σ η ς ν ά μή θέλ ει π ιά ν ά δ έχ ε τα ι τήν π α λ η ά μ έθ ο δ ο π ο ύ σ υ ν ί- σ τα το σ τό ν ά β λ έπ ο υ ν τήν Ισ τορ ία τής φ ιλ ο σ ο φ ία ς , σ ά ν Ενα Α πλό Α ρ ά δ ια σ μ α φ ιλ οσ οφ ικ ώ ν σ υ σ τη μ ά τω ν . Ό π ο λ ύ γ ν ω σ τό ς γ ά λ λ ο ς σ υ γ γ ρ α φ έα ς P ie a v e t σ τή μ π ρ ο σ ο ύ ρ α το υ π ο ύ δη μ ο σ ιεύ τη κ ε κ α τά τό 1890 καί ε ΐν α ι Α φ ιερω μένη σ τό ν ά μ ά θ ο υ μ ε π ώ ς π ρ έ π ε ι ν ά μ ελ ετ ά μ ε τήν ισ το ρ ία τής φ ιλ ο σ ο φ ία ς, δ ια κ ή ρ υ ττε πώ ςΕ να τέτο ιοΑ ρΑ διασ μα έ ξ η γ ε ϊ σ τή νπ ρ α γ μ α τ ικ ό τη τα π ο λ ύ λ ίγ α π ρ ά μ α τ α (*). ΘΑ μποροΟ σε κα νέν α ς ν ά χ α ιρ ε τ ίσ ε ι τή δη μ ο σ ίευ σ η τοΟ β ιβ λ ίο υ τοΟ Έ λ ε υ θ ε - ρ ό π ο υ λ ο υ σ ά ν Ενα κ ο ιν ο ύ ρ γ ιο β ή μ α π ρ ό ς τ ά μ π ρ ό ς σ τή μ ελ έτη τής Ισ το ρ ία ς τής φ ιλ ο σ ο φ ία ς κ α ί σ ά ν μ ιά ν ίκη τοΟ Ισ τορ ικού ύλισμοΟ έφ α ρ μ ο σ μ ένο υ σ έ μ ιά ά π ό τίς π ιό ά π ο μ α κ ρ υ σ μ έν ες ά π ό τήν ο ίκ ο νο μ ία Ιδ ε ο λ ο γ ίες . "Ο μ ω ς Α λοίμονο ! Ό Έ λ ε υ θ ερ ό π ο υ λ ο ς δ έν Εδειξε μ εγά λ η τέχνη σ τή χρη σ ιμ ο π ο ίη σ η τής δ ια λ ε - χτ ικ ή ς μ εθ ό δ ο υ τοΟ ύλισμοΟ . ‘ΑχΑοηοίησε αχό ίη α - mqo τα π ρ ο β λ ή μ α τα π ο ύ Ε μπ α ιναν μ π ρ ο σ τά του κ α ί 6έ μπ ό ρ εσ ε κ α τά σ υ ν έπ ε ια ν ά β ρ ε ι γ ι ’ α ύ τ ά τά π ρ ο β λ ή μ α τα π α ρ ά π ο λ ύ μ ο ν ό π λ ευ ρ ες λ ύσ ε ις κ α ί γ ι ’ α ύ τό π ο λ ύ λ ίγ ο Ικα νοπ ο ιη τικ ές .
"Α ς π ά ρ ο υ μ ε γ ιά π α ρ ά δ ε ιγ μ α τό Ξ ενο φ ά ν η , Κ α τά
84
(*) L ' bistoire de la philosophic, cc qu* eile a £t£ ce q u ’ elle peut etre. Paris 1883.
τ ό ν Έ λ ε υ θ ερ ό π ο υ λ ο ό Ξ ενο φ ά ν η ς ύπήρξε στή φ ιλο- ο ο φ ία ό δ ιερ μ η νευ τή ς τώ ν π ό θ ω ν τοΟ π ρ ο λ ε τα ρ ιά τ ο υ τή ς ά ρ χ α ία ς Ε λ λ ά δ α ς . Ε ίν α ι ό Ρ ο υ σ σ ώ τής έπ ο χή ς το υ (*). "Η τα ν ε ό π α δ ό ς μ ιδ ς κο ινω ν ικ ής μ ετα ρ ρ ύ θ μ ισ η ς μέ τήν Εννο.α τής Ισ ότη τα ς δ λ ω ν τώ ν π ο λ ιτώ ν κ α ί ή θ εω ρ ία το υ γ ιά τήν ϊνόχ·ητα χοΰ πόσμον δ έν ή τα ν ε π α ρ ά ή θεω ρητική β ά σ η τώ ν μ ετσ ρ ρ υ θμ ισ τ ι- κώ ν το υ σ χεδ ίω ν (**). Π ά νω στή θεω ρητική αύ τή β ά σ η τώ ν μ ετα ρ ρ υ θ μ ισ τ ικ ώ ν τά σ εω ν τοΟ Ξ ενο φ ά ν η Ε ρχονταν λ ο γ ικ ά νά άνεγερθοΟ νε δλ ες ot λ ε π τ ο μ έ ρ ε ιε ς τής φ ιλ ο σ ο φ ία ς του , ά ρ χ ίζο ν τα ς ά π ό τή ν άντί- ληψ ή το υ γ ιά τό θεό, γ ιά νά κ α τα λ ή ξο υ μ ε σ τή θ εω ρ ία το υ κ α τά τήν ό π ο ΐα ο ΐ α ίσ θή σ εις μ α ς μ δ ς δ ίν ο υ ν μ ιά ν ά π α τη λ ή π α ρ ά σ τα σ η τοΟ έξω τερικοΟ κ ό σ μ ο υ (***).
Ή φ ιλ ο σ ο φ ία τοΟ 'Η ρ ά κ λ ε ιτο υ τοΟ Σ κ ο τε ιν ο ύ γεν- νήθηκε ά π ό τήν ά ν τ ίδ ρ α σ η τώ ν ά ρ ισ το κ ρ α τώ ν ένά ν- τ ια σ το ύ ς έπ α ν α σ τα τ ικ ο ύ ς π ό θ ο υ ς τοΟ έλληνικοΟ π ρ ο λ ετα ρ ιά τ ο υ . Ή π α γκ ό σ μ ια Ισ ότητα ε ίν α ι ά δ ύ ν α - τη· ή Τδια ή φύση κ ά νε ι το ύ ς ά νθ ρ ώ π ο υ ς ά ν ισ ο υ ς . Κ α θέν α ς π ρ έ π ε ι ν ά ε ίν α ι Ικ α νο π ο ιη μ έν ο ς μέ τή μ ο ίρ α του . Μ έσα σ τό κ ρ ά το ς π ρ έπ ε ι νά τε ίν ο υ μ ε δ χ ι νά ά ν α τρ έψ ο υ μ ε τή δ η μ ιο υ ρ γη μ έν η τάξη , ά λ λ ά ν ά κ α τ α ρ γ ή σ ο υ μ ε τό δ εσ π ο τ ισ μ ό π ο ύ εΤναι δ υ ν α τό ς τό σ ο κ ά τω ά π ό τή κ υ ρ ια ρ χ ία τώ ν λίγω ν δ σ ο κα ί τή ς μάζας. Ή έξο υ σ ία π ρ έ π ε ι ν ’ ά νή κει στό νόμο π ο ύ μ έσ α το υ βρ ίσ κ ει τήν Εκφρασή το υ ό ΦεΙος νόμος. Ό θ ε ίο ς ν ό μ ο ς δέν ά π ο κ λ ε ίε ι τήν Ινόχηχα ά λ λ ά ή σ ύμ φ ω νη μ ' α ύ τό ν έ νό τη τα ε ίν α ι ή ένόχητα χών Ανταγω νισμών. ΓΥ α ύ τό ή π ρ α γμ α το π ο ίη σ η τώ ν σ χεδ ίω ν τοΟ Ξ ενο φ ά ν η θ ά ή τα ν κ α τα π ά τ η σ η τοΟ θ ε ίο υ ν ό
85
(’ )'.Wirtschaft und Philoeophie. τ. I, σ. 98.(**) Αύτ. σ. 99.(***) Αύτ. 99-101.
μ ου . ’Α ν α π τύ σ σ ο ν τα ς α ύ τή τή σκέψη κ α ί ύποσ τηρΙ- ζ ο ν τ ά ς την κα ί μέ δ λ λ α έπ ιχε ιρ ή μ α τα , δ η μ ιο ύ ρ γ η σ ε ό ‘Η ρ ά κ λ ε ιτο ς τή δ ια λ εχτ ικ ή το υ θ εω ρ ία τοΟ γ ίγ ν ε σ θ α ι (*).
Α ύ τά λέει ό Έ λ ε υ θ ερ ό π ο υ λ ο ς . Ή έλλ ειψ η χώ ρ ο υ δ έ ν μ β ς έ π ιτ ρ έπ ε ι ν ά δώ σ ο υ μ ε Α λλα δ ε ίγ μ α τ α τή ς Α νάλυ σ ής το υ γ ιά τις α ΐτ ίε ς π ο ύ κ α θ ο ρ ίσ α ν ε τήν έξέλ ιξη τής φ ιλ ο σ ο φ ία ς. Ά λ λ ά δέν ύ π ά ρ χ ε ι κ α μ μ ιά ά ν ά γ κ η νά τό κ ά νο υ μ ε . Ε λ π ίζ ο υ μ ε π ώ ς ό Α ν α γ ν ώ σ τη ς θ ά δ ε ι 6 ίδ ιο ς π ό σ ο λ ίγ ο π ε τυ χα ίν ε ι α ύ τή ή Α νΛλυση. Σ τ ή ν π ρ α γμ α τ ικ ό τ η τα ή π ο ρ ε ία τής έ ξ έ λ ιξη ς τώ ν Ιδεο λ ο γ ιώ ν ε ίν α ι Α σ ύγκρ ιτα π ιό π ο λ ύ π λ ο κ η (**). Δ ια β Α ζο ν τα ς τ ις δσ ο δέν π α ίρ ν ε ι Α π λ ο π ο ιη μ έ ν ες σ κέψ εις του γ ιά τήν έπ Ιδ ρ α σ η π ο ύ Ασκησε ή π ά λ η τώ ν τΑ ξεων σ τήν Ισ το ρ ία τής φ ιλ ο σ ο φ ία ς, λ υ π ά τ α ι κ α νέν α ς π ο ύ ό Έ λ ε υ θ ερ ό π ο υ λ ο ς δέ γνώ ρ ισ ε τό π ρ ο α να φ ερ μ έν ο β ιβ λ ίο τοΟ E sp in a s π ο ύ ό μ ο ν ό π λ ευ ρ ο ς τρ ό π ο ς του , π ρ ο σ θ εμ έν ο ς σ ’ α ύ τό ν π ο ύ μ β ς π α ρ ο υ σ ιΛ ζε ι ό ίδ ιο ς ό Έ λ ε υ θ ερ ό π ο υ λ ο ς ΘΑ έπ α ν ό ρ - θω ν ε Τσως πολλΑ κενΑ σ τήν ΑνΛλυσή του.
'Ο π ω σ δ ή π ο τ ε ή Α τυχής π ρ ο σ π Α θε ια τοΟ Έ λ ευ θ ε- ρ ό π ο υ λ ο υ ε ίν α ι £να ό κ ό μ α έ π ιχ ε ίρ η μ α ύ πέρ τής θ έ σ η ς —Α ναπΑ ντεχης γιΑ π ο λ λ ο ύ ς — δτ ι μιΑ βα θ ύ τερη γ ν ώ σ η τοΟ Ισ τορ ικού ύλισμοΟ τοΟ ΜΑρξ ΘΑ ε ίχ ε μεγΑ λη χρ η σ ιμ ό τη τα γιΑ π ο λ λ ο ύ ς σ ύ χρ ο ν ο υ ς έπισ τή - μ ο ν ες , άκριβώς γιά νά τούς προφυλάγει νά μή πέσουν 9χό μονόπλευρο τρόπο έξέτασηζ τών ζητημάτων,
Ό Έ λ ε υ θ ερ ό π ο υ λ ο ς ξα ίρ ε ι τό ν ισ το ρ ικ ό ύ λ ισ μ ό τοΟ ΜΑρξ. Ά λ λ ά τόν ξα ίρ ε ι κα κά . Α π ό δ ε ιξ η γ ια υ τ ό
86
(*) W ‘r tschaft und Phllosophie τ. I. σ. 103—107,(**) "Εξω άα' αύτέ, άναφερόμενος στήν οίκονομία τής
Αρχαίας Ε λ λά δ α ς Α Έλευθερόπουλος δέν δίνει γι* αύτή καμμιά συγκεκριμένη Ιδέα καί περιορίζεται σέ κοινοτυπίες πού έδώ δπως κι άλλοΟ δέν έξηγοΟν τίποτα.
ε ΐν α ι ή ύ π ο τ ιθ έμ εν η δ ιό ρ θ ω σ η π ο ύ βρ ίσκει ά ν α γ κ α ΐο νά τοΟ κά νει.
Π α ρ α τη ρ ε ί δτ ι οί ο ικ ο νο μ ικ ές σ χέσ ε ις έ ν ό ς δεδ ο μ ένου λαοΟ δ έν κ α θ ο ρ ίζο υ ν ε π α ρ ά «τήν ά ν α γ κ α ιό - τη τα τής ά ν ά π τ υ ξ ή ς του» . Ή ίδ ια ή ά ν ά π τ υ ξ η θ ά τα ν μ ιά ά το μ ικ ή υ πόθεσ η , ετσ ι π ο ύ ή ά ν τίλ η ψ η γ ιά τό ν κ ό σ μ ο ποΟ χει α ύ τό ς ό λ α ό ς κ α θ ο ρ ίζε τα ι κ α τά π ρ ώ το ά π ό τό χ α ρ α χ τή ρ α τοΟ τελ ευ τα ίο υ αύτοΟ κα ί τής χ ώ ρ α ς π ο ύ α ύ τό ς κ α το ικ ε ί, κ α τό π ι ά π ό τΙς ά ν ά γκ ες αύτοΟ τοΟ λαοΟ, κα ί τ έλ ο ς ά π ό τις π ρ ο σ ω π ικ ές Ιδ ιό τη τες τώ ν ά ν θ ρ ώ π ω ν π ο ύ π α ίζ ο υ ν ρόλ ο μ ετα ρ ρ υ θ μ ισ τώ ν μ έσ α σ το ύς κ ό λ π ο υ ς του. Μ όνο μ ’ α ύ τή τήν Ιν ν ο ια , δ π ω ς μ δ ς β ο η θά ε ι ό Έ λ ε υ θ ερ ό π ο υ λ ο ς ν ά τό π α ρ α τη ρ ή σ ο υ μ ε , μ π ο ρ ο ύ μ ε ν ά μ ιλ ά μ ε γ ιά σ χέσ η τής φ ιλ οσ οφ ία ς μέ τή ν ο ίκ ο νο μ ία . Ή φ ιλ οσ οφ ία ικ α νο π ο ιε ί τ ις ά π α ιτή σ ε ις τής έπ ο χή ς της κι α ύ τό σ ύ μ φ ω ν α μέ τήν π ρ ο σ ω π ικ ό τη τ α τοΟ φ ιλόσοφ ου .
Ό Έ λ ε υ θ ερ ό π ο υ λ ο ς νο μ ίζε ι, Οπως φ α ίνετα ι, Οτι ή άντίλ ηψ η αύ τή γ ιά τ ις σ χέσ ε ις τής φ ιλ ο σ ο φ ία ς κα ί τής ο ικ ο νο μ ία ς , ά ν τ ιπ ρ ο σ ω π εύ ε ι κά τι τό έντ ελ ώ ς νέο ά π έν α ν τ ι σ τήν ύλισ τικ ή ά ν τίλ η ψ η τοΟ Μ άρξ κα ί τοΟ “ Ε νγκ ελς . Κρίνει ά ν α γ κ α ίο νά δώ σ ε ι Ενα νέο Ονομα σ τήν έξή γη σ ή το υ τής ισ το ρ ία ς , ό ν ο μ ά ζ ο ν τ ά ς την έΚληνίΜή ΰεαοοία τοΰ ytyvea&e (*). Ε ίν α ι ά π λ ο ύ σ τα - τα δ ια σ κ εδ α σ τ ικ ό κα ί δέ μ π ο ρ ε ϊ κα νείς ν ά π ε ι π ά νω σ ’ α ύ τό π α ρ ά Ενα π ρ ά μ α : ή «έλληνική θ εω ρ ία τοΟ γ ίγ ν εσ θ ε» π ο ύ δ έν ε ΐν α ι στή π ρ α γ μ α τ ικ ό τ η τ α τ ίπ ο τ ’ & λλο ά π ό άρ κ ετά κ α κ ο χω ν εμ ένο κα ί ά ν α π τ υ γ μ έ ν ο κ α τά Εναν ά ρ κ ετά ά σ υ ν ά ρ τη το τρ ό π ο Ιστορ ικό ύλι- σ μό , ύ π ό σ χετα ι ώ σ τό σ ο π ο λ λ ά π ερ ισ σ ό τ ερ α ά π ’ δ σ α δίνει ό Έ λ ε υ θ ερ ό π ο υ λ ο ς Οταν π ερ ν ά ε ι ά π ό τό χ α ρ α - χτη ρ ισ μ ό τής μ εθ ό δ ο υ σ τή ν έφ α ρ μ ο γή της. Τ ότε ά π ο · μ α κ ρ ύ νετα ι π ιά τελ είω ς ά π ό τό Μ άρξ.
87
(*) Α ύτ. ο. 17.
Γ ιά βτι ά φ ο ρ ά ε ίδ ικ ά τή ν « π ρ ο σ ω π ικ ό τη τα τοΟ φι- λ ό σ ο φ ο υ » κ α ί γ εν ικ ά τήν π ρ ο σ ω π ικ ό τη τ α κ ά θε ά ν θ ρ ω π ο υ π ο ύ ά φ ίν ε ι σ τήν ά ν θ ρ ώ π ιν η ίσ το ρ ία τά σ η μ ά δ ια τή ς δρ ά σ η ς του, εΤναι μ ε γ ά λ η π λ ά ν η νά π ισ τεύ ο υ μ ε β τι ή θ εω ρ ία τοΟ Μ ά ρξ κ α ί τοΟ "Ε νγκ ελ ς δ έν τής ά φ ή σ α ^ε κ α μ μ ιά θέση. ’Α σ φ α λώ ς τής άφ ησ αν . 'Ό μ ω ς ή θ εω ρ ία α ύ τή μ π ό ρ εσ ε τα ύ τό χ ρ ο ν α νά ά π ο φ ύ γ ε ι τή ν ά π α ρ ά δ ε χ τη ΑντίΦεση άνάμεσα στή δράση τής ^προσωπικότητας* καί τήν πορεία ι<3ν γεγονότων, ηορεία πού καΦοβίζεται κ ι αύ ιή i n τήν οΐχονομική Αναγκαιότητα Π ρ ο σ τρ έχο ν τα ς σέ π α ρ ό μ ο ια άντί- θεσ η ά π ο δ ε ίχ ν ο υ μ ε μ ’ α ύτό π ώ ς δέ κ α τα λ ά β α μ ε κα ί σ π ο υ δ α ία π ρ ά μ α τ α ά π ό τήν υλισ τικ ή έξήγησ ητής Ισ τ ο ρ ία ς . Ή άρχ ικ ή θέσ η τοΟ ύ λ ισ μ ο ΰ δ π ω ς τό ε ίπ α μ ε π ο λ λ έ ς φ ορές, λ έε ι δ τ ι ή Ιστορία γίνεται And τούς ΑνΦοώηους. Κι ά ν γ ίν ε τ α ι π ρ α γ μ α τ ικ ά ά π ό τού ς ά ν θ ρ ώ π ο υ ς , εΤναι φ α ν ερό π ώ ς γ ίν ετ α ι, μ ετα ξύ ά λ λ ω ν κ ι ά π ό το ύ ς « μ εγ ά λ ο υ ς ά ν θ ρ ώ π ο υ ς» . 'Υ π ο λ ε ίπ ε τα ι ν ά μ ά θ ο υ μ ε ά π ό τΐ ά κ ρ ιβώ ς κ α θ ο ρ ίζε τα ι ή δ ρ ά σ η α ύ τώ ν τώ ν ά ν θ ρ ώ π ω ν . Σ ’ Ενα ά π ό τά γ ρ ά μ μ α τ α πο ύ ά ν α φ έρ α μ ε π ιό π ά ν ω ό “Ε ν γκ ελς λ έε ι π ά ν ω σ ’ α ύ τό :
«"Ο τι τέτο ιος ά ν θ ρ ω π ο ς, α ύ τό ς κα ί δ χ ι ά λ λ ο ς , π α ρ ο υ σ ιά ζ ε τ α ι σ ’ αύ τή τήν ώ ρ ισ μ ένη έπ ο χή κα ί σ ’ α ύ τ ό τό ό ρ ισ μ ένο τόπ ο , ε ίν α ι φ υ σ ικ ά κ α θα ρ ή τύχη . "Α ν δ μ ω ς τό ν ά φ α ιρ ο ύ σ α μ ε θ ά τοΟ χ ρ ε ιά ζ ο ν τ α ν άντι- κ α τα σ τ ά τη ς , π ο ύ θ ά π ρ επ ε σ τό τ έλ ο ς κ α λ ά κ α κ ά νά β ρ εθ ε ί. Σ τή τύ χη π ρ έπ ε ι ν ά ά π ο δ ώ σ ο υ μ ε τό γ ε γ ο ν ό ς δ τ ι ό σ τρ α τ ιω τ ικ ό ς δ ιχ τά το ρ α ς π ο ύ ή ά ν α γ ό ρ ευ σ ή τ ο υ fiyive ά ν α γ κ α ία γ ιά τήν έξα ν τλ η μ ένη ά π ’ το ύ ς π ο λ έ μ ο υ ς της Γ αλ λική Δ η μ ο κ ρα τία , ήτα ν ά κ ριβώ ς ό Κ ο ρ σ ικ α ν ό ς Ν α π ο λ έο ντα ς . ’Α λ λά τό δτ ι Ενας ά λ λ ο ς θ ά π ερ ν ε τή θέσ η το υ ά ν δέν β ρ ισ κ ό ντα νε ό Ν α π ο λ έο ν τα ς , α ύ τό ά π ο δ ε ίχ ν ε τ α ι ά π ’ τό γ ε γ ο ν ό ς δτ ι ό Α ν α γκ α ίο ς ά ν θ ρ ω π ο ς : Κ α ΐσ α ρα ς, Α Ο γουστσς, Κ ρόμ- βελ, ή δ πο ιο ς ά λ λ ο ς , βρέθηκε κά θε φ ο ρ ά π ο ύ χρ ε ια - ζό ν τα ν ε . ”Α ν ό Μ άρξ ά ν α κ ά λ υ ψ ε τήν ύλισ τικ ή ά ν τ ί-
ληψ η τής Ισ τορ ία ς , τό π α ρ ά δ ε ιγ μ α τοΰ T h ie rry , τοΟ M igne t, τοΟ G u izo t, κ α ί δ λ ω ν τώ ν ά γ γ λ ω ν Ισ τ ο ρ ικώ ν ώ ς τό 1850 δε ίχν ε ι δ τ ι έ τε ιν α ν π ρ ό ς α ύ τό τό ά π ο τέ λ ε σ μ α , κα ί ή Α νακάλυψ η τής Τδιας άντίληψ ης ά π ό τό Μ όργκα ν ά π ο δ ε ίχ ν ε ι π ώ ς εΤχε δρθει π ιά ό κ α ιρ ό ς νά τή ν κά νε ι, κα ί π ώ ς Vjtave μιά Αναγκαιότητα. Τ ό ίδ ιο γ ίν ε τ α ι μέ δ λ α τά τ υ χ α ία , ή γ ιά δτ ι φ α ίν ετ α ι τ υ χ α ίο σ τήν Ιστορ ία . “Ο σ ο πιό π ο λ ύ ή π ερ ιο χή π ο ύ έξερευνοΟ με ά π ο μ α κ ρ ύ ν ετα ι ά π ό τήν ο ίκονο · μ ία κα ί π α ίρ νε ι Ενα άφ η ρη μ ένο Ιδ εο λ ο γ ικ ό χα ρα - χ τή ρ α , τόσ ο πιό π ο λ ύ β ρ ίσ κ ουμ ε τό τ υ χ α ίο στήν ά ν ά π τ υ ξ ή τη ς ,τό ο ο π ιό έλ ικ ο ε ιδή ς δ ια γ ρ ά φ ετ α ι ή καμ π ύ λ η ·τη ς . Χ α ρά ξτε δ μ ω ς τό ν μέσ ο ά ξ ο ν α τής κα μ π ύ λ η ς κα ί θά βρήτε δτι, δ σ ο π ιό μ α κ ρ ιά εΤναι ή π ε ρ ίο δ ο ς π ο ύ έξε τά ζετε κ ι δ σ ο π ιό π λ α τ ε ιά ή π ερ ιο χή π ο ύ π ρ α γμ α τε ύ ε σ τε , τό σ ο π ιό π ο λ ύ τε ίνε ι ό ά ξ ο ν α ς α ύ τό ς νά γ ίν ε ι π α ρ ά λ λ η λ ο ς μέ τόν ά ξο ν α τή ς ο ίκο- ν ομ ικ ή ς ά ν ά π τυ ξη ς* (*).
Ή « π ρ ο σ ω π ικ ό τη τα » κά θε ά νώ τερ ο υ ά ν θ ρ ώ π ο υ σ τή ν π ν ευμ α τικ ή ή κο ινω ν ικ ή π ερ ιο χή άνήκει σ τόν ά ρ ιθ μ ό α ύ τώ ν τώ ν τ υ χ α ίω ν π ο ύ ή έμ φ ά ν ισ ή του ς δ έν έ μ π ο δ ίζε ι κ α θ ό λ ο υ τή «μέση» γ ρ α μ μ ή τής ηνβνμαιΐΗ ής ά ν ά π τ υ ξ η ς τή ς Α ν θρω πότη τα ς νά άκο- λ ο υθή σ ε ι μ ιά π α ρ ά λ λ η λ η π ο ρ ε ία μέ τή π ο ρ ε ία τής ο ικ ο ν ο μ ικ ή ; τη ς ά ν ά π τ υ ξη ς . (**) Ό Έ λ ε υ θ ερ ό π ο υ λ ο ς θ ά λ ο γ ά ρ ια ζ ε π ερ ισ σ ό τ ερ ο τό π ά ρ α - π ά νω , &ν ε ίχ ε μ ελ ετή σ ε ι π ρ ο σ εχ τ ικ ά τήν Ιστορική θ εω ρ ία τοΟ Μ άρξ
89
(*) Der Sozialistiache Akademiker, Berlin 1895, 6ρ. 20 σ. 374
(**) |£ύττα τό δρθρο μας ; «Γιά τ} ρόλο τής προσωπικότητας οτήν Ιστορία* σιό βιβλίο μας Ε ί κ ο σ ι χ ρ ό ν ι α ("Απαντα τ. Υ1ΙΙ).
κα ί φ ρ ό ν τιζε λ ιγ ό τε ρ ο ν ά δη μ ιο υ ρ γή σ ε ι τή δ ίκ ιά το υ «έλλην ική θεω ρ ία » . (*)
Π ερ ιττό ν ά π ρ ο σ θ έσ ο υ μ ε δτ ι β ρ ισ κ ό μ α σ τε σ ή μ ερα μ α κ ρ ιά ά π ό τό ν ά μποροΟ με ν ά Α ν α κ α λ ύ π το υ μ ε π ά ν τ α τό ν α ΐτ ιώ δ η δεσ μ ό π ο ύ ύ π ά ρ χ ε ι ά ν ά μ ε σ α σ τή ν έμ φ ά ν ισ η μ ιά ς φ ιλ οσ οφ ικ ής Ιδέα ς κα ί τήν otKo- ν ομ ικ ή κ α τά σ τα σ η τής έπ ο χ ή ς μ έσ α σ τή ν ό π ο ία ν ε ίν α ι το π ο θ ετη μ ένη . Ά λ λ ά μ ό λ ις ά ρ χ ίζ ο υ μ ε ν ά έ ρ γα ζό - μ α σ τε π ρ ό ς α ύ τή τήν κα τεύ θυ νσ η &ν εΤμασταν σ έ θέσ η ν ά δ ώ σ ο υ μ ε ά π ά ντ η σ η σ έ δ λ α τά ζη τή μ α τ α π ο ύ τ ίθ εν τα ι έδ ώ ή τ ο ύ λ ά χ ισ το σ τά π ε ρ ισ σ ό τερ ό του ς, θ ά ε ΐχ ε τελ ειώ σ ε ι ή δ ο υ λ ε ιά μα ς^ή θ ά β ρ ίσ κ ο ντα ν σ τό τέλ ος τη ς . 'Ό τ ι ένδ ια φ έρ ε ι σ τήν π ρ ο κ ειμ ένη π ερ ίπ τω σ η , δέν εΤναι τό γ ε γ ο ν ό ς δτ ι δίν ξέρουμε Ακόμα νά Χύσουμε δλες τ ίς δ υ σ κ ο λ ίες π ο ύ σ υ ν α ν τά μ ε σ ’ α ύ τή τήν π ερ ιο χή . Δ έν ύ π ά ρ χ ε ι κα ί δέν μ π ο ρ ε ΐ ν ά ύ π ά ρ χ ε ι μ έθ ο δ ο ς Ικανή ν ά έξα λ είψ ε ι μο ν ο μ ιά ς δ λ ες τ ίς δ υ σ κ ο λ ίες π ο ύ ά ν α φ α ίν ο ν τα ι σ τήν έ π ισ τή μ η . Α ύτό πο ύ ένδ ια φ έρ ε ι ε ΐν α ι δ τ ι ή ύλισ τικ ή έ ξή γη σ η τής Ισ τορ ίας λ ύνε ι τ ίς δ υ σ κ ο λ ίες α ύ τές, μέ ά σ ύ γ κ ρ ιτ α π ερ ισ σ ό τερ η εύ κ ο λ ία ά π ό τήν ίδ εα λ ισ τ ικ ή κ α ί έκλ εχτική έξήγηση . ’Α π ό δ ε ιξη γ ι ’ α ύ τό εΤναι τό δ τ ι ή έπ ισ τη μ ο ν ικ ή σκέψη σ τή ν π ερ ιο χ ή τής Ισ το ρ ία ς Ετεινε μέ έξα ιρετικ ή δύ ν α μ η π ρ ό ς μ ιά ύλισ τικ ή έ ξ ή γ η σ η τώ ν φ α ιν ο μ έν ω ν , δτ ι τή ζ ή τ α γ ε ν ά ποΟ με μέ έ π ιμ ο νή ά π ό τήν έπ ο χή τής π α λ ιν ό ρ θ ω σ η ς κ α ί δέν Ιπ α ψ ε νά κλ ίνει π ρ ό ς α ύτή , ν ά τή ζ η τά ε ι ώ ς τή σ η μερ ινή έπ ο χή κ ι’ α ύ τό π α ρ ' δλη τήν εύ γεν ή άπο- σ τροφ ή π ο ύ κυ ρ ιεύει κά θε ά σ τό ίδ εο λ ό γ ο μ όλ ις ά κ ο ύ ε ι τή λέξη «ύλισμός».
Τ ό Εργο τοΟ F ra n z F eu e rh e rd μέ τό ν τ ίτλ ο D ie
90
(·) Ώ νόμαοε έλληνική τή «6εωρία» του, γιατί κατ' αύ- τόν οΙ θεμελιώδεις θέσεις της διακηρύχτηκαν άπό τόν Έ λ ληνα Θαλή καί Αναπτύχθηκαν ξανά άπό ίναν 'Ελληνα δηλαδή τόν Έλευθερόπουλο (κύττα τό βιβλίο του, σ. 17).
E n ts te h u n g der S tile au s d e r p o litisch en O econom ie, e rs te r I 'h e il (L e ip z ig 1902), μ π ο ρ ε ΐ ν ά χρη σ ιμ έψ ει γ ιά τρ ίτο π α ρ ά δ ε ιγ μ α π ο ύ δ ε ίχ ν ε ι π ώ ς ε ίν ε σ ή μ ερ α ά να - π ό φ ευ χ τε ς ο ΐ ά π ό π ε ιρ ε ς ν ά δ ο θ ε ί μ ιά ύλισ τικ ή έξή γ η σ η β λω ν τώ ν π λ ευ ρ ώ ν τοΟ άνθρώ π ινου πολ ιτισμοΟ . Ό F e u e rh e rd λ έε ι : « Σ ύ μ φ ω ν α μέ τόν τρ ό π ο π α ρ α γω γ ή ς π ο ύ έπ ικ ρ α τε ΐ κα ί τή μορφή τοΟ κρ ά το υ ς π ο ύ κ α θ ο ρ ίζε τα ι ά π ’ α ύ τό ν τόν τρόπ ο , ή ά ν θ ρ ώ π ινη δ ι α ν όηση ά ν α π τ ύ σ σ ε τα ι π ρ ό ς όρ ισ μ ένες κ α τευ θ ύ νσ ε ις , ένώ ά λ λ ε ς μ ένουν γι* α ύ τή ν ά π ρ ό σ ιτες . Γ ια υ τό ά κ ρ ιβ ώ ς ή ύ π α ρ ξη κά θε σ τύ λ «στή τέχνη » π ρ ο ϋ π ο θ έτε ι τήν ύ π α ρ ξη ά ν θ ρ ώ π ω ν π ο ύ νά ζοΟν μ έσ α σ έ κ α θ ο ρ ισ μ έ ν ο υ ς π ο λ ιτ ικ ο ύ ς ό ρ ο υ ς ,π ο ύ ν ά π α ρ ά γ ο υ ν σ ύ μ φ ω να μέ κ α θ ο ρ ισ μ ένο τρ ό π ο π α ρ α γ ω γ ή ς καί νά έ μ π ν έο ν τα ι ά π ό κ α θ ο ρ ισ μ έν α Ιδα νικ ά ..· “Ο τα ν οί π ρ ο κ α τα ρ κ τ ικ έ ς α ύ τές σ ίτ ίες ε ίν ε δ ο σ μ έν ες , ot ά ν θ ρ ω π ο ι δημ ιουργοΟ ν τ ά ά ν τ ίσ το ιχ α σ τύ λ ,τ ό σ ο ά ν α γ κ α ΐα κ α ί ά ν α π ό φ ευ χ τα δ σ ο κα ί τό π α ν ί ά σ π ρ ίζε ι, δσ ο κ ι’ ό βρω μιοΟ χος ά ρ γ υ ρ ο ς μ α υ ρ ίζε ι κα ί δσ ο κα ί τό ο ύ ρά ν ιο τό ξο έμ - φ α ν ίζε τα ι μ έσ α ά π ’ τά σ ύν εφ α ά μ έσ ω ς μ ό λ ις ό ή λ ιο ς ή α ίτ ια του ς, π ρ ο κ α λ έσ ε ι α ύ τά τ ’ άπ ο τελέσ μ α τα » (* ). Α ύ τό ε ίν α ι π ρ α γ μ α τ ικ ά σ ω σ τό κα ί ε ίν ε ένδ ια φ έρ ο ν ν ά δ ια π ισ τώ σ ο υ μ ε π ώ ς τό π α ρ α δ έ χ ε τ α ι Ενας ιστορικός τής τέχνης. Ά λ λ ά δ τ α ν ό F e u e rh e rd κ α τ α π ιά ν ε τα ι ν ά έ ξη γή σ ε ι τήν κ α τα γ ω γ ή τώ ν δ ια φ ό ρ ω ν έλλην ι- κώ ν ρ υ θ μ ώ ν ά π ό τήν ο ίκ ονομ ική κ α τά σ τα σ η τής άρ- χ α ία ς ‘Ε λ λ ά δ α ς , κ α τα λ ή γε ι σ ' Ενα π ο λ ύ σ χη μ α τικ ό ά π ο τέλ εσ μ α . Δ έν ξα (ρου μ ε &ν έκδ όθη κε τό δ εύ τερ ο μ ίρ ο ς τοΟ Εργου του . Δ έν ένδ ια φ ερ ό μ α σ τε γ ια υ τό , γ ια τ ί Ε χουμ ε κ α τα λ ά βε ι π ο λ ύ κ α λ ά π ό σ ο κ α κ ά κα τέχε ι τή ν εώ τερ η ύ λ ισ τικ ή μ έθ ο δ ο α ύ τώ ν τώ ν θ εω ρ ιώ ν. ΟΙ σ υ λ λ ο γ ισ μ ο ί το υ μέ τή σ χη μ α τικ ό τη τά τ ο υ ς μ δ ς θυ μ ίζο υ ν το ύ ς σ υ λ λ ο γ ισ μ ο ύ ς τώ ν θ ε ω ρ η
91
(·) Σελίδες 12 καί 20 τοΰ βιβλίου τοΟ Feuerherd.
τικ ώ ν μ α ς Φ ρΙτσε κ α ί Ρ όζκ ω ψ πού π ρ έα ε ι ν ά το ύ ς εύχηθοΟ μ ε δ π ω ς κ α ί σ ’ αύ τό ν , ν ά μελετήσουν πρωτ* ά π ’ 8 λ α κα ί κυμίω ς τό σύγχρονο ύλισμό. Μ ο ν ά χα ό μ α ρ ξ ισ μ ό ς μ π ο ρ ε ΐ δ λ ο υ ς ν ά το ύ ς π ρ ο ψ υ λ ά ξε ι ά π ό τή σ χη μ α τικ ό τη τα .
XIII
Ό μ α κ α ρ ίτη ς 6 Ν ικ ό λ α ς Μ ιχα η λ όφ σ κυ ύ π ο σ τή ρ ι- ζ ε ά λ λ ο τ ε , σ τή ν π ο λ εμ ικ ή το υ έν α ν τ ίο ν μας. δ τ ι ή Ιστορική θ εω ρ ία τοΰ Μ ά ρξ δέν θ ά ε ίχ ε π ο τ έ π λ α τ ε ιά δ ιά δ ο σ η μ έσ α σ τόν έπ ισ τη μ ο ν ικ ό κ ό σ μ ο Ε ίδ α μ ε κα ί θ ά δοΟμε ά κ ό μ α δτ ι α ύ τό δέν ε ίν α ι ό λ ό τε λ α σ ω σ τό . Π ρέπει δ μ ω ς π ρ ω τύ τερ α ν ά ά π ο μ α κ ρ ύ ν ο υ μ ε κ α ί μερ ικ ές δ λ λ ε ς π α ρ εξη γή σ ε ις πού π α ρ α β λ ά φ το υ ν ε τήν κ α τα νόη σ η τοΟ Ιστορ ικού ύλισμοΟ .
"Α ν θ έλ α μ ε ν ά έκ φ ρ ά σ ο υ μ ε σ ύ ν το μ α τήν ά ν τ ίλ η - ψ η τοΰ Μ άρξ κα ί τοΟ "Ε νγκ ελ ς γ ιά τή σ χέσ η ά ν ά μ εσ α σ τήν περ ίφ η μ η «βάση» κα ί τ ό δ χ ι λ ιγ ώ τε ρ ο π ε ρ ίφ ημ ο « έπ ικ ο δό μ η μ α » θ ά κ α ια λ ί',γ α μ ε σ ’ α ύ τό :
Ιο Κ ατάσταση τών παραγω γικώ ν δυνάμεων.2ο ΟΙκονομικΐς σχέσεις πού κ α θ ο ρ ίζο ν τα ι ά π ’ α ύ
τές τΙς δ υ ν ά μ ε ις ·3ο ΚοινωνίΗοαολιτιπό σύστημα. Χ τισ μ ένο π ά ν ω
σ έ όρ ισ μ ένη ο ίκ ονομ ική βάση ·4ο Ψυχολογία χοΰ κοινω νικού άνϋ·ρώ·πον π ο ύ κ α
θ ο ρ ίζ ετα ι έν μέρει ά π ’ εύ θ ε ία ς ά π ό τήν ο ικ ονομ ία , έν μέρει ά π ό ό λ όκλ η ρο τό χτ ισ μ έν ο π ά ν ω της π ο λ ιτ ικ ο κ ο ιν ω ν ικ ό σ ύ σ τη μ α -
5ο Δ ιά φ ο ρ ες Ιδεολογίες π ο ύ ά ν τ ικ α θ ρ εφ τ ίζο υ ν α ύ τή τή ψ υ χο λ ο γ ία
Ή δ ια τύ π ω σ η α ύ τή ε ίν α ι ά ρ κ ετά π λ α τ ε ιά γ ιά νά μ ποροΟ ν νά βροΟν τή θέσ η το υ ς δ λ ε ς ο( μορφ ές τής Ισ τορ ικής ά ν ά π τ υ ξή ς . ένΟ τα υ τό χ ρ ο ν α δ έν Εχει κα μ - μ ιά σ χέσ η μέ τό ν έκ λ εχ τ ισ μ ό π ο ύ δέ ξα ίρ ε ι ν ά π ά ε ι π ιό π έ ρ α ά π ό τήν ά μ ο ιβ α ία δ ρ ά σ η ά ν ά μ ε σ α σ τίς
92
δ ιά φ ο ρ ες κο ινω ν ικ ές δ υ ν ά μ ε ις κα ί δ έν ύ π ο π τ εύ ετα ι μ ά λ ισ τα δ τ ι τό γ ε γ ο ν ό ς τής Αμοιβαίας δράσης ά ν ά μ εσ α σ ’ α ύ τέ ς τΙς δ υ ν ά μ ε ις δ έν λ ύ ν ε ι ά κ ό μ α τό ζ ή τη μ α τής κ α τα γω γή ς του ς. Ή δ ια τύ π ω σ ή μ α ς ε ίν α ι μο ν ισ τικ ή δ ια τύ π ω σ η , κα ί ή μον ισ τική α ύ τή διατύ* π ω σ η ε ίν α ι β α θ ε ιά δ ια π ο τ ισ μ έν η ά π ό ύ λ ισ μ ό .
Ό Χ έγ γελ Ελεγε στή Φιλοσοφία τοΟ πνεύματος : «Τ ό πνεΟ μα ε ΐν α ι ή μόνη κ ινητή ρια ά ρ χή τής Ισ τ ο ρ ία ς» . Δ έν μ π ο ρ ο ύ μ ε νά σκεψθοΟμε ά λ λ ο ιώ ς , &ν σ ταθοΟ με σ τή ν ά π ο ψ η αύτοΟ τοΟ ιδεαλισμού π ο ύ σ ύ μ φ ω να μ ’ α ύ τό ν τό είναι κ α θ ο ρ ίζε τα ι ά π ό τή νόηση Ό ύ λ ισ μ ό ς τοΟ Μ ά ρξ δ ε ίχ ν ε ι μέ π ο ιό τ ρ ό π ο κ α θ ο ρ ίζε τα ι ή Ιστορία τής σκέψης ά π ό τήν Ιστορία τοϋ εΐναι, ά λ λ ά ό Ιδ εα λ ισ μ ό ς δ έν έμ π ό δ ισ ε τό ν Χ έγ γελ ν ά π α ρ α δ ε χ θ ε ί τήν έπ ίδ ρ α σ η τή ς ο ικ ονο μ ία ς σ ά ν έ π ίδ ρ α σ η μ ιά ς α Ιτία ς «πο ύ Εγινε ά π ο τελε- σ μ α τικ ή μέ τή μ εσ ο λά β η σ η τή ς ά ν ά π τ υ ξ η ς τοΟ πν εύ μ α το ς» . Τ ό ίδ ιο κα ί ό ύ λ ισ μ ό ς δ έν έ μ π ό δ ισ ε τό ν Μ άρξ νά π α ρ α δ ε χ θ ε ί σ τήν Ισ τορ ία τήν έπ ίδ ρ α σ η τοΟ π ν εύ μ α το ς , σ ά ν έπ ίδ ρ α σ η μ ιδ ς δ ύ ν α μ η ς π ο ύ ή κ α τεύ θυ νσ ή ιης σέ κά θε δ εδ ο μ ένη έπ ο χή κ α θ ο ρ ίζε τα ι ά π ό τήν ά ν ά π τ υ ξη τής οίκονομίας.
Τ ό δ τ ι ΰ λες οΐ Ιδ εο λ ο γ ίε ς Εχουνε κο ινές ρ ίζες , δ η λ α δ ή τήν ψυχολογία τής έποχής τους, δ έν ε ΐν α ι δ ύ σ κ ο λ ο ν ά τό κ α τα λ ά β ο υ μ ε κ ι’ ό κ α θ ένα ς θ ά π ε ισ θ ε ΐ γ ι ’ α ύ τό π α ρ α κ ο λ ο υ θ ώ ν τα ς Εστω κα ί έπ ιψ α ν εια κ ά τά γ ε γ ο ν ό τ α , θ ά ά ν α φ έρ ο υ μ ε ά ν ά μ ε σ α σ ’ ά λ λ α π α ρ α δ ε ίγ μ α τ α τό γ α λ λ ικ ό ρω μ α ντ ισ μ ό . 'Ο Β ίκτω ρ Ο ύ γ- κώ, ό Ε ύ γέν ιο ς ντέ λ ά Κ ρουά κα ί ό "Ε κτω ρ Μ περ- λ ιό ζ έ ρ γά ζ ο ν τα ν σ έ τρ ε ις έν τ ελ ώ ς δ ια φ ο ρ ετ ικ έ ς π ε ρ ιο χέ ς τής τέχνη ς. ’ Η τα ν κ ι’ ο ί τρ ε ις το υ ς ά ρ κ ετά ά π ο μ α κ ρ υ σ μ έν ο ι ό Ενας ά π ’ τό ν ά λ λ ο ν . Ό Β ίκτω ρ Ο ύ γκ ώ το υ λ ά χ ισ το δέν άγα π οΟ σ ε τή μ ουσική , κ α ί ό Ν τελ α κ ρ ο υ ά ά π εχ θ ά ν ο ν τ α ν το ύ ς «ρω μ α ντ ικ ο ύ ς» μ ο υ · σ ικού ς. Κ αί πα ρ* δ λ α α ύ τά π ο λ ύ σ ω σ τά ό ν ο μ ά ζα ν ε το ύ ς τρ ε ις α ύ το ύ ς ά ξ ιο π ρ ό σ εχ το υ ς ά ν θ ρ ώ π ο υ ς «ρω-
93
μ α ν τ ικ ή Τ ρ ιά δ α » . Σ τ ά Εργα το υ ς ά ν τ ικ α θ ρ εφ τ ίζε τα ι ή ΐδ ια ψ υ χ ο λ ο γ ία . Μ π ο ρ ε ΐ ν ά π ε ι κ α νέν α ς δτ ι δ π ί ν α κ α ς τοΟ Ν τελ α κ ρ ο υ ά , Δάντης κα ί ΒιργΙλιος, Εκφράζ ε ι τήν Ϊδ ια ψ υχική κ α τά σ τ α σ η μ ’ α ΰ τή π ο ύ ύ π α γό - ρευσ ε σ τό Β ίκτω ρ Ο ύ γκ ώ τό ν Έ ρνά νη το υ κα ί σ τό Μ π ερ λ ιό ζ τή Φανταστική χου Συμφωνία. Α ύ τό τδ · ν ο ιω θ α ν ot σ ύ χρ ο νο ί το υ ς, δη λ α δ ή Ε κείνο ι άπ* α ύ το ύ ς π ο ύ ένδ ια φ έρ ο ν τα ν σ ο β α ρ ά γ ιά τήν φ ιλ ο λ ο γ ία κα ί τή ν τέχνη Ό κ λ α σ σ ικ ό ς σ τ ις Ιδ ια ίτερ ες κλ ίσ εις το υ In g re s άπ οκα λ οΟ σ ε τό ν Μ π ερ λ ιό ζ «φ ρικτό μ ο υ σ ικό , τέρ α ς , λ ηστή , ά ν τ ίχ ρ ισ το » . (*) Α ύ τό θυ μ ίζε ι τΙς κο λ λ α κ ευ τ ικ ές γ ν ώ μ ες ποΟ χαν έκφ ρά σ ει οί κ λ α σ σ ικ ο ί γ ιά τό Ν τελ α κ ρ ο υ ά π ο ΰ λ εγ α ν τό π ιν έ λ λ ο του « μ εθυ σ μ έν η σκοΟπα».
Ξ έρ ο υ μ ε π ώ ς ό Μ π ερ λ ιό ζ κα θ ώ ς κ ι’ ό Β ίκτω ρ Ο ύ γκ ώ Α ν α γκά σ θη κα ν ν ά δώ σ ο υ ν ά λ η θ ιν ές μά · χες. (**) Ξ έρ ο υ μ ε έπ ίσ η ς δτ ι κέρ δ ισ ε τήν νίκη υ σ τέρ α ά π ό ά σ ύ γ κ ρ ιτ α μ εγ α λ ύ τερ ες π ρ ο σ π ά θ ε ιες ά π ό δσ ες Εκανε ό Ο ύ γκ ώ κα ί π ο λ ύ ά ρ γ ό τε ρ α ά π ' α ύ τό ν . Γ ια τ ί Εγινε α ύ τό μ ’ δ λ ο π ο ύ ή ψ υ χ ο λ ο γ ία π ο ύ έκ φ ρ ά ζετα ι σ τή μου σ ική το υ ή τα ν ε ίδ ιά μέ τήν ψ υ χ ο λ ο γ ία π ο ύ ε ίχ ε β ρ ε ι τήν Εκφρασή της στή ρ ο μ α ν τ ικ ή π ο ίη σ η κα ί τό ρ ο μ α ν τ ικ ό δ ρ ά μ α ; Γ ιά ν ά ά π α ν τ ή σ ο υ μ ε σ ’ α ύ τό τό έρ ώ τη μ α θ ά χ ρ ε ια σ τε ί ν ά έξη γή σ ο υ μ ε σέ μ ά ς το ύ ς ίδ ιο υ ς π ο λ λ έ ς λ επ το μ έρ ε ιε ς στή σ υ γ κ ρ ιτ ική Ισ το ρ ία τής Γ α λ λ ικ ή ς μου σ ική ς κα ί φ ιλολογίας.^***)
94
(*) Κύττα τΙς Souvenires d ’ un H ngolitre τοΟ Augustin Challamel, Paris 1885 o- 259. Ό Ingres ήτα\ε πιό συνεπής Από τό Νϊελακρουά πού ένώ ήταν ρομαντικός σιή ζω γραφική είχε διατηρήσει ώς τόσο μιά προτίμηση γιά τήν κλασσική μουσική.
(**) Παράβ. τό βιβΜο τοΟ Challamel σ. 258.(***)Καϊ προπαντός στήν Ιστορία γιά τό ρόλο πού πσίζει
κάθε μιά άπ1 αύτές τΙς τέχνες σάν Βιερμηνευτής τών ψυχι
95
λ επ το μ έρ ε ιε ς π ο ύ θ ά μ ε ίν ο υ ν ίσ ω ς χω ρ ίς έξή γη σ η γ ιά π ο λ ύ κα ιρό , Αν δχι γιΑ πάντα. Ά λ λ ά γ ιά κ ε ίνο π ο ύ δ έν π ρ έπ ε ι ν ά ά μ φ ιβ ά λ λ ο υ μ ε κ α θ ό λ ο υ εΤναι τό δ τ ι ή ψ υ χ ο λ ο γ ία τοΟ γσλλ ικοΟ ρ ω μα ντισμοΟ δ έν θ ά μ ά ς γ ίν ε ι κ α τα νο η τή π α ρ ά μόνο δ ν τή δοΟ με σ ά ν τή ν ψ υ χ ο λ ο γ ία μ ιδ ς ώ ρ ισ μ έν η ς τά ξη ς π ο ύ β ρ ίσ κ ετα ι μ έσ α σέ ώ ρ ισ μ έν ο υ ς κ ο ινω νικ ούς κα ί Ισ τορ ικού ς 8ρους.(*)
κών καταστάσεων ττ)<' έποχής. Ξέρουμε βτι σέ διαφορετικές έιτοχές έμφανίζονται στήν πρώτη γραμμή διαφορετικές Ιδεολογίες καί διαφορετικοί Ιδεολογικοί κλάδοι. Ή θεολογία ϊπα ιζε στόν Μεσαίωνα 6να πολύ πιό σημαντικό ρόλο ά π’ αύτόν πού παίζει σήμερα* ό χορός ήτανβ στήν πρωτόγονη κοινωνία ή πιό σπουδαία τέχνη ένώ σήμερα βχβι πάψει νά είναι κτλ. κτλ.
<*) Στό βιβλίο τοΟ Chesneau (Lcs chefs d ' Ecole, Paris 1883) ύπάρχει μιά λεπτότατη παρατήρηση πάνω στή ψυχολογία τών ρομαντικών. Ό Chesneau παρατηρεί βτι ό ρωμαντισμός βκανε τήν έμφάνιοή του μετά τήν ‘Επανάσταση καί τήν Αύτοκρατορία. «Στή φιλολογία καί τήν τέχνη σημειώθηκε μιά κρίση σάν κι αύτή πού δημιουργήθηκε οτά ήθη μετά τή τρομοκρατία, μιά άληθινή κρίση τών αισθήσεων. Οι Ανθρωποι εΤχανε ζήοει μέσα σέ διαρ<ή φ6βο, υστέρα Επαψε ό φόβος τους καί ρίχτηκαν στίς άπολαύσεις τής ζωήο. Οί έξω- τερικές έκδηλώσεις, οί έξωτερικές μορφές τραβούσαν Αποκλειστικά τήν προσοχή. ‘Ο γαλάζιος ούρονός, τό έκτυφλωτι- κό φώς, ή ώμορφιά τών γυναικών, τά βαρυά βελοΟδα, τά μεταξωτά μέ τά άσιραφτερά τους χρώματα, ή λάμψη τοΰ χρυσού, τό λαμπίρισμα τών διαμαντιών, 0λα αύ ιά δίναν χαρά. Οί άνθρωποι ζούσανβ μέ τά μάτια, είχανε πάψει νά σκέπτονται. Αύτό μοιάζει σέ πολλά σημεία μέ τή ψυχολογία τή ; έποχής πού ζοΟμε σήμερα στή Ρωσσία. "Ομως ή πορ=(α τών γεγονότων πού ήταν αίτία τής ψυχικής αύτής κατάστασης προκλήθηκε κι αύτή άπό τήν πορεία τής οίκονομικής έξέλιξης.
Ό Ζ. Τ ιερσ ό λ έε ι : «Τό κ ίνη μ α τοΟ 1830 στή φ ιλ ο λ ο γ ία κα ί τήν τέχν η ή τα ν μ α κ ρ ιά ά π ό τοΟ ν ά Εχει χ α ρ α κ τή ρ α λ α ϊκ ή ς έπα νά σ τα σ η ς» (* ). Α ύ τό ε ίν α ι ά π ό λ υ τα ά λ η θ ιν ό .Τ ό κ ίνη μ α έκ ε ΐν ο ήτα ν βα&κιά άστιπό. Ά λ λ ά δ έν ε ίν α ι μ ό ν ο ν α ύ τό . Μ έσ α σ τήν Τδια τή μ π ο υ ρ ζο υ α ζ ία δ έν ε ίχ ε κ α θ ό λ ο υ τή γ εν ικ ή σ υ μ π ά θεια . Κ ατά τή γν ώ μ η το ΰ Τ ιερσό , έξέφ ρ α ζε τήν τά σ η μ ιά ς μ ικρής ό μ ά δ α ς «έκλεχτώ ν» ά ρ κ ετά δ ιο ρ α τ ικ ώ ν σ τό νά ξα ίρ ο υ ν νά ά ν α κ α λ ύ π το υ ν τή μ ε γ α λ ο φ υ ΐα ΰ π ο υ κ ι' ά ν κ ρ υ β ό τα ν ε (**). Ό Τ ιερσ ό δ ια π ισ τώ ν ε ι 6τσι κα τά τρ ό π ο έπ ιφ α νε ια κ ό —δηλ. ίδ εα λ ισ τ ικ ό — τό γ ε γ ο ν ό ς δ τ ι ή μ π ο υ ρ ζ ο υ α ζ ία τής έπ ο χή ς έκείνη ς δ έν κ α τα λ ά β α ιν ε Ενα μ ε γ ά λ ο μ έρος ά π ό το ύ ς π ό θ ο υ ς κα ί τά α ίσ θ ή μ α τ α π ο ύ έμ ψ ύ χω ν α ν τότε στή φ ιλ ο λ ο γ ία κα ί σ τήν τέχν η το ύ ς Ιδ εο λ ό γ ο υ ς της. Π α ρ ό μ ο ια ά σ υ μ φ ω νία ά ν ά μ ε σ α σ το ύς Ιδ ε ο λ ό γ ο υ ς τη ς κα ί τήν τά ξη πού έκ φ ρ ά ζο υ ν τ ίς τά σ ε ις τη ς κ α ί τά γοΟ στα της, δ έν ε ίν α ι σ π ά ν ιο π ρ ά μ α σ τήν ίσ το ρ ία . Ή ά σ υ μ φ ω ν ία α ύ τή έ ξ η γ ε ϊ π ο λ λ ές Ιδ ιο μ ο ρ φ ίες τής π ν εύ μ α τικ ής ά ν ά π τ υ ξή ς τής ά ν θ ρ ω π ό τη τα ς . Σ τ ή ν π ερ ίπ τω σ ή μ α ς π ρ ο κ ά λ εσ ε ά ν ά μ ε σ α σ τ’& λλα κ α ί τήν π ερ ιφ ρ ο ν η τική σ τά σ η τής ρ α φ ινα ρ ισ μ ένη ς ό μ ά δ α ς τώ ν « έκλ εχτώ ν» ά π έν α ν τ ι σ το ύ ς « ά ξεσ το υς» ά σ το ύ ς , σ τά σ η π ο ύ ώ ς τά σ ή μ ερ α π α ρ α π λ α ν ά ε ι το ύ ς ά π λ ο ϊκ ο ύ ς άν- θρ ώ π ο υ ς κ α ί το ύ ς κ ά νε ι έν τ ελ ώ ς ά ν ίκ α νο υ ς νά κ α τα λ ά β ο υ ν τό ν ά ρ χ ιμ π ο υ ρ ζ ο υ ά δ ικ ο χ α ρ α κ τή ρ α τοΟ ρω μα ντισμοΟ . Ά λ λ ά έ δ ώ δ π ω ς κ ι’ άλλοΟ ή προέ- λευ σ η κ α ί ό χ α ρ α κ τή ρ α ς μ ιδ ς τ έ το ισ ς ά σ υ μ φ ω νία ς δέν μ ποροΟ ν νά έξηγηθοΟ ν σέ τε λ ευ τα ία ά ν ά λ υ σ η , π α ρ ά μ ό ν ο ά π ό τήν ο ίκ ονομ ική κ α τά σ τ α σ η τής κο ινω ν ικ ής τά ξη ς π ο ύ σ το ύ ς κ ό λ π ο υ ς της έκ δ η λώ θ η κ ε α ύ τή ή ά σ υ μ φ ω ν ία .Έ δ ώ δ π ω ς κα Ιπ α ντο Ο μ ό ν ο τ ό ε ίν α ι φ ω τίζε ι
96
(*) Hector Berlioz et la societi de eon temps, Paris 1904 p. 19Ο.
(*·) Αύτ. σ· 190.
τ ά «μυ στικά» τής νόησης. Κ αί ν ά γ ια τ ί έβώ — ό π ω ς κ ι’ ό π ο υ δ ή π ο τε άλλοΟ — μ ό νον ό ύ λ ισ μ ό ς ε ίν α ι Ικα νός ν ά δώ σ ε ι μ ιά ν έ π ισ τ η μ ο ν ικ ή έξήγηση τή ς « π ο ρ ε ία ς τώ ν Ιδεών».
XIV
Ο ί Ιδ εα λ ισ τέ ς σ τ ίς π ρ ο σ π ά θ ε ιέ ς το υ ς ν ά έξηγή- σ ο υ ν α ύ τή τήν π ο ρ ε ία δέν μ ά θ α ν ε π ο τ έ ν ά π α ρ α τη - ροΟν π ρ ο σ ε χ τ ικ ά ά π ό τήν ά π ο ψ η τής « ρ ο ή ς τ ώ ν π ρ α γ μ ά τ ω ν » . “Ε τσ ι έ ξη γε ΐ ό Τ αΙν τ ά Εργα τ έ χ ν η ς ά π ό τ ΐς Ιδ ιό τη τες το ϋ κ ύ κλ ου π ο ύ π ε ρ ιβ ά λ λ ε ι τό ν κ α λ λ ιτέ χ ν η . Π οιές δ μ ω ς ; Τ Ις ψ υ χ ο λ ο γ ικ έ ς Ιδιότητε ς , δ η λ α δ ή τή γεν ικ ή έκείνη ψ υ χ ο λ ο γ ία μ ιδ ς δο σ μ ένης έ π ο χ ή ς π ο ύ οί (δ ιό τη τές τη ς χ ρ ε ιά ζ ο ν τ α ι κ ι’ α ύ τέ ς μ ιά ν έξήγηση*. “Ο τα ν ό ύ λ ισ μ ό ς έξ η γ ε ΐ τήν ψ υ χο λ ο γ ία μ ιδ ς κ ο ινω ν ία ς ή μ ιδ ς δ οσ μ ένη ς τά ξ η ς , ά ν α ψ έ- ρ ε τα ι σ τή ν ο ίκ ονομ ική δ ιά ρ θ ρ ω σ η π ο ύ δη μ ιο υ ρ γ ιέ τα ι ά π ό τήν ο ίκ ονομ ική ά ν ά π τ υ ξ η ' δ μ ω ς ό Τ α Ιν πο ύ ή τα ν Ιδεα λ ισ τή ς , έξηγοΟσε^τήν κ α τ α γ ω γ ή τοΟ κ ο ιν ω ν ικ ο ύ σ υ σ τ ή μ α τ ο ς ά π ό τήν κ ο ιν ω ν ικ ή ψ υ χ ο λ ο γ ία , π ρ ά γ μ α π ο ύ τόν Ε μπλεξε μ έσ α σ έ ά ν τ ιφ ά σ ε ις χω ρ ίς δ ιέ ξοδ ο . Ο ί Ιδ εα λ ισ τέ ς βλο υ τοΟ κόσ μου δέν ά γ α π δ ν ε π ιά τό ν Τ α ίν . Κ α ί κ α τα λ α β α ίν ο υ μ ε γ ια τ ί : μέ τόν «κύκλο» έ ν ν ο ε ΐ τήν ψ υ χ ο λ ο γ ί α τ ή ς μ ά ζ α ς , τήν ψ υ χ ο λ ο γ ί α τ ο ΰ « μ έ σ ο υ ά ν θ ρ ώ π ο υ » μ ιδ ς ώ ρισ μέ- νης έπ ο χ ή ς κ α ί μ ιδ ς ώ ρ ισ μ έν η ς τά ξ η ς , «ή ψ υ χ ο λ ο γ ία α ύ τή ε ίν α ι σ τό ν Τ α ίν ή τ ε λ ευ τ α ία έν σ τα σ η π ο ύ μ π ο ρ ε ΐ ν ά έ π ικ α λ εσ τ ε ΐ ό έπ ισ τή μ ο ν α ς . Κ α τά σ υ ν έπ ε ια σ τό ν Τ α ίν , ό « μ ε γ ά λ ο ς» ά ν θ ρ ω π ο ς σ κ έφ τετα ι κα ί αί- σ θ ά ν ε τ α ι έ μ π ν εό μ εν ο ς π ά ν τ ο τ ε ά π ό τό «μέσ ον» ά ν θρ ω π ο , ά π ό τ ις « μ ετρ ιό τη τες* . Ά λ λ ά α ύ τό ε ίν α ι
* Τό £ργο τέχνης λέει ό ΤαΙν καθορίζεται άπό Ινα σύνολο πού είναι ή γενική κατάσταση τοΰ πνεύματος καί τών γύρω ήθών.
97
ψ εύ τικο κ α ί έ π ιπ λ έο ν δ υ σ ά ρ εσ το γ ιά το ύ ς ά σ το ύ ς « δ ια νο ο ύ μ εν ο υ ς» , π ο ύ κ λ ίν ο υ ν π ά ν τ α ν ά τοπ οθετοΟ ν το ύ ς έα υ το ύ ς το υ ς λ ίγ ο -π ο λ ύ σ τήν κ α τη γ ο ρ ία τώ ν μ ε γ ά λ ω ν ά ν θ ρ ώ π ω ν . Ό Τ α ί ν ή τα ν ό ά ν θ ρ ω π ο ς π ο ύ άψοΟ ε ίπ ε Α , Α π ο δ ε ίχθη κ ε ά ν ίκ α ν ο ς ν ά πρ ο φ έρ ε ι Β, κ α τ α σ τ ρ έ φ ο ν τ α ς μ ’ α ύ τό ν τό ν τρ ό π ο τή ν ύ πόθεσ ή το υ . Γ ιά ν ά β γ ε ι ά π ό τΙς ά ν τ ιφ ά σ ε ις π ο ύ ε ίχ ε μ π λέξε ι, δ έν ύ π ή ρ χε ά λ λ η δ ιέξ ο δ ο ς ίξ ω ά π ό τό ν Ιστορικό ύ λ ι- σ μ ό π ο ύ κ ρ α τ ά ε ι μ ιά (σότιμη θέση, τό σ ο γ ιά τήν « π ρ ο σ ω π ικ ό τη τα » δσ ο κ α ί γ ιά τό ν «κύκλο», τό σ ο γ ιά το ύ ς « μ έ σ ο υ ς » ά ν θ ρ ώ π ο υ ς δσ ο κ α ί γ ιά το ύ ς μ ε γ ά λ ο υ ς « έκ λ εχτο ύ ς τή ς τύ χη ς» .
’Α π ’ τό μ εσ α ίω ν α ώ ς τό 1871 ή Γ α λ λ ία ή τ α ν ά π ο - κ λ ε ισ τ ικ ά ή χ ώ ρ α δ π ο υ ή κ ο ινω ν ικ ή κ α ί π ο λ ιτ ικ ή έξέ- λ ιξη . κ α ί ή π ά λ η ά ν ά μ ε σ α σ τ ίς δ ιά φ ο ρ ες κ ο ινω ν ικ ές τ ά ξ ε ις π ή ρ α ν ε τό ν π ιό τυ π ικ ό χ α ρ α χ τ ή ρ α γ ιά τή Δ υτ ική Ε ύ ρώ πη . Μ ετά ά π ’ α ύ τό δέν θ δ τ α ν χω ρ ίς έ ν δ ια φ έρ ο γ ν ά π α ρ α τη ρ ή σ ο υ μ ε δ τ ι ά κ ριβώ ς σ τή Γ α λ - λ ία μποροΟ με μέ τή μ εγ α λ ύ τερ η εύ κ ο λ ία ν ά ά π ο κ α - λ ύψ ουμ ε τ ό ν ο ύ σ ιώ δη δεσ μ ό πο ύ ύ π ά ρ χ ε ι ά ν ά μ ε σ α σ τή ν ά ν ά π τ υ ξ η , κ α ί τήν π ά λ η π ο ύ ά ν α φ έ ρ α μ ε π ιό π ά ν ω ά π ό τό ν α μ έρος κ α ί τήν Ισ τορ ία τώ ν (δεολ ογ ιώ ν ά π ό τό ά λ λ ο .
Μ ιλ ώ ν τα ς γ ιά τό λ ό γο π ο ύ οί (δέες τής θ ε ο κ ρ α τ ικ ής σ χο λ ή ς γ ιά τή φ ιλ ο σ ο φ ία τή ς Ισ το ρ ία ς δ ια δ ό θ η κ α ν τό ν κα ιρό τή ς Π α λ ινό ρ θ ω σ η ς σ τή Γ α λ λ ία , ό R . F lin d π α ρ α τ η ρ ε ί : « Ή έ π ιτ υ χ ία μ ια ς τ έ τ ο ια ς θ εω ρ ία ς θ& μενε ώ σ τό σ ο ά ν εξή γη τη ά ν δ έν ε ίχ ε π ρ ο ε το ιμ α σ τ ε ί ό δρ ό μ ο ς τη ς ά π ό τό σ εν σ ο υ α λ ισ μ ό (sensua- lism e) τοΟ C od illac κ α ί δ ν δ έν ε ίχ ε ό λ ο φ ά νε ρ α π ρ ο ο ρ ισ τε ί ν ά ύ π η ρετή σ ει τ ά σ υ μ φ έρ ο ν τα τή ς ά λ λ η ς έκεί- ν η ς θ εω ρ ία ς π ο ύ ά ν τ ιπ ρ ο σ ώ π ε υ ε τ ίς (δέες μ ιδ ς π λ α - τ ε ιδ ς τά ξ η ς τή ς γ α λ λ ικ ή ς κ ο ιν ω ν ία ς π ρ ίν κ α ί μ ε τά τή ν Π α λ ιν ό ρ θ ω σ η ·. Α ύ τό ε ίν α ι δλ ό σ ω σ το . Κ αί ε ΐν α ι
* The philosophy of history in France and Germ anyj o. 149.
98
εύκ ο λο ν ά κ α τ α λ ά β ο υ μ ε π ιά ή τα ν ή τά ξη π ο ύ ε ίχ ε β ρ ε ι στή θ εοκρα τική σ χο λ ή τήν Ιδεολ ογ ική έκφ ρασ η τ ώ ν σ υ μ φ ερ ό ν τω ν της. Ά λ λ ά δ ς σ π ρ ώ ξ ο υ μ ε β α θ ύ τερ α τή μ ελ έτη μ α ς γ ιά τή γ α λ λ ικ ή Ισ τορ ία κι δ ς θ έσ ου μ ε τό έρ ώ τη μ α : δέν θ ά μ π ο ρ ο ύ σ α μ ε ν ά ά ν α κ α λ ύ - ψ ου μ ε έπ ίσ η ς κ α ί τ ις κο ινω ν ικ ές α ιτ ίε ς τής έ π ιτ υ χ ία ς τ ο ϋ σ ενσ ουαλ ισ μοΟ σ τήν π ρ ο ε π α ν α σ τ α τ ικ ή Γ α λ λ ί α ; Τ ό π ν ευ μ α τ ικ ό κ ίνη μ α π ο ύ ά π ό γο ν ο ( το υ ή τα νε οί θ εω ρη τικο ί τοΟ σ ενσ ουαλ ισ μοΟ , δέν έ ξ έψ ρ α ζε μέ τή σ ε ιρ ά του , τΙς τ ά σ ε ις μι&ς ώ ρ ισ μ ένη ς κο ινω ν ικ ή ς τ ά ξ η ς ; Α ν α μ φ ισ β ή τη τα , Τ ό κ ίνη μ α α ύ τό έξ έφ ρ α ζε τ Ις τά σ ε ις χ ε ιρ α φ έτη σ η ς τή ς τρ ίτη ς γ α λ λ ικ ή ς τά ξ η ς (34). Ά ν π η γ α ίν α μ ε μ α κ ρ ύ τερ α π ρ ό ς τήν κα τεύ θ υ νσ η α ύ τή , θ ά β λ έπ α μ ε π . χ . δ τ ι ή φ ιλ ο σ ο φ ία τοΟ Ν τεκ ά ρ τ ε ίν α ι τό ζ ω ν τα ν ό ά ν τ ικ α θ ρ έφ τ ισ μ α τώ ν ά ν α γ κ ώ ν τής ο ίκ ο νο μ ικ ή ς έξέλ ιξη ς κ α ί τοΟ σ υ σ χετ ισ μ ο ΰ τώ ν κ ο ιν ω ν ικ ώ ν δ υ ν ά μ εω ν τή ς έπ ο χ ή ς του*. Ά ν ά ν α τρ έ- χ α μ ε τ έ λ ο ς σ τό X IV α ίώ ν α κ ι δ ν σ υ γ κ ε ν τρ ώ ν α μ ε τήν π ρ ο σ ο χ ή μ α ς , π. χ . σ τά ίπ π ο τ ικ ά μ υ θ ισ το ρ ή μ α τα π ο ύ σ η μ ε ιώ σ α ν ε μ εγ ά λ η ε π ιτ υ χ ία σ τήν Α ύλή κ α ί σ τήν γ α λ λ ικ ή ά ρ ισ το κ ρ α τ ία τής έπ ο χ ή ς , θ ά β λ έπ α μ ε γ ιά μ ιά φ ορά ά κ ό μ α π ώ ς τ ά μ υ θ ισ το ρ ή μ α τα έ κ ε ϊν α ή τα ν ε ό κ α θ ρ έφ τη ς τή ς ζω ή ς κ α ί τώ ν π ρ ο τ ιμ ή σ εω ν α ύ τή ς τή ς τά ξη ς** . Μ έ μ ιά λέξη , σ τήν ά ξ ιο π ρ ό σ εχ τη α ύ τή χ ώ ρ α π ο ύ πρ ιν λ ίγ ο ά κ ό μ α ε ίχ ε ά π ό λ υ τ α τό δ ικ α ίω μ α ν ά λ έει δ τ ι « β ά δ ιζε έπ ικ εφ α λ ή ς τώ ν έθν ώ ν » , ή
* Κύττα τήν Iiistoire de la litterature franeaise de G. Lanson (Paris 1896, a. 394-397), δπου ό σύνδεσμος άνάμεσα σ’ ώ ρισμίνες πλευρές τής φιλοσοφίας τοΰ Ντεκάρτ καί τήν ψυχολογία τής κυρίαρχης τάζης στή Γαλλία στό πρώτο μισό τοϋ XVIII αίωνα έζηγεΐτα ι άρκετά καλά.
** Στό βιβλίο του Histoire de France (τ. I, σ. 59) 6 Sis- mondi έκφράζει γ ιά τή σημασία τών μυθιστορημάτων αύτών μιά πολύ ένΒιαφέρουσα γνώμη πού προσφέρει πληροφορίες γ ιά τήν κο ινω νιολογική μελέτη τής μίμησης.
99
κ α μ π ύ λ η τή ς π ν ευ μ α τ ικ ή ς κ ίνησ ης π α ίρ ν ε ι μ ιά π α ρ ά λ λ η λ η κα τεύ θ υ νσ η μέ τήν κ α μ π ύ λ η τή ς κο ινω ν ικ ής κ α ί π ο λ ιτ ικ ή ς ά ν ά π τ υ ξ η ς π ο ύ κ α θ ο ρ ίζε τα ι κ ι’ α ύ τή ά π ό τήν π ρ ο η γο ύ μ ενη .
ΟΙ κύ ρ ιο ι α ύ το ί πο ύ ε ίχ α ν «κριτ ικάρει» τό Μ ά ρ ξ σέ δ ιά φ ο ρ ο υ ς τό ν ν ο υ ς , δέν ε ίχ α ν ε κ α μ μ ιά Ιδέα ά π ’ β λ α α ύ τά . Δ έν ύ π ο π τ ευ ό ν τα ν ε π ώ ς , ά ν ή κρ ιτ ική εΤναι β έβ α ια π ρ ά μ α ώ ρ α ΐο κ α ί ά ξ ιέπ α ιν ο , π ρ έ π ε ι ώ σ τό σ ο ν ά κ ρ ιτ ικ ά ρ ο υ μ ε ξ α ίρ ο ν τ α ς τό θέμ α , δη λ α δ ή ν ά κ α τ α λ α β α ίν ο υ μ ε α ύ τ ό π ο ύ κ ρ ι τ ικ ά ρ ο υ μ ε . Τ ό ν ά κ ρ ιτ ικ ά ρεις μ ιά δοσ μ ένη μ έθοδ ο έπ ισ τη μ ον ικ ή ς Ιρ ε υ ν α ς , σημ α ίν ε ι ν ά κ α θ ο ρ ίσ ε ις ώ ς π ιό σ η μ ε ίο μ π ο ρ ε ΐ ν α χρ η σ ιμ εύ σ ει σ τή ν ά ν α κ ά λ υ ψ η τοΟ α ίτ ιώ δ ο υ ς δ εσ μ ο ΰ τώ ν φ α ιν ο μ έν ω ν . Ά λ λ ά α ύ τό δέ μ π ο ρ ε ΐ ν ά τό κ ά ν ε ις π α ρ ά μόνο δ ια μ έσ ο υ τή ς π ε ίρ α ς , δη λ α δ ή μέ τήν έφ αρ- μ ο γή α ύ χή ς τή ς μ εθόδ ου . Τ ό ν ά κ ρ ιτ ικ ά ρ ε ις τό ν Ισ το ρ ικό ύλ ισ μ ό , σ η μ α ίν ε ι ν ά π ρ ο σ π α θ ή σ ε ις ν ά χρ η σ ιμ ο π ο ιή σ ε ις τή μέθοδ ο το ϋ Μ ά ρξ κ α ί το ϋ “Ε ν γκ ε λ ς μ ελ ε τ ώ ν τ α ς μ ’ αύ τή , τήν Ιστορική κ ίνηση τής ά ν θ ρ ω π ό - τη τα ς . Μ όνο μ ’ α ύ τό τό ν τρ ό π ο μ π ο ρ ε ΐς ν ’ ά ν α κ α λ ύ - ψ εις τ ις δ υ ν α τέ ς κ α ί ά δ ύ ν α τ ε ς π λ ε υ ρ έ ς α ύ τή ς τή ς μεθόδ ου . « T h e p roof of th e p u d d in g is in th e ea tin g * (τό δ τ ι ή π ο υ τ ίγ κ α ύ π ά ρ χ ε ι ε ίν α ι δτ ι τήν τρ ώ ς), ε ίπ ε ό ’Έ ν γ κ ε λ ς έ ξ η γ ώ ν τα ς τή γ νω σ εο θ εω ρ ία του . Α ύ τό ε ίν α ι τό ίδ ιο ά λ η θ ιν ό κ α ί γ ιά τό ν Ιστορικό ύ λ ισ μ ό . Γ ιά ν ά κ ρ ιτ ικ ά ρ ε ις α ύ τό τό φ α ΐ π ρ έ π ε ι π ρ ώ τα ν ά τό δο κ ιμ ά σ ε ις . Γ ιά ν ά δ ο κ ιμ ά σ ε ις τή μέθο δ ο τοϋ Μ ά ρ ξ κ α ί το ΰ “Ε ν γκ ελ ς π ρ έπ ε ι νά ξέρεις π ρ ώ τ α ν ά τή χρ η σ ιμ οπο ιή σ ε ις . Ά λ λ ά γ ιά ν ά τήν χρ η σ ιμ ο π ο ιή σ ε ις έπι- δ έξ ια , α ύ τό π ρ ο ϋ π ο θ έτε ι μ ιά ν ά σ ύ γ κ ρ ιτ α π ιό σ οβα ρή έπ ισ τη μ ον ικ ή π ρ ο π α ρ α σ κ ευ ή κ α ί μ ιά δ ια νο η τικ ή έρ- γ α σ ία π ο λ ύ π ιό έπ ίμ ονη ά π ό ρητορ ικ ούς ψ ευτοκρι- τ ικ ο ύ ς λ ό γο υ ς γ ιά τό μ ο ν ό π λ ευ ρ ο χ α ρ α χ τ ή ρ α τοϋ Μ α ρξισ μ ού
θ ί κρ ιτ ικο ί το ϋ Μ ά ρξ λένε , ά λ λ ο ι μέ λ ύ π η κι ά λ λ ο ι μέ μομφή κ ι’ ά λ λ ο ι ά κ ό μ α μέ χ α ιρ ε κ ά κ ισ , δ τ ι.
100
ώ ς τ ά σ ήμ ερα δέ β γή κε ο ύ τε Ενα β ιβ λ ί ο π ο ύ ν ά δ ίν ε ι μ ιά θεω ρητική δ ικ α ιο λ ό γη σ η τοΟ Ισ τορικού ύλι- σμοΟ. Μ ’ Ενα τέτο ιο β ιβλίο ένν ο ο ϋ ν σ υ ν ή θω ς κ ά τ ι σ ά ν Ενα ε ΐδ ο ς σ ύ ν το μ η ς π ρ α γ μ α τ ε ία ς τής π ο γ κ ό σ μ ια ς Ισ το ρ ία ς ά π ό τήν υ λ ισ τικ ή άποψ η . “Ο μ ω ς α ύ τή τή σ τ ιγ μ ή , δ έν 0 d μ π ο ρ ο ύ σ ε ν ά γ ρ α φ τ ε ί μ ιά τ έ το ια π ρ α γ μ α τ ε ία οΟτε ά π ό Εναν μ ο ν ά χ α σ οφό , δσ ο π α γ κ ό σ μ ιε ς κι δ ν ή τα ν οί γ νώ σ ε ις του , ο ό τε ά π ό μ ιά ό λ ό κ λ η ρ η ό μ ά δ α σ οφ ώ ν. Γ ιά Ενα τέτο ιο β ιβλίο δ έν ύ π ά ρ χ ε ι ά ρ κ ετό ύ λ ικ ό κ α ί δ έν θ ά ύ π ά ρ χ ε ι γ ιά π ο λ ύ ν κ α ιρ ό . Τ ό ύ λικ ό α ύ τό δ έν μ π ο ρ ε ί ν ά σ υ γ κ εν τρ ω θ ε ί π α ρ ά δ ιά μέσ ου μ ιά ς μ α κ ρ ιά ς σ ε ιρ ά ς έρ ευ ν ώ ν π ά ν ω σ τ ίς λ επ το μ έ ρ ε ιε ς τώ ν ά ν τ ίσ το ιχ ω ν π ερ ιο χ ώ ν τή ς έπ ισ τή μ η ς κα ί μέ τή β οήθεια τής μεθόδ ου τοΟ Μ άρξ. Μ έ ά λ λ α λ ό γ ια ο ί «κρ ιτικο ί» π ο ύ ζη τά νε Ενα τέτο ιο β ιβ λ ίο , θ ά ή θ ελ α ν ν ά ε ίχ ε ά ρ χ ί σ ε ι ά π ό τ ό τ έ λ ο ς ή έ ρ γ α σ ία , δη λ α δ ή ν ά ε ίχ ε έ ξ η γ η θ ε ΐ π ρ ο η γ ο ύ μ ε ν α ά π ό ύλισ τικ ή ά π οψ η ή ί δ ι α ή ισ τ ο ρ ικ ή π ο ρ ε ί α π ο ύ π ρ ό κ ε ι τ α ι , γ ι ά ν ά μ ιλ ή σ ο υ μ ε κ α θ α ρ ά , ν ά έ κ θ έ - σ ο υ μ ε . Π ρ α γ μ α τ ικ ά α ύ τό τό β ιβλίο γ ρ ά φ ε τ α ι ά κ ρ ιβ ώ ς σ τό μ έτρο π ο ύ οί σ ύ γ χ ρ ο νο ι σοφο ί — σ υ χ ν ό τ α τ α χ ω ρ ίς ν ά τό κ α τ α λ α β α ίν ο υ ν , δ π ω ς τό εχο υ μ ε ήδη ε ίπ ε ΐ , β ρ ίσ κ ο ντα ι ύ π ο χ ρ εω μ έν ο ι ά π ό δλ η τήν σ η μ ερ ινή κ α τά σ τ α σ η τή ς κ ο ιν ω ν ιο λ ο γ ία ς ν ά δώ σ ο υ ν μ ιά ν έπ ισ τη μ ο ν ικ ή έξήγηση τώ ν φ α ιν ο μ έν ω ν π ο ύ γ ι ’ α ύ τ ά μ ιλ ο ύ ν . Κ αί μόνο τ ά π α ρ α δ ε ίγ μ α τ α πού ά ν α φ έ ρ α μ ε ή τ α ν άρ κ ετή ά π ό δ ε ιξ η δ τ ι φ ά ν η κ α ν ώ ς τ ά σ ήμ ερα π ο λ ύ λ ίγ ο ι ά π ’ α ύ τ ο ύ ς το ύ ς σ οφούς.
Ό Λ α π λ ά ς λ έε ι δ τ ι μ ετά τή μ εγ ά λ η ά ν α κ ά λ υ ψ η το ΰ Ν εύ τ ω ν α , π ε ν ή ν τα χ ρ ό ν ια κ ύ λ ισ α ν ώ σ π ο υ ν ά σ υ μ π λ η ρ ω θ ε ί ά π ό ά λ λ ε ς κ ά π ω ς , σ ο β α ρ ές ά ν α κ α λ ύ - ψ εις. Χ ρειάσ τηκε δ λ ο ς α ύ τ ό ς ό χρ ό ν ο ς γ ιά ν ά γ ίν ε ι κ α τα ν ο η τή ά π ό δ λ ο υ ς ή μ ε γ ά λ η α ύ τή ά λ ή θ ε ια κ α ί ν ά ν ικήσ ει τ ά έμ π ό δ ια π ο ύ ό ρ θ ώ ν ο ν τα ν μ π ρ ο σ τ ά τη ς ά π ό τή θεω ρ ία τώ ν σ τροβίλω ν , κα ί Γσως
101
ά κ ό μ α ά π ό τήν φ ιλ α υ τ ία τώ ν σ ύ γ χ ρ ο ν ώ ν το υ μ α θη μ α τικώ ν* .
Τ ά έμ π ό δ ια π ο ύ σ υ ν α ν τ ά ε ι ό ν εώ τερ ο ς ύ λ ισ μ ό ς σ ά ν Α ρμονική κ α ί σ υ νεπ ή ς θ εω ρ ία ε ίν α ι ά σ ύ γ κ ρ ιτ α μ ε γ α λ ύ τ ε ρ α ά π ό α ύ τ ά π ο ύ σ υ ν ά ν τη σ ε σ τή ν εμ φ ά ν ισ ή τη ς ή θ εω ρ ία το ΰ Ν εύ τω να . Ε ν ά ν τ ιά το υ ό ρ θ ώ ν ετα ι Α μεσ α κ α ί ά π ο φ α σ ισ τ ικ ά τό σ υμ φ έρ ο ν τής σ ημ ερ ινή ς κ υ ρ ία ρ χ η ς τά ξ η ς π ο ύ ύ π ο τ ά σ σ ε τ α ι ά ν α γ κ α σ τ ικ ά κ ά τω ά π ό τήν ε π ίδ ρ α σ ή τη ς τό μ ε γ α λ ύ τε ρ ο μ έρος τ ώ ν σ οφώ ν τοΟ κ α ιρ ο ύ μ α ς . *Η ύ λ ισ τικ ή δ ια λ εχ τ ικ ή « π ο ύ δ έν λ υ γ ίζε ι μ π ρ ο σ τά σέ τ ίπ ο τ α κ α ί ά ν τ ικ ρ ύ ζε ι τ ά π ρ ά μ α τ α μέ τή μ ε τ α β α τ ι κ ή τ ο υ ς μ ο ρ φ ή » , δ έ ν μπορεΤ ν ά κερδίσει τΙς σ υ μ π ά θ ε ιε ς τή ς σ υ ν τ η ρ η τ ικ ή ς τ ά ξ η ς π ο ύ ε ίν α ι σ ήμ ερα σ τή Δ ύση ή μ π ο υ ρ ζο υ α ζ ία . ΕΤναι σέ τέ το ιο σ η μ ε ίο ά ν τ ίθ ε τη μέ τήν π ν ευ μ α τ ικ ή κ α τ ά σ τ α σ η α ύ τή ς τή ς τ ά ξ η ς , ώ σ τε ν ά π α ρ ο υ σ ιά ζ ε τ α ι φ υ σ ικ ά σ το ύ ς Ιδ εο λ ό γ ο υ ς τη ς σ ά ν κ ά τ ι ά ν υ π ό φ ο ρ ο κ ι ά ν ά ρ μ ο σ το , σ ά ν κ ά τ ι π ο ύ δ έν ά ρ μ ό ζειο Ο τε σέ «τίμ ιο υ ς ά ν θ ρ ώ π ο υ ς » γ εν ικ ά , οΟτε σ έ « ά ξ ιο σ έβ α σ το υ ς ά ν θ ρ ώ π ο υ ς » τή ς έπ ισ τή μ η ς Ιδια ίτερα**. Δ έν εΤναι έκ- π λ η χ τ ικ ό δ τ ι κ α θ έν α ς ά π ό το ύ ς « ά ξιο σ έβ α σ το υ ς» α ύ · τ ο ύ ς σ ο φ ού ς θεω ρ ε ί σ ά ν ήθικά ύ π ο χρ εω μ έν ο τό ν έ α υ τό το υ ν ά δ ιώ ξε ι ά π ό π ά ν ω του κ ά θ ε ύ π ο ψ ία σ υ μ π ά θ ε ια ς γ ιά τό ν ύλισμό***. Κ αί σ υ χ ν ό τ α τ α τό ν κ α τ α γ
* Exposition du sysleine du monde, Paris χρόνος VI, τ. II, σ. 291 -292.
** Πάνω σ’ αύτό κύττα μεταζύ άλλων τό άρθρο τοΟ Έ ν · γκελς πού άναφέραμε πιό π ά ν ω : Cher den historisclien Ma- terialism us.
*** θυμηθήτε μέ πόση παραφορά άπολογοΰνταν ό Lam- preclit στήν κατηγορία πώς ήταν όπαδός τοϋ υλισμού. Κυτ- τάζτε έπίσης πώς άμόνονταν ό Ράτσελ (Die Erde und da* T,eben σ. 631). Καί δμως ό Ιδιος ό Ράτσελ γρ ά φ ε ι: «Τό σύνολο τών πολιτιστικών καταχτήσεων κάθ« λαοϋ σέ κάθε σταθμό τής άνάπτυζής του άποτελεϊτα ι ά π όύλ ικά κα ί πνευ-
102
γέ λ λ ε ι μέ τό σ ο μ εγ α λ ύ τερ η δύ ν α μ η , δσ ο δ ε ίχ ν ε ι μ ιά κ ά π ο ια έπ ιμ ο νή ν ά κ ρ α τ η θ ε ί σ τ ίς ε ίδ ικές έ ρ ευ ν έ ςτ ο υ σέ ύλισ τικ ή άποψ η . Κ α τα ν τά ε ι ϊν α ε ίδ ο ς μ ισ οσυνει- δη τή ς «σ υμβατικής ψ ευ τ ιά ς» , π ο ύ δέν μ π ο ρ ε ΐ β έβα ια ν δ χ ε ι π α ρ ά τήν π ιό β λα βερ ή έπ ίδ ρ α σ η σ τή θεω ρητικ ή σκέψη.'
XV
Τ ό «σ υ μ β α τικ ό ψ έμα» μ ια ς κ ο ιν ω ν ία ς χω ρ ισ μ έ νης σ έ τ ά ξ ε ις π α ίρ ν ε ι τό σ ο πιό μ ε γ ά λ ες ά ν α λ ο γ ίε ς , δσ ο περ ισ σ ό τερ ο κ λ ο ν ίζ ε τ α ι ή ΰ π ά ρ χ ο υ σ α τά ξ η π ρ α γ μ ά τ ω ν ά π ό τήν έπ ίδ ρ α σ η τή ς ο ίκ ονομ ικής ά ν ά π τ υ ξης κα ί ά π ό τήν τα ξ ικ ή π ά λ η π ο ύ π ρ ο κ α λ ε ΐτ α ι ά π ’ α ύ τή ν τήν ά ν ά π τ υ ξ η . Ό Μ ά ρ ξ έ λ ε γ ε δτ ι δσ ο μ ε γ α λ ώ ν ο υ ν οί ά ν τα γ ω ν ισ μ ο ί ά ν ά μ ε σ α σ τ ίς ά ν α π τ υ σ σ ό - μ εν ες κ ο ινω ν ικ ές δ υ ν ά μ ε ις , τό σ ο ή Ιδ εο λ ο γ ία τή ς κ υ ρ ία ρ χ η ς τά ξ η ς δ ια π ο τ ίζ ε τ α ι ά π ό ύ π ο κ ρ ισ ία . Κ α ι δσ ο ή ζω ή ξ ε σ κ ε π ά ζ ε ι τήν ψεύτικη φύση α ύ τή ς τή ς Ιδεολ ο γ ία ς , τό σ ο ή γ λ ώ σ σ α α ύ τή ς τής τά ξ η ς , γ ίν ε τ α ι ύψηλή κ α ί ένά ρ ετη (D a n k t M ax. D o k u m en te des So-
ματικά σ τ ο ιχ ε ία . . . Τά στο ιχεία αύτά δέν καταχτήθηκαν μέ τά Ιδια μέσα, μέ τήν Ιδια εύκολία καί ταυτόχρονα άπ* δλους .. . Στή βάση τών πνευματικών καταχτήσεων όπάρ- χουν οΐ ύλικές καταχτήσεις. Ot δημιουργίες τοΟ πνεύματος έμφανίζονται σάν μιά πολυτέλεια μόνο μετά τήν Ικανοποίηση τών φυσικών Αναγκών. Κάθε ζήτημα πού μπαίνει γ ιά τήν Ανύψωση τοϋ πολιτισμού Ανάγεται κατά συνέπεια στό ζήτημα τών παραγόντω ν πού εύνοοϋντήν άνάπτυζη των ύλι- κών βάσεων τοϋ πολιτισμού» (Volkerkunde τ. I, Έ κδοση πρώτη σ. 17). Αύτό είναι Αδιαφιλονίκητα Ιστορικός ύλισμός, μονάχα 6μως μιας πολύ λιγώ τερο βαθειάς Αντίληψης καί γι* αύτό κατώτερης ποιότητας άπό τόν ύλισμό τοϋ Μάρξ καί τοϋ *Ένγκελς.
103
sia lism u s , Α Ο γουσ τος 1904. σ. 370-371). *Η ό ρ θό τη τα α ύ τή ς τή ς σκέψης Α ν α π η δ ά ε ι μ π ρ ο σ τά μ α ς μέ ίδ ια ί- τέρη κ α θ α ρ ό τη τα τώ ρ α π ο ύ π . χ . ή έ ξ ά π λ ω σ η τοΟ έκφυλισμοΟ σ τή Γ ερ μ α ν ία , δ π ω ς ά π ο κ α λ ύ φ τη κ ε ά π ό τή δίκη H ard en - M oltke, π η γ α ίν ε ι χέρ ι-χ έρ ι μέ τήν « ά ν α γ έ ν ν η σ η τοΟ Ιδεα λ ισ μ ο ύ » σ τήν κ ο ιν ω ν ιο λ ο γ ία . Κ α ί β ρ ίσ κ ο ντα ι ά ν θ ρ ω π ο ι σ έ μ δ ς ά κ ό μ α κ α ί σ τίς γ ρ α μ μ έ ς τώ ν « θεω ρητικώ ν τοΟ π ρ ο λ ε τα ρ ιά τ ο υ » π ο υ 6 έν κ α τ α λ α β α ίν ο υ ν τήν κο ινω ν ικ ή α ίτ ία α ύ τή ς τής « ά ν α γ έν ν η σ η ς» κ α ί ύ π ο τά σ σ ο ν τα ι σ τή ν έπ ίδ ρ α σ ή της. Τ έτο ια εΤναι ή π ερ ίπ τω σ η τ ώ ν Μ π ο γ κ ν τά ν ω φ Μ πα - ζά ρ ω φ κα ί ά λ λ ω ν .
'Α λ λ ω σ τ ε τ ά π λ ε ο ν εχ τ ή μ α τ α π ο ύ δ ίνε ι σέ κά θε έρευ νητή ή μ έθ ο δ ο ς του Μ ά ρ ξ ε ίν α ι τόσ ο σ η μ α ν τ ικ ά π ο ύ ά ρ χ ίζ ο υ ν ν ά ά ν α γ ν ω ρ ίζ ο ν τ α ι ά ν ο ιχ τ ά ά κ ό μ α κ α ί ά π ό ά ν θ ρ ώ π ο υ ς π ο ύ ύ π ο τ ά σ σ ο ν τ α ι θελ η μ α τικ ά σ τό «σ υμ βατικό ψ έμα » τοΟ καιροΟ μ α ς . ’Α ν ά μ εσ α σ ’ α ύ τ ο ύ ς το ύ ς ά ν θ ρ ώ π ο υ ς π ρ έ π ε ι ν ά κ α τα τά ξ ο υ μ ε π . χ . τό ν ’Α μ ερ ικ α νό Σ έ λ ιγ κ α ν , σ υ γ γ ρ α φ έ α τοΟ β ιβ λ ίου T h e econom ic in te rp re ta tio n of h is to ry π ο ύ β γή κ ε σ τά 1909. Ό Σ έ λ ιγ κ μ α ν ά ν α γ ν ω ρ ίζ ε ι ά ν ο ιχ τ α δ τ ι έκ ε ΐν ο π ο ύ Ικ α ν έ το ύ ς σ ο φ ο ύ ς ν ά ύ π ο χω ρ ή σ ο υ ν μ π ρ ο σ τά σ τή θ εω ρ ία τοΰ Ιστορ ικού ύλισμοΟ, ή τα ν ε τ ά σ ο σ ια λ ισ τ ικ ά σ υ μ π ε ρ ά σ μ α τα π ο ύ Ε βγα λε ά π ’ α ύ τή ό Μ άρξ. Β ρίσκει δ μ ω ς π ώ ς μ π ο ρ ο ύ μ ε ν ά Ικ α ν ο π ο ιή σ ο υ μ ε τήν κ α τσ ίκ α δ ια τ η ρ ώ ν τ α ς άκ έρ ιο τό λ ά χ α ν ο , δ τ ι «μποροΟ με ν ά ε ίμ α σ τ ε ό π α δ ο ί τοΟ οίκο- νομικοΟ ύ λ ισ μ οΰ » κ α ί ν ά μ ένο υμ ε ώ σ τό σ ο έχθρ ο ί τοΟ σ ο σ ια λ ισ μ ο ύ . «Τ ό γ ε γ ο ν ό ς δ τ ι ο ί ο ίκ ο νο μ ικ ές ά ντ ιλ ή ψ ε ις τοΟ Μ ά ρ ξ ή τα ν σ φ α λ ερ ές λ έει, δέν Εχει κ α μ μ ιά σ χέσ η μέ τό ά λ η θ ιν ό ή τό ψ εύτικο τή ς φ ιλ ο σ ο φ ία ς το υ τή ς Ισ τορ ίας»* .
Σ τή ν π ρ α γ μ α τ ικ ό τ η τ α ο ί ο ίκ ο νο μ ικ ές ά ν τ ιλ ή ψ ε ις
* Σελίδες 24 καί 109 τοΰ βιβλίου τοΰ Σέλιγκμαν.
104
τοΟ Μ ά ρξ σ υ ν δ έο ν τα ι μέ τό ν π ιό σ τενό τρ ό π ο μέ τ Ις Ισ τορ ικές του ά ν τ ιλ ή ψ ε ις . Γ ιά ν ά κ α τα λ ά β ο υ μ ε κ α λ ά τό Κ ε φ ά λ α ιο , ε ίν α ι ά π ο λ ύ τ ω ς ά π α ρ α ί τ η τ ο ν ά έ μ β α θ ύ νο υ μ ε κ α λ ά σ τό ν περ ίφ ημ ο π ρ ό λ ο γ ο τής «Κ ριτικής τή ς π ο λ ιτ ικ ή ς ο ίκ ο νο μ ία ς» κ α ί ν ά διεισδύ- σουμ ε σ ’ α ύ τό ν . Ά λ λ ά δέν θ ά μ π ο ρ ο ύ σ α μ ε έδώ οΟτε ν ά έκθέσ ουμ ε τΙς ο ίκ ονομ ικές ά ντ ιλ ή ψ ε ις τοΰ Μ ά ρ ξ οΟτε ν ά δ ια φ ω τίσ ο υ μ ε τό γ ε γ ο ν ό ς γ ιά τό ό π ο ιο ω σ τό σ ο δέν μ π ο ρ ε ΐ νά ύ π ά ρ χ ε ι ή π α ρ α μ ικ ρ ή άμφι- β ο λ ία , δ τ ι ο ί ά ν τ ιλ ή ψ ε ις α ύ τ έ ς δ έν εΤναι ά λ λ ο π ρ ά γ μ α ά π ό Ενα ά ν α π ό σ π α σ τ ο μ έρ ο ς τή ς δ ιδ α σ κ α λ ία ς π ο ύ λ έ γ ε τ α ι ισ το ρ ικ ό ς ύλ ισ μ ός* . θ ά π ρ ο σ θ έσ ο υ μ ε μ όνο δ τ ι ό Σ έ λ ιγ κ μ α ν ε ίν α ι Ενας ά ρ κ ετά «ά ξ ιοσ έ- β α σ τ ο ς» ά ν θ ρ ω π ο ς γ ιά ν ά τρ ο μ ά ζ ε ι έπ ίσ η ς μ π ρ ο σ τ ά σ τό ν ύ λ ισ μ ό . Ό « ό π α δ ό ς» α ύ τ ό ς τοΟ ο ίκονο- μικοΰ ύ λ ισ μ ο ΰ βρ ίσ κ ει δ τ ι ζη τ ώ ν τ α ς ν ά έξη γή σ ου μ ε τή «θρησ κεία ώ ς τό χρ ισ τ ια ν ισ μ ό » ά π ό ο ίκ ο νο μ ικ ά α ίτ ια , σ π ρ ώ χ ν ο υ μ ε τ ά π ρ ά γ μ α τ α σέ μ ιά ν ά ν υ π ό - φ ορη άκ ρότητα** . " Ο λ α α ύ τ ά δ ε ίχ ν ο υ ν κ α θ α ρ ά π ό σ ο β α θ ε ιά εΤναι ρ ιζω μ έν ες οί π ρ ο λ ή ψ εις , κ α τά σ υ ν έ π ε ια κ α ί τ ά έ μ π ό δ ια πο ύ π ρ έ π ε ι ν ά π ο λ εμ ή σ ει
105
* Μερικές λέξεις άκόμα γ ιά νά έξηγήσουμε τά παραπάνω. Κατά τό Μάρξ «οί οίκονομικές κατηγορίες δέν είναι παρά ή θεωρητική ϊκφραση, ή Αφαίρεση των κοινωνικών σχέσεων παραγω γής» («Αθλιότητα τής Φιλοσοφίας* μέρος 2ον, 2η παρατήρηση). Τοϋτο σημαίνει δτι ό Μάρξ βλέπει τις οίκονομικές κατηγορίες καί άπό τήν άποψη των Αμοιβαίων σχέσεων που ύπάρχουν ΑνΑμεσα στούς Ανθρώπους στήν κοινωνική πορεία τής παραγω γής καί Από τήν έξέλιξή τους έξηγεΐ στις βασικές της γραμμές τήν Ιστορική κίνηση τής Ανθρωπότητας.
** Αύτ., σ. 27. Ή «καταγωγή τοΰ Χριστιανισμού», πού είναι £να βιβλίο τής Ιδιας «Ακρότητας» Αξίζει Ασφαλώς κατά τόν Σέλιγκμαν νά Αποδοκιμαστή.
ή θ εω ρ ία τοΟ Μ άρξ, Κ α ί δ μ ω ς ή Τδια ή έκδοση τοϋ β ιβλίου τοΟ Σ έ λ ιγ κ μ α ν , κ α θ ώ ς κ α ί ό χ α ρ α χ τ ή ρ α ς τώ ν έ π ιφ υ λ ά ξ ε ω ν π ο ύ δ ια τυ π ώ ν ε ι, έ π ιτ ρ έπ ο υ ν ώ ς έ ν α β α θ μ ό ν ά θρέψ ου μ ε τή ν έ λ π ίδ α π ώ ς «ό Ιστορ ικ ό ς ύ λ ισ μ ό ς — &ν κ α ί ξ εσ κ ισ μ ένο ς κ α ί ξ ε κ α θ α ρ ισ μ ένο ς» — θ ά ά ν α γ ν ω ρ ισ τ ε ΐ τελ ικ ά ά π ό το ύ ς (δεολ ό γ ο υ ς έκ ε ίν ο υς τή ς μ π ο υ ρ ζ ο υ α ζ ία ς π ο ύ δ έν έπ α - ψ α ν ά κ όμ η εν τ ελ ώ ς ν ά β ά ζο υ ν σ έ τά ξ η τ ις Ισ τορ ικ ές το υ ς ά ντιλ ή ψ ε ις* .
Ά λ λ ά ή π ά λ η έ ν ά ν τ ια σ τό σ ο σ ια λ ισ μ ό , τό ν ύλι- σ μ ό κ α ί τΙς ά λ λ ε ς δ υ σ ά ρ εσ τε ς ά κ ρό τη τε ς π ρ ο ϋ π ο θ έτε ι τήν ύ π α ρ ξη ένό ς κ ά π ο ιο υ « π ν ευ μ α τ ικ ο ύ δπ λο υ » . Τ ό π ν ευ μ α τ ικ ό α ύ τό δ π λ ο γ ιά τήν π ά λ η ένα ν τ ίο ν τοΟ σ ο σ ια λ ισ μ ο ύ ε ίν α ι π ρ ο π α ν τ ό ς σ ή μ ερα α ύ τό π ο ύ λ έν ε « ύ ποκειμ εν ικ ή π ο λ ιτ ικ ή ο ίκ ο νο μ ία » , σ υ μ π λη ρ ω μ ένη ά π ό μ ιά σ τα τ ισ τ ικ ή π ο ύ π α ρ α β ιά ζ ο υ ν π ερ ισ σ ό τερ ο ή λ ιγ ώ τερ ο έπ ιδ έξ ια . Τ ό κ υ ρ ιώ τερο φ ρούριο σ τόν
106
Ή παράλληλη πού θά τραβήξουμε έδώ θά είναι έξαι- ρετικά διδαχτική. Κατά τόν Μάρξ ή ύλιστική διαλεχτική, έξηγώ ντας αύτό πού ύπάρχει, έξηγεϊ ταυτόχρονα τήν άνα- πόφ ευχτη έξαφάνισή του. Σ ’ αύτό άκριβώς βλέπει ό Μάρξ τήν πλεονεχτική πλευρά, τήν άξΙα αύτής τής διαλεχτικής άπό τήν άποψη τής προόδου. Ά λ λά ό Σέλιγκμαν λ έ ε ι : «Ό σοσιαλισμός είναι μιά θεωρία πού άναφέρεται στό μέλλον, ό Ιστορικός σοσιαλισμός μιά θεωρία πού άναφέρεται στό παρελθόν» (Αύτ. σ. 108). ’Αποκλειστικά καί μόνο γι* αύτό τό λ όγο θεωρεί δυνατό γ ιά τόν έαυτό του νά ύπερασπίσει τόν Ιστορικό ύλισμό. Είναι τό Ιδιο σά νά λέει δτι μπορούμε νά Αγνοήσουμε αύτό τόν ύλισμό στό βαθμό πού έ ξη γ ιΐ τήν άνα- πόφευχτη έξαφάνισή αύτοΰ πού ύπάρχει, άλλά νά τόν χρησιμοποιήσουμε γ ιά τήν έξήγηση αύτοΰ πού ύπήρξε. Πρόκειτα ι κι’ έδώ γ ιά μιά άπό τίς πολυάριθμες ποικιλίες τής «έν μερει διπλής λογιστικής» στήν Ιδεολογική περιοχή, λογιστική πού γεννιέται κι’ αύτή άπό οίκονομικές α ΐτ ίις .
ά γ ώ ν α έ να ν τ ιο ν τοΟ ύλισμοΟ , ά π ο τ ε λ ε ΐτ σ ι ά π ό δ λ ες τ ίς δ υ ν α τ έ ς π ο ικ ιλ ίε ς τοΟ Κ αντισμοΟ . Χ ρησιμοποιοΟ ν τό ν κ α ντ ισ μ ό σ τήν κ ο ιν ω ν ιο λ ο γ ία γ ια υ τ ό ν τό σ κ ο π ό σ ά ν μ ιά δ υ α δ ικ ή θ εω ρ ία , π ο ύ σ π ά ε ι τ ό δ ε σ μ ό ά ν ά μ ε σ α σ τ ή ν ό η σ η κ α ι τ ό ε ί ν α ι . Έ π ε ιδ ή ή έξέτα σ η τ ώ ν ο(κονομ ικ ώ ν ζη τη μ ά τω ν δ έν ά π ο τ ε λ ε ϊ μ έρος τής μ ε λ έ ίη ς μ α ς α ύ τή ς , θ ά π ερ ιο ρ ισ το ύ μ ε έδώ σ τή ν έχτί- μηση το ΰ φ ιλ ο σ ο φ ικ ο ύ δ π λ ο υ π ο ύ μ ε τα χ ε ιρ ίζ ε τα ι ή άσ τ ικ ή ά ν τ ίδ ρ α ο η .
Σ τ ό τέ λ ο ς τή ς μ π ρ ο σ ο ύ ρ α ς το υ « Ο υ το π ικ ό ς κα ί Ε π ισ τ η μ ο ν ικ ό ς σ ο σ ια λ ισ μ ό ς» , ό “Ε ν γκ ελ ς π α ρ α τη ρ ε ί π ώ ς δ τ α ν τ ά ισ χυ ρ ά μ έσ α π α ρ α γ ω γ ή ς π ο ύ δημ ιουρ- γ ή θ η κ α ν ά π ό τήν κ α π ιτα λ ισ τ ικ ή έπ ο χή , θ ά χ ο υ ν ε γ ίν ει κο ινω νικ ή ίδ ιο χτη σ ία κ α ί θ δ χ ε ι ό ρ γ α ν ω θ ε ΐ ή π α ρ α γ ω γ ή μ ’ ϊν α ν τρ ό π ο σ ύμ φ ω νο μέ τ ις ά ν ά γ κ ε ς τή ς κ ο ινω ν ία ς , οί δ ν θ ρ ω π ο ι θ ά γ ίν ο υ ν έ π ιτ έλ ο υ ς κύ ριο ι τ ή ς φ ύ σ ης κ α ί τοΟ έα υ το ΰ το υ ς . Μ όνο τό τε θ ’ ά ρχ ί- σ ο υ ν ν ά κ ά νο υ ν σ υ ν ε ιδη τά τή ν ισ το ρ ία το υ ς ' μ όνο τ ό τε οί κ ο ινω ν ικ ές α ίτ ίε ς π ο ύ θ ά β ά λ ο υ ν ο ι ’ίδ ιο ι σέ κίνηση θ ά Εχουν ό λ ο έν α κ α ί π ιό έπ ιθ υ μ η τά ά π ο τελ έ - σ μ α τ α γι* α ύ το ύ ς . « Ή ά ν θ ρ ω π ό τη τα θ ά πη δήσει ά π ό τό β α σ ίλ ε ιο τή ς ά ν ά γ κ η ς σ τό β α σ ίλε ιο τή ς έλευθε- ρία ς» .
Τ ά λ ό γ ια α ύ τά τοΰ "Ε ν γ κ ελ ς π ρ ο κ α λ έ σ α ν ε τ ίς ά ντ ιρ ρ ή σ εις δλ ω ν α ύ τώ ν τώ ν ά ρ ν η τώ ν γεν ικ ά τή ς Ιδέα ς τώ ν «π η δη μ ά τω ν» , πο ύ δ έν μποροΟ σαν ή δέν θ έλ α ν ε μέ κ α ν έ ν α τρ ό π ο ν ά κ α τα λ ά β ο υ ν τό «πή δημα» ά π ό τό β α σ ίλ ε ιο τή ς ά ν ά γ κ η ς σ τό β α σ ίλ ε ιο τή ς έλευθε- ρ ία ς . "Ε να τέ το ιο « π ή δ η μ α » το ύ ς φ α ιν ό ν τα ν ά κ ό μ α π ώ ς Ε ρ χο ν τα ν σ ’ ά ν τ ίθ εσ η μ ’ α ύ τή τήν ά ν τίλ η ψ η το ΰ "Ε ν γ κ ε λ ς γ ιά τήν έλ ευ θ ερ ία π ο ύ τήν ε ίχ ε δ ια τυ π ώ σ ει ό ίδ ιο ς σ τό π ρ ώ το μ έρος τοΟ Ά ν τ ι-Ν τύ ρ ιν γκ . Κ α τά σ υ ν έ π ε ια γ ιά ν ά έξη γή σ ο υ μ ε σέ τι σ υ ν ίσ τ α το ή σ ύ γ - χ ισ η π ο δ χ α ν σ τ ίς ιδ έες το υ ς π ά ν ω σ ’α ύ τό , ε ίμ α σ τε ύ π ο χ ρ εω μ έν ο ι ν ά ξ α ν α θ υ μ ίσ ο υ μ ε δ τ ι εΤχε π ε ΐ ό " Ε ν γ κ ε λ ς σ τό π α ρ α π ά ν ω β ιβλίο :
107
’Ε ξ η γ ώ ν τα ς τ ά λ ό γ ια τοΟ Χ έγ γελ : « 'Η Α ν α γ κ α ιό τη τα εΤναι τυφλΛ σ τό μέτρο π ο ύ δ ε ν έ χε ι κ α τα - ν ο η θε ΐ» , ό " Ε ν γ κ ελ ς βεβα ίω σ ε Βτι ή έλ ευ θ ερ ία βρ ίσκ ετ α ι «στήν έξο υσ ία π ο ύ άσκοΟ με π ά ν ω σ το ύ ς έ α υ το ύ ς μ α ς κ α ί π ά ν ω σ τήν έξω τερ ικ ή φύση, έξο υ σ ία π ο ύ β α σ ίζ ε τ α ι σ τή γνώ σ η τώ ν Α δ ια χώ ρ ισ τω ν ά π ό τή φύση ά ν α γ κ ώ ν * » . Ό "Ε ν γ κ ελ ς ά ν ά π τ υ ξ ε α ύ τή τή σκέψη μέ ά ρ κ ετά κ α θ α ρ ό τρ ό π ο γ ι ’ α ύ τ ο ύ ς π ο ύ π α ρ α κ ο λ ο υ θο ύ ν τήν δ ιδ α σ κ α λ ία το υ Χ έγγελ σ τή ν ό π ο ΐα ά ν α - ψ ερ ό ν τα ν ε , Ά λ λ ά ή δ υ σ τ υ χ ία β ρ (σ κ ·τα ι ά κ ριβώ ς σ τό Βτι οί ν εώ τερ ο ι κ α ν τ ισ τέ ς δ έν κ ά νο υ ν ά λ λ ο π α ρ ά ν ά κ ρ ιτ ικά ρου ν» τό ν Χ έγ γελ , Βμως χ ω ρ ίς ν ά τό ν μ ελ ετήσ ουν . Α γ ν ο ώ ν τ α ς τό ν Χ έγ γελ δ έν μ π ο ρ ο ύ σ α ν νά κ α τα λ ά β ο υ ν π ο λ ύ π ερ ισ σ ό τερ ο τό ν “Ε ν γκ ε λ ς . Π ροβ ά λ α ν ε σ τό σ υ γ γ ρ α φ έ α τοΟ Ά ν τ ι-Ν τ ύ ρ ιν γ κ τήν άν- τίρρησ η Βτι δέν ύ π ά ρ χ ε ι έλ ευ θ ερ ία έκ ε ΐ Βπου ύ π ά ρ - χ ε ι ύ π ο τ α γ ή σ τήν ά ν ά γ κ η . Κ α ί η τα ν ε έν τ ελ ώ ς λ ο γ ικ ό γ ιά ά ν θ ρ ώ π ο υ ς π ο ύ οι φ ιλ οσ οφ ικ ές το υ ς ά ντ ιλ ή ψ ε ις βΤναι δ ια π ο τ ισ μ έ ν ε ς ά π ό ν α ν δ υ α δ ισ μ ό πο ύ δ έν ξα ί- ρ ε ι ν ά ένώ σ ε ι τή νόηση μέ τό ε ίν α ι. Ά π ό τήν ά π ο ψ η α ύ τή τοΟ δυαδ ισμ οΟ , τό «πή δημα» ά π ό τή ν ά ν α γ - κ α ιό τη τα σ τή ν έλ ευ θ ερ ία μ ένει π ρ α γ μ α τ ικ ά έντ ελ ώ ς ά κ α τ α ν ό η τ ο . Ά λ λ ά ή φ ιλ ο σ ο φ ία τοϋ Μ ά ρξ — τό ϊδ ιο κ α ί τοΟ Φ ό ϋ ερ μ π α χ — δ ια κ η ρ ύ ττε ι τήν ένό τη τα τοΟ ε ίν α ι κ α ί τή ς νόησ ης. Κ α ί μόλ ο π ο ύ ά ν τ ιλ α μ β ά ν ε τ α ι — κ α θ ώ ς τό ε ίδ α μ ε π ιό π ά ν ω μ ιλ ώ ν τα ς γ ιά τό Φ ό ϋ ε ρ μ π α χ — α ύ τή τή ν έ νό τη τα έν τ ελ ώ ς δ ια φ ο ρ ετ ικ ά , ά π ’ δ τ ι τήν ά ν τ ιλ α μ β ά ν ε τ α ι ό ά π ό λ υ τ ο ς ιδ εα λ ισ μ ό ς , δ έν δ ια φ έρε ι Βμως ά π ό τή θ εω ρ ία τοΟ Χ έ γ γε λ σ τό ζή τη μ α π ο ύ μ ά ς ά π α σ χ ο λ ε ΐ , δ η λ α δ ή σ τό ζή τη μ α τή ς σ χέσ η ς τή ς έ λ ευ θ ερ ία ς μέ τήν ά ν α γ κ α ιό τ η τ α .
"Ο λο τό π ρ ό β λ η μ α β ρ ίσ κ ετα ι σ τό ν ά ξα ίρ ο υ μ ε τ ΐ π ρ έ π ε ι ν ά ένν ο ο ϋ μ ε ά κ ρ ιβώ ς μέ τήν ά ν α γ κ α ι ό τ η τ α .
ΪΟβ
* H erm Eugen Dihring's Umwalzung der issenschaf- ten 5η Εκδοση, σ. 113.
‘Ο ’Α ρ ισ το τέλ η ς ε ίχ ε ήδη δ ε ίξ ε ι δτ ι ή έ νν ο ια τής ά ν α γ κ α ιό τ η τ α ς έ χ ε ι π ο λ λ έ ς ά π ο χ ρ ώ σ ε ις : γ ιά ν ά γ ια - τρεφτοΟ με ε ίν α ι ά ν α γ κ α ΐο ν ά π ά ρ ο υ μ ε γ ια τ ρ ικ ό - γ ιά ν ά ζοΟμε ε ΐν α ι ά ν α γ κ α ΐο ν ά ά ν α π ν έ ο υ μ ε ' γ ιά ν ά ά ν α κ α λ ύ ψ ο υ μ ε Ενα π ο σ ό χ ρ η μ ά τω ν ε ίν α ι ά ν α γ κ α ΐο έν α τ α ξ ε ΐδ ι σ τή ν Α ίγ ιν α . ΕΤναι μ ιά ά ν α γ κ α ιό τ η τ α , ν ά ποΟ με ύ π ο θ ε τ ι κ ή : π ρ έ π ε ι ν ά ά ν α π ν έ ο υ μ ε ά ν θέλ ο υ μ ε ν ά ζοΟ με' π ρ έπ ε ι ν ά π ά ρ ο υ μ ε γ ια τρ ικ ό δ ν θ έλ ο υ μ ε ν ά ά π α λ λ α γ ο Ο μ ε ά π ό τήν ά ρ ρ ώ σ τε ια κα ί τρ ά β α σ υ ν έχ ε ια . Ό ά ν θ ρ ω π ο ς έχε ι νά κ ά ν ε ι δ ια ρ κ ώ ς μέ τ έτο ιο υ ε ίδ ο υ ς ά ν α γ κ α ιό τ η τ ε ς μ έσ α σ τή λ ειτο υ ρ γ ία τή ς δ ρ ά σ η ς του π ά ν ω σ τή ν έξω τερ ικ ή φ ύ σ η : τοΟ εΤναι ά ν α γ κ α ΐ ο ν ά σ π ε ίρ ε ι, δ ν θ έλ ει ν ά θερ ίσ ε ι’ π ρ έ π ε ι ν ά ρ ίξε ι τό β έλ ο ς , ά ν θέλ ει ν ά σ κ ο τώ σ ε ι τό κ υ ν ή γ ι- ν ά π ρ ο μ η θ ευ τε ί κ α ύσ ιμ η υλη , ά ν θ έλ ε ι νά κ ινήσ ει μ ιά ν ά τμ ο μ η χ α ν ή κτλ. Ά ν τ ο π ο θ ε τη θ ε ίς σ τήν ά π ο ψ η τή ς « ν εο κ α ν τ ια ν ή ς κρ ιτ ικής τοΟ Μ άρξ» . π ρ έ π ε ι ν ά π α ρ α δ ε χ τ ε ίς δ τ ι σ τήν ύ π ο θετικ ή α ύ τή ά ν α γ κ α ιό τη τα , ύ π ά ρ χ ε ι έπ ίσ η ς έ ν α .σ το ιχε ίο ύ π ο τ α γ ή ς . Ό ά ν θ ρ ω π ο ς θ ά εΤναι π ι ό έ λ ε υ θ ε ρ ο ς , ά ν μποροΟ σε ν ά ικ α νο π ο ιή σ ει τΙς ά ν ά γ κ ε ς σ ου , χ ω ρ ίς ν ά κ α τ α β ά λ λ ε ι κ α μ μ ιά π ρ ο σ π ά θ ε ια , 'Υ π ο τ ά σ σ ε τ α ι π ά ν το τ ε στή φύση. ά κ ό μ α κι δ τ α ν τ ή ν ά ν α γ κ α ζ ε ι ν ά τ ό ν υ π η ρ ε τ ή σ ε ι . "Ο μ ω ς α ύ τή ή ύ π ο τ α γ ή ε ΐν α ι ό δρ ο ς τ ή ς ά π ελ ευ θ έρ ω σ ή ς τ ο υ - ύ π ο τα σ σ ό μ εν ο ς σ τή φύση α ύ ξ α ίν ε ι μ α ζ ί μ ’ α ύ τό τήν έξ ο υ σ ία το υ π ά ν ω τ η ς , δ η λ α δ ή τ ή ν έ λ ε υ θ ε ρ ία τ ο υ . θ ά γ ίν ο ν τ α ν έτσ ι σ τήν π ερ ίπ τω σ η π ο ύ θά ό ρ γ α ν ώ ν ο ν τ α ν ή κ ο ινω ν ικ ή π α ρ α γ ω γ ή μ ’ έ ν α ν λ ο γ ικ ό τρ ό π ο . Ύ π ο τα σ σ ό μ ε ν ο ι ό λ ο ένα σ τ ίς ά π α ιτ ή σ ε ις τή ς τεχν ικ ή ς κ α ί ο ίκ ονομ ική ς ά ν α γ κ α ιό τη τα ς , ο ί ά ν θ ρ ω π ο ι θ ά β α ζ α ν τέ ρ μ α σ τό π α ρ ά λ ο γ ο α ύ τό κ α θ εσ τώ ς π ο ύ το ύ ς κ ά νε ι ν ά κ υ ρ ια ρ χ ο ύ ν τ α ι ά π ό τ ά π ρ ο ϊό ν τ α το υ ς , δη λ α δ ή θ ά α β ξ α ιν α ν τ ε ρ ά σ τ ια τή ν έλ ευ θ ερ ία το υ ς . Τ ό ϊδ ιο κ α ί δώ , ή ύ π ο τ α γ ή το υ ς θ ά γ ίν ο ν τ α ν ή π η γή τής ά π ελ ε υ θ έ ρ ω σ ή ς του ς.
109
Δ έν ε ίν α ι μ ό ν ο ν α ύ τό . Έ χ ο ν τ α ς τήν Ιδέα δτ ι ή νόηση χ ω ρ ίζ ε τ α ι ά π ’ τό ε ίν α ι μέ μ ιά άβ υ σ σ ο , ο ϊ «κρ ιτικο ί» τοΟ Μ ά ρ ξ δ έν ξα ίρ ο υ ν π α ρ ά μ ιά μ όνον ά π ό χ ρ ω σ η τή ς ά ν α γ κ α ιό τ η τ α ς : γ ιά ν ά μ ε τ α χ ε ιρ ισ το ύ μ ε ά λ λ η μ ιά φ ο ρ ά τ ά λ ό γ ια τοΟ Α ρ ισ τ ο τ έ λ η , φ α ν τ ά ζ ο ν τ α ν τήν ά ν α γ κ α ιό τ η τ α ά π ο κ λ ε ισ τ ικ ά κ α ί μ ό ν ο σ ά ν μ ιά δ ύ να μ η π ο ύ μ ά ς έμ π ο δ ίζε ι ν ά ένερ- γοΟ με σ ύ μ φ ω να μέ τήν έπ ιθ υ μ ία μ α ς , κ α ί π ο ύ μ ά ς Α ν α γ κ ά ζε ι ν ά κ ά ν ο υ μ ε έκ ε ΐν ο π ο ύ ε ίν α ι ά ν τ ίθ ε τ ο « ’ αύτή . Μ ιά τ έ τ ο ι α ά ν α γ κ α ιό τ η τ α β ρ ίσ κ ετα ι π ρ α γ μ α τ ικ ά σ ’ ά ν τ ίθ εσ η μέ τήν έλ ευ θ ερ ία κ α ί δ έν μπο- ρ ε ϊ π α ρ ά ν ά β α ρ α ίν ε ι π ά ν ω μ α ς λ ί γ ο - π ο λ ύ . Ά λ λ ά δ έν π ρ έ π ε ι κ α ί ν ά μ ά ς δ ια φ ε ύ γ ε ι έ δώ , π ώ ς μ ιά δ ύ ν α μ η π ο ύ π α ρ ο υ σ ιά ζ ε τ α ι σ τό ν ά ν θ ρ ω π ο σ ά ν έξω τερ ικ ή ά ν α γ κ α σ τ ικ ή δύ ν α μ η κ α ί π ο ύ τρ α β ά ε ι ά ν τ ίθ ε τα μέ τήν έ π ιθ υ μ ία του , μ π ο ρ ε ΐ κ ά τω ά π ό ά λ λ ε ς π ε ρ ισ τά σ ε ις ν ά τοΟ π α ρ ο υ σ ια σ τ ε ί μέ μ ιά έντε- λ ώ ς δ ια φ ορετ ική μορφή. "Α ς π ά ρ ο υ μ ε γ ιά π α ρ ά δ ε ιγ μ α τό ά γ ρ ο τ ικ ό ζή τη μ α δ π ω ς μ ά ς π α ρ ο υ σ ιά ζ ε τ α ι σ ήμερα σ τή Ρ ω σ σ ία . Ή « ά ν α γ κ α σ τ ικ ή ά π α λ λ ο - τρ ίω σ η τή ς γή ς» μ π ο ρ ε ΐ ν ά φ α ίν ε τα ι σ ’ Εναν μ ορφ ω μ ένο γ α ιο χ τή μ ο ν α , σ ’ Ιν α ν « κα ντέ» , μ ιά λ ιγ ώ τερ ο ή π ερ ισ σ ό τερ ο λ υπ η ρή Ιστορική ά ν α γ κ α ιό τ η τ α — π ε ρ ισ σ ό τερ ο ή λ ιγ ώ τε ρ ο λ υπ ηρή ά ν ά λ ο γ α μέ τό π ο σ ό τή ς «δ ίκα ιη ς ά π ο ζη μ ίω σ η ς» π ο ύ τοΰ π ρ ο σ φ έρ ετα ι. Ά λ λ ά σ τά μ ά τ ια τοΟ χ ω ρ ικ ο ύ , π ο ύ ζ ε ΐ μέ τήν Ιδέα ν ά δ ε ι ν ά τοΟ ξ α ν α δ ίν ε τ α ι π ίσ ω , δ π ω ς λ έει, τό « χ ω ρ α φ ά κ ι» , ή π ερ ισ σ ό τ ερ ο ή λ ιγ ώ τερ ο λ υπ η ρή ά ν α γ κ α ιό τη τα θ ά ε ίν α ι ά ν τ ίθ ε τ α ή «δίκαιη α ύ τή ά π ο ζη - μίω ση», κ α ί ή « ά ν α γ κ α σ τ ικ ή ά π ο λ λ ο τρ ίω σ η » θά τοΟ φ α ν ε ί ά σ φ α λ ώ ς δτ ι ε ίν α ι ή Εκφραση τή ς έλεύ θερη ς θέλ η σ ή ς του , ή π ιό π ο λ ύ τ ιμ η έ γγύ η σ η τή ς έλευθε- ρ ία ς του .
θ ίγ ο υ μ ε έδ ώ τό π ιό σ η μ α ν τ ικ ό Γσως σ η μ ε ίο τή ς έ λ ευ θ ερ ία ς , π ο ύ δ έν ε ίχ ε ά ν α φ ε ρ θ ε ϊ ά π ό τόν " Ε ν γ κ ελ ς , γ ιά μόνο τό ν κ α θ α ρ ό λ ό γο βτι τό σ η .
110
μ ε ΐο α ύ τό ή τα ν ε κ α τα ν ο η τό , χ ω ρ ίς π ερ ισ σ ό τερ ες έ ζη γή σ ε ις , γ ιά δπ ο ιο ν εΤχε Α κολουθήσει τή σ χο λ ή τοΟ Χ έγγελ .
Σ τ ή φ ιλ ο σ ο φ ία το υ τή ς θ ρ η σ κ ε ία ς , ό Χ έ γ γε λ λέει: «Die F reiheit ist d ie s : nichts zu wollen als sicli»*, δ η λ α δ ή : «‘Η έλ ευ θ ερ ία σ υ ν ίσ τ α τ α ι σ τό ν ά μή θ έλ εις τ ίπ ο τ α ά λ λ ο ά π ’ δ τ ι ό έ α υ τό ς σου» (36).Κ αί ή πα - ρ ατήρησ η α ΰ τή ρ ίχνε ι ά π λ ε τ ο φ ώ ς π ά ν ώ σ ' δλ ο τό ζή τη μ α τή ς έλ ευ θ ερ ία ς , σ τό μ έτρο π ο ύ ά φ ο ρ ά τήν κ ο ινω νικ ή ψ υ χο λο γ ία ): ό χω ρ ικ ό ς π ο ύ ζη τά ε ι ά π ό τό μ ε γ α λ ο γ α ιο χ τ ή μ ο ν α «τό χω ρ α φ ά κ ι» δ έν θ έλ ε ι « τίπ ο τ ε ά λ λ ο ά π ’ δ τ ι ό έ α υ τ ό ς του» . Ά λ λ ά ό ά γ ρ ό τ ι- κός « κα ντέ» π ο ύ δ έ χ ε τ α ι ν ά τοΟ π α ρ α χ ω ρ ή σ ε ι α ύ τό τό « χω ρ α φ ά κ ί» θέλ ει δ χ ι δ τ ι «6 έ α υ τό ς του» , ά λ λ ά α ύ τ ό π ο ύ τό ν ά ν α γ κ ά ζ ε ι ή Ιστορία . Ό π ρ ώ το ς ε ίν α ι έλ εύ θ ερ ο ς , ό δ εύ τερ ο ς ύ π ο τ ά σ σ ε τ α ι φ ρ όν ιμ α σ τ ή ν Α ν α γ κ α ιό τ η τ α .
Τ ό ϊδ ιο θ ά γ ίν ο ν τ α ν κ α ί γ ιά τό π ρ ο λ ε τα ρ ιά τ ο π ο ύ θ ά κ α ν ε τ ά μ έσ α π α ρ α γ ω γ ή ς κο ινω νικ ή ίδ ιο χτη σ ία κ α ί θ ά ό ρ γ ά ν ω νε τήν κο ινω νικ ή π α ρ α γ ω γ ή π ά ν ω σέ ν έε ς β ά σ ε ις : Δ έν θ ά θ ελ ε τ ίπ ο τε ά λ λ ο ά π ’ δ τ ι ό έ α υ τ ό ς του . Κ αί θ ά ν ο ιω θ ε τό ν έα υ τό το υ έ ν τ ε λ ώ ς έ λ ε ύ - θ ε ρ ο . Ά λ λ ά δσ ο γ ιά το ύ ς κ α π ιτ α λ ισ τ έ ς , θά ν ο ιω θ α ν σ τή ν κ α λ ύ τερ η π ερ ίπ τω σ η , τό ν έα υ τό το υ ς στή θέση τοΟ ά γ ρ ο τ ικ ο ϋ π ο ύ ε ίχ ε δ ε χ θ ε ί τό ά γ ρ ο τ ικ ό π ρ ό γ ρ α μ μ α τώ ν « κ α ν τέ» : Δ έν θ ά μ π ο ρ ο ύ σ α ν ν ά μή γ ρ ά ψ ο υ ν π ώ ς ά λ λ ο π ρ ά γ μ α ε ίν α ι ή έ λ ε υ θ ε ρ ία κα ί ά λ λ ο ή Ι σ τ ο ρ ικ ή ά ν α γ κ α ι ό τ η τ α .
Έ χ ο υ μ ε τήν έντύ π ω σ η π ώ ς α ύ το ί π ο ύ κ ρ ιτ ικ ά ρ α ν ε τό ν Ε ν γ κ ε λ ς δ έν τό κ α τ α λ ά β α ιν α ν α ύ τ ό - κα ί Ε νας ά π ό το ύ ς λ ό γ ο υ ς τή ς μή κ α τα ν ό η σ ή ς το υ ς , ε ίν α ι τό δτ ι ή τα ν Ικανο ί ν ά μ ετα φ ερ θο ΰ ν ν ο ερ ά στή θέση ένό ς κ α π ιτα λ ισ τή , δ μ ω ς μέ κ α ν έ ν α τρ ό π ο δέν μ π ο ρ ο ύ σ α ν ν ά φ α ν τα σ το ϋ ν ε τ ο ύ ς έα υ το ύ ς το υ ς μέσ α
* Hegel : Ά π α ν τα , τ. XII, σ. 340.
111
σ τό « πετσ ί» τώ ν π ρ ο λ ε τα ρ ίω ν . Κ α ί ν ο μ ίζο υ μ ε π ω ς κ α ί γι* α ύ τό έπ ίσ η ς ύ π ή ρ χε μ ιά Ιδ ια ίτερη κ ο ι ν ω ν ικ ή α ίτ ια , σέ τ ε λ ευ τ α ία ά ν ά λ υ σ η ο ίκ ο ν ο μ ικ ή α ίτ ία .
XVI
Ό δ υ ϊσ μ ό ς π ρ ό ς τό ν ό π ο ιο κ λ ίν ο υ ν σ ή μ ερα οί (δ εο λ ό γο ι τής μ π ο υ ρ ζ ο υ α ζ ία ς , ά π ευ θ ύ ν ε ι κ α ί μ ιά ά λ λ η κ α τη γ ο ρ ία έ ν α ν τ ίο ν τοΟ ισ τορ ικού ύλισμοΟ. Σ τ ό π ρ ό σ ω π ο το ϋ Σ τ ά μ μ λ ε ρ , τόν κ α τη γ ο ρ ε ί, π ώ ς δ έν λ ο γ α ρ ιά ζ ε ι κ α θ ό λ ο υ τήν κ ο ιν ω ν ικ ή τ ε λ ε ο λ ο - γ ί σ . *Η δεύ τερη α ύ τή κ α τη γ ο ρ ία , π ο ύ σ υ γ γ εν ε ύ ε ι σ τ εν ά μέ τήν π ρ ώ τη , δέ σ τ ερ ε ίτ α ι λ ιγ ώ τερ ο β ά σ η ς.
Ό Μ ά ρ ξ ε ϊπ ε : « Γ ιά ν ά π α ρ ά γ ο υ ν , ο ΐ ά ν θ ρ ω π ο ι σ υ ν ά π τ ο υ ν ά ν ά μ ε σ ά το υ ς ώ ρ ισ μ ένες σ χέσ ε ις» . Ό Σ τ ά μ μ λ ε ρ β λ έπ ε ι σ ’ α ύ τή τή δ ια τύ π ω σ η τή ν ά π ό δ ε ιξη δ τ ι κ α ί ό ϊδ ιο ς ό Μ ά ρξ, σ έ π ε ίσ μ α τή ς θ εω ρ ία ς του , δέν μ π ό ρ εσ ε ν ά ά π ο φ ύ γ ε ι τΙς τ ε λ εο λ ο γ ικ έ ς σ κέψ εις. Τ ά λ ό γ ια το ΰ Μ ά ρξ σ η μ α ίν ο υ ν κ α τ ά τή γνώ μ η του , δτ ι οί ά ν θ ρ ω π ο ι σ υ ν ά π τ ο υ ν σ υ ν ε ιδ η τ ά τΙς σ χέσ ε ις τ ο υ ς - χ ω ρ ίς α ύ τέ ς ή π α ρ α γ ω γ ή ε ίν α ι ά δ ύ ν α τη . ΟΪ σ χέσ ε ις λ ο ιπ ό ν α ύ τ έ ς ε ίν α ι τό ά π ο τ έ λ ε σ μ α μ ιά ς έ ν έ ρ γ ε ια ς π ο ύ Εγινε γ ιά τή ν έ π ιτ υ χ ία ένό ς σκοποΟ .
Δ έν ε ίν α ι δ ύ σ κ ο λ ο ν ά δ ε ίξ ο υ μ ε τό σ η μ ε ίο α ύ τό τοΟ σ υλ λογ ισ μοΟ , δ π ο υ ό Σ τ ά μ μ λ ε ρ χ ρ ε ω κ ο π ε ΐ τή λ ο γ ικ ή κ α ί κ ά ν ε ι Ενα λ ά θ ο ς π ο ύ β ά ζ ε ι τή σ φ ρ α γ ίδ α το υ σ ’ δ λ ε ς τ ις κ α το π ιν έ ς το υ κ ρ ιτ ικές π α ρ α τη ρ ή σ ε ις .
"Α ς π ά ρ ο υ μ ε Ενα π α ρ ά δ ε ιγ μ α . "Α γριο ι, κ υ νη γο ί π δ ν ε ν ά κυ νη γή σ ο υ ν , &ς π ο ύ μ ε Εναν έ λ έφ α ν τα . Μ α ζε ύ ο ν τα ι γ ι α ύ τό τό σ κ ο π ό κ α ί δ ια θ έτο υ ν τ ις δ υ ν ά μ ε ις το υ ς μέ κ ά π ο ια τά ξη . ΠοΟ ε ίν α ι έδώ ό σ κ ο π ό ς ; Π οϋ ε ΐν α ι τό μ έ σ ο ν γ ιά τήν έπ ιτ υ χ ία τ ο υ ; Ό σ κ ο π ό ς βρ ίσ κ ετα ι ά σ φ α λ ώ ς σ τή ν α ιχ μ α λ ω σ ία ή τό σ κ ό τω μ α τοΟ έ λ έ φ α ν τα , κ α ί τό μέσο ε ίν α ι τό κ υ ν ή γη μ α τοΟ ζώ ο υ μέ σ υ ν ε ρ γ α σ ία δλ ω ν τ ώ ν δυ ν ά μ εω ν . ’Α π ό τι ύ π ο β ά λ λ ε τ α ι α ύ τ ό ς ό σ κ ο π ό ς ; ’Α π ό τ ις Α ν ά γ κ ε ς
112
το ΰ ά ν θ ρ ώ π ιν ο υ ό ρ γ α ν ισ μ ο ϋ . ‘Α π ό τ ΐ κ α θ ο ρ ίζε τα ι τό μέσ ο ; Ά π ό το ύ ς β ρ ο υ ς τοΟ κυνηγιοΟ . Ο Ι Α ν ά γκ ες τοΟ ό ρ γα ν ισ μ ο ϋ έ ξ α ρ τώ ν τα ι ά π ό τό ν ά ν θ ρ ω π ο , ά π ό τή θ έλησή τ ο υ ; "ζ)χ ι δέν έ ξ α ρ τ ιώ ν τα ι ά π ’ α ύ τό ν κι ά λ λ ω σ τε α ύ τό ά νή κε ι σ τή ν ά ρ μ ο δ ιό τη τα τής φ υ σ ιο λ ο γ ί α ς κ α ί δ χ ι τή ς κ ο ι ν ω ν ιο λ ο γ ία ς . ΤΙ μ π οροΰμ* ν ά ζη τή σ ου μ ε έδώ ά π ό τήν κ ο ιν ω ν ιο λ ο γ ία ; Ν ά μ α ς έξη γή σ ε ι γ ιά π ιό λ ό γο ο ί ά ν θ ρ ω π ο ι ζη τ ώ ν τ α ς ν ά Ικ α ν ο π ο ιή σ ο υ ν τ ίς ά ν ά γ κ ε ς το υ ς — ά ς ποΟμε τήν ά ν ά γ κ η τή ς τροφ ής — σ υ ν ά π τ ο υ ν π ό τ ε τ έ το ιε ς ή τ έ το ιε ς σ χέσ ε ις , π ό τ ε έ ν τ ελ ώ ς δ ια φ ο ρ ετ ικ ές . Κι α ύ τ ό τ ό γ ε γ ο ν ό ς ή κ ο ι ν ω ν ι ο λ ο γ ί α — σ τό π ρ ό σ ω π ο τοΟ Μ ά ρ ξ — τ ό έ ξ η γ ε ϊ ά π ό τ ή ν κ α τ ά σ τ α σ η τ ώ ν π α ρ α γ ω γ ι κ ώ ν δ υ ν ά μ ε ω ν . *Η κ α τ ά σ τ α σ η α ύ τώ ν τώ ν δ υ ν ά μ ε ω ν τώ ρ α , έ ξ α ρ τ ιέ τα ι ά π ό τήν θέληση τώ ν άν- θ ρ ώ π ω ν κα ί ά π ό το ύ ς σ κ ο π ο ύ ς π ο ύ έ π ιδ ιώ κ ο υ ν ; Ή κ ο ινω ν ιο λ ο γ ία , ξ α ν ά σ τό π ρ ό σ ω π ο το ΰ Μ ά ρξ ά π α ν - τ ά ε ι : δ χ ι, δ έν έ ξ α ρ τ ιέ τα ι ά π ’ α ύ τό . Κι ό λ ό γ ο ς π ο ύ δέν έ ξ α ρ τ ιέ τα ι ά π ’ α ύ τό εΤναι γ ια τ ί α υ τ έ ς οί δ υ ν ά με ις ά ν α π η δ ο ΰ ν ά π ό 'μ ιά ν ώ ρ ισ μ ένη ν ά ν α γ κ α ιό τ η τ α πο ύ κ α θ ο ρ ίζε τα ι ά π ό δ ο σ μ έν ες κ α ί το π ο θ ετη μ ένες έξω ά π ό τό ν ά ν θ ρ ω π ο σ υνθή κες .
ΤΙ β γ α ίν ε ι ά π ’ α ύ τ ό ; "Ο τι ά ν τό κ υ νή γι εΤναι έ ν έ ρ γ ε ι α σ ύ μ φ ω ν η μ έ τ ό σ κ ο π ό πού έπ ιδ ιώ κ ει ό ά γ ρ ιο ς , τό ά δ ια φ ιλ ο ν ίκ η το α ύ τό γ ε γ ο ν ό ς δ έν μειώ.νει σέ τ ίπ ο τ α τήν ά ξ ία α ύ τή ς τή ς σκέψ ης τοϋ Μ ά ρ ξ : Ο Ι σ χ έ σ ε ι ς π α ρ α γ ω γ ή ς π ο ύ δ η μ ιο υ ρ γ ο Ο ν τ α ι ά ν ά μ ε σ α σ τ ο ύ ς ά γ ρ ι ο υ ς π ο ύ α π α σ χ ο λ ο ύ ν τ α ι σ τ ό κ υ ν ή γ ι δη μ ιουργοΟ ντα ι ά π ό δρ ο υ ς έν τ ελ ώ ς ά ν ε ξ ά ρ - τ η τ ο υ ς ά π ό τ ή σ ύ μ φ ω ν η α ύ τ ή έ ν έ ρ γ ε ι α μ έ τ ό ν έ π ιδ ιω κ ό μ ε ν ο σ κ ο π ό . Μ έ ά λ λ α λ ό γ ια , ά ν ό π ρ ω τό γ ο ν ο ς α ύ τό ς κ υ ν η γό ς έ π ιθ υ μ ε ΐ σ υ ν ε ιδ η τά ν ά σ κοτώ σ ε ι δσ ο τό δ υ ν α τό π ερ ισ σ ό τερ ο κυ ν ή γι, ά π ’ α ύ τό δέν β γ α ίν ε ι ά κ όμ η π ώ ς ό κ ο μ μ ο υ ν ισ μ ό ς π ο ύ τ α ιρ ιά ζε ι μέ τή ζω ή πού π ε ρ ν ά ε ι ό κ υ ν η γό ς , ά ν α φ ά ν η κ ε σ ά ν
113
8
τό σ ύ μ φ ω ν ο μ έ τ ό σ κ ο π ό τ ή ς έ ν έ ρ γ ε ι ά ς τ ο υ π ρ ο ϊ ό ν . Ό χ ι , ό κ ο μ μ ο υ ν ισ μ ό ς γεννήθηκ β, ή Α κριβέσ τερ α δ ια τηρήθηκ ε κι α ύ τ ό ς — άφοΟ δη μ ιουργή θη κ ε π ο λ ύ π ρ ίν — σ ά ν τό ά σ υ ν ε ίδ η τ ο , δη λ α δ ή τό ά ν α - y K a lo Α π ο τέλ εσ μ α έκεΐνης τής ό ρ γ ά ν ω σ η ς τή ς έρ- γ α σ ία ς π ο ύ ό χ α ρ α χ τ ή ρ α ς τη ς ή τα ν ε έ ν τ ελ ώ ς Α νεξ ά ρ τη τ ο ς ά π ό τή θέληση τώ ν ά ν θ ρ ώ π ω ν* . Α ύτό ά κ ρ ιβ ώ ς εΤναι π ο ύ δ έν κ α τ ά λ α β ε ό κ α ντ ισ τή ς Σ τ ά μ μλ ερ , έδώ ε ίν α ι π ο ύ πή ρε σ τρ α β ό δ ρόμ ο π α ρ α σ έρ - ν ο ν τ α ς τ α υ τ ό χ ρ ο ν α ά π ό π ισ ω το υ το ύ ς ΣτροΟ βε μ α ς , Μ π ο υ λ γκ ά κ ω φ κ α ί δ λ λ ο υ ς π ρ ο σ ω ρ ιν ο ύ ς μ α ρ ξ ισ τέ ς , π ο ύ τ ά ό ν ό μ α τά το υ ς φ τ ιά χ ν ο υ ν όλόκληρη λ ιγ ε ώ ν α ·* .
Σ υ ν ε χ ίζ ο ν τ α ς τΙς κρ ιτ ικ ές το υ π α ρ α τη ρ ή σ ε ις ό Σ τ ά μ μ λ ε ρ λ έε ι π ώ ς δ ν ή κο ινω νικ ή ά ν ά π τ υ ξ η συν- τελ οΟ ντα ν ά π ο κ λ ε ισ τ ικ ά κ α ί μ όνο ά π ό τήν α ιτ ιώ δη ά ν α γ κ α ιό τ η τ α , κ ά θ ε σ υνε ιδη τή π ρ ο σ π ά θ ε ια π ο ύ θά β ο ή θ α γ ε α ύ τή ν τήν ά ν ά π τ υ ξ η θ ά ή τα ν κ α θ α ρ ό ς π α - ρ α λ ο γ ισ μ ό ς . Κ α τ ’ α ύ τό ν , ά π ό τ ά δυ ό τό Ε ν α : ή κρ ίν ω Ενα ό π ο ιο δ ή π ο τε φ α ιν ό μ εν ο ά ν α γ κ α ι ο , δη λ α δ ή Α ν α π ό φ ευ κ το , κ α ί τό τε δ έν Ι χ ω κ α θ ό λ ο υ ά ν ά γ κ η ν ά βοηθήσ ω τήν έμ φ ά ν ισ ή τ ο υ - ή ή σ υ ν δρ ο μ ή μου γ ιά ν ά μ π ο ρ έ σ ε ι α ύ τό τό φ α ιν ό μ εν ο ν ά π α ρ α χ τ ε ϊ ε ίν α ι ά ν α γ κ α ΐα , κ α ί τό τε δ έ ν μ π ο ρ ο ύ μ ε ν ά τό ό ν ο μ ά σ ο υ μ ε ά να γκ α Τ ο . Κ α ί π ο ιό ς θ ά ζη τή σ ε ι ν ά βοηθήσ ει τήν ά ν α τ ο λ ή το ϋ ήλ ιου, ά ν α το λ ή ά ν α γ κ α ία , δ η λ α δ ή ά ν α - π ό φ ευ χ τη ;**·
114
* «Ή Αναγκαιότητα, Αντίθετα άπό τήν έλευθερία δέν Ιΐνα ι τίποτ’ Αλλο άπό τό Ασυνείδητο" (Schellitig. Systim e des transzendentalen Idealismus, 1890, σ.524).
** Αύτή ή πλευρΑ τοΰ ζητήματος έκτέθηκε άπό μάς κατά τρόπο Αρκετά λεπτομερειακό σέ διάφορα μέρη τοΰ βιβλίου |»ας γ ιά τόν Ιστορικό Μονισμό (Ά πα ντα , τ. VII).
*** Αύτ. σ. 421 καί συνέχεια. Πρβλ. καί τό Αρθρο τοΰ
Έ δ ώ έκ δ η λ ώ ν ετα ι μέ τό ν π ιό ά ν ά γ λ υ φ ο τρ ό π ο ό δ υ ϊσ μ ό ς τώ ν ά ν θ ρ ώ π ω ν α ύ τώ ν πο ύ ά ν α τρ ά φ η κ α ν μέ τή φ ιλ ο σ ο φ ία τοΟ Κ ά ν τ : σ ' α ύ τ ο ύ ς ή ν ό η σ η ε ί ν α ι π ά ν τ ο τ ε ά π ο σ π α σ μ έ ν η ά π ό τ ό ε ίν α ι .
Ή ά ν α τ ο λ ή τοΟ ήλ ίου δ έν σ υ ν δ έετα ι μέ κ α ν έ ν α ν τρ ό π ο , οΟτε σ ά ν α ίτ ία , οΟτε σ ά ν σ υ ν έπ ε ια μέ τ ίς κ ο ινω ν ικ ές σ χέσ ε ις τώ ν ά ν θ ρ ώ π ω ν . Γ ι α ύ τό μποροΟ με ν ά τή ν ά ν τ ιτ ά ζ ο υ μ ε σ ά ν φ α ιν ό μ εν ο τή ς φ ύσης σ τίς σ υ ν ειδ η τέ ς έπ ιθ υ μ ίες τώ ν ά ν θ ρ ώ π ω ν π ο ύ κι α ύ τέ ς έ π ίσ η ς δ έν Εχουν κ α ν έ ν α α ιτ ιώ δη δεσ μ ό μ α ζ ί της. Τό π ρ ά γ μ α δ μ ω ς ε ίν α ι δ ια φ ο ρ ετ ικ ό μέ τά κο ινω ν ικ ά φ α ιν ό μ ε ν α τή ς Ισ τορ ία ς . Ξ α ίρ ο υ μ ε κ ιό λ α ς δ τ ι ή ισ το ρ ία γ ίν ε τ α ι ά π ό το ύ ς ά ν θ ρ ώ π ο υ ς . Κ α τά σ υ ν έ π ε ια οι Ανθρ ώ π ιν ες έπ ιθ υ μ ίες δέν μ π ο ρ ο ύ ν ν δ ν α ι π α ρ ά γ ο ν τ α ς τή ς ισ τορ ικής κίνησ ης. Ά λ λ ά ή Ιστορία γ ίν ε τ α ι ά π ό το ύ ς ά ν θ ρ ώ π ο υ ς κ α τ ’ α ύ τό ν τό ν τρ ό π ο κ α ί δ χ ι κ α τ ά Εναν ά λ λ ο , έ ξ α ιτ ία ς μ ιά ς ώ ρ ισ μ ένη ς ά ν α γ κ α ιό τ η τ α ς γ ιά τή ν ό π ο ία ά ρ κ ετά μ ιλ ή σ α μ ε π ιό π ά ν ω . Κ αί μ ιά κ α ί ή ά ν α γ κ α ιό τ η τ α α ύ τή ε ίν α ι δοσ μ ένη , ο ΐ έ π ιθ υ μ ί ε ς τ ώ ν ά ν θ ρ ώ π ω ν , έ π ιθ υ μ ί ε ς π ο ύ ά π ο τ ε λ ο ΰ ν έ ν α ν ά ν α π ό ψ ε υ χ τ ο π α ρ ά γ ο ν τ α τ ή ς κ ο ι ν ω ν ικ ή ς έ ξ έ λ ι ξ η ς , ε ί ν α ι ε π ίσ η ς δ ο σ μ έ ν ε ς σ ά ν σ υ ν έ π ε ιε ς . Ο Ι έ π ιθ υ μ ί ε ς α ύ τ έ ς δ έ ν ά π ο κ λ ε ί ο υ ν τ ή ν ά ν α γ κ α ι ό - τ η τ α , ά λ λ ά κ α θ ο ρ ίζ ο ν τ α ι κ ι α ύ τ έ ς α π ' α ύ τ ή τ ή ν τ ε λ ε υ τ α ία . Κ α τά σ υ ν έπ ε ια εΤναι μ ε γ ά λ ο λ ά θ ο ς τή ς λ ο γ ικ ή ς ν ά τ ις ά ν τ ιτά σ σ ο υ μ ε σ τήν Γδια τήν ά ν α γ κ α ιό τ η τα .
" Ο τα ν μ ιά τά ξ η π ο ύ έ π ιθ υ μ ε ϊ τή χ ε ιρ α φ έτη σ ή τη ς π ρ α γ μ α τ ο π ο ιε ί μ ιά κο ινω ν ικ ή έ π α ν ά σ τα σ η , έ ν ε ρ γ ε ΐ σ τήν π ερ ίπ τω σ η α ύ τή κ α τ ά Εναν τρ ό π ο π ερ ισ σ ό τερ ο ή λ ιγ ώ τερ ο π ρ ο σ α ρ μ ο σ μ έν ο σ τό ν έπ ιδ ιω κ ό μ ενο σ κο π ό καΓ ό π ω σ δ ή π ο τε ή δρ ά σ η τη ς ε ίν α ι ή α ί τ ί α α ύ τή ς τή ς έ π α ν ά σ τα σ η ς . ‘Η δ ρ ά σ η τη ς δμ ω ς α ύ τή μέ δλ β ς
115
Σ τά μ μ λ ερ : Materialistische G^scbiclitsauffassung στό Handworterbuch der Staatswissenschaften, τ. V. σ. 735-737.
τ ις έπ ιθ υ μ ίες π ο ύ τήν π ρ ο κ α λ έ σ α ν ε ε ίν α ι ή Γδια σ υ ν έ π ε ι α τή ς ο ίκ ονομ ικής ά ν ά π τ υ ξ η ς κ α ί γ ι α ύ τό κ α θ ο ρ ίζ ετα ι κι α ύ τή ά π ό τήν ά ν α ν κ α ι ό τ η τ α .
'Η κ ο ινω ν ιο λ ο γ ία δέν γ ίν ε τ α ι έπ ισ τή μ η π α ρ ά μ ο ν α χ ά σ τό β α θμ ό π ο ύ κ α το ρ θ ώ ν ε ι ν ά κ α τ α λ α β α ίν ε ι τή ν έμ φ ά ν ισ η σ τό ν κο ινω ν ικ ό ά ν θ ρ ω π ο σ κ ο π ώ ν (κο ινω ν ικ ή « τελ εο λ ο γ ία « ) σ ά ν ά ν α γ κ α ία σ υ ν έ π ε ια το ΰ κο ινω νικ ού γ ίγ ν ε σ θ α ι, π ο ύ κ α θ ο ρ ίζε τα ι σ έ τ ε λ ευ τ α ία ά ν ά λ υ σ η ά π ό τήν π ο ρ ε ία τή ς κο ινω ν ικ ή ς ά ν ά π τ υ ξ η ς .
Κ α ί ε ίν α ι π ο λ ύ χ α ρ α χ τη ρ ισ τ ικ ό δτ ι ο ΐ σ υ ν ε π ε ίς ά ν τ ίπ α λ ο ι τής υ λ ισ τικ ή ς έξή γη σ η ς τή ς Ισ το ρ ία ς αισ θ ά ν ο ν τ α ι τό ν έα υ τό το υ ς υ π ο χρ εω μ έν ο ν ά ά ιιοδεί- ξ ο υ νε , δ τ ι ή κ ο ιν ω ν ιο λ ο γ ία ε ί ν α ι ά δ ύ ν α τ ο ν ά σ τ α θ ε ί σ ά ν έ π ισ τ ή μ η . Α ύ τό σ η μ α ίν ε ι δτ ι ό « κ ρ ι τ ι κ ι σ μ ό ς » γ ί ν ε τ α ι ε μ π ό δ ιο σ τ ή ν έ π ισ τ η μ ο ν ικ η ά ν ά π τ υ ξ η τ ή ς έ π ο χ ή ς μ α ς . Α ύτοΙ πο ύ ζη το ύ ν ν ά βροΟν μ ιά ν έπ ισ τη μ ον ικ ή έξήγησ η τή ς Ισ το ρ ία ς τώ ν φ ιλ ο σ ο φ ικ ώ ν θ εω ρ ιώ ν θ ά ά ν α λ ά β ο υ ν έδώ μ ιά ν έν δ ια φ έρ ο υ σ α ύ π ο χ ρ έ ω σ η : ν ά κα θο ρ ίσ ο υ ν τό ν τρ ό π ο π ο ύ α ύ τό ς ό ρ ό λ ο ς τοΟ « κ ρ ιτ ικ ισ μ ο ύ , σ υ ν δ έετα ι μέ τήν τα ξ ικ ή π ά λ η σ τή νεώ τερη κο ινω ν ία .
Ά ν π ρ ο σ π α θ ή σ ω ν ά π ά ρ ω μ έρος σ ’ Ενα κ ίνη μ α π ο ύ ό θ ρ ία μ βό ς του μου φ α ίν ε τα ι σ ά ν μ ιά Ιστορική ά ν α γ κ α ιό τ η τ α , α ύ τό σ η μ α ίν ε ι μ ο ν ά χ α π ώ ς θεω ρώ κ α ί τή δική μου δρ ά σ η σ ά ν Εναν ά π α ρ α ίτ ή τ ο κρίκο σ τήν ά λ υ σ σ ίδ α τώ ν δρω ν π ο ύ τό σ ύ ν ο λ ό το υ ς θ ά έξα σ φ α - λ ίσ ε ι ά ν α γ κ α σ τ ικ ά τό θ ρ ία μ βο τοϋ κ ινή μ α το ς π ο ύ μ ου ε ίν α ι π ρ ο σ φ ιλ ές . Τ ίπ ο τα π ερ ισ σ ό τερ ο , τ ίπ ο τ α λ ιγ ώ τερ ο . Α ύ τό δέν τό κ α τ α λ α β α ίν ε ι ό δ υ ϊσ τή ς . "Ο μ ω ς α ύ τό εΤναι ό λ ο φ ά νερ ο γ ιά δ π ο ιο ν άψ ω μ ο ίω σ ε τή θ εω ρ ία τή ς έ ν ό τ η τ α ς τ ο ΰ ύ π ο κ ε ίμ ε ν ο υ κ α ι τοΟ ά ν τ ικ ε ί μ ε ν ο υ κ α ί κ α τ ά λ α β ε μέ π ο ιό ν τρ ό π ο έκδηλώ - ν ε τ α ι α ύ τή ή ένό τη τα σ τά κ ο ινω νικ ή ς φύσης φ α ιν ό μ ενα .
ΕΤναι έ ξα ιρ ε τ ικ ά σ η μ α ντικ ό ν ά σ η μ ε ιώ σ ο υμ ε δτ ι
116
ol θεωρητικοί τοΟ προτεσταντισμού στή Βόρεια ’Αμερική. δέν καταλαβαίνουν άσφαλώς τίποτα άπό αύτήν τήν άντίθεση άνάμεσα στήν έλευθερία καί τήν άναγ- καιότητα πού τόσο άπασχόλησε καί άπασχολεΐ άκόμη πολλούς (δεολόγους τής εύρωπαΐκής μπουρζουαζίας, O A .B a rg y λέειδτι«στήν ’Αμερική, οί πιό άναγνωρι- σμένοι «δάσκαλοι τής δράσης» εΤναι πολύ λίγο έπιρ- ρεπεΐς στό νά άναγνωρίσουν τήν έλευθερία τής θέλησης»·. Αύτό τό έξηγεΐ άπό τό γεγονός δτι οί άνθρωποι αύτοί, σάν άνθρωποι δράσης, προτιμούν τις «μοιρολατρικές άποφάσεις». ’Αλλά ό Bargy άπα- τδτα ι. Ή μοιρολατρία δέν εχει καμμιά θέση έδώ,ΚαΙ αύτό φαίνεται στήν παρατήρησή του σχετικά μέ τόν ήθικολόγο Jonathan Edw ards: «Ή άποψη τοΟ Edwards . .. είνα ι ή άποψη κάθε άνθρωπου δράσης. Γιά δποιον?βαλε ποτέ στή ζωή του ώρισμένο σκοπό, ή έλευθερία ε ίνα ι ή Ικανότητα νά βάλει δλη του τήν ψυχή στήν έπιδίωξη αύτοΟ τοΟ σκοπού». Αύτό είνα ι πολύ καλά είπωμένο καί μοιάζει πολύ μέ τό «νά μή θέλεις τίποτα άλλο άπό δτι ό έαυτός σου» τοΟ Χέγγελ. Μά δταν ό άνθρωπος «δέν θέλει τ ίποτ’ άλλο άπό δτι ό έαυτός του», δέν εΐνα ι καθόλου μοιρολάτρης· εΐνα ι άποκλειστικά ά ν θ ρ ω π ο ς δ ρ ά σ η ς.
Ό καντισμός δέν εΐνα ι μαχητική φιλοσοφία, δέν «ΐναι φιλοσοφία άνθρώπων δράσης. Ε ΐναι φιλοσοφία άνθρώπων πού μένουν γενικά στά μισά τοΟ δρόμου, μιά φιλοσοφία συμβιβασμών.
Ό "Ενγκελς λέει πώ ς τά μέσα γιά τήν έξάλειψη τοΟ κοινωνικού κακού πρέπει νά ά ν α κ ο λ υ φ θ ο ΰ ν μέσα στους δοσμένους ύλικούς δρους τής πα ραγω γή ς καί βχι νά έψευρεθοΟν ά π ’ αύτόν ή τόν άλλο κοινωνικό μεταρρυθμιστή. Ό Stam mler συμφωνεί μέ τόν "Ev- γκελς στό σημείο αύτό, ά λλά τόν κατηγορεί γ ιά Ελ-
117
* A. Bargy: Ή θρησκεία στήν κοινωνία τών 'Ενωμένων Πολιτειών, σ. 97-98.
λειψή σαφήνειας, άφοΟ κατ’ αύτόν, τό βάθος τού ζητήματος βρίσκεται στό νά μάθουμε «μέ τήν βοήθεια πο ιδ ς μεθόδου θά γίνει αύτή ή άνακάλυψη». Ή άντίρρηση αύτή μαρτυράει τήν σύγχυση ποΟ βασιλεύει μέσα στή σκέψη τοΟ Ιδιου τοΟ Στάμμλερ. Καί πέφτει μόνη της, γ ιά τό άπλούστατο γεγονός πώ ς κι δ ν άκόμα ό χαραχτήρας τής «μεθόδου» σέ πα ρόμοιες περιπτώσεις καθορίζεται άπό ϊν α μεγάλον άριθ- μό έξαιρετικά ποικίλων παραγόντω ν, ώστόσο δλοι αύτοΐ ot πα ράγοντες μπορούν νά άναχθοΟν σέ τε λευτα ία άνάλυση στίς πηγές τους, δηλαδή στήν πο ρεία τής οίκονομικής άνάπτυξής. Καί μόνο τό γεγονός βτι ή θ ε ω ρ ία τοΰ Μ ά ρ ξ μπόρεσε νά γεννηθεί, καθω- ρίστηκε άπό τήν άνάπτυξη τοΟ καπιταλιστικού τρόπου παραγω γής, ένώ ή έπικράτηση τοΟ ούτοπισμού στόν πριν άπό τόν Μάρξ σοσιαλισμό είνα ι έντελώς κατανοητή γιά μιά κοινωνία πού ε ίχε ύποφέρει δχ ι μόνο άπό τήν άνάπτυξη αύτοϋ τοΟ τρόπου πα ρ α γω γής, άλλά έξ Γσου δν δχι περισσότερο άπό τήν Α νεπ ά ρ κ ε ια α ύ τή ς τ ή ς ά ν ά π τ υ ξ ή ς .
ΕΤναι άνώφελο νά έπεχταθοΟμε περισσότερο σ ’ αύτό τό θέμα. Μά ίσως δέν άρέσουμε στόν άνα- γνώστη δν τελειώνοντας αύτό τό άρθρο δέν τραβήξουμε τήν προσοχή του πάνω στό στενό σύνδεομο πού ύπάρχει άνάμεσα στήν «μέθοδο» ταχτικής τοϋ Μ άρξ καί τοΰ "Ενγκελς καί τίς θεμελιώδεις θέσεις τής ιστορικής θεωρίας τους.
ξέρουμε πιά , πώς κατά τά λεγόμενα αύτής τής θεωρίας, ή άνθρωπότητα δέν βάζει μπροστά της πα ρά προβλήματα πού νά μπορεΐ νά λύσει « γ ια τ ί. . . τό ίδιο τό πρόβλημα δέν παρουσιάζεται πα ρά έκεΐ δπου ύπάρχουν ήδη οΐ άπαραίτητοι ύλικοί δροι γ ιά τή λύση του, ή τουλάχιστον βρίσκονται στό δρόμο τής έμφάνισής τους». Ά λ λ ά έκεΐ δπου ύπάρχουν ήδη αύτοΐ οΐ δροι, ή κατάσταση εΤναι όλότελα δ ια φορετική ά π ’ αύτή δπου «βρίσκονται μόνο στό δρόμο
118
τής έμφάνισής τους». Στήν πρώτη περίπτωση ή στιγμή τοΟ πηδήματος Ιφ τ α σ ε κ ιόλας' στή δεύτερη π ερίπτωση, τό « πή δημ α» μ έν ε ι ύπόθεση ένός περισσότερο ή λιγώτερο μακρύνοΟ μ έλ λ ο ν το ς , «τελικός σκοπός», πού τό πλησίασμά του π ρ ο π α ρ α σ κ ευ ά - ζ ε τ α ι ά π ό μ ιά ν ό λό κ λη ρ η σ ε ιρ ά « β α θ μ ια ίω ν μ ετα β ο λ ώ ν » άνάμεσα στίς σχέσεις τών κοινωνικών τάξεων. Ποιός πρέπει νά εΤναι ό ρόλος τών νεωτε* ριστών στήν έποχή πού τό «πήδημα» είνα ι άκόμα ά δ υ ν α τ ο ; ΕΤναι φανερό πώ ς δέν τούς μένει άλλο πα ρά νά ύποβοηθήσουνε τις «βαθμιαίες μεταβολές», μέ άλλα λόγια νά παλαίψουνε γιά νά πετύχουν μ ετ α ρ ρ υ θ μ ίσ ε ις . “Ετσι κι ό «τελικός σκοπός» καί οί μεταρρυθμίσεις βρίσκουν τή θέση τους, κσί ή άντί- θεση τής μεταρρύθμισης στόν «τελικό σκοπό» χάνει κάθε λόγο ϋπαρξης καί παραμερίζεται στήν περιοχή τών ούτοπιστικών θρύλλων. "Οποιος κι δν είνα ι ό άνθρωπος πού πα ραδέχεται μιά τέτοια άντίθεση — γερμανός «ρεβιζιονιστής» τής κατηγορίας τοΟ Έδου- άρδου Μ περστά'ίν, ή Ιταλός «έπαναστάτης συνδικαλιστής» σάν κι αύτούς πού παρακάθησαν στό πρόσφατο συνδικαλιστικό συνέδριο τής Φερράρας — άπο- καλύπτει στόν ΐδιο βαθμό τήν άνικανότητά του νά καταλάβει τό πνεΟμα καί τή μέθοδο τού νεώτερου έπιστημονικοϋ σοσιαλισμοΟ ΕΤναι ώφέλιμο νά μήν τό ξεχνάμε αύτό τούτη τή στιγμή πού ό ρεφορμισμός κι ό συνδικαλισμός τολμοΟν νά μιλάνε στό όνομα τοΟ Μάρξ.
Ά λ λ ά τί ρωμαλέα αίσιοδοξία ξεπηδάει ά π ’ αύτά τά λόγια : «Ή άνθρωπότητα δέν βάζει μπροστά της πα ρά προβλήματα πού νά μπορεΐ νά λύσ ει! Αύτό δέν σημαίνει βέβαια, πώ ς κάθε λύση τών μεγάλων προβλημάτων πού θά παρουσιάσει ό πρώτος τυχόντας ούτοπιστής, ■ εΐνα ι καί καλή. Ά λ λ ο πράμα εΤναι ό ούτοπιστής κι άλλο ή άνθρωπότητα, ή γιά νά μιλήσουμε άκριβέστερα. ή κοινωνική τάξη πού άντιπρο-
119
σωπεύει στή δοσμένη στιγμή τά δψιστα συμφέροντα τής άνθρωπότητας. Ό ίδιος ό Μ άρξ πολύ σωστά ε ίπ ε : «"Οσο βαθύτερα θά όδηγεΐ μιά Ιστορική ενέργεια , τόσο περισσότερο θά μεγαλώνει τό πλάτος τών μαζώ ν πού τήν πραγματοποιούνε». Μ’ αύτό καταδικάζετα ι όριστικά κάθε ούτοπιστική στάση άπέναντι στά Ιστορικά προβλήματα. Κι &ν 6 Μάρξ σκεφτότανε άκόμη δτι ή άνθρωπότητα δέν βάζει ποτέ μπρο-' στά της άλυτα προβλήματα, τά λόγ ια του άπό θεωρητική άποψη άντιπροσωπεΰουν άποκλειστικά μιά νέα Εκφραση τής Ιδέας τής ένότητας τοΰ ύποκείμε- νου μέ τό άντικείμενο στήν έφαρμογή της στήν πο ρεία τής Ιστορικής έξέλιξης. Ά π ό πραχτική άποψη έκφράζουν τή γαλήνια κι άντρίκια πίστη πώ ς ό «τελικός σκοπός» θά έπιτευχθεΐ, πίστη πού Εκανε ά λλοτε τόν άξέχαστό μαςΝ . Γ. Τσερνυτσέφσκυ νά άνα- ψωνήσει μέ μιά θερμή πεποίθηση:
« Ά ς γίνει δτι νάναι, δμως τή ν(κη τό δικό μας στρατόπεδο θά τή γιορτά σει! »
120
ΓΙΑ ΤΑ “ ΠΗΔΗΜΑΤΑ,,
ΣΤΗ ΦΥΣΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ
«Σέ μάς, κι* άλλωστε δχι μόνο σέ μάς, λέει ό κ. Τιχομίρωψ, ε ίνα ι βαθειά ριζωμένη ή Ιδέα πώ ς ζοΟμε σέ μιά «περίοδο καταστροφής* πού καθώς πιστεύουν θά τελειώσει μέ μιά τρομερή άνατροπή. μέ ποτάμια αΤμα, μέσα στίς έκρήξεις τοΟ δυναμίτη, καί τά ίδ ια συνέχεια. "Υστερα ά π ’ αύτό — ύποθέτουνε — θ* άνοί- ξει μιά «περίοδος άνοικοδόμησης». Ή κοινωνική αύτή άντίληψη είνα ι πέρα ώς πέρα σφαλερή καί δέν εΤναι δπως τό παρατηρήσαμε ήδη, πα ρά ή πολιτική άντα-
νάκλσση τών παληών Ιδεών τοΟ Cuvier κι αύτών τής σχολής τώ ν άπότομων γεωλογικών καταστροφών. Στήν πραγματικότητα βμως ή καταστροφή καί ή Ανοικοδόμηση πδ νε ζευγαρω τά, καί εΤναι άκατανόητες ή μιά χωρίς τήν άλλη. "Οτι Ενα φαινόμενο πη γα ίνει πρός τήν καταστροφή του, αύτό όφείλεται Αληθινά στό γεγονός βτι σ’ αύτό τό φαινόμενο, στή θέση του, κάπιο καινούργιο πράμα σχηματίζεται καί άντίστροφα, ό σχηματισμός μιάς καινούργιας τάξης πρα γμάτω ν δέν είναι τίποτα άλλο άπό τήν κα τα στροφή τής παληδς»*.
Τά λόγια αύτά δέ δίνουνε μιά πολύ καθαρή άντί- ληψη. Πάντως μπορούν νά βγοΟν ά π ’ αύτά δυό θέσεις :
Ιο «Σέ μάς, κι άλλωστε 6χι μόνο σέ μάς», οί έπα- ναστάτες δέν έχουν καμμιάν Ιδέα τής έ ξ έ λ ιξ η ς , τής βαθμιαίας «μεταμόρφωσης τοΰ τύπου τών φαινομένων», κατά τήν έκφραση πού μεταχειρίζεται άλ- λοΰ ό κ. Τιχομίρωφ.
2ο «"Αν ε ίχα ν Ιδέα τής έξέλιξης, τής βαθμιαίας «μεταμόρφωσης τών φαινομένων», δέν θά φαντάζονταν πώ ς «ζοΰμε μιά περίοδο καταστροφής».
"Ας δοΰμε πρώ τα πρώ τα πώ ς ε ίνα ι τά πράματα σχετικά μ’ αύτό ά λ λ ο υ κ α ι δ χ ι σέ μ α ς , δηλαδή στή Δύση.
Ό π ω ς εΤναι γνωστό, υπάρχει σήμερα στή Δύση ένα έπαναστικό κίνημα τής έργατικής τάξης, πού άπο- βλέπει στήν οίκονομική της χειραφέτηση. Τό ζήτημα λοιπόν μπαίνει Ετσι: οί θεωρητικοί έκπρόσωποι αύτοΟ τοΰ κινήματος, δηλαδή οί σ ο σ ια λ ισ τ έ ς κατάφεραν νά ταιριάσουνε τΙς έπαναστατικές τους τάσεις μέ μιά θεωρία τής κοινωνικής άνάπτυξης τόσο λίγο Ικανοποιητική ;
Σ ’ αύτή τήν έρώτηση, δποιος έχει έστω καί άμυ- δρά Ιδέα τοΟ σύχρονου σοσιαλισμοΟ, θά άπαντήσει
121
* Γιατί £παψα νάμαι έπαναστάτης, σ. 19.
άδίσταχτα καταφατικά. "Ολοι οΐ σοβαροί σοσιαλιστές τής Ευρώπης καί τής ’Αμερικής στέκονται στή διδασκαλία τοΟ Μ άρξ' καί ποιός λοιπόν άγνοεΤ βτι ή διδασκαλία αύτή είνα ι προπαντός διδασκαλία τής έξέλιξης τών άνθρωπίνων κοινωνιών ; Ό Μάρξ ήτανε θερμός υπερασπιστής τής «έπαναστατικής δράσης», ΣυμπαθοΟσε βαθειά κ ά θ ε έπαναστατική κίνηση πού στρέφονταν ένάντια στήν ύπάρχουσα κοινωνική καί πολιτική τάξη. Μπορε'ί δποιος θέλει νά μή συμμερίζεται τόσο «καταστρεφτικές* συμπάθειες. Πάντως δμως μόνο τό γεγονός βτι ύπήρχανε, δέν μάς δίνει τό δικαίωμα νά βγάλουμε τό συμπέρασμα πώς ή φαντασία τοΟ Μ άρξ είχε Αποκλειστικά «σταθεί στίς βίαιες Ανατροπές», καί πώς ξεχνοΟσε τήν κοινωνική έξέλιξη, τήν άργή καί προοδευτική άνάπτυξη. "Οχι μόνο δέν ξεχνοΟσε ό Μ άρξ τήν έξέλιξη, μά κι άνα- κάλυψε ϊν α μεγάλο άριθμό άπό τούς πιό σπουδαίους νόμους της. Γιά πρώτη φορά στό μυαλό του ή Ιστορία τής Ανθρωπότητας ξετυλίγεται σ ’ έναν Αρμονικό, δχι φανταστικό πίνακα. Ή τ α ν ό πρώτος πού ΐδειξε δτι ή ο ίκ ο ν ο μ ικ ή έξέλιξη όδηγεΐ στις πολιτικές έπαναστάσεις. Χάρη σ ’ αύτόν, τό σύγχρονο έπα- ναστατικό κίνημα κατέχει έναν καθαρά καθορισμένο σκοπό καί μιάν αύστηρά διατυπωμένη θεωρητική βάσ*ι. Μά άν είνα ι έτσι τά πράματα, γιατί λοιπόν 6 κ. Τιχομίρωφ φαντάζετα ι πώ ς μπορεΐ, μέ μερικές άσυ- νάρτητες φράσεις γ ιά τήν κοινωνική «άνοικοδόμηση» νά άποδείξει τό άστήριχτο τών έπαναστατικώ ν τά σεων πού ύπάρχουν «σέ μάς κι άλλωστε 6χι μόνο σέ μάς» ; Μήπως γίνεται αύτό γ ιατί δέν Εκανε τόν κόπο νά καταλάβει τήν διδασκαλία τών σ ο σ ιαλ ιστώ ν;
Ό κ. Τιχομίρωφ δοκιμάζει τώρα άποστροφή γιά τις «ξαφνικές καταστροφές» καί τις βίαιες άνα- τροπές». ΕΤναι δικαίωμά τ ο υ : δέν είνα ι οΟτε ό πρώτος οΟτβ ό τελευτα ίος. Ά λ λ ά έχει άδικο νά νομίζει βτι οί «ξαφνικές καταστροφές» δέν είνα ι βυνα-
122
τές οΟτε στή φύση, οΟτε στίς Ανθρώπινες κοινωνίες. Πρώτα-πρώτα τό «ξαφνικό» τέτοιων καταστροφών ε ίναι μιά σχετική Ιδέα. "Οτι εΤναι «ξαφνικό» γ ιά τόν ϊνα ν , δέν ε ίνα ι γ ιά τόν ά λ λ ο ν : ο[ έκλείψεις τοΟ ήλιου πα ράγοντα ι ξαφνικές γ ιά τόν άμαθή, μά δέν ε ίνα ι καθόλου ξαφνικές γιά τόν άστρονόμο. Τό ΐδιο γίνετα ι άκριβώς καί μέ τΙς έπαναστάσεις. 01 πολιτικές αύτές «καταστροφές» πα ράγοντα ι «ξαφνικά» γ ιά τούς άμα- θεΐς καί γ ιά τό πλήθος τών φαντασμένων φιλισταίων, άλλά δέν εΤναι καθόλου ξαφνικές γιά τόν άνθρωπο πού παρακολουθεί τά φαινόμενα καί πού γίνονται μέσα στόν κοινωνικό κύκλο πού τόν περιβάλλει. "Επειτα, &ν ό κ. ΤιχομΙρωφ δοκίμαζε νά στρέψει τά βλέμματά του πρός τή φύση καί τήν Ιστορία, τοποθετημένος στήν ά ποψη τής θεωρίας πού τήν κάνει δίκιά του τώρα, θά έκτίθονταν σέ μιά όλόκληρη σειρά άπό συγκλονιστικές έκπλήξεις. Στερέωσε γερά στή μνήμη του πώς ή φύση δέν κάνει πηδήματα, καί πώ ς άν έγκαταλείψουμε τόν κόσμο τών έπαναστατικώ ν άντικατοπτρισμών γ ιά ν ά κατέβουμε στό πεδίο τής πραγματικότητας, «δέν μπο- ροΟμε νά μιλήσουμε έπιστημονικά, πα ρά γιά τήν άργή μεταμόρφωση ένός δοσμένου τύπου φαινομένου». Ω σ τόσ ο δμως ή φύση κάνει πηδήματα, χωρίς νά νο ιάζεται γιά δλους τούς φ ιλιππικούς ένάντια στό «ξαφνικό». Ό κ. ΤιχομΙρωφ ξαίρει πολύ καλά πώ ς οί «παληές Ιδέες τοΟ Cuvier» είνα ι σφαλερές, καί πώς οί «άπότομες γεω λογικές καταστροφές», δέν ε ίνα ι τίποτε περισσότερο άπό τό προϊόν μιάς σοφής φαντασίας. Ζεΐ μιά ξέγνοιαστη ζωή, άς ποΟμε στή Μεσημβρινή Γαλλία χωρίς νά διαβλέπει οΟτε άνησυ- χίες, οΟτε κινδύνους. Μά νά ξαφνικά Ενας σεισμός, σάν κ ια ύτόν πούγινε πρίν δυό χρόνια. Τό Εδαφος δο- νεΐτα ι, τά σπίτια γκρεμίζονται, οΐ κάτοικοι φεύγουν τρομαγμένοι, μέ μιά λέξη, εΤναι μιά άληθινή «καταστροφή», φανερώνοντας μιάν άπίστευτη ξεγνοιασιά στή μητέρα Φύση. Δ ιδαγμένος άπό τήν πικρή αύτή
123
πείρα 6 κ. ΤιχομΙρωφ έπσληθεύει προσεχτικά τΙς γεω λογικές του Ιδέες καί φτάνει στό συμπέρασμα βτι ή άργή «μεταμόρφωση ένός τύπου φαινομένων» (στήν περίπτωσή μας ή κατάσταση τοΟ γηίνου φλοιοΟ) δέν άποκλείει τή δυνατότητα «άνατροπών» πού μποροϋν άπό μιάν ώρισμένη άποψη νά φαίνονται «ξαφνικές*, καί πού παράχτηκαν «μέ τή βία»*.
Ό κ. ΤιχομΙρωφ βάλει νά ζεστάνει νερό, καί δσο τό νερό άπό τό Οο ώς τούς 80 βαθμούς μένει νερό, δέν φοβάται κανένα «ξαφνικό». Μά νά πού ή θερμοκρασία άνέβηκε ώς τή μοιραία γραμμή, καί ξαφνικά — τί φρίκη! — ή ξαφνική καταστροφή» είνα ι μπροστά του : Τό νερό μεταμορφώνεται σέάτμό, σά νδχε καρφωθεί» ή φαντασία του «πάνω στις βίαιες άνα- τροπές».
Ό κ. ΤιχομΙρωφ άφίνει νά ξ σ ν α κ ρ υ ώ σ ε ι τό νερό, καί νά πού ή ϊδ ια παράξενη Ιστορία έπανα- Χαμβάνεται. Λίγο-λίγο μεταβάλλεται ή θερμοκρασία τοΟ νεροΰ, χωρίς νά πάψει νά εΤναι νερό. Μά νά
* Ά π ' δτι άνασκεύασε ή έπιστήμη άπό τις γεω λογικές θεωρίες τοϋ Cuvier, δέν βγαίνει άκόμα πώς άπόδειξε τό άδύ- νατο γενικά τών γεωλογικών «καταστροφών» ή «άναστατώ- σεων». Αύτό δέν μπορούσε νά τό ά ποδείξει, άπό φόβο μήπως Ερθει σ’ άντίθεση μέ τά γνω στά αύτά γενικώς φαινόμενα βπως είναι οί ήφαιστειώδεις έκρήξεις, οί σεισμοί κτλ. Τό καθήκον τής έπιστήμης ήτανε νά έξηγήσει αύτά τά φαινόμενα σάν τό προϊόν τής συσσωρευμένης ένέργειας τών δυνάμεων αύτών τής φύσης, πού τήν άργή τους προοδευτική έπίδραση μποροϋμε κάθε στιγμή νά παρατηρήσουμε. Μέ άλλα λόγια, ή γεω λογία ώφειλε νά έζηγήσει τΙς έπανασ τάσ εις άπό τΙς όποιες περνάει ό γήινος φλοιός άπό τήν έξέλιξη αύτοΟ τοΟ Ιδιου φλοιοΟ. Έ ν α τέτοιο καθήκον χρειάστηκε νά άντικρύ- σει ή κοινωνιολογία πβύ τβφερε σέ πέρας μέ τήν Ιδια έπι- τυχία δπως καί ή γεω λογία στό πρόσωπο τοϋ Χ έγγελ καί τοΰ Μάρξ.
124
πού μόλις ή ψύξη φτάνει στό Οο, καί τό νερό μεταμορφώνεται σέ πά γο , χωρίς καθόλου νά σκεφθεΐ τό γεγονός π φ ς σ1 «ξαφνικές άνατροπές» άντιπροσω- πεύουν μιά σφαλερή άντίληψη.
Ό κ. Τιχομίρωφ παρατηρεί τήν έξέλιξη ένός άπό τά έντομα πού παθαίνουν μεταμορφώσεις. *Η προοδευτική έξέλιξη τής χρυσαλίδας γίνεται άργά καί μέχρι νεωτέρας διαταγής ή χρυσαλίδα παραμένει χρυσαλί&α. Ό φιλόσοφός μας τρίβει τά χέρια του άπό εύχαρίστηση. «Έ δώ δλα πάνε καλά, λέει στόν έαυτό του, ούτε ό κοινωνικός όργανισμός, οΟτε ό ζω'ίκός όργανισμός δέν δοκιμάζουν ά π ’ αύτές τΙς ξαφνικές άνατροπές πού εΤχα άναγκαστεΐ νά πα ρ α τηρήσω στόν άνόργανο κόσμο. Φ θάνοντας στή δημιουργία ζωντανώ ν δντων ή φύση γίνεται σοβαρή», Ά λ λ ά σέ λίγο ή χαρά του μεταβάλλεται σέ λύπη. "Ενα ώ ραΐο πρω ΐ, ή χρυσαλλίδα πραγματοποιεί μιά «βίαιη άνατροπή» καί κάνει τήν έμφάνισή της στόν κόσμο μέ τή μορφή πεταλούδας. Έ τ σ ι λοιπόν άνάγκη νά πεισθεϊ ό κ. Τιχομίρωφ, δτι καί ή όργανική φύση δέν είνα ι έξασφαλισμένη άπό τά «ξαφνικά»,
Τό ίδιο άκριβώς θά γίνει, δσο λίγο κι άν »στρέ- ψει τήν «προσοχή του* ό κ. Τιχομίρωφ στή δική του «έξέλιξη», ΕΤναι βέβαιο πώ ς θά βρει καί σ ’ αύτήν έπίσης ένα παρόμοιο σημείο μεταστροφής ή «άνα- τροπής». θ ά θυμηθεί ποια ήταν άκριβώς ή σταγόνα έκείνη πού Ικανέ νά ξεχειλήσει τό ποτήρι τών έντυ- πώσεών του καί τόν μεταμόρφωσε, άπό ύπερασπιστή περισσότερο ή λι>ώτερο δισταχτικό τής «έπανάστα- σης», σέ άντίπαλό της περισσότερο ή λιγώτερο είλι- κρινή.
Ό κ. Τιχομίρωφ κι έγώ άσκούμαστε σέ άριθμη- τικές προσθέσεις. Παίρνουμε τόν άριθμό π έν τε , καί σάν σοβαροί άνθρωποι, τοϋ προσθέτουμε, «βαθμιαία» κάθε φορά κι’ άπό μιά μονάδα : έξη, έφτά, όχτώ. *Ως τό έννέα δλα πάνε καλά. Ά λ λ ά μόλις θελήσουμε
125
ν ’ αύξήσουμε αύτό τόν άριθμό μέ μιά άκόμη μονάδα, κάπιο κακό ιιάς συμβαίνει: ’Απότομα καί χωρίς κανένα λόγο, οΐ μονάδες μας μεταμορφώνονται σέ μιάν δ ε κ ά δ α . Ή ίδια λύπη μ&ς καταλαμβάνει, καί βταν περνάμε άπό τΙς δ ε κ ά δ ε ς στήν έ κ α χ ο ν τ ά δ α .
Ό κ. ΤιχομΙρωφ καί έγώ δέν θά άσχοληθοΟμε μέ τή μουσική: ύπάρχουν έκεΤ πολλά «ξαφνικά» περάσ ματα κάθε εϊδους, πού θά μπορούσαν νά τρέψουν σέ φυγή δλες μας τΙς «άντιλήψεις».
Σ ’ δλουςτούς συγχισμένους συλλογισμούς τοΟ κ. Μ. ΤιχομΙρωφ γιά τΙς «βίαιες άνατροπές», οΐ σύγχρονοι έπαναστάτες μπορούν νά άπαντήσουν μέ τήν άπλή αύτή έρώτηση: ΤΙ πρέπει νά κάνουμε κατά τήν γνώμη σας μ’ δλες αύτές τίς άνατροπές πού Εχουν ήδη πα ρα χτεϊ μέσα στήν «πραγματικότητα τής ζωής» καί πού σ ’ δλες τΙς περιπτώσεις άντιπρο- σωπεύουν «περιόδους καταστροφής»; Νά διακηρύξουμε πώ ς είνα ι μηδαμινές καί τιποτένιες ή νά τΙς θεωρήσουμε σάν Εργο τών έλαφρών καί τιποτένιων έκείνων άνθρώπων πού οΐ πράξεις τους δέν άξίζουν τήν προσοχή ένός σοβαροΟ «κοινωνιολόγου» ; ’Αλλά όποιαδήποτε περίπτωση κι &ν πάρουμε αύτών τών φαινομένων πρέπει ώστόσο νά άναγνωρίσουμε δτι ύπήρξαν στήν Ιστορία βίαιες άνατροπές καί πολιτικές «καταστροφές». Γιατί ό κ. ΤιχομΙρωφ νομίζει, πώ ς μέ τό νά δεχτούμε τήν δυνατότητα καί στό μέλλον παρόμοιων φαινομένων, σημαίνει πώ ς Εχουμε λαθεμένες «κοινωνικές άντιλήψεις;»
'Η Ιστορία δέν κάνει «πηδήματα» ! Αύτό ε ίνα ι άπο- λύτω ς άληθινό. Μά άπό τ ’ ά λλο μέρος είναι έξ ίσου άληθινό ΰτι ή Ιστορία Εκανε άφθονα «πηδήματα», Εκανε Ενα όλάκερο πλήθος άπό βίαιες «άνατροπές*. ΕΤναι άμέτρητα τά παραδείγματα τέτοιων άνατρο- πών. Τί σημαίν» λοιπόν αύτή ή άντίφαση; Σημαίνει μ ονάχα πώ ς ή πρώτη θέση δέν διατυπώθηκε μέ άπό- λυτη άκρίβεια, πράμα πού κάνει πολλούς νά τήν πα-
126
ρεξηγοΟνε. θ δ π ρ ε π ε νά ποΟμε πώ ς ή Ιστορία δέν κάνει «πηδήματα πού δέν έχουν προπαρα σκ ευα σ τή . Κανένα πήδημα δέν μπορεΐ νά γίνει χωρίς μιά έπαρκή αίτΙα πού νά βρίσκεται στήν προηγούμενη πορεία τής κοινωνικής έξέλιξης. Ό ν τ α ς δοσμένο δμως δτι αύτή ή έξέλιξη δέν σταματάει ποτέ μέσα στίς κοινωνίες πού βρίσκονται στό δρόμο τής έξέλιξης, μποροΟμε νά ποΟμε πώ ς ή Ιστορία άσχολεΐτα ι διαρ- κώς μέ τήν παρασκευή πηδημάτων κα ί άνατροπών. Κάνει αύτή τή δουλειά άδ ιάκοπα καί ήσυχα, δουλεύει άργά , άλλά τά άποτελέσματα τών προσπαθειών της (τά πηδήματα κι οί πολιτικές άνατροπές) εΤναι άνεμπόδιστα κι’ άναπόφευχτα.
Ά ρ γ ά γίνετα ι «μεταμόρφωση τοΟ τύπου* τής γαλλικής μπουρζουαζίας. Ό άστός τής έποχής τής Ά ντιβασ ιλεΙας δέν μοιάζει τόν άστό τής έποχής τοΟ Λουδοβίκου XV, γενικά δμως δέν εΤναι άντίθετος οΟτε μέ τόν τύπο τώ ν άστών τοΟ παληοΟ καθεστώτος. "Εγινε πλουσιώτερος, πιό μορφωμένος, πιό άπαιτη- τικός, άλλά δέν Επαψε νά είνα ι ό άνθρωπος τοΟ λαοΟ, πού πρέπει παντού κα ί πάντοτε νά ύποχωρεΐ μπροστά στήν άριστοκρατία. Μά νά πού φτάνει ό χρόνος 1789, κι δ άοτός σηκώνει περήφανα τό κεφάλι. ΠερνοΟν άκόμη μερικά χρόνια καί γίνετα ι ό κύριος τής κατάστασης, άλλά μέ ποιό τρόπο ! «μ* ποτάμ ια αίμα», μέσα στό χτύπο τών ταμπούρλων, μέ συνοδεία τΙς έ κ ρ ή ξ ε ις το ΰ μ π α ρ ο υ τ ιο ύ άν δχι τοΟ δυναμίτη πού δέν ε ίχε άκόμα έφευρεθεΐ. Α ν α γ κάζει τή Γαλλία νά περάσει μιά άληθινή π ε ρ ίο δ ο κ α τ α σ τ ρ ο φ ή ς χωρίς νά νοιασθεΐ καθόλου πώ ς μέ τόν καιρό θά βρεθεί ϊσως 6να ς σχολαστικός πού θά διακηρύξει δτι οί βίαιες άνατροπές θά είναι μ ιά λα - θεμ μ έν η ά ν τ ίλη ψ η .
Ά ρ γ ά μεταμορφώνεται «δ τύπος τών κοινωνικών σχέσεων τής Ρωσίας : τά κληρονομικά δουκάτα πού οί κάτοχοί τους ε ίχα νε κομματιάσει τή Ρωσία
127
μέ τούς έμφυλίους πολέμους τους έξαψανίζονται, οί φιλοπόλεμοι βογιάροι, ύποτάσσονται όριστικά στήν έξουσία τοΟ Τσάρου καί γίνονται άπλοι εύγενεΐς υποταγμένοι δπως κι όλόκληρη ή τάξη τους στήν ύπη- ρεσία τοΟ Στέμματος.
Ή Μ όσχα ύποτάσσει τά ταταρικά βασίλεια, καταχτά ει τή Σιβηρία, προσαρτάει τή μισή Νότια Ρωσία, παραμένει δμως π α ρ ’ δλα αύτά Μ όσχα ή ’Ασιατική. Ό Μ εγάλος Πέτρος κάνει τήν έμφάνισή του καί πραγματοπόιεΐ μιά «βίαιη άνατροπή» στή ρωσική ζωή. Μιά νέα περίοδος, εύρωπαϊκή άρχίζει στή ρωσική Ιστορία. ΟΙ σλαβόφιλοι άποκαλοΰν τό Μ εγάλο Πέτρο ’Αντίχριστο, άκριβώς έξαιτίας τοΟ «ξαφνικού τής άνατροπής πού εγινε ά π ’ αύτόν. 'Υ ποστηρίζουν πώ ς μέσα στό μεταρυθμιστικό του ζήλο ξέχασε τήν άναγκαιότητα τής έξέλιξης, τήν άργή «μεταμόρφωση τοΟ τύπου» τοΟ κοινωνικού συστήματος. Μά κάθε άνθρωπος Ικανός νά σκέφτεται, εΰκολα θά κα ταλάβει δτι ή άνατροπή πού Εγινε ά π ’ τό Μ εγάλο Πέτρο έπεβλήθηκε κι αύτή άπό τήν Ιστορική «έξέλιξη» τής Ρωσίας πού τήν ε ίχε προπαρασκευάσει.
ΟΙ ποσοτικές μεταβολές, συσσωρευόμενες λίγο λίγο, γίνονται τελικά ποιοτικές μεταβολές. ΟΙ μεταβάσεις αύτές γίνονται μέ πηδήματα και δέν μπορούν νά γίνουν άλλοιώς.
Σέ κάθε άπόχρωση όπαδοί τών βαθμιαίων μεταβολών»; οί Μολτσαλίν* πού. κάνουν δόγμα τή μετριότητα καί λεπτολογία μέσ’ τήν πορεία, δέν μπορούν νά καταλάβουν τούτο τό γεγονός πού άπό πολύ καιρό Ιψερε σέ φώς ή γερμανική φιλοσοφία. Σ ’ αύτή τήν περίπτωση δπως καί σέ πολλές άλλες, είνα ι ώφέλιμο νά θυμηθούμε τήν άντίληψη τοΟ Χ έγγελ, πού θάή ταν βέβαια δύσκολο νά τόν κατηγορήσουμε δτι ε ίχε κα- ταλειφθεΐ άπό πάθος γιά τήν έπαναστατική δράση.
* Πρόσωπο Ενός δράματος τοΰ Γκριμπογιέντωφ (Σ.Μ.).
128
«"Οταν θέλουν ν’ άντιληφθοΟν τήν έμ φ άν ιοηή τήν Ιξαφάνιοη κάπιου πρά γματος, λέει, νομίζουν συνήθως πώς καταλαβαίνουν τό ζήτημα, μέ τό νά φαντάζονται αύτή τήν έμφάνιση ή αύτή τήν έξαφάνιση σάν νά παράχτηκαν βα&μιαΐα. Ε ίναι δμως έξακριβωμένο δτι οί μεταβολές τοΟ είνα ι δέν γίνον- ται μόνο μέ τό πέρασμα άπό μιά ποσότητα σέ μιάν άλλη, άλλά μέ τή μεταβολή ιών ποσοτικών διαφορών σέ ποσοτικές διαφορές καί άντίστροφα, μ ετα βολή πού είνα ι μιά διακοπή τοΰ * βαθμ ια ίου y/yve- ο#αι» καί Ενας τρόπος νά εΤνε ποσοτικά διαφορετική άπό τήν προηγούμενη. Καί κάθε φορά πού ύπάρ* χει διακοπή τοΟ «βαθμιαίου γίγνεσθαι», πα ράγετα ι μέσα στή ροή τής έξέλιξης Ενα πήδημα,πού υστέρα ά π ' αύτό ή θέση ένός φαινομένου καταλαμβάνεται άπό Ενα δλλυ. Στή βάση τής θεωρίας τής βαθμιαίας μεταβολής βρίσκεται ή Ιδέα πώς αύτό πού εΐνε στό γίγνεσθα ι του, ύπάρχει ήδη πραγματικά , άλλά έξα- κολουθεΐ νά μένει άκατάληπτο έξ αιτίας τώνμικρών του διαστάσεων. Τό ίδιο κ α ιά τήν βαθμιαία έξαφ άνιση ένός φαινομένου, φαντάζονται τήν άνυπαρξία αύτοΟ ή τήν Οπαρξη έκείνου τοΟ φαινομένου πού παίρνει τή θέση του σάν γεγονότα πού δέν είνβ άκόμα άντιληπτά.Κατ* αύτό τόν τρόπο δμως κα ταργούν κάθε έμφάνιση καί κάθε έξαφάνιση. Ε ξ η γώ ν τας τήν έμφάνιση ή τήν έξαφάνιση ένός πράγματος μέ τή βαθμιαία Αλλαγή, είναι σά νά τά άνάγουμε δλα σέ μιάν άνιαρή ταυτολογία , γ ιατί είναι σά νά θεωρούμε άπό τά πριν Ετοιμο [δηλαδή σάν ήδη έμ- φανισμένα ή σάν ήδη έξαφανιαμέναι, αύτό πού βρίσκεται στό γίγνεσθα ι του ή στήν έξσφάνισή του» Π ράγμα πού πάει νά πή πώς &ν βρισκόσαστε στήν άνάγκη νά έξηγήσετε τή γέννεση ένός κράτους, θά φ ανταζόζαστε άπλούστατα μιά μικροσκοπική ό ρ γά νωση κράτους πού μεταβάλλοντας λίγο · λίγο τίς δ ιαστάσεις της, θάκανε έπί τέλους αισθητή στούς
129
«Ανθρώπους» τήν Οπαρξή του. Τό ίδιο κι’ &ν σάς χρειαζόντανε νά έξηγήσετε τήν έξαφΑνιση τών πρω ταρχικών σχέσεων τοΟ γένους (clan), θά κάνατε τό κόπο νά ψ ανια στήτε μιά μικροσκοπική Ανυπαρξία αυτώ ν τών σχέσεω ν—καί θά τελείωνε ή υπόθεση. Ε νν ο ε ίτα ι πώς μέ τέτοιες μέθοδες σκέψης δέν θά μποροΟοε κάνεις νά προχωρήσει στίς έπιστήμες. Τδ ξεκαθάρισμα τής θεωρίας τής έξέλιξης Από τέτοιους παραλογισμούς, είνε ή μεγαλύτερη Αξία τοΟ Χέγγελ. ΤΙ ένδιαφέρουν δμως τόν κ. ΤιχομΙρωφ δ Χ έγγελ καί ή Αξία τόυ I ΕΙπώθηκε μιΛ γιΑ πΑντα πώ ς οί δυτικές θεωρίες δέν μπορούν νΑ έφαρμο- στοΟν σέ μΑς.
Στό πείσμα τής γνώμης τοΟ Ανθρώπου μας γιά τΙς βίαιες Ανατροπές καί τίς πολιτικές καταστροφές 0ά ποΟμε μέ βεβαιότητα δτι στή σημερινή έποχή, ή Ιστορία παρουσιάζει στίς προδεμένες χώρες μιάν έξαιρετικής σπουδαιότητας άνατροπή πού είνα ι β ά σιμο νά συμπεράνουμε πώς θά γίνει μέ τή βία. θ ά σ υνίσταται στή μεταβολή τοΟ τρόπου διανομής τών προϊόντων. Ή οίκονομική έξέλιξη δημιούργησε κολοσσια ίες παραγω γικές δυνάμεις πού γιά νά μποΟν σέ κίνηση, χρειάζονται μιάν ώρισμένη όργάνωση της παραγω γής. ΟΙ δυνάμεις αύτές δέν μποροΟν νά βροΟν τήν έψαρμογή ϊους παρά μέσα σέ μεγάλες βιομηχανικές έγκαταστάσεις πού νά βασίζονται στήν όμαδική έργασία καί σχήν κοινωνική παραγω γή .
Ή Ατομική δμως οίκβιοηοίηση τών προϊόντων πού Ελκει τήν κα ταγω γή της Από όλόχελα δ ια φ ορετικούς οίκονομικούς δρους μιάς έποχής δπου κυριαρχούσε ή μικρή βιομηχανία καί ή μικρή Αγροτική έκμετΑλλευση, βρίσκονται σέ χτυπητή Αντίφαση μέ τόν κοινωνικό αύτόν τρόπο η α 0α)Ό»νή[(·ΧΑρη σ' αύ- τόν τόν τρόπο οίκειοποίησης, τΑ προϊόντα πού δη- μιουργήθηκαν Από τήν κοινωνική έργασία τών έρ- γα τώ ν γίνονται Ατομική Ιδιοχτησία τών έπιχειρημα-
130
τιών. Ή έσώτερη αύτή οίκονομική άντίφαση καθορίζει βλες τΙς άλλες κοινωνικές καί πολιτικές Αντιφάσεις πού ύπάρχουν στούς κόλπους τής σημερινής κοινωνίας. Καί όξύνεται όλοένα καί πιό πολύ. CX Επιχειρηματίες δέν μποροΟν νά παραιτηθούν άπό τή κοινωνική όργάνωση τής παραγω γής, γιατί είνα ι ή πηγή τού πλούτου τους. ’Αντίθετα, ό συναγω νισμός τούς Αναγκάζει νά έπεχτεΐνουν αύτή τήν όργάνω ση καί σέ άλλους κλάδους τής βιομηχανίας δπου δέν ύπάρχει άκόμα. ΟΙ μεγάλες βιομηχανικές έπιχειρήσεις έξαφανίζουν τούς μικροπαραγω γούς κα ί καθορίζουν Ετσι τήν άριθμητική, κατά συνέπεια καί τή δυναμική άνάπτυξη τής έργατικής τάξης, 'Η μοιραία λύση πλησιάζει. Γιά νά Εξαλείψουν τήν άντίφαση άνάμεσα στόν τρόπο πα ραγω γή ς τών προϊόντων *αΙ τόν τρόπο διανομής τους—βλαβερή γιά τούς έργάτες άντίφαση—πρέπει οΐ έργάτες νά καταλάβουν τήν πολιτική έξουσία πού βρίσκεται σήμερα στά χέρια τής μπουρζουαζίας. Ά ν σάς άρέ- σει, μπορεϊτε νά πήτε δτι οί έργάτες ^πρέπει νά κάνουν «μιά πολιτική καταστροφή*. Ή οίκονομική έξέλιξη όδηγεΐ άναγκαστικά στήν πολιτική έπανά- ■ατααη καί ή πολιτική αύτή έπανάσταση θά γίνει μέ τή σειρά της τιηγή σπουδαίων άλλα γώ ν στό οίκονο· μικό καθεστώς τής κοινωνίας. Ό τρόπος παβαγωγί/ς παίρνει άργά καί βαθμ ιαία κοινωνικό χαραχτήρα. "Η μεταβολή τοΟ τρόπου παραγω γής θά είνα ι τό άποτέλεσμα μιάς άνατροπής πού θά γίνει μέ τή βία. Έ τσ ι ξειυλίγετα ι ή Ιστορική κίνηση, δχι μόνο «έ μάς άλλά καί στή Δύση. Γιά τήν κοινωνική ζωή αύτής τής Δύσης, ό κ. Τιχομίρωφ δέν Εχει καμμιά «άντίληψη» μ’ δλο πού άσχολεΐτα ι μέ τήν «έξέταση τοΟ δυνατοΟ γαλλικού πολιτισμού».
Βίαιες άνατροπές, «ποτάμια αίμα» τσεκούρια και κρεμάλες, μπαρούτι καί δυναμίτης, αύτά είνα ι «θλιβερά φαινόμενα». ΤΙ νά, κάνουμε δμως άφοΟ
131
132
είνα ι άναπόφευχτα ; Κάθε φορά πού μιά καινούργια κοινωνία έρχόνια νε στό κόσμο, ή βία Επαιζε πά ντα τό ρόλο τής ξεγεννήτρας. “Ετσι μιλοΟσε ό Μ άρξ καί δέν ήταν ό μόνος πού σκεψτόντανε μ’ αύτό τόν τρόπο. Ό Ιστορικός Slosser ε ίχε πειστεί πώ ς μόνο μέ τή «φωτιά κα( μέ τό σίδερο» γίνονται οί μ εγάλες άνατροπές στά πεπρωμένα τής άνθρωπότητσς (*).
Ά π ό πού Ερχεται ή θλιβερή αύχή άναγκαιότητα; ΠιανοΟ τό λά θο ς;
Ή δύναμη λοιπόν τής άλήθειας Δέν μπορεΐ νά τά ψτάσει 6λα σ’ αύτή τή γή ; “Ο χι, γ ιά τήν ώρα δχι άκόμα 8λα ! Κι ό λόγος
βρίσκεται στή διαφορά πού ύπάρχει άνάμεσα στά συμφέροντα τών διαφόρων τάξεων τής κοινωνίας.
(*)Ό Slosser είχε προετοιμαστεί άπό τή β ίθειά του γνώση τής Ιστορίας νά δεχθεί άκόμα καί τις παληές άντιλήψεις τοΟ Cuvier. Νά τΐ λέει γιά τά μεταρρυθμιστικά σχέδια το& Tnrgot πού καί τώρα άκόμα προκαλοΰν τή συμπάθεια τών φιλισιαίων: ·Τ& σχέδια αύ ιά άποτελοΟσαν 8λα τά ούσιώ· δη πλεονεχτήματα πού άπόχτησε άργότερα ή Γαλλία μέσο τής Επανάστασης. Τά πλεονεχτήματα αύ ιά μονάχα μέ τήν έπανάοταση μποροΟσαν νά έπιτευχθοΟν, γιατί τό υπουργείο T urgot φανέρωσε, άπό τά άποτελέσματα πού λογάριαζε, ϊνα πνεΟμα βπου ή φιλοσοφία καί ή αύταπάτη κρατούσαν πολύ μεγάλη θέση : σέ πεϊσμα,τής πείρας καί τής Ιστορίας, ίλπιζε μόνο μέ τά διατάγματά του ν' άλλάξει τήν κοινωνική όργά- νωοη πού είχε σχηματιστεί κατά τή διάρκεια αΙώνων κοί διατηρούντανε μέ γερούς δεσμούς. 01 ριζικές μεταρρυθμίσεις, τόσο στή φύση όσο καί στήν Ιστορία δέν είναι δυνατές κροτοΰ, αύτό πού ύπάρχει, έκμηδενιστεΐ μέ τή φωτιά, τό σίδερο καί τή καταστροφή».
(’Ιστορία τοΟ ΧΥ1ΙΙ αΐώτα, 2η Εκδο2η, Ά γ ια Πετρούπολη 1868. χ. III, ο. 361). ΤΙ τρομερός φαντασιοκόπος αύτός 4 γερμανός σοφός! θά πει ό κ. ΤιχομΙρωφ.
Γιά τή μιά τάξη βίναι χρήσιμο καί Α παραίτητο μάλιστα, νά άνανεώσει κατά κάποιον τρόπο τή διάρθρωση τών κοινωνικών σχέσεων. Γιά τήν άλλη είνα ι χρήσιμο καί μάλιστα άπαρα ίιη το ν’ ά ντιταχθεΐ σέ μιά τέτοια άνανέωση.Στούς μέν υπόσχεται λεφτεριά και ευτυχία, στούς δέ, προλέγει τή κατάλυση τής προνομιακής θέσης τους καί μάλιστα τήν κατάργηση τους σάν προνομιούχας τάξης. Καί πιά είνα ι ή τά ξη πού δέν μάχεται γιά τήν δπαρξή της, πού δέν Εχει τό Ενστιχτο τής αύτοσυντήρησης; Τό ώφέλιμο γ ιά μιά δοσμένη τάξη κοινωνικό σύστημα, φαίνεται σ ’ αύτή τήν τάξη δχι μονάχα δίκαιο, μά καί σάν τό μόνο δυνατό. Ή τάξη αύ ιή Εχει τή γνώμη δτι κάθε προσπάθεια καθεστωτικής άλλαγής σημαίνει κ α τα στροφή τών θεμελίων κάθε άνθρώπινης κοινότητας. Νομίζει πώς Εχει κληθεί νά ύπερασπίσει αύτά τά θεμέλια, άκόμα καί μέ τή δύναμη τών δπλων. Ά π ό δώ τά «ποτάμια αίμα*, άπό δώ ή πάλη καί οί β ια ιό ιητες.
’Εξάλλου δταν σκέψτουνται οί σοσιαλιστές τήν κοινωνική άνατροπή πού Ερχεται, μπορούν νά πα- ρηγορηθοΟν μέ τήν Ιδέα πώς δσο περισσότερο δ ια δοθούν οΐ «άνατρεπτικές» τους θεωρίες, δσο περισσότερο θά άναπτυχθεΐ, θά όργανω θεϊ καί θά πει- θαρχηθεΐ ή έργατική τάξη, τόσο λιγώτερα θύματα θά χρειαστεί ή άναπόψευχτη «καταστροφή».
Ταυτόχρονα ό θρίαμβος τοΟ προλεταριάτου πού θά βάλλει τέλος στήν έκμετάλλευση άνθρώπου άπό άνθρωπο καί κατά συνέπεια καί στό χωρισμό τής κοινωνίας σέ τάξη έκμεταλλεύτρια καί σέ τάξη έκ- μεταλλευόμενη, θά κάνει τούς έμφύλιους πολέμους, δχι μονάχα άχρηστους μά καί έντελώς άδύνατους. Τότε ή Ανθρωπότητα θά προωδεύει μέ μόνη «τή δύναμη τής άλήθειας» καί δέν θάχει πιά Ανάγκη τό έπιχείρημα τών δπλω ν.
133
ΔΙΑΛΕΧΤΙΚΗ ΚΑΙ ΛΟΓΙΚΗ
Ή φιλοσοφία τοΟ Μάρξ καί τοΟ 'Ε νγκελς δέν ε ίνα ι μόνο μιά ύλιστική φιλοσοφία, είνα ι Λιαλβχτι- Μ0ς ύλισμός. "Ομως όρθώνονται έναντίον αύτής τής διδασκαλίας, λέγοντας κατά πρώτο πώς α ύ τή καθαυτή ή διαλεχτική δέν άντέχει στήν κριτική καί δεύτερο, δτι κυρίως ό ύλισμός είνα ι Ασυμβίβαστος μέ τή διαλεχτική. "Ας έζετάσουμε αύτές τις Αντιρ- ρήσεις.
"Ισως θυμηθή ό Αναγνώστης πώς έξηγοΟσε 6 κ. Μ περνσιά 'ίν, Από τή βλαβερή έπίδραση τής δια- λεχτικής, αύτό πού ΑποκαλοΟσε «σφάλματα» τοΟ ΜΑρξ καί τοΟ "Ενγκελς. Ή συνηθισμένη λογική στηρίζεται στό τύ πο : «ναί ναί καί δχι-δχι» ένώ διαλεχτική τοΟ δίνει μιΑ έκ διαμέτρου ΑντΙθβτη μορφή: «ναί καί δχι, καί 6χι καί ναί». ’Α ντιπαθώ ντας τό δεύτερο α ύ ιό τύπο ό ΜπερνστΑ'ίν, ύποστήριζε πώς μπορεϊ νΑ όδηγήσει στούς πιό έπικίνδυνους πειρασμούς και στΑ πιό έπικίνδυνα λάθη. Καί είνα ι π ιθανό ή τεράστια πλειονότητα άπ* αύτούς πού λέγοντα ι μορφωμένοι άναγνώ στες νά ήταν σύμφωνοι μαζί του, γ ιατί ό τύπος «ναί καί δχι, δχι καί ναί», φαίνεται σά νΑρχεται σέ χτυπητή Αντίφαση μέ τούς βασικούς καί ΑμετΑβλητους νόμους τής νόησης. ’Ακριβώς αύτή τήν πλευρΑ τοΟ ζητήματος πρέπει νά έξετΑσουμε έδώ.
ΟΙ «βασικοί νόμοι τής νόησης» είνα ι τρεις τόν Αριθμό: Ιο ό νόμος τής ταυτότητας, 2ο ό νόμος τής Αντίδρασης, 3ο ό νόμος τοΟ Αποκλεισμού τοΟ τρίτου.
Ό νόμος τής ταυτότητας ( P r j n c i p i u m i d e,ji t i t a t i s ) λέει : Α ε ΐ ια ι A ( o m n e s u b j e c t u r a e s t p r a e d i c a t u m s u i ) , ή A = A .
Ό νόμος τής άντίφαοης : Α δέν ε ίνα ι Β, δέν εΐ-
134
ναι παρά ή άρνητική μορφή τοΟ πρώτου νόμου.Κατά τό νόμο τοΟ Αποκλεισμού τ ·# τρίτον
( P r i n c i p i u m e x c l u s i t e r t i i ) , δυό προτάσεις άντίθετες πού άποκλείουν ή μιά τήν ά λ λη, δέν μποροΟν νάναι κι οΐ δυό άληθινές. Π ραγματικά fj Α είναι Β, ή Α δέν εΤναι Β· άν ή μιά άπό τις δυό αύτές κρίσεις είνα ι σωστή, προκύπτει ά π ’ αύτό άναγκαστικά ότι ή άλλη εΐνα ι λαθεμένη καί άνιίστροφα. Δέν ύπάρχει έδώ μέσος δρος κι οΟτε μπορεΐ νά υπάρξει.
‘Ο Uberweg παρατηρεί δτι ό νόμος τής άντίψα- σης κι αύτός ιοΟ άποκλεισμοΟ τοΟ τρίτου μποροΟν νά συνενωθοΟνε στόν άκόλουθο λογικό κ α ν ό ν α ; Γιά κάΦβ έντελώς καθορισμένη έρώτηση — κ α ί π ο ύ τήν καταλαβαίνουμε μέ τό νόημά της— γιά τό &ν Ανήκει μιά δοσμένη Ιδιότητα ατό δοσμένο Αντικείμενο, π ρέπει ν Απαντήσουμε ναΐ δχι, καί δ χ ι : ναΐ καί δχι.
ΕΤναι δύσκολο ν ' άντιτάξουν δτιδήίίοτε σ’ αυτόν τόν κανόνα. Ά ν δμως είνα ι σωστός, τότε ό τύπος «ναι καί δχι, καί δχι καί ναΐ» εΐνα ι ψεύτικος. Δέν μάς μένει λοιπόν παρά νά γελάσουμε μ* αύτόν, βπως ό κ. Μ περνστάϊν, καί νά σηκώσουμε τά χέρια στόν ούρανό βλέποντας πώς τόσο βαθειοί στοχαστές δπως ό Η ρά κλειτος, ό Χέγγελ καί ό Μάρξ μπόρεσαν νά τόν βροΟν πιό Ικανοποιητικό άπό τόν τύπο «ναι καί ναί, καί δχι καί δχι», τύπο πού στηρίζεται γερά στούς τρεις βασικούς νόμους τής νόησης.
Τό μοιραίο αύτό γιά τή διαλεχτική συμπέρασμα φαίνεται άδιάσειστο. Πριν δμως τό δεχτούμε δ ς έξετάσουμε τό πράμα άπό πιό κ ο ν τά .‘Η βάση δλων τών φαινομένων τής φύσης άποτελεΐται άπό τή κίνηση τής Ολης. Ά λ λ ά τι εΐνα ι κίνηση ; Ε ΐνα ι μιά φανερή άντίφαση. "Αν σάς ρωτήσουν άν Ενα κινούμενο σώμα βρίσκεται στή δοσμένη στιγμή σ ’ αύτή τή θέση, δέν θά μπορέσετε μ’ δλη σας τήν καλή θέ
135
ληση νά άπαντήσετε σύμφωνα μέ τόν κανόνα τοΟ Uberwegf, δηλαδή σύμφωνα μέ τό τύπο : «ναί καί ναΙ καί δχι καί δ χ ι» .Έ ν α κινούμενο σώμα βρίσΗβται σέ μιά δοσμένη θέση καί ταυτόχρονα S iv βρίσΗβται 0* αύιή . Δέν μπορούμε νά τά κρίνουμε δλλοιώ ς πα ρά σύμφωνα μέ τόν τύπο : «νσί καί δχι καί δχι καί να(*. Τό σώμα σ ύ ιό πα ρουσιάζεται λοιπόν σάν άδιάσειστη άπόδειξη ύπέρ τής * λογικής τής Αντίφασης» καί δποιος δέν θέλει νά πάρει τό μέρος αύ τής τής λογικής πρέπει νά διακηρύξει μαζί μέ τό Ζήνωνα βτι ή κίνηση δέν εΤναι παρά άπάτη τών αίσθήσεων.
θ ά ρωτήσουμε δμως βλους βσους δέν άρνιοΟν- ται τήν κίνηση: ΤΙ πρέπει νά σκεφτοΟμε γιά τόν «θεμελιώδη αύτό νόμο* τής νόησης πού άντιφάσκει στό θεμελιώδες γεγονός τοΰ είναι ; Δέν πρέπει νά τόν έξετάσουμε μέ κάποια προσ οχή ;
θ ά βρεθούμε τότε μπροστά στό άκόλουθο δ ίλημμα : ή νά δεχτοΟμε τούς θεμελιώδεις νόμους τής τυπικής λογικής καί ν ’ άρνηθοΟμε τή κίνηση, ή άντί- θετα νά δεχτούμε τήν κίνηση καί ν ’ άρνηθοΟμε τούς νόμους. Τό δίλημμα αύτό εΤναι τό λιγώτερο δυσάρεστο. Ά ς δοΟμε τώρα δν ύπάρχει τρόπος νά τό άποφύγουμε.
Ή κίνηση τής Ολης είνα ι στή βάση δλων τών φαινομένων τής φύσης. 'Η κίνηση είναι Αντίφαση. Πρέπει νά τήν κρίνουμε διαλεχτικά. δηλ.δπως θάλε- γε ό Μ περνσιά ίν, σύμφωνα μέ τό τύπο : «ναι καί βχι, καί δχι καί ναΙ». Γιαυτό, 6σο θά γίνεται λόγος γιά τή βάση αύτή δλων τών φα; νομένων, πρέπει νά παραδεχτούμε πώς θά βρισκόμαστε στήν περιοχή τής «λογικής τής άνιίφασης». Ά λ λ ά τά μόρια τής κινούμενης Ολης συνενούμενα τόνα μέ τάλλο, σχηματίζουν ώρισμένες ένώσεις, τά πρά γμ ατα , τά άντι- κείμενα.Οί τέτοιες ένώσεις διακρίνονται άπό μιά μεγαλύτερη ή μικρότερη στερεότητα, ύπάρχουν περισ
136
σότερο ή λιγώτερο καιρό. Καί Επειτα έμφανίζονται γ ιά νά άντικατασταθόΟ ν άπό δλ λες : μονάχα ή κίνηση τής Ολης είνα ι άΐώνια , κι ή ϊδ ια ή Ολη Αφθαρτη ούσία. Ά λ λ ά μιά καί ώρισμένη ϊνω ση τής Ολης γεννήθηκε σάν άποχέλεσμα τής κίνησής της καί έφόσο δέν έξαφανίζεται σάν Αποτέλεσμα τής Τδιας αύτής κίνησης, τό ζήτημα τής Οπσρζής της εΤναι ΑνΑγκη νά λυ θ ίΐ κατά τρόπο θετικό. Γιαυτό άν μάς ρωτήσουν δείχνοντάς μας τήν Α φροδίτη : Αύτός ό πλανήτης ύπάρχει ; ΘΑ Απαντήσωμε Αδίσταχτα ναί. Ά ν μάς ρωτήσουν δμως δ ν ύπΛρχουν μάγισ- σες ΘΑ Απαντήσουμε βχι, τό ϊδιο ΑποφασιστικΑ. ΤΙ σημαίνει αύτό ; Αύτό σημαίνει πώς δταν γίνεται λόγος γιά ξεχωριστά Αντικείμενα, πρέπει στίς κρίσεις μας γι* σύτά ν’ άκολουθοΟμε τόν παραπάνω κανόνα τοΟ Uberwer^, καί νΑ προσαρμοζόμαστε γενικά στούς «θεμελιώδεις νόμους* τής νόησης. Σέ τούτη δώ τήν περιοχή βασιλεύει ό εύχάριστος στά κ. Μ περνστάϊν τύπος :■ «ναί καί ναί, καί δχι καί δχι».
Ά λ λ ω σ τε καί δώ άκόμα ή έ ίουσ ία τοΟ Αξιοσέ- βαστου αύτοΟ τύπου δέν είναι άπεριόριστη. Στήν έρώτηση σχετικά μέ τήν πραγματικότητα ένός Αντικείμενου πού ήδη ύαάρχβι, πρέπει ν’ άπαντοΟμε θετικά. Ά λ λ ά δταν Ενα Αντικείμενο βρίσκεται στό δρόμο τής έμφάνιοής τον, μποροΟμε καμμιά φορά δικαιολογημένα νά διστάζουμε ν’ Απαντήσουμε. "Οταν τό μισό κεφάλι ένός Ανθρώπου είναι χωρίς μαλλιά λ έμ ε :2 χε ι ώραία φαλάκρα. Προσπαθήστε δμως νά καθορίσετε π ιά ν άκριβώς στιγμή τό πέσιμο τών μαλλιών κάνει τή φαλάκρα I
Σέ κάθε καθωρισμένη έρώτηση γ ιά τό δν μιά ώρισμένη Ιδιότητα άνήκει σ ' Ενα ώρισμένο Αντικείμενο, πρέπει ν ’ ΑπαντοΟμε 1) μέ τό ναί, 1} μέ Ti βχι. Σ ’ αύτό δέν χωρΑει καμμιά άμφιβολία. Ά λ λ ά πώς θέλετε νά άπαντήσουμε, δταν ίνα άντικείμενο μ«τα-
137
βάλλεται, δταν ηάει νά χάσει πιά μιάν δοσμένη Ιδιότητα, ή δταν βρίσκεται μόνο στό σημείο νά τήν Λ- α ο χ τή σ ε ι; ΕΤναι αύτονόητο πώς μιά καθορισμένη Απάντηση χρειάζεται έπίσης καί σ’ αύτή τήν περίπτωση. Ά κριβώ ς δμως αύτή τήν άπάντηση δέν θά μπορέσουμε νά τή καθορίσουμε παρά μόνο άν τήν καταλάβουμε σύμφωνα μέ τό τύπο : <val καί δχι, ftal δχι καί ναι», ένώ μέ τόν τύπο τοΟ Uberwerg : «ή ναί. ή δχι», ΘΑ μάς εΤναι άδύνα ιο ν’ άπαντήσουμε.
Μπορεΐ ν’ άντιτείνει βέβαια κανένας, πώς ή Ιδιότητα πού αάει νά χάσει τό Αντικείμενο, δέν Επαψε άκόμα νά ύπάρχει καί πώς αύτή η ον ηάε ι ν Αηο- χτήοει ύπάρχει ήδη καί πώς κατά συνέπεια ή ά π ά ντηση πού στηρίζεται στό τύπο : «ναΙ ή δχι» είναι δυνατή καί ύποχρεωτική κι δταν άκόμα τό Αντικείμε- νό μας βρίσκεται σέ κατάσταση μεταβολής,δμως αύτό δέν είνα ι σωστό. Ό Εφηβος πού πάνω στό πηγούνι του Αρχίζει νά βγάνει «χνοΟδι»,Αναμφισβήτητα άπο- χτάει πιά γένια- δμως αύτό δέν μάς δίνει άκόμα τό δικαίωμα νά τόν ποΟμε γενειοφόρο. Τό χνοΟδι στό πηγούνι δέν εΤναι γένια , fly χα ΐ μεταβάλλεται λίγο-λίγο ok γένια. Γιά νά γίνει ή μεταβολή ποιοτική πρέπει νά φτάσει σέ ώρισμένο ηοσοτικό δριο’ •πο ιος τό ξεχνάει αύτό, αύτός Τσα-ΐσα χάνει τή δ υ νατότητα νά έκφράσει μιά καθορισμένη κρίση πάνω στίς Ιδιότητες τών άντικίιμένων.
«„Ολα κυλάνε, δλα Αλλάζουνε», λέει 6 άρχα ϊος στοχαστής τής ’Εφέσου. Οί ένώσεις, πού τις όνομά- ζουμε Αντικείμενα, βρίσκονται σέ κατάσταση διαρ- κοϋς μεταβολής περισσότερο ή λιγώτερο γοργής. Στό μέτρο πού ώρισμένες ένώσεις μένουνε Λρισμέ- νες, όψείλουμε νά τίς κρίνουμε σύμφωνα μέ τό τύπο : «ναί καί ναΙ, μαΐ δχι καί δχι». Στό μέτρο δμως πού μεταβάλλονται καί παύουν νά ύπάρχουν σάν τέτοιες, είμαστε ύποχρεωμένοι νά κάνουμε Εκκληση στή λογική τής Αντίφασης : πρέπει νά ποΟμε—μέ
138
κίνδυνο νά προκαλέσουμε χή δυσαρέσκεια τών κ. κ. Μ περνστάίν, Ν. Γ. καί όλόκληρης τής Αδελφότητας τών μεταφυσικών— «ναΐ καί δ χ ι : ύαάρχουν καί dkr ύπάρχουν».
"Οπως ή Αδράνεια είναι μιά ξεχωριστή περίπτωση τής κίνησης, irai καί ή σύμφωνη μέ τούς κανόνες τής τυπ ικής λογικής νόηση (σύμφωνα μέ τούς * θεμελιώ δεις νόμους» τής νόησης) εΐναι μιά ξεχωριστή π ε ρ ίπ τω ση τής διαλεχτικής νόησης.
Λ έγανε γιά τόν ΚρατΟλο, Εναν άπό τούς μαθητές τοΟ Πλάτωνα, δτι δέν ήταν σύμφωνος ουτε καί μέ τόν Η ρά κλειτο άκόμα, πού ε ίχε π ε ι : «Δέν μποροΟ· με νά περάσουμε δυό φορές τό Τδιο ποτάμι». Ό ΚρατΟλος ύποστήριζε πώς δέν μποροΟμε νά τό κάνουμε οΟτε μιά φορά : ώς πού νά τό περάσουμε τό ποτάμι άλλάζει, γίνεται άλλο. Σέ παρόμοιες κρίσεις, τό στοιχείο πού άποτελεΐ, νά ποΟμε, τό παρόν εΐναι, έξαλείφεται άπό τό στοιχείο τοΟ γίγνεσθαι. Αύτό σημαίνει πώς κακοαεταχ£ΐρ(ζεσαι τή διαλεχτική καί δχι δτι τήν έφαρμόζεις σωστά. ‘Ο Χ έγγελ πα ρατηρεί : D a s E t w a s i s t d i e e r s t e N e - g a t i e n d e r N e g a t i o n (Τό κάθε τι είνα ι ή πρώτη άρνηση τής άρνησης).
Έ κεΐνοι άπό τούς κριτικούς μας πού δέν άγνοοΟν όλότελα τή φιλοσοφική φ ιλολογία προτιμοΟν νά ά- ναφέρονιαι στό Τρεντέλεμπουργκ πού τά χα τες άνα- σκεύασε όλα τά εύνοΐκά γιά τή διαλεχτική έπιχει· ρήματα. Ά λ λ ά ο( κύριοι αύτοί δπως φαίνεται, πολύ κακά διάβασαν &ν διάβασαν έννοεΐται τόν Τρεντέ- λεμπουργκ. Ξ έχασαν όλότελα—δ ν βέβαια τό γνω ρίσανε ποτέ, πρά γμα γιά τό όποιο δέν είμαι καθόλου βέβαιος—αύτό έδώ τό πραγματάκι. Ό Τρεντέ· λεμπουργκ πα ραδέχονταν δτι ό νόμος τής άντίφα- σης εΤναι Εφαρμόσιμος, δχι στή κίνηση , dAld μόνο στά Αντικείμενα πού παράγονTat ά π ’ αύΧή. Κι αύτό εΤναι σωστό. Ά λ λ ά ή κίνηση δέν δημιουργεί μόνο
139
τά Αντικείμενα. "Οπως τό Εχουμε ήδη πεΤ, χΑ μεταβάλλει συνεχώς. Καί γ ι ' αύτόν Ακριβώς τό λόγο ή λογική τής κίνησης («λογική τής άντίφαοης») δέν χάνει ποτέ τά δικαιώματά της πάνω στά δημιουργημέ- να άπό τή κίνηση άντικείμενα.Γ ιαυτό λοιπόν καί μεΐς δείχνοντας δλο τό σεβασμό πού χρειάζετα ι στούς «θεμελιώδεις νόμους» τής τυπικής λογικής, δέν πρέπει νά ξεχνάμε πώς οί νόμοι αύτοΐ Ισχύουν μόνο μέσα σέ ώρισμένα δρισ, στό μέτρο πού δέν μάς έμποδίζουν νά άφήνουμε τόπο κ α ΐσ τή διαλεχτίκή.Νά πώς πα ρουσιάζεται στήν πραγματικότητα ό νόμος κατά τόνΤρεντέλεμπουργκ πα ρ’δλο πού δέν Εβγαλε δλα τά συμπεράσματα καί πού άπορρέουν άπό τήν άρχή πού διατύπωσε ό ίδιος, άρχή έξαιρετιπά σπουδαία γιά τή Φεωβία τής γνώσης.
Προσθέτουμε έδώ περαστικά, δ ιι ot L ο g i s · e h e U n t e r s u c h u n g e n (μελέτες λογικής) τοΟ Τρεντέλεμπουργκ περιέχουνε πολυάριθμες όρθό- τ α ιε ς παρατηρήσεις, πού δέν εΐνα ι ένσντίον μας, άλλά ύπέρ μας. Αύτό Τσως φανεί παράξενο, δμως ά πλούσ τατα έξηγιέται άπό τό έξίσου πολύ άπλό γεγονός δτι ό Τρεντέλεμπουργκ καταπολεμούσε, νά ποΟμε τήν άλήθεια, τήν Ιδεαλιστική διαλεχτική.'Ε τσι βλέπει τό έλάττω μα τής διαλεχτικής σ ιό δτι ύπο- στηρίζει μιά συνυφασμένη καί προσιτή στήν καθαρή Ιδέα κίνηση πού ε ΐνα ι ταυτόχρονα αύτοδημιούργη- μα τοΟ εΐναι (bekauptet eine Selbstbewegung des reinen gedankens, die zttgleih die Selbsterzeugung des Seins ist). Αύτό εΐνα ι πραγματικά μεγάλο λά θος. Ποιός δμως καταλαβαίνει δτι τό έλάττω μα α ύ τό εΐναι γνώρισμα άποκλειότικά καί μόνο τής ίδεα· λτστικής διαλεχτικής ; Ποιός λοιπόν δέν ξαίρει πώς δτα ν ό Μάρξ θέλησε νά στήσει τή διαλεχτική «στά πόδια της», άρχισε μέ τή διόρθωση αύτοΟ τοΟ πρω ταρχικού σφάλματος πού όφείλονταν στήν παληά Ιδεαλιστική της βάση ; ’Ακόμα Ενα παράδειγμα. ‘Ο
140
Τρεντέλεμπουργκ λέει βτι πραγματικά ή κίνηση στό Χ έγγελ είνα ι ή βάση τής λογικής του πού γ ιά νά σταθεί, φαίνεται σάν νά μή χρειάζονταν καμμιά ύπό- θεση. Κι α ύ ιό ε ίνα ι όλόσωστο άλλά κι αύτό είνα ι ξανά Ενα έπιχείρημα ύπέρ τής ύΛισηΜής διαλεχτι- κής. Νά τώρα Ενμ τρίτο παράδειγμα πού είνα ι καί τό πιό Ενδιαφέρον. Κατά τόν Τρεντέλεμπουργκ ά δ ικα νομίζουν, πώς στόν Χ έγγελ ή φύση εΤναι μονάχα έψαρμοσμένη λογική.
Ά κριβώ ς τό άν τίθετο : ή λογική τοΟ Χ έγγελ δέν εΤναι καθόλου δημιούργημα τής καθαρής Ιδέας* είναι τό προϊόν μιάς προκαταβολικής άφαίρεσης τής φύσης (eine anticipe Abstraction der Natur). Στή διαλεχτική τοΟ Χ έγγελ τό πάν σχεδόν άντλήθηκε άπό τή πείρα , κι’ άν ή πείρα άφαίρεσε άπό τή δια- λεχτική δτι τής εΐχε δανήσει, τότε ή διαλεχτική θά- πρεπε νά τής πάρη τό δισσάκι. Αύτό ε ίνα ι όλάτελα σωστό I Αύτό δμως άκριβώς λέγανε καί οί μαθητές τοΟ Χ έγγελ πού έξεγερθήΚανε ένάντια στόν Ιδεαλισμό τοΟ δασκάλου ιους καί πέρασαν στό στρατόπεδο τοΟ ύλιομοΟ.
θ ά μπορούσα νά άναφέρω άκόμα κι’ άλλα τέτοια πα ραδείγματα , άλλ* αύτό θά μέ άπομάκρ^νε άιχό τό θέμα μου. θέλη σ α μόνο νά δείξο στούς κριτικούς μας, δτι στήν πάλη τους έναντίον μας θάκα· ναν καλύτερα νά μήν έπικαλοΟνται τόν Τρεντέλεμπουργκ.
"Ας προχωρήσουμε. Ε ίπα δτι ή κίνηση είνα ι άν- τίφαση στή δράση καί πώς γ ι ’ αύτό οί «θεμελιώδεις νόμοι» τής τυπικής λογικής δέν μπορούν νά έφαρ- μοστοΟ ν στήν κίνηση. Γιά νά μή δώσει ή θέση αύτή λαβή γιά παρεξηγήσεις πρέπει νά άκριβολογήσου- με. "Ο ταν Εχουμε νά κάνουμε μέ τό πέρασμα ένός είδους κίνησης σ ’ Ενα ά λ λο —άς ποΟμε μέ τό πέρασμα τής μηχανικής κίνηοης στή θερμότητα— πρέπει έπίσης καί σ’αύτή τήν περίπτωση «'ά άπαντοΟμ*
141
σύμφωνα μέ τό θεμελιώδη κανόνα τοΟ Ubewerg. Αύτό τό είδος κίνησης είνα ι If θερμότητα if μ ηχανική κίνηση ή... καί Επεται συνέχεια. Αύτό είνα ι φανερό. Ά λ λ ά βν εΤναι Ετσι τότε οί θεμελιώδεις νόμοι τής τυπικής λογικής σ ' ώρισμένα δρια μποροΟν έηίαης νά έφαρμοσχοϋν καί στή κίνηση. Κι* ά π ’ αύτό βγαίνει άκόμα μιά φορά τό συμπέρασμα δτι ή δια· λεχτική δέν κ α ταργεί τή τυπική λογική, ά λλά άψαι- ρεΐ μόνο άπό τούς νόμους της τήν άηόλνχη άξία πού τούς δίνουν οί μεταφυσικοί.
"Αν πρόσεξε ό άναγνώ στης δ ιι εΙπώθηκε πιό πάνω,εΟκολα θά καταλάβη πόση λίγη άξΙα Εχει αύτή ή Ιδέα πού τόσο συχνά ξαναγυρίζουν σ ’ αύτή, καί σύμφωνα μέ τήν όπο(α ή διαλεχτική ε ίνα ι άσυμβίβα- στη μέ χόν ύλισμό. *Η διαλεχτική μας άντίθετα Εχει γι& βάση χης τήν ύλιοχιπή Αντίληψη τής φύσης. Σ τηρίζεται σ ’ αύτή τή βάση καί θάπεφτε μόνο, άν άπό χαμμιά άναποδιά τής μοίρας Επεφτε ό Τδιος ό ύλι- σμός. Καί άντίστροφα, χωρίς τή διαλεχτική ή ύλι- στική θεωρία τής γνώσης, είνα ι λειψή, μονόπλευρη κι’ άκόμα περισσότερο Αδύνατη.
Στό Χ έγγελ , ή διαλεχτική συμπέφτει μέ τή μβχα- φνσική. Σέ μάς ή διαλεχτική στηρίζεται στή διδασκαλία τής φύσης.
Στό Χ έγγελ,—δημιουργός τής πραγματικότητας- γ ιά νά μεταχειριστούμε έδώ τήν Εκφραση αύτή τοΟ Μάρξ ήταν ή άπόλυτη ’Ιδέα. Γιά μ&ς ή άπόλυτη Ιδ έα δέν εΐναι παρά ή Αφαίρεση τής κίνησης πού κάνει δλες τις ένώσεις καί δλες τΙς καταστάσεις τής ϋλης,
Κατά τό Χέγκελ ή νόηση προχωρεί χάρης στήν άποκάλυψη καί τή λύση τών άντιφάσεω ν πού πε· ριέχονται στίς Ιδέες. Σύμφωνα μέ τήν ύλιστική μας διδασκαλία, οί άνπφ άσεις πού περιέχονται στίς Ιδέες δέν εΐναι παρά ή άντανάκλαση, ή μετάφραση στή γλώσσα χής νόησης τών άντιφάσεων πού βρίσκονται
142
μέσα στά φαινόμενα έξαιτίας τής Αντιφατικής φύσης τής κοινής τους βάσης, δηλ. τής π ίπ ισες .
Κατά τό Χέγγελ,ή πορεία τών πραγμάτω ν καθορίζεται άπό τήν πορεία τών Ιδεών, σύμφωνα μέ μθς ή χορεία χΛν Ιδεών έξηγείτα ι άπό τή ηορβία χΛν αραγμάτων, ή πορεία τής νόησης άπό τή πορεία τής ζωής.
*Ο ύλισμός «στήνει τή διαλεχτική στά πόδια της» κι’ Ετσι τής άφαιρεϊ τό μυστικιστικό πέπλο πο0· τανε σκεπασμένη στό Χ έγγελ. Ά λ λ ά Ετσι δείχνει άκόμα τόν έπαναστατιπό χαραχτήρα τής δ ιαλεχιι- κής.
«Μέ τή μυστικιστική της μορφή, λέει ό Μάρξ, ή διαλεχτική Εγινε γερμανική μόδα, γ ιατί φαινότανε σ&ν νά περιέβαλλε μέ φωτοοτέφανο τήν ύπάρχουσα κατάσταση πραγμάτω ν. Μέ τήν όρθολογιστική της μορφή ή διαλεχτική εΤναι στά μάτια τής μπουρζουαζία ς καί τών θεωρητικών, της έκπροσώπων σκάνδαλο καί φρίκη, γ ιατί πλά ι στή θετική κατανόηση αύτοΟ πού ύπάρχει, περικλείνει ταυτόχρονα τή κα τανόηση τής Αρνησης, τής ά ν αγκ α ΐας καταστροφής τής ύπάρχουσας κατάστασης πραγμάτω ν, γιατί άν- τιλαμβάνετα ι κάθε μορφή μέσα στή παλλίρροια τής κίνησης κατά συνέπεια καί μέ ΐή μεταβατική της δψη, γιατί δέν λυγίζει μπροστά σέ τίποτα καί γιατί είνα ι στήν ούσία της κριτική καί έπαναστατική» (*).
Τό δτι ή- ποτισμένη μέ άντιδραστικό πνεΟμα μπουρζουαζία πήρε άπό φόβο τήν ύλιστική διαλε· χτική, αύτό ε ίνα ι μέσα στή φύση τών πραγμάτω ν. Τό δ τι δμως τής γυρίζουν τις πλάτες Ανθρωποι ποΑ είλικρινά συμπαθοΟν τό έπαναστατικό κίνημα, εΤνε
143
(*) Κύττα τόν πρόλογο τής δεύτερης γερμανικής Εκδοσης τοΰ πρώτου τόμου τοΟ Κεφαλαίου.
όλωσδιόλου γελοίο καί έξαιρετικά θλιβερό : ΕΤναι ιό Λήρον Λωχον τοΟ παραλογισμοΟ.
ΕΤναι κι’ Ενα άλλο πρά γμ α άκόμα πού πρέπει νά προσέξουμε. Ξαίρουμε πιά δτι ό Uberweg εΤχε δίκηο—καί σέ ποιό βαθμό εΤχε δίκηο—δ ία ν ζητοΟσε λογική άπ° σύτούς πού σκέφτονται καί άκριβείς ά- παντήσεις σέ άκριβείς έρωτήσεις γ ιά τό <5ν Ανήκει αύτή ή ή άλλη Ιδιότητα σ ’ αύτό ή έκεϊνο τό άντι- κείμενο. Ά λ λ ά φαντασθήτε πώς Εχουμε νά κάνουμε μέ Ενα Αντικείμενο δχι άπλό μά πολύπλοκο, πού κατέχει in διαμέτρου ΛντΙ&ίτβς Ιδιόχητβς. ‘Η κρίση πού Απαιτεί ό Uberweg μπορεΐ νά έφαρμο- στεϊ σ ' Ενα τέτοιο Αντικείμενο ; "Ο χι, καί ό Τδιος ό Uberw eg—Αποφασιστικός άντίπα λος δσο καί όΤρεν- τέλεμπουργκ, τής Χεγκελιανής διαλεχτικής—βρίσκει πώς σ’αύτή τήν περίπτωση πρέπει νά κρίνουμε σύμφωνα μ’ Εναν άλλο κανόνα, σύμφωνα μέ τόν κανόνα πού πήρε στήν λογική τό δνομα «ρ r i a c i· p i u t n c o i n c i d e n t i a e e o p p o s i t o · i u m». Ά λ λ ά ή τεράστια πλειονότητα τών φαινομένων μέ τά όποϊα άσχολοΟνται οί φυσικές καί κοινωνιολογικές έπιστήμες άνήκουνε στήν κα τηγορία τών «Αντικειμένων» αύτοΟ τοΟ είδους. Τό πιό άπλό σφαιρίδιο πρω τοπλάσματος, ή ζωή μιάς κοινωνίας στόν κατώτερο βαθμό έξέλιξης, περιέχουνε έκ διαμέτρου, άντίθετες Ιδιότητες. ΕΤνε λοιπόν φανερό πώς πρέπει νά κρατήσουμε γιά τή διαλεχτι- κή μέθοδο μιά πλατειά θέση στής φυσικές έπιστή- μες καί τήν κοινωνιολογία. Κι* άπό τότε πού άρχη- σαν νά τό κάνουνε οΐ έπιστήμες αύτές, πρα γμ α τοποίησαν άληθινά τρομακτικές προόδους.
θέλε ις νά μάθης Αναγνώστη πώς κατάχτησε ή διαλεχτική τά δικαιώ ματά της στήν βιολογία, θ υ - θυμηθήτε τις συζητήσεις γιά τό βίδος πού ξεσήκωσε ή θεωρία τής έξέλιξης. Ό Ντάρβιν καί οί όπαδοί
144
του ύποστηρίξανε δτι τά διάφορα είδη μιάς καί της ίδ ιας οΙκογένειας ζώων ή φυτών, δέν ε ίνα ι παρά διαφοροποιημένοι άπόγονοι ένός καί τοΟ αότοΟ πρωταρχικοί) τύπου. Σ υνάμα κατά τή θεωρία τής έξέλιξης, δλα τά γένη μιάς, καί τής αύτής τάξης προέρχονται έπίσης άπό Εναν πρωτογενή τύπο κα ί τό ίδιο πρέπει νά ποΟμε γιά δλες τΙς τάξεις μ ιάς καί τής Τδιας όμοταξίας. Κατά τήν άντίθετη γνώμη τών άν- τιπάλων τοΟ Ντάρβιν, δλα τά ζω ικά ή φυτικά εϊδη εΤναι έντελώς άνεξάρτητα τό Ενα άπό τό άλλο καί μόνο τά άτομα πού άνήκουν σ ’ Ενα καί τό αύτό είδος προέρχονται άπό Εναν κοινό τύπο. Τήν ίδ ια άντίληψη γιά τό είδος εΐχε έκψράσει καί ό ΛινναΤος μ ' αύτά τά λόγια :«Ύ πάρχουν τόσα είδη, δσα δημιούργησε πρωταρχικά τό άνώτατο δν». Πρόκειται έδώ γιά μιά καθαρά μεταφυσική άντίληψη, γιατί ό μεταφυσικός άντικρύζει τά πράματα καί τΙς Ιδέες σάν «ξεχωριστά, άμετάβλητα, άλύγιστα, δοσμένα μιά γ ιά πά ντα άντικείμενα καί πού μπορούμε νά τά έξετάσουμε τό Ενα μετά τό δλλο καί άνεξάρτητα τό Ενά άπό τ ’ ά λ λο» (Ε ν γκ ελ ς) . Ό διαλεχτικός άντίθετα κα τά τόν Ε ν γ κ ε λ ς άντικρύζει τά πρά γμ ατα καί τΙς Ιδέες «στή συνάφειά τους, στό άλυσσίδιασμά τους, στήν κίνησή τους, στήν έμφάνιση κι έξαφάνισή τους». Καί ή άν- τίληψη αύτή Εκαμε τήν έμφάνισή της στή βιολογία άπό τήν έποχή τοΟ Ντάρβιν καί θά μείνει έκεΐ γιά πά ντα δποιες κι άν εΤναι ο( διορθώσεις πού θά φέρει στήν θεωρία τής έξέλιξης ή άνάπτυξη τής έπιστήμης.
Γιά νά καταλάβουμε τήν τεράστια σπουδαιότητα τής διαλεχτικής γ ιά τήν κ ο ιν ω ν ιο λ ο γ ία , φτάνει νά θυμηθούμε μέ ποιό τρόπο ό σ ο σ ια λ ισ μ ό ς έξελίχθη- κε ά π ό ο ύ το π ία σ έ έπ ισ τή μ η .
ΟΙ ούτοπιστές σοσιαλιστές στέκανε στήν άφηρη- μένη άποψη «τής άνθρώπινης φύσης» καί Εκριναν τά κοινωνικά φαινόμενα σύμφωνα μέ τόν τύπο : «ναί καί ναί, καί δχι καί δχι». 'Η ΙδιοχτησΙα ή άνταποκρίνε-
145
10
τα ι ή δ έν άνταποκρίνετα ι στήν άνθρώπινη φύση’ ή μονογαμική οικογένεια ή άνταποκρίνεται ή δ έν άν- ταποκρίνεται σ ’ αύτή τή φύση^ καί οίίτω καθεξής. ΟΙ σοσιαλιστές άντικρύζοντας τήν άνθρώπινη φύση σάν ά μ ε τ ά β λ η τ η , ε ίχα ν δλο τό δικαίωμα νά έλπί- ζουν, Βτι άνάμεσα στά πιθα^ϊι συστήματα κοινωνικής όργάνωσης, ύπήρχε Ενα πού άνταποκρίνονταν περισσότερο ά π ’ ΰ λ α τ ά ά λ λ α σ ’ αύτή τή φύση. Ά π ό δώ ή έπιθυμία νά βροΟν τό καλύτερο σ ύσ τη μ α , πού νά άνταποκρίνετα ι δηλαδή στήν άνθρώπινη φύση. Κάθε Ιδρυτής σχολής π ίσ τευ ε π ώ ς "τό β ρ ή κ ε ’ καί γ ι ’ αύτό πρότεινε τήν ο ύ το π ία του. Ό Μάρξ είσή- γα γ ε στό σοσιαλισμό τή διαλεχτική μέθοδο κι Ετσι τόν Εκανε έπ ισ τή μ η , καταφέροντας κα τ’ αύτόν τόν τρόπο Ενα θανάσιμο χτύπημα στόν ούτοπισμό. Ό Μ άρξ δέν έπικαλεΐται τήν άνθρώπινη φύση' δέν ξέρει κοινωνικούς θεσμούς πού ή άνταποκρίνονται ή δ έν άνταποκρίνονται σ ’ αύτή τή φύση. Ή δ η στήν « Α θ λ ιότητα τής Φιλοσοφίας»,βρίσκουμε τή σημαντική καί χα- ραχτηριστική μομφή γιά τόν Π ρουντόν: « Ό κ. Πρου- ντόν άγνοεΐ πώς όλόκληρη ή Ιστορία δέν είνα ι άλλο άπό μιά διαρκή μεταβολή τής άνθρώπινης φύσης».
Ό Μάρξ λέει στό «Κεφάλαιο» πώ ς ό άνθρωπος ένεργώ ντας πάνω στόν έξωτερικό κόσμο καί μετα- βάλοντάς τον, μεταβάλει ταυτόχρονα τήν ϊδ ια του τή φύση*. Πρόκειται έδώ γιά μιά διαλεχτική άποψη πού χύνει Ενα καινούργιο φώς πάνω στό ζήτημα τής κοινωνικής ζωής- Ά ς πάρουμε, μεταξύ άλλω ν, τό ζήτημα τής άτομικής ΙδιοχτησΙας. 01 ούτοπιστές ε ίχα ν πολύ γράψει καί πολύ συζητήσει άναμεταξύ τους κα ί μέ τούς οικονομολόγους γιά νά μάθουν άν Επρε- π ε νά ύπάρχει, δηλαδή άν άνταποκρίνετα ι στήν άνθρώπινη φύση. Ό Μάρξ Εθεσε αύτό τό ζήτημα πάνω σέ συγκεκριμμένη βάση. Σύμφωνα μέ τήν δ ίδασκα-
144
* Das Kapital 3η Ικδοση, σ. 155-156.
λία του. o l μ ο ρ φ ές κ α ί ο ΐ σ χ έ σ ε ις Ιδ ιο χ τ η σ ία ς κ α θ ο ρ ίζ ο ν τ α ι ά π ό τή ν έ ξ έ λ ιξ η τώ ν π α ρ α γ ω γ ικ ώ ν δ υ ν ά μ εω ν . Σέ τέτοιον βαθμό έξέλιξης Αντιστοιχεί ώρισμένη μορφή Ιδιοχτησίας, σ ’ Εναν άλλον, μιά άλλη, άλλά δέν ύπάρχει έδώ ά π ό λυ τη λυση κι οδτε μπορεΐ νά ύπάρχει, γιατί δλα κυλοΟν, δλα άλλά- ζουν' «ή σοφία γίνεται τρέλλα, ή χαρά πόνος».
Ό Χέγγελ λέει: «Ή άντίφαση όδηγεΐ πρός τά μπρός». Καί γιά τήν διαλεχτική αύτή άντίληψη, ή έπιστήμη βρίσκει μιά λαμπρή έπικύρωση στήν π ά λ η τώ ν τά ξεω ν . Ά ν άψαιρέσουμε τήν πάλη τών τά ξεων, τίποτα δέν μποροΟμε νά καταλάβουμε άπό τήν έξέλιξη τής κοινωνικής καί πνευματικής ζωής μιάς χωρισμένης σέ τ ά ξ ε ις κοινωνίας.
“Ομως γ ιατί ή «λογική τής άντίφασης» πού δπως ε ίδαμε ήταν ή άντανάκλαση στό άνθρώπινο μυαλό τής αΙώνιας πορείας τής κίνησης, όνομάζεται «δια- λ ε χ τ ικ ή » ; Γιά νά μήν μποΟμε σέ πολύ πλατειές σκέψεις πάνω σ’ αύτό τό θέμα, δίνω τό λόγο στόν ΚοΟνο Φίσσερ:
«*Η άνθρώπινη ζωή μοιάζει μ’ Ενα διάλογο κατά τοΟτο, δτι μέ τήν ήλικία καί μέ τήν πείρα , οί άπό- ψεις μας γιά τούς άνθρώπους καί γιά τά πράγματα μεταβάλλονται λΐγο-λίγο, δπως οί γνώμες τών συνομιλητών κατά τή διάρκεια μιάς γόνιμης καί πλούσιας σέ ιδέες συζήτησης. Σ ’ αύτή κυρίως τήν άκού- σια καί άν α γκ α ία μεταβολή τών άπόψεών μας γιά τή ζωή καί γ ιά τόν κόσμο συνίσταται ή πείρα . .. Ά κριβώ ς γ ι ' αύτό ό Χ έγγελ συγκρίνοντας τήν ά ν ά πτυξη τής συνείδησης μέ τό ξετύλιγμα μιάς φιλοσοφικής συζήτησης, τήν ώνόμασε μέ τή λέξη « δ ια λ εχ τ ι- κή» ή διαλεχτική κίνηση. Ή Εκφραση αύτή χρήσιμο- ποιήθηκε άπό τόν Π λάτωνα, τόν Α ριστοτέλη καί τόν Κάντ μέ μιά ύψηλή καί διαφορετική Εννοια, μά σέ κανένα σύστημα δέν πήρε μιά τόσο πλατειά σημασία δσο στό σύστημα τοΟ Χέγγελ».
147
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
(1) Ό φίλος μου Βίκτωρ "Αντ?<ερ παρατήρησε πολύ σωστά, στό άρθρο πού έγραψε τήν ήμέρα τοΟ μνημόσυνου τοΰ "Ενγκελς, πώς ό σοσιαλισμός δπως τόν καταλάβαινε ό Μάρξ καί ό "Ενγκελς ήταν μιά θεωρία δχι μονάχα οίκονομική, άλλά καί γενική. (’Αναφέρω τήν ’Ιταλική έκδοση: Φ. "Ενγκελς. «Πολιτική οίκονομία». Είσαγωγή, βιογραφικές καί βιβλιογραφικές σημειώσεις, άπό τούς Φίλιππο ΊΓουράτι, Βίκτωρ "Αντλερ καί Κάρλ Κάουτσκυ, Μ ιλβνο 1895). ’Αλλά δσο πιό Αληθινός είνα ι αύτός ό χαραχτηρι· σμός τοΟ σοσιαλισμού δπως τόν κα ταλάβα ιναν ό Μάρξ κι ό "Ενγκελς, τόσο πιό παράξενη ε ίνα ι ή έν- τύπωση πού αίσθάνεται κανένας βλέποντας τόν Βίκτωρ "Αντλερ νά δέχεται τή δυνατότητα Αντικατάστασης τής ύλιστικής βάσης αύτής τής «γενικής θεωρίας» άπό μιά καντιανή βάση. ΤΙ ν ά σκεφθοΟμε γ ιά μιά λαϊκή θεωρία πού ή φιλοσοφική της βάση δέν θέλει κανέναν σύνδεσμο μέ όλόκληρο τό οίκοδόμημά της. Ό "Ενγκελς γ ρ ά φ ε ι: « Ό Μάρξ κι έγώ εΤμαστε σχεδόν οί μόνοι πού μεταφέραμε τή συνειδητή δια- λεχτική στήν ύλιστική Αντίληψη τής φύσης καί τής Ιστορίας». (Κύττα τόν πρόλογο τής 3ης Εκδοσης τοΟ «ΆντΙ-Ντύριγκ»). "Ετσι οί πατέρες τοΟ έπιστημονι- κοΟ σοσιαλισμού, ένάντια σέ μερικούς άπό τούς σημερινούς όπαδούς τους, ήτανε σ υ ν ε ιδ η το ί ύ λ ισ τέ ς , δχι μονάχα στήν Ιστορία μά καί στίς φυσικές K at θετικές έπιστήμες.
(2) Σ ’ Ιν α είδικό δρθρο άφιερωμένο στό ΝτΙτσγ- κεν (Sovrdrnionny Mir, 1907, άρ. 7. πού Αναδημοσιεύτηκε στήν συλλογή μέ τόν τίτλο « Ά π ό τήν δμυνα στήν έπίθεση» (Ά π α ν τ α τ. ΧΥΙΙ), Αποδείχνει ό Πλεχάνω φ πώ ς «τά συγγρΑμματα αύτοΟ τοΟ έξαιρετικά προικισμένου έργάτη δέν περικλείνουν θεωρητικά άπολύτω ς τίποτε πού νά μπορεΐ νά θεωρηθεί σάν καινούργιο Απέναντι στά δσα περιέχονται στά συγγρΑ μματα τοΟ Μ άρξ καί τοΟ Φόϋερμπαχ.
Ό ΠλεχΑνωφ γελοιέται δταν λέει δτι ώς τά τώρα δέν έγινε προσπάθεια νά «συμπληρωθεί ό Μάρξ μέ τό θ ω μ δ Ά κβίνα. Σέ μιά σειρά σύντομες κ ς ί πολύ ένδιαφέρουσες παρατηρήσεις άφιερωμένες στίς θεωρίες τοΟ Μάρξ, πού τόν έχτιμάει σάν τόν πιό μεγάλο οικονομολόγο δλων τών έποχφν, ό πολύ γνωστός γερμανός καθολικός συγγραφέας W ilhem Hohef, προσπαθεί ν ’ άποδείξει πώς στή θεωρία του γιά τήν Αξία ό ΜΑρξ συμφωνΑει σέ πολλά σημεία μέ τό μεγά λο θεολόγο τοΟ Μ εσαίωνα. Κύττα : Die Bedeutung der Marxisclien K apitalkritik (Ή σημασία τής κριτικής τοΟ κεφαλαίου άπό τό Μάρξ) καί W arew ert und K apitalprofit (Α ξ ία τοΟ έμπορεύματος κέρδος τοϋ κεφαλαίου). Στή Γαλλία, άνάμεσα στούς καθολικούς σοσιαλιστές, ύπάρχουν καί θαυμαστές τοΟ^Μάρξ κα ί τοΟ θ ω μ δ Ά κβίνα (Δ. Ριαζάνωφ).
(3) Στόν πρόλογο αύτό ό ’Ενγκελς δείχνει κατά τό πα ράδειγμα τοΟ Μάρξ, δτι ό ύλισμός είνα ι πα ιδ ί τής Μ εγάλης Βρετανίας, πώς ό Βάκων ήτανε πραγματικά δ πρόγονος τοΰ άγγλικοΟ ύλισμοΟ, πώ ς μαζί μέ τό Hobbes καί τό Locke, είνα ι ό πα τέρας τής γαλλικής ύλιστικής σχολής, καί πώ ς ό σημερινός άγγλικός «ά- γνωστικισμός» δέν ε ίνα ι πα ρά δειλός υλισμός.
«Πραγματικά λέει ό "Ενγκελς, τί άλλο ε ίνα ι 6 Αγνωστικισμός, γιά νά μειαχειριστοΟμε τά πολύ έκ- φραστικά λόγια τοΟ Laucashiro, άπό ένα «ντροπαλά σκεπασμένο» ύλ ισ μό ; Ή Ιδέα πού Εχει ό άγνωστικι-
στής γ ι* ΦύσΠ είνα ι βαθειά διαποτισμένη άπό ύλισμό. Σ ’ όλόκληρη τή φύση βασιλεύουν νόμοι- δέν ύπάρχει σ ' αύτήν καμμιά άπολύτω ς θέση γιά έπέμ- βαση άπό τάΕξω. Ά λ λ ^ . προσθέτει ό άγνωστικιστής, 8έν Εχουμε τά μέσα οΟτε ν ’ Αποδείξουμε τήν Οπαρξη ένός άνώτατου "Οντος πέρα ά π ' τό γνωστό κόσμο, οΟτε νά τήν άρνηθοΟμε. Αύτό ε ίχε άκόμα βάση τήν έποχή 8που ό μεγάλος άστρονόμος Laplace άπαν- τώ ντας στόν Ν απολέοντα πού τόν ρωτοΟσε γ ιατί στήν Ο ύ ρ ά ν ια Μ η χ α ν ικ ή δέν μνημονεύτηκε ποτές 6 δημιουργός, διακήρυξε ύπερήφανα : «Δέν Εχω άνάγκη ά π ’ α ύ ΐή τήν ύπόθεση». Ά λ λ ά στή σημερινή έποχή. ή έξελιχτική άντίληψη τοΟ κόσμου δέν άψίνςι άπολύτως καμμιά θέση γιά Ενα δημιουργό ή ρυθμιστή καί κάθε λόγος γιά κάθε άνώτατο "Ον πού βρίσκεται έξω άπό τόν ύπαρχτό κόσμο θάτανε μιά καθαυτό άντί- φαση καί θά πλήγωνε μοΟ φαίνεται άνώφελα τό α ίσθημα τών θρησκευτικών άνθρώπων.
"Εξω ά π ’ αύτό, ό άγνωστικιστής μας δέχεται πώ ς δλες οί γνώσεις μας βασίζονται σέ άντιλήψεις πού μάς μεταβιβάζονται 6id μέσου τών αίσθήσεών μας. Ά λ λ ά προσθέτει, άπό ποΟ ξέρουμε πώ ς οί αίσθήσεις μάς δίδουν άκ£ΐβή Ιδέα τών πραγμάτω ν πού άντι- λαμβανόμαστε μέ τή μεσολάβησή τ ο υ ς ; Καί έξακο- λουθεΐ νά μάς άποδείχνει, πώ ς δταν μιλάει γ ιά π ρά γμ ατα ή γιά τις (διότητές τους, μιλάει στήν π ρ α γματικότητα δχι γιά τά πρά γματα αύτά καί τΙς Ιδιότητες γιά τά όποια τίποτα δέν μπορεΐ νά ξέρει μέ βεβαιότητα, άλλά μονάχα γιά έντυπώσεις πού παρά- χτηκαν στίς αίσθήσεις του.
«Α σφαλώ ς θά μπορούσε νά π ε ι κανένας, πώ ς παρόμοιος τρόπος σκέπτεσθαι είνα ι άδιαψιλονίκητος. Ά λ λ ά οί άνθρωποι προτού σκεφθοΟν ένεργοΟν. «Στήν άρχή ήταν ή δράση*. Καί ή άνθρώπινη ένέργεια Ελυσε τή δυσκολία αύτή πολύ πρίν τήν έψεύρει τά άνθρώπινο λογικό. T h e proof of the pudding is in
150
the ea ting (ή άπόδειξη δτι ή πουτίγκα ύπάρχει είναι δτι τήν τρώμε). Ά π ό τή στιγμή άκόμα πού χρησιμο- ποιοΟμε γιά μάς τά πρά γμ α τα αύτά, ύποβάλουμε σέ μιά άλάθητη δοκιμή τό άληθινό ή τό ψεύτικο τών παραστάσεων πού μάς δίνουν οί αισθήσεις. Ά ν οΐ παραστάσεις α ύ τ έ ς . ε ίνα ι ψεύτικες, ή έχτίμησή μας γιά τόν τρόπο πού τό δοσμένο πρά γμα μπορεΐ νά χρησιμοποιηθεί πρέπει νά εΤναι έπίσης ψεύτικια, καί ή·προσπάθειά μας πρέπει νά καταλήξει σέ άπστυ- χία. "Αν δμως έπιτύχουμε τό σκοπό πού βάλαμε μπροστά μας, άν διαπιστώσουμε πώς Ενα δοσμένο πρά γμα άνταποκρίνεται στήν Ιδέα πού σχηματίσαμε γ ι ’ αύτό, πώς άντχχποκρίνεται στό- σκοπό πού τό προωρίσαμε, τότε Εχουμε μιά θετική άπόδειξη δτι ή παράστασή μας γιά τό πρά γμα καί τίς ίδιότητές του άνταποκρίνεται μέσα σέ ώ ρ ισ μ έ ν α ό ρ ια , στήν έξω- τερική πραγματικότητα. Α ντ ίθετα σ ’ δλες τΙς περιπτώσεις πφ> βρισκόμαστε μπροστά σέ μιάν άποτυ- χία , δέν άργοΟμε γενικά νά άνακαλύψουμε τίς αΐ- τίες της. Ά π ’ αύτό βγαίνει δτι ή παράσταση πάν<ί στήν όποία βασίσαμε τή δράση μας ήτανε f) σχηματισμένη έπιπόλαια, ή προσκολλημένη ψεύτικα στά άποτελέσματα άλλων παραστάσεων καί δτι κατά συνέπεια ό συλλογισμός μας ήταν λαθεμένος. "Αν δμως προσπαθήσουμε νά ύποτάξουμε καί νά χρησιμοποιήσουμε τΙς αίσθήσεις μας μέ ϊν α ν άκριβή τρόπο καί νά κρατήσουμε τήν ένεργητικότητά μας μέσα στό πλαίσιο τών παραστάσεων πού πετύχαμε καί χρησιμοποιήσαμε μ’ £να σωστό τρόπο, θά διαπιστώσουμε τότε δτι τό άποτέλεσμα τών πράξεών μας άποδείχνει τή συμφωνία τών έντυπώσεών μας μέ τήν άντικειμενική φύση τών πραγμάτω ν πού άντιλαμβα- νόμαστε. Γιά τήν ώρα δέν μπορούμε νά άναψέρουμε καμμιά περίπτωση πού νά μάς ύποχρεώνει νά συμπε- ράνουμε πώς οί αίσθητές μας έντυπώσεις έξελεγμέ- νες έπιστημονικά, γενάνε στό πνεΟμα μας Ιδέες γιά
151
τόν Αντικειμενικό κόσμο πού νά διαφέρουν ά π ’ αύτή τους τή φύση, άπό τήν πραγματικότητα , ή πώς ύπάρχει μιά θεμελιώδης διαφωνία άνάμεσα στόν έξρ- τερικό κόσμο καί τΙς αίσθητές μας έντυπώσεις.
« Ά λ λ ά νά πού Ενας νεοκαντιανός άγνωστικιστής παρουσιάζεται καί δ ιακ ηρΰχνει: μπορεΐ νάμαστε Ικανοί νά άντιλαμβανόμαστε σωστά τίς Ιδιότητες ένός πράγματος, δέν είμαστε δμως σέ θέση μέ μιά όι^οια- δήποτε λειτουργία τών αίσθήσεών ή μέ μιά όποις- δήποτε διανοητική λειτουργία νά συλλάβουμε τό πρά γμ α κα θ’ αύτό. Αύτό τό «καθ’ αύτό» πράγμα βρίσκεται Εξω άπό τόν όρίζοντά μας. Πάνω σ ’ αύτό ό Χέγγελ άπό πολύ καιρό ε ίχε κι δλας ά π α ντή σ ει: « Ό τ α ν ξέρετε δλες τΙς Ιδιότητες ένός πρά γματος, τότε σάς ε ίνα ι γνωστό καί τό Ιδιο τό πρ ά γμ α ' ύπο- λείπετάι μόνο τό γεγονός πώς τό δοσμένο πρά γμα ύπάρχει άνεξάρτητα άπό σάς ' καί μόλις σάς τό μάθουν κι αύτό οί α ίσθήσεις σας, Εχετε πιά συλλάβει καί τό τελευταίο ύπόλοιπο τοΟ καθ’ χχύτοΰ 'π ρά γμ α το ς τό περίφημο «πράγμα καθ’ αύτό» τοΟ Κάντ». Σ ’αύτό μπορούμε νά προσθέσουμε δτι στήν έποχή τοΟ Κάντ οί γνώσεις μας γιά τά πρά γματα τής φύσης είχα ν άκόμη τμηματικό χαραχτήρα, πρά γμα πού έπέτρεψε στόν Κάντ νά ύποπτευθεΐ πώς πίσω άπό τά λίγα πού ξέρουμε γιά τ ά ’πρά γμ α τα αύτά, κρύβονταν μέσα σέ καθένα ά π ’ αύτά τό μυστηριώδες «πράγμα καθ’αύτό». Ό μ ω ς δλα αύτά τά άσύλληπτα πρά γμ ατα Εγιναν κατανοητά καί άναλΰθηκαν τό Ενα μετά τό άλλο : άκόμα περισσότερο, άνασυστήθηκαν χάρη στίς γι- γά ντιες πρόοδες τής έπιστήμης. Καί κάθε τί πού ε ίμαστε σέ θέση έμεΐς οί ίδιοι νά άνασυστήσουμε, δέν μπορούμε νά τό θεωρούμε πιά σάν άδύνατο νά τό συλλάβουμε. Γιά τή χημεία στό πρώτο μισό τοΟ Χ ΙΧ ου αΙώνα, οι όργανικές ουσίες ήτανε μυστηριώδη πρά γμ α τα αύτοΟ τοΟ είδους, ένώ τώρα μάθαμε νά τίς ξαναψκιάχνουμε τή μιά μετά τήν άλλη μέ τήν
152
σύνθεση τών χημικών της στοιχείων, χωρίς νά προστρέχουμε στή βοήθεια τών όργανικών λειτουργιών. ΟΙ σύγχρονοι χημικοί διακηρύσσουν πώ ς μόλις ή χημική συγκρότηση ένός όποιουδήποτε σώματος μ&ς γίνει γνωστή, τό σώμα αύτό μπορεΐ νά ξανασυστα- θεΐ μέ \ήν βοήθεια τών στοιχείων του. Πρός τό π α ρόν είμαστε άκόμα μακρυά άπό τοΟ νά ξέρουμε τήν σύνθεση τών άνώτερων όργανικών ούσιών τών λευ- κωματωδών σωμάτων, ά λλά δέν ύπάρχει κανένας λόγος νά μή μπορέσουμε, Εστω καί μέσα σέ πολλούς αΙώ νας νά άποχτήσουμε αύτές τΙς γνώ σεις καί νά φτάσουμε έτσι νά παράγουμε τεχνητό λεύκωμα. "Ο ταν θά φτάσουμε έκεΐ θ&χουμε τήν δυνατότητα νά ξανα παρά γουμε τήν όργανική ζωή, άπό τις κατώτερες ώς τΙς πιό άναπτυγμένες μορφές της, γιατί ή ζωή δέν είνα ι τίποτε άλλο άπό τήν όμαλή μορφή ύπαρξης τών λευκωματωδών σωμάτων.
« Ά λ λ ά άφοΟ παρουσιάσει τΙς τυπικές αύτές έπι- φυλάξεις, ό άγνωστικιστής μας μιλάει καί ένεργεΐ σάν κανονικός ύλιστής, δπως καί ε ίνα ι στήν ούσία .Ά π ό δσα ξέρουμε, θά πεΤ Ισως, ή Ολη καί ή κίνηση f). δπως λένε τώρα ή ένέργεια, δέν μποροΟν οΟτε νά δημιουργηθοΟν οΟτε νά έκμηδενισθοΟν, δέν Ιχουμε δμως καμμιάν άπόδειξη καί γ ιά τή μιά καί γ ιά τήν άλλη βτι δέν δημιουργήθηκαν σ’ αύτήν ή έκεΐνη τήν έποχή. "Ά ν δμως δοκιμάσετε νά χρησιμοποιήσετε τή διαπίστωση αύτή έναντίον του σέ μιά όποιαδήποτε ξεχωριστή περίπτωση, γρήγορα θά σάς κάνει νά έγ- καταλείψετε αύτή τή θεση. Δεχόμενος in abstracto τήν δυνατότητα τοΟ σπιριτουαλισμοΟ, δέν θέλει νά άκούει νά μιλοΟν γ ι’ αύτή in concreto. θ ά σάς πεΐ: Ά π , δσο ξέρουμε ή μποροΟμε νά μάθουμε, δέν ύπάρ- χει δημιουργός ή ρυθμιστής τοΟ Σύμπαντος· άπ* δσο ξέρουμε ή Ολη καί ή ένέργεια δέν μποροΟν οΟτε νά δημιουργηθοΟν οΟτε νά έκμηδενισθοΟν- γιά μάς ή νόηση δέν είνα ι πα ρά μιά μορφή τής ένέργειαξ. μιά
153
λειτουργία τοΟ μυαλοΟ' άπ* δσα ξέρουμε φαίνεται πώς 6 κόσμος ρυθμίζεται άπό Αμετάβλητους νόμους κτλ. κτλ. "Ετσι στό μέτρο πού εΤναι άνθρω πος τής έπιστήμης ή πού ξ έ ρ ε ι κάτι, εΤναι ύλιστής. Πέρα άπό τήν έπιστήμη του, στίς περιοχές πού δέν ξέρει τίποτα, μεταφράζει τήν άγνοιά του στά έλληνικά καί τήν όνομάζει άγνωστικισμό».
Ό πιό τυπικός άντιπρόσωπος τοΟ άγνωστικισμοΟ καί δημιουργός αύτοΟ τοΟ δρου είνα ι ό Thom as Ηςη- ry Huxley (1825-1885), μαθητής τοΟ Ντάρβιν .κι Ενας άπό τούς μεγαλύτερους δ γγλό υς βιολόγους πού Εκανε πολλά γιά τήν έκλαΐκευση τών άρχώ ν τώ ν νεωτέ- ρων φυσικών καί θετικών έπιστημών. ‘Από τό 1860 ώς τό 1890 ήταν πολύ δημοφιλής στή ΡωσσΙα προπαντός άνάμεσ.α στούς «σκεφτόμενους ρεαλιστές* Τό βιβλίο του «Ή θέση τοΟ άνθρώπου στή φύση», έκδό- θηκε τό 1864 σέ δυό μεταφράσεις. «Τά μαθήματα στοιχειώδους φυσιολογίας» προλογίστηκαν άπό τό D. Pissarev (Δ. Ριαζάνωφ).
(4) Στήν «’Α θλιότητα τής Φιλοσοφίας» ό Μάρξ έκ- θέτει τή διαλλεχτική μέθοδο τοΟ Χέγγελ μέ τόν άκό- λουθο τρόπο :
«Κάθε τι πού ύπάρχει, κάθε τι πού ζεΐ στή γή κ α ί στό νερό, δέν ύπάρχει κα ί δέν ζεΐ παρά άπό μιά όποιαδήποτε κίνηση. "Ετσι ή κίνηση τής Ιστορίας π α ράγει τίς κοινωνικές σχέσεις, ή βιομηχανική κίνηση μάς δίνει τά βιομηχανικά προϊόντα κτλ. "Οπως δ ια μέσου τής Αφαίρεσης μεταμορφώνεται κάθε πράγμα σέ λογική κατηγορία, Ετσι δέν Εχουμε νά κάνουμε παρά άφαίρεση κάθε διακριτικοΟ γνωρίσματος τών διαφόρων κινήσεων γιά νά φτάσουμε στήν άφηρη- μένη κατάσταση τής κίνησης, τήν καθαρά τυπική κίνηση, τόν καθαρά λογικό τύπο τής κίνησης. Ά ν μέσα στίς λογικές κατηγορίες βρίσκουν τήν ύπόσταση κάθε πρά γματος, φαντάζονται πώ ς βρίσκουν μέσα στό λογικό τύπο τής κίνησης τήν ά π ό λ υ τη μ έθο δο
154
•πού 6χι μόνον έξηγεΐ κάθε πρ&γμα, άλλά καί περι- κλεϊνει τήν κίνηση τοΟ πρά γματος. Γιά τήν άπόλυτη αύτή μέθοδο, ό Χέγγελ μιλάει μ’ αύτά τά λόγια : «*Η μέθοδος είνα ι ή άτέλειωτη, άνώτατη καί άπόλυτη δύναμη, πού κανένα άντικείμενο δέν μπορεΐ νά τής άντισταθεΐ, εΐνα ι ή τάση τοΟ λογικοΟ νά άναγνωρΐ- ζει τόν έαυτό του σέ κάθε πράγμα». «Λογική», τ. III).
«ΤΙ εΐνα ι λοιπόν ή άπόλυτη αύτή μέθοδος ; Ή άφαίρεση τής κίνησης. Καί τΐ εΐναι άφαίρεση τής κίνησης ; Ή κίνηση στήν άφηρημένη της μορφή. Τί ε ΐνα ι κίνηση στήν άφηρημένη της μορφή; "Ενας καθαρά λογικός τύπος τής κίνησής ή ή κίνηση τοΟ καθαροΟ λόγου. Καί σέ τί συνίσταται ή κίνηση τοΟ καθαροΟ λόγου ; Στό δτι τίθεται μόνος του, άντιτίθεται καί συντίθεται στόν έαυτό του - στό δτι διατυπώνέται σέ θέση, σύνθεση καί· άντίθεση, ή τέλος στό δτι δέχεται τόν έαυτό του, τόν άρνιέται κι άρνιέται τήν άρνησή του.
« Ά λ λ ά κατά ποιόν τρόπο τό λογικό άναγνω ρίζει τόν έαυτό του, κατά ποιόν τρόπο τίθεται μόνο του σάν ώρισμένη κατηγορία ; Αύτό εΐναι π ιά ύπόθεση τοΟ Τδιου τοΟ λογικοΟ καί τών άπολογητών του. Ά λ λ ά τό λογικό Εθεσε τόν έαυτό του σέ θέση- αύτή ή θέση, αύτή ή Ιδέα, άντιτιθέμενη στόν έαυτό της, χωρίζεται σέ δυό ιδέες πού άντιφάσκουν ή μιά στήν άλλη, σέ βεβαίωση καί σέ άρνηση, σέ ν α ί καί σέ δ χ ΐ . Ό άγώ- νας τώ ν δυό αύτών άντιτιθεμένων στοιχείων ' πού περιπλέκονται στήν άντίθεση, άποτελεΐ τήν διαλεχτική κίνηση. Τό ν α ΐ μεταβάλλεται σέ δ χ ι . Τό δ χ ι μεταβάλλετα ι σέ ν α ι· τό ναΐ γίνεται ταυτόχρονα ν α ί καί δ χ ι. Τό δχι γ ίνετα ι ταυτόχρονα δ χ ι καί να ί. Κ ατ’ αύτό τόν τρόπο οΐ άντιθέσεις ΙσοροποΟν άμοιβαΐα, έξουδετερώνονται καί παραλύουν. Ή συχώνευσητών δυό αύτώ ν Ιδεών πού ή μιά άντιφάσκει στήν άλλη, σχηματίζει μιά καινούργια Ιδ έα : τή σύνθεση. Ή νέα αύτή Ιδέα χω ρίζεται ξανά σέ δυό άντιτιθέμενες Ιδέες
155
πού μέ τή σειρά τους κι αύτές διαλύονται σέ μιά νέα σύνθεση. Ή άποσυνθετική αύτή λειτουργία σχηματίζει μιάν όμάδα Ιδεών. Ή όμάδα Ιδεών ύποτάσσε- τα ι στίν κίνηση δπως καί ή άπλή κατηγορία, καΙΕχει γ ιά άντίθεση μιάν άλλη άντιτιθέμενη όμάδα ίδεών. Ά π ό τΙς δυό αύτές όμάδες γεννιέται μιά όμάδα ίδεών, ή σύνθεσή τους. "Οπως ή όμάδα γεννιέται άπό τή διαλεχτική κίνηση τών άπλώ ν κατηγοριών Ιτσ ι κι άπό τή διαλεχτική κίνηση τών όμάδων παρουσιάζεται ή σειρά καί τέλος ή διαλεχτική κίνηση τών σειρών γεννάει όλόκληρο τό σύστημα.
«Εφαρμόστε τή μέθοδο αύτή στίς κατηγορίες τής πολιτικής οίκονομίας καί θάχετε τή λογική ή τή μεταφυσική τής πολιτικής οίκονομίας, ή μέ ά λλα λόγια θά μεταφράσετε τΙς γνω στές σ’ δλο τόν κόσμο οικονομικές κατηγορίες σέ μιά πολύ λίγο γνωστή γλώ σσα, χάρη στήν όποία θά φτάνει νά πιστέψει κανένας δτι γεννήθηκαν μέσα σ ’ ένα μυαλό παραγιομισμένο άπό καθαρό λογικό, τόσο οί κατηγορίες αύτές φαίνονται σά νά γεννιοΟνται οί μέν άπό τΙς δέ, νά συνδέονται κα ΐνά συμπλέκονται·μόνο κάτω άπό τήν έπ'Ι- βραση τής διαλεχτικής κίνησης .. . Κατά τό Χ έ γ γ ε λ βτι Ιγινε κι δτι έξακολουθεΐ νά γίνετα ι στόν κόσμο εΐνα ι ταυτόσημο μ’ αύτό πού γίνεται μέσα στήν κ α θαρή νόηση. Α π ’ αύτό βγαίνει πώς ή φιλοσοφία τής (στορίας δέν είνα ι παρά ή Ιστορία τής φιλοσοφίας καί μονάχα τής φιλοσοφίας τοΟ Χέγγελ.
Μ ιλώντας γι αύτό τό έλάττω μμα πού είνα ι στή βάση τής χεγγελιανής διαλεχτικής, ό Μ άρξ στόν πρόλογο τής δεύτερης Εκδοσης τοΟ Κ εφ α λ α ίο υ ύπο- γραμμίζει τή διαφορά πού ύπάρχει άνάμεσα στήν ύλιστική καί τήν Ιδεαλιστική διαλεχτική.
«Ή διαλεχτική μου μέθοδος δέν διαφέρει μόνον ούσιωδώς άπό τή μέθοδο τοΟ Χ έγγελ, μά εΤναι έκδιαμέτρου άντίθετη. Γιά τό Χ έγγελ ή έξέλιξη τής σκέψης, ποό τή μεταμορφώνει σέ ίδέα ε ίνα ι κάτι
156
άνεξάρτητο, είνα ι 6 δημιουργός τής πραγματικότητα ς καί ή πραγματικότητα δέ* εΤναι παρά ή έξωτε- ρική της έκδήλωση. Γιά μένα δμως ε ίνα ι άκριβώς τό άντϊθετο : τό (δεατό δέν ε ίνα ι δλλο άπό τό ύλικό μεταφρασμένο καί άναπλασμένο μέσα στό μυαλό τοΟ άνθρώπου! Έ δ ώ καί τριάντα χρόνια Εκανα κριτική τής μυστικιστικής πλευράς τής χεγγελιανής διαλε- χτικής τήν έποχή πού ήταν άκόμη τής μόδας . . Ό μυστικιστικός χαραχτήρας πού πήρε ή διαλεχτική στό Χέγγελ δέν τόν έμποδίζει καθόλου νά είνα ι ό πρώτος πού Εδωσε Εναν πλήρη πίνακα τών γενικών μορφών τής κίνησης αύτής τής διαλεχτικής. Στό Χέγγελ ή διαλεχτική βρίσκεται μέ τό κεφάλι πρός τά κάτω. Πρέπει νά τή στήσουμε στά πόδια της γιά νά άνακαλύψουμε κάτω άπό τό μυστικιστικό περίβλημα τόν λογικό πυρήνα.
Μέ τή μυστικιστική της μορφή ή διαλεχτική Εγινε τής μόδας στή Γερμανία- γ ιατί έπέτρεπε τό σκέπασμα τής ύπάρχουσας κατάστασης πραγμάτω ν. Μέ τή λογική της μορφή εΤναι ή. διαλεχτική στά μάτια τής μπουρζουαζίας καί τών θεωρητικών της έκπρό- σωπων σκάνδαλο καί φρίκη, γιατί στή θετική κα τανόηση αύτοΰ πού ύπάρχει, προσθέτει ταυτόχρονα τήν κατανόηση τής άρνησης, τής ά ναγκ α ΐας καταστροφής τής ύπάρχουσας κατάστασης πραγμάτων" γιατί Αντιλαμβάνεται κάθε μορφή μέσα στήν πλημμυρίδα τής κίνησης καί συνεπώς στή μεταβατική της όψη· γ ιατί δέ λυγίζει μπροστά σέ τίποτα καί γιατί είνα ι στήν ούσία της κριτική καί έπαναστατική» (Πρόλογος τής δεύτερης Εκδοσης τοΟ «Κεφαλαίου»),
Γιά τό τί εΤναι ό χεγγελια νός νόμος τής μεταβολής τών ποσοτικών διαφορών, ό Μ άρξ μιλάει στό κεφάλαιο γιά τόν «τύπο καί τή μάζα τής ύπεραξίας», δταν έξετάζει τούς δρους κάτω άπό τούς όποίους ό μεσαιωνικός τεχνίτης μεταβάλλεται σέ καπιταλιστή. Ό κάτοχος τοΟ χρήματος ή τών έμπορευμάτων δέν
157
μετατρέπεται πραγματικά σέ καπιταλιστή, πα ρά βταν τό έλάχιστο ποσό πού προκαταβάλλει γιά τήν π α ραγω γή ξεπερνάει κατά πολύ τό μεσαιωνικό άνώ· τατο δριο. Ό π ω ς στίς θετικές καί φυσικές έπιστήμες έτσι καί δώ έπιβεβαιώνεται ή όρθότητα τοϋ νόμου πού άνακάλυψε ό Χ έγγελ στή «Λογική» του καί σύμφωνα μέ τ'όν όποιο οί καθαρά ποιοτικές μεταβολές βταν φθάσουν σ’ ένα ώρισμένο βαθμό, μεταβάλλοντα ι σέ ποιοτικές διαφορές.»,
Δείχνοντας ό Μάρξ τΙς άντιφάσεις πού μέσα τους μπερδεύεται ό John S tua rt Mill πού ζητάει νά συμβιβάσει τή θεωρία τοΟ κέρδους το 3 Ρικάρντο μέ τή θεωρία τής άποχής τοΰ Σενιόρ, παρατηρεί πρόσθετα : «Τόσο πιό πολύ πέφτει σέ χοντροκομμένες άντιφά- σεις, 6σο ή χεγγελιανή «άντίφαση» πη^ή, κάθε δια- λεχτικής τοϋ εΤναι ξένη»., Στό «Κεφάλαιο» ό Μ άρξ παρατηρεί βτι οΐ Ιδιότητες ένός πράγματος δέν γεννιούνται άπό τή σχέση του μέ άλλα πρά γματα , άλλά έ κ δ η λ ώ ν ο ν τα ι άπλώς μέσα σ ’ αύτές τίς σχέσεις (Δ. P.).
(5) Τό γράμμα πού έστειλε ό Μάρξ στό Φόϋερμπαχ στίς 30 Ό χτώ βρη 1843 έχει μεγάλη σπουδαιό- τητα γιά τό χαραχτηρισμό τής έξέλιξης τών φιλοσοφικών του άντιλήψεων. Κ αλώνταξ τό Φ όϋερμπαχ νά πάρει θέση ένάντιά στόν Σέλλινγκ, ό Μάρξ έγραφε = «Εϊσαστε γιαυτό ό πιό άρμόδιος άνθρωπος τοϋ κόσμου γ ιατί ε ΐσ α σ τε Σ έ λ λ ιν γ κ ά π ό τή ν ά ν ά π ο δ η . *Η ά π ό λ υ τ α όρθή Ιδ έα πού ό Σέλλινγκ ε ίχε δ ιατυπώ σει στά ν ε ιά τ α του — πρέπει νά άναγνω ρίζουμε δτι καλό ύπάρχει άκόμα καί στούς άντιπάλοος μας — καί πού γιά τήν πραγματοποίησή της δέν εΤχε καμμιά Ιδιότητα έξόν τή φαντασία, καμμιάν ένεργητικότητα έξόν τή ματαιοδοξία, κανένα κίνητρο έξόν τό δπιο, κανένα όργανο έξόν τήν φιλερειστικότητα κάΐ μιά έντελώς γυναικεία διαίσθηση — ή όρθή αύτή ιδέα τής νειότης του, πού έμεινε σ ' αύτόν νεανική όνειροφαν:
158
τασία , μεταμορφώθηκε σέ σάς σ τ’ άλήθεια, σέ πρ α γματικότητα, σέ άντρίκια σοβαρότητα. Γ ι,α ύ τό άκριβώς δ Σέλλινγκ ε ίνα ι ό π α ρ α μ ο ρ φ ω μ έ ν ο ς π ρ ό δ ρ ο μ ό ς σ α ς , καί μόλις άντιτάξουμε τήν πρα γματικότητα σέ παρόμοια π α ρ α μ ό ρ φ ω σ η , ή παραμόρφωση αύτή θά διαλυθεί σάν άτμός καί σάν δνειρο. Σ άς θεωρώ γ ι αύτό τό λόγο σάν άντίπαλο τοΟ Σέλλινγκ άντϊπα λο ά ν αγκ α ΐο , καί φυσικό, σταλμένο άπό τίς Αύτών Μ εγαλειότητες τή Φύση καί τήν 'Ιστορία. Ό άγώ νας σας ένάντιά του, ε ΐνα ι άγώ νας τής ίδ ιας τής φυσιολογίας ένάντια στήν παραμόρφωσή της» (Κ. G iun . « Ό Λουδοβίκος Φόϋερμπαχ στά γράμματά του καί στά συγγράμματά του», Λειψία 1874, τ. I, σ. 361). Σύμφωνα μέ τά πα ραπάνω φαίνεται πώ ς ό Μάρξ καταλάβαινε «τή νεανική Ιδέα τοΰ Σέλλινγκ* μέ τήν έννοια τοϋ ύλιστικοΟ μονισμοϋ. Ό Φ όϋερμπαχ δμως δέν συμμεριζότανε αύτή τήν άποψη τοΰ Μάρξ δπως φαίνεται άπό τήν άπάντηση πού τοδδωσε. Βρίσκει πώς ό Σέλλινγκ άπό τά πρώτα του κιόλας γρ α φτά «δέν κάνει τίποτ’ άλλο άπό τό νά μεταμορφώνει τόν ιδεαλισμό τής νόη ση ς σέ ιδεαλισμό τής φ α ν τ α σ ία ς , καί άποδίνει στά πρά γματα τόση λίγη πρ α γματικότητα δση καί στό έ γ ω , μέ μόνη τή δ ια φ ο ρ ά πώς αύτό έχει ριιάν άλλην δψη, γιατί στή θέση τοΰ ώρισμένου ε γ ώ έβαλε τό άκαθόριστο ά π ό λ υ το καί έδωσε έτσι στόν ιδεαλισμό πανθεϊστική άπόχρωση» (Αύτόθ. σ. 402).
(6). Αύτό φαίνεται άκόμα πιό καθαρά στό μέρος τής «Γερμανικής ιδεολογίας» πού δημοσιεύσαμε στόν πρώτο τόμο τών «’Αρχείων» τοΰ Κ. Μάρξ καί τοϋ Φρ. Ε ν γ κ ε λ ς . Κύττα : Κ. Μάρξ καί Φρ. "Ενγκελς. «ΟΙ γνώμες τους γιά τό Λουδοβίκο Φόϋερμπαχ, μέ πρόλογό μας. Βρίσκεται έπίσης έκεΐ κα ί τό έξακριβω- μένο κείμενο τών θέσεων γιά τό Φόϋερμπαχ (Δ. Ρ).
(7) Ό "Ενγκελς έγραφ ε: «Ή έξέλιξη τοϋ Φόϋερ- ιιπα^( εΐνα ι ή μεταβολή ένός χεγγελιανοΟ (γιά νά ποΟ-
159
με τήν Αλήθεια δέν ήταν ποτέ Ενας καθαρός όρθόδο- ξος χεγγελια νός) σέ ύλιστή. Σ ’ Ενα ώρισμένο βαθμό αύτής τής έξέλιξης ό ΦόΟερμπαχ ήρθε σέ πλήρη ρήξη μέ τό Ιδεαλιστικό σύστημα τοΟ προκατόχου-του. Τελικά στερεώθηκε μέσα του μέ Ακατανίκητη δύναμη ή συνείδηση, δτι ή προαιώνια ϋπαρξη τής «Απόλυτης Ίδέας« καί τών λογικών κατηγοριών» πού κατά τό Χέγγελ προηγήθηκε Από τήν ΰπαρξη τοΟ Σύμπαν- τος. δέν είνα ι τίποτ' δλλο άπό Ενα παράξενο ύπόλειμ- μα τής πίστης σ ’ Εναν ύπεργήΐνο Δ ημιουργό' δτι ό προσιτός στίς έξωτερικές μας αισθήσεις κόσμος, πού σ’ αύτόν άνήκουμε καί μεΤς οί ίδιοι, είνα ι ό μοναδικός πραγματικός κόσμος καί δτι ή συνείδησή μας καί τό λογικό μας γεννίοΟνται άπό Ενα ύλικό δργανο, Ενα μέρος τοΟ σώματός μας — τό μυαλό — πα ρ ’ δλο πού φαίνονται δτι άνήκουν στόν δϋλο κόσμο. Δέν γεννάει τό πνεΟμα τήν ΰλη,’μά ή ΰλη τό πνεΟμα. Αύτό βέβαια ε ίνα ι κιόλας καθαρός ύλισμός*. (Λουδοβίκος ΦόΟερμπαχ Στουτγάρδη 1907, σ. 17-18).
(8) Ό F. Lange γρ ά φ ε ι: « Ό άληθινός ύλισμός θά κατευθύνει πά ντα τό βλέμμα του στό σύνολο τής έξωτερικής φύσης καί θά θεωρεί τόν άνθρωπο σδν Ενα κΟμα μές στόν ώκεανό τής α ιώνιας κίνησης τής Ολής. Ή φύσητοΟ άνθρώπου δέν είνα ι γ ιά τόν ύλι- στή πα ρά μιά είδική πέρίπτωση τής γενικής φυσιολογίας, δπως ή νόηση δέν ε ίνα ι άλλο άπό μιάν είδική περίπτωση στήν άλυσσίδα τών ζω ικών φυσικών λειτουργιών» («Ιστορία τοΰ ύλισμοΟ». τ. II, σ. 74, Λειψία 1902). ’Αλλά καί ό T h 6odore Dejamy στό βιβλίο του Code de la Comniunaute, (Παρίσι 1843), πέρνει γιά άφετηρία τήν άνθρώπινη φύση (τόν «άν- θρώπινο όργανισμό». «Ό στόσο κανένας δέ μπορεΐ ν* άμψισβητήσει δτι συμμερίζεται τίς άπόψεις τοΟ γαλλικού ύλισμοΟ τοΟ X V III α(ώνα. "Αλλωστε ό Lange δέν άναφέρει καθόλου τό Dejamy, ένώ ό Μ άρξ τόν τοποθετεί άνάμεσα στούς γά λλους# κομ
160
μουνιστές πού ό κομμουνισμός τους ήτανε πιό έπιστη- μονικός άπότοΟ Cabet λόγου χάρη. « Ό Dejamy, 6 Gay καί ol άλλοι γάλλοι κομμουνιστές ποΟχαν τόν Γβιο προσανατολισμό, λέει ό Μάρξ, άναπτύσσουν τήν ύλι- στική διδασκαλία σάν μιά διδασκαλία τοΟ πρ α γμ α τικού ούμανισμοΟ καί σάν τήν λογική βάση τοΟ κομμουνισμού» («Ή "Αγια Οικογένεια»), Τήν έποχή πού ό Μάρξ καί ό 'Ε νγ κ ελς γράφανε αύτό τό βιβλίο, έξα- κολουθοΟσαν νά διαφωνούν στήν έχτίμηση τής φιλοσοφίας τοΟ Φόϋερμπαχ. Ό Μάρξ τήν ώνόμαζε «ύλι- σμό πού συμπέφτει μέ τόν ούμανισμό» (δτι είνα ι 6 Φόϋερμπαχ στή θεωρία, είνα ι ό γαλλικός καί άγγλι- κός σοσιαλισμός καί κομμουνισμός στήν πράξη, ύλι- σμός πού συμπέφτει μέ τόν ούμανισμό). Ό Μάρξ θεωροΟσε γενικά τόν ύλισμό σάν τήν άναγκα ία θεω* ρητική βάση τοΟ σοσιαλισμοΟ καί τοΟ κομμουνισμοΟ. Ό “Ενγκελς άντίθετα ήταν τής γνώμης δτι ό ΦόΟερ πα χ είχε τελειώσει μιά γιά πά ντα μέ τήν παληά άντίθεση άνάμεσα στόν σπιριτουαλισμό καί τόν ύλι- σμό («Ή “Αγια Οίκογένεια»). ’Αργότερα δπως τό ε ίδαμε βλέπει κι αύτός τήν έξέλιξη τοΟ Φ όϋερμπαχ, σάν έξέλιξη άπό τόν Ιδεαλισμό στόν ύλισμό.
(9) "Ηδη τήν έποχή αύτή ό Φόϋερμπαχ έγραφε τΙς παρακάτω άξιοπρόσεχτες γραμμές : «"Οσο κι δν άντιτίθεται ό πραχτικός ρεαλισμός πού χαραχτηρί* ζει τόν σενσουαλισμό καί τόν ύλισμό τών άγγλω ν καί τών γά λλω ν ά π ό τό να μέρος, ρεαλισμό πού άποστρέ- φονταν κάθε καθαρή φιλοσοφία, καί τό πνεΟμα τοΟ Σπινόζα άπό τάλλο μέρος, τά συστήματα αύτά έχουν ώστόσο τήν τελευταία τους βάση στήν άντίληψη έκεΐ- νη τής υλης, πού ό Σ π ινόζα έξέψρασε σά μεταφυσικός στόν περίφημο τύπο του : «'ΗΰληεΤναι ή άρνηση τοΟ Θεο0« (Κ Grun Φόϋερμπαχ, τ. Ζ. σ. 324-325).
(10) Στήν "Α γιό Οίκογένεια, ό Μάρξ παρατηρ ε ί: «*Η χεγγελια νή Ιστορία τής φιλοσοφίας παρουσιάζει τόν γαλλικό ύλισμό σάν τήν πραγματοποίηση
τής σπινοζικής ούσίας». (Ό σπινοζιομός τοΟ Μάρξ καί τοΟ "Ενγκελς ε ίχε Ιδιαίτερα ύπογραμμιστεΐ άπό τό γέρμανό μαρξιστή J . Stern, μεταφραστή τής 'Η θ ικ ή ς καί συγγραφέα μιβς είδικής μονογραφίας γιά τή φιλοσοφία τοΟ Σπινόζα .— Δ. P.).
(11) «Πώς συλλαμβάνουμε τόν έξωτερικό κόσμο; Πώς συλλαμβάνουμε τόν έσωτερικό κόσμο; Γιατί δέν Εχουμε γ ιά μάς δ λ λα μέσα άπό κείνα ποόχουμε4 γιά τούς δλλους! Μπορώ νά ξαίρω κάτι γ ιά μένα* χω ρίς τή μεσολάβηση τών αίσθήσεώ ν; Μήπως ύπάρχει &ν δέν ύπάρχω Εξω άπό μένα, δηλαδή Εξω άπό τή σκέψη μου; Ά λ λ ά άπό ποΟ 'ξαίρω πώς ύπάρχω ; Ά π ό ποΟ ξαίρω πώ ς ύπάρχω, δχι μόνο μέσα στήν φ αντασία μου, μά κατά Εναν τρόπο προσιτό στίς αίσθήσεις μου, πρα γματικά , &ν δέν αίσθάνομαι τόν έαυτό μου μέ τή μεσολάβηση τών αίσθήσεώ ν; ΑρΙιο- ristnes posthumes de Feuerbach στό βιβλίο τοΟ Griin, τ. II σ. 311).
(12) Συσταίνουμε έδώ στόν άναγνώ στη νά προσέξει Ιδιαίτερα τή σκέψη τοΟ "Ενγκελς κατά τήν όποία οΐ νόμοι τής έξωτερικής φύσης κι οί νόμοι πού ρυθμίζουν τή σωματική καί πνευματική ζωή τοΟ άνθ'ρώ- που είνα ι «δυό όμάδες νόμων πού μπορούμε άκόμα νά τΙς χωρίσουμε αύστηρά στή φαντασία, μά ποτέ στήν πραγματικότητα» (Ά ντι-Ν τύρινγκ). ’Εδώ βρίσκετα ι ή θ ε ω ρ ία τ ή ς έ ν ό τη τα ς το ΰ ε ΐν α ι κ α ί τ ή ς ν ό η σ η ς , το ΰ ά ν τ ικ ε ίμ ε ν ο υ κ α ί τοΰ ύ π ο κ ε ίμ εν ο υ πού μιλήσαμε πιό πάνω . Γιά τό τί εΐνα ι χρόνος καί χώ ρος, κύττα τό κεφάλαιο V τοΟ πρώτου μέρους τοΟ Ά ντι-Ν τύρινγκ. Βλέπει κανένας έκεΐ δτι ό χρόνος κι ό χώρος ήταν γ ιά τόν “Ενγκελς δπως κ α ίγ ιά τό Φόϋερμπαχ, δχι μόνο μορφές τής ένόρασης μά καί τοΟ είναι.
(13) Ό Φ όϋερμπαχ ε ΐπε γιά τή φιλοσοφία του : «Ή φιλοσοφία μου δέ μπορεΐ νά έξαντληθεΐ μέ τήν πέννα, δέν ύπάρχει γ ι αύτή θέση πάνω στό χαρτί*.
162
Ά λ λ ά ή φράση αύτή εΤχε γιά τό ΦόΟερμπαχ μόνο θεωρητική Εννοια. Διακηρύχνει πα ρά -κ ά τω : «Γιατί γι αύτήν (δηλ. γ ιά τή φιλοσοφία τοΟ ΦόΟερμπαχ) τό
^άληθινό δέν είνα ι αύτό πού νοήθηκε, άλλά" αύτό πού ήταν τή στιγμή πού τό νοήσαμε καί πού τό είδαμε, τό άκούσαμε καί τό αίσθανθήκαμε» (Aphorismes Ρο- sthum es στό βιβλίο τοΟ Griin, τ. II. σ. 306).
(14) Έ ρνέστ Χαΐκελ (1834-1919), διάσημος γερ- μανός ζω ολόγος πού Εκανε πολλά γ ιά τή προπα- γάνδιση τής έξελιχτικής Ιδέας στίς φυσικές έπιστή- μες. Σέ δυό έκλαΐκευτικά βιβλία : τά «ΑίνίγματατοΟ Σύμπαντος» καί τά «θα ύμα τα τής ζωής» άνάπτυξε τό σύστημά του τοΟ «μονισμοΟ* πού εΤναι μιά άπό τΙς ποικιλίες τοΟ φυσιοδιφικοϋ ύλισμοΟ γ ιά τόν όποιο ό Μ άρξ γράφει δτι «τά χάσμα τά του άποκαλΰπτον- τα ι άκόμα καί στίς άφηρημένες καί Ιδεολογικές άπό- ψεις τών ύπερασπιστών του, μόλις συμβεϊ νά βγοΟν ά πό τά δρια τών είδικών γνώσεών τους» (Δ. P.).
(15) Γυρίζοντας άπό τήν έξορία ό Τσερνυτσέφσκυ δημοσίεψε τό άρθρο του μέ τόν τίτλο : «Χαραχτήρας τής άνθρώπινης γνώσης». Α π οδείχνει Ετσι μέ πνεΟμα πώ ς ό άνθρωπος πού άμφιβάλλει γιά τήν ϋπαρξη τοΟ έξωτερικοΰ κόσμου πρέπει νά θέσει σέ άμφιβολϊα καί τή δίκιά του ύπαρξη». Ό Τσερνυτσέφσκυ ήταν καί Εμεινε ώς τό τέλος πιστός στό ΦόΟερμπαχ. Έ θεμελιώδης Ιδέα τοΟ άρθρου του μπορεΐ νά συνοψιστεί σ ’ αύτές τίς λέξεις τοΟ ΦόΟερμπαχ. «Ξεχωρίζω άπό τά πρά γμ ατα καί τά δντα πού ύπάρχουν Εξω άπό μένα, δχι γ ιατί ξεχωρίζω μόνος μου ά π ’ αύτά, άλλά γ ια τ ί διαφέρω ά π ’αύτά φυσικά, όργανικά, πρα γματικά. Ή συνείδηση προϋποθέτει τό εΤναι, δέν εΤναι πα ρά ή συνείδηση τοΟ είναι, τό πραγματικό πρδγμα τοΟ όποίου Εχουμε συνείδηση, πού άναπαρασταίνου- με. (Aphorismes posthum es στό βιβλίο τοΟ Grun, τ. II, σ. 306).
(16) Ό ΦόΟερμπαχ άποκαλοΟσε «ξαναμασητές»
163
τούς διανοουμένους πού ήθελαν νά άναστήσουν τ ά σ το ιχεία τής παλη&ς φιλοσοφίας. ‘Υ πάρχουν δυστυχώ ς πολλοί τέτοιοι «ξαναμασητές» άκόμα καί σήμερα. Δημιούργησαν μιά πλατειά φ ιλολογία στή Γερμανία καθώς καί στή Γαλλία. Τώρα άρχίζουν νά πολλα πλασ ιάζοντα ι καί στή Ρωσσία. Ό Π λεχάνωφ άφιερώνει στό Μ πογντάνωφ πολλά άρθρα πού ά ν α · δημοσιεύτηκαν στήν συλλογή μέ τόν τίτλο- « Ά π ό τήν άμυνα στήν έπίθεση» καί στό Βενετέττο Κρότσε Ενα άρθρο πού ξαναδημοσιεύτηκε στή συλλογή «Κριτική τών κριτικών μας». Στήν τελευτα ία αύτή συλλογή δημοσιεύτηκαν έπίσης άρθρα έναντίον τοΟ Μ περνστά'ίν κα ί τοΟ Cornad Schm idt (Ά π α ν τα , τόμος X V II τ. X I (Δ. Ρ.)
(17) Ό Έ ρ ν εσ τ Μ άχ καί οί όπαδοί του έργάζον- τα ι μέ τόν ίδιο άκριβώς τρόπο. Μ εταβάλλουν πρώ τα πρώ τα τήν α ίσ θ η σ η σέ αύτόνομη ούσία, άνεξάρτητη ά π ’ τό αίσθητό σ ώ μ α , ούσία πού σ ' αύτούς όνομά- ζεται στοιχείο καί διακηρύχνουν κατόπι πώ ς ή ούσία αύτή περιέχει τή λύση τής άντίφασης άνάμεσα στό άντικείμενο καί τό ύποκείμενο. Βλέπει κανένας έδώ πόσο μεγάλο είνα ι τό λάθος έκείνων πού ύποστηρίτ ζουνε δτι ό Μ άχ συγγενεύει μέ τό Μάρξ.
(18) "Ετσι έξηγοΟνται οί έπιφυλάξεις πού Εχει πά ντα ό Φ όϋερμπαχ, δταν μιλάει γ ιά τόν ύλισμό. Π αράδειγμα : «Πέρα ά π ’̂ αύτό τό σημείο είμαι άπό- λυτα σύμφωνος μέ τούς ύλιστές- δώθε ά π ’ αύτό τό σημείο χωρίζομαι ά π ' αύτούς». (Aphorismes postliu- mes). Ό τ ι ήθελε νά πε ϊ μέ τοΟτο βγαίνεΓκαθαρά άπό τά έπόμενα λόγια : «Καί γώ έπίσης άναγνω ρίζω τήν ’Ιδέα, άλλά μονάχα στίς περιοχές τής άνθρωπό- τητας, τής πολιτικής, τής ήθικής, τής φιλοσοφίας» (Griin, II, σ. 307). Ά λ λ ά άπό ποΟ Ερχεται ή Ιδέα τής πολιτικής καί τής ήθικής; Τό ζήτημα αύτό δέν λύνετα ι άπό μόνο τό γεγονός δτι «Αναγνωρίζουμε» τήν Ιδέα.
164
(19) "Αλλωστε καί κατά τόν Φ όϋερμπαχ έπίσης, ιό «άνθρώπινο εΐναι» σχηματίζεται άπό τήν Ιστορία. "Ετσι, λ έ ε ι: «Σκέφτομαι μονάχα σάν 6να ύποκείμενο Εκπαιδευμένο άπό τήν Ιστορία, γενικευμένο, ένωμένο μέ βλα, μέ τό είδος καί μέ τό πνεΟμα τής πα γκόσμ ια ς Ιστορίας. Οί σκέψεις μου δέν έχουν τήν άρχή τους καί τή βάση τους ά π ’ εύθείας στήν Ιδιαίτερη ύποκειμενικότητά μου, είνα ι άποτελέσματα' ή άρχή τους καί ή βάση τους είναι ή άρχή καί ή βάση τής Τδιας τής παγκόσμιας Ιστορίας» (Κ. Grun, τ. II, σ. 309). "Ετσι βρίσκουμε ήδη στό Φόϋερμπαχ σπόρους τής ύλιστικής άντίληψης τής Ιστορίας. “Ομως στό σημείο αύτό ό Φόϋερμπαχ δέν τραβάει πιά μα- κρυά άπό τόν Χ έγγελ (κ. άρθρο μ ας: «Μέ τήν εύκαι- ρΐα τών 60 χρόνων άπό τό θάνατο τοϋ Χέγγελ» στή συλλογή μέ τόν τ ίτλο : «ΕΤκοσι χρόνια» [“Α παντα , τ. II Ι|). Μένει μάλιστα πίσω του. Μ αζί μέ τό Χέγγελ ύπογραμμίζει τή σημασία έκείνου πού ό μεγάλος γερμανός Ιδεαλιστής φιλόσοφος άποκαλοϋσε «γεωγραφική βάση τής πα γκόσμιας Ιστορίας». Λ έει: «ό δρόμος πού άκολουθεΐ ή Ιστορία τής άνθρωπότητας είνα ι φανερό πώ ς τής ήταν προδιαγεγραμμένος, για τ ί ό άνθρωπος άκολουθεΐ τό δρόμο τής φύσης, δπως τό νερό τραβάει στήν κοίτη του. Οί άνθρωποι ζητάν ν ά πά\>ε έκεΐ δπου μπόροϋν νά βροϋν θέση καί μάλιστα θέση πού νά τούς ταιριάζει καλύτερα. Στερεώνουν σέ £ναν ώρισμένο τόπο καί έξαρτιοϋνται μέ τή σειρά τους άπό τό χώρο πού κατοικοϋν. Ή ούσ(α τώ ν ’Ινδιών εΐνα ι καί ούσία τοϋ Ίνδοϋ. “Οτι είναι, βτι Εγινε δέν ε ΐνα ι πα ρά τό προϊόν τοϋ ίνδικοϋ ήλιου, τοϋ ίνδικοϋ άγέρα , τοϋ Ινδικοϋ νεροϋ, τών Ινδικών ζώων καί φυτών. Πώς ήταν δυνατό λοιπόν ό άνθρωπος πρω ταρχικά ν ά μήν ξεπηδήσει άπό τή φύση; ΟΙ άνθρωποι πού πρωσαρμόζονται σέ κάθε είδος φύση, βγήκαν άπό τή φύση πού δέν ξέρει βρια (Aphorismes posthumes, Κ. Grun, τ. I. σ. 330).
165
(20) Κύττα τήν «Α θλιότητα τής Φιλοσοφίας», μέρος δεύτερο, παρατηρήσεις πρώτη καί δεύτερη. Πρέπει πά ντω ς νά παρατηρήσουμε πώς κι ό ϊδιος ό Φόϋερμ- π α χ εΤχε κριτικάρει τή χεγγελιανή διαλεχτική άπό ύλιστική άποψη. «ΤΙ είνα ι μιά διαλεχτική, ρωτάει, πού βρίσκεται σ ’ άντίφαση μέ τήν καταγωγή καί τήν έξέλιξη τής φύσης ; Που βρίσκεται λοιπόν ή «άναγ- καιότητά» τη ς; ΤΙ ε ίνα ι ή «άντικειμενικότητα» μιάς ψυχολογίας, μιας φιλοσοφίας πού είνα ι άφαίρεση τής μόνης κατηγορηματικής καί προσταχτικής άντι- κειμενικότητας, τής θεμελιώδους καί στερεδς, τήςάν- τικειμενικότητας τής ζωντανής φύσης καί πού φτάνει^ στό σημείο νά βάλει τήν άπόλυτη άλήθεια, τήν τελειότητα τοΟ πνεύματος, τό σκοπό τών σκοπών τής φιλοσοφίας, στήν πλήρη άπομάκρυνση άπό τή ζω ντανή φύση, στήν άπόλυτη ύποκειμενικότητα πού δέν περιορίζεται, άπό κανένα «δχι έγώ» τοΰ Φίχτε, άπό κανένα «πράγμα κα θ’ αύτό» τοΟ Κ άντ;» (Κ. Grun I, σ. 399).
(2 ΐ£ Π α ρ ’ δλη του τή βαθμιαία μεταβολή, τό πέρασμα άπό μιά μορφή κίνησης σέ μιάν άλλη ε ίνα ι πά ντοτε Ενα πήδημα, μιά άποφασιστική στροφή. Τέτο ια είναι τά περάσματα τής μηχανικής τών ουρανίων σωμάτων, σέ μικρότερες μάζες σέ Ενα μόνο άστέρι καί τό πέρασμα τής μηχανικής τών μαζών στή μηχανική τών μορίων, μηχανική πού ά γκαλ ιάζει τ ίς κινήσεις πού μελετάμε σ ’ αύτό πού όνομάζουμε φυσική: θερμότητα, φώς, ήλεχτρισμός, μαγνητισμός.,Επίσης τό πέρασμα άπό τή φυσική τώ ν μορίων στή φυσική τών άτόμων — στή χημεία — γίνετα ι κι αύτό διά μέσου ένός άποφασιστικοΰ πηδήματος κι αύτό ε ίνα ι άκόμα πιό άληθινό γιά δτι άφορά τό πέρασμα τής συνειθισμένης χημικές ένέργειας στή χημική ένέρ- γεια τοΟ λευκώματος πού όνομάζουμε ζωή. Μόνον κατόπι, στήν περιωρισμένη σφ αίρα τής ζωής τ ά πηδήματα γίνονται όλοένα καί πιό σπά νια καί δλο καί
166
πιό λίγο άντιληπτά» ("Ενγκελς : Ά ν ι ι - Ντύριγκ).(22) Ό Πλεχάνωφ άποδίδει ύπερβολική σημασία
στίς έργασίες τοΟ de Vries. "Εχει ένδιαφέρον ή γνώμη γιά τίς έργασίες αύτές ένός άπό τούς μεγαλύτερους βοτανολόγους τοΟ XIX αίώ να, τοΟ καθηγητή Τιμι- ριάζεφ, συνεπή δαρβινιστή πού κατατάσσει τΙς έργασίες τοΟ de Vries άνάμεσα στίς άπόπειρες ποΟγιναν μέ τό σκοπό νά έλαττώσουν τήν άξία τοΟ νταρβι- νισμοΟ.
«’Α π’ τά δσα,ύποστηρίζει ό de Vries Ενα τραβάει τήν προσοχή μα ς: Ό de Vries Ισχυρίζεται πώς μπορεΐ νά άνακαλύψει τήν πραγματική λειτουργία τοΟ σχηματισμοί) τών νέων είδών. Ή λειτουργία αύτή, κατά τή γνώμη του, δέν συνίσταται στή βαθμιαία μεταβολή πού γίνετα ι κάνω άπό τήν έπίδραση καθω- ρισμένων περιστάσεων, άλλά σέ μιά μεταβολή πού γίνεται μέ πηδήματα, έξαιτίας μ ιδς άγνωστης έσώ- τερης αίτίας. Ό de Vries δμω ς ξαίρει πολύ καλά, πώ ς είναί άδύνατο ν ά έξηγεΐ μέ τά πηδήματα αύτά τΙς προσαρμογές τών όργανισμών. Ξαίρει καλά πώς μόνο ό δαρβινισμός έξηγεΐ τή βασική,αύτή Ιδιομορφία τών όργανισμών. Καί διατυπώνει τή θέση του άπέ- ναντι στό δαρβινισμό μέ τόν άκόλουθο τρ ό π ο : #| φ υ σ ικ ή έ π ιλ ο γ ή δ έν κ α θ ω ρ ίζ ε ι τή ν κ α τ α γ ω γ ή τώ ν ε ίδ ώ ν , ά λ λ ά τή ν κ α τα σ τρ ο φ ή τώ ν ε ίδ ώ ν πο υ δέν π ρ ο σ α ρ μ ό σ τη κ α ν . Αύτή ή διάκριση άνάμεσα στίς δυό θεωρίες δέν είνα ι καί πολύ μεγάλη. ’Α λλά άκόμα καί μέ τή μορφή αύτή γυρίζει γύρω άπό Ενα παιχνίδι λέξεων, άφοϋ ό δρος «είδος» παίρνεται μέ δυό έντελώς διαφορετικές Εννοιες. " θ ταν * Ντάρβιν δημοσίευε τό βιβλίο του «Γιά τήν καταγωγή τών είδών», είχε ύπ ’ δψη του τά «καλά» είδη πού ήταν γενικώς παραδεγμένα μέ τήν Εννοια τοΟ Λινναίου. Μόνο μετά τήν Εκδοση έκείνου τοΟ βιβλίου ό γά λλος βοτανολόγος Ζορντάν σημείωσε τήν παρουσία, μέσα στά δρια τών γενικώς παραδεγμένω ν είδών, μικρότερων όμά-
167
8ων καί έφοδιασμένων μέ τήν Γδια έκείνη σταθερότητα πού θεωρούνταν σάν τό διακριτικό γνώρισμα τοΟ είδους. Καί μόνο μ ’ αύτή τήν έννοια όνομάζουν αύτές τΙς μορφές «εϊδη τοΟ Ζορντάν· καί «ζορντανι- σμό» τήν τάση vd άντικατασταθοΟν οΐ παληές όμά- δες είδών άπό μιά ταξινόμηση σέ μικρότερες όμάδες. Αύτά ήταν τά καινούργιά εΓδη άγνω στα τήν έποχή πού ό Ντάρβιν δημοσίευσε τό βιβλίο του καί πού έν- νοεΐ ό de Vries μέ τόν τύπο του. Πρέπει νά σημειωθεί δτι τό γεγονός αύτό δέν ξέφυγε τήν προσοχή τοΟ Ντάρβιν. Σημείωνε τήν ταυτόχρονη ύπαρξη πα ραλλα γώ ν πού φαίνεται δτι δέν έξαφανίζονται μέ τή διασταύρωση καί μοιράζονται αύτή τή σταθερότητα μέ τά εϊδη' μέ άλλα λόγια γνώριζε τήν ύπαρξη αύτοΟ πού μετά τόν Jordan όνομάστηκε «έλάσσονα είδη» καί πού άπό τήν έποχή του άκόμα θεωρούνταν σάν πα ρα λλα γή ..“Ετσι λοιπόν οί πα ραλλα γές τοΟ Ντάρβιν (καί δλων τών σύγχρονών του) όνομάστη- καν άπό τό de Vries εϊδη κι αύτό μέ τήν κατοπινή ένοια τοΟ Jordan. Α ποτέλεσμα : Ή έπιλογή δέν γεννάει νέα εΓδη' άντίθετα έξΛφανΙζει τά εΓδη πού ύπάρχουν κιόλας μά πού δέν έχουν προσαρμοστεί. "Οπως κι άν έχει τό πρά γμα , ό de Vries άκριβώς δπω ς κι ό Ντάρβιν δέν βρίσκει άλλη έξήγηση τής μεταβολής τών είδών άπό τήν έπιλογή. Δέ μπορεΐ νά ξεφύγει ά π ’ αύτή τήν άρχή, γιατί άντιλαμβάνε- τα ι τή διαφορά πού ύπάρχει άνάμεσα στήν άπλή πα ραλλα γή καί τήν προσαρμογή. Δέ μπορούμε νά ποΟμε τό Γδιο καί γιά τόν Κορζίνσκυ. Ά π ό φανατικός νταρβινιστής μεταβλήθηκε ξαφνικά σέ δηλωμένο άντινταρβινιστή καί ίσχυριζόντανε πώ ς εΤχε φ ανταστεί μιά θεωρία πού έξαφάνιζε τφν νταρβινισμό, ένώ στήν πραγματικόΐητα μάκρυνε (ά νάλογα μέ τά ύλικά πού εΤχαν συσσωρευτεί έπί σαράντα χρόνια) τόν κατάλογο τών παραδειγμάτων γιά τΙς μεγάλες καί ξαφνικές μεταβολές πού ό Ντάρβιν ε ίχε συγ
168
κεντρώσει σέ άφβονία στά δυό βιβλία του. Ό Κορ- ζΐνσκυ έπίσης δέν κατάλαβε ποτέ τή διαφορά πού ύπάρχει άνάμεσα στήν άπλή μεταλλαγή καί τήν προσαρμογή, δηλαδή δτι είνα ι σπουδα.ότερο στόν νταρβινισμό. Πρέπει άκόμα νά παρατηρήσουμε δτι ή Απόπειρα τοΟ de Vries, τοΟ Κορζϊνσκυ καί άλλων δέν άλλαξε, ούτε πρόσθεσε τίποτα στίς θεμελιώδεις άντιλήψεις τοΰ Ντάρβιν άκόμα καί γ ιά δτι ένδια- φέρει τό μερικό ζήτημα τής παραλλα γής. Κι ό Ν τάρ- β ιν έ π ίσ η ς π α ρ α δ έ χ ο ν τ α ν τόσ ο τή ν ά π ό το μ η μ ετα β ο λ ή μ έ π η δ ή μ α τ α , δσ ο κ α ι τή β α θ μ ια ία μ ετ α β ο λ ή καί τίποτα δέ μδς άναγκ άζει άκόμα καί τώρα νά δώσουμε στό πρώτο μιόν άξία δχι μόνο Αποκλειστική, μά καί κυριαρχική». (Κ. Τιμιριάζεψ: «Τά βασικά χαραχτηριστικά τής άνάπτυξής τής βιολογίας στό XIV αιώνα» Μ όσχα 1908 σ. 94-96).
Πάνω σ ’ αύτό, ό Armand G autier πού άναφέρθηκε άπό τόν Πλεχάνωφ είνα ι πιθανό πώς βρισκόντανε στή θέση τοΟ Alexis Jordan. Ή άξία τοΟ διάσημου χημικού Gautier έκδηλώθηκε σέ μιάν έντελώς δια φορετική περιοχή. Σ ’ αύτόν πρέπει νά άποδώσουμε τις έργασίες πού άποδείχνουν τήν έν ό τη τα τής όρ- γανικής καί άνόργαγης Ολης.
Τό δτι «οί βάσεις τής θεωρίας τοΟ Κορζϊνσκυ καί τοΟ de Vries, έξακριβώθηκε πώ ς στηρίζονταν σ ’ ένα πολύ λίγο στερεό έδαφος», όφείλει νά τό άναγνωρίσει καί ό καθηγητής L. S. Berg, ένας άπό τούς νεώτερους όπαδούς τής θεωρίας τής έξέλιξης τών είδών «μέ πηδήματα» («θεωρία τής έξέλιξης», Πετρούπολη 1922). Στό όγκώδες έργο τ ο υ : «Μονογένεση ή έξέλιξη σύμφωνα μέ τούς φυσικούς νόμους» (Πετρούπολη 1922), έξακολουθεϊ νά άγνοεΐ τίς άναιρέσεις τοΟ Τιμιριά- ζεφ, καί γιά νά άποδείξει δτι ή έξέλιξη προχω ρεί «μέ πηδήματα, παροξυσμούς κι’ έναλλαγές», ξεχνάει τίς διορθώσεις ποόκανε ό Τδιος ό Ντάρβιν στή θεωρία του. ’Ακριβώς δπως στόν Κορζϊνσκυ, ή τόν Δανιλέφσκυ,
169
βλέπει κανείς καί στόν καθηγητή Berg τήν πρόθεση νά ξαναμπάσει στήν έπιστήμη, μέ τό πρόσχημα τής «κανονικής» έξέλιξης, τήν άρχή τής «έσώτερης σκοπιμότητας γιά κάθε τι πού ζεΐ».
Ό Πλεχάνωφ θά μποροΟσε νά άναφερθεΐ σήμερα στή θεωρία τών «quantum» τοΟ Planck, πού είσάγει έπίσης τά πηδήμα·τα καί στόν κόσμο τών ήλεκτρομη- χανικών λειτουργιών. Τό ϊδιο αύτό «quantum »—στοιχείο ένέργειας — εΤναι μιά ποιοτική διαφορά σάν άποτέλεσμα ποσοτικών μεταβολών. “Ο πως χρειάζετα ι μιά ώρισμένη συσσώρευση χρήματος — ποσοτική μεταβολή — γιά νά πετύχουμε τό μίνιμουμ, τό ά ν α γκα ΐο «quantum » γιά τή μεταβολή τοϋ χρήματος σέ κεφάλαιο, έτσι κατά τή θεωρία τοΟ Planck, πρέπει νά συσσωρευτεί ή ήλεχτρική ένέργεια — ποσοτική μεταβολή — ώς πού νά πετύχουμε τό «quantum», μέρος ένέργειας, πού πα ράγει ώρισμένο άποτέλεσμα. ΕΤναι εύκολο νά όλοκληρώσουμε αύτή τή θεωρία στή θεωρία τής έξέλιξης μέ πηδήματα ' κι ό Γδιος ό Planck άλλωστε τό βεβαιώ νει Κριτικάρει τή θέση τοΟ «άμε- τάβλητου τών δυναμικών λειτουργιών», πού ήταν ά λλοτε άναμφίσβήτητη προϋπόθεση δλων τών φυσικών θεωριών, καί πού έβρισκε σέ συμφωνία μέ τόν .̂’Αριστοτέλη, τήν έκφρασή της στόν τύπο «N atura non facit saltus» (Ή φύση δέν κάνει πηδήματα).
«Ή σύγχρονη επιστημονική έρευνα άνοιξε ένα σημαντικό ρήγμα στό άρχα ΐο καί Ιερό τοΟτο προπύργιο τής φυσικής έπιστήμης. Ή θέση αύτή χτυπήθηκε γερά άπό τΙς άρχές τής θερμοδυναμικής κι άν δέν μάς γελοΟν τά σημεία, οί μέρες της είνα ι μετρημένες. Ή φύση βέβαια κάνει πηδήματα καί μάλιστα πολύ παράξενα . . .
Ό ,πωσδήποτε ή θεωρία τών «quantum » μβς άγει στό συμπέρασμα δτι στή φύση προκαλοΟνται μεταβολές πού δέν συντελοΟνται βαθμιαία, ά λλά μέ μορ
170
φή έκρήξεων», (Μ. P lanck: Physikalishe, Rundblicke, 1922, σ. 72-73).
Ή διαλεχτική τοΟ Μάρξ συνέθετε έξαρχής τή β α θ μ ια ία έξέλιξη μέ τή θεωρία τών καταστροφών κα ί τών πηδημάτων. Οί καταστροφές αύτές ε ίνα ι μιά άπαραίτητη στιγμή στή δ ια λ ε χ τ ικ ή πορεία. Καί δώ άκριβώς βρίσκεται ή βασική διαφορά ά ν ά μ ε σ α στή δ ια λ ε χ τ ικ ή κ α ί τή ν έξ έ λ ιξ η .Κάθε πρόοδος στή γνώση τής φύσης φέρνει καινούργιες άποδείξεις τοΟ γεγονότος δτι δλα βρίσκονται σέ κίνηση, δλα έξελίσσονται. Οι τελευτα ίες πρόο- δες τής φυσικής καί τής χημείας δείξανε δτι ή κίνηση, ή ζωή, συντελεΐτα'ι έπίσης καί στόν κόσμο τών «άδρανών» χημικών στοιχείων, σ ’ £ναν κόσμο πο& έξελίσσεται καί πού μεταβάλλεται κι αύτός σάν τόν κόσμο τών όργανισμών. "Ολα ζοΟν καί πεθαίνουν, δλα βρίσκονται σέ μιά πορεία αιώνιας διαλεχτικής μεταβολής (Δ. Ρ.) Παράβαλλε τή «Διαλεχτική τής φύσης» τοΟ Φρ. "Ενγκελς) (’Αρχεία Μάρξ καί "Ενγκελς τ. II).
(23) Ό Ν απολέοντας I λ έ ε ι: «Ή φύση τών δπλων άποφασίζει γιά τή σύνθεση τών στρατευμάτων, γιά τις θέσεις στρατοπαίδευσης’, τίς πορείες, τά όχυρά, γιά τις δ ιατάξεις μάχης, γ ιά τό διάγραμμα καί τίς κατόψεις τών φρουρίων, πρά γμα πού δημιουργεί μιά σταθερή άντίθεση άνάμεσα στό πολεμικό σύστημα τών άρχαίω ν καί τό πολεμικό σύστημα τών νεώτερων» (Precis des G uerres de Cesar, Παρίσι 1846, σ. 87-88).
(24) Ά π ό τίς έργασίες τοΟ Φρίντριχ Ράτσελ (1844 -1904) μεταφράστηκε στά ρωσσικά άπό τόν Δ, Κο- ροπτσέφσκυ καί έκδόθηκε άπό τό βιβλιοπωλείο Προσ- βεστσένιε, 1900, ή «’Εθνογραφία» Tou(Volkerkunde). Τό πιό σημαντικό Εργο πού βγήκε μετά τό βιβλίο τοΟ Πλεχάνωφ, εΤναι ή «Ά νθρώ πινη γεωγραφία» τοΟ γάλλου γεωγράφου Brunhes, 1910. Στά ρωσ-
171
σικά ύπάρχει έπίσης Ενα « Ε γχειρίδ ιο τής έξέλιξης τών άνθρωπογεωγραφικών Ιδεών» τοΟ Λ. ΣινΙτσκυ (1908) δπου τό θέμα έξετάζεται μ ' Εναν λεπτομερειακό τρόπο. ’Ανάμεσα στούς γερμανούς γεωγράφους πού μελέτησαν τήν έπίδραση τοΟ γεωγραφικοΟ περιβάλλοντος πάνω στόν άνθρωπο καί άντίστροφα, ό πιό άξιοπρόσεχτος εΤναι ό G e ttn e r . Σ ' αύτόν όφεΐ- λονται έπίσης μιά σφιχτοδεμένη Εκθεση τών «Γεω- γραφικών δρων τής άνθρώπινης οίκονομίας», στό περιληπτικό του Εργο μέ τόν τίτλο : G rundriss der Socialokonomik (Βάσεις τής κοινωνικής οίκονομίας). 1914. Ό σύντροφος Μ πουχάριν στηρίζεται στό Get- tneroT0 βιβλίο το υ : «θεω ρία .τοΟ Ιστορικού ύλισμοΟ*, πα ράγρα φος 30. «Ή φύση σάν περιβάλλο γιά τήν κοινωνία» σ. 116-117 (Δ. P.).
(25) ΕΤναι χαραχτηριστικό δτι στό Εργο του γιά τήν οίκονομική θεωρία τοΟ Rodbertus, σταματάει ό Π λεχάνωφ στό ρόλο τής κατάχτησης. Ό Rodbertus θέν ξεπέρασε άκόμα κατά τή γνώμη του, τή φιλοσοφία έκείνη τής Ιστορίας πού άπό τήν άρχή τοΟ XIV α(ώνα προσπαΘοΟσε στό πρόσωπο τοΟ A ugustin Thierry νά έξηγήσει όλόκληρη τήν πορεία τής άγγλι- κής Ιστορίας άπό τό γεγονός δτι «ύπάρχει έκεΐ κάτω μιά κατάχτηση» πώ ς δλα «αύτά εΤναι άπό τήν έποχή μιάς κατάχτησης*. Καί ό Πλεχάνωφ σκιαγραφεί τήν βασική του άνασκευή κατά τόν άκόλουθο τρόπο : «ΜποροΟμε κιόλας άπό τά συγγράμματα τοΟ T hierry, ν ’ άντιληφτοϋμε τήν άσυνέπεια καί τήν άστάθεια μιάς τέτοιας άντίληψης. "Αν διατηρεί άκόμα μιά κάποια δυνατότητα, έφόσο δέν πρόκειται πα ρά γιά τή «στατική» ένός δοσμένου κοινωνικοΟ συστήματος, ή θεωρία τής βίας άποδείχνεται όλοκληρωτικά άνί- κανη νά έξηγήσει τούς σταθμούς μέσα άπό τούς ό- ποίους πέρασε τό σύστημα αύτό στήν έξέλιξή του καί νά βρει τΙς αΙτίες πού μεταβάλλουνε τΙς σχέσεις τώ ν κοινωνικών δυνάμεων» («"Απαντα», τ. I, σ. 39-40).
172
(26) "Ηδη 6 MIX έλεγε, έπα ναλαμβάνοντας τά λόγ ια «ένός άπό τούς μεγαλύτερους διανοούμενους τής έποχής μας» : «Γιά νά άπαλλαγοΟμε άπό τή μελέτη τής ένέργειας πού άσκούν στό άνθρώπινο πνεΟμα οί κοινωνικές καί ήθικές έπιδράσεις, ά π ' 8- λους τούς χυδαίους τρόπους ό πιό χυδα ίος συνί- σταται στό νά άποδίδουμε τΙς διαφορές στή στάση καί στό χαραχτήρα σέ έμφυτες φυσικές διαφορές» Princip es of political Economy, τ. I, σ. 390).
(27) Γιά δτι άφορά τήν έπίδραση τής οίκονομίας πάνω στίς κοινωνικές σχέσεις καί Ιδιαίτερα πάνω στό δίκαιο, πρέπει νά άναφέρουμε τά Εργα τοΟ Ν. I. Sieber, πού διατηροΟν άκόμα 8λη τήν άξία τους. Κατά πρώτο πρέπει νά ύποδείξουμε τΙς «’Απόψεις του γ ιά τήν πρωτόγονη οίκονομική κουλτοΟρα», 1883, πού έπα- νεκδόθηκαν τό 1899 καί τά άρθρα του πού συγκεντρώθηκαν μέ τόν τίτλο : «Τό δίκαιο καί ή οίκονομίαν στό δεύτερο τόμο τών άπάντω ν του (“Α για -Π ετρούπολη, 1900) (Δ. P.).
(28) Ludw ig Noire (1829-1889), γερμανός φιλόσοφος πού ά γνοεΐτα ι σχεδόν έντελώς άπό τούς έπαγ- γελματίες Ιστορικούς τής φιλοσοφίας, ύπεράσπισε σ ’ Ενα άπό τά πρώ τα του Εργα (Der monistisclie Ge- danke, 1875), Εναν μονισμό πού πλησιάζει τό σπίνο- ζισμό. Ξεκινάει άπό τήν ένότητα τής υλης καί τοΟ πνεύματος. ΕΤναι συγγραφέας τών δύο Εργων: τό Ενα πού τό άναφέρει ό Πλεχάνωφ γιά τήν «Καταγω γή τής γλώσσας» (1874), τό άλλο, πού δέν εΤναι μικρότερου ένδιαφέροντος μέ τόν τίτλο: «Τό έργα- λεΐο καί ή σημασία του γιά τήν άνάπτυξη τής άνθρω- πότητας» (Das W erkzeug und seine Bedeutung fur die Gescliiclite der Menschheit) (Δ. P.).
(29) θ ά μάς έπιτραπεΐ νά σημειώσουμε τό άρθρο μας πού δημοσιεύτηκε στήν έπιθεώρηση «Σοβρέμιονυ ΜΙρ» («Γιά τά δήθεν θρησκευτικά ρεύματα στή Ρωσία»), 1908, Σεπτέμβρης καί Νοέμβρης (Ά π α ν τα , τ. XVII).
173
Στό άρθρο αύτό έξετάσαμε έπίσης τή σημασία τής τεχνικής στήν έξέλιξη τών θρησκευτικών Ιδεών.
(30) Μιά νέα προσπάθεια νά έχτεθεΐ ή έξέλιξη τοΟ άνθρώπινου πολιτισμοΟ άπό ύλιστική άποψη εΤνα ι τό μισοτελιωμένο Εργο τοΟ γερμανοΟ κοινωνιολόγου Μ. Muller - L iere: «Entw icklungsstufen der Menschheit» (Σταθμοί στήν έξέλιξη τής άνθρωπότη- τας), 1908-1914.
Ό Πλεχάνωφ άφιέρωσε στήν τέχνη, άντικρύζον- τά ς την άπό τήν άποψη τής ύλιστικής άντίληψης τής Ιστορίας, Ενα ειδικό άρθρο μέ τόν τίτλο : «Γιά τήν τέχνη», πού άναδημοσιεύτηκε στή συλλογή: «Είκοσι χρόνια», σ. 334-354 (Ά π α ν τ α , τ. XIV).' Τά τελευτα ία αύτά χρόνια, τό ζήτημα τής κα τα γω γής τής τέχνης μελετήθηκε άπό μαρξιστική άποψη άπό τόν Hausenstem , Die Kunst und die Gesellschaft {Τέχνη καί κοινωνία), Μ όναχο 1916, καί άπό τόν Lu M erten : Wesen und die Verauderung der K unste (*H ούσία καί οί μεταβολές τής τέχνης), 1924. Π αράβαλε Μ πουχά ρ ιν : θεω ρ ία τοΟ ιστορικού ύλισμοΟ σ. 215- 233 (Δ. P.).
(31) Ξαίρουμε πώ ς τό φθινόπωρο τοΟ 1905 μερικοί ρώσσοι μαρξιστές δέν ήταν αύτής τής γνώμης. θεωροΟσαν δυνατή τή σοσιαλιστική έπανάσταση στή Ρωσία σά νά εΤχαν κιόλας άρκετά άναπτυχθεΐ οι πα ραγω γικές δυνάμεις τής χώρας γ ιά μιά τέτοια έπανάσταση.
(32) Στό Εργο του γιά τήν καταγω γή τής οικογένειας ό Ε ν γ κ ε λ ς λέει πώ ς καθαρά “κυνηγετικοί λαοί ύπάρχουν μόνο στή φαντασία τών σοφών. Οί κυνηγετικές φυλές έπιδίδονται έπίσης καί στό μάζεμα καρπών καί φυτών. Ά λ λ ά καθώς είδαμε τό κυνήγι έξασκεΐ σημαντική έπίδραση στήν έξέλιξη τών (δεών καί τών γούστων τών φυλών αύτών.
(33) ΟΙ Ιδέες αύτές Εχουν λεπτομερειακά άνα- πτυχθεΐ ά π ’ τόν Π λεχάνωφ στό άρθρο του : «Ή δρα-
174
ματιχή φιλολογία κι ή γαλλική ζωγραφική τοΟ X V III α ίώ να , άπό τήν άποψη τής κοινωνιολογίας» (πού άνατυπώθηκε στή συλλογή «Είκοσι χρόνια») ("Απα ντα , τ. XIV).
«Λ έγοντας δτι ή τέχνη — δπως κι ή λογοτεχνία —είνα ι μιά Αντανάκλαση τής ζωής, έκφράζουμε μιά σκέψη πού πα ρά τήν όρθότητά της είνα ι άκόμα πολύ άκαθόριστη. Γιά νά καταλάβουμε μέ π ιό τρ ό π ο άν- τα να κ λδ ή τέχνη τή ζωή πρέπει νά καταλάβουμε τό μηχανισμό αύτής τής τελευταίας. ΕΤναι δμως βέβαιο δτι ατούς πολιτισμένους λαούς ή πάλη τών τάξεων εΤνρι Ενα άπό τά πιό σπουδαία έλατήρια αύτοΟ τοϋ μηχανισμού. Καί μόνο άφοΟ έξετάσουμε αύτό τό έλατήριο, άφοϋ λογαριάσουμε άρκετά τήν πάλη τών τάξεων κι’ άφοϋ μελετήσουμε τίς περιπέτειες σ ' δλες τους τΙς πολλα πλές ποικιλίες, θάμαστε σέ θέση νά έξηγήσουμε σ’ έμδς τούς ίδιους μ’ Εναν κάπως Ικανοποιητικό τρόπο τήν «πνευματική» Ιστορία τής πολιτισμένης κοινωνίας. *Η «πορεία τών Ιδεών» τής πολιτισμένης κοινωνίας άντανακλά τήν Ιστορία τών τάξεων πού τήν άποτελοϋνε καί τών μαχών πού δίνουν άνάμεσά τους αύτές οΐ τάξεις («ΕΓκοσι χρόνια, σ. 323-324) (Ά π α ν τα , τ. XIV).
"Οσον άφορδ τις αΙτίες πού καθωρίσανε τή ζωγραφική τοϋ David, κύττα στόν Ιδιο τόμο, σ. 317-319.
Ό , W. H ausenstein, γερμανός Ιστορικός τής τέχνης άφιέρωσε πλίΤστα εργα στό ίδιο θέμα (Δ. Ρ.)
(34) Στήν πολεμική του ένάντια στούς άδερφούς Hauer, ό Μ άρξ γράφει : «Ή προχωρημένη γαλλική φιλοσοφία καί Ιδιαίτερα ό γαλλικός· ύλισμός τοϋ X V III αίώνα, ήταν Ενας άγώ νας δχι μόνο ένάντια στήν ύπάρχουσα θρησκεία καί θεολογία, ά λ λά έπίσης κ ’ ένάντια στή μεταφυσική τοϋ X V II αίώ να (κ’ ένά ντια σέ κάθε μεταφυσική), ένάντια στή μεταφυσική τοϋ Ντεκάρτ, τοϋ Μ αλμπράνς, τοϋ Σ π ινόζα καί τοϋ Λ άϊμπνιτς καί ταυτόχρονα ένάντια στούς ύπάρ-
1/5
χοντες πολιτικούς θεσμούς*. ΕΤναι Ενα γεγονός πού άναγνω ρίζεται σήμερα ά π ’ Βλο τόν κόσμο.
(35) Τήν παραπομπή αύτή στό S ism o n d i^ συναντάμε ήδη στό πολύ γνωστό άρθρο τοΟ Πλβχάνωψ : «Μερικές λέξεις γ ιά τήν ύπεράσπιση τοΟ οίκονομικοΟ ύλισμοΟ»’ άνοιχτό γράμμα στόν Β. Γκόλτζεψ (άνα- δημοσιευμένο στή συλλογή «Είκοσι χρόνια», («"Απαντα», τ. VII).
Κατά τόν Sismondi «στή Γαλλία, κάτω άπό τή βασιλεία τοΟ Φ ιλίππου V τά γα λλ ικ ά μυθιστορήματα, πού διαβάζονταν τότε μόνο στήν αύλή καί στούς πύργους, τροποποίησαν τά έθνικά ήθη δείχνοντας στήν τάξη τών εύγενών σέ τί Επρεπε νά άποβλέπει σάν σέ τελειότητα». Ή λογοτεχνία έπέδρασε πά νω στά ήθη. Ά λ λ ά άπό ποΟ βγήκε κι αύτή; Σέ ποιάν αίτία τά ίπποτικά μυθιστορήματα ώψειλαν τήν ΰπαρ- ξή τ ο υ ς ; ΕΤναι καθαρή ή άπά ντη σ η : «Τά ίπποτικά μυθιστορήματα ώφείλουν τήν Οπαρξή τους στά ίππο- τικά ήθη» (Δ. Ρ.)
(36) "Ηδη ό Σ π ινόζα ε ίχε πει («’Ηθική», μέρος 3ο, θεώρημα 2ο, έπεξήγηση), δτι πολλοί πιστεύουν πώς ένεργοΟν έλεύθερα κι αύτό γιατί ξαίρουν τΙς πράξεις τους π α ρ ’ δλο πού άγνοοΟν τίς αΙτίες. «"Ετσι τό μικρό νομίζει πώς θέλει γά λα άπό μόνο του, τό μικρό πα ιδί πώ ς θέλει νά έκδικηθεϊ, ό ψοβιτσάρης πώς θέλει νά φύγει». Τήν ϊδια σκέψη διατύπωσε κι ό Ντι- ντερό, πού ή ύλιστική του θεωρία ήταν σπινοζισμός άπαλλα γμένος άπό τό θεολογικό του περίβλημα.
176
ΤΕΛΟΣ