Η Φ Α ΙΑ Π Α Ν Ο Τ Κ Λ Α
Ν Τ Α Ν ΙΕ Λ Γ Κ Ε Ρ Ε Ν
πάνω στό φασισμό
Η Φ Α Ι Α Π Α Ν Ο Υ Κ Λ Α
μττάφραση απο τά γαλλικάΜ ΠΑΜ ΠΗ ΛΥΚΟΥΔΗ
“ Κ Ε Ι Μ Ε Ν Α , ,
ε ΐ ο αγ ωγ ή
*'Οταν μάς υποσκέλιζε ό φασισμός
Τό κείμενο πού άχολουθεΐ καί πού χρησιμεύει σάν εισαγωγή ατό σννοΡ.ο των άλλων κειμένων πού συγκεντρώθηκαν σ’ αυτό τό βιβλίο, έχει ξαναδημοσιευθει τό φθινόπωρο του 1954. Ή Επιθεώρηση Μοντέρνοι Καιροί, έτοι- μάζοντας ένα είδικό τεύχος γιά τήν « Α ρ ιστερά», μου ζήτησε νά περιγράφω τή μοιραία έκείνη δεκαετία πού δ φασισμός Υποσκέλιζε άσταμάτητα τις έργατικές και δημοκρατικές δυνάμεις. ’Αλλά, παρ’ δλο πού γράφτηκε τελικά τό άρθρο, δεν δημοσιενθηκε άπ’ τήν έπι- θεώρηση. Βγήκε κατόπιν, δνό φορές, σέ μπροσούρα α. ’Αλλαγές δέν έκανα παρά μόνο στις λίγες συμπερασματικές γραμμές, γιά νά τις προσαρμόσω περισσότερο στή σύγχρονη έποχή.
Στήν άρχή τής δεκαετίας 1930 - 1940, δταν 2πρεπε ή νά συγκρουστεΐ μέ τόν φασισμό καί νά τόν νικήσει ή νά κα- ταποντιστεΐ άπ’ αύτόν, ή γαλλική ’Αριστερά παρουσίαζε 2να θλιβερό θέαμα: τό θέαμα τής διχόνοιας, τής άπολίθωσης καί τής άδυναμίας. Ό χ ι πώς εϊταν στήν ίδια κατάσταση μ’ αύτή πού είναι σήμερα. Είχε άκόμα ζωντάνια καί πολλούς άνθρώ- πους πού δέν τούς Ελειπε ούτε ή προσωπικότητα, ούτε ό έν- θουσιασμός, ούτε ή πείρα. Μέσα της Αντιφέγγιζαν άκόμα οΐ τελευταίες άχτίδες ένός Ενδοξου παρελθόντος. Άκόμα δέν είχε άφήσει νά χαθοϋν οί παραδόσεις τοϋ κλασικού σοσιαλισμού καί κομμουνισμού" άλλοι άπ’ τούς όπαδούς της δια- ποτίζονταν άκόμα άπ’ τή σκέψη τού Γκέσντ καί τού Ζωρρές κι άλλοι έμπνέονταν άπ’ τήν έπιβλητική έποποιία τής Ρωσικής έπανάστασης καί τής πρώτης έποχής τής Κομμουνιστικής Διεθνούς, μιά άπ’ τϊς γονιμότερες έμπειρίες τής άνθρώ- πινης ιστορίας.
’Ομως ή γαλλική ’Αριστερά είχε χωθεί, είχε βουτηχτέ! βαθειά, μέσα στήν Εργατική διάσπαση. Ή εξη τής ά- δελφοσφαγής τής είχε γίνει δεύτερη φύση. Τό καθένα άπό τά δυό της κομμάτια Εμοιαζε σά νάχε πήξει σέ στερεοτυπείο.
’Απ’ τή μιά μεριά, ή παλιά S.F.I.O.,* διατηρούσε άκό-
* Γαλλικό τμήμα ’Εργατικής Διεθνούς (σ.τ.μ.).
7
μα τήν έπιρροή της σέ όρισμένα έργατικα στρώματα κ’ el- ταν βέβαια πολύ πιό «άριστερή» — στά λόγια τουλάχιστον — άπ’ τό σημερινό κόμμα τοϋ Γκύ Μολλέ, πολύ πιό πιστή άπ’ αύτό στήν «έσωκομματική δημοκρατία» καί δέν είχε άκόμα έκφυλιστεΐ άπό τήν άσκηση τής έξουσίας, άλλά έχοντας κι- όλας κατολισθήσει στήν πολιτική τής συνεργασίας των τάξεων καί στή μυωπική έκλογομανία, σπαταλοΰσε τις τελευταίες δυνάμεις της στήν έπανάληψη τών μονότονων λιτανειών τής πολεμικής της μέ τούς «διασπαστές τής Τούρ».*
Ά π’ τήν άλλη μεριά τό κομμουνιστικό κόμμα, πολύ πιό άδύναμο άριθμητικά άπό σήμερα, άκολουθοΰσε άριστερίστικη καί σεχταριστική, δηλαδή τυχοδιωκτική πολιτική, χωμένο μέχρι τό λαιμό στίς καθημερινές καταγγελίες τών «σοσιχλ- προδοτών» καί προσπαθώντας νά συγκαλύψει κάτω άπ’ τά θορυβώδικα κ’ έξτρεμιστικά συνθήματα τής «Τρίτης περιόδου», τήν εΙρηνική συνύπαρξη μέ τόν άστικό κόσμο πού χρειαζόταν ή Μόσχα γιά νά «οικοδομήσει τό σοσιαλισ;νό» πάνω στό ένα Ικτο τής γής — στή θεωρία — , γιά νά σταθεροποιήσει τήν έξουσία μι&ς νέας γραφειοκρατίας — στήν πράξη.
Αύτό τό διχασμένο, άποστεωμένο καί άρνητικό κίνημα, μέ τήν δρατότητα περιορισμένη άπό τεράστιες παρωπίδες, Ιμελλε νά δέχεται, σ’ δλη τή διάρκεια τής δεκαετίας, ξαφνικά τραντάγματα άπό μιά σειρά άπρόσμενα συμβάντα καί νά αίφνιδιάζεται άπό γιγαντιαΐα γεγονότα πού οδτε νά τά προβλέψει οδτε καί νά τά έλέγξει μπορούσε' κι δποτε ά- ναγκαζόταν νά βγαίνει άπ’ τήν παθητικότητά του, αύτό γινόταν κάτω άπ’ τήν πίεση έπιθετικότερων άντίπαλων δυνάμεων.
* Στήν πόλη Τούρ, τό Δεκέμβρη τοϋ 1920 ϊγινε τό συνέδριο τοϋ Γαλλικού σοσιαλιστικοί} κόμματος, δπου έκδηλώθηκε ή διάσπαση άνάμεσα στούς όπαδούς τής έπίσημης πολιτικής τοΰ κόμματος καί στήν άριστερή του πτέρυγα πού άποσχίστηκε καί σέ συνέχεια άπο- τέλεσε τό Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, προσχωρώντας στήν Κομμουνιστική Διεθνή (σ.τ.μ.).
8
Πρώτα - πρώτα, τό Αναπάντεχο γεγονός τής παγκόσμιας οικονομικής κρίσης πού ξέσπασε στό τέλος τοϋ 1929 καί πού, άν καί στα χαρτιά πρόσφερε στήν ’Αριστερά εναν εύκολο θρίαμβο, μιά καλόδεχτη, άν καί Απρόσμενη, έπαλή- θευση τής θεωρίας της, στήν πραγματικότητα ώστόσο τή βρήκε Απόλυτα άνέτοιμη: ή έκπληξη τών ήγετών τοϋ Κρεμ- λίνου, πού είχαν «στά κρυφά» ποντάρει σέ μιά παροδική σταθεροποίηση τοϋ καπιταλισμοϋ, στάθηκε τό ίδιο μεγάλη— παρ’ δλες τΙς διαβεβαιώσεις τους γιά τό άντίθετο — 8σο καί τών άφελών σοσιαλδημοκρατών πού είχαν αίχμαλωτι- στεΐ άπό τή γοητεία τής «Αμερικανικής ευημερίας».
Καί, μερικούς μήνες Αργότερα, τό άλλο μεγάλο Αναπάντεχο γεγονός τών γερμανικών έκλογών τής 14ης Σεπτέμβρη τοϋ 1930, δπου οΐ ναζιστές κέρδισαν 107 έδρες στό Ράιχσταγκ — άντί γιά τΙς 12 πού είχαν πριν — μέσα σ’ ένα τεράστιο πανδαιμόνιο άπό ποδοκροτήματα μέ μπόττες καί Sieg H eill
Ξαφνικά, χωρίς κάν νά προλάβει νά τό δεΙ νάρχεται καί νά τό ξορκίσει, ή γαλλική ’Αριστερά, σχολαστική καί δέσμια τών παλιών θεωρητικών συνταγών της, είχε μπροστά της τό σχεδόν άγνωστο φάσμα τοϋ φασισμού.
Κι δμως, ή Απειλητική αύτή έμφάνιση δέν είταν κάτι τό έντελώς καινούριο. Έδώ κι όχτώ χρόνια, ή πάθηση αύτή, πού δέν τήν είχε άκόμα Αναλύσει σ’ δλο της τό βάθος ή κοινωνιολογική ιατρική, είχε κατακλύσει τή γειτονική ’Ιταλία καί τήν είχε Ισοπεδώσει. Ή ’Αριστερά δμως δέν πήρε ποτέ στά σοβαρά αύτό τό «έκεΐθεν τών ’Αλπεων» φαινόμενο. Άφοϋ καυτηρίασε τούς δολοφόνους τοϋ Ματτεότι, δπως δφειλε άλλωστε, ξαναβρήκε γρήγορα τόν τόνο τής διακωμώδησης. Ό Πώλ Μπονκούρ έξακόντισε έκεΐνο τό: ο ’Αποκριάτικος Ιΐαί- βαηας !* Δέ θέλησαν νά δεχτοϋν δτι έδώ είχαν νά κάνουν μέ μιά έπιδημική Ασθένεια κι δτι τά ίδια αίτια μπορούσαν νά παράγουν Αλλοϋ τά ίδια Αποτελέσματα. ’Ακόμα καί στήν
* Άναφερίμενος στόν ΜουσσολΙνι (σ.τ.μ.).
9
’Ιταλία, ot σοσιαλιστές, λίγο πρίν άπ’ τήν Πορεία στή Ρώμη, εΓχαν καγχάσει. Όσο γιά τούς κομμουνιστές, εΓταν καταδικασμένοι ν’ άρνοδνται τό φασιστικό κίνδυνο, διακηρύσσοντας δτι ύπάρχει άπόλυτη ταύτιση άνάμεσα στίς διάφορες μορφές τής άστικής κυριαρχίας, είτε τή «δημοκρατική» είτε τή «φασιστική» έτικέτα Εχει αύτή. Μετά τήν ήττα, οί νικημένοι ’Ιταλοί εΓταν οί πρώτοι πού προσπάθησαν νά πείσουν τά άδέλφια τους των άλλων χωρών δτι δέν ίπρεπε νά φοβούνται παρόμοια άπειλή: πορεία στδ Βερολίνο δέ γινόταν ποτέ' ή δημοκρατία τής Βαϊμάρης εΓταν άτρωτη άπδ κάθε κίνδυνο. Κ’ οί άγαθοί Γερμανοί, στή μακάρια ύπεροψία τους, πείθονταν εδκολα: σοσιαλδημοκράτες καί κομμουνιστές μαζί, διακήρυξαν δτι ή γερμανική έργατική τάξη είχε ύψηλή πολιτική διαπαιδαγώγηση: «ένας τόσο κτηνώδικος σφαγιασμδς τής δημοκρατίας» εΓταν άδιανόητος γιά τή χώρα τοΰ Γκαΐτε. 'Ο φασισμός δέν είχε πιθανότητες έπιτυχίας παρά μόνο στίς καθυστερημένες μισοαγροτικές χώρες κλπ., κλπ.
Ή έκπληξη τής 14ης Σεπτέμβρη 1930 δέν άρκεσε γιά ν’ άνοίξει τά μάτια αύτών τών τυφλών. Τήν παραμονή ά- κόμα τής χιτλερικής νίκης, πρός τό τέλος τοϋ 1932, οί Γ- διοι οί συντάχτες τοϋ Vorwdrts, δπως καί της Rote Fahne έδιναν χρησμούς δπου παρουσίαζαν τόν έθνικοσοσιαλισμό νά άναδίνει τή μυρουδιά τοϋ «σαπισμένου πτώματος». Ό Λεόν Μπλούμ εΓταν λοιπόν δικαιολογημένος δταν, τόν Γδιο καιρό, σ’ ένα περίφημο άρθρο, πρόβλεψε τήν παρακμή καί τήν τελική άποτυχία τοϋ Φύρερ.
Όμως οί «άλυσιδωτές άντιδράσεις», δπως θά λέγαμε σήμερα, συνέχιζαν νά ξαφνιάζουν τήν ’Αριστερά μας μ’ έναν άδυσώπητο ρυθμό. ΣτΙς 30 Γενάρη 1933, είχε τήν έκπληξη τής κατάληψης τής έξουσίας άπ’ τόν έθνικοσοσιαλι- σμό, πού τήν άκολούθησαν άπδ κοντά ή πρόκληση τής πυρπόλησης τοϋ Ράιχσταγκ καί ή θέση έκτός νόμου καί έκτός μάχης τοΰ γερμανικού έργατικοΟ κινήματος.
’Επιτέλους αύτή τή φορά ή γαλλική ’Αριστερά αίσθάν- θηκε νά πιάνεται άπ’ τό λαιμό. Τό φράξιμο τοϋ δρόμου στή
10
φασιστική έπιδημία γινόταν γι’ αύτή ζήτημα ζωής καί θανάτου. Τό ψευτοπαίγνιδο τής καταγγελίας τόϋ καπιταλιστικού συστήματος — στή θεωρία — ένώ ή άνατροπή του Αναβαλλόταν γιά τΙς Ιλληνικές καλένδες καί τό βόλεμά της μέ μια λεπτή φέτα άπ’ αύτό, ίπαψε πιά να τής χρησιμεύει. ’ Επρεπε ή νά νοιαστεί γιά τήν άμυνά της ή νά χαθεί.
Κι αύτήν άκόμα τήν ώρα τοϋ πανικού, βρέθηκαν άνά- μεσά μας στενοκέφαλοι άγωνιστές πού ή μακαριότητά τους δέν διαταράχτηκε καί πολύ άπ’ τό γολγοθά τής μακρινής Γερμανίας: οΕ ’Ιταλοί «μακαρονάδες» παραδόθηκαν στόν Μουσσολίνι γιατί ίχουν κλίση σέ κάθε τΐ τό χτυπητά φαν- ταχτερό καί στή μεγαλαυχία' οί «μπός»* ύπόκυψαν στόν Χίτλερ γιατί τούς άρεσε τό βήμα τής χήνας" έμεΐς δμως οί Γάλλοι εΓμαστε πολύ «ξύπνιοι» γιά νά πέσουμε στή παγίδα. "Γστερα, ή ’Αριστερά είχε άκόμα καί τούς μικροαστούς της πού δέν τούς άρεσε καθόλου νά τούς άνησυχοϋν. ’Ακούω άκόμα τή μακαρίτισσα Σουζάνα Μπυισόν, τής Σοσιαλιστικής 'Ομοσπονδίας τοϋ Σηκουάνα, νά φωνάζει: «Μικροί μου φίλοι, φωνάζοντας διαρκώς γιά τό φασιστικό κίνδυνο, θά τόν κάνετε στό τέλος νά γεννηθεί!». Λίγα χρόνια άργότερα Εμελλε νά πεθάνει στά χέρια τών ναζιστών δημίων.
Ή ίλιγγιώδικη κατάρρευση τής γερμανικής δημοκρατίας κ’ ή καινούρια άλυσιδωτή άντίδραση πού στάθηκε, τήν έπόμενη χρονιά, ή αιματηρή έξόντωση τοϋ βιεννέζικου προλεταριάτου κ’ ή φριχτή καί άσταμάτητη έπέκταση τής φασιστικής κηλίδας, δλα αύτά άπαιτούσαν, δλα αύτά ϊκα- ναν άπαραίτητη καί έπείγουσα τήν άνανέωση τών άντιλή- ψεων καθώς καί τών μεθόδων πάλης τής γαλλικής Άριστε-
* Β ο c h e : περιφρονητική ένομασία πού δίνεται στούς Γερμανούς άπ’ τούς Γάλλους, άπ’ τή λέξη τής άργκό alboche = Γερ- μανίς (σ.τ.μ.).
11
ράς. ’Επρεπε νά Απαλλαχτεί, πρίν είναι άκόμα άργά, δχι μόνο άπ’ τή στασιμότητα καί τήν άποστέωση τών θεωρητικών της Αποσκευών, άλλά άκόμα κι άπ’ τή διαίρεση: γιά νά έπιβιώσει, έπρεπε νά σπεύσει νά άποκαταστήσει τήν ένό- τητα τών έργατών.
Δέν ύπάρχει δμως δυσκολότερο πράγμα άπό τό ξανα- κόλλημα κομματιών πού, άπό πολλά χρόνια, είχαν συνηθίσει νά είναι χωρισμένα. "Η μάλλον, δέν ύπάρχει δυσκολότερο πράγμα άπ’ τό νά θυσιάσουν στ’ δνομα τής έργατικής ένότητας κατακτημένες θέσεις ot κάτοχοι έκλογικών καί συνδικαλιστικών φέουδων. Γιατί, σ’ δ,τι άφορά τό ίδιο τό προλεταριάτο, τό στοιχειακό ταξικό του ένστικτο δέν τό άπα- τοΟσε' ποτέ δέν έπαψε νά θέλει τήν άποκατάσταση αύτής τής ένωσης πού κάνει τή δύναμη. Άλλά μιά άκόμα δυσκολία ύπήρχε: τό πρόβλημα τής ένότητας είχε τό κλειδί του Ιξω άπ’ τή Γαλλία. Δέν ύπήρχε πιθανότητα έπανένωσης τοΰ γαλλικού έργατικοϋ κινήματος παρά μόνο άν αύτό άρεσε στούς ήγέτες τοΰ Κρεμλίνου. Κι αύτοί, στήν περίοδο πού προηγήθηκε άπ’ τή γερμανική ήττα καί γιά λόγους τόσο σκοτεινούς καί τόσο άνομολόγητους1 πού, κατά βάθος, ποτέ δέν ξεκαθαρίστηκαν άπόλυτα, έσπρωξαν τά πράγματα μέχρι τό σημείο νά χαραχτηρίζουν τή σοσιαλδημοκρατία καί τό φασισμό «δίδυμα άδέλφια» καί μέχρι τό σημείο νά ύποχρεώ- σουν τούς γερμανούς κομμουνιστές, κάποτε, νά ένώσουν τΙς ψήφους τους μέ τΙς ψήφους τών ναζιστών. Ά ραγε τά σκληρά μαθήματα τής ήττας, πού άνάλυσε ή άστραφτερή πέννα τοϋ Τρότσκυ,3 τούς έκαναν νά έγκαταλείψουν αύτήν τήν ταχτική αύτοκτο νίας;
Μερικές μεμονωμένες προσπάθειες πού ϊγιναν στή Γαλλία γιά νά βγει τό κίνημα άπ* τήν άδυναμία καί τή διχόνοια, έμειναν χωρίς έπιτυχία.
12
Ά π’ τά 1931 κιόλας, μια έπιτροπή άπό είκοσιδύο συνδικαλιστικές προσωπικότητες πού άνήκαν στή μειοψηφία τής C.G.T.* καί τής C.G.T.U.** καθώς καί σέ αύτόνομες όργα- νώσεις, εϊχαν βγάλει μιά διακήρυξη ζητώντας τήν Αποκατάσταση τής συνδικαλιστικής ένότητας. Ή δράση τής επιτροπής αύτής, πού προβαλλόταν κάθε βδομάδα άπ’ τήν έφημε- ρίδα Cri du Peuple δέν ίμεινε χωρίς άπήχηση. Τελικά δ- μως συνθλίφτηκε Ανά|ΐεσα στις παντοδύναμες ήγεσίες τών δυό μεγάλων άντιμαχόμενων έργατικών όργανώσεων: ή μή κομμουνιστική μειοψηφώ διώχτηκε νέτα -σκέτα άπ’ τήν C.G.T.U., βρέθηκε αίωρούμενη στό κενό καί περιμαζεύτηκε άπ’ τή γραφειοκρατία τοϋ Λεόν Ζουώ, περνώντας έτσι, μέ θλιβερή ταχύτητα, τό Ρουβίκωνα τοϋ ρεφορμισμού.3
Κατόπιν, στα 1933, μετά τή γερμανική καταστροφή, μερικοί γάλλοι έπαναστάτες Αγωνιστές, σοσιαλιστές ή συνδικαλιστές τής άριστερας καί πρώην κομμουνιστές, συγκε'/τρώ- θηκαν μαζί μέ τούς πιό Αντιπροσωπευτικούς άπ’ τούς γερ- |ΐανούς φυγάδες, πού άνήκαν σέ παρόμοιες πολιτικές τάσεις. Μαζί προσπάθησαν νά βγάλουν συμπεράσματα άπ’ τήν ήττα καί νά «ξανασκεφτοΰν» τΙς θεωρητικές βάσεις καί τίς πρα- χτικές μορφές τής δράσης τους, χωρίς δμως άπτά ή τουλάχιστον άμεσα άποτελέσματα. Ή ήττα είταν άκόμα πολύ κοντά καί ζητήματα προσωπικά καί στενόμυαλες μνησικακίες δξυναν τή μυωπικότητα τών έμιγκρέοων τής άλλης πλευράς τοϋ Ρήνου. Δέν μπορούσαν νά μάς ποΰν καθαρά γιατί νική- θηκαν καί τί μέτρα θάπρεπε νά πάρουμε έμεΐς γιά νά μήν 2ρθει κ’ ή δική μας σειρά.4
Καί τότε άκριβώς, ένώ οί «Αλυσιδωτές άντιδράσεις» συνέχιζαν νά μάς αΐφνιδιάζουν, ξέσπασαν τά γεγονότα τής 6ης
* Γενική Συνομοσπονδία Εργατών (σ.τ.μ.)-** Γενική Συνομοσπονδία Ενωμένων ’Εργατών (σ-τ.μ.).
13
Φλεβάρη 1934. Τή φορά αύτή, δ φασισμός εΕταν πρδ τών πυλών μας. Κυριαρχοϋσε στδ πεζοδρόμιο. Προσπαθούσε νά. καταλάβει τό Παρίσι μας. Τό αίμα Ιτρεξε. Ή πλατεία ντέ λά Κονκόρντ καί τά Ήλύσια Πεδία ίγιναν πεδίο μάχης. Στίς γραμμές μας έπικράτησε Απερίγραπτη σύγχιση καί κατάπληξη.
Οί σοσιαλιστές είχαν κιόλας δυσφημιστεί μέ τόν Λεόν Μπλούμ πού τήν παραμονή άκόμα έρωτοτροποϋσε μέ τούς φαύλους ριζοσπαστικούς πολιτικούς, τούς προστάτες τοϋ καταχραστή Σταβίσκυ, μέ τούς «κλέφτες» πού είχαν δώσει τήν άφορμή για τή φασιστική έξέγερση.
Οί κομμουνιστές δέν είχαν λιγότερο συμβιβαστεί κραυγάζοντας «κάτω οί κλέφτες» μαζί μέ τΙς συμμορίες τοΰ συνταγματάρχη ντέ λά Ρόκ* καί παρελαύνοντας στήν ίδια γραμμή μ’ αυτές στό πλάτος τής όδοΰ Ρουαγιάλ — εΐμουν αύτό- πτης μάρτυρας σ’ αύτό. Διαπιστώνοντας άργότερα δτι είχαν φυσήξει κι αύτοί στή φασιστική πυροστιά, έκαναν μιά άκροβατική προσπάθεια άποκατάστασης τών πραγμάτων ρίχνοντας, στίς 9 Φλεβάρη, τις δμάδες κρούσης τους — πού τις άποτελούσαν έξαιρετικά θαρραλέοι εργάτες — ένάντια στή παρισινή άστυνομία.
Μέσα σ’ δλη αύτή τή σύγχιση, ή όργανωμένη έργατι- κή τάξη δέν Ιχασε τή ψυχραιμία της. Κι δταν δ πονηρός Ζουώ δστερα άπό προτροπή, δπως λένε, κάποιου άπ’ τούς ύπουργούς πού παραιτήθηκαν στίς 6 Φλεβάρη καί γιά νά κατευθύνει σέ άνώδυνους δρόμους τή λαϊκή άγανάκτηση, 2ριξε τό σύνθημα τής γενικής εικοσιτετράωρης άπεργίας στίς 12 Φλεβάρη, οί έργαζόμενοι, χωρίς τή παραμικρή τα- λάντευση, είπαν μέ μιά πειθαρχημένη όμοφωνία «δχι» στό φασισμό.
Έτσι δμως, άπλά καί μόνο είχε προληφθεΐ τό χειρό
* Άρχηγ6ς καί Ιδρυτής τοϋ Γαλλικοΰ Κοινωνικού Κέρματος (Parti Social Fran9ais), ύπερδεξιάς καί έθνικιστικής κατεύθυνσης, συγκροτημένου πάνω στά πρότυπα τοΰ φασιστικού κόμματος τοΰ ΜουσσολΙνι (σ.τ.μ.).
14
τερο. Ό δρόμος γιά τήν έξουσία είχε κλείσει γιά τούς φασίστες γιά τό άμεσο μέλλον, άλλ’ άπ’ αύτό έπωφελήθηκε μιά κυβέρνηση «έθνικής ένότητας» πού δέν εϊταν Απόλυτα έλεύθερη άπέναντι στούς Πυροσταυρίτες.* Ή ρωγμή είχε σκεπαστεί, ό κίνδυνος δμως παράμενε δ ίδιος.
Παρ’ δλ’ αύτά, ή ’Αριστερά συνερχόταν. Είχε πιά συνειδητοποιήσει στήν πράξη τή σοβαρότητα τοϋ φασιστικοΰ κινδύνου. Κι ό συνταγματάρχης ντέ λά Ρόκ — πού δπως άπο- δείχτηκε δέν εϊταν παρά ένα Ανδρείκελο — τή βοήθησε χωρίς νά τό θέλει, στό νά Αποκτήσει πάλι αύτοσυνείδηση. Τό φόβητρο τοΰ φασισμοΰ έδρασε σάν μιά δυνατή ζύμη έπανα- στατικής Ανανέωσης ένώ ταυτόχρονα συνέβαλε στήν έπανα- συγκόλληση τών χωρισμένων κομματιών τής γαλλικής Ά - ριστερδς.
Μερικές σωστές πρωτοβουλίες έπιτάχυναν αύτή τήν Ανόρθωση. Στό ΣαΙν-Ντενί, Ιδιαίτερα, ό Ζάκ Ντοριό — δ μελλοντικός Αποστάτης — σήκωσε τή σημαία τής Ανταρσίας κατά τής ήγεσίας τοϋ Κ.Κ. πού Αρνιόταν τήν ένότητα δράσης μέ τήν S.F.I.O. — ή πού τή δεχόταν μόνο «στή βάση» — καί ή ήγεσία τοΰ Κ.Κ., μπρός στήν Απειλή νά γίνει ούραγός, πήρε τήν άδεια άπ’ τή Μόσχα νά πραγματοποιήσει τήν ένότητα δράσης «στήν κορυφή».
Αύτήν δμως τή στιγμή, δταν θά μπορούσε νά πιστέψει κανείς δτι ή ’Αριστερά βγήκε δριστικά άπό τήν Αποτελμάτωση κι δταν δλες ο£ έλπίδες εϊταν δικαιολογημένες,5 τήν πλάκωσε μιά καινούρια συμφορά. Οί θεοί τοΰ Κρεμλίνου,
* C r o i x d e f e u (Πύρινος σταυρός). ‘Έτσι όνομαζόταν ή μεγαλύτερη καί στρατιωτικά συγκροτημένη γαλλική φασιστική 6ρ- γάνωση. 01 Πυροσταυρίτες έπαιζαν πρωταρχικό ρόλο στήν όργά- νωση καί στήν έκτέλεση τής φασιστικής έξέγερσης τής 6 Φλεβάρη 1934 (σ.τ.μ.).
1S
πτοώντας Απότομα άπ’ τήν Αδιαλλαξία στόν όππορτουνισμό, ύποχρέωσαν τούς κομμουνιστές συντρόφους μας νά έπιδιώ- ξουν τή συμμαχία μ’ Ινα Αστικό κόμμα πού μέ τή σαπίλα του είχε προκαλέσει, κατά Ινα μεγάλο μέρος, τή φασιστική Ικρηξη: τό ριζοσπαστικό σοσιαλιστικό κόμμα. ΆντΙ νά μετατρέψουν τήν ένότητα δράσης «στή κορυφή» σέ όργανική ένότητα, πάνω σ’ Ινα μίνιμουμ πρόγραμμα πάλης κατά τών τράστ καί κοινωνικού μετασχηματισμοί), άντί νά διευρύνουν τόν έργατικό αύτό συνασπισμό σέ Λαϊκό Μέτωπο, συνασπίζοντας γύρω Απ’ τήν έργατική τάξη, τό μεγαλύτερο δυνατό τμήμα τών μεσαίων τάξεων καί τών έξαθλιωμένων μι- κροχωρικών, οί Αρχηγοί τοΰ Κ.Κ. άφησαν τόν κ. Νταλαντιέ νά τούς δέσει τά χέρια.
Τό πρόσχημα γιά τή δικαιολόγηση αυτής τής Ανάρ- μοστης Ινωσης είταν δτι Επρεπε νά Αφαιρεθοΰν άπ’ τό φασισμό τά μεσαία στρώματα. Στά 1935, τά μεσαία στρώματα Ανακαλύφτηκαν — ή ξαναανακαλύφτηκαν — άπ’ τή γαλλική ’Αριστερά. Πρέπει νά δμολογήσουμε δτι ό κλασικός σοσιαλισμός τά είχε κάπως παραμελήσει. Είχε προφητέψει, κάπως βιαστικά καί μέ φανερή Ικανοποίηση, τήν έξαφάνισή τους καί τή βάφτισε μέ μιά λέξη ταυτόχρονα άδέξια καί Ανακριβή: «προλεταροποίηση»- δπως διαπιστώθηκε δμως, τελικά μπόρεσαν νά έπιβιώσουν άλλά μέσα σέ συνθήκες αυξανόμενης έξαΟλΙωσης κ’ ή κρίση τοΰ καπιταλιστικού καθεστώτος τά άλλαξε άμέσως σέ λυσσασμένα πρόβατα. Αύτά άκριβώς τά στρώματα, παρασυρμένα σέ μιά συλλογική παραφροσύνη, ντύθηκαν στίς γειτονικές χώρες ποικιλόχρωμους χιτώνες κι άρχισαν τό κυνήγι τών προλετάριων πού τούς τούς είχαν δείξει σάν τούς Αποδιοπομπαίους τράγους τών συμφορών τους. Είταν Αναγκαίο λοιπόν νά -ροφυλαχτοΰν οί μεσαίες τάξεις άπ’ τό τραγούδι τών φασιστικών σειρήνων. Πώς δ;ιως θά γινόταν αύτό; Μά, μέ τή συμμαχία μέ τό ριζοσπαστικό-σοσια- λιστικό κόμμα, Απαντούσαν οί οίωνοσκόποι τοΰ Κ.Κ., τό «κατ’ έξοχήν» κόμμα τών μεσαίων τάξεων. Τό έπιχείρημα δέν είχε παρά 2να τρωτό σημείο: είταν φανερό πώς δέ θά μπο-
16
ροϋσε νά μπει τέρμα στά βάσανα τών μεσαίων τάξεων παρά μόνο άν καταφέρονταν άποφασιστικά χτυπήματα στό μονοπωλιακό κεφάλαιο πού τΙς καταστρέφει. 'Οταν δμως συνασπίστηκαν μέ τά άστικά κόμματα πού έπαιρναν έντολές άπ’ τόν παντοδύναμο Χόρας Φίναλυ, τής τράπεζας τοϋ ΠαρισιοΟ καί τών Κάτω Χωρών καί πού, συνακόλουθα, δέν είχαν καμιά βρεξη νά βλάψουν στό έλάχιστο τό καπιταλιστικό καθεστώς κ: δταν, ταυτόχρονα, γιά νά ικανοποιήσουν τήν Εργα- τική έκλογική πελατεία τους τήν Εριξαν σέ μιά καθαρά διεκδικητική πάλη, μέσα στά πλαίσια τής κατεστημένης κοινωνικής τάξης, τό άποτέλεσμα είταν νά χειροτερέψει άκόμη περισσότερο — άντί νά βελτιωθεί — ή άνυπόφορη κατάσταση τών μεσαίων τάξεων πού συνθλίβονταν Ιτσι όλοένα καί πιό πολύ άνάμεσα στό μεγάλο κεφάλαιο καί στό προλεταριάτο καί στράφηκαν τελικά, άπό άπελπισία, στό φασισμό άπ’ δπου άκριβώς Επρεπε νά άπομακρυνθοϋν.4
’Αλλά γιά τούς άρχηγούς τοϋ Κ.Κ. τό σύνθημα τών μεσαίων τάξεων δέν είταν παρά πρόσχημα. Ό άληθινός λόγος τής συνεργασίας τους μέ τούς ριζοσπάστες ήγέτες εΓταν άλλος. Οί στρατηγικές τους Εμπνεύσεις τούς Ερχονταν άπ’ Εξω. 'Ο Στάλιν, θορυβημένος άπ’ τή ξαφνική νίκη τοϋ χιτλερισμού πού τήν είχε διευκολύνει 6 Ιδιος τόσο άπρόσμενα καί τόσο άνόητα, προσπαθούσε τώρα νά προστατέψει τήν Ε.Σ.Σ.Δ. άπό μιά Ενδεχόμενη γερμανική Επίθεση σέρνοντας, μαζί μέ τΙς δυτικές δυνάμεις, τό «χορό τών δημοκρατών». ’Επρεπε λοιπόν νά συμφιλιωθεί μέ τούς γάλλους πολιτικούς πού θεωρούνταν όπαδοί μιας πολιτικής «σταθερής άμυνας» άπέναντ: στή χιτλερική Γερμανία άπ’ τή μιά μεριά καί τής γαλλοσο- βιετικής συμμαχίας άπ’ τήν άλλη, ειδικά τό κόμμα τοϋ κυρίου Νταλαντιέ.
Τό Λαϊκό Μέτωπο λοιπόν, παρά τΙς άπέραντες Ελπίδες πού ξεσήκωσε καί τΙς Ενθουσιασμένες μάζες πού συγκέντρωσε, είχε, άπ’ τήν άρχή κιόλας, μέσα του τό σαράκι τής άδυνα- μίας. Έ χω περιγράψει άλλοϋ λεπτομερειακά πώς, παρά τό μεγαλόπρεπο προλεταριακό ξεσήκωμα τοϋ Ίούνη 1936 πού
2 17
γρήγορα φρεναρίστηκε 4π’ τούς Ιδιους τους άρχηγούς τής ’Αριστεράς, τελικά συνθηκολόγησε μέ τό «τείχος τοϋ χρήματος» καί πώς ή βίαιη κατάπνιξη τής γενικής άπεργίας τής 30ης Νοέμβρη 1938, άπ’ τόν ίδιο τόν Νταλαντιέ προσωπικά έβαλε τελεία καί παύλα στό γιγάντιο κύμα ένός όλό- κληρου λαοϋ. Ή βαριά αύτή ήττα Αποθάρρυνε βαθιά τή γαλλική ’Αριστερά. Είχε άνοίξει πιά ό δρόμος πού θά όδη- γοϋσε λίγο άργότερα στήν έγκαθίδρυση, μέ τή βοήθεια τής γερμανικής εισβολής, μιδς γαλλικής ποικιλία; τοϋ φασισμοδ.
Ένώ δμως στή χώρα έκτυλίσσονταν τά γεγονότα πού άναφέραμε, ή κηλίδα τοΟ φασισμού έξακολουθοϋσε νά Απλώνεται γύρω μας. Τόν ’Ιούλη τοϋ 1936, άπ’ τήν άλλη μεριά τών Πυρηναίων, ξέσπασε ξαφνικά τό φρανκικό προνουντσια- μέντο. Τώρα δμως ή έργατική τάξη έδειξε δτι είχε καταλάβει τό μάθημα τών γειτονικών χωρών. ’Αμύνθηκε μέ έπί- θεση. Κυρίεψε μέ έφοδο τά μυδράλλια πούχαν στηθεί καταπάνω της. Υπερφαλάγγισε τό φασισμό παίρνοντας τήν έξουσία.
01 άρχηγοί της δμως έμπόδισαν τήν Ισπανική ’Αριστερά νά έκμεταλλευτεΐ τή νίκη της — πού εΓταν καί ή μόνη Αληθινή νίκη τής διεθνούς ’Αριστεράς αύτή τή δεκαετία. Ό ρεφορμισμός στάθηκε, πέρα άπ’ τά Πυρηναία, άξιος τοϋ έαυτοϋ του, δηλαδή διστακτικός καί φοβισμένος. Ό Αναρχισμός, πού γιά πρώτη φορά δοκίμαζε τή γεύση τής νίκης, Ιδωσε λαμπρά δείγματα άγροτικής καί βιομηχανικής αύτο- διεύθυνσης άλλά, περνώντας άπό ένα ξέσπασμα παιδιάστικης βιαιότητας στόν όππορτουνισμό, έκανε τό σφάλμα νά δέσει τά χέρια του συμμετέχοντας σέ Αστικοδημοκρατικές κυβερνήσεις. Όσο γιά τόν κομμουνισμό, πού στήν άρχή εΓταν μειοψηφία καί δέν είχε κανένα ένδοιασμό σχετικά μέ τά μέσα πού χρησιμοποιούσε, αύτός κατάφερε νά έλέγξει τήν Ισπα
18
νική έπανάσταση δχι γιά τό συμφέρον τοϋ ΙσπανικοΟ λαοΟ, άλλα γιά τό συμφέρον τής Εξωτερικής πολιτικής τοΟ Κρεμ- λίνου. Ή Ε.Σ.Σ.Δ. λοιπόν δέν ήθελε οδτε νίκη τοΟ Φράνκο πού ύποστηριζόταν άπ’ τΙς ’Αξονικές δυνάμεις, οδτε μιά αυθεντική προλεταριακή έπανάσταση, πού θά τήν έφερνε σέ σύγκρουση μέ τή βρετανική κυβέρνηση καί τό Σίτυ τοΟ Λονδίνου, τούς καβαλιέρους της στό «χορό τών δημοκρατών».
Τό παιχνίδι δμως είταν πολύ λεπτό καί τελικά ό Στά- λιν τόχασε, δπως τό είχε χάσει καί στή Γερμανία, δταν είταν Ακόμη δυνατό νά φραχτεί ό δρόμος στόν Εθνικοσοσιαλισμό. Βάζοντας τροχοπέδη στή νίκη τοϋ ίσπανικοΟ προλεταριάτου, έμποδίζοντάς το νά πάρει τολμηρά σοσιαλιστικά μέτρα, νά έπιχειρήσει, Ιδιαίτερα, μιά άγροτική έπανάσταση πού θά τοδ έξασφάλιζε τήν Ανεπιφύλακτη ύποστήριξη τών άγροτών, ύ- ποχρεώνοντάς το νά μοιραστεί τήν έξουσία μέ φιλελεύθερους Αστούς, ένώ Επνιγαν στό αίμα τή καταλάνικη Εμπροσθοφυλακή του, τό άποστεροΟσε άπό τά πολιτικά έκεΐνα μέσα πού, πολύ περισσότερο άπ’ τά στρατιωτικά — πού άλλωστε ή Ε.Σ.Σ.Δ. τάδινε μέ τό σταγονόμετρο — , θά τοϋ Εδιναν τή δυνατότητα νά κατατροπώσει τόν ισπανικό φασισμό. Κ’ Ετσι ό Φράνκο κάθησε, Επειτα άπό Ινα μακρόχρονο καί σκληρό Εμφύλιο πόλεμο, πάνω στό κουφάρι τής 'Ισπανίας· κ’ ή γαλλική ’Αριστερά αίσθάνθηκε περισσότερο άκόμη περικυ- κλωμένη καί σ’ αύτό τώρα εύθυνόταν κι αδτή γιατί ή κυβέρνηση Μπλούμ άρνήθηκε νά δώσει δπλα στούς δημοκρατικούς — ή κι Αν τούς Εδωσε, τό Εκανε κρυφά καί σέ Ασή- μαντες ποσότητες.
Τό ισπανικό δράμα δέ στάθηκε μονάχα αίτία πανικοϋ καί πηγή άποθάρρυναης γιά τή γαλλική ’Αριστερά. Τήν Εβαλε μπροστά σέ μιά φοβερή Αντίφαση πού πολύ γρήγορα τήν αιχμαλώτισε: στόν έσωτεριχό φασιστικό κίνδυνο, δηλαδή στό φόβο μήπως ή φασιστική κηλίδα τελικά Εξαπλωθεί καί στήν ίδια τή χώρα μας, προστέθηκε καί ό έξωτε- ρικός, δηλαδή τό Ενδεχόμενο μι&ς Ενοπλης σύγκρουσης μέ τις δυνάμεις τοΟ Άξονα. Μέχρις Ενα βαθμό, ό Ισπανικός Εμ
19
φύλιος πόλεμος προδιάγραφε κιόλας τό δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο: δπλα, άεροπλάνα, στρατηγοί καί άνθρωποι πού προέρχονταν άπ’ τήν Ε.Σ.Σ.Δ. καί τή Δύση μάχονταν μέ δπλα, άεροπλάνα, στρατηγούς καί άνθρώπους πού προέρχονταν άπ’ τόν Άξονα.
Έ τσι, ή γαλλική ’Αριστερά δέν μπορούσε πιά νά Αγνοήσει — κ’ ή συνειδητή της μειοψηφία Εβλεπε καθαρά — πώς πίσω άπ’ τήν έπιφανειακή Αντινομία άνάμεσα στίς «δημοκρατίες» καί στίς «δικτατορίες», διεξαγόταν Ενας καυγάς γιά πλιάτσικο άνάμεσα σέ δυό συνασπισμούς Ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, τόν «έπιθετικό», πού όνομαζόταν ετσι γιατί, Εχον- τας Ελλειψη πρώτων είδών καί άγορών, προσπαθούσε νά έ- πιβάλει, μέ τή δύναμη τών δπλων, ενα καινούριο μοίρα- σμχ τοΰ κόσμου καί τόν «εΙρηνόφιλο», πού όνομαζόταν Ετσι γιατί εΓταν χορτάτος κ’ έτοιμαζόταν νά Αντιταχθεΐ μέ τή βία στό μοίρασμα αύτό. Προτρέποντας λοιπόν ή γαλλική ’Αριστερά τήν κυβέρνηση τής Γαλλίας νά κηρύξει τόν πόλεμο στή Γερμανία, ίπειδή ή κυβέρνηση τής τελευταίας είταν φασιστική, δέν Εκανε μ’ αύτό τόν τρόπο συμμαχία μέ τούς πλουτοκράτες τής χώρας μας, δέν τούς βοηθοΰσε νά ύπερα- σπίσουν τήν Αποικιακή καί αύτοκρατορική τους λεία πού είχε Ακόμα πιό πολύ διογκωθεί μέ τή συνθήκη τών Βερσαλλιών, νά ένισχύσουν τή κυριαρχία τους πάνω στό γαλλικό λαό καί, Γσως, νά προετοιμάσουν τό δρόμο γιά μιά γαλλική Εκδοση φασισμοΰ;
Τό δίλημμα δμως είχε καί μιάν άλλη δψη. Ή Αστική μας τάξη παράδερνε άνάμεσα σέ δυό Αντιφατικές έπιθυμίες: Απ’ τό 2να. μέρος, τήν Ιμπεριαλιστική έπιθυμία νά ύπερασπί- σει τά προνόμιά της, Εστω καί μέ τό τίμημα ένός πολέμου’ άπ’ τό άλλο, ή ταξική άλληλεγγύη πού είχε κιόλας, κάποτε, δείξει στό νικητή τοϋ 1871 καί πού τής γεννοΰσε συναισθήματα άνοχής — δηλαδή συμπάθειας — γιά τά «Ισχυρά» καθεστώτα τής ’Ιταλίας καί τής Γερμανίας κ’ Ινα κρυφό πόθο νά συμμαχήσει μαζί τους ένάντια στό προλεταριάτο. ΑύτοΙ οί ύπολογισμοί όδήγησαν τούς κ.κ. Νταλαντιέ καί Τσάμπερ-
20
λαιν στό Μόναχο καί Εκαναν τελικά 2να μεγάλο τμήμα τής γαλλικής Αστικής τάξης νά θεωρήσει σάν Ανέλπιστη σωτηρία τή στρατιωτική ήττα τοϋ 1940, πού τής Εδωσε τή δυνατότητα νά έγκαθιδρύσει τή δικτατορία τοϋ Βισύ. Χειροκροτώντας ή γαλλική Αριστερά τούς συνθηκολόγους τοΰ Μονάχου, πιέζοντας τήν κυβέρνησή μας νά συνδιαλλαγεϊ μέ τό Χίτλερ, έπειδή ενας πόλεμος ένάντιά τον θά εϊταν Ιμπεριαλιστικός, δέ συμμαχούσε μ’ αύτό τόν τρόπο μέ τό τμήμα έ- κεΐνο τών άστών πού προτιμούσε νά προσκυνήσει τόν έξω- τερικό φασισμό παρά νά ύποκύψει στό προλεταριάτο;
Ή μακριά σειρά τών «Αλυσιδωτών Αντιδράσεων» πού δέν μπορέσαμε ν’ Αναχαιτίσουμε Απ’ τό 1930 καί μετά, σιγά - σιγά μάς Εφερε στό σημείο νά μήν Εχουμε πιά νά διαλέξουμε παρά ΑνΑμεσα στό πόλεμο καί στό φασισμό. Τελι- κΑ, Αναγκαστήκαμε νά τά ύποστοΟμε καί τά δύο: καί τόν πόλεμο καί τό φασισμό.
Καί τό δίλημμα αύτό, πού μάς ταλάνιζε τήν παραμονή τοϋ 1939, δημιούργησε ΑνΑμεσΑ μας καινούριες διαιρέσεις. Ένώ ό έσωτεοικός φασιστικός κίνδυνος έπέδρασε πΑνω μας σάν ισχυρό κίνητρο ένότητας κ’ ένώ, γιά νά τοϋ φράξουμε τό δρόμο, τελικά βάλαμε τέρμα στίς διαμάχες μας, 6 Εξωτερικός φασιστικός κίνδυνος μάς χώρισε πάλι. Είχε σάν άμεση συνέπεια μιά διάσπαση μέσα στή S.F.I.O., μέ άρνηση τής έπαναστατικής ’Αριστεράς νά Ακολουθήσει τό δρόμο τής Ανίερης συμμαχίας δπου δ Μπλούμ δδηγοϋσε τό κόμμα του. Κι δταν, μετά τήν έκδίωξή της, ή μειοψηφία αύτή ίδρυσε τό Έργατοαγροτικό Σοσιαλιστικό κόμμα, δέν άργησε ν’ Αποσυντεθεί. Ot μισοί δέν ΑπεχθΑνονταν τήν ιδέα νά πολεμήσουν ένάντια στό Χίτλερ — ξεχνώντας τόν ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα τοϋ πολέμου πού έρχόταν — κ’ ot άλλοι μισοί βάλτωναν σέ είρηνιστικά βελάσματα, τό ίδιο τυφλοί καί Εκλιπαρούσαν γιά εϊρήνη μέ κάθε θυσία, σέ Εναρμόνιση μέ τούς «Ανθρώπους τοϋ Μονάχου» καί τούς μελλοντικούς «Ανθρώ
21
πους τοΟ Βισύ». Μετρημένοι στά δάχτυλα είταν αότοί πού δέν πήγαν οδτε μέ τή μιά οδτε μέ τήν άλλη πλευρά.
Κ’ ένώ ή γαλλική ’Αριστερά ζοϋσε μέσα σέ όλοκλη- ρωτική άδυναμία καί σέ δχι μικρότερη πνευματική σύγχιση τΙς τελευταίες ώρες τής άγωνίας της, τά χτυπήματα έρχονταν μέ δλο καί γρηγορότερο ρυθμό: xb Anschluss τής Αδστρί- ας, ή ύποδούλωση τής Τσεχοσλοβακίας, τό γερμανοσοβιετι- κό σύμφωνο, ή εισβολή στή Πολωνία καί κατόπιν, Οστερα άπό Ινα κώμα πού κράτησε μέχρι τήν άνοιξη τοΰ 1940 κ’ έμεινε στήν ιστορία σάν «ό γελοίος πόλεμος», τό τελευταίο χτύπημα τής στρατιωτικής πανωλεθρίας, τής είσδολής καί τής άνάρρησης τοϋ Στρατάρχη. Ή Γαλλία μέ τή σειρά της, γνώριζε τήν αίσχύνη τοϋ φασισμοϋ, ένός φασισμού πού δέν μάς έπιβλήθηκε άποκλειστικά άπ’ τό έξωτερικό. Γιατί τό καθεστώς τοΰ Βισύ, πράγμα πού πολλοί τό ξεχνάνε σήμερα, ύποστηρίχτηκε άπό Ινα σημαντικό τμήμα τών μεσαίων μας τάξεων καί δέν είταν μονάχα ύποπροΓόν τής γερμανικής κατοχής.
Μένει ν’ άναζητήσουμε, δσο γίνεται συντομότερα, τήν αιτία τής κατάρρευσης αδτής. ’Εμείς, οί άδοξοι έπιζήσαντες άπ’ τή δεκαετία 1930 - 1940, έχουμε ύποχρέωση άπέναντι σέ μιά νεολαία δίκαια δύσπιστη καί δίκαια αυστηρή, δχι νά θρηνήσουμε γιά τά λάθη μας, πράγμα πού δέν θά χρησίμευε σέ τίποτα, άλλά νά τής έξηγήσουμε πώς Ιγινε καί σταθήκαμε τόσο λίγο κύριοι τών τυχών μας.
Τήν πρωταρχική έξήγηση πρέπει νά τήν άναζητήσουμε στά βάθη τής «δποδομής». Βασική αίτία δλης αύτής τής ά- ναστάτωσης στάθηκε ή κρίση τοϋ καπιταλιστικοϋ συστήματος, κρίση δχι πιά μονάχα κυκλική, άλλά διαρκής, πού τά
πρώτα συμπτώματά της έκδηλώθηκαν στό τέλος τοϋ 1929. Γιατί θάταν Ανόητο ν’ Αποδώσουμε, δπως τό Εκανε δ Φρόυντ, σέ, δέ ξέρω κ’ έγώ ποιό, βιολογικό Ενστικτο καταστροφής καί θανάτου, Εμφυτο στήν Ανθρώπινη φύση, θάταν σφάλμα καί Ανεπιστημονικό νά Αποδώσουμε σέ δαιμονιακή θέληση, σέ νοητική Ανισορροπία, τΙς φασιστικές καί πολεμικές Ενέργειες πού δδήγησαν στή μεγάλη κατάρρευση τοϋ 1939 - 40.
’Ακόμη, θάταν σφάλμα να ύποστηρίξουμε δτι δ πόλεμος εΓταν προϊόν τοΰ φασισμού. Ό φασισμός κι ό πόλεμος είταν κ’ οί δυό τους οί συνέπειες, οί διαφορετικές άν καί περιπλεγμένες συνέπειες ένός καί τοΰ αύτοΰ πράγματος. Έ - πιασαν ρίζες στήν Γδια κοπριά, εΓταν κ’ οί δυό δ καθένας μέ τό τρόπο του, Αποτρόπαιοι καρποί ένός συστήματος πού πιά είχε γίνει έμπόδιο στήν Ανθρώπινη προόοδο, ένός οικονομικού μηχανισμοΰ Αθεράπευτα βαλτωμένου. *0 Ράντεκ είπε κάποτε δτι ή φασιστική δικτατορία εΓταν οί σιδερένιοι κύκλοι μέ τούς δποίους ή Αστική τάξη προσπαθούσε νά στηρίξει τό σαπισμένο βαρέλι τοΰ καπιταλισμού. Τό Γδιο είναι κι δ πόλεμος.7 Κι δ Ενας κι δ Αλλος εΓχαν σάν σκοπό νά παρατείνουν τεχνητά, μέ Εκτακτα μέτρα, Ενα ξεπερασμένο πιά τρόπο παραγωγής καί ιδιοποίησης πού δέν μπορούσε πιά νά Επιβιώσει μέ κανονικά καί ειρηνικά μέσα: Τό Ισχυρό κράτος, Απ’ τή μιά κι δ ύπερεξοπλισμός Απ’ τήν άλλη, εΓταν — κι Ακόμα είναι σήμερα — τά Εσχατα μέσα πού χρησιμοποιεί ή Αστική τάξη γιά ν’ Ανανεώσει τό συσσίτιο πού τής χρειάζεται γιά νά μήν πεθάνει Από Ατροφία: τό κέρδος.
Κ’ έδώ, γιά νά διαλύσουμε μιά σύγχιση πού τή συντηρούσε Εντεχνα δ φασισμός, είναι Αναγκαίο, Αλίμονο, νά τονίσουμε δτι τό «βαρέλι» τοΰ Ράντεκ δέ σάπισε κάτω Απ’ τά χτυπήματα τοΰ προλεταριάτου. Τό κύμα πού ξεσήκωσε ή Όχτωβριανή Επανάσταση είχε Από πολύ πρίν ύποχωρήσει σ’ δλη τήν Εύρώπη δταν δ φασισμός Εκανε τήν Εμφάνισή του στή σκηνή. Ή Κλάρα Τσέτκιν ύπογράμμισε σωστά δτι δ φασισμός δέν εΓταν, δπως διατεινόταν δτι είναι, ή «Απάντηση τής Αστικής τάξης στήν Εφοδο τοΰ προλεταριάτου», Αλλά
23
περισσότερο ή «Εκφραση τής παρακμής τής καπιταλιστικής οίκονομίας». Τό βαρέλι είχε σαπίσει άπό μόνο του. *0 φασισμός προσπάθησε νά δικαιολογηθεί αότοπαρουσιαζόμενος σάν «Αντανακλαστικό άμυνας». Άλλά τό κατεστημένο δέν τό Απειλοΰσε πιά ή έργατική τάξη δταν ό φασισμός σήκωσε τό ρόπαλό του ένάντιά της. Ποτέ, στήν ’Ιταλία, ή κατάληψη τών έργοστασίων — παρά τόν έπαναστατικό της χαρακτήρα — δέν πήρε τή μορφή έπαναστατικής κατάληψης τής έξουσίας κ’ είχε άπό πολύ πρίν σταματήσει δταν οΐ μεγιστάνες τοϋ μεγάλου Ιταλικοΰ κεφαλαίου άνέβασαν τό Μουσ- σολίνι στήν έξουσία. Οδτε γιά μιά στιγμή, τό γερμανικό προλεταριάτο, διχασμένο καί παραπλανημένο άπό τούς άρ- χηγούς του, δέν είχε φέρει πραγματικά σέ κίνδυνο τήν Α- σπκή κοινωνία — παρά τήν Αναμφισβήτητη έπαναστατική του ώριμότητα — δταν ot έπιχειρηματίες συγκεντρώθηκαν στό σπίτι τοϋ τραπεζίτη Σραΐντερ κι Αποφάσισαν νά καλέ- σουν τόν Άδόλφο Χίτλερ στήν καγκελαρία τοΰ Ράιχ.
Ή νίκη τοΰ φασισμοΰ λοιπόν δέν βοηθήθηκε άπό τις Ιπαναστατικές «Ακρότητες» τοΰ προλεταριΑτου Αλλ’ Αντίθετα Απ’ τήν όλιγωοία τών κακών ποιμένων τοϋ προλεταριΑτου. Ή πρώτη ήττα τής ’Αριστεράς στάθηκε στά 1918, δταν ο£ γερμανοί έργάτες δέ μπόρεσαν ν’ άδράξουν τήν εύκαιρία τής κατάρρευσης τοϋ αύτοκρατορικοϋ καθεστώτος καί τής στρατιωτικής ήττας γιά νά καταλάβουν τήν έξουσία δπως ot Ρώσοι σύντροφοί τους. Και παράλληλα, ή πρώτη Ακόμα ήττα τής ’Αριστεράς όλοκληρώθηκε δταν τό γαλλικό προλεταριάτο, έξ αίτιας τής Ιλλειψης μιάς Ικανής έπαναστατικής ήγε- σίας, στάθηκε Ανίκανο, μετά τό τέλος τών έχθροπραξιών καί παρά τό ισχυρό διεκδικητικό κίνημα πού Ανάπτυξε, νά σαρώσει τή μπουρζουαζία του καί νά Αποσοβήσει έτσι τήν άδικη είρήνη τών Βερσαλλιών, πηγή καινούργιων πολέμων καί μιά Απ’ τΙς άμεσες αίτιες τοϋ φασισμοΰ τόσο στήν Ιτ α λία δσο καί στή Γερμανία.
24
Μια άλλη αιτία τής σχετικής άνεσης μέ τήν όποία μπόρεσε να ριζώσει δ φασισμός είταν, τό ξαναλέμε άλλη μιά φορά, ή έργατική διαίρεση: ή άδελφοκτόνα πάλη άνάμεσα στούς σοσιαλιστές καί στούς κομμουνιστές συνέβαλε δχι λίγο στόν άφοπλισμό τής ’Αριστερός άπέναντι στό φασίστα άντί- παλο. Κ’ ή διαίρεση αύτή όξύνθηκε άπ’ τό γεγονός τής έξάρ- τησης τής πιό δυναμικής πτέρυγας τοϋ έργατικοΰ κινήματος στίς διακυμάνσεις τής ρωσικής εξωτερικής πολιτικής.
Τέλος last but not least, ό φασισμός έπωφελήθηκε άπ’ τόν έκφυλισμό τής έξουσίας τών σοβιέτ. Δέν ύπάρχει άμ- φιβολία δτι σέ πολλές έκδηλώσεις του μιμήθηκε τό πρότυπο πού τοϋ δινόταν άπό μιά μονολιθική καί όλοκληρωτική δικτατορία, προσωποποιημένη άπό Ιναν «άνθρωπο τής θείας πρόνοιας», στηριγμένη πάνω σέ μιά παντοδύναμη μυστική Αστυνομία καί βασισμένη πάνω σ’ Ινα καί μοναδικό κόμμα πού δέν άργησε νά χάσει κάθε δημοκρατικό περιεχόμενο καί γνώρισε μιά σειρά άπό έκκαθαρίσεις. ’Αντίθετα μ’ αύτό πού ύποστήριξε ό Μαλαπάρτε,® ό φασισμός δέν διδάχτηκε καί πολλά πράγιιατα άπό τήν Όχτωβριανή έπανάσταση τοΰ 1917, πού δέν είταν «πραξικόπημα» άλλά ενα γιγάντιο κίνημα μαζών πού βρισκόταν στούς αντίποδες τοϋ Fiihrrer- prinzip. ’Αντίθετα έμαθε πολλά άπ’ τό σταλινισμό.
Συνοψίζοντας, στήν άρχή τής δεκαετίας 1930 - 40, ή ’Αριστερά είχε πάρει στά χέρια της μιά βαρύτατα ύποθη- κευμένη κληρονομιά. Ά π ’ τό 1923, ή πάντα διορατική Κλάρα Τσέτκιν παρατήρησε δτι ό φασισμός είταν «ή τιμωρία πού έπεφτε πάνω στό προλεταριάτο γιά τό γεγονός δτι δέν συνέχισε τήν έπανάσταση πού άρχισε στή Ρωσία». ’Επρεπε νά είχαμε άπαλλαγεϊ άπ’ τόν καπιταλισμό πρίν οί έπιθανά- τιοι σπασμοί του μάς βυθίσουν στό φασισμό καί σέ καινούριους πολέμους.
Μιά καί δέν μπόρεσε, δταν ϊπρεπε, ν’ άλλάξει τόν κόσμο, δέν άπόμεινε πιά στήν ’Αριστερά παρά νά προσπαθήσει,
36
μέ άπίθανες Επινοήσεις καί μέ άτελέσφορες έπιπολαιότητες, -νά πιάσει τό φασισμό στόν ίλιγγιώδικο άγώνα δρόμου γιά τήν Εξουσία δπου αύτός είχε ριχτεί. Ή καταγραφή τών άτυχων αύτών προσπαθειών άποτελεϊ τό τελευταίο μέρος τής είσαγωγής μου — καί τό δυσκολότερο: πραγματικά, ή κα- κομοίρικη ταχτική ποΰ θά περιγράφω δέν ύπαγορεύτηκε στήν Αριστερά μόνο άπ’ τή φροντίδα νά φράξει τό δρόμο στόν έσωτερικό φασισμό. ΕΓχε κι άλλα κίνητρα — «ίερή συμμαχία» ένάντια στόν έξωτερικό έχθρό, ύπαγωγή στήν Εξωτερική πολιτική τής Ε.Σ.Σ.Δ. κλπ. “Ύστερα, οί γενικεύσεις ποΰ θά έκθέσω βγήκαν απ’ τήν πείρα πού συσσωρεύτηκε άπό διάφορες χώρες, μέ άφαίρεση βέβαια τών ιδιομορφιών τής καθεμιάς. Τό πεδίο παρατήρησής μου θάναι τόσο ή Ιταλία -κ’ ή Γερμανία δσο κ’ ή Γαλλία.
Πολλοί εΓταν οί άγωνιστές τής δεκαετίας τοΰ 30 πού, συμφωνώντας μέ τήν αύστηρή κρίση τής Κλάρας Τσέτκιν, συμπέραναν βτι δ σιγουρότερος τρόπος γιά νά άναχαιτ:στεΐ δ φασισμός είταν νά τοΰ κοπεί τό χόρτο κάτω άπ’ τά πόδια του καί νά γίνει, σύμφωνα μέ τήν έκφραση τοΰ Μαρσώ Πι- -βέρ, «πρώτα άπ’ δλα ή έπανάσταση». 'Ομως, άλίμονο, μιά Επανάσταση δέν ξεσπάει κατά διαταγή καί σέ καθορισμένη ώρα κι δχι άπ’ τή διαμόρφωση τών κατάλληλων Αντικειμενικών συνθηκών, άλλ’ άπ’ τό λόγο μόνο τής ύπαρξης τής φασιστικής άπειλής. Ή τεχνική τής προλεταριακής Επανάστασης δέν είναι, τό ξαναλέμε, μιά τεχνική «πραξικοπηματική». Είταν άδύνατο νά ύποσκελιστεΐ ό φασισμός μέ μπλαν- κιστικές* Ενέργειες. Ή προληπτική (pr6ventive) Επανάσταση πέτυχε — ή μάλλον παρά λίγο νά πετύχει — μονάχα στήν 'Ισπανία κι αύτό γιατί, σ’ αύτή τή χώρα, τό φασιστικό πραξικόπημα Εγινε σέ περίοδο αύθεντικής Επαναστατι
* Ό ΑΟγουστος ΜπλανκΙ (1805-1881), περίφημος Γάλλος σο- ■σιαλιστής έπαναστάτης, ύποστήριζε βτι ή κατάργηση τών άπολυ- ταρχικων καθεστώτων θά είναι αποτέλεσμα τής ήρωικής καί τολμηρής δράσης Ολιγάριθμων, σκληρά πειθαρχημένων καί φανατισμένων ομάδων κι 8χι μιας μαζικής λαϊκής έπανάστασης (σ.τ.μ.).
κής κατάστασης: ή πρωτοβουλία τοϋ Φράνκο στάθηκε ή σταγόνα πού Ικανέ τό ποτήρι νά ξεχειλίσει" ή έπανάσταση είχε ώριμάσει. ’Αλλοϋ, στήν Ιταλία, στή Γερμανία καί στή Γαλλία, τό έργατικό κίνημα δέ μπόρεσε ή 5έ θέλησε νά κατα- φύγει στό δπλο τής προληπτικής έπανάστασης. Σ’ αύτές τΙς τρεις χώρες λοιπόν, ή ’Αριστερά δέν είχε ν’ άπαντήσει στό φασισμό παρά μέ μιά πρόσκαιρη άντεπίθεση. "Ας δοϋμε μέ ποιό τρόπο τό Εκανε.
ΠρΙν άρπάςει τήν έξουσία ό φασισμός άρχισε νά τσακίζει καί νά τρομοκρατεί τό προλεταριάτο μέ τΙς παραστρα- τιωτικές του δμάδες. Ή ’Αριστερά προσπάθησε ν’ άπαντή- σει μέ τήν «έργατική αύτοάμυνα». ’Αλλά ή μειονεκτική της θέση σ’ 2να πεδίο μάχης διαλεγμένο άπ’ τό φασισμό, εϊταν δλοφάνερη. Στήν ’Ιταλία καί στή Γερμανία, τό άστικό κράτος είχε τερά<ττια άποθέματα έπιείκειας γιά τις φασιστικές συμμορίες, ένώ κατάπνιξε, δηλαδή άπαγόρευσε, τΙς δμάδες προστασίας τής έργατικής τάξης. Κ’ ή Γδια ή ’Αριστερά, πιστεύοντας δτι τήν ώφελοϋσε ή προσκόλλησή της στή νομιμότητα, άπόφυγε τελικά νά τΙς χρησιμοποιήσει. Στή Γαλλία, δ έμφύλιο; πόλεμος δέν ξεπέρασε τήν έμβρυακή φάση. Κι δμως οί λίγκες τών φασιστών, παρά τό δτι είχαν διαλυθεί άπ’ τό νόμο, μπόρεσαν νά άνασυσταθοϋν ένώ δ ϊδιος αυτός νόμος χτύπησε άμείλικτα τούς σχηματισμούς τής άκρας ’Αριστεράς, δπως π.χ. τό Βορειοαφρικανικό ’Αστέρι.
Κατόπιν, δ φασισμός ξεχύνεται γιά τήν κατάκτηση τοΰ έκλογέα μέ μιά θορυβώδικη καί κυνική προπαγάνδα. 'Η ’Αριστερά έβλεπε καταπτοημένη τά καινούρια αύτά τερτίπια. Κ* έδώ πάλι δπερφαλαγγίστηκε. Δέν μποροΰσε νά Ιδιοποιηθεί — ή δέν ϊπρεπε νά τό κάνει — τις καινούριες αύτές καί τόσο άποτελεσματικές μέθοδες προπαγάνδας: πρώτα- πρώτα γιατί δέν είχε στή διάθεσή της τΙς τεράστιες οίκο- νομικές πηγές καί τά μέσα δημοσιότητας πού τό μεγάλο κεφάλαιο παραχωροΰσε στό φασισμό κ’ δστερα γιατί τό νά
27
έγκολπωθεϊ τό μεγαλύτερο μέρος άπ’ αύτές τΙς άνέντιμες ύποσχέσεις, θά σήμαινε γι’ αύτήν αύτοάρνηση. Κι δμως, πολύ συχνά ή ’Αριστερά ϊπεσε στό πειρασμό τοϋ μιμητισμοϋ. Στήν προσπάθειά της νά συναγωνιστεί τό φασισμό, κατάληξε νά τοϋ μοιάζει. ’Εκτέθηκε στόν κίνδυνο νά δεϊ τΙς μάζες νά γίνονται περισσότερο εύαίσθητες άπέναντι στή φασιστική προπαγάνδα, άπ’ δσο άπέναντι στήν άντιφασιστική άντανάκλα- σή της. ’Ενώ πίστευε δτι προφυλάγεται άπ’ τό φασισμό, πι- θηκίζοντάς τον, στή πράξη ίριχνε νερό στό μύλο του.
"Ας άπαριθμήσουμε μερικούς άπ’ τούς πιθηκισμούς αύ-τούς.
Ό φασισμός περιφρονεΐ τΙς μάζες. Δέν διστάζει νά τΙς πιάσει άπ’ τό άδύνατο σημείο τους. ΤΙς χαρακτηρίζει θηλυκές καί εύχαριστιέται νά δηλώνει δτι θά τΙς «βιάσει». Γιά νά τό κάνει αύτό χρησιμοποιεί Ινα σωρό βλακοπαγίδες — σύμβολα, μεγαλοπρεπείς σκηνοθεσίες κλπ. Ό σοσιαλισμός, άντίθετα, δέν περιφρονεΐ τΙς μάζες, θά τΙς ήθελε καλύτερες άπ’ δτι είναι, «κατ’ εικόνα» τής πρωτοπορίας τοΟ προλεταριάτου πού είναι δ ίδιος άπόρροιά της. Γι’ αύτό πρέπει νά προσπαθεί νά ά'/υψώσει, κι δχι νά χαμηλώσει, τό ήθικό καί διανοητικό τους έπίπεδο. Δέν πρέπει νά άπευθύνεται, δ- πως ό φασισμός, στά κατώτερα ίνστικτα τοϋ δχλου, στήν ύστΐρία πού «δυνάμει» βρίσκεται μέσα του. Παρ’ δλ’ αύτά, τόν καιρό τοϋ Λαϊκοϋ Μετώπου, Ινας καθηγητής, είδικός στούς «βιασμούς τών μαζών», άκουγόταν πολύ στούς κύκλους τής S.F.I.O. Ό ίδιος δέν είταν άλλωστε πού, στή Γερμανία, πίστεψε δτι θά ξορκίσει τά δαιμόνια τής χιτλερικής σβάστι- κας δωρίζοντας στούς σοσιαλδημοκράτες τά συμβολικά άλλά άνίσχυρα τρία βέλη;
Ό φασισμός Εκμεταλλεύεται πρδς δφελός του τό θρησκευτικό συναίσθημα πού αΙώνες κυριαρχίας τοΰ άνθρώπου πάνω στόν άνθρωπο, άμάθειας καί άθλιότητας φύτεψαν βαθιά μέσα στά άνθρώπινα κεφάλια. Ό σοσιαλισμός θάπρεπε ν’ άπευθυνθεϊ μονάχα στή Λογική καί, άντί νά χρησιμοποιήσει γιά τούς σκοπούς του τή θρησκευτικότητα τών μαζών, νά άποβλέψει στό ξερίζωμα τών ύλικών αιτίων. 'Ομως ή ’Αριστερά νομίζοντας δτι Ετσι ύποσκελίζει στόν άγώνα δρόμου τό φασισμό, προσπάθησε νά μιμηθεΐ μερικές άπ’ τις λειτουργίες του, άρχίζοντας άπ’ τό μύθο τοΰ «θεόσταλτου άνθρώπου», πού διαδοχικά μεταφυτεύτηκε άπ’ τό φασιστικό στό σταλινικό κράτος καί κατόπιν άπ’ τό φασισμό στόν άντι- φασισμό. Έτσι, στά 1936 εΓδαμε τόν Λεόν Μπλούμ νά Εμφανίζεται, άνάμεσα στά διασταυρούμενα πυρά τών προβολέων, σέ Εκστατικούς σοσιαλιστές πού κραύγαζαν ρυθμικά καί μέχρις έξαντλήσεως τό δνομά του, Ενώ στό άντικρυνό κτίριο τό «παιδί τοΰ λαοΰ»* ξεσήκωνε παρόμοιο παραλήρημα στούς πιστούς του. Υπνωτίζοντας τό λαό τής Γαλλίας, μέ τΙς βολταιρικές καί Ελευθερόφρονες παραδόσεις, μέ τέτοιες Ενέργειες, δέν διευκόλυναν Ετσι, σ’ Ενα κάποιο βαθμό καί μακροπρόθεσμα, τήν Εκρηξη τοΰ μύθου τοΰ Στρατάρχη «πού δίνει τή ζωή του γιά τή Γαλλία»;
Ό φασισμός δέ διστάζει νά παραπλανήσει τις μάζες μέ μιά δημαγωγία «γιά δλα τά γούστα». Υπόσχεται τόν ούρα- νό μέ τ’ άστρα σέ κάθε κοινωνική κατηγορία, άδιαφορώντας γιά τό δτι φορτώνει μέ άντιφάσεις τό πρόγραμμά του. Ό σοσιαλισμός, άκριβώς γιατί σέβεται τΙς μάζες, δέν θάπρεπε ν’ άκολουθήσει καί σ’ αύτό τό πεδίο τό φασισμό. Καί γιά Εναν άκόμη λόγο, πού μάς ξαναφέρνει στό πρόβλημα τών μεσαίων τάξεων: Ό σοσιαλισμός δέ μπορεϊ ν’ άνακατέψει σ’ Ενα πο-
* Άναφέρεται στόν τότε άρχηγό τοϋ Κ.Κ.Γ. ΜωρΙς Τορρέζ, πού τύν άποχαλούσαν οΐ Γάλλοι κομμουνιστές «γιό τοΰ λαοΰ» (σ.τ.μ.).
29
νηρδ κοκταίηλ τόν δπισθοδρομικό άντικαπιταλισμδ τών μικροαστών — πού θάθελαν νά ξαναγυρίσουν στόν προ καπιταλιστικό «χρυσό αιώνα» — μέ τόν προοδευτικό άντικαπιτα- λισμό τών έργατών πρέπει νά τονίζει πάντοτε δτι ή μικροαστική καί ή έργατική τάξη συνθλίβονται, καθεμιά μέ τόν τρόπο της, άπ’ τδ μεγάλο κεφάλαιο, γιά νά μπορέσει νά τΙς συνενώσει στήν άμεση πάλη ένάντια στά μονοπώλια. 'Α).λά πρέπει νά παραμένει άδιάλ?.ακτος στά βασικά σημεία τοΰ σοσιαλιστικού τον προγράμματος· άλλιώς, δέ θά κατορθώσει νά καταφέρει άποφασιστικά χτυπήματα στόν καπιταλισμό, δηλαδή νά έπιβάλει μιά κοινωνία δικαιότερη καί άνθρω- πινότεοη γι αυτούς πού τήν άποτελονν. Μολοντούτο, εϊδαμε στή Γαλλία άπ’ τό 1935 καί μετά, ενα μεγάλο έργατικδ κόμμα νά προσπαθεί νά άποσπάσει τόν έκλογέα άπ’ τό φασισμό πιθηκίζοντας τή «γιά δλα τά γούστα» δημαγωγία τοΰ τελευταίου σέ τέτοιο βαθμό, ώστε κάποτε-κάποτε οί άκροατές του δυσκολεύονταν νά πείσουν τούς έαυτούς τους δτι δέν ά- κοΰνε λόγο τοΰ συνταγματάρχη ντέ λά Ρόκ.
Ά π’ δλα τά δργανα πού διαθέτει ή φασιστική δρχή- στρα, αύτό πού βγάζει τούς έλκυσν.κότερους ήχους, είναι, χωρίς άμφιβολία, δ έθνικισμός. Κ’ είναι άκόμα άπό έκεΐνα πού λιγότερο άπ’ δλα τά άλλα θάπρεπε νά χρησιμοποιηθεί άπ’ τήν Αριστερά, πού ή Διεθνής της έκφράζει σ’ δλες τις γλώσσες τοΰ κόσμου τδ ιδανικό τής παγκόσμιας άδελφοσύ- νης. Κι δμως ή ’Αριστερά νομίζοντας δτι μ’ αύτό τόν τρόπο διεκδικεΐ τούς «πατριώτες» άπ’ τδ φασισμό, ίχωσε ξαφνικά καί τή λέξη i(h<ος στό λεξιλόγιό της. Ά π ’ τό 1932 κιόλας, τήν έποχή τής κατοχής τοΰ Ρούρ, τό γερμανικό Κ Κ . ρίχτηκε στήν έθνική πλειοδοσία, φτάνοντας μέχρι νά έξυμνεϊ τδ μάρτυρα Σλάγκετερ. Ά π’ τά 1930 μέχρι τά 1932, έπεσε πάλι στά Ιδια άμαρτήματα. Στή Γαλλία, είδαμε διαδοχικά τούς νεοσοσιαλιστές νά έγγράφουν τό ϊθνος στή πρώτη θέση τοΰ πιστεύω τους, ένώ οί κομμουνιστές σύ/τροφοί μας ξελαρυγ-
30
γιάζονταν διαλαλώντας τήν «άγάπη γιά τή χώρα μας». ’Αλλά ή πλειοψηφία τών «πατριωτών», έρεθισμένη έτσι άκόμα πιό πολύ στή σωβινιστική της ύστερία, δμως πάντα δύσπιστη άπέναντι στήν ’Αριστερά, έκτίμησε δτι ό φασισμός είταν καταλληλότερος άπ’ αύτή γιά νά ένσαρκώσει τήν έθνική Ιδέα. Πολλοί άπ’ αύτούς, κάτω άπ’ τή γκλίτσα τοϋ Μωρράς,* δ- δηγήθηκαν τελικά στό μαντρί τοΰ Στρατάρχη.
Ό φασισμός, άν καί στό βάθος δέν ένδιαφέρεται παρά γιά μιά μονάχα λατρεία, τή δική του, προβαίνει μέ εύχα- ρίστηση σέ παραχωρήσεις στήν παλιά παραδοσιακή θρησκεία, πού τή χρειάζεται γιά νά όλοκληρώσει καί νά σταθεροποιήσει τήν έπιβολή του πάνω στίς μάζες. Ό σοσιαλισμός, άν καί σέβεται τΙς θρησκευτικές πεποιθήσεις τοϋ καθενός, δέ θάπρεπε ποτέ νά σταματήσει νά έξηγεί δτι «ή θρησκεία είναι τό δπιο τοϋ λαοϋ». 'Ομως κ’ έδώ άκόμα, ή ’Αριστερά θεώρησε φρόνιμο νά μιμηθεΐ τό φασισμό καί, βάζοντας τέρμα στήν άντικληρική της προπαγάνδα, «άπλωσε τό χέρι στούς καθολικούς». Μιά τέτοια ένέργεια, μέ τήν έλαστική άσάφειά της, άναγκαστικά θά τήν έφερνε μακρύτερα: δέν στράφηκε μονάχα στό άτομο χριστιανό, πράγμα θεμιτό καί μάλιστα σωστότατο σάν τακτική, άλλά «άπλωσε τό χέρι» στόν πολιτικό καθολικισμό. Ή έπανάληψη αύτής τής χειρονομίας στή διάρκεια τής ’Αντίστασης κι άργότερα, ό «τρικομματισμός», είχε σάν άποτέλεσμα νά ξανακαταλάβει ή καθολική Ιεραρχία καί τά κοινοβουλευτικά της τσιράκια θέσεις πού ή λαϊκή ’Αριστερά είχε καταχτήσει μέ σκληρή πάλη, σέ βαθμό πού σήμερα, φωτισμένοι χριστιανοί νά άναθεματίζουν πρώτοι άπ’ δ-
* Σάρλ Μωρράς : 'Ηγέτης καί θεωρητικός τοΰ γαλλικού ύπερ- συντηρητισμοϋ, ίπαδός τής μοναρχίας καί φανατικές αντίπαλος κάθε δημοκρατικής Ιδέας. 'Ιδρυτής τής Γαλλικής Βράσης, εφημερίδας άντι- δημοκρατικής κατεύθυνσης, υποστήριξε τ6ν ΠεταΙν καί καταδικάστηκε τό 1945 σέ Ισόβια δεσμά για συνεργασία μέ τόν εχθρό (σ.τ.μ.).
31
λους τό Αντιδραστικό M.R.P * Ή άνοιχτή συμποφάταξη τής Εκκλησίας καί τοΟ φασισμοΰ, στό καθεστώς τοϋ Πεταίν, θάπρεπε νά κάνει πιό έπιφυλαχτική τήν ’Αριστερά.
Ό φασισμός διαλαλεϊ δτι είναι δ καλύτερος ύπερασπι- στής τής άστικής οικογένειας καί κραυγάζει δτι τό είδος πρέπει νά πολλαπλασιαστεΐ. 'Οπου κατέχει τήν έξουσία, ot άντισυλληπτικές μέθοδες άπαγορεύο/ται αυστηρότατα κ’ ή γυναίκα προορίζεται γιά τό ρόλο τής «μάνας-κουνέλας». Ό σοσιαλισμός, φωτισμένος άπ’ τό περίφημο έργο τοΰ Ένγκελς, σέ καμιά περίπτωση δέ θάπρεπε νά γίνει κι αύτός όπεραοπι- στής τής πατριαρχικής οίκογένειας. Κι δμως, ot άναγνώστες της Ούμανιτέ, πολλές φορές είδαν έκπληκτοι τήν έφημε- ρίδα τους νά σπεύδει ξαφνικά «σέ βοήθεια τής οίκογένειας», νά καταδικάζει τό μαλθουσιανισμό καί νά έκθειάζει τή γονιμότητα τής φυλής. ’Ακόμη περισσότερο νερό στό μύλο τοΰ έχθροϋ.
Ό φασισμός, μόλις καταφέρει νά διαδώσει άρκετά τή προπαγάνδα του στίς λαϊκές μάζες μέ τά τεχνάσματα πού άναφέραμε κα μόλις κατορθώσει νά παγιδέψει άν δχι τήν πλειοψηφία, τουλάχιστον ένα μεγάλο τμήμα τοΰ έκλογικοϋ σώματος, ξεχύνεται γιά τή κατάληψη τής έξουσίας. ’Αλλά έχει Ινα δικό του τρόπο γι’ αύτό. Ξέρει δτι ή κατάληψη αύτή δέν είναι γι αυτόν ζήτημα δύναμης. Ξέρει δτι μπο- ρεϊ νά βασίζεται στή συναίνεση τής πολιτικά καί οικονομικά Ισχυρότερης μερίδας τής άστικής τάξης. Έ χ ε ι έξασφαλι- σμένη, έπειτα, τή συνενοχή τών άρχηγών τοΰ στρατοΰ καί
* M ouvement R lpublicain Populaire (Λαϊκό Δημοκρατικό Κίνημα), πολιτικό κόμμα πού Ιδρύθηκε στά 1944, Χριστιανοδημο- κρατικής κατεύθυνσης (σ.τ.μ.).
32
τής Αστυνομίας, καθώς καί τής Ανώτερης διοικητικής γραφειοκρατίας' δσο γιά τούς πολιτικούς πού βρίσκονται άκόμα έπικεφαλής τοϋ Αστικο-«δημοκρατικοΰ» κράτους, ξέρει δτι κι άν δέν είναι δλοκληρωτικά δικοί του, δέν πρόκειται νά τοϋ άντιτάξουν ένοπλη Αντίσταση: ή ταξική Αλληλεγγύη είναι ισχυρότερη άπ’ τή διαφορά συμφερόντων ή μεθόδων. Έτσι, δταν συμπληρωθούν δλες οί ψυχολογικές καί συνταγματικές προϋποθέσεις, θρονιάζεται, χωρίς φασαρίες, στήν κρατική μηχανή. Ό ταν γαντζωθεί σταθερά στήν έξουσία, παραμερίζει χωρίς κόπο τούς μή φασίστες πολιτικούς πού τόν έγκα- τέστησαν προσωρινά έκεΐ.
Ό σοσιαλισμός δέ μπορεί ν’ Ακολουθήσει τήν ίδια ταχτική. Γιατί, είτε τό θέλει είτε δχι, είναι ό ταξικός άντίπα- λος έστω καί «δημοκρατικός», τού άστικοϋ κράτους. Έτσι, δέ μπορεϊ νά καταχτήσει τήν έξουσία παρά μέ σκληρή πάλη, συντρίβοντας, μόλις κατορθώσει νά πάρει τήν έξουσία, τή λυσσαλέα Αντίσταση δλων τών έχθρικών δυνάμεων. "Αν ένεργήσει διαφορετικά, μπορεί Αναμφίβολα «νά πάρει τήν έξουσία», Αλλά δέ θά τήν έχει παρά μόνο φαινομενικά, αΙχμάλωτος τοΰ Αστικοΰ κυβερνητικοϋ μηχανισμοΰ. Ό έξυπνος Λεόν Μπλούμ είχε Από πολύ καιρό καταλάβει αύτή τή στοιχειώδη Αλήθεια. Καί καθώς, Αλλωστε, σεβόταν πολύ τήν κατεστημένη τΑξη γιά νά έπιχειρήσει νά μπει μέ «διάρρηξη» μέσα στή κρατική μηχανή, εύχόταν νά μήν τοΰ δοθεί ποτέ ή εύκαιρία ν’ Ανεβεί στήν έξουσία. Παρελθέτω Απ’ έμοΰ τό ποτήριον τοΰτο! Στά 1936 δμως, ή γαλλική ’Αριστερά, πανι- κοβλημένη Απ’ τή φασιστική Απειλή, πίστεψε δτι τής παρουσιαζόταν μιά μεγάλη εύκαιρία νά δρέψει τόν ώριμο καρπό τής ’Εξουσίας. Καί καθώς είχε καταγάγει μιά έκλογική νί- κη, χάρη στό συνασπισμό της μέ Αστικά κόμματα, φαντάστηκε δτι τό φρούριο θά τής άνοιγε δλες του τΙς πόρτες διά- πλατες, δπως άλλωστε τόχε κάνει γιά τό φασισμό.9 ’Αλίμονο δμως, στό Παρίσι τό σενάριο ξετυλίχτηκε όλωσδιόλου δια
3 33
φορετικά άπ’ δτι στή Ρώμη καί στό Βερολίνο. Ή κυβέρνηση τοϋ Λαϊκοϋ Μετώπου στραγγαλίστηκε άπ’ τό άστικό κράτος ποΰ μαζί του θέλησε νά συνταυτιστεί. Έ να μόνο παράδειγμα, ιδιαίτερα συμβολικό: στίς 16 τοϋ Μάρτη 1937, στό Κλισύ, παρά τό δτι τό ύπουργεΤο έσωτερικών κατεχόταν άπό Ινα σοσιαλιστή, ή άστυνομία καί ή πολιτοφυλακή πυροβόλησαν, δχι τΙς φασιστικές συμμορίες πού εΓχαν συγκεντρωθεί έκεϊ, άλλά έργάτες σοσιαλιστές" σκοτώθηκαν άρκετοί καί, άνάμεσα στούς τραυματίες, είταν κι δ διευθυντής τοϋ σοσιαλιστικού γραφείου τοϋ σοσιαλιστή πρωθυπουργοΰ.
Καί, ένώ στήν ’Ιταλία καί τή Γερμανία ot μή φασίστες πολιτικοί πολύ γρήγορα πετάχτηκαν Εξω άπ’ τή κυβέρνηση, στή Γαλλία, έκεΐνοι πού τελικά ϊμειναν κύριοι τοΰ πεδίου είταν ot μή σοσιαλιστές ύπουργοί. *0 Μπλούμ, άφοϋ δοκίμασε, παρά τή θέλησή του, τό ποτήριον, δέν έκανε τίποτα γιά νά τό έμποδίσει νά τοϋ φύγει.
Ή κατάρρευση τής Άριστεράς — ή αύτοϋ πού άπόμειν* άπ’ αύτήν — ϊφτασε στό άπόγειό της μετά τό θρίαμβο τοϋ τρομεροΰ της άντιπάλου. Συμπεριφέρθηκε δπως περίπου ot γιατροί πού, άντιμετωπίζοντας μιά άγνωστη άρρώστια, άρ- νιώνται νά δεχτοΰν δτι ή έπιστήμη τους έχει έλλείψεις καί δίνουν άντιφατικές διαγνώσεις. 'Οταν ή θεομηνία δέν εΓταν παρά στίς άρχές της, 6 Δρ. τόσο-τό-καλύτερο δήλωσε δτι δ φασισμός δέν εΓταν δυνατό νά διαρκέσει, δτι εΓταν μιά παροδική κ’ έπεισοδιακή έπιδημία κι δτι δέν θ’ άργοΰσε ν’ άπο- συντεθεϊ καί νά διαλυθεί κι άκόμα δτι έπρεπε «νά περά σουμε άπό τήν κόλαση τής φασιστικής διχτατορίας» (sic) γιά νά άπολαύσουμε τΙς άνείπωτες χαρές τής προλεταριακής ’Επανάστασης. Στό βαθμό πού τό κακό άπλωνόταν καί ρίζωνε, δ Δρ. τόσο-τό-χειρότερο έκδήλωσε τό φόβο δτι, άντί- θετα, έ φασισμός, παρά τΙς έσωτερικές του άντιφάσεις, Γσως είναι Ικανός νά διαρκέσει γιά άόριστο χρόνο. Διαλαλώντας
34
δτι θά μείνει γιά μιά χιλιετηρίδα, 6 Χίτλερ τελικά κατάφερε νά πείσει τούς Αντιπάλους του γι’ αύτό.
Αύτή ή ύπερεχτίμηση τών δλοκληρωτικών καθεστώτων, αύτή ή έλλειψη έμπιστοσύνης στή διαλεχτική έξέλιξη τής Ιστορίας καί στήν άκατανίκητη πορεία τοϋ κόσμου πρός τήν έλευθερία, Εκαναν τήν ’Αριστερά τής Γαλλίας νά στραφεί, μετά τή καταστροφή τοϋ 1940, τόσο πρός τό Βισύ δσο καί πρός τό Λονδίνο. Ένας άριθμός, οΐ λιγότεροι, θεώρησαν δτι ίπρεπε νά προσαρμοστοϋν στό τετελεσμένο τής φασιστικής νίκης — καί κατάληξαν στήν προδοσία’ άλλοι, ot περισσότεροι, φαντάστηκαν καλόπιστα δτι μόνο ή συντριπτική οίκονο- μικοστρατιωτική άνωτερότητα τών άγγλοσαξωνικών ιμπεριαλισμών μπορούσε νά τά βγάλει πέρα μέ τό δλοκληρωτικό τέρας. Έτσι, ή ’Αριστερά, σ’ δλη τή διάρκεια τής τραγικής δεκαετίας, δέ στάθηκε ίκανή νά νικήσει τό φασισμό μέ τά δπλα τοϋ σοσιαλισμού. Κατάφυγε, άντίθετα, σ’ δλα τά τεχνάσματα καί σ’ δλα τά κομπογιαννίτικα γιατροσόφια* Ιφτασε μέχρι νά μιμηθεΐ τό φασισμό, μέ τό πρόσχημα δτι Ιπρεπε νά τόν ύποσκελίσει. Καί, γιά νά τελειώνουμε, δέ βρήκε τίποτα καλύτερο νά κάνει άπ’ τό νά έγκαταλείψει τήν ύπό- θεσή της στά χέρια δχι μονάχα ένός στρατηγού μέ φασιστική ιδιοσυγκρασία, άλλά κ’ ένός συνασπισμού μεγάλων δυνάμεων πού ό άληθινός σκοπός τους εϊταν περισσότερο ή παγκόσμια ήγεμονία καί λιγότερο ή συντριβή τοϋ φασισμοΰ. "Ετσι, ή στρατιωτική νίκη πάνω στίς δυνάμεις τοΰ Άξονα δέν άπάλλαξε τό κόσμο ούτε άπ’ τό φασιστικό κίνδυνο οδτε άπ’ τό φόβητρο τοΰ πολέμου. Τό βλέπουμε ξεκάθαρα σήμερα.
θ ά εϊταν άναμφίβολα σφάλμα νά μένουμε, τή σημερινή έποχή, έπηρεασμένοι άπ’ αύτά πού προηγήθηκαν. Τά σοβαρά καί ζωτικά προβλήματα πού ϊχουμε νά λύσουμε τώρα δέ μπαίνουν μέ τούς ίδιους άκριβώς δρους σάν αύτούς πού έκτέ- θηκαν παραπάνω. Ή στρατιωτική νίκη τοΰ 1945 είχε τουλά
36
χιστον σάν άμεσο θετικό άποτέλεσμα νά ριχτεί, γιά Ινα χρονικό διάστημα, στόν κάλαθο τών άχρήστων ό φασισμός τής δημαγωγίας καί τής μπόττας. Ή άστική τάξη άναγκάστηκε νά καταφύγει σέ λιγότερο προκλητικά καί πονηρότερα μέσα κυριαρχίας.
Ά ς μή ξεχνάμε δμως δτι ό φασισμός τού κλασικού τύπου δέν είναι παρά μιά άπ’ τΙς μορφές πού μπορεί νά πάρει ή Αντεπανάσταση. "Επειτα, ή πείρα Ιδειξε δτι, στίς χώρες πού ύποδούλωσαν, τά φασιστικά καθεστώτα κλασικού τύπου όδηγήθηκαν μέχρι Ινα βαθμό σέ άστυνομικοστρατιωτικές πα- παδοκρατικές δικτατορίες, άπ’ δπου οί πληβείοι μέ τούς χρωματιστούς χιτώνες λίγο-πολύ παραμερίστηκαν.
Κι άς μή ξεχνάμε άκόμη δτι ή μόνιμη κρίση τοΟ καπιταλιστικού συστήματος σοβεί πάντοτε, παο’ δλο πού μετριάζεται κάπως άπ’ τΙς ένέσεις άμερικανικών δολλαρίων καί τόν άτλαντικό έπανεξοπλισμό. Τό ισχυρό κράτος, μέ ή χωρίς τις φασιστικές δμάδες, θά συνεχίσει νά γεννοβολιέται— δπως κι 6 πόλεμος, πυρηνικός αύτή τή φορά — πάνω στήν κοπριά τής καπιταλιστικής παρακμής.
Στή Γαλλία, ή ϊλλειψη διάδοχης κατάστασης σ’ Ινα προσωπικό καθεστώς* πού χάνει τή ζωτικότητά του καί 6- λοένα καί περισσότερο άπομονώνεται άπ’ τή χώρα, πού βασίζεται στό στρατό, στήν άστυνομία καί σ’ Ιναν άνώτερο διοικητικό μηχανισμό μέ φασιστικές τάσεις θά μπορούσε, άν έκδηλωνόταν ξαφνικά, νά μάς βάλει μπροστά σ’ Ινα δίλημμα: στρατιωτική διχτατορία ή Λαϊκό Μέτωπο, θά πρέπει λοιπόν νά εύχηθοΰμε αύτή τή φορά τό καινούριο αύτό Λαϊκό Μέτωπο νά στηριχτεί στήν έργατική τάξη, νά μήν ύπο- νομευτεΐ οδτε άπό άφύσικες πολιτικές συμμαχίες ούτε άπό ρεφορμιστικές αύταπάτες, νά μήν ύποταχτεί στήν έξωτερική πολιτική καμιάς μεγάλης δύναμης καί τέλος νά Ιχει τή δυνατότητα νά τραβήξει μέ τό μέρος του μιά σκεπτικιστική νεολαία πού, σήμερα, δέν άκολουθεΐ κανένα.
* Ή είσαγωγή γράφτηκε δταν άκόμα ζοΰσε 6 στρατηγός Ντέ Γκώλ κ’ είταν πρόεδρος τής Δημοκρατίας στή Γαλλία (σ.τ.μ.).
1
ΠρΙν ά π ’ τήν καταστροφή
( 1 9 3 2 )
Τό πρώτο αυτό μέρος εϊναι ή περιγραφή ένός ταξιδιού πού έκανα μέ τά πόδια, τόν Αύγουστο - Σεπτέμβρη τον 1932, γυρίζοντας δλη τήν τότε προχιτλερική Γερμανία. ’Έφερα μιά σειρά άπό άρθρα πού δημοσιεύτηκαν το φθινόπωρο τής ίδιας χρονιάς σέ διάφορα περιοδικά: ατό είκονογραφημένο Vu’ στό έβδομαδιαΐο Monde, πού διεύθυνε ό Ά νρύ Μπαρμπύς· στή συνδικαλιστική έπαναστατική έπιθεώρηση La revolution prol6tarienne και στό εικονογραφημένο κομμουνιστικό Regards.®
’Εκείνη τήν έποχή ό έκδότης δέν έκρινε δτι έπρεπε νά συμπεριλάβει κι αυτές τις μαρτυρίες πού έγώ θεωρούσα δτι έπρεπε νά μποϋν σάν είσαγωγή στό ρεπορτάζ μου γιά τή Γερμανία τής επόμενης χρονιάς: Ά πό δώ πέρασε ή Φαιά Πανούκλα. Μέ τό πέρασμα τών χρόνων, ξαναδιαβάζοντάς τες, δέν θεώρησα σωστό νά τις δημοσιέφω δπως είχαν. Είταν κόπον - κάπου δυσνόητες. Τούς έλειπε ή ομοιογένεια.Κ άποτε-κάποτε απομακρύνονται άπ' τό ουσιαστικό θέμα: τήν άνοδο τον έθνικοσοσιαλι- σμοϋ. JY αύτό προτίμησα, μέ τή βοήθεια αυτής
37
τής πρώτης ϋλης, νά ξανακάνω σέ στύλ αντο- βιογραφιχό, τήν περιγραφή τον πρώτον μου ταξιδιον. "Ετσι, τό κείμενο πού άκολουθεϊ έδώ, είναι άνέκδοτο. Δέν ύπήρχε στίς προηγούμενες άπ' αύτήν έκδόσεις τής Φαιας Πανούκλας.
ΤΙς τελευταίες μέρες τοϋ Αύγουστου τοϋ 1932, Αποφασίζω νά κάνω 2να μεγάλο ταξίδι μέ τά πόδια στή Γερμανία, μέ τό σάκκο μου στήν πλάτη, σύμφωνα μέ τά γερμανικά ίθιμα. Προετοιμαζόμαστε μέ μεγάλη φούρια, έγώ κι 6 φίλος πού θά έρχόταν μαζί μου. Στά πόδια τοϋ όχυροϋ τής Ρομανβίλ, τό γειτονικό μας κανάλι τής Οδρκ, ξετυλίγει ήρεμα τήν ίσια γραμμή του. Γιά νά συνηθίσουμε στίς πορείες πού θά κάνουμε, φοράμε δλόκληρη τήν δδοιπορική μας στολή: μπλούζα, κοντή βελούδινη κυλόττα, βαριά πέδιλα καί χοντρέ; μάλλινες κάλτσες καί στουμπώνουμε στό σάκκο μας δλο του τό σεβαστό σέ βάρος φορτίο πού θά μάς βαραίνει σ’ δλη τήν περιοδεία μας. Καί, μέ τό χάρτη στό χέρι, καθορίζουμε πάνω στίς δχθες τοΰ καναλιοΰ μιάν Απόσταση δωδεκάμιση χιλιόμετρα. Μέ βήμα έλαφρύ καί κανονικό, μέ τό κεφάλι ψηλά, μέσα τά πλευρά καί γέρνοντας λίγο τόν κορμό, διασχίζουμε κάθε μέρα αύτή τήν άπόσταση. Μόλις φτάνουμε έκεΐ πού Εχουμε κανονίσει, κάνουμε μισή στροφή, σχεδόν στρατιωτική, καί ξανακάνουμε τά ίδια χιλιόμετρα Ανάποδα, Αδιαφορώντας γιά τόν ήλιο καί τΙς κακοκαιρίες, Ιτοιμοι γιά δλα.
Καί φτάνει πιά ή ώρα τής Αναχώρησης, τό βράδυ τής 9ης Αύγούστου 1932. Ένας δδηγός πού κάνει κάθε νύχτα τή γραμμή Παρίσι - Στρασβούργο δέχτηκε καλόβολα νά μάς
βάλει στό «βαρύ φορτίο» του. Τό τεράστιο αυτοκίνητο πήρε μέ μουγκρητά τό δρόμο τής Παντέν κ’ έμεΐς στριμώξαμε στδ πίσω μέρος, άνάμεσα σέ δυδ έπιβλητικοϋ δγκου ρολλά άπδ λαδόπανο, τά ξεθεωμένα κορμιά μας καί τούς φουσκωμένους κι άσουλούπωτους σάκκους μας. Στδ τιμόνι μπροστά κάθονται, ψιλοκουβεντιάζοντας ποϋ καί ποϋ μαζί μας, καλοκάγαθα παιδιά τής ’Αλσατίας, μεγαλόσωμα καί ξανθά. Γιά να βλέπουμε ?ξω τδ τοπίο, δέν ίχουμε παρά νά σηκώσουμε τδ σκέπασμα. Τήν περισσότερη ώρα δμως τήν περνάμε ξαπλωμένοι μέ βασιλικδ ραχάτι πάνω σέ χοντρά δέματα. Κι δταν νυχτώνει κ’ ot κουρασμένοι δδηγοί σταματάνε στήν άκρη τοϋ δρόμου, τρέχουμε στδ κοντινό κάμπο καί φέρνουμε νοτισμένο χόρτο άπό νιόκοπο στάρι πού τδ στρώνουμε στις γωνιές καί μαλακώνουμε Ιτσι τά τραντάγματα τής διαδρομής.
Μπαίνοντας στδ Μέλανα Δρυμό, νιώθω νά μέ πλημμυρίζει μιά αίσιοδοξία πού, παρ’ δλες τΙς άντιξοότητες τής κοινωνικής πάλης, δέν έχει άκόμα χαθεί καί πού δ συνταξιδιώτης μου, άδιάφορος καί σκεπτικιστής μικροαστός, δέ δείχνει καθόλου νά τή συμμερίζεται. Μετά άπό μιά τόσο μεγάλη περίοδο στείρας άπραξίας σέ μιά γέρικη κ’ έκφυ- λισμένη χώρα, μπορεί, δέν ξέρεις, νά βρεθώ μέσ’ στήν καρδιά τής δράσης, σ’ αύτή τή νεαρή, μοντέρνα καί δυναμική Γερμανία πού δέν £παψα ποτέ, άπ’ τά μικρά μου χρόνια, νά θαυμάζω. Ό σοσιαλισμός θά θριαμβεύσει ή έδώ ή πουθενά. ’Εδώ είναι πού συγκροτήθηκε ή καλύτερα δργανωμένη κ’ ή πιό καλλιεργημένη έργατική τάξη τοΰ κόσμου. ’Εδώ είναι πού οί κοινωνικές καί οικονομικές άντιθέσεις έχουν φτάσει σέ σημείο μεγάλης έντασης. ’Εδώ είναι πού θά χτυπήσει ή ώρα τής Αποφασιστικής έξήγησης άνάμεσα στό γιγάντιο συνασπισμό τής μισθωτής έργασίας καί τούς μισθοφόρους τοϋ μεγάλου κεφαλαίου.
Κι δμως τά σπέρματα μιάς θανατηφόρας άσθένειας καταστρέφουν σιγά-σιγά τή φαινομενικά εύρωστη σάρκα. Ή
40
άτμόσφαιρα είναι βαριά, τα πουλιά πετάνε χαμηλά, δπως πρίν άπ’ τή θύελλα. 'Οσο βαθύτερα θα μπαίνω στή χώρα, τόσο περισσότερο θ’ άπογοητεύομαι. Γιατί, έχτός άπό μερικά άπατηλά φαινόμενα έδώ καί κεϊ, τά πάντα φωνάζουν, τά πάντα δείχνουν χωρίς νά τό έχω άκόμα συνειδητοποιήσει ά- πόλυτα — τή μελλοντική νίκη τοΰ χιτλερικοϋ φασισμοϋ.
Έ να όμορφο δειλινό, κάνουμε τόν πρώτο σταθμό τοϋ ταξιδιού μα; πέρ’ άπ’ τό Ρήνο. Έχουμε κάνει κιόλας είκο- σιπέντε χιλιόμετρα περπατώντας καί, στους ώμους μας, παρ’ δλη τήν προπόνηση ποΰ κάναμε, τά λουριά μάς σφίγγουν λιγάκι. Περνάμε ένα χωριό πού φαίνεται πολύ κοκέτικο σέ σύγκριση μέ τά δικά μας, μέ τ’ άσπρα φρεσκοβαμμένα σπιτάκια του καί τά στολισμένα μέ γεράνια παράθυρά του. Κι δπως τό άλογο δταν νιώθει τή μυρουδιά τοϋ σταύλου, κάνουμε κ’ έμεΐς τό βήμα μας πιό ζωηρό μόλις, βγαίνοντας άπ’ τό μικρό συνοικισμό, λίγο πιό πέρα καί μέσα σέ δέντρα, βλέπουμε τή φωλιά πού ζητούσαμε: τόν ξενώνα νεότητος. Κάθε βράδυ, μέ τόν Ιδιο τρόπο, θά βρισκόμαστε σά στό σπίτι μας.
Ή μεγάλη αίθουσα είναι κιόλας γεμάτη: ξανθομάλληδες έφηβοι δεκαπέντε μέ είκοσι χρονών, μ’ άντρίκιες φωνές καί θεληματικά πρόσωπα. Φοράνε χακί ή πράσινα σπόρ πουκάμισα μέ άνασκουμπωμένα μανίκια κ’ έχουν τά μπράτσα μαυρισμένα άπ’ τόν ήλιο. Τά γόνατά τους, καλοφτιαγμένα, ξεπροβάλλουν άπ’ τά κοντά βελούδινα ή δερμάτινα παντελο- νάκια τους, πού τά κρατάει συχνά ένα ζευγάρι τυρολέζικες τιράντες μέ τή φαρδειά δερμάτινη όρθογώνια πλάκα πού μοιάζει σά γεφύρι άνάμεσα στά στήθια τους. Οί γάμπες τους είναι λιοκαμένες, μέ γερά μούσκουλα. Χοντρές κάλτσες χώνονται μέσα σέ βάριά καί σκληρά παπούτσια. Μερικοί φοράνε στό κεφάλι, ριγμένο πρός τά πίσω μέ άλάνικο τρόπο, I- να μικρό καπελάκι, σάν τό σκιάδιο τών παπάδων, άπό γκρί
41
ζο ύφασμα, κομμένο στό φόντο άλλου παλιοϋ καπέλου.Δέν άργοΟμε νά γνωριστοϋμε. Μόλις μαθαίνουν πώς εί
μαστε Γάλλοι, μάς δέχονται μέ μεγάλη Εγκαρδιότητα.— Fram ose; Μπά! Δέν είναι δυνατό! Βλέπουμε τόσο
σπάνια Γάλλους.X’ ύστερα μιά θύελλα άπό Ερωτήσεις:— Έ χετε πολλή άνεργία Εσείς Εκεί πέρα;— Είναι άλήθεια αύτό πού λένε, δτι οΐ Γάλλοι είναι
ζάπλουτοι, δτι Εχουνε σωρό τό χρυσάφι;— Έχετε ύποχρεωτική στρατιωτική θητεία;— Καί πώς μάς λέτε; Ε... Ε... Μπός;’Απαντάμε δπως μπορούμε. Γύρω μας σχηματίστηκε κύ
κλος· νιώθω μέσα μου άνετα. Βλέπω στό βλέμμα τους μιά άνάγκη άμεσης Επικοινωνίας, πέρα άπ’ τά τεχνητά σύνορα καί τΙς ψευτιές τών πολιτικών καί τών Εφημερίδων, μιά Εκπληξη πού εΓμαστε τόσο δμοιοι.
Πάνω σ’ Ενα τραπέζι, μιά «χρυσή βίβλος». Ό καθένας μπορεΐ νά γράψει τ’ δνομά του καί ν’ άφήσει Ινα χνάρι— σκέψη, ποίημα ή σκίτσο — τοϋ περάσματός του άπό κεΐ. Μπροστά, είναι γραμμένη μιά μάταιη παράκληση: «Σάς πα- ρακαλοΟμε νά ξεχάσετε τήν πολιτική άνοίγοντας αύτό τό βιβλίο». Κι δμως, ξεφυλλίζοντάς το, βλέπω τήν πολιτική νά ξεχύνεται σέ κάθε σελίδα. Συνταράζει τούς νέους αύτούς τόσο πολύ ώστε νά μή μποροΟν, παρά τό ούδέτερο κλίμα τοΟ ξενώνα, ν’ άπαλλαγοϋν άπ’ αύτή. Ένα χέρι Εχει γράψει: «Προλετάριοι δλων τών χωρών Ενωθείτε». Έ να άλλο δμως Εχει τραβήξει μιά όργισμένη γραμμή άπό πάνω σβύνοντάς το. ’Αλλού βλέπω τά σοσιαλιστικά τρία βέλη νά διαπερνοΟν Εναν άγκυλωτό σταυρό. Μάς Εξηγοϋν δτι αύτό τό πάθος είναι μάλλον πρόσφατο.
Ή μεγάλη αίθουσα άδειασε λίγο-λίγο. 'Ομως, στά δυό άκρα, μένουν άκόμα δυό όμάδες. Στό μισόφωτο, μερικοί μαθητές κρατάνε δ καθένας μιά συλλογή τραγουδιών στό χέρι. Κάτω άπ’ τή διεύθυνση τοϋ δασκάλου τους, τραγουδάνε πολεμικούς σκοπούς δπου γίνεται λόγος γιά νικηφόρους ήρωες
42
καί γιά έχθρούς πού τρέπονται σέ φυγή. Τρία μεγαλόσωμα παλληκάρια τής Βεστφαλίας, προλετάριοι χωρίς άμφιβολία, τούς άκοϋνε μ’ εύχαρίστηση κ’ δστερα παίρνουν κι αύτοί, μαζί τους, τό ρεφραίν. Στήν άλλη άκρη τής αίθουσας, άλλοι «άζίστες» ,* ένοχλημένοι άπ’ αύτή τήν έπίδειξη, τούς κοιτάζουν σιωπηλοί καί κατσουφιασμένοι. *Ενας άπ’ αύτούς σφίγγει στά δάχτυλά του τή Rote Fahne,xi\v καθημερινή κομμουνιστική έφημερίδα. Καί καθώς προσπαθώ, μάταια, νά τόν κάνω νά μοϋ μιλήσει, μοΟ δείχνει, μέ μιά κίνηση τοϋ κεφαλιού, τό άντίπαλο στρατόπεδο καί σηκώνει τούς ώμους. Μέχρι τήν καθορισμένη ώρα τής έκκαθάρισης τών λογαριασμών, ναζιστές κ’ έπαναστάτες θά μείνουν έτσι πρόσωπο μέ πρόσωπο, σέ μιά ένοπλη έπαγρύπνηση.
'Ενας νεαρός, πιό εδγλωττος ή πιό έξυπνος, μοΰ μουρμουρίζει στ’ αύτί, ένώ πάμε γιά δπνο:
— Βλέπεις, είμαστε άντιμέτωποι μεταξύ μας. Τά πάθη έχουν φτάσει σέ τέτοιο βαθμό, ώστε μάς έρχεται ν’ άλληλο- σκοτωθοϋμε- στό βάθος δμα>ς Θέλουμε τό Ιδιο πράγμα...
— Σοβαρά;— Ναί, τό ίδιο πράγμα, Ιναν καινούργιο κόσμο, ριζι
κά διαφορετικό άπ’ τό σημερινό, Ιναν κόσμο δπου δέν θά καταστρέφεται ό καφές καί τό στάρι δταν έκατομμύρια άνθρωποι πεινάνε, ινα καινούριο σύστημα. 'Αλλοι άπό μάς δμως πιστεύουν άκράδαντα δτι θά μάς τό φέρει ό Χίτλερ κι άλλοι δτι θά μάς τό φέρει ό Στάλιν. Αύτή είναι ή διαφορά μας...
Νά γιατί μέσα στό θάλαμο, πρίν σβήσουν τά φώτα, θ’ άντηχήσει, βγαλμένο άπό πενήντα ήρωικά στήθια, τό τραγούδι πού τραγουδούσαν ot πλάνητες τών δρόμων καί πού τό
• A jitm e: ΝεολαιΙστικο κίντημα τοϋ μεσοπολέμου πού άναπτύ- χθηχ* Ι&χιΙτερα στίς χώρες τής Δυτικής Ευρώπης μ* φυσιολατρικέ καί φιλελεύθερο χαραχτήρα.
43
τραγουδάει 6 ναζιστής μέ τήν Γδια πίστη δπως κι ό σοσιαλιστής κι δ κομμουνιστής:
"Οταν βαδίζουμε στους δρόμους πλάι - πλάι και τραγουδάμε τους παλιούς σκοπούς καί αντηχούν τά δάση απ' τή φωνή μας τότε, τό νιώθουμε πώς πρέπει πιά νά γίνει:
Μαζί μας Ιρχονται οί καινούριοι οί καιροί!Μαζί μας ιρχονται οί καινούριοι οί καιροί!
Μιά δμοφωνία πού ραγίζεται λιγάκι άπ’ τήν άσυμφωνία τών τριών άντίθετων κραυγών, πού τΙς φωνάζουν μαζί, σά μιά καληνύχτα ή μια τελική πρόκληση:
- I i e i l H it le r !— F r e ih e i t !— R o t F r o n t !Κι δμως ot ντιλεττάντηδες, ot ποιητές καί τά ρομαντι
κά καί φιλολογικά ύπολείμματα τής Jugendbewegung («κίνημα νεολαίας») πρίν άπ’ τδ 1914, δέν έξαφανίστηκαν άκόμα δλοκληρωτικά. ’Απόδειξη αύτή ή φοιτητική όμάδα, πού συναντά|ΐε τήν άλλη μέρα στό δρόμο* είναι ντυμένοι μ’ ίνα άπλό σόρτ, γυμνοί σχεδόν κάτω άπό Ιναν ήλιο μολυβέ- νιο. Πάνω στή λιοκαμένη ράχη τους κουβαλάνε Ινα άπίθανο νοικοκυριό. Μοιάζουν μέ καραβάνι γκαμήλες φορτωμένες μπαχαρικά. Ot εύθυμοι αύτοί τολμητίες έπιμένουν νά προτιμάνε τή φυσιολατρεία άπ’ τΙς πολιτικές διαμάχες. Καί σιγο- τραγουδάνε, μέ τή συντροφιά μιας κιθάρας, τούς στίχους αύ- τούς, τούς τόσο ειρηνικούς, ένός ποιητή πού σκοτώθηκε στό μέτωπο:10
Κ ’ ή καρδιά μου, ή καρδιά μου τραγουδάει Ινα σκοπη πού πετάει ψηλά στόν ούρανό,Ινα σκοπό πολύ άπαλό, πολύ γλυκό,Ινα σκοπό τόσο άνάλαφρο και τόσο τρυφερό
44
πον μοιάζει συννεφάκι πού ταξιδεύει ψηλά, σά χνούδι άπαλό μέσα στήν αϋρα.
'Ομως, στή Γερμανία αύτή τοϋ 1932, οί «άζίστες» πού περιπλανιώνται γιά τήν εύχαρίστησή τους, είναι πολύ λιγό- τεροι άπ’ αύτούς πού άλητεύουν άπό άνάγκη. Μισό έκατομ- μύριο νεαροί άνεργοι περιπλανιώνται στούς δρόμους. Δέν τούς δίνεται καμιά βοήθεια, τΙς περισσότερες φορές γιατί Ι- να μέλος τής οίκογένειάς τους είναι κάπου βολεμένο. Παρά νά κυνηγάνε μύγες στή γειτονιά τους καί νάναι φόρτωμα στήν οίκογένειά τους, παρατάνε τήν πατρική έστία τήν άνοιξη καί γυρίζουν έδώ κ’ έκεί μέχρι νά τελειώσει τό φθινόπωρο. Μερικοί άλητεύουν έτσι γιά χρόνια, ζώντας μέ τή ζητιανιά, περνώντας τή νύχτα τους σέ άσυλα καί σέ σταύ- λους. Συνήθως πάνε δυό-δυό, μ’ 2να χοντρό καλάμι ή μπαστούνι στό χέρι, λεηλατώντας τά καρποφόρα δέντρα κ’ έφαρ- μόζοντας αύτό πού είπανε άργότερα «ώτο-στόπ». 'Οταν γίνονται μεγάλη παρέα, δ Ινας παίζει κάποιο όργανο, ένώ ο£ άλλοι, γεννημένοι μουσικοί καθώς είναι ot Γερμανοί, τραγουδάνε δλοι μαζί. Είναι καλαμπουριτζήδες καί μοιρολάτρες, μερικοί μάλιστα κυνικοΐ καί γλύφτες: δταν πρέπει νά γεμίσεις τό στομάχι σου, πρέπει νάσαι εύχάριστος σέ δλους. Όλοι αύτοί, κάποια μέρα — κι άκόμα δέ ξέρουμε δτι ή μέρα αύτή είναι τόσο κοντά — θά πουληθούν σ’ αύτόν πού θά δίνει τα περισσότερα’ ή άκόμα τό μίσος τους, άπό πολύ καιρό μαζεμένο μέσα τους, θά έκραγεΐ μέ βιαιότητα καί θά πέσουν μέ μανία πάνω στούς άποδιοπομπαίους τράγους πού άλλοι θά τούς δείξουν.
Στήν δχθη τοΰ ποταμού δπου λουζόμαστε, κάναμε τή γνωριμία ένός ζευγαριού άπ’ αύτούς. Ό ένας, δταν ύπήρχε
45
δουλειά, είταν τσαγγάρης, 6 άλλος εΓταν μπογιατζής. Δέν I- χουν γιά νά ντυθοϋν παρά Ινα σακκάκι κουρελιασμένο στή ράχη· μοϋ δείχνουν γελώντας τά σκισμένα τους πέδιλα άπ” δπου τά δάχτυλα βγαίνουν Εξω, μεγάλα καί ροδαλά. Άπό μιά τσέπη ξηλωμένη, βγάζουν μέ προσοχή Ινα λερωμένο σημειωματάριο, τό έπίσημο «βιβλιάριο περιπλανώμενου» ποΰ τούς Εχουν δώσει. ΣτΙς άναρίθμητες σελίδες του, Ιχει σημειωθεί μιά σειρά άπό τοποθεσίες, μέ μελάνι ή μολύβι, περασμένα μέ ταμπόν. Πολλά όνόματα είναι γραμμένα δυό καί τρεις φορές καί, χωρίς άμφιβολία, στίς σελίδες πού είναι ά- κόμα λευκές, θά ξαναγραφτοϋν. Ένας φαύλος κύκλος. Δέ θά τελειώσει παρά μέ τή στρατολογία τους ατούς «φαιοχίτωνες» ή τήν έπιστράτευσή τους στά πολεμικά έργοστάσια.
Άλλά, ώς τότε, ή προφασιστική κυβέρνηση παίρνει μερικούς άπ’ αύτούς τούς πειναλέους, σάν «έθελοντές» σέ στρα- τιωτικοποιημένα στρατόπεδα έργασίας. Ή γερμανική νεολαία τοΰ 1932 δέν ίχει νά διαλέξει παρά άνάμεσα σέ δυό λύσεις: νά πεθάνει άπ’ τήν πείνα ή νά καταταχτεί σ’ αύτά.
Α π ’ τό γεφύρι τοϋ Κέλ μέχρι τήν εΓσοδο τής Σαξωνί- ας — μεγάλη διαδρομή πού τήν περάσαμε άλλοτε μέ τά πόδια κι άλλοτε μέ τό τραίνο — μιά έντύπωση μδς κυριάρχησε: δ πληθυσμός Εχει πιά περάσει μέ τό μέρος τών ναζί. Είναι μιά έπιδημία πού άπλώθηκε παντοϋ, στίς πόλεις καί στήν ύπαιθρο.
Σέ κάθε πλατεία χωριού, άπό Ινα ψηλό κοντάρι, δρατό άπό μακριά, κρέμεται μιά τεράστια κόκκινη σημαία, μέ κραυγαλέο κόκκινο χρώμα, μ’ Ινα μαϋρο άγκυλωτό σταυρό πάνω της. Στούς τοίχους τής δημαρχίας ή τοϋ σχολείου είναι κολλημένες κάθε μέρα ot σελίδες τής καθημερινής έθνικοσοσια- λιστικής Εφημερίδας. ΣτΙς μπυραρίες, πάνω στά τραπέζια,
46
βρίσκονται μέσα σέ πολυτελή καλύμματα, τά έντυπα τοΰ κόμματος.
Μπήκα σ’ Ινα άγροτόσπιτο ν’ άγοράσω γάλα καί αύγά. Στούς τοίχους, εικόνες τοΟ Φύρερ κομμένες άπό κάποιο εικονογραφημένο περιοδικό καί κολλημένες πρόχειρα.
—Ό σωτήρας μας! βεβαιώνει δ πατέρας μέ μεγάλη σιγουριά.
Μοϋ ξετυλίγουν τό σωρό τών χιτλερικών φέϊγ-βολάν τής τελευταίας έκλογικής έκστρατείας. Τπάρχουν σ’ δλα τά σχήματα καί σ’ δλα τά χρώματα. Ό γιός μοϋ δηλώνει μέ κοφτερή φωνή πού δέ δέχεται ούτε φαντάζεται άντίρρηση:
— Τό έθνικοσοσιαλιστικό ψηφοδέλτιο είχε στήν περιοχή μας τήν άπόλυτη πλειοψηφία!
Ή μητέρα ψάχνει μέ φούρια σ’ ενα ντουλάπι. Τέλος βγάζει άπό μέσα καί μοϋ δείχνει Ινα πακέτο τσιγάρα. Άρ- νιέμαι, τής λέω δτι δέν είμαι καπνιστής. Τότε τ’ άνοίγει, βγάζει ένα μάτσο κίτρινα τραπεζογραμμάτια, καί μοϋ φωνάζει, ένώ ό γιός μοϋ ρίχνει ένα σκληρό βλέμμα:
— Ό λο τό έχει μας! Ό ,τ ι μαζέψαμε μέσα σέ είκοσι χρόνια σκυλίσιας δουλειάς. Σήμερα δέν άξίζουνε τίποτα... οδτε Ινα πφένιχ κύριε! Οί σοσιαλδημοκράτες, μέ τόν πληθωρισμό τους, μάς τά πήρανε δλα!
ΣτΙς πόλεις, βροντοχτυπώντας τό πεζοδρόμιο, μέ καινούριες καί καλογυαλισμένες μπόττες καί ζώνες, τριγυρίζουν ot νεαροί S-A.. Γύρω άπ’ τά κομματικά χτίρια, δπου έδρεύ- ουν πολυάριθμοι ύπάλληλοι, Ινα όλόκληρο κράτος έν κράτει πού είναι κιόλας τό Ιμβρυο ένός καινούριου κράτους, βασιλεύει μιά ϊντονη κίνηση: άνθρωποι πάνε κ’ έρχονται, πλήθη περίεργων καί συμπαθούντων.
Στό Ρότενμπουργκ, μιά μικρή πόλη τής Βαυαρίας, πού διατήρησε τό μεσαιωνικό χρώμα τόσο τέλεια ώστε μοιάζει σά.
47
νάναι άπό χαρτόνι, είχα τήν πρώτη μου συζήτηση μ’ 2να μέλος τοΰ ναζιστικοΰ κόμματος. Παθιασμένος, μιλώντας δυνατά, μέ τά μάτια γουρλωμένα, άλλά μέ μιά καθαρά γερμανική ευγένεια, μ’ άνοίγει τήν καρδιά του σά νάχε μιά πιεστική άνάγκη νά τήν Ανακουφίσει.
Μικροαστός άγαναχτισμένος, μοϋ έξηγεΐ δτι, όδηγός ταξί τό έπάγγελμα (κ’ ιδιοκτήτης τοϋ αύτοκινήτου), γιά πολύ καιρό είταν μέλος τοΰ σοσιαλδημοκρατικοΰ κόμματος. Έφυγε δμως άπό κεϊ μέ άηδία. Κατηγορεί τό «μαρξισμό» δτι πρό- δωσε ταυτόχρονα τή Γερμανία καί τό προλεταριάτο. Νά τον λοιπόν άρχηγό τάγματος έφόδου στό καινούριο κόμμα του δπου μάλιστα άνήκει καί στήν έξτρεμιστική πτέρυγα.
— θά συμμετάσχει δ Χίτλερ στήν κυβέρνηση;— Ό χ ι! Ό χ ι! Χίλιες φορές δχι! ούρλιάζει, σα νά
καθησύχαζαν τά ουρλιαχτά τις άνησυχίες του σχετικά μέ τό θέμα. 'Ολα ή τίποτα!
Τό πανδοχείο δπου μάς καλεΐ νά πιούμε Ινα κύπελλο μπύρα είναι ή τοπική Ιδρα τοΰ κόμματος. Άνοίγοντας ξαφνικά καί χτυπώντας μέ θόρυβο τήν πόρτα, όρμάνε μέσα μο- τοσυκλετιστές μέ στολή, εύρωστοι παλληκαράδες, άλαζονι- κοί, μέ μπόττες καί πέτσινες κάσκες. Μέ παιδιάστικη σιγουριά, δ δδηγός μας καί ή διευθύντρια μάς έξηγοΰν δτι δ Χίτλερ θά έξαλείψει τήν άνεργία καί τήν άνέχεια καί θά έγκαθιδρύ- σει τό καινούριο σύστημα.
Τά ίδια συναντάμε καί σ’ Ινα μικρό μέρος τής φραγκο- νικής Ελβετίας, κοντά στό Μπάροτ. Πηγαίνουμε σέ μιά ύπαί- θρια πισίνα περιτριγυρισμένη άπό βράχια σκεπασμένα μ’ I- λατα. Γύρω μας, Ινα πλήθος άπό κορμιά μαυρισμένα, ξαπλωμένα κ’ έλευθερωμένα. Άλλά γιά μιά φορά άκόμα, ή πολιτική κυριαρχεί πάνω στή φύση. Μ’ Ινα μικρό φτυαράκι, Ινα μωρό γυμνό σά σκουλήκι, μάς πετάει άμμο στά μάτια καί παίζει μαζί μας. Είναι τόσο δμορφο, τόσο ξανθό, μ’ Ινα
48
τύπο τόσο καθαρά γερμανικό, πού ζητάω άπ’ τόν πατέρα του τήν άδεια να τό φωτογραφήσω.
— Πολύ ευχαρίστως! θά δείξετε στούς Γάλλους τό πορ- τραϊτο ένός μικρού Γερμανού καί θά τούς παρακαλέσετε νά- ναι λιγότερο άδικοι άπέναντι στή χώρα του...
Κι ό φυσιολάτρης αύτός ξεσπάει σέ μιά βίαιη ιερεμιάδα ένάντια στή συνθήκη τών Βερσαλλιών κ’ ένάντια στήν Ιμπεριαλιστική Γαλλία. Ξαπλωμένος κάτω άπ’ τόν καφτερό ήλιο, μέ τά μάτια κλειστά καί τά χέρια πίσω άπ’ τό σβέρκο, ζητάει τό δικαίωμα τής ύποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας, δχι, μοϋ έξηγεί, γιά νά γίνει πόλεμος, άλλά γιά νά πειθαρ- χηθεΐ ή νεολαία. Καθώς προσπαθώ νά τού άντιτάξω έπιχει- ρήματα άπ’ δπου διαφαίνεται μιά πνοή «μαρξισμού», τά βάζει μέ τούς σοσιαλδη|ΐοκράτες άρχηγούς πού, έδώ καί δεκατέσσερα χρόνια, μού λέει, δουλεύουν, δχι γιά τήν έργατική τάξη, άλλά γιά νά γεμίσουν τΙς τσέπες τους.
Καί ξαφνικά:— Στό κάτω-κάτω, πέστε μου καθαρά: μιά κι δπως
φαίνεται, ένδιαφέρεστε γιά τό γερμανικό προλεταριάτο, θά εύχόσαστε γι’ αύτό ένα σταλινικό καθεστώς;
Σ’ ένα βαγόνι, έβγαλα άπ’ τό σάκκο μου ένα μάτσο κομμουνιστικά έντυπα κι άρχισα νά τά διαβάζω. Δίπλα μου, έρχεται μέ βαρύ βάδισμα καί κάθεται ένας έργάτης μέ τή φόρμα τής δουλειάς.
Βλέποντάς τον νά ρίχνει κλεφτές ματιές στίς έφημερί- δες μου, τού τις δίνω. Ρίχνεται προσεχτικά στό διάβασμά τους, μία-μία, χωρίς νά λέει κουβέντα. Δέν είχα προσέξει δ- μως δυό νεαρούς στήν άλλη άκρη τοϋ βαγονιού. Πάνω στό κομψό σακκάκι τους γυάλιζε δ άγκυλωτός σταυρός. Δέν κάνουν καμιά κίνηση, άλλά κοιτάζουν τό θήραμά τους μέ τήν άκρη τοΰ ματιού.
4 49
Κι δταν, φτάνοντας έκεΐ πού ήθελε, δ έργάτης σηκώνεται καί βγάζει τό μικρό του σάκκο άπ’ τδ φιλέ, δ Ινας άπ’ αύτούς τδν πλησιάζει, τοΰ άπλώνει τή Voelkischer Beoba- chter καΐτόν παρακαλεΐ, εύγενικά άλλά έπιτακτικά, νά τήν πάρει. 'Γστερ’ άπδ Ινα δευτερόλεπτο δισταγμού, δ άνθρωπος, φοβισμένος, άποφασίζει νά τήν πάρει, χαιρετάει βιαστικά μέ τδ κασκέτο του κ’ έξαφανίζεται.
Στή μεγάλη πλατεία τής μικρής πόλης πού σταματάμε, ένα άπόγευμα, γίνεται μιά παιδική γιορτή. Ειδυλλιακό τδ θέαμα. ΓιοΙ καί κόρες έργαζομένων, μέ στεφάνια άπδ λουλούδια στδ κεφάλι, χορεύουν σέ κύκλο καί τραγουδάνε δλοι μαζί, μέ κρυστάλλινες φωνές.
Ψιθυρίζω στδ σύντροφό μου:—'Οπωσδήποτε, θάναι κάποια έργατική γιορτή! Κουνάει τδ κεφάλι μέ άμφιβολία καί δέν Ιχει άδικο.
Ό ταν νύχτωσε, ξαναείδαμε τά Γδια τά παιδιά σέ μακριές σειρές, στδ δρόμο τής έπιστροφής. Ot γονείς τους, προλετάριοι ντυμένοι μέ τά κυριακάτικά τους, τά δδηγοΰν. Κάθε μικρό σηκώνει περήφανα, στήν άκρη ένός ξύλινου κονταριού, Ινα λαμπιόνι μέ κόκκινες λάμψεις, πού Ιχει χαραγμένο πάνω του, μέ χοντρές μαύρες γραμμές, τδν άγκυλωτδ σταυρό.
Παρ’ δλ’ αύτά, στά βιομηχανικά κέντρα, βρίσκουμε καί κόκκινους. Μιά Κυριακή, τήν ώρα πού μπαίναμε σ’ ένα μεγάλο προάστιο τής Στουτγάρδης — ot δρόμοι άδειοι, πλήξη κυριακάτικη, τροπάρια καί κωδωνοκρουσίες — τό άκουσμα τής Διεθνούς άπό μακριά μ’ έκανε ν’ άναπηδήσω. Ό φ ίλος μου γελάει μέ τή συγκίνησή μου. Στέκομαι κοιτάζοντας
60
γύρω μου, σάν κυνηγόσκυλο, μυρίζοντας, ψάχνοντας τό μέρος άπ’ δπου έρχεται τό τραγούδι. Ό ήχος μάς φέρνει στή πίσω αίθουσα μιάς μπυραρίας, δπου άγόρια καί κορίτσια μάς ύποδέχονται μέ μεγάλη έγκαρδιότητα, μέ σηκωμένες γροθιές καί μέ Rot Front I Είναι τμήμα μιάς προλεταριακής άθλη- τικής λέσχης τής Στουτγάρδης καί, μιά καί γυρίζουν στή Στουτγάρδη, δστερα άπό μιά κυριακάτικη έκδρομή, μάς προτείνουν ν’ ανέβουμε καί μεΐς στήν καμιονέττα τους. Οί κοπέλες ?χουν τά μαλλιά κομμένα κοντά καί τά μπράτσα μαυ- ρισμένα άπ’ τόν ήλιο καί γερά σάν άντρίκια. Τ ’ άγόρια μέ κοντή κυλόττα καί ρωμαλέα, μοιάζουν μ’ έπαναστάτες Ιστορικών τοιχογραφιών.
Σ’ δλη τή διαδρομή, μέσ’ άπ’ τις άτέλειωτες συνοικίες τής Στουτγάρδης, τραγουδάνε όλόκληρο τό ρεπερτόριο τών κόκκινων τραγουδιών, ξεσηκώνοντας παντού τόν ένθου- σιασμό. Οικογένειες πού βγήκαν περίπατο, χαρούμενοι έρω- τευμέ'«ι, γυναίκες στό κατώφλι τοϋ σπιτιοΰ τους, μωρά στό ρέμα, εύγενικοί ποδηλατιστές μέ λουλουδιαστή σημαιούλα, δλοι, μέ ένθουσιασμό στό πρόσωπο, σηκώνουν τή γροθιά καί μάς φωνάζουν μέ πάθος:
— Rot F ront!Αισθάνομαι καλύτερα. Παίρνω ξανά θάρρος. Ένιωσα,
μέ φυσικότητα, αύτό πού πιστεύω δτι είναι ή δύναμη τοΟ γερμανικού έπαναστατικοΰ προλεταριάτου.
’Αλλά τό θέαμα πού προσφέρει τό συνδικαλιστικό κίνημα, ιδιαίτερα στις μεγάλες πόλεις, είναι συχνά πολύ λι- γότερο ευχάριστο. Πήγαμε στό «Σπίτι τοΰ Ααοΰ» στή Δρέσδη. Σπίτι τό λέει δ λόγος. Μπροστά μας ϊχουμε 2να κολοσσιαίο πολυόροφο οικοδόμημα, ίργο Αρχιτέκτονα τής τελευταίας έσοδείας.
Μπήκαμε στήν άρχή στήν αίθουσα τής μπυραρίας,
51
μέ τα μεγάλα παράθυρα. Κάτω άπ’ τα φτωχά δδοιπορικά μας πέδιλα, Ινα παχύ χαλί μετριάζει τδ θόρυβο τών βημάτων. ’Ατμόσφαιρα σιωπηλή κι άκριβή ταπετσαρία. 'Ενας μαίτρ ντ’ ότέλ μέ κομψδ λευκό ίνδυμα προχωρεί πρδς τδ μέρος μας, περιποιητικός. Ή άσυνήθιστη δμως γι’ αύτδν τόν πολυτελή χώρο έμφάνισή μας δίνει στή φωνή του κάπως ειρωνική χροιά. Μάς δείχνει τόν κατάλογο: μεγάλη λίστα άπό ραφινάτα φαγητά, μέ τιμές όλοκληρωτικά άπρόσιτες στά έργατικά βαλάντια. Στό διπλανό τραπέζι, δυό - τρεις χοντροί καταναλωτές παίζουν μιά τρομερή παρτίδα χαρτιά, καταπίνοντας τεράστια κύπελλα μπύρα καί δίνοντας τρομερές γροθιές στό τραπέζι.
Καί ξαφνικά, ή Ιννοια τής λέξης bonze *, πού χρησι- σιμοποιοΰν οι κομμουνιστές κ’ οί ναζιστές μαζί, γιά να χαρακτηρίσουν τούς ρεφορμιστές ήγέτες, παίρνει γιά μένα δλη της τή σημασία. Οί χαρτοπαΐχτες, οί διπλανοί μας, είναι bonzes. Είναι καί καλόκαρδοι άνθρωποι. Μόλις μαθαίνουν πώς είμαστε Γάλλοι σύντροφοι, μάς προσκαλοΰν έγκάρδια νά πάρουμε μέρος στήν εύωχία τους. Έτσι δπως είναι μέ τό πάχος τους, τήν άσπράδα τους, χωρίς καμιά φλόγα, πε- ρικλεισμένοι στό μικρό γραφειοκρατικό καί συντεχνιακό κόσμο τους, μούρχεται ή έπιθυμία νά τούς άρπάξω άπ’ τό γιακά καί νά τούς ταρακουνήσω. Έφτά ή όχτώ έκατομμύ- ρια Γερμανοί προλετάριοι πεθαίνουν άπ’ τήν πείνα κι δλλα έκατομμύρια δουλεύουν σέ συνθήκες ύποσιτισμοϋ. Ό φασιστικός κίνδυνος είναι στήν πόρτα. Οί bonzes όμως της Δρέσδης δέ νοιάζονται γιά τίποτα.
Καθώς Ιχουν δλη τήν εύγενή καλωσύνη νά μάς δείξουν αύτό τό «Σπίτι τοΰ Λαοΰ» πού δέν άνήκει πιά στό λαό, μπαίνουμε στούς άσταμάτητα κινούμενους άνελκυστή- ρ*.ς· πηδάμε δηλαδή μέσα, χωρίς νά σταματήσουνε τό σιω
• Bonze, κάτι Ανάλογο μέ τί> έλληνικό έργατοπατέρας (σ.τ.μ.).
52
πηλό πηγαινέλα τους. Μέ μιά άνάβαση, πιάνουμε κορυφή: μιά ταράτσα στή στέγη, άπ’ δπου ξαφνικά βλέπουμε ν’ απλώνεται μπροστά μας ή άπέραντη πόλη λαμποκοπώντας κάτω άπ’ τόν ήλιο.
Πουθενά δέν ύπάρχει φειδώ, οδτε στίς αίθουσες συγκεντρώσεων, μεγάλες καί φωτεινές μέ ζωηρά καί τολμηρά χρώματα δπου οί συνδικαλισμένοι έργάτες, σάν έπηρεασμέ- νοι άπ’ τό περιβάλλον, κρατδνε μιά έπιτηδευμένη σιωπή, οδτε στό ξενοδοχείο πού τά πανάκριβα δωμάτιά του, έπι- πλω;ιένα σέ στύλ Λουί Κένζ, άνοίγουν σέ σπάνιες ευκαιρίες, γιά τούς σοσιαλδημοκράτες βουλευτές, δταν κάνουν τΙς προεκλογικές τους περιοδείες.
Τρίβω τά μάτια μου. Μήπως Ιχει κιόλας γίνει ή έπα- νάσταση; Μά δχι, πίσω άπ’ αύτή τήν άνακτορική βιτρίνα, ύπάρχουν έκατομμύρια άνθρωποι χωρίς ψωμί καί χωρίς έλπίδα, κι άλλοι πού βυσσοδομοϋν γιά ν’ άρπάξουν άπ’ τήν έργατική τάξη καί τΙς τελευταίες της κατακτήσεις. Ό παλιός κόσμος είναι σέ άποσύνθεση. ΤΗρθε ή ώρα νά τά παίξουμε δλα γιά δλα. Κι δμως δ θόρυβος τής μάχης δέ διαπερνάει αύτούς τούς τοίχους' δλη αύτή ή χλιδή δέν άφήνει ν’ άκουστεΐ τίποτα.
Τό «Σπίτι τοϋ Λαοϋ» τής Δρέσδης είναι τό σύμβολο καί τδ προϊόν ένός μαζικού παραλογισμοΰ. Μιά μεγαλομανία έξαμερικανισμοΰ Ιχει πάρει τά μυαλά δλόκληρης τής Γερμανίας. “Οταν ot μεγαλοκαρχαρίες τής βιομηχανίας έχτιζαν έργοστάσια τρεις φορές ώραιότερα καί μέ παραγωγικότητα τρεΐς φορές μεγαλύτερη άπ’ τΙς άνάγκες, δταν οί δήμοι κ’ οί δημόσιοι μηχανισμοί Ιχτιζαν σταθμούς, ταχυδρομεία καί ξενώνες νεότητας πού ϊπασχαν άπό γιγαντισμό, ol bonzes τών συνδικάτων, γιά νά μή φανούν πιό «λίγοι», δαπανούσαν μεγάλα ποσά άπ’ τΙς έργατικές είσφο- ρές σέ πολυτελέστατα οίκοδομήματα. Άλλά, άπ’ τήν κρίση κ’ Ιπειτα, ή χλιδή αύτή δέν έμποδίζει τά είσοδήματα τών μισθωτών νά λιγοστεύουν άσταμάτητα καί, τήν ώρα πού θάπρεπε νά συγκρούονται μέ τούς φαιοχίτωνες, ot ήγέτες
53
τών συνδικάτων ζοϋν ναρκωμένοι μέσα στήν άνεση καί στήν πολυτέλεια.
Καθώς τολμάω νά έκφράσω, μέ προσεγμένο λεξιλόγιο, τή δυσαρέσκεια πού νιώθω, δ δδηγδς μοϋ έξηγεΐ μ’ Ινα λυρικό πείσμα:
— θέλουμε νάχουν ot ήγέτες μας δμορφα καί καλοβαλμένα γραφεία γιατί είναι οί δικοί μας ήγέτες... Κάθε έργαζόμενος είναι περήφανος πού ή όργανωμένη έργατική τάξη μπόρεσε νά πραγματοποιήσει τέτοια θαύματα. Μιά φορά νά μπει μέσα στό ώραίο μας «Σπίτι τοϋ Λαοΰ», βγαίνει άπ’ αύτό μέ τήν ίδέα νά βελτιώσει τή θέση του...
Δέν κρατιέμαι πιά:— Δέ νομίζετε δτι, έτσι, δέ θάχει πιά παρά μιά καί
μόνη σκέψη: γιά νά ζήσει καλύτερα νά γίνει κι αύτός μέ τή σειρά του bonze ;
’Αναμφίβολα, 6 μακάριος αύτός γραφειοκράτης δέν είχε ποτέ του ξανακούσει λιγότερο κονφορμιστικά λόγια. Ψάχνει, μάταια, νά βρει άπάντηση.
— Κι άκόμα, γιά πέστε μου, άν οί φαιοχίτωνες είσ- βάλουν καμιά μέρα στό Σπίτι τοϋ Λαοϋ σας, πώς θά ά- μυνθεΐτε;
Ή γλώσσα τοϋ συνομιλητή μου πλαταγίζει άνήσυχα μέσα στά σαγόνια του:
— ’Αν ot...; Πιστεύετε... Ά ν οί...;Ξέρει άπέξω κι άνακατωτά πόσο στοίχισαν ot τηλεφωνι
κές έγκαταστάσεις πού ξεδιπλώνονται σάν άκκορντεόν, τά μεταλλικά κουτιά κ’ ot πολυθρόνες τών γραφείων, τόσο βαθιές πού μέσα τους χάνει τήν έννοια τοϋ χώρου καί τοΰ χρόνου. Αύτό δμως... ’Αλήθεια, δέν τόχε ποτέ σκεφτεΐ.
*Οσο γιά τούς κομμουνιστές, ίχουν άπό τώρα ξεγράψει καί παραδώσει στό Χίτλερ δλο αύτό τό ρεφορμιστικό έξοπλισμό. Έ να άγόρι ψηλό, μέ Εεροεξεταστικό κι όρθόδοξο
54
βλέμμα πού μέ κόβει άπ’ τδ δψος τών Ινα κ’ ένενήντα του, μοΰ λέει:
— ΙΙολύ λίγο σκοτιζόμαστε άν ot ναζί βάλουν χέρι ατούς έργατοπατέρες αύτούς καί τά παλάτια τους... ’Εμείς δέν εχουμε τίποτα νά χάσουμε. ’Αντίθετα! ’Εμείς οί κομμουνιστές, θά δουλέψουμε πολύ καλύτερα στήν παρανομία παρά στή νομιμότητα.
Αδριο, πανούργοι πλιατσικολόγοι, έκμεταλλευόμενοι τή διάλυση καί τή λαϊκή άδιαφορία, θά καταλάβουν, χωρίς ν’ άνοίξει ρουθούνι, 8λο αύτδ τδ μάταιο πλοΰτο. Καί τότε, θά έγκαταστήσουν μέσα σ’ αύτά τά παλάτια, στή θέση τών bonzes πού άνατράπηκαν, τούς δικούς τους bonzes.
Τδ ϊδιο βράδυ, στή Δρέσδη, ό έθνικοσοσιαλισμδς κάνει μπροστά μας μιά έπίδειξη τής αύξανόμενης δύναμής του. "Αρχισε, άπ’ τδ άπόγευμα, μέ πτήση, πάνω άπ’ τήν πόλη, ένδς σμήνους άεροπλάνων γρήγορων καί θορυβώδικων, πού κατέβαιναν δρμητικά άφήνοντας μιά βροχή άπδ χαρτάκια κ’ δστερα ξανανέβαιναν πάνω σέ διάταξη μάχης. Καί στούς δρόμους πού ίφερναν στή σαξωνική πρωτεύουσα, πλήθος ναζί άπ’ τά γύρω χωριά, κατευθυνόταν μέ τά πόδια, μέ ποδήλατα ή μέ καμιόνια πρδς τήν πόλη. Στίς κερκίδες τοϋ άπέραντου άθλητικοϋ σταδίου, Ινα άλλο πλήθος περιμένει δρθιο. Μιά μάζα λαϊκής προέλευσης, δπου ύπερτεροΰν cl μικροαστοί. Στήν άρχή Ιχουμε μιά άτέλειωτη στρατιωτική παρέλαση. Κάτω άπ’ τδ άδύναμο φώς τών προβολέων, στδν ήχο μιας μουσικής άπελπιστικά κακής, πού ξεκούφαινε, τά τάγματα έφόδου βάδιζαν, Ινα-Ινα, μέ τή σημαία μπροστά. Ό ταν τδ βάδισμα γινόταν πιδ άργό, πατούσαν μηχανικά μέσα στή σκόνη, κουνώντας ρυθμικά τά χέρια, μέ βήμα βαρύ.
Τέλος, δ άρχηγδς πού περίμεναν, έμφανίζεται χωρίς
55
τίποτα στό κεφάλι καί περιτριγυρισμένος άπ6 σωματοφύλακες" τόν ύποδέχονται ένθουσιαστικά χάιλ. Μέ μπόττες καί στρατιωτικό ζωστήρα, μαύρη γραβάτα πάνω στό φαιό του χιτώνα, κοντούλης, φαλακρός, λίγο παχύς, μέ τό κάτω χείλος έξογκωμένο, δ Γκρέγκορ Στράσσερ, δίνει πιό πολύ τήν έντύπωση κωμικού παρά μαχητή. «Πολίτης», είταν ά- ποθηκάριος κ’ ή πανοπλία πού εχει φορτωθεί τώρα δέν άρ- κεΐ γιά νά καμουφλάρει τή λαουτζίδικη μικροαστική του κοψιά. Δέν είναι δμως καθόλου κουτός. Τόν θεωρούν σάν τόν πιό Ιξυπνο καί τόν πιό «άριστερό» ναζιστή ήγέτη. Μερικοί μάλιστα λένε πώς είναι 6 πραγματικός άρχηγός τοϋ κόμματος. Πραγματικά, ή ισχυρή του προσωπικότητα έπι- σκιάζει τό Χίτλερ, πού θά τόν σκοτώσει σά σκυλί, στις 30 ’Ιουνίου 1934.
Γιά δυό ώρες συνέχεια, τά μεγάφωνα μάς μεταδίνουν μιά πολύ εύγλωττη δημαγωγία μέ πολύ μεγάλη πειστική Ικανότητα:
— Τό ούσιαστικό γεγονός τής στιγμής αύτής εινα: δτι παραπάνω άπ’ τά 90% τοϋ γερμανικού πληθυσμού θεωρούν τό κεφαλαιοκρατικό σύστημα ξεπερασμένο καί ζητάνε κάτι άλλο... μιά καινούρια οικονομία... Ινα καινούριο σύστημα... (Φωνές άπό παντού: Nat, ϊτσ ι είναι, Jawohl).
Κι δλες αύτές οΕ χιλιάδες άρχίζουν νά τραγουδάνε, σάν ενας άνθρωπος, τό Horst Wessel Liejl σ’ £να κλίμα συλλογικής ύπνωσης.
'Οταν φτάνουμε στό Βερολίνο, στίς 5 τοϋ Σεπτέμβρη, μέ τήν έλαφριά αύτή ταραχή πού συνοδεύει τήν άνακάλυψη μιας μεγάλης πρωτεύουσας, γινόμαστε μάρτυρες μιάς τόσο άπότομης δσο κι άπρόσμενης άλλαγής κλίματος.
θάλεγε κανείς πώς βρίσκεται σέ μιά έπαρχιακή πόλη, Ιδρα φρουράς, δπου δλες οΕ μονάδες της Ιχουν ταυτόχρονη Ιξοδο. Σ’ άντίθεση μέ τούς νεαρούς S.A. τούτη δώ ή φανταρία είναι μαρκαρισμένη άπ’ τά σημάδια τής ήλικίας. Είναι άραγε «Ιφεδροι», δπως θά λέγαμε στή Γαλλία, δλοι αύτοί οΕ χοντρομπαλάδες μέ τά μνημειακά καπούλια, μέ τή
56
φουσκωμένη κοιλιά καί τις φθαρμένες λίγο στολές; "Οταν σηκώνουν τήν πράσινη κάσκα τους, μ’ ένα πράσινο χρώμα άπαίσιο, δ ιδρώτας κυλάει στδ τσιτωμένο δέρμα τοϋ προσώπου τους" τδν σκουπίζουν μέ τά καρώ μαντήλια τους βιαστικά. Βαδίζουν, σέ συμπαγείς δμάδες, κρατώντας δλο τδ πλάτος τοϋ πεζοδρομίου, φωτογραφίζονται μπροστά στδ κολοσσιαίο έφιππο άγαλμα τοϋ Γουλιέλμου 1ου, συναθροίζονται κάτω άπ’ τδ θόλο ρωμαϊκοϋ ρυθμού πού σκεπάζει τδν «άγνωστο στρατιώτη». Τά χρυσά γυαλιά τοΰ Herr Do- ktor είναι πλάι στδ μονδκλ τοΰ Junker* Πλήθη άπδ ά- γρότες, πού άκόμα βρίσκονται σέ κατάσταση μισοδουλο- παροικίας, σέρνουν τά βαριά τους πέδιλα. Ή άριστοκρα- τική έπαρση τών πρώτων συνυπάρχει |ΐέ τήν κραυγαλέα κακομοιριά τών άλλων.
Άπδ ποιό καβούκι ξετρύπωσε τούτη ή παλιά στρατιωτική κι αύτοκρατορική Γερμανία; Άναστήθηκε, μέσα σ’ ένα πρωί, έπειδή έτσι τόθελε ό καγκελάριος φδν Πάπεν. ’Επειδή οί κύριοι τοΰ παλιοΰ καθεστώτος, οί τσιφλικάδες, οί στρατηγοί, οί βιομήχανοι, οί βαρώνοι τοΰ Herrenklub («ή λέσχη τών Αρχόντων») δέν τρέφουν καμιά συμπάθεια γιά τίς πληβειακές δμάδες τοΰ Άδόλφου Χίτλερ. Πιστεύουν δτι θά τίς ύπερφαλαγγίσουν μέ πιδ έμπειρες λεγεώνες, συγκροτημένες πάνω στήν παλιά πρωσσική πειθαρχία, θά δέχονταν ίσως νά μοιραστούν τήν έξουσία μ’ αύτδν τδν τυ- χάρπαστο πού έκανε τδ ντεμποΰτο του σάν έλαιοχρωματι- στής, άλλά δχι καί νά τού τήν άφήσουν δλόκληρη. Έχουν άρκετούς τίτλους γιά νά κυβερνήσουν τδ Ράιχ· σ’ αύτούς τούς αμόρφωτους κι άπειρους άναιδεΐς στήν άνάγκη θά δώσουν μερικά δευτερεύοντα ύπουργεΐα* τούς μοχλούς δμως θά τούς κρατήσουν αύτοί.
Νά γιατί, μέ τήν εύκαιρία ένδς έτήσιου συνέδριου, μάζεψαν στήν πρωτεύουσα 150.000 παλιούς πολεμιστές τής
* Junkers. ’Ονομάζονταν οΐ μεγαλογαιοκτήμονες τής Πρωσ- σΐας (σ.τ.μ.).
57
όργάνωσης Stahl - helm («Χαλυβδόκρανοι»), φέρνοντάς τους κι άπ’ τις τέσσερις γωνιές τής χώρας. Π ιθηκίζοντας τήν τεχνική τής ναζιστικής προπαγάνδας, έλπίζουν να ύποσκε- λίσουν τό Χίτλερ μ’ Ινα μεγάλο πάταγο, μέ μιά γιγαντιαία παρέλαση.
Τί γυρεύει στή σκηνή αύτό τό σκιάχτρο ένός πεθαμένου παρελθόντος, τήν ώρα πού άναμένεται ή άποφασι- στική σύγκρουση άνάμεσα στό φασισμό καί στήν έπανά- σταση; Μολοντούτο, παρ’ δλο πού πρόκειται γιά μιά Ιστορική άναπαράσταση ή γιά Ινα Ιντερμέντζο χωρίς συνέχεια, ό σκηνοθέτης Ικανέ πολύ καλά τή δουλειά του.
Τούς βλέπω άπό πολύ κοντά τούς πρασινοντυμένους τούτους χοντρούς. Πάνω στήν πλατφόρμα ένός αύτοκίνητου, είμαι κολλημένος άνάμεσα στίς καμπυλότητές τους καί στούς Σιδερένιους Σταυρούς τους. 'Ο «Χαλυβδόκρανος» είναι ή σκουριασμένη, άργοκίνητη, ζωώδικη άντίδραση, ό στενόμυαλος μικροαστός, ό κοιμισμένος χωριάτης, ό σκληροτράχηλος ρεβανσιστής, ή άκατάλυτη άντίδραση.
Τό Πότσνταμ, οί Βερσαλλίες τοϋ μεγάλου Φρειδερίκου, ξαναζωντάνεψε γιά μιά μέρα. Σ’ δλα τά παράθυρα κυματίζουν οί σημαίες μέ τ’ αύτοκρατορικά χρώματα. Παλιοί δραγόνοι ϊβγαλαν άπ’ τήν καμφορά τή χρυσοκόκκινη κι άρ- χαϊκή στολή τους καί φόρεσαν μέ καμάρι τή μυτερή κάσκα — πού τή ζωγραφίζαμε, δταν είμαστε μικροί τρέμον- τας, σά νάταν τά κέρατα τοΰ διαβόλου. Μές στό άπέραντο πάρκο μέ τις ψηλές φυλλωσιές, τούτοι οί λιπαροί γεροφαν· τάροι προσβάλλουν τή φύση, βιάζουν τήν δράση, τήν άκοή καί τήν δσφρηση. Βαδίζουν στοιχημένοι πυκνά μέ βήμα ρυθμικό κάτω άπ’ τίς δεντροστοιχίες καί γύρω άπ’ τά συν- τριβάνια, σταματώντας ξαφνικά μέ τό παράγγελμα, μέσα σ’ Ινα θόρυβο άπό τακουνοχτυπήματα. Χωριάτες, μέ τήν
58
τραχιά έπαρχιώτικη προφορά, δείχνουν ό Ινας στόν άλλο μέ τδ δάχτυλο, μισογελώντας πονηρά, τά σμιλεμένα μέ φι- νέτσα βυζιά τών Αγαλμάτων. Άλλοι μέ φαρδιές κοιλιές, παρ’ δλο ποϋ δ γυλιδς διπλασιάζει μέ πολΰ κωμικδ τρόπο τδν δγκο τής πλάτης τους, διασκεδάζουν προσπαθώντας νά πιάσουν μέ τδ χέρι τά ψάρια μέσ’ άπδ τΙς δεξαμενές. Γύρω- γύρω, είναι σταματημένα κινητά μαγειρεία, μέ τΙς καμινάδες τους πού θυμίζουν προϊστορική άτμομηχανή, έτοιμα νά ταίσουν δλους αύτούς τούς κοιλαράδες.
Μπροστά στδν τάφο τής «τελευταίας αύτοκράτειρας τής Γερμανίας» (μικρό παμπάλαιο τέμπλο, σκεπασμένο μέ κισσό καί μέ κιγκλίδωμα γύρω), ot πρασινοντυμένοι μαζεύονται κάνοντας Ιναν κούφιο θόρυβο:
— 'Ορκιστείτε έδώ μπροστά δτι θά ξανακάνετε τή Γερμανία ήγέτιδα τών λαών! ούρλιάζει ένας γιγαντόσωμος μέ σκληρό βλέμμα καί πολεμόχαρη φωνή.
—'Ορκιζόμαστε!
Ot κύριοι δμως θάδειχναν έλλειψη φρονιμάδας άν προεξοφλούσαν τή νίκη τους. "Αν Ιχουν στό πλευρό τους τούς παλιούς πολεμιστές κ’ Ινα μέρος άπ’ τά στελέχη τοϋ στρατού, τά σημεία στήριξής τους στίς μάζες καί στό κοινοβούλιο είναι Ασθενικά. Προσπαθούν τώρα νά σταθεροποιήσουν τΙς εύθραυστες θέσεις τους.
ΣτΙς 12 Σεπτέμβρη 1932 τδ Ράιχσταγκ συγκαλείται γιά μιά συνεδρίαση πού, δπως ψιθυρίζεται, δέν Αποκλείεται νά μείνει «ιστορική». Αέ θάθελα νά Απουσιάσω Απ’ αύτή τήν παράσταση καί ή πεζοπορική μου έμφάνιση μ’ έμποδί- ζει νά πάω έκεί. Κάποιος έξυπηρετικδς σοσιαλδημοκράτης μοΟ δανείζει Ινα δλόκληρο κοστούμι, τόσο φαρδύ πού πλέω μέσα σ’ αύτό. Καί, καθώς έφοδιάστηκα καί μέ μιά κάρτα δημοσιογραφική, κάνω μιά πολύ Αξιοπρεπή είσοδο στό άνά-
59
κτορο τοΰ κοινοβουλίου, μέ ταξί, ένώ οί Sckupos* τής φρουράς μέ χαιρετούσαν στρατιωτικά.
Ή άτμόσφαιρα στό άμφιθέατρο μοΰ φαίνεται σκυθρωπή σέ σύγκριση μέ τό γαλλικό κοινοβούλιο. Ή προσωπικότητα δέ μετράει έδώ. Πάνω στούς πάγκους, δέ διακρίνον- ται παρά συμπαγείς κα'ι ξεκάθαρα χωρισμένοι μεταξύ τους δγκοι: οί κοινοβουλευτικές δμάδες τών κομμάτων. Ή καθεμιά Ιχει τό δικό της τόνο, τά μέλη της μοιάζουν νά έχουν χυθεί στό ίδιο καλούπι.
ΙΙρώτα-πρώτα, νά ή σοσιαλδημοκρατία, μεγαλόπρεπη στούς λεπτούς της τρόπους: στύλ έπαρχιακοΰ γεροκαθηγητή, άστεϊοι, σαν περασμένες στά χρόνια κυρίες μέ λιγάκι ψηλό κολλέτο. Δύσκολα μπορεΐ νά φανταστεί κανείς δτι αύτό τδ κόμμα εϊταν τδ κόμμα τοΰ Μπέμπελ καί τοΰ Λήμπ- κνεχτ.
Οί κομμουνιστές είναι πιό νέοι, πιό δυναμικοί, μέ πιό άνοιχτές στούς τρόπους γυναίκες, τό ίδιο άξιοπρεπείς δμως καί προσεχτικές. ’Απέναντι σ’ δλες τις άλλες δμάδες, οί 89 άντιπρόσωποι τής Γ ' Διεθνοΰς δίνουν τήν έντύπωση, ή, άς ποΰμε, τήν αύταπάτη ένός σχηματισμοΰ χωρίς ρωγμές. 'Γ - στερα είναι οί άνθρωποι τοΰ Zentrum, Ιερωμένοι μέ πολιτικά, μέ μαΰρες ζακέττες καί μέ φάτσες άτριχες καί ύπουλες. "Επειτα οί σφιχτοκουμπωμένοι βαρώνοι τοΰ συντηρητικού κόμματος τοΰ Χούγκενμπεργκ- καί, δεξιότερα άκόμα, ή προκλητική, πληβειακή καί φασαριόζικη μάζα τών 230 χιτλερικών. ’Ανάμεσά τους πολλοί νέοι, καλοκαμωμένοι καί θρασείς. Δέν τολμάνε άκόμα νά φορέσουν μέσα έδώ τδ φαιδ χιτώνα. Οί διάδρομοι δμως καί τά προαύλια τοΰ Ράιχσταγκ είναι γεμάτα άπδ φαιοχίτωνες.
Στήν προεδρική Ιδρα, ψηλό κάθισμα γοτθικοΰ τύπου, κάθεται, ντυμένο μέ άστικό καφετί κοστούμι καί άσπρο κολ- λάρο, κομψό καί ύπεροπτικό, 2να πράγμα σάν παχύ μωρό,
* Schupos. Σύντμηση τοΰ γερμανικού schutzpolizist/^iannf'ir· λακας προστασίας (σ.τ.μ.).
60
κουνώντας διαρκώς τά σαγόνια του, μισο-δήμιος καί μισο- κλόουν μαζί. "Οταν δμως Ανοίγει τό στόμα του, ή φωνή του είναι τό ίδιο δηλητηριασμένη δσο καί τοϋ γιγαντόσωμου όμιλητή τοΰ Π ότσνταμ' κα ί, στό βάθος τών θολών, άπ’ τή χρήση τής μορφίνης, ματιών του, περνάνε λάμψεις Αγριότητας. Ό πρόεδρος Χέρμαν Γκαίριγκ δίνει τώρα τό λόγο στόν κομμουνιστή βουλευτή Τόργκλερ. Μέ λίγες σύντομες, βίαιες καί καλοζυγιασμένες λέξεις, ό σταλινικός άρχίζει τήν έπίθεση ένάντια στήν κυβέρνηση. Στριμωγμένοι πίσω άπό ενα τραπέζι, δεξιά άπ’ τό βήμα, οί ύπουργοί κοιτάζουν άπαθεΐς. Δίνουν τήν έντύπωση ένός σεβαστοΰ διοικητικού σ ^ ο υ λ ίο υ άνώνυμης έταιρίας.
Ό Γκαίριγκ, δστερ’ άπό μιά σύντομη διακοπή τής συνεδρίασης, βάζει, μέ κοφτή φωνή, σέ ψηφοφορία τήν κομμουνιστική πρόταση. Ό καγκελάριος φόν Πάπεν σηκώνεται, κομψός, Αντιπαθητικός καί κατάχλωμος. Μέ μιά σχεδόν Αδιόρατη κίνηση, ζητάει τό λόγο. Ά λ λά τό τρομερό προεδρικό μωρό γυρνάει τό κεφάλι άλλοΰ, Αγνοώντας τον. Ό ΙΙάπεν σηκώνει γ ιά δεύτερη φορά τό δάχτυλό του. Μάταια. Τέτοια ιεροσυλία δέν είχε ξαναγίνει στό γερμανικό κοινοβούλιο. Τότε, μόλις συγκρατώντας τήν δργή του, δ καγκελάριος παίρνει Ινα ρόζ χαρτοφύλακα, κατευθύνεται μέ γρήγορο βήμα πρδς τδ προεδρείο, πετάει στόν Γκαίριγκ Ινα μικρό χαρτάκι κ’ Οστερα Αποχωρεί Απ’ τήν αίθουσα μαζί μέ δλους τούς βαρώνους του πού τόν Ακολούθησαν σχηματίζοντας γραμμή πίσω του.
Τδ μωρό άρπάζει στόν Αέρα τδ χαρτάκι, τδ πετάει περιφρονητικά στήν άλλη άκρη τοΰ γραφείου του καί δηλώνει, σαρκαστικά, δτι ή ψηφοφορία γ ιά τήν κομμουνιστική πρόταση συνεχίζεται.
Οί κάλπες περιφέρονται κιόλας. Τδ Αποτέλεσμα θά δείξει δτι τό σκιάχτρο τής παλιάς Γερμανίας δέ συγκέντρωσε παρά μόνο 33 ψήφους. Ό φασισμός κι δ μαρξισμός συνασπίστηκαν ένάντια της.
Ξαφνικά, Απ’ τόν πάγκο του, Ινας κοντός καί κουτσός
61
πίθηκος κινείται. Μέ δυό πηδήματα φτάνει στή γοτθική εδρα καί μέ πειστικότητα καί ζωηρές χειρονομίες, δίνει στό μορφινομανή συμβουλές. Κ ’ έτσι, δστερα άπό ύπόδειξη τοϋ Γκαίμπελς, ό Γκαίριγκ άναγγέλλει δτι ή κυβέρνηση ά- νατράπηκε καί ανακόλουθα, τό διάταγμα τής διάλυσης τοΟ Ράιχσταγκ πού δ Πάπεν έβγαλε άπ’ τδ ρόζ χαρτοφύλακά του θεωρείται άκυρο καί σάν «μή ύπάρξαν».
Κ ’ ενας ψίθυρος άπλώνεται μέ μεγάλη ταχύτητα σ’ 2λο τδ Βερολίνο: αύριο ό στρατός θά καταλάβει τό άνά- κτορο τοΰ Ράιχσταγκ — ένας έπαγγελματικός στρατός άπό 100.000 άντρες, μέ άρτια έκπαίδευση καί μοντέρνο δπλισμό. Ό Γκαίριγκ άραγε θά παραστήσει τδ Μιραμπώ; 01 δυό παρατάξεις τής δεξιάς θ’ άλληλοσπαραχτοΰν; Μπά, δέν άρ- γοΰν νά τά συμφωνήσουν μεταξύ τους. Μιά ώρα μετά τή συνεδρίαση μαθεύτηκε δτι δ Γκαίριγκ ξεφούσκωσε καί ύπέ- κυψε στή συνταγματική νομιμότητα. Τό Ράιχσταγκ, δπου δ έθνικοσοσιαλισμός είχε 230 έδρες, έτσι ή άλλιώς διαλύθηκε. Οί χιτλερικοί φανφαρόνοι δέν τόλμησαν νά τά βάλουν μέ τή Ράιχσβερ.
Ή παλιά Γερμανία, γ ιά σύντομο διάστημα, κυριάρχησε. Ά λλά , δπως κι δ έθνικοσοσιαλισμός, έτσι κι αύτή δέ θέλει άνοιχτή ρήξη μαζί του. Μάταια τά κόμματα τής άριστερδς, άντί νά ένωθοΰν, προσπάθησαν, πιστεύοντας δτι κάνουν εύφυέστατο χειρισμό τοΰ ζητήματος, νά όξύνουν τή διχόνοια άνάμεσα στις δυό άντίπαλες παρατάξεις. Τό αύ- ριανό Τρίτο Ρ ά ιχ θά γεννηθεί ταυτόχρονα άπ’ τήν προλεταριακή διάσπαση κι άπ’ τδ συμβιβασμό άνάμεσα στούς παλιούς καί στούς καινούριους κυρίους. Στις 12 Σεπτέμβρη, άρχισε κιόλας νά έπωάζεται.
Μιά Κυριακή, στά περίχωρα τοΟ Βερολίνου, συναντάμε τυχαία, στό δρόμο, ένα περίεργο μπουλούκι. Δέν είναι τόσο
62
τά κοντά παντελονάκια τους, οι γυμνές γάμπες τους χωμένες σέ μάλλινες κάλτσες, τό τεράστιο κ’ έτερόκλιτο φορτίο πού τραμπαλίζει πάνω στίς πλάτες τους καί ή βαριά του; πόδεση, πού τούς ξεχωρίζουν άπ’ τούς συνηθισμένους ψωμοζήτες. Τό ιδιαίτερο πού Ιχουν είναι δτι μοιάζουν, δπως θά λέγαμε σήμερα πολύ «μπλουζόν νουάρ» * "Εκφυλα, ταραγμένα, άλήτικα πρόσωπα μέ τά πιό περίεργα καπέλλα πού θά μπορούσε κανείς νά φανταστεί: μαύρα ή γκρίζα καβουράκια ά λά Σαρλώ, παλιά γυναικεία καπέλλα, μέ μπόρ σηκωμένα σέ στύλ «άμαζόνας» μέ φτερά καί πόρπες, σκούφους έργατικούς στολισμένους, πάνω άπ’ τό γείσο, μ’ Ινα τεράστιο έντελβάις, μαντήλι ή φουλάρι μέ φανταχτερό χρώμα τυλιγμένο Ανέμελα γύρω άπ’ τό λαιμό, μισόγυμνες πλάτες μέ χαρακωμένο δέρμα, μπράτσα γεμάτα τατουάζ μέ παράδοξα ή αισχρά σχέδια, αύτιά μέ μεγάλα κρεμαστάρια καί σκουλαρίκια, πέτσινες κυλόττες μέ φαρδιές τριγωνικές ζώνες, μέ ζωγραφισμένα άπάνω τους διάφορα καββαλιστικά σχέδια, Ανθρώπινα πρόσωπα, έπιγραφές δπως W ild -F r e i (άγριος καί λεύτερος) ή R au ber (ληστές). Στό χέρι, Ινα
τεράστιο πέτσινο βραχιόλι. Μέ λίγα λόγια, Ινα θρασύ Ανακάτεμα Αντρισμού καί θηλυπρέπειας.
Μπροστά-μπροστά, Ινας ψηλός Ιφηβος, μ’ αισθησιακά χείλη, μέ τά μάτια βαμμένα γύρω-γύρω μαύρα, κρατάει μιά σημαία. Είναι ό Βιννετού, ό «κάιντ» τής συμμορίας. Δέν τοϋ Αρέσουν οί πολλές κουβέντες. Μάς λέει δμως Αρκετά γ ιά νά πληροφορηθούμε αύτό πού θέλουμε: Ιχουμε νά κάνουμε μέ μιά W ild ,-cliqu e, μιά άγρια συμμορία, μιά σπείρα πα- ραστρατημένων κι Ακοινώνητων Ιφηβων, μιά κοινότητα νέων διωγμένων άπ’ τήν κοινότητα.
Μόλις γυρίζω στό Βερολίνο, τρέχω στή σύνταξη τύπου τής άκρας άριστεράς νά βρώ κάποιον πού νά μπορέσει νά
* Μηλουζόν νουάρ. «Μαύρες μπλούζες». 'Ετσι Ανομάζοντα» οΐ τέντυ - μπόυς τής δεκαετίας 1955-65 (σ.τ.μ.).
6»
μέ ένημερώσει σχετικά μ’ αύτές τΙς συμμορίες. Μέ στέλνουν στήν ΚριστΙν Φουρνιέ, πρώην σύζυγο τοϋ φιλελεύθερου συγγραφέα Ροϋντολφ Ό λ ντεν καί συνεργάτρια τοΰ Α .Ι.Ζ ., εικονογραφημένης έβδομαδιαίας έπιθεώρησης πού βγάζει δ Βίλλυ Μύζενμπεργκ, πανέξυπνος έπιχειρηματίας καί σταλινικδς προπαγανδιστής. Ή ΚριστΙν συναναστρά- φηκε τούς νεαρούς αύτούς ρέμπελους μέ στοργή καί ύπο- μονή. Σιγά-σιγά κατάφερε v i κερδίσει τήν έμπιστοσύνη τους, v i μπεί στή συντροφιά τους καί νά μυηθεϊ στά πιδ άπόκρυφα μυστικά τους. Στή Neueweltbiihne, στίς 20 Γενάρη 1931, δημοσίευσε, σέ μιά έξοχη μελέτη, τούς καρπούς τής τολμηρής της έρευνας.
Μπροστά μου Ιχω μιά 45χρονη περίπου γυναίκα, μέ νεανικδ καί γοητευτικό άκόμα πρόσωπο παρά τήν πρόωρη άσπράδα τών μαλλιών της καί μέ βλέμμα καθάριο πίσω άπ’ τδν κοκκάλινο σκελετό τών γυαλιών της. Τδ κωμικό ντύσιμό μου — ντύσιμο πλάνητα — δέ φαίνεται νά τή στενοχωρεΐ καθόλου: Έ χ ε ι πιά συνηθίσει.
— Πώς ξεφύτρωσαν αύτές οί συμμορίες;— 0£ cliques, στή Γερμανία, δέν είναι κάτι τδ και
νούριο. Γεννήθηκαν άπ’ τδ χάος τοϋ πολέμου καί τοΰ μετα- πολέμου... ’Απ’ τδ 1916 καί τδ 1917 κιόλας μποροΰσες νά συναντήσεις στά περίχωρα καί στά προάστια τών μεγάλων πόλεων τέτοιας μορφής μπουλούκια. Εϊτανε παιδιά πού οί πατεράδες τους βρίσκονταν στδ μέτωπο κ’ οί μανάδες τους στδ έργοστάσιο. Στδ σπίτι δέν ύπήρχε κανένας νά φροντίσει γ ι’ αύτά. Ό πληθωρισμός τοΰ μεταπολέμου κ’ έδώ καί χρόνια ή άνεργία, πλήθυναν αύτές τΙς σπείρες. Μ’ αύτδ τδν τρόπο, μιά ξερριζωμένη νεολαία, συχνά χωρίς στέγη, βρίσκει τήν κοινή συμβίωση, τή συντροφικότητα, τή γεύση τοΰ κίνδυνου καί τής περιπέτειας. Γιά νά γλυτώσουν άπ’ τδν πειρασμδ τής αύτοκτονίας, πλάθουν ενα φανταστικό κόσμο, εναν κόσμο πού βασίζεται σέ άξίες δλοκληρωτικά διαφορετικές άπ’ αύτές πού δέχεται ή τρέχουσα ήθική, Ιναν
64
κόσμο μίσους ένάντια στήν κοινωνία πού τούς έγκατέλειψε.— Τ ί σημαίνει τό Εμβλημά τους: W ild - F r e i ;— W ild-Frei,& γριοι καί λεύτεροι, άρνητές κάθε έξου-
σίας: έπαναστατημένοι, δχι έπαναστάτες. Κ ι άπδ μόνα τους τά όνόματα πού δίνουν στίς συμμορίες τους, είναι χαραχτη- ριστικά: Ταρτάρικο αίμα, Κοζάκικο αίμα, Ά γ ρ ιο Εγκλη- μα, Τρόμος τών κοριτσιών, Κόκκινοι Α πάτσι, Μαύρος I- ρωτας, Αιματοβαμμένοι σκελετοί, Πειρατές τών δασών, Κρασωμένα λαρύγγια. 'Ο λοι τους Εχουνε διαβάσει τόν Κάρλ Μάυ καί τδ δικό μας τδν Γκουστάβ Αίμάρ καί τό παρατσούκλι Βιννετού, πού τό συνηθίζουν πολύ, είναι τδ δνομα τοΰ τελευταίου ’Ινδιάνου ’Απάτσι...
— Κ 1 ή σεξουαλική τους ζω ή;— Κάθε συμμορία Εχει τδ καταφύγιό της, σέ κάποια
σιταποθήκη, σέ κάποιο κελάρι, σέ κάποια τρύπα' τδ μόνο Επιπλο σ’ αύτές τίς μυστικές κρυψώνες είναι τδ Stoss-sofa δ σοφάς δπου γίνεται ή συνουσία. Δέν είναι μόνο αύτό δμως...
Ή συνομιλήτριά μου χαμηλώνει τή φωνή:— ... Γίνονται μυστικές μυητικές τελετουργίες... Τ ή
νύχτα, σέ κάποιο Ερημο δάσος, στίς δχθες μι&ς άπό τΙς πολλές λίμνες πού βρίσκονται γύρω άπ’ τδ Βερολίνο. Οί δοκιμασίες είναι πολλές φορές τρομερές: μονομαχία μέ μαχαίρι, βούτηγμα, μέ δλα τά ροΰχα, μέσ’ στή λίμνη’ δοκιμασία τής φωτιάς’ έχτέλεση σεξουαλικής πράξης μπροστά σ’ δλη τή συμμορία άπ’ τόν ύποψήφιο μέσα σέ δρισμένο χρόνο πού Ελέγχεται άπ’ τδν «κάιντ» μέ τό χρονόμετρο στδ χέρι. Κ ι άλλα άκόμα χειρότερα...
Στό σημείο αύτό, φωνάζουν τήν κυρία Ό λ ντεν στό τηλέφωνο στό διπλανό δωμάτιο καί μένω γ ιά λίγο μόνος. ’Εκμεταλλεύομαι τήν εύκαιρία γ ιά νά κοιτάξω Ενα φά- κελλο μέ φωτογραφίες πού ή κυρία "Ολντεν δέν τόλμησε νά μοΰ δείξει παρ’ δλο πού μοΰ μίλησε γ ι’ αύτόν. Πέφτω πάνω σέ μιά συλλογή άπό φωτογραφίες δπου γυμνοί Εφηβοι κρέμονται μέ τά χέρια άπδ κλαδιά δέντρων ή είναι δεμένοι, τά χέρια πίσω άπ’ τήν πλάτη, στήν κορφή ένός δέν
5 65
τρου, ένώ γύρω άπ’ τό δοκιμαζόμενο τα μέλη τής συμμορίας, γυμνά κι αύτά, κραδαίνουν φαλλικά σύμβολα.
*Οταν ξαναγυρίζει ή κυρία Ό λ ντεν , οΐ εΙκόνες Ιχουν ξαναμπεΐ μέσα στό φάκελλο.
— Ή γιορτή τής μύησης, μοΟ λέει τελειώνοντας, καταλήγει πάντοτε σ’ Ινα άγριο μεθύσι καί σέ άκατανόμαστα όργια . Σ ’ αύτό Ιπαιξαν βέβαια τό ρόλο τους καί τά βιβλία πού προτιμάνε αύτοί ot νέοι: μιμούνται ίσως πρωτόγονες τελετουργίες. Ά λ λά μοϋ φαίνεται δτι Ιδώ πολύ περισσότερο Ιχουμε μιά αύθόρμητη έπιστροφή στή βαρβαρότητα. Ά λλω στε ό πολιτισμός δέν είναι παρά Ινα λεπτό, πρόσφατο κ ’ εύθραυστο βερνίκι.
Αφήνοντας τήν ΚριστΙν Φουρνιέ, δέν καταφέρνω ν’ άπαλλαγώ άπό μιά ένδόμυχη άγωνία: δποιος μπορέσει νά τούς στρατολογήσει, θά είναι σέ θέση νά κάνει αύτούς τούς Α πάτσι τοϋ γλυκού νερού άληθινούς ληστές. Δυό χρόνια Αργότερα, ή δημοσιογράφος τής Neueweltbiihne — πού είχε γίνει πιά πεθερά μου — μοΰ είπε δτι μετά τήν άνοδο τοϋ Χίτλερ στήν έξουσία, διασταυρώθηκε μιά μέρα σ’ Ινα δρόμο τοϋ Βερολίνου μ’ Ιναν Ισχυρό καί διαβόητο S.A. Μέ μεγάλη της Ικπληξη, δ ναζί τή φώναξε φιλικότατα, μέ μεγάλη έγκαρδιότητα μάλιστα. Είταν δ παλιός «κάιντ» τής συμμορίας πού μαζί της είχε φιλικές σχέσεις. Είταν ό Βιν- νετού.
Α π ’ τή W ild-clique μέχρι τά K ukle W am pe, υ πάρχει ή ίδια Απόσταση πού χωρίζει δυό κόσμους μεταξύ τους. Κι δμως, κι δ Ινας κι ό άλλος είναι Αποτελέσματα τής Ανεργίας καί τής φτώχειας τών καιρών. Έ δώ πιά δέν Εχουμε Απέναντι μας έπαναστατημένους Αλλά έπαναστάτες.
Τό K uhle W a m p e , στήν δχθη τοϋ Μύγκελσε, είναι μιά κατασκήνωση άνεργων Βερολινέζων. Ά π ’ αύτήν έμπνεύ- στηκε ό κομμουνιστής σκηνοθέτης Σλάταν Ντοϋντοβ καί, σέ συνεργασία μέ τόν Μπέρτολντ Μ πρέχτ, γύρισε Ινα πε
66
ρίφημο καί ώραιότατο φιλμ’ ϊτσ ι, τοϋτο τό καλοκαίρι τοΰ 1932, Ινα άσταμάτηιο κύμα άπό έπισκέπτες βρίσκεται καθημερινά στήν κατασκήνωση. Σκορπισμένα στήν ίχθ η τής λίμνης, κάτω άπ’ τά πεϋκα, τά μικρά σπιτάκια μοιάζουν μεταξύ τους: άπλές ξύλινες καλύβες, σκεπασμένες μέ άσπρες ή ραβδωτές πάνινες τέντες. 'Ο λα είναι φωτεινά, καθαρά καί συγυρισμένα. Οί κατασκευαστές τους συναγωνίστηκαν ό Ινας τόν άλλο σέ ίμπνευση καί γοϋστο. Τ ά όμορφότερα άπ’ αύτά περιτριγυρίζονται άπό Ινα μικροσκοπικό κηπάκο. Τή στιγμή πού φτάνω, Ινα γέρικο ζευγάρι άνεργων, μέ τό ποτιστήρι στό χέρι, κοιτάζουν έκστατικοΐ τρία γεράνια πού άκόμα δροσοσταλάζουν.
’Αρχίζει δμως νά ψιλοβρέχει κ’ Ινα άγόρι μοϋ φωνάζει νά μπώ στό καλύβι του. Μοϋ προσφέρουν έκεΐ τή μοναδική τους πολυθρόνα γ ιά νά κάτσω. "Αλλοι κάθονται σέ ξύλινα χωριάτικα σκαμνάκια κι άλλοι άνεβαίνουν στίς κου- κέττες τους. Γύρω μου μαζεύονται άλλοι σύντροφοι γερο- φτιαγμένοι, μέ σταθερό βλέμμα, ντυμένοι μέ μπλέ ναυτικά πανωφόρια κ’ οί γυναίκες τους, χαμογελαστές καί προσεκτικές. Μοϋ έξηγοΰν:
— Καθώς βλέπεις καί σύ, 6 άέρας zo b K u h leW a m p e είναι καλύτερος άπ’ τόν άέρα τών προαστίων' δστερα είναι καί διακοπές πού δέ μάς στοιχίζουν τίποτα... Προτιμάμε νά κατεβαίνουμε μέ τό ποδήλατο κάθε βδομάδα στό Βερολίνο καί νά παίρνουμε τά έπιδόματα άνεργίας μας. ’Ακόμα, θέλουμε ϊτσι νά δείξουμε δτι ot προλετάριοι ξέρουν νά ζή- σουν μιά ύγιεινή καί χειραφετημένη ζωή...
Μόλις σταμάτησε ή βροχή, κατεβαίνουμε στήν δχθη' βλέπουμε νέους καί γέρους νά παραδίνονται στίς χαρές τής θάλασσας καί τοϋ ήλιου, ένώ ot περισσότερο έγκεφαλικοί, ξαπλωμένοι στίς πετσέτες τους, είναι βυθισμένοι σέ σοβαρές μελέτες. Καί καθώς άκουμπάω πάνω στό σάκκο μου, Ινας ψηλόλιγνος άθλητής μέ πυρρόξανθη χαίτη , βγάζει μέ
67
μιά βίαιη κίνηση τό σλίπ του καί προσφέρεται δλόγυμνος στόν καφτερό ήλιο:
— Γιά διαμαρτυρία ένάντια στό διάταγμα τοΟ καγκελάριου φόν Π άπεν! φωνάζει σκάζοντας στά γέλια.
Π ραγματικά, ή ’Αντίδραση βλέπει μέ πολύ κακό μάτι αύτές τΙς Ελεύθερες προλεταριακές κατασκηνώσεις, άπ’ δπου Εχουν Εκτοπιστεί οί άστικές προλήψεις. Πολλές τέτοιες άποικίες Εχουν άπαγορευτεΐ κ’ Ενα πουριτανικό διάταγμα έκδόθηκε πού άπαγορεύει τό γυμνισμό. Οι άνεργοι τοϋ K uhle W am pe δέν είναι οδτε παράνομοι, ούτε άντικοινω- νικοί τύποι' είναι ύγιείς καί άποφασιστικοί άνθρωποι πού θέλουν νά χρησιμοποιήσουν δσο τό δυνατό καλύτερα αύτή τήν περίοδο ύποχρεωτικής άργίας. Ή φυσιολατρεία κι ό γυ μνισμός δέν είναι γ ι’ αύτούς Ενα πρόσχημα έπιδειξιο|ΐανίας οϋτε ύποκατάστατο τής κοινωνικής πάλης. ’ΑγαποΟν τόν ή λιο πού τούς κάνει γερούς καί τά ροΰχα τους πού πετάνε. προκαλώντας Ετσι τούς βαρώνους τοϋ Herrenklub, συμβολίζουν γ ι’ αύτούς τις προλήψεις πού ρίχνουν άπό πάνω τους.
Οί κομμουνιστές τοΰ Βέντινγκ, τής κόκκινης συνοικίας τοΰ Βερολίνου, είναι πολυάριθμοι στό Kuhle W am pe καί κάνουν Εναν έπίμονο άγώνα, Εξηγώντας ύπομονετικά, Ενάντια στό μικροαστικό, άτομικιστικό πνεΰμα πού άπειλεΐ πάντοτε, λίγο-πολύ, μιά άποικία κατασκηνωτών.
Χαμένη νησίδα, μέσα στή σπαραγμένη Γερμανία, τό K u h leW am pe θά σαρωθεί σέ λίγο άπ’ τή χιτλερική καταιγ ίδα καί δέ θά μείνει άπ’ αύτό τίποτ’ άλλο Εξω άπ’ τις άφθαρτες εικόνες πού θά διατηρηθούν στίς κινηματοθήκες.
Γιά νά μπορέσω νά δώ δλους τούς άγωνιστές καί «θεωρητικούς» πού Εχω στό πρόγραμμά μου, διατρέχω τό Gross- Berlin κατά μήκος καί κατά πλάτος. Ή Εναέρια S-Bahn μέ γυρίζει μέσ’ άπό τό γιγάντιο αύτόν δγκο τετραγώνων ή
68
τεράστιων κύκλων. Βρίσκομαι Ετσι παρών σέ μιά συγκέντρωση μιας όργάνωσης τοϋ σοσιαλδημοκρατικοί) κόμματος. Παλιοί Αγωνιστές, βουτηγμένοι στή ρουτίνα, νερουλιασμένοι καί παθητικοί' φλύαρες γιαγιάδες πού μοϋ θυμίζουν κυρίες τών έράνων ή κυρίες τοΰ Έρυθροΰ Σταυρού- μπαγιατεμένοι μικροαστοί μέ προκοίλια καί προγούλια.
Στό βάθος δμως τής αίθουσας, μιά άνυπόμονη νεολαία Ασφυχτιά καί προσπαθεί ν’ άνασηκώσει τό καπάκι πού τής Εχουν φορέσει. Οί Αντιπρόσωποί της καταφέρνουν ν’ Ακου- στεΐ Ινα κατηγορητήριο δπου Αναδίνεται ή όργή της. Ή νέα γενιά χειροκροτάει μέ πάταγο' ή παλιά, κατσουφιασμένη σωπαίνει: ύπάρχει ρήξη. Κι δμως, δταν πρόκειται νά στιγματίσουν τούς ύπουργούς πού, στίς 20 ’Ιούλη, διώχτηκαν άπ’ τήν πρωσσική κυβέρνηση άπ’ τόν φόν Πάπεν χω ρίς νά προβάλουν τήν παραμικρή Αντίσταση, δλοι οί ρήτορες, μαζί κ’ Ινας βουλευτής τοΰ Λάντσταγκ, ξαναβρίσκονται σύμφωνοι: γ ιά Ινα σοσιαλιστή, τό χάσιμο τής μάσσας του ή μιας κοινοβουλευτικής Ιδρας είναι μεγάλο πλήγμα.
Μιά άλλη βραδιά, είμαι προσκαλεσμένος άπό μιά δ- μάδα τής κομμουνιστικής νεολαίας, στήν κόκκινη συνοικία Βέντινγκ. Στήν πίσω αίθουσα ένός καφενείου, γύρω άπό Ινα μεγάλο τραπέζι, άγόρια καί κορίτσια κάνουν κύκλο, θαυμάζω τή σοβαρότητά τους, τό μορφωτικό τους Ιπίπεδο, τήν άγωνιστική τους πνοή. Έ ν α ς νεαρούλης, στά δεκαεφτά περίπου, μέ γυαλιά καί θεληματικές κινήσεις, άνοίγει σοβαρά τή συζήτηση. Μέ εύστροφία κ’ έπιδεξιότητα πού μ’ Αφήνουν άναυδο προσπαθεί νά δικαιολογήσει (χωρίς Αμφιβολία γ ιά νά πείσει καί τόν έαυτό του) τή γραμμή τοΰ Κόμματος, θ ά προτιμούσα δμως νά μήν είχε τόση εύγλωτ- τία γιατί έξωραίζοντας Ετσι τό σεχταρισμό του, Αντί νά. δυσαρεστήσει τό Ακροατήριο, τό καθησυχάζει καί τό ύπνω- τίζει. Μοϋ φαίνεται πώς δλη αύτή ή Αδελφική Αφοσίωση,
δλη αύτή ή έπαναστατική πίστη ξοδεύονται χωρίς κανένα δφελος.
Γιά νά λέμε τήν άλήθεια, δέ μπόρεσα νά βρώ οδτε Ιναν κομμουνιστή πού, άποκτώντας έμπιστοσύνη άπέναντι μου δστερ’ άπδ Ινα λεπτδ συζήτηση, νά είναι πραγματικά σύμφωνος μέ τή ταχτική τοΰ Κόμματος. Οί πιδ όρθόδο- ξοι λένε καί ξαναλένε μέσα τους δτι «ή γραμμή είναι σωστή», άλλά τδ κάνουν μέ τήν άγωνία τοΰ πιστοΰ πού κλονίζεται ή πίστη του άπ’ τήν άμφιβολία. Ό σ ο γ ιά τούς πιδ θαρραλέους, αύτοί πιά μέ κόπο κρύβουν τήν άνησυχία τους.
Μπαίνω στδ γραφείο άνέργων μιας έργατικής συνοικίας. Σέ μιά εύρύχωρη, καθαρή κι άερισμένη αίθουσα, μακριές σειρές άπδ κατσούφηδες καί σιωπηλούς άνεργους περιμένουν. Στήν Εξοδο οί άνεργοι μένουν δσο τδ δυνατδ περισσότερο στδ πεζοδρόμιο. Γ ιατί νά βιαστοΰν; ’Εδώ δέν είναι, άς ποΰμε, τδ «τελευταίο μέρος δπου μποροΰν νά κουβεντιάσουν»; Καί τδ κουβεντολόι άρχίζει, μέχρι πού γίνεται σφοδρή πολιτική συζήτηση. Τ ά τρία κόμματα δέ δίνουν πιά τή μάχη στδ έργοστάσιο, άλλά έδώ. Προκηρύξεις καί πολυγραφημένες μικροεφημερίδες μοιράζονται άδιάκοπα. Συχνά, άνάμεσα στούς κόκκινους καί στούς ναζί, γίνονται αίματηρές συμπλοκές.
Νά, γ ιά παράδειγμα, Ινας κύκλος πού σχηματίζεται έδώ μπροστά μου καί γίνεται άρκετά μεγάλος μέσα σ’ Ινα λεπτό. ’Εργάτες μέ μπλέ κασκέτα, άδυνατισμένοι, νέοι, μέ ζωηρή ματιά. Δυδ άπ’ αύτούς λογομαχοΰν ζωηρά. Ούρ- λιάζουν δυνατά καί είναι Ιτοιμοι ν’ άρπαχτοΰν στά χέρια. Στήν άρχή σκέφτομαι δτι θάναι καυγάς άνάμεσα σέ κομμουνιστή καί σέ ναζιστή. Ό χ ι* είναι δυδ άδελφοί-έχθροί.
Ό Ινας ϊχ ε ι τήν τυπική 8ψη τοΰ σοσιαλδημοκράτη: σοβαρδς καί συγκροτημένος έργαζόμενος, μεσόκοπος, λίγο
70
παχουλός. Ό κομμουνιστής είναι νεότερος, πιό μποέμικος, ζωηρότερος καί πιό λιπόσαρκος. Μπροστά σ’ Ινα άκροατή- ριο που μετράει τα χτυπήματα, ρίχνουν κατάμουτρα 6 Ινας στόν άλλο δλα τά σφάλματα, περασμένα καί τωρινά, πού ίχουν κάνει τά κόμματα καί τών δυό τους. Έ πλειοψηφία τών θεατών είναι φανερά μέ τό μέρος τοϋ κομμουνιστή. Ά λ λά ό σοσιαλιστής δέν άφήνει νά τόν πάρουν φαλάγγι, ύπερασπίζετα: τούς άρχηγούς του μέ μεγάλο πείσμα. Τούς χωρίζουν τελικά μέ δυσκολία.
Κι δμως, παρά τήν άντίσταση τών γραφειοκρατών πού διευθύνουν, στή «βάση» άρχισε νά γεννιέται Ινα ένωτικό ρεϋμα. ΙΙολλοί έργάτες άρχισαν νά διακρίνουν δτι ή ένώ- τητά τους μπροστά στό φασιστικό κίνδυνο είναι γ ι’ αύτούς ζήτημα ζωής καί θανάτου. Τόν ’Ιούλιο καί τόν Αδγουστο, μετά τό πρωσσικό πραξικόπημα,* τό ένιαΐο μέτωπο στήν «κορυφή» — δηλαδή άνάμεσα σέ όργανώσεις — πραγματο- ποιήθηκε αύθόρμητα σέ πολλά μέρη. Κάθε φορά δμως, λίγο μετά τήν πραγματοποίησή του, διαλυόταν. Ά λλοϋ, πού είχαν άρχίσε: διαπραγματεύσεις, διακόπηκε άπότομα κάθε προσπάθεια. Οί κεντρικές καθοδηγήσεις καί τών δυό έρ- γατικών κομμάτων — παρά τήν ισχυρή πίεση τής βάσης — στέκονταν άδιάλλακτοι έχθροί τής ένότητας δράσης: οί σοσιαλδημοκράτες γιατί φοβόνταν μή χάσουν τόν Ιλεγχο τής άγέλης τους κ’ οί κομμουνιστές γιατί ύπάκουαν δουλικά στίς διαταγές τής Μόσχας κι άκόμα γιατί φοβόνταν μήν έκτεθοΰν κάνοντας διαπραγματεύσεις μέ τούς «σοσιαλφασί- στες».
Καί κάθε φορά, τό πρόσχημα γ ιά τήν άρνηση τοΰ έ- νιαίου μετώπου καί Ιδιαίτερα γ ιά τήν άπόρριψη τής πρότασης γ ιά κοινή γενική άπεργία πού ίγ ινε δυό φορές άπ’
* Άναφέρεται στήν έκδίωξη τών σοσιαλδημοκρατών ύπουργών άΐϊ* τήν τοπική κυβέρνηση τής Πρωσσίας (σ.τ.μ.).
71
τό Κομμουνιστικό Κόμμα στό Σοσιαλδημοκρατικό, εΓταν τό περιβόητο ζήτημα «νά πάψει ή κριτική»: ot κομμουνιστές άρνιόνταν νά σταματήσουν τΙς Ιδεολογικές τους έπιθέσεις ένάντια στό ρεφορμισμό κ’ ot ρεφορμιστές δέν Αποδέχονταν τό ένιαΐο μέτωπο παρά μέ τή μορφή μιας Ανετης «συμφωνίας μέ τό θεό» δπου καμιά έκδήλωση Αντίθετης Αποψης δέ θα έρέθιζε τήν ύπερευαίσθητη έπιδερμίδα τους.
Κ ι δμως τό Κομμουνιστικό Κόμμα, μετά τήν Απεργία του στίς 20 ’Ιουλίου πού τελικά δέν ίγ ινε , ίπρεπε νά βγάλε1. τά συμπεράσματά του γ ιά τήν ήττα. Π ώς εΓταν δυνατό, χωρίς καμιά προπαρασκευή, νά παρατήσουν τή δουλειά έρ- γάτες μαθημένοι νά μισούν τό «σοσιαλφασισμό», έπειδή διώχτηκαν άπ’ τήν κυβέρνηση «σοσιαλφασίστες» ύπουργοί; ’Αλλά, πράγμα Ακόμα πιό σοβαρό, Αποδείχτηκε δτι ή έπιρροή τοΰ κόμματος, ισχυρή Ανάμεσα στούς Ανεργους, εΓταν σχεδόν μηδαμινή άνάμεσα στούς όργανωμένους έργάτες: είναι φανερό δτι ή πραγματοποίηση μιας γενικής άπεργίας, χω ρίς τή συμμετοχή τών ρεφορμιστών έργατών, είναι Αδύνατη. Τ ί περιμένει λοιπόν τό Κόμμα, Απ’ τόν καιρό πού ύ- ποστηρίζει δτι τό Αντιλήφθηκε αύτό, γ ιά νά βρεϊ τό σωστό μονοπάτι πού θά τό όδηγήσει στά έκατομμύρια τών συνδικαλισμένων;
θ ά χρειαστεί ή τραγική λύση τών Αρχών τοΰ 1933: τό Ανέβασμα τοΰ Χίτλερ στήν έξουσία, ή πυρπόληση τοΰ ΡΑιχσταγκ κ’ ή θέση έκτός νόμου τοΰ Κομμουνιστικού Κόμματος γ ιά νά έπιτρέψει, πολύ Αργά πιά, ή Μόσχα στούς ύπηκόους της νά «σταματήσουν τήν πολεμική ένάντια στίς σοσιαλιστικές δργανώσεις δσο διαρκεΐ ή κοινή δράση». ’Εκείνη τήν ώρα δμως ή φαιά πανούκλα θά ίχ ε ι κατακλύσει τά πάντα.
72
Βλέποντας τήν τελική ήττα νάρχεται μέ μεγάλες δρασκελιές, ot δύστυχοι Γερμανοί έργαζόμενοι βυθίζονται στήν Απόγνωση καί τή σύγχιση. ’Ακούω συνέχεια κουβέντες τέ- τοιας μορφής:
— Μά γιά ποιό λόγο έγώ, Ινας σοσιαλδημοκράτης έρ- γάτης, θά πρέπει νά θεωρώ σαν κυριότερο έχθρό μου τόν έργάτη πού δουλεύει πλάι μου καί πού είναι κομμουνιστής;
— Μά γ ια ποιό λόγο έγώ, Ινας κομμουνιστής έργάτης, θά πρέπει νά γροθοκοπιέμαι, συχνά μέχρι σκοτωμού, μέ τό ναζιστή έργάτη πού στέκεται μαζί μου στήν ούρα γ ιά τό επίδομα άνεργίας;
Στήν πραγματικότητα κανένας δέν ξέρει τώρα πιά τό γιατί. Κ’ Ιτσι βλέπουμε ναζιστές έργάτες νά παίρνουν μέρος στις άπεργίες ένάντια στά νομοσχέδια τοϋ φόν Πάπεν. Κι άκόμα άλλους νά περνάνε μέ καταπληχτική άνεση άπ’ τή μιά παράταξη στήν άλλη: σοσιαλδημοκράτες γίνονται ναζί, ναζί γίνονται κομμουνιστές ή τό άντίθετο. Τπάρχουν ναζί καί κομμουνιστές πού τούς προσεγγίζει τό κοινό μίσος γ ιά τή σοσιαλδημοκρατία καί τό δηλητηριασμένο σύνθημα τής «έθνικής Απελευθέρωσης». Τπάρχουν σοσιαλιστές καί φασίστες πού τούς ένώνει ό μύθος μιάς διευθυνόμενης οικονομίας κ’ ένός συνδικαλιστικού γενικού συμφέροντος έν- σωματωμένου στό Κράτος.
Κι άκόμα, ή άποτελμάτωση κάνει τή δουλειά της. Κ ανένα σημάδι οικονομικής άνάρρωσης. θάμαστε άνεργοι στήν αΙωνιότητα; Τ ά πολιτικά κόμματα μάς Ιδωσαν Ινα σωρό ύποσχέσεις. Έ γ ινα ν τόσες καί τόσες προεκλογικές έκστρα- τεΐες. Διαβάστηκαν ένα σωρό άφίσσες καί προκηρύξεις. Σωροί ψηφοδέλτια ρίχτηκαν τσάμπα καί βερεσέ μέσα στίς κάλπες. Καί τίποτα δέν άλλαξε. ’Αντίθετα δλα πάνε πρός τό χειρότερο. Κ ’ ot τελευταίες έλευθερίες καταργήθηκαν’ ot έργατικές έφημερίδες Απαγορεύτηκαν' στίς δημόσιες συγκεντρώσεις, τό είδα μέ τά μάτια μου, Ινας θρασύς Schupo
73
άφαιρεϊ τό λόγο άπ’ τούς δμιλητές πού δέν τοϋ άρέσουν.Καί άνάμεσα στούς πιό σαστισμένους έργάτες, άκού-
γεται αύτός ό μονόλογος πού θά μπορούσε κάλλιστα νά χτυπήσει τήν καμπάνα γ ιά τή δημοκρατική Γερμανία: ’Αχ! καί νά συμφωνούσαν μεταξύ τους οί άρχηγοί! Ή προοπτική δμως αύτή είναι άμυδρή καί μακρινή... Γ ιατί λοιπόν νά μήν άκούσω καλόπιστα τούτους τούς καινούριους σωτή- ρες πού μοϋ ύπόσχονται ψωμί καί δουλειά καί πού λένε δτι θά μ’ άπελευθερώσουν άπ’ τΙς άλυσίδες τής συνθήκης τών Βερσαλλιών καί πού μοϋ δρκίζονται δτι κι αύτοί είναι κόμμα έργατικό, Ιπαναστατικό καί σοσιαλιστικό; Χάιλ Χ ίτλερ I
Μολοντούτο, τό φθινόπωρο τοΰ 1932, 6 έπιφανειακός παρατηρητής θά μποροΰσε νά πιστέψει δτι ή φασιστική πλημμυρίδα άνακόπηκε ή άκόμα δτι ύποχωρεί. ΟΙ άρχοντες τοΰ «HerrenJdub», μέ τήν ύποστήριξη τοΰ προέδρου Χίν- τεμπουργκ καί τοΰ στρατοΰ, φαίνονται γ ιά λίγο δτι σταθεροποιούν τήν έξουσία τους. ΣτΙς έκλογές τής 6ης Νοέμβρη, πού διενεργήθηκαν άπ’ τόν Πάπεν γ ιά νά άντικατα- σταθεΐ τό διαλυμένο Ράιχσταγκ, οί έθνικοσοσιαλιστές χά νουν Ιδρες. Ό άσυλλόγιστος Λεόν Μπλούμ βιάζεται νά προ- φητέψει, στόν P opu la ireΠ : «Ό Χίτλερ άποκλείστηκε γ ιά πάντα ά π ’ τήν έξουσία. Άποκλείστηκε, πιστεύω κι άπ’ τήν έλπίδα γ ιά έξουσία. Άνάμεσα στό Χίτλερ καί στήν έξουσία στάθηκε Ινα άδιαπέραστο φράγμα».
Τόν Πάπεν διαδέχεται δ πρώην άντιπρόεδρός του, Ινας πανούργος στρατιωτικός. Ό στρατηγός φόν Σλάιχερ Ιχ ε ι κατανοήσει βαθιά δτι μιά άπλή άποκατάσταση τής παλιάς αύτοκρατορικής Γερμανίας, δηλαδή μιά μοναρχική παλινόρθωση, δέν Εχει καμιά προοπτική διάρκειας. 'Ο στρατός, άν θέλει νά ποδηγετήσει ή νά ούδετεροποιήσει ή καί νά παραμερίσει τό Χίτλερ, πρέπει νά κάνει κάτι καινούριο.
74
Έ τ σ ι λοιπόν δ στρατηγός όνειρεύεται νά έγκαθιδρύσει μέ τή συνδυασμένη όποστήριξη τών έργατικών συνδικάτων καί τής άριστερής πτέρυγας τοΟ έθνικοσοσιαλισμοΰ, Ινα είδος «βοναπαρτισμού» ή έμβρυακοϋ φασισμοΰ- Ινα μείγμα κρα- τικοΟ καπιταλισμού πρωσσικοΟ στυλ καί μουσσολινικοΰ κορ- πορατισμοΰ.* Λεηλατεί άπ’ τό πρόγραμμα τοϋ ναζισμού καί τών σοσιαλιστών δ,τι μπορεί νά τόν έξυπηρετήσει' παίρνε: άπ’ τίς δυό παρατάξεις δχι μόνο Ιδέες, άλλά καί άνθρώ- πους. ’Ερωτοτροπεί μέ τό Γκρέγκορ Στράσσερ, τόν δημαγωγικό άνταγωνιστή τοΰ Φύρερ καί διαπραγματεύεται μέ τό γενικό γραμματέα τής γερμανικής Γενικής Συνομοσπονδίας Ε ργατώ ν, τόν άμφίβολης ποιότητας Λέιπαρντ, άξιο άν- τίτυπο τοΰ δικοΰ μας Ζουώ. Μιλάει γ ιά έθνικοποίηση τών τραπεζών καί μερικών μεγάλων βιομηχανιών. Μ’ αύτό τόν τρόπο, δ κρατικός μηχανισμός θ’ άπορροφοΰσε μερικούς καλοπροαίρετους χιτλερικούς πού βιάζονται κι άνυπομονοΰν ν’ άποδείξουν τό βαθμό τοΰ ταλέντου τους καί ταυτόχρονα θά ένσωμάτωνε τούς έργατοπατέρες τών συνδικάτων καί τών συνεργατικών δίνοντάς τους τήν ούρανοκατέβατη εύ- καιρία νά περισώσουν τά έπιχρυσωμένα τους φέουδα.
'Ο λη αύτή δμως ή δολοπλοκία είναι πολύ βυζαντινή κ ι άκόμα πολύ άργοπορημένη γ ιά νά πετύχει. Τό μόνο πού καταφέρνει ό Σλάιχερ είναι νά συγκεντρώσει ένάντια του Ινα συνασπισμό άντιπάλων άπ’ δλα τά κόμματα. Πώς άλλωστε ή «βάση» τοΰ συνδικαλιστικοΰ κινήματος θ’ άφηνε τό Λέιπαρντ νά τή σύρει στό άρμα τοΰ στρατηγοϋ καί, προπάντων, πώς θά μποροΰσε αύτός δ «βοναπαρτισμός» τής τελευταίας ώρας, άκόμη καί μέ τήν ύποστήριξη τοΰ στρατού, νά διατηρηθεί στήν έξουσία ένάντια σ’ Ιναν όλόκληρο λαό πού άνυπομονοΰσε γ ιά ριζικές άλλαγές;
* Κορπορατιαμός. Θεωρία τοΰ συντεχνιακού κράτους. Συντεχνιακό χαραχτήρισαν οί θεωρητικοί τοϋ Ιταλικού φασισμοΰ τδ κρά
76
Π λάι στή μεγάλη, έρχεται v i προστεθεί κ ’ ή μικρή Ιστορία πού 6 Μ πρέχτ, μέ μιά άπογοητευτική μυωπικότητα, έβαλε σέ πρώτη μοίρα στόν Άρτοϋρο Οϋι του. Ό γέρο πρόεδρος Χίντεμπουργκ, γ ιά v i πνίξει Ινα σκάνδαλο δωροδοκίας πού κινδυνεύει v i τόν διασύρει, καθαιρεΐ τόν καγκελάριο φόν Σλάιχερ, πού δέν τόν είχε άπόλυτα τοΟ χεριοϋ του, καί, στίς 30 Γενάρη 1933, δστερα άπό συμβουλή τοϋ Π ά- πεν καί τών βαρώνων του, Ανεβάζει στήν έξουσία τό Χίτλερ. Τό Ανεπανόρθωτο έπιτελέστηκε.
"Ενας νεαρός κομμουνιστής σύντροφος, πού τόν είχα γνωρίσει στήν κόκκινη συνοικία Βέντινγκ, μοϋ στέλνει στή Γαλλία, στίς 28 Φλεβάρη 1934, ένα τελευταίο μήνυμα: ή κυβέρνηση τοΰ Χίτλερ, μοΰ γράφει, έτοιμάζει μιά θεαματική έπίθεση ένάντια στό Κόμμα" μετά τΙς έκλογές πού Θ4 γίνουν στίς 5 τοϋ Μάρτη, τό Κόμμα 0 i διαλυθεί καί θ’ ά- κυρωθοΰν ot έντολές τών βουλευτών του. Ά π ό τώρα κιόλας προετοιμάζουν τήν κοινή γνώμη γ ι’ αύτό τό χτύπημα. Τό προλεταριάτο είναι πολύ Αποδυναμωμένο γ ια v i μπορέσει ν’ άντισταθεΐ. *0 φίλος μου προσθέτει στό γράμμα του ένα πολύ θλιβερό ύστερόγραφο: μόλις αύτή τή στιγμή έμαθε γ ιά τήν πυρπόληση τοϋ Ράιχσταγκ πού έγινε τήν προηγούμενη νύχτα. Ot έκτακτες έκδόσεις δημοσιεύουν κιόλας τήν έπίσημη έκδοχή: δράστες τής Απόπειρας είναι ot κομμουνιστές. Πολύ Οάθελα νά δώ αυτόν τόν ηλίθιο πού πυρπόλησε τό Ράιχσταγκ νομίζοντας δτι δουλεύει γιά τό συμφέρον τοϋ προλεταριάτου! Απορεί δ φίλος μου. Καί συνεχ ίζε ι: ή έθνικοσοσιαλιστική κυβέρνηση, χωρίς v i χάσει λεφτό, πήρε Αποφασιστικά μέτρα ένάντια στό Κόμμα* έγιναν Αναρίθμητες έρευνες καί συλλήψεις' ή βοηθητική Αστυνομία τών ναζί κλήθηκε στά δπλα' κηρύχτηκε κατάσταση πολιορκίας' τό Βερολίνο μοιάζει μέ στρατόπεδο' δέ θ’ Αργή
τος 6που τά βασικά κύτταρα τής οίκονομικής ζωής είναι οί έπαγ- γελματικές ένώσεις (corporation!) πού λειτουργούν κάτω άπ’ τόν έλεγχο τοΰ κράτους.
76
σουν ot μαζικές έκτελέσεις. ’Ενάντια στήν έργατική τάξη έξαπολύθηκε μιά φοβερή τρομοκρατία’ κα ί, καθώς σέ λίγο θά καταργηθεϊ χωρίς άμφιβολία τδ άπόρρητο τών έπιστο- λών, δ φίλος μου τελειώνει τδ τελευταίο του μήνυμα μέ τά λ ό γ ια : Αυτό τό γράμμα είναι πιθανότατα τό τελευταίο, Ή νύχτα έπεσε πάνω στή Γερμανία.
77
II
Μετά την καταστροφή
( 1 9 3 3 )
Γύρω στό τέλος τον ’ Απρίλη καί άρχές τον Μάη τον 1933, δταν δ Χίτλερ είχε πια θρονιαστεί στήν έξουσία, ξανακάνω Ινα δεύτερο ταξίδι στή Γερμανία , δχι πια με τά πόδια, άλ?Λ μέ ποδήλατο. Ε ίχα έπισκεφτεΐ τόν Λεόν Μπλούμ και τον ίκθεσα τό πρόγραμμά μου.Μούδωσε, χωρίς νά διστάσει, άδεια νά κάνω δ,τι νομίζω. Παρόλο πού σέ μερικά άπό τά αίσιόδοξα προγνωστικά τον είχε άπατηθεϊ, τό καλοκαίρι τοϋ 1932, άπό τότε είχε καταλάβει δλη τήν Εκταση τον δλεθρου. Τό ρεπορτάζ μου Εμφανίστηκε, μερικές βδομάδες ύστερότερα, στό καθημερινό δργανο τής S .F .I .O . L e P o p u la te .*
Στή διήγηση πού άκολονΟεϊ, προσθέτω έδώ δυό γραφικές λεπτομέρειες πού δέν τόλμησα ν' άναφέρω ατό κείμενό μον τον 1933. Στό δρόμο, σννήθιζα νά κρύβω στό σωλήνα τής μηχανής παράνομα Ιντνπα πού μον έμπιστεύον- ταν παράνομοι άγωνιστές. Μιά μέρα, στό Β ερολίνο, κάνοντας μέ τό ποδήλατο μιά στροφή,Επεσα πάνω στό ποδήλατο μιας κυρίας πού έρχόταν άντίθετα σέ μένα. Μέ τή σύγκρουση
79
έσπασε ή μηχανή μου' βλέποντας μακριά τή μαύρη κάσκα ένός άστυνομικοϋ, τόβαλα στά πόδια, κουβαλώντας στόν ώμο τό έπικίνδυνό μ ου δχημα,
Στήν κλειστή συγκέντρωση ναζιστών πού κατάφερα νά παρευρεθώ, στή Λειψία, ίκανα κ’ έγώ , γιά νά μή δώσω λαβή σέ ύποψίες, τό ρωμαϊκό χαιρετισμό μαζί μέ τούς άλλους καί, μ έ κατακόκκινο πρόσωπο, ούρλιαζα κ’ έγώ κάθε φορά πού δινόταν τό σύνθημα: Χάϊλ Χ ίτλερ I Αύτός δ άποκρουστικός πιθηκισμός μοϋ έπέτρεψε νά φέρω σέ πέρας μέχρι τέλος τή δημοσιογραφική μου άποστολή.
"Οταν γύρισα στή Γαλλία, μέ έκπληξη διαπίστωσα δτι ή μαρτυρία μου, άκόμα και μέσα ατό Σοσιαλιστικό Κόμμα, συναντούσε δυσπιστία. Ό μακαρίτης ’ Ο ρέστης Ροζενφέλντ, άρ- χισυντάχτης τότε τοϋ P o p u la ire , μοϋ φανέρωσε μετά δτι έλαβε άπό αναγνώστες, πολλές έπιστολές διαμαρτυρίας, συχνά όργισμένες. ΕΙ- μουνα ύπερβολικός. Ε ϊμουνα προκατειλημμένος. 'Η γαλλική ’Α ριστερά είχε άκόμα πολλά νά μάθει.*
Πρόλογος στήν έπανέχδοση τοΰ 1945
Οί σημερινοί Γάλλοι δέν χρειάζονται πιά, άλίμονο, πληροφορίες γ ιά τή ναζιστική βαρβαρότητα. Ή φαιά πανούκλα πού Απλώθηκε στή Γερμανία στά 1933, πέρασε κατόπι στό δικό μας Ιδαφος. Έ δώ καί μόλις λίγο καιρό μπορέσαμε νά γλυτώσουμε άπ’ αύτή. ’Ακόμα είμαστε τσακισμένοι άπ’ τό βάρος της.
Ό άναγνώστης δέ θά βρει, λοιπόν, σ’ αύτή τή μαρτυρία, λόγους γ ιά νά μισήσει περισσότερο. Έ χ ε ι άρκετούς άπ’ αύτούς. Ot εικόνες πού θά παρελάσουν μπροστά του θά τόν δ- δηγήσουν ίσως σέ άλλους στοχασμούς. Γιά τέσσερα χρόνια, δέν είδαμε άπ’ τή Γερμανία παρά μονάχα τήν κτηνώδικη δψη τοΰ χιτλερισμού. Τίποτα τό περίεργο λοιπόν άν τελικά ταυτίσαμε αύτά τά κτήνη μέ τό γερμανικό λαό. Ή περιγραφή πού θ’ άκολουθήσει θά μάς θυμίσει δτι ύπάρχει καί μιά άλλη Γερμανία, θ ά προσκομίσει τήν άπόδειξη δτι τά καλύτερα τέκνα τής γερμανικής έργατικής τάξης, δχι μόνο δέ συμπαραστάθηκαν στόν Χίτλερ, άλλά στάθηκαν τά πρώτα θύματα τής ναζιστικής βαρβαρότητας.
Μάς ξαναθυμίζει δτι αύτή ή άλλη Γερμανία, άφοΰ προσπάθησε μάταια ν’ άποσοβήσει τό χιτλερικό χείμαρο, συνέχισε, κάτω άπ’ τήν τρομοκρατία, μέσα στήν παρανομία καί μέσα στά στρατόπεδα καί στίς φυλακές, μιά ήρωική πάλη παράλληλη μ’ αύτή πού κ’ Ιμεΐς κάτω άπ’ τήν τρομοκρατία καί μέσα στήν παρανομία, κάναμε στή χώρα μας.
81
*0 γάλλος έργάτης Τεμπώ είχε τήν ίδια γνώμη δταν, μπροστά στό Εκτελεστικό άπόσπασμα, φώναξε: «Ζήτω ή Αντιφασιστική Γερμανία!».
Ot κρατούμενοι τοϋ Μπούχενβαλντ συμμερίζονταν αύτή τήν άποψη δταν τήν έπαύριο τής Απελευθέρωσής τους Εγραψαν σέ μιά πολυγραφημένη Ούμανιτέ: «Ξέρουμε πώς ύπάρ- χουν δυό Γερμανίες — ή μιά τοϋ Χίτλερ πού πρέπει νά Εξοντώσουμε κ’ ή άλλη, ή Αντιφασιστική, πού πρέπει νά βοηθήσουμε». Μέ τή βοήθεια πού πήραν, μέ τή σωτηρία τους Απ’ τό θάνατο πολλές φορές, Απ’ τούς γερμανούς κομμουνιστές, σύντροφούς τους στήν αίχμαλωσία, ot γάλλοι αύτοί μπόρεσαν νά έπαληθεύσουν, στήν πράξη, τί σημαίνει διεθνής Αλληλεγγύη τοϋ προλεταριάτου κι Αρνήθηκαν γ ι’ αύτό νά ταυτίσουν τή μιά Γερμανία μέ τήν άλλη, νά βάλουν στό ίδιο σακκΐ ναζιστές καί Αντιναζιστές, θύτες καί θύ|ΐατα.
Κ ’ έδώ Ακόμα, στήν κατοχή, παρά τή σιδερένια πειθαρχία τοϋ πρωσσικοϋ μιλιταρισμού, καί τήν τρομοκρατία τών S .S ., στρατιώτες τής Βέρμαχτ Απάντησαν στίς Εκκλήσεις πού τούς Απεύθυναν, στή γλώσσα τους, ot παράνομες δμάδες γάλλων Εργαζομένων καί γερμανών προσφύγων. Πολλές φορές, Γάλλοι καί Γερμανοί, πολίτες καί στρατιωτικοί, βρέθηκαν κάτω Απ’ τό ίδιο άγριο κύμα δίωξης.
Έ τ σ ι, παρ’ δλες τΙς κραυγές γ ιά «μή συναδέλφωση» πού Ακούστηκαν κι Απ’ τά δυό Εμπόλεμα Επιτελεία, Εργατικά χέρια Απλώθηκαν καί κατόρθωσαν ν’ Ανταμωθούν.
Μέσα στήν παγκόσμια Αποχαλίνωση τής βαρβαρότητα; ή Διεθνής δέν είναι π ιά σήμερα παρά μιά μικρή φλόγα. Καίει δμως Ακόμα κι αύτό είναι πολύ, είναι κιόλας Αρκετό γ ιά νά μήν Απελπίζεται γ ιά τό μέλλον του τό Ανθρώπινο γένος.
’Αφιερώνω αύτές τΙς λίγες σελίδες στή μνήμη τών Γερμανών Εργαζομένων πού Εδωσαν τή ζωή τους στήν πάλη κατά τοΰ φασισμοϋ καί ιδιαίτερα στή μνήμη τοΰ συντρόφου
μου Ά ρνο Μπάρ, άπ’ τή Λειψία, έπαναστάτη άγωνιστή. *0 Ά ρ ν ο μέ βοήθησε νά γράψω τή Φαιά Πανούκλα. « ' Η Μαδρίτη, μούγραφε λίγες μέρες πρίν, θά γίνει δ τάφος τοϋ φασισμού». ’Εκανε λάθος μονάχα στόν τόπο καί στήν ήμερο- μηνία.
Τδ τρομερδ καθεστώς πού άσέλγησε πάνω στή Γερμανία, κ’ δστερα πάνω στήν Εύρώπη, δέν είναι π ιά παρά μιά κακή άνάμνηση. Ή πάλη δμως δέν τέλειωσε, ή καταπίεση τοϋ άνθρώπου άπ’ τδν άνθρωπο δέν έπαψε. Στήν ίδια τή Γερμανία, οί έργαζόμενοι βγαίνουν άπ’ τή μιά σκλαβιά γ ιά νά πέσουν στήν άλλη. Άλλοϋ, τά άεροπλάνα καί τά τάνκς τών «άπελευθερωτών» χρησιμοποιήθηκαν γ ιά νά κρατήσουν τούς λαούς στδ ζυγό.
Κ ’ έτσι τδ πέπλο ξεσχίζεται καί βλέπουμε λίγο καθαρότερα. Βλέπουμε καί νιώθουμε καθημερινά πώς ή πραγματική πάλη δέ γίνεται άνάμεσα σέ έθνη, άνάμεσα σέ λαούς, άλλά άνάμεσα σέ τάξεις.
Αδριο, τά έθνικά μίση, πού χτές εϊταν σέ έξαρση, θά παραχωρήσουν τή θέση τους στή διεθνή άλληλεγγύη τών έκμεταλλευόμενων, στδ κοινό μίσος τών λαών ένάντια στούς έκμεταλλευτές. Στή θέση τής παλιάς άναχρονιστικής κραυγή ς: «Ό καθένας τό Γερμαναρά του», θά μπεί, σ’ δλες τίς χώρες, ή κραυγή τοϋ αιώνα μας: «Ό καθένας τόν έκμεταλ- λευτή του».
Καί τότε, μαζί μέ τούς Γερμανούς έργαζόμενους, θά χτίσουμε τίς Ενωμένες Δημοκρατικές Σοσιαλιστικές Πολιτείες τής Εδρώπης.
Κοιμήσου έν εΙρήνη, "Αρνο.
1
Ή π λ η μ μ υ ρ ί δ α
Μερικές έκατοντάδες χιλιόμετρα άπό δώ, άνθρωποι σάν καί μάς ζοΰν μέσα σ’ Ιναν άλλιώτικο κόσμο, έναν κόσμο κλειστό, δπου τίποτα άπ’ δσα συγκροτούν τόν τρόπο πού σκεφτόμαστε, πού αισθανόμαστε καί πού Αγωνιζόμαστε, δέ γ ίνεται δεχτό. Τήν περασμένη χρονιά, προβλέποντας τήν καταστροφή, θέλησα νά γνωρίσω τή σοσιαλιστική κ ’ έπαναστατική έκείνη Γερμανία πού σήμερα κείτεται κομματιασμένη καί δολοφονημένη.
Κλείνω τά μάτια καί ξαναβλέπω τ’ άπειρα έκεΐνα έρ- γατικά πλήθη, φλογερά και πειθαρχημένα, έκεΐνα τά τόσο δμορφα, τόσο πολύ όμορφα, Σπίτια τού Λαού. Ξανακούω τά θριαμβικά τραγούδια τής προλεταριακής νεολαίας. ’Αναπολώ τήν άργή καί σταθερή έκείνη κίνηση γ ιά τήν πραγμάτωση τής ένότητας στή δράση πού άπ’ τά κάτω άρχιζε στίς μάζες...
Πάνω άπ’ δλ’ αύτά πέρασε ή φαιά πανούκλα.Τ ί συγκεκριμένες καταστροφές έφερε; Τ ί άπόμεινε άπ’
αύτή τή Γερμανία πού γνωρίσαμε, κατανοήσαμε κι Αγαπή- σαμε;
Ξαναγύρισα έκεΐ κάτω. Πάνω στό ποδήλατο, άπ’ τήν Κολωνία στό 'Αμβούργο, άπ’ τό 'Αμβούργο στό Βερολίνο καί στή Λειψία, άνακατώθηκα μέ τούς Ανθρώπους τών πόλεων καί τών χωριών, έχοντας γ ιά κατάλυμα, δπως καί πέρισυ,
85
τούς ξενώνες νεότητας πού μόνοι τους είναι £νας μικρόκο- σμος τής Γερμανίας· προσπάθησα νά δώ, ν’ άκούσω, νά καταλάβω.
"Ενας σοσιαλιστής πού ταξιδεύει σήμερα άπ’ τήν άλλη μεριά τοϋ Ρήνου, συχνά Ιχε ι τήν έντύπωση δτι περιπλανιέται μέσα στά έρείπια μιας πόλης πού καταστράφηκε άπό σεισμό. Έ δώ , πρίν άπό μερικούς μήνες άκόμα, εΓταν ή Ιδρα τοΰ κόμματος, τοϋ συνδικάτου, τής έφημερίδας- έκεΐ εΓταν τό έργα- τικό βιβλιοπωλείο. Τώρα σ’ δλα αύτά τά κτίρια κυματίζουν τεράστια λάβαρα μ’ άγκυλωτό σταυρό. Ό δρόμος αύτός εΓταν £νας «κόκκινος δρόμος»· ήξεραν έδώ νά μάχονται. Σ ήμερα, βλέπεις μονάχα βουβούς άνθρώπους, μέ βλέμμα άνή- συχο καί θλιμμένο, ένώ τά πιτσιρίκια σέ ξεκουφαίνουν μέ τά Χ άιλ Χ ίτλερ τους.
Κάθε τί πού άγαπούσαμε άπ’ τή χτεσινή Γερμανία, κάθε τΐ πού θά ξαναδοΰμε μιά μέρα στήν αύριανή, ή σταχτόχρωμη πλημμυρίδα, άν δέν τό ίπνιξε, τό σκέπασε. Π ρέπει νά μποΰμε στά τρίσβαθα τών σπιτιών καί. στά τρίσβαθα τών ψυχών γ ιά νά ξαναβροΰμε τήν ταξική συνείδηση, τή θερμή συντροφικότητα, τήν αΓσθηση τής συλλογικής ζωής, τήν ώριμότητα καί τήν κουλτούρα, τήν έπαναστατική πίστη πού είναι καί μένουν άρετές τών Γερμανών έργατών. Κ ’ ή φλόγα αύτή, παρά τις άγριες προσπάθειες νά τή σβύσουν, καίει πάντοτε, μές στή σιωπή καί τό σκοτάδι. Κι άντίθετα, ή άλλη Γερμανία άπλώνεται στό φώς τής μέρας, μ’ δλη τήν άσχήμια της, τό ξύπνημα τών κακών ένστίχτων της, τήν κτηνωδία της καί τό θόρυβο τής μπόττας της. Π ώς μπορώ νά σάς περιγράψω τί νιώθει κανείς σ’ αύτή τή χώρα; Δέν είναι, πιστεύω, δυνατό ν’ άγαπήσεις περισσότερο καί νά μισήσεις πιό πολύ.
Κ ι δμως, πρέπει νά ξεπεράσω τήν άηδία μου καί νά προσπαθήσω νά καταλάβω. Ν’ Αναθεματίζεις τούς «σταχτό- χρωμους ληστές» είναι εύκολο πράγμα. Τό χιτλερικό κύμα
δμως είν’ ενα τόσο παράδοξο (μ,’ δλη τή σημασία τής λέξης) φαινόμενο πού τά έκδικητικά έπίθετα δέν άρκοϋν γ ιά νά τό έξηγήσουν. Βγήκε άπ’ τά βάθη τοΟ γερμανικοϋ λαοϋ. Στάθηκε άκατανίκητο γιατί εϊταν λαϊκό, γ ι ’ αύτό μπόρεσε νά σαρώσει τά πάντα, γ ι’ αύτό τά διχασμένα Ιργατικά κόμματα δέ μπόρεσαν νά τοϋ άντισταθοϋν, γ ι’ αύτό ή παλιά, άντι- δραστική καί φεουδαλική Γερμανία ύποχρεώθηκε, παρά τή θέλησή της, νά τοϋ άδειάσει τόπο.
Είναι άλήθεια, βέβαια, δτι στή στρατιά τών ναζί βρήκε παχνί τό κατακάθι τοϋ πληθυσμοϋ. Είναι άλήθεια δτι έκεΐ βρήκε τήν εύκαιρία νά τραμπουκίσει, νά παίξει μέ τό π ιστόλι. Πίσω του δμως βρίσκεται ή άγροτική μάζα, μέ τ’ άπούλητα προϊόντα της καί τά χαμηλά μεροκάματα, όλό- κληρη ή μεσαία τάξη πού βρίσκεται σέ άποσύνθεση, οι μικροαστοί πού καταστράφηκαν άπ’ τόν πληθωρισμό καί τήν κρίση καί πού μάχονται ένάντια στόν άνταγωνισμό τοϋ μεγάλου κεφαλαίου, ένάντια στήν προλεταροποίηση πού τούς άπειλεΓ κι άκόμα πλατιά στρώματα έργατών μέ κλονισμένα τά νεΰρα άπ’ τήν πείνα καί τήν άνεργία- καί, προπάντων, μιά νεολαία χωρίς ψωμί, χωρίς δουλειά, χωρίς μέλλον.
Πρέπει νάχει δει κανείς μέ τά μάτια του τί ύπόφερε τά τελευταία τοΰτα χρόνια ή Γερμανία — κ’ ύποφέρει κάθε μέρα καί πιό πολύ — , δχι βέβαια γ ιά νά συγχωρήσει, άλλά γ ιά νά καταλάβει. Πρέπει νά γνώρισε τις ούρές στά γραφεία άνεργίας — ούσιαστική πράξη μιας άπρακτης ζωής — , τό ξεροκόμματο γ ιά δείπνο, τούς νεαρούς άνεργους ν’ άλητεύουν μ’ άδειανό στομάχι στούς δρόμους ή νά τραγουδάνε τό παράπονό τους στίς αύλές τών φτωχόσπιτων, γ ιά νά βρει τό μυστικό αυτής τής συλλογικής, παθολογικής κι άπεγνω- σμένης παραφροσύνης.
Κ ’ ή άπέραντη τούτη μάζα, συγχισμένα, ζητάει τό σοσιαλισμό, πού τόν νιώθει μοίρα της, πού τόν περιμένει νά βάλει τέλος στό γολγοθά της. Τό σοσιαλισμό πού δεκατέσσερα χρόνια συνέχεια τόν περίμενε άπ’ τά προλεταριακά κόμ
87
ματα, πού τής τόν είχαν ύποσχεθεί χωρίς νά μπορέσουν να τής τόν δώσουν' τώρα, πιστεύει μέ πίστη Ακράδαντη πώς θά τής τόν φέρει δ Χίτλερ. ’Αγρότες τών Ανατολικών περιοχών πού περιμένουν τόν Αναδασμό τής γής, μικρομαγαζάτορες πού Απαιτοϋν προστασία Απέναντι στό μεγΑλο έμπορικό καί χρηματιστικό κεφΑλαιο, προλετάριοι πού μονάχα μιά «Έ πανάσταση» μπορεί νά ικανοποιήσει, δλοι αύτοί, γυναίκες κι Αντρες, σχηματίζουν τό κύμα αύτό πού, Ακατανίκητο, συνεχίζε ι στά τυφλά τήν πορεία του.
Μέχρι ποΟ; Είναι μιά βολίδα πού τήν τροχιά της δέ μπορούμε βέβαια νά ύπολογίσουμε. ’Εκείνο βμως πού είναι βέβαιο, είναι δτι προχωρεί πάντα μέ τήν ίδια ταχύτητα. Κά- ποια μέρα, δλο αύτό θά τελειώσει μ’ Ινα δυστύχημα, μ’ Ιναν τρομερό κλονισμό...
Σπρωγμένοι Απ’ αύτό τό ρεύμα, ot Αρχηγοί, στήν κορυφή, προσπαθούν, μέ φοβερή ταχύτητα, μ’ Ιναν πυρετό κακής ποιότητας, νά χτίσουν σέ λίγες βδομάδες γ ιά τήν αίωνιό- τητα. ’Από τώρα κιόλας, σ’ δλες τΙς πόλεις καί τά χωριά, πήραν τό δνομα τού ’Αδόλφου Χίτλερ. Χωρίς νά ύπολογίσουμε τά σχολεία Γκαίμπελς καί τά Ιδρύματα Γκαίριγκ. Στούς λόγους λένε καί ξαναλένε έπίμονα δτι τό Τρίτο Ρ ά ιχ θά διαρκέσει αιώνια. Συνέχεια βγαίνουν νέα διατάγματα καί νόμοι, συνέχεια δίνονται όνομασίες.
Δέ θέλει ρώτημα πώς μάταια θ’ Αναζητήσει κανείς Ιστω κ’ Ινα ίχνος σοσιαλισμού στούς αιφνιδιασμούς αύτούς. Υ πάρχει δμως μιά έκπληκτική αίσθηση όργάνωσης (στη Γερμανία βρισκόμαστε Αλλωστε), μιά άναμφισβήτητη τόλμη καί ταυτόχρονα Ινας χοντροκομμένος καί νηπιακός κυνισμός.
’Αλλά όχτώ έκατομμύρια άνεργοι περιμένουν ψωμί κ’ ή δίψα γιά σοσιαλισμό Ιχε ι βαθιά ριζώσει στήν καρδιά τοΰ Γερμανού.
"Οταν δμως θάρθει ή μέρα — καί δέν είναι μακριά — πού ot μάζες θά καταλάβουν δτι άπατήθηκαν, τότε οί ναζί πιστεύουν δτι θάχουν προλάβει νά δργανώσουν μιά τόσο δυνατή έξουσία ώστε νά μπορεί ν’ Αντισταθεϊ σ’ δλες τις θύελλες.
θ ά πάμε πρώτα στόν έχθρό, στό νικητή τής ήμέρας. "Γστερα ΘΑ παμε νά βροΟμε τούς φίλους μας τής άλλης
Γερμανίας πού, στήν παρανομία καί κάτω άπ’ τήν τρομοκρατία, μέ μικρές όμάδες σίγουρων Αγωνιστών καί λησμονώντας τΙς άδελφοκτόνες διαμάχες τοΰ παρελθόντος, συνεχίζουν τήν πάλη. θ ά μάς δεχτούν μέ τήν Απλή τούτη φρΑση:
— Μείναμε αύτό πού είμαστε.Ή φαιά πανούκλα πέρασε, χωρίς νά τούς λυγίσει.
89
2
Ν ε ο λ α ί α σ έ π α ρ α φ ρ ο σ ύ ν η
Π ρέπει, γ ιά ν’ Αρχίσουμε, να Ιοθετε μαζί μου κοντά σέ τρελλούς. Τόσο τό χειρότερο άν δυσκολευτείτε νά καταλάβετε- θά κάνετε δ,τι έγώ: θά κυριαρχήσετε στά νεϋρα σας.
"Οταν συγκεντρώνω τις Αναμνήσεις μου καί προσπαθώ νά θυμηθώ μέ άκρίβεια τήν ήμερομηνία τής εισόδου μου σ’ αύτό τό φανταστικό κόσμο, μιά εικόνα μούρχεται στό μυαλό: Ό ξενώνας νεότητας τοϋ ’Εσσεν, £να κυριακάτικο Απόγευμα. Έ σσεν, ή θλιμμένη Ιργατούπολη, γκρίζα καί συννεφιασμένη, ή πόλη τοϋ Κρούπ... Έ κ ε ΐ μέσα, τήν περασμένη χρονιά, θά βρίσκατε ήσυχους θαμώνες, νά φτιάχνουν τό βραδινό κολατσιό τους.
Σήμερα δμως, ή μεγάλη αίθουσα είναι Ασφυκτικά γε- μάτη, δχι Από νεαρούς πλάνητες, Αλλ’ Από Αγόρια καί κορίτσια τοϋ ’Εσσεν, παιδιά προλετάριων. Τ ί ζέστη πού κάνει! Μυρωδιά κλεισούρας καί πετσιοϋ. Αύτά τά έργατόπαιδα είναι ποδεμένα μέ μπόττες καί σφιχτοδεμένα μέ ζωστήρες τά περισσότερα καί πάνω Απ’ τό χακί τους πουκάμισο κρέμεται ή μαύρη γραβάτα τής «χιτλερικής νεολαίας». Τ ά κορίτσια φοράνε μικρά φαιόχρωμα πουκαμισάκια πολύ Αρσενικά καί πολύ στρατιωτικά μέ τό σήμα τοϋ Αγκυλωτού σταυροΰ στό πέτο.
Π οτέ, σέ ξενώνα νεότητας, δέν είχα ξαναδεί τέτοιο
-90
πράγμα. "Εχω τήν αίσθηση δτι είμαι Ανεπιθύμητος. θ ά μέ προκαλέσουν νά βγώ έξω; Ό χ ι . θ ά μέ άγνοήσουν. θ ά μέ μεταχειριστούν μέ μιάν «άνώτερη» περιφρόνηση- δέ θά θε- λήσουν καν νά μάθουν πώς νιώθει Ινας ξένος, Ινας άνθρωπος άπ’ τόν άλλο κόσμο, Ινας άνθρωπος πού δέ χτυπάει τά τακούνια του, πού λέει «καλημέρα» κι δχι Χάιλ Χίτλερ! .
Τπάρχουν καί μουσικοί, κιθαριστές, μέσα σ’ αύτή τή νεολαιίστικη συγκέντρωση, μέσα σ’ αύτή τήν έφηβική φανταρία. ’Αναπολώ τά τόσο τρυφερά, τόσο μποέμικα, χαριτωμένα τραγούδια τών δρόμων, πού άκούγονταν πέρισυ. Δέν είναι δμως τώρα ώρα γ ιά ρομαντισμούς. Χτυπάνε τις χορδές τών όργάνων τους μέ σιδερένια δάχτυλα, τραγουδάνε μέ φωνές πού σέ ξεκουφαίνουν, σάν Ινας άνθρωπος, τούς δμνους της έποχής : «Τά τάγματα έφόδον περνάνε... Τό φλάμπουρο τοΰ Χίτλερ c/τή μάχη μάς καΡ,εϊ...». Ούτε λεπτό δέ σταματάνε. Οδτε Ινα καλαμπούρι, μιά λέξη τρυφερή, Ινα χαμόγελο. Χωρίς νά πάρουν άνάσα, ξαναρχίζουν. Λένε όλόκληρο τό ρεπερτόριο· τά τζάμια τρίζουν.
’Αναμφίβολα, δταν τραγουδάνε Ιτσι, δλοι μαζί, δέ νιώθουν τήν πείνα' δέ ψάχνουν γ ιά τό «πώς» καί τό «γιατί» τών πραγμάτων. Μιά κ’ είναι πενήντα, πλάι πλάι, κι ούρ- λιάζουν τό ίδιο ρεφραίν, θά πρέπει άναμφισβήτητα νά ί- χουν δίκιο.
Τ ά λένε δλα, άκόμα καί τά «πατριωτικά» τραγούδια τής παλιάς Γερμανίας. Ό έχθρός, ό Franzose, δίνει καί παίρνει, δπως δ «Μπός» στά δικά μας έμβατήρια.
"Ενας νεαρός, λιγότερο φανατισμένος άπ’ τούς άλλους, σκύβει καί μού σφυρίζει στ’ αύτί:
— Ε λ π ίζω δτι δέν καταλαβαίνεις τά λόγια...Οί άλλοι δμως είναι άνίκανοι νά νιώσουν τέτοια άνη-
συχία.’Επιτέλους, γίνεται μιά παύση. Γιά νά πώ κάτι, άνα-
φέρομαι στήν έξαθλίωση, στούς δχτώ έκατομμύρια άνεργους.— Ό χ ι π ιά τώ ρα! μπαίνει στή μέση Ινας δωδεκά
91
χρονος μικρός, μ’ 2να τόνο έκπληξης κ’ έπίπληξης στή φωνή του.
Κ ’ οί άλλοι, δλοι μαζί πάλι, διασαφηνίζουν:— Ό Χίτλερ ύποσχέθηκε δτι σέ τέσσερα χρόνια δέ θά
ύπάρχουν άνεργοι...Μόνιμη καί μηχανική άπάντηση πού θά τήν άκούω γ ιά
μέρες καί γ ιά βδομάδες άπ’ τό στόμα νέων, μεσόκοπων καί γέρων.
Ό έπιστάτης τοϋ ξενώνα, Ινας έργάτης τοϋ Κρούπ, μέ τό μπλέ προλεταριακό του κασκέτο, κοιτάζει σκεφτικός, άπ’ τήν πόρτα, αύτό τό άπειλητικό θέαμα. Κατεβάζει δμως τό κεφάλι καί σωπαίνει.
Σέβομαι τή σιωπή του. Τόσες προσπάθειες καί τόση πάλη, στό έργατικό αύτό Ρούρ, γ ιά νά φτάσουμε έδώ!
Στό Λοΰμπεκ, είναι άκόμα χειρότερα. Τόν ξενώνα νεότητας, στέκι τής σοσιαλιστικής νεολαίας άλλοτε, κατέχουν τώρα οί φαιοχίτωνες. Ό έπιστάτης του είναι Ινας νεαρός S.A., μέ μπόττες καί ζωστήρες. Πολύ τυπικός. "Οταν τοΰ ζητάς μιά πληροφορία, χτυπάει τά τακούνια καί δίνει μιά κοφτή καί σύντομη άπάντηση σάν φαντάρος τήν ώρα τής άναφοράς.
Στόν ξενώνα είχαν καταλύσει γ ιά μερικές μέρες τάγματα έφόδου κι άφησαν τά χνάρια τους στό χάνι. ’Α π’ τό πρωί ώς τό βράδυ, ή χιτλερική νεολαία τής πόλης χρησιμοποιεί τή μεγάλη σκιερή αύλή — δπου θά μπορούσε κανείς νά ρεμβάσει πολύ ώραΐα — γιά νά σχηματίζει γραμμές καί στοίχους καί γ ιά νά κάνει κλίσεις έπΐ όιξιά κ ’ έπ αριστερά μέ άψογο τρόπο. Παραγγέλματα καί κόντρα παραγγέλματα, έπιθεώρηση τών στολών, τίποτα δέ λείπει.
"Οταν γίνεται διάλειμμα, κάποιος άπ’ αύτούς τούς νεαρούς πολεμόχαρους, Ιρχεται καί κάθεται πλάι μου κι άρχιζε ι φιλικά τή συζήτηση:
— Στή χώρα σας, στή Γαλλία, ίχετε κ’ έκεΐ έθνικοσο- σιαλιστές μέ στολή;
Ή Αρνητική μου Απάντηση φαίνεται νά τόν Απογοητεύει. Τοϋ είχαν πεί καί ξαναπεϊ πολλές φορές δτι 6 φασισμός Απλωνόταν παντοΰ...
Κ αί, καθώς Αποτολμάω μερικές παρατηρήσεις, στηρίζει τούς δυό Αγκώνες του στό τραπέζι καί ρωτάει μέ πολλή πεποίθηση:
— Μά στό κάτω-κάτω, δέ σώσαμε τόν κόσμο άπ’ τό μπολσεβικισμό;
Έ χ ω τήν έντύπωση δτι βρίσκομαι σ’ Ιναν κόσμο κατά- κλειστο, δπου καμιά έπαφή δέν είναι δυνατή. Τ ί νά τοΰ πώ ; Ή γλώσσα μου θά τοΰ είταν Ακατανόητη. ΑύτοΙ οί σεληνιασμένοι πρωτόγονοι Αλληλοφανατίζονται μεταξύ τους, κλεισμένοι στό δικό τους κόσμο.
— Πληροφορηθήκαμε μέ τηλεφώνημα σήμερα τό πρωί, δτι τριανταοχτώ Γάλλοι κατάσκοποι βρίσκονται στήν περιοχή ... μοΰ λένε νεαροί «S-Α.» μ’ £ναν τόνο σοβαρό κ’ έγκάρ- διο ταυτόχρονα.
Είμαι άπό μιά χώρα δπου Ιχουν άκόμα τήν ένοχλη- τική συνήθεια νά συζητάνε:
— Μά, πώς γίνεται νά βρίσκονται τριανταοχτώ κατάσκοποι δλοι μαζί; Συνήθως, οί κατάσκοποι δουλεύουν δ καθένας μόνο; του...
— Μά ναί, αύτό θέλαμε νά ποΰμε. Ό καθένας είναι μόνος του, άλλά δλοι μαζί είναι τριανταοχτώ... βεβαιώνουν οί νεαροί «S-Α.» μέ πεισματάρικη σιγουριά.
Καί καθώς κρίνω Ανώφελο ν’ Απαντήσω, ό ενας τους μέ κοιτΑζει ίσια στά μάτια:
— Ξέρεις τί κΑνουν στούς κατΑσκοπους σ’ δλες τΙς χώρες;
— Γιά μένα τό λές αύτό;
93
— Ό χ ι. . . Ξέρεις δμως τί τούς κάνουν;— Πές μου νά μάθω...— Τούς κρεμάνε!Καί κάνει τήν κίνηση τής θηλειάς στό λαιμό.Γιά νά διασκεδάσω τΙς κακόβουλες σκέψεις αύτών τών
νέων, τούς προσφέρω τσιγάρα.Δέν είχαμε άκόμα καπνίσει τό πρώτο καί νά κιόλας
Ινας S.S. μέ μαϋρο πηλίκιο μέ μιά νεκροκεφαλή πάνω, ίρ- χεται πρός τό μέρος μου μέ βήμα ρυθμικό καί στέκεται σέ άπόσταση τριών μέτρων:
— Ή άστυνομία θέλει νά δει τά χαρτιά σας. θέλετε νά ίρθετε μαζί μου;
— Μέ μεγάλη εύχαρίστηση...’Αλίμονο! Τ ά χαρτιά μου είναι έντάξει καί δέν είμαι
Ινας άπ’ τούς «τριανταοχτώ».Τήν άλλη μέρα τό πρωί, ένώ φεύγω, ό έπιστάτης τοϋ
ξενώνα, χτυπώντας τά τακούνια του, μοΰ άναγγέλλει, ξαλα- φρωμένος καί φιλικός:
— Έ ν α καλό νέο! Μάς τηλεφώνησαν άπ’ τό Ρόστοκ: κ’ ot τριανταοχτώ γάλλοι κατάσκοποι πιάστηκαν... θ ά σάς ξαναδώ μ ’ εύχαρίστηση... Χάιλ Χίτλερ 1
94
3
Χ ι τ λ ε ρ ι κ έ ς Κ υ ρ ι α κ έ ς
Τήν Ιβδομη μέρα κάθε βδομάδας, ή συλλογική παραφροσύνη ξεπερνάει κάθε δριο.
Ά π ’ τις έφτά τό πρωί, άρχιζει τό μεγάφωνο: ό δμνος τοϋ Χόρστ Βέσσελ, έθνική έπανάσταση, ξύπνα Γερμανία... Πηδάνε άπ’ τό κρεβάτι μέ τά νεϋρα κιόλας τεντωμένα. Στόν τοίχο, ενα γιγάντιο πορτραϊτο τοΰ Χίτλερ άποτελειώνει τό μεθύσι τους. Απλώνουνε σημαίες κόκκινες μέ άγκυλωτό σταυρό τόσο μεγάλες, πού ot κάτοικοι τοΰ άποκάτω διαμερίσματος παύουν νά βλέπουν ήλιο. Πίνουνε γρήγορα ένα φλυτζάνι έρζάτς καφέ' τί κι άν ή μικρή φετούλα μαΰρο ψωμί δέ γεμίζει τό στομάχι! Ή Γερμανία ξύπνησε' ή ζωή είναι ώραία.
Σ τή Beobachter, διαβάζουνε τό πρόγραμμα τής μέρας. Ά π ’ τις 8 μέχρι τΙς 9, συναυλία άπ’ τήν όρχήστρα τοϋ 42ου τάγματος έφόδου στήν πλατεία Άδόλφου Χίτλερ. Α ντιπροσωπείες παλιών πολεμιστών ήρθαν άπ’ τά χωριά, μέ τΙς παλιές τους στολές. Βλέπω μυτερά κράνη καί χιτώνια τών ούσσάρων τοΰ θανάτου.
— Κάνε γρήγορα Ό ττο , σφίξε τό ζωστήρα σου. Οδτε ένα λεφτό δέ θέλω νά χάσω άπ’ αύτό τό ώραΐο θέαμα!
Οί νεαρές άδελφές τοΰ ’ Οττο ξετρελλαίνονται, άκούγον- τας ν’ άντηχοΰν στήν άσφαλτο τά πρώτα βήματα άπ’ τις μπόττες.
95
— Ά ! Μαμά, είναι οί S A ...Στά χείλη αύτών τών ξετρελλαμένων κοριτσιών, οί λέ
ξεις S.A., S.S.... βουίζουν σά μέλισσες πού απλώνουν τό βουητό τους στήν έξοχή. Χωρίς μπόττες, χωρίς μυρουδιά πετσιού καί χωρίς δφος άρειμάνιου καί άγριου πολεμιστή, είναι άδύνατο σήμερα νά καταχτήσεις τούτες τις Βρουνχίλ- δες. Μέσα στό χιτλερισμό βρίσκουν διέξοδο πολλές συμπλεγματικές σεξουαλικές διαταραχές.
Ή όρχήστρα τελείωσε. Στάθηκαν προσοχή, χαιρέτησαν ρωμαϊκά κι ό μαέστρος άπάντησε μέ τόν ίδιο τρόπο. Ξανα- εΐπαν δλοι μαζί, γιά χιλιοστή φορά, τΙς στροφές πού ήλεκτρί- ζουν. Τώρα, σέ κάθε συνοικία, μπροστά στήν μπυραρία πού είναι τό μόνιμο στέκι τών όργανώσεών τους, οί S.A. κ’ οί S .S ., ή χιτλερική νεολαία, συγκεντρώνονται. Στά παράθυρα τών σπιτιών, χοντρές μαμάδες κοιτάζουν συγκινημένες τό θέαμα. Τ ’ άγόρια τους είναι κιόλας στή γραμμή, άκίνητα, μέ τό κεφάλι ψηλά καί τό πηγούνι σφιγμένο κάτω άπ’ τό γείσο τού καπέλλου. Π αράγγελμα, έπιθεώρηση στολής. ’Ανάπαυση! Έ ν α ς νεαρός άρχηγός ούρλιάζει μέ βραχνή φωνή μεγάλα λόγια:
— Είσαστε οί άγνωστοι στρατιώτες τοΰ φαιοΰ στρατοΰ. Νά είσαστε πάντοτε έτοιμοι νά πεθάνετε γ ιά τόν Χίτλερ, τήν έπανάσταση καί τήν πατρίδα!
Τό τμήμα αυτής τής χιτλερικής νεολαίας όργάνωσε μιά έξοδο στήν ύπαιθρο. Στήν άκρη τού δρόμου είναι σταμα- τημένα δυό καμιόνια στολισμένα μέ φύλλωμα καί μέ σημαίες. Ά λλά , πρίν παραδοθοΰν στις χαρές τής φύσης, πρέπει νά κάνουν καί λίγη προπαγάνδα. Ή συνοικία, πού χτές ά κόμα εϊταν «μαρξιστική», δέν έχει άκόμα προσχωρήσει. Έ τσ ι, μέ βήμα ρυθμικό, μέσ’ άπ’ τούς δρόμους, οί νεαροί αύτοί ναζί περνάνε, τραγουδώντας μέ άντρίκια κιόλας φωνή, Ινα έμβατήριο κλεμένο άπ’ τούς κομμουνιστές, δπου άκούγεται καί ξανακούγεται σά λάιτ μοτίβ: «Αριστερά... Αριστερά...». Νά μήν είχαν τή σταχτόχρωμη στολή, θά νόμιζε κανείς πώς είναι οί περήφανοι «μαχητές τοΰ κόκκινου μέτωπου» πού
96
κάποτε κυριαρχούσαν στό πεζοδρόμιο. Στά παράθυρα, παρά τόν καταραμένο έκεϊνο άγκυλωτό σταυρό, τά λάβαρα είναι, δπως καί χτές, κόκκινα σάν αίμα.
Ή έπίδειξη τέλειωσε, ή νεολαία χώνεται στά καμιόνια καί μέσα σέ μιά μυρωδιά άπό ιδρώτα καί πετσί, θά κραυγάζει καί θά χαιρετάει ρωμαϊκά, μεθυσμένη, μέχρι τό βράδυ.
Στις έντεκα ή ώρα, άνάγγειλε ή Beobachter, θά γ ίνει στήν πλατεία μεγάλη συγκέντρωση τών S.A. καί τώνS.S. Ά π ό παντού, καταφτάνουν τά τάγματα. Τ ά παραγγέλματα δίνουν καί παίρνουν. Τ ά τακούνια χτυπάνε μέ κρότο. Τό πλήθος μεγαλώνει κάθε λεφτό καί περισσότερο. Πολλοί μικροαστοί καί γυναίκες. Προλετάριοι λίγοι.
Έ ν α ς γέρος, ντυμένος μ’ εύπρέπεια — συνταξιούχος καθηγητής άραγε ή παλιός κτηματίας καταστραμμένος άπ’ τόν πληθωρισμό; — έκδηλώνει τήν άγάπη του γ ιά τό Φύρερ στό αύτΐ τοϋ διπλανού του:
— Αύτός ό άνθρωπος είναι Ιτοιμος νά χύσει μέχρι τελευταία σταγόνα τό αίμα του γ ιά μάς...
Σέ λίγο, ή πλατεία δέν είναι παρά £να άπέραντο άν- θρώπινο τετράγωνο μέ φαιά καί μαύρα πηλίκια. Έ δώ καί μιά ώρα, δλοι στέκονται όρθιοι.
Τελικά, φτάνουν οί μεγάλοι άρχηγοί, περιζωμένοι κωμικά, μέ τά χοντρά τους καπούλια σφιγμένα σέ στενά παντελόνια. ’Επιθεώρηση. Ό λ ες αύτές οί χιλιάδες στέκουν προσοχή. Κατόπιν, ό Αναπόφευκτος λόγος πού μεταδίνεται άπ’ τά μεγάφωνα, έκθειάζοντας τήν έθνική έπανάσταση. Λόγια τού άέρα, εύγλωττία χοντροκομμένη καί πρωτόγονη άλλά ύ- πολογισμένη μέ πανουργία. Ό ρήτορας, ένας φόν τάδε, παλιός άξιωματικός τοϋ Γουλιέλμου I I χωρίς Αμφιβολία, ξέρε: νά ξεχνάει γ ιά λίγο τήν κομψή γλώσσα. Καί τά βραχνιασμένα ξεφωνητά του συγκλονίζουνε μέχρι τό κόκκαλο τήν έρεθισμένη τούτη νεολαία, αύτούς τούς πειναλέους άνεργους.
Α ρ χ ίζε ι νά πέφτει βροχή. Σέ λιγάκι γίνεται κατακλυσμός. Τ ά φαιά χιτώνια μουλιάζουν καί παίρνουν £να χρώμα λασπερό. Κανένας δμως δέν κουνιέται. Κάτω άπ’ τή νερο
7 97
ποντή, ή όμιλία θά συνεχιστεί άλλη μιά ώρα. Μονάχα, κάθ* τόσο, μέσ’ στίς γραμμές σχηματίζεται Ινα κενό. Κάποιος πέφτει, άπό κρύο καί πείνα. Βιαστικά, τόν παίρνουν νοσοκόμοι.
— Χάιλ I Χάιλ / Χάιλ 1 ούρλιάζουν στό τέλος, σάν σέ συμπέρασμα, πέντε χιλιάδες παγωμένα στήθια.
'Γστερα, τό ένα πίσω ά π’ τό 4λλο, τά τάγματα ξεκινάνε. ’Α ρχίζει ή κυριακάτικη πορεία. Τριάντα χιλιόμετρα στήν ύπαιθρο, μέ τή μουσική μπροστά.
Μπροστά σέ κάθε σημαία, οί κοιλαράδες μικροαστοί χαιρετάνε ρωμαϊκά. Κοιτάζω τή μονότονη παρέλαση, τούτη τή φάλαγγα τών άδυνατισμένων νεαρών. Έ δώ καί κεΐ, άνά- μεσά τους, £να μουστάκι μεγάλου ή κάποια γκρίζα μαλλιά. Είναι τά στελέχη, οί παλιοί «ύπαξιωματικοΐ» τοϋ αύτοκρα- τορικοΟ στρατού, οί σίγουροι...
Ε ργάτες μέ πολιτικά, μέ τό σήμα στό πέτο, ϊρχονται κι αύτοί άπό πίσω, στή σειρά: άπλά μέλη τοϋ Κόμματος, πού τούς ίπιασε κι αύτούς ή λύσσα τής πορείας, ή μέλη τών έθνικοσοσιαλιστικών «Ιργοστασιακών πυρήνων». Σά νά ντρέπονται κάπως πού φοράνε πολιτικά, τραγουδάνε πιό δυνατά άπ’ τούς άλλους.
Μέ άσυγκράτητη όρμή καί φασαρία, οΐ μοτοσυκλετιστές βγαίνουν μπροστά: δυό σέ κάθε μηχανή, σέ κανονική άπό- σταση μεταξύ τους, καί μέ δαιμονισμένη ταχύτητα, δίνουν τήν έντύπωση δτι φεύγουν γ ιά έκστρατεία άντιποίνων.
M arschiren... M arschiren... μαγική λέξη πού κυριαρχε ί σήμερα σ’ δλόκληρη τή Γερμανία, πού άκούγεται σέ κάθε στροφή τών έμβατηρίων, πού γράφεται άπό κάθε πληρωμένο κοντυλοφόρο. Βαδίζουν, θ ά βαδίσουν όλόισια μπροστά τους μέχρι τό βράδυ.
Χωρίς άνάσα, θά διασχίσουν χωριά άναστατωμενα, πυ- ρετωμένα κι αύτά’ καί τά μωρά τών τριών χρόνων θά φω
νάζουν Χ άιλ Χ ίτλερ / θ ά συναντήσουν στό δρόμο κι Αλλους στρατούς νά βαδίζουν, γιατί κάθε χωριό βαδίζει κι αύτό.
Καί παντοΟ, σέ πόλεις καί χωριά, τά Ιδια γίνονται κάθε Κυριακή. Τή μιά 6 Ιδιος ό Χίτλερ, τήν άλλη 6 Γκαί- μπελς ή δ Γκαίρινγκ, κατεβαίνουν άπ’ τόν ούρανό, μέ τό άεροπλάνο, γ ιά νά θερμομετρήσουν τΙς μάζες, νά τΙς σπρώξουν στόν παροξυσμό. Τό παραμικρό γίνεται εόκαιρία γ ιά τέτοιες έκδηλώσεις: ή έπέτειος μιας μάχης, ένός έθνικοϋ ήρωα, ένός κατορθώματος τοΟ παλιοΰ καθεστώτος.
Κ αί, κάθε Κυριακή σημαιοστολίζονται, βαδίζουν' καί κάθε Κυριακή ξαναρχίζουν.
Πέφτοντας ή νύχτα, έχουν άκόμα δρεξη καί στήν ταπεινή καλύβα ή στή μεγάλη αίθουσα, δίνεται ένα «γερμανικό βράδυ» μέ μουσική καί λόγους... 'Γστερα, άποχώρηση μέ τΙς σημαίες ψηλά.
"Εντεκα ή ώρα. Τό πρόγραμμα πού άνάγγειλε ή Βεο- bachter τελείωσε. Κοιτάξτε αύτό τό άξιοπρεπές μικροαστικό ζευγάρι πού γυρίζει σπίτι του. Τό σήμα μέ τόν άγκυλωτό σταυρό λάμπει καρφιτσωμένο στό στήθος τους. θάχουν άκόμα σαράντα πυρετό άπ’ τή γιορτή.
Μιά ύπόκωφη άμφιβολία ταράζει δμως τό ύποσυνείδητό τους’ ό άντρας ψιθυρίζει στ’ αύτΐ τής γυναίκας του:
— Ό λ ’ αύτά τά πανηγύρια είναι πολύ ώραΐα, άλλά δέ δίνουν ψωμί.
99
4
'Η π ρ ο n a y ά ν δ α τ ο ν ς
Έ μπηος άδέλφια, γ ιά τόν ήλιο και γιά τή λευτεριά I
τραγουδούσαν ot σοσιαλιστές κ’ ot κομμουνιστές, πάνω σέ μια παλιά καί γλυκιά μελωδία:
Σνντρίψτε τό ζυγό τών τυράννων πού τόσο σκληρά σάς δονλώνει και πάνω άπ’ τόν κόσμο τον έργάτη σηκώστε τήν κόκκινη σάν αίμα σημαία!
Μέ φοβερό θράσος, ot ναζιστές ιδιοποιήθηκαν αύτό τό τρχγούδι, δπως ϋκαναν καί μέ τήν κόκκινη σημαία, μέ τή γιορτή τής Πρωτομαγιάς, τά συνθήματα, τήν Ιδέα τοϋ πεντάχρονου σχέδιου καί μ’ 2να σωρό πράγματα άκόμα. Μονάχα πού στό τραγούδι ή κόκκινη σάν αίμα σημαία ίγ ινε σημαία μέ άγκυλωτό σταυρό κι 6 κόσμος τοϋ έργάτη, πολύ διεθνιστικός, Κράτος τοΰ έργάτη.
Δέν ύπάρχει λόγος νά σκοτίζουμε τό κεφάλι μας. Ό ούσία είναι δτι ot μάζες διατηροϋν τήν αύταπάτη δτι τραγουδάνε Ινα έπαναστατικό τραγούδι.
Αύτό δμως δέν είναι τίποτα. Οί ναζιστές μαϊμουδίζον-
100
τας πιστά τόν Ιταλικό φασισμό, Εκλεψαν άπ’ τόν κομμουνισμό, μιά πολύτιμη λέξη καί τέχνη: «Προπαγάνδα».
Ό πονηρότερος Ιθνικοσοσιαλιστής άρχηγός, 6 μικρο- σχοπιχός δρ Γχαίμπελς, δέ δίστασε νά τής άφιερώσει Ενα ύπουργεϊο. Τήν τρομερή έπεχτατιχή δύναμη πού Εχει δ χιτλερισμός, τοϋ τή δίνει μιά έπιστημονιχή χα ΐ μοντέρνα όργάνωση τής προπαγάνδας του. Ί σ ω ς μιά μέρα ot ναζί νά γίνουν πολιτικοί άνδρες, άλλά άπό πολύ καιρό τώρα Ιχουν γίνει καταπληκτικοί σκηνοθέτες, θάπρεπε ν’ άκούσει κανείς τόν Γκαίμπελς νά μένει Εκθαμβος άπό θαυμασμό μπροστά στό θω ρηχτό Π οτέμχιν παρ’ δλο πού, δπως εϊταν φυσικό, άπαγόρεψε τήν προβολή τοϋ φίλμ τοΟ Άίζενστάιν στό Τ ρίτο Ρ άιχ .
Ούτε ot Κρατικές Σοβιετικές Εκδόσεις δέν πιστεύω νά Εβγαλαν τέτοιο δγκο βιβλίων σέ τόσο μικρό χρονικό διάστημα. Μιά βδομάδα μετά τήν Πρωτομαγιά, οί βιτρίνες τών βιβλιοπωλείων εϊταν κιόλας φίσκα άπό εικονογραφημένα λευκώματα πάνω στή «Μέρα τής έθνικής έργασίας»: δμορφη έκδοση μέ τιμή χαμηλή. ’Αναρίθμητα έργα καλλιεργούν τή λατρεία τοϋ Φύρερ: Π ώς δ'Αδόλφος Χ ίτλερ Ιγινεάρχηγός, ό Χ ίτλερ βασιλεύει, ή γενέθλια γη τον Χίτλερ, ό Χ ίτλερ Ιτσι δπως κανείς δεν τόν γνωρίζει, ό Χίτλερ xal οί συμπολεμιστές του, ό θρίαμβος τής θέλησης. Κ ι άλλα γ ιά τόν Γκαίμπελς, τόν Γκαίρινγκ, τόν Φρίκ' άναρίθμητες μονογραφίες, βιαστικά καί πρόχειρα τυπωμένες, πουλιούνται στά βιβλιοπωλεία. Έ ν α ς άπ’ τούς ύμνωδούς τοΰ Γκαίμπελς είνα: κάποιος διευθυντής γραφείου στό Τπουργεϊο Προπαγάνδας: τήν καλύτερη δουλειά, στήν κάνουν ot δικοί σου...
Πλάι σ’ αύτές τΙς μπροσούρες, ύπάρχουν ot «κλασικοί». Μπροστά-μπροστά, ot δυό τόμοι τού ’Αγώνα μου. Αύτή ή αύτοβιογραφία τοΰ Χίτλερ, πού τήν Εγραψε στή φυλακή στά 1925 ύστερα άπό τό άποτυχημένο πραξικόπημα τοΰ Μόναχου, πουλήθηκε καί πουλιέται κάθε μέρα σέ έκατοντά- δες χιλιάδες άντίτυπα. Ή Μάχη τοϋ Βερολίνου, τοϋ Γκαίμπελς, δ Μύθος τοϋ 20οϋ αΙώνα, τοϋ Ρόζενμπεργκ, ή Π ά
101
λη ένάντια στό χρηματιστικό κεφάλαιο καί τό Γερμανικό Κράτος τοϋ Φέντερ καί τό Τρίτο Ράιχ τοϋ Μέλλερ βάν ντέ Μπρούκ, είναι τά Απαραίτητα «βασικά» ίργα . Καί γ ιά τή μάζα, Αναρίθμητες έκλαϊκευτικές μπροσοΟρες: τό Πρόγραμμα τοϋ Κόμματος, τό ’Αλφάβητο τοϋ έθνιχοσιαλισμον, Πώς ly iva έθνικοσοσιαλιστής, κλπ...
0 ά βρείτε φυσικά δλους τούς ήρωες τής ήμέρας σέ κάρτ-ποστάλ, κι άν θέλετε πορτραϊτα τοΟ Φύρερ, δέ θά ξέρετε τί νά πρωτοδιαλέξετε. Υπάρχουν σέ Ασπρόμαυρο, Εγχρωμα, σέ κάθε σχήμα, σέ πιατάκια κ’ έπιχρυσωμένα. Αύτή ή ξανθιά καί παχουλή κυρία Ιχε ι μιά ώρα τώρα πού πασπατεύει ερωτικά τά κάδρα πού τής δείχνουν καί δέν Ιχε ι Αποφασίσει άκόμα.
Άνθρωποι πού ίχουν θαυμάσει καμιά έκατοστή φορές μέχρι τώρα αύτό τό κοινό καί Ανέκφραστο μούτρο, αύτό τό μαϋρο τσουλούφι, αύτό τό μουστακάκι κι αύτή τή σφιγμένη λουρίδα στό στήθος, παραδίνονται ξανά χωρίς Αντίσταση στόν ύπνωτισμό. θ ά χρειαζόταν νά γραφτεί όλόκληρο βιβλίο πάνω στήν «τέχνη νά κατασκευάζεται Αρχηγός». θ ά πρέπει νά έρευνήσει κανείς τούς λόγους καί τά άρθρα τοϋ Γκαίμπελς — καί τών άλλων — γ ιά νά δει τό μύθο Χίτλερ νά σχηματίζεται σιγά-σιγά κι άπό χυδαία άνθρώπινη περίπτωση νά άγγίζε ι τή θεϊκή μεγαλοπρέπεια.
Κοιτάξτε άκόμα κι αύτά τά φαιά καταστήματα. Ά Ι τί έλκυστικές βιτρίνες! Χιτώνες καί παντελόνια, πηλίκια, σήματα, σάλπιγγες καί γυλιοί καί προπάντων μπόττες, ζω στήρες, λουριά καί πιστολοθήκες. Κάθε τί πού μπορεϊ ν’ άλ- λάξει Ιναν άνθρωπο σέ πολεμιστή προσφέρεται στόν πελάτη, τόν βάζει σέ πειρασμό. Χωρίς φa t μένουν πολλές φορές γ ιά ν’ Αγοράσουν ζωστήρες — γ ιά νά σφιχτοδεθοϋν. Ά ν δέν τά καταφέρνετε νά ξεχωρίζετε τό πλήθος τΙς στολές πού συναντάτε κάθε μέρα, μπείτε τότε σ’ Ινα άπ’ αύτά τά μαγαζιά, θ ά μάθετε νά ξεχωρίζετε τήν παλιά στολή τοΟ S.A. καί τοϋS.S. άπ’ τήν καινούρια" δέ θά μπερδεύετε πιά τό «χαλυβδό- κρανο» μέ τό φαντάρο τής Ράιχσβερ ή τό βοηθητικό άστυφύ-
λακα μέ τόν έπιστρατευμένο στήν «ύπηρεσία έργασίας».Κ ’ ή προπαγάνδα σάς τριβελίζει συνέχεια τό κεφάλι.
Σάς κατακυριαρχεί άκόμα κι δταν φύγετε άπ’ τή βιτρίνα. Στήν πρόσοψη τοϋ δημαρχείου σ’ αύτό τό χωριό, Ινας τεράστιος μαΰρος άετός κατασπαράζει μέ τά νύχια του ξαπλωμένα Ανθρώπινα κορμιά. Καί πάνω γράφει:
Συντρίψτε τό Μαρξισμό, θάνατος στήν άντίδραση:Κ ι άπ' αύτή τή διπλή νίκη θ’ άναστηθβϊ τό Ιθνος μας.
Τ ά θύματα τοϋ άετοΟ είναι, βέβαια, ot σοσιαλιστές καί κομμουνιστές έργατοπατέρες... Π ιό πέρα, τό σχολείο τής κοινότητας Ιχε ι στολιστεί μέ δάφνινους άγκυλωτούς σταυρούς μέ τούς περίφημους στίχους τοϋ Γουλιέλμου Τέλλου τοΰ Σίλλερ, γραμμένους μέ δμορφα γοτθικά ψηφία:
θέλουμε νάμαστε Ινας ενωμένος κι Αδελφωμένος λαός.
’Αλλοϋ, σέ μιά έξαιρετικά φροντισμένη δημόσια Ικθεση, θά ξαναζήσετε τήν ιστορία τοϋ έθνικοσοσιαλιστικοΰ κόμματος. θ ά περιμένετε τή σειρά σας — τόσοι πολλοί είναι ot έπισκέπτες καί τόσο μεγάλη ή εύλάβειά τους — γιά νά σκύψετε πάνω στά ίερά κειμήλια. Νά Ινα αύτόγραφο τοΰ Χίτλερ- τό χέρι του ϊπιασε αύτό τό χαρτί... Άποκαλυφθειτε μπροστά σ’ αύτό τό σκονισμένο φύλλο: είναι ό κατάλογος — πρίν άπό δεκατρία χρόνια γράφτηκε — τών πρώτων μελών τοΰ κόμματος, στό Μόναχο. Π αρ’ δλο ποΰ τό μελάνι ξεθώριασε, μπο- ρείτε άκόμα νά διαβάσετε:
Ά ρ . 55. Ά δόλφ ος Χ ίτλερ, ζωγράφος, Αοτστράσσε, γεννηθείς τήν 2 4 - 8 - 8 9 .
Μή νομίζετε δτι θά σάς άφήσουν τελικά ήσυχους. Μόλις μπείτε νά πιείτε μιά μπύρα στή μπυραρία, θ’ άκούσετε ατό ράδιο μιά φρικιαστική ραδιοσκηνοθεσία: Ή Δημοχρα-
103
τ ία τής Βαϊμάρης. Αύτά τά ροχαλητά πού προκαλοΟνε χα χα νητά στούς άχροατές, είναι, δπως φαίνεται, τών σοσιαλιστών βουλευτών πού χοιμοΟνται στά Εδρανά τους... Κι άν ψάξετε γ ι’ άλλη έκπομπή, θ’ άκούσετε τόν τελευταίο λόγο τοϋ Χίτλερ σέ ήχογραφημένη Αναμετάδοση.
Ά ν , τέλος, άποκαμωμένος καί έκλιπαρώντας λίγη ήρε- μία, ζητήσετε τή λήθη σέ κάποιο κινηματογράφο, ?/ ματωμένη Γερμανία θά σάς μυήσει στήν «έθνική άναγέννηση». 1914: ραίνουν μέ άνθη τούς στρατιώτες μέ τά μυτερά κράνη... 'Γστερα ή ήττα: δ Σάιντεμαν στό μπαλκόνι κηρύσσει τή δημοκρατία" ot «κόκκινοι συμμορίτες» κυριαρχοϋν στούς δρόμους. Βερσαλλίες: άδηφάγα χ ίρ ια παίρνουν άπ’ τό Ρ ά ιχ κομμάτια άπ’ τή σάρκα του. Ό γολγοθάς συνεχίζεται: Ρ η νανία: ή Schwarze Schande («μαύρη ντροπή», δηλαδή ή στρατιωτική κατοχή άπ’ τά σενεγαλέζικα στρατεύματα) κ ’ ή εισβολή στό Ρούρ. "Γστερα ή άνεργία κ’ ή κρίση: οί ναζιστικοΐ σχηματισμοί μπαίνουν στή σκηνή... Ό Χίτλερ ούρλιάζει μέ ύστερικές κινήσεις. *0 Γκαίμπελς μέ μοχθηρά μάτια δαινας... Τέλος ή Αποθέωση, ή Ιξαλλη νύχτα τής 30 Γενάρη... πορείες... πορείες... πορείες...
ΣτΙς πρώτες σειρές τών καθισμάτων, ή χιτλερική νεολαία, πού μπήκε μέ μειωμένο εισιτήριο, χειροκροτάει φρενιασμένα.
’Αλλά πλάι μου, δ διπλανός μου άποκοιμήθηκε.
104
5
« Ό Χ ό ρ σ τ Β έ σ σ ε λ κ α ι ό Κ ό σ μ ο ς »
Δέν είχανε δικό τους δμνο* xt οδτε μπορούσαν βέβαια νά κλέψουν τή Διεθνή. Χωρίς Αργοπορία λοιπόν, οίκειοποιή- θηκαν — άκόμα μιά φορά — μιά παλιά κομμουνιστική μελωδία, άρρενωπή χαΐ τρυφερή ταυτόχρονα, δπως τόσοι γερμανικοί λαϊκοί σκοποί.
Δέν είχανε, δπως τό έπαναστατικό προλεταριάτο, ή- ρωες. Στήν άγνή εικόνα τοϋ δολοφονημένου Κάρλ Λήμπ- κνεχτ, έπρεπε ν’ άντιπαραθέσουν Ινα έρζάτς: έκατομμόρια κάρτ-ποστάλ σκόρπισαν παντοΟ τό θρύλο τοϋ Χόρστ Βέσσελ.
Ό νεαρός αύτός ξανθός «Άρειος», πού τό νεανικό του πρόσωπο βρίσκεται σ’ δλες τις προθήκες, είχε άσκήσει στή ζωή του, δπως καί πολλοί άπ’ τούς «έν δπλοις» άδελφούς του, δυό έπαγγέλματα: άγαπητικός σέ πόρνες καί άρχηγός τάγματος έφόδου.
Τό Φλεβάρη τοϋ 1930, γ ιά άρκετά σκοτεινούς λόγους ήρθε στά χέρια μέ κάποιον άντίζηλό του: Ιμεινε στόν τόπο.
Ό φόνος αύτός άποδόθηκε φυσικά στούς κομμουνιστές, 6 νεαρός «Άρειος» άνακηρύχτηκε έθνικός ήρωας καί τρία χρόνια άργότερα, μέ μιά συμβολική πινελιά, δ Οίκος Κάρλ Λ ήμπχνεχτ, Ιδρα τοϋ κομμουνιστικού κόμματος, έγινε 01- χος Χόρστ Βέσσελ.
Καί καθώς δ μάγκας συνήθιζε νά βάζει καινούρια λό-
106
για στήν κομμουνιστική μελωδία πού άναφέραμε στήν άρ- χή — άπλή Απομίμηση τών παλιών — τήν Ικαναν έπίσημο ΰμνο τοΟ Τρίτου Ρά ιχ , τό θούριο τοϋ Χόρστ Β έϋϋελ:
Μέ τή σημαία ψηλά καί μέ πυκνές τΙς γραμμές τό S .A . προχωρεί μέ βήμα ήρεμο xal σταθερό.01 σύντροφοί μας, θύματα τον κόκκινου Μ ετώπου
xal τής ’Αντίδρασης, βαδίζουν μαζί μας, νεκροί στις γραμμές μας...
Κάποιος δμως έφερε άναταραχή στό πανηγύρι τους.Ό έπαναστάτης συγγραφέας ’Ηλίας Έρεμπουργκ, μέ
τόν οίστρο πού τόν διακρίνει, ξεμασκάρεψε τό νεαρό ήρωα. Τ ά στοιχεία πού έφερε σέ φώς στό άρθρο του στήν Ίσβέ- 4ττια, δέν άφησαν καμιά άμφιβολία γ ιά τό είδος τής ζωής τοϋ βερολινέζου Ρουζέ ντέ Λίλ. Τό άρθρο μεταφράστηκε σέ πολλές γλώσσες. Ή ύπόθεση έπαιρνε άσχημη στροφή: παρόλο πού ζούσαν στήν άπσμόνωση, μερικές φωνές άπ’ έξω τούς ένοχλούσαν δυσάρεστα τ ’ αύτιά. ’Επρεπε νά δργανωθεί γρήγορα μιά άντεπίθεση.
Κ ’ έτσι λοιπόν μποροϋσε κανείς νά διαβάσει, στούς τοίχους τοϋ Βερολίνου τοιχοκολλημένες άφίσσες πού καλούσαν τό λαό σέ μιά μεγάλη δημόσια συγκέντρωση. «Γνωστοί ξένοι όμιλητές» θά μιλούσαν μέ θέμα: δ Χόρστ Βέσσελ xal ό κόσμος.
"Ας πληρώσουμε λοιπόν τά πενήντα μας πφέννιχ, άς διασχίσουμε τό πενταπλό φράγμα άπό ξανθούς, έπίλεκτους Ιφηβους μέ μπόττες κι άς βροϋμε μιά θέση νά κάτσουμε.
Ή μεγάλη αίθουσα τοϋ καμπαρέ «Κλού» μοιάζει μ’ δ- λους τούς τόπους ψυχαγωγίας τοϋ κόσμου. ΤΙς άλλες μέρες, τρώει κανείς έδώ σέ μικρά τραπεζάκια, στόν ήχο τής τζάζ. ’Απόψε δμως ή σκηνή έχει μεταβληθεΐ σέ βήμα καί τή φρου-
106
ροϋν νεαροί σημαιοφόροι σέ στάση προσοχής. Στό βάθος, πίσω άπ’ τούς ντυμένους μέ στολή μουσικούς τής όρχήστρας, Ινα τεράστιο λάβαρο μέ Αγκυλωτό σταυρό είναι Απλωμένο. Γύρω Απ’ τΑ τραπεζΑκια, φιλήσυχοι Αστοί ρουφάνε κιόλας μέ βαριές κινήσεις τά γεμάτα μέ μπύρα κύπελλά τους. Πολλά κορίτσια τής χιτλερικής νεολαίας, ντυμένα μέ χακί πουκάμισα καί, βέβαια, Ινα πλήθος άπό Ζίγκφριντ μ ι φαιούς χιτώνες, φρεσκοσιδερωμένο: καί μέ τριζΑτες μπόττες.
"Ενας τομεάρχης, πού δέν είναι πΑνω Από εΓκοσι χρο- νών, Ανεβαίνει στό βήμα, χαιρετάει ρωμαϊκά καί μέ κοφτή έπιτακτική φωνή λέει:
— "Αν έπιτρέπουμε σέ ξένους νά μιλάνε στίς συγκεντρώσεις μας, αύτό συμβαίνει γιατί μπορούμε ν’ Απαντήσουμε έμεΐς μέ τό δικό τους στόμα: δέ θά μιλήσουν παρά ξένοι έθνικοσοσιαλιστές... (sic).
Καί μετά άπ’ αύτή τήν καθησυχαστική Αναγγελία, συνεχίζει βεβαιώνοντας, μέ τό σοβαρότερο δφος τοΟ κόσμου, πώς όλόκληρος 6 «κόσμος», Αγανακτισμένος γ ιά τΙς συκοφαντίες ένάντια στό νεαρό ήρωα, θ’ άποκαταστήσει τή μνήμη τοϋ Χόρστ Βέσσελ.
Μόλις τελειώνει, ot τρεις πρώτες σειρές τής τιμητικής φρουράς κάνουν Ινα άψογο έπι δεξιά κα ί, σέ φάλαγγα κατ’ άντρα, μέ ρυθμικό βήμα, πηγαίνουν σέ μιά γωνιά τής αίθουσας δπου διαλύονται, θ ’ άντικαθιστοΰν, δλη τή διάρκεια τής βραδιάς, τούς σημαιοφόρους συντρόφους τους πού στέκονται καρφωμένοι στά πόδια τοϋ βήματος, σάν άγάλματα.
"Γστερ’ άπό Ινα βούλγαρο στρατηγό ντυμένο μέ πολιτικά πού μέ βραχνιασμένη καραβανάδικη φωνή, συγχάρηκε τό Χίτλερ πού Ισωσε τόν κόσμο άπ’ τό μπολσεβικισμό, Ινα τέκνο τής έλεύθερης ’Αμερικής Ανεβαίνει στό βήμα, ένώ ΑνΑβουν τεράστιοι προβολείς. Καθώς κάθε βδομάδα κάνε: ραδιοφωνικές προπαγανδιστικές όμιλίες στούς συμπατριώτες του, πληρωμένες ά π’ τή γερμανική κυβέρνηση, νομίζει πώς βρίσκεται άκόμα στό μικρόφωνο:
— *Η Γερμανία ξεσηκώθηκε κάτω άπ’ τήν ήγεσία ένός
107
άξιου άρχηγοΟ: τοϋ ’Αδόλφου Χίτλερ... τδν Χόρστ Βέσσελ τόν ξέρουν καί τόν θαυμάζουν σ’ δλόκληρο τόν κόσμο...
Γιά νάχει καί λίγη ποικιλία τό πρόγραμμα, άντηχοΰνε έμβατήρια πού έγκωμιάζουν τόν παγκόσμιο ήρωα.
Καί ξαφνικά 6 πυρετός άνεβαίνει, ή αίθουσα φρενιάζει: ενας μελανοχίτωνας ’Ιταλός, ένας φασίστας μέ σάρκα καί όστά, μέ τό στήθος γεμάτο παράσημα, μέ δώδεκα τραύματα άπ’ τόν πόλεμο κι άλλα τόσα άπ’ τΙς μάχες ένάντια στούς «μαρξιστές», άνεβαίνει στό βήμα καί στέκεται άκίνητος, μέ τό χέρι τεντωμένο:
— Χόρστ Βέσσελ!Κα μένει έτσι, μερικά λεφτά τής ώρας, σέ άμεση έπι-
κοινωνία μέ τόν έξαφανισθέντα.Ό σινιόρ μιλάει στή μητρική του γλώσσα. Άκοΰμε...
« m artire della causa sacra d i rivoluzione ...* πού Απελευθέρωσε τόν κόσμο del perico lo rosso ...»**. *Γστερ’ άπό κάθε φράση, ή μετάφραση στά γερμανικά ξεσηκώνει ένθου- σιασμό.
'Ο ταν τελειώνει, ή όρχήστρα παίζει τόν δμνο G iovi- nezza κι δλη ή αίθουσα μαζί χαιρετάει φασιστικά καί τραγουδάει τό ρεφραίν.
Τώρα είναι ή σειρά ένός άαθενικοϋ καί μαζεμένου νεα- ρούλη. Ά π ’ τήν άρχή τής γιορτής, τό πηγαινέλα γύρω του μούχει έρεθίσει τήν περιέργεια. ’Αρχηγοί καί ύπαρχηγοι τσακίζουν τή μέση τους σέ τεμενάδες μπροστά του. "Οπως φαίνεται, δίνουν ιδιαίτερη σημασία στήν παρουσία του καί τή συμμετοχή του.
"Ολα έξηγοϋνται, δταν ό λόγος δίνεται στόν «Κο Αίηκον Σνήθ, παλιό φοιτητή τής ’Οξφόρδης»: ή μαρτυρία ένός βρε- τανοϋ πολίτη έχει μεγάλη σημασία γ ιά τήν άποκατάσταση τοΰ Χόρστ Βέσσελ.
Ό νεαρούλης, μιλώντας σέ σωστά γερμανικά, έξηγεί
* «μάρτυρας τής Ιερής ύπάθισης τής ίπανάστασης** άπ’ τόν κόκκινο κίνδυνο» (σ.τ.μ.).
108
δτι βρίσκεται γ ιά λίγες μέρες περνώντας άπ’ τό Βερολίνο. Παίρνει τό λόγο δστερα άπό έπίμονες πιέσεις τών όργα- νωτών:
— Δέχτηκα... Γ ιά τόν έθνικοσοσιαλισμό δμως, δέν μπορώ νά πώ καί πολλά πράγματα... Γιά μάς είναι κάτι πολύ δυσκολονόητο... Γιά μάς τούς Ά γγλο υ ς, είναι κάτι τό τόσο άντίθετο μέ όλόκληρη τήν Ιστορία μας, τΙς παραδόσεις μας... Πραγματικά, δέν μπορώ νά πώ τίποτα.
«Ό σ ο γιά τό Χόρστ Βέσσελ, Αντιλαμβανόμαστε βέβαια δτι Ινας άνθρωπος μπορεϊ νά πεθαίνει γ ιά τΙς Ιδέες του... Είτε φίλος μας είναι αύτός ε ίτε έχΟοός μας...
«Κυρίες καί κύριοι...».’Ενα βιαστικό χαιρέτημα κι 6 βρετανός πολίτης, πα
τώντας στίς μύτες τών ποδιών του, έξαφανίζεται άπ’ τό βήμα.Είναι άδύνατο νά περιγράφει κανείς τήν κατάπληξη
τής αίθουσας. Άκούστηκαν μερικά «μπράβο» άπό εύγένεια κ’ δστερα έπικράτησε μιά βαριά σιωπή. Ό τομεάρχης, π α τώντας βαριά μέ τΙς μπόττες του, όρμάει στό βήμα:
— ’Ελπίζουμε δτι κατά τή διάρκεια τής παραμονής του στή Γερμανία, ό Κος Αίηκον Σνήθ θά κατορθώσει νά καταλάβει τόν έθνικοσοσιαλισμό μας... Ά λλω στε στήν ’Αγγλία, είναι πολλοί αύτοί πού, άπ’ τΙς άρχές καί τώρα, προσχώρησαν σ’ αύτόν. Ό έθνικοσοσιαλισμός, δέν είναι πιά μιά γερμανική ύπόθεση, είναι Ινα διεθνές φαινόμενο!
Οδτε λόγος, άλλά δ,τι κι άν ποΰν ή τραγουδήσουν τώρα, πολλοί άντρες καί γυναίκες μέσα στήν αίθουσα νιώθουν τή ψυχή τους νά δαγκώνεται άπ’ τήν άμφιβολία...
Ό διευθυντής τοϋ κέντρου μοϋ ψιθυρίζει, προσπαθώντας νά διατρανώσει τήν πίστη του:
— Κ ι άν άκόμα δ κόσμος δέ θέλει νά μάς καταλάβει, μάς μένει πάντα ή ’Ιταλία...
109
6
θ ά ν α τ ο ς α τ ό π ν ε ϋ μ α
Δέν άγαπδνε τή Διανόηση, τή λεγάμενη διανόηση, 6- πως λέει ό Χίτλερ. Κ αί, παντού δπου τή συναντήσουν, τή λασπώνουν μέ συκοφαντίες, τήν παραδίνουν στίς φλόγες.
Τ όχα, δπως κι δλος ό κόσμος, διαβάσει στίς Ιφημερί- δες. Δέν τό πίστευα.
Ίσ ω ς σέ κάποιο τόπο νά συμβαίνουν αύτά, άλλά δχι στή Γερμανία τοΟ Γκαϊτε καί τοΟ Χέγκελ...
Κ ’ Ινα πρωί, ξαφνικά, βρέθηκα μπροστά σ’ Ινα ψηλό παλούκι χωμένο στή γή , μπρός στίς πύλες ένός μεγαλο- πρεποΟς Πανεπιστήμιου. Φοιτητές μέ πράσινα πηλίκια, μέ τά πρόσωπα γεμάτα ούλές άπό σπαθισμούς, χαχανίζουν.
Πάνω στό ξύλο είναι καρφωμένα σκισμένα καλύμματα βιβλίων. Τ ά δμορφα γερμανικά βιβλία, τά τόσο φροντισμένα καί καλοδεμένα... Ρεμάρκ, Ούδέν νεώτερον άπό τό δυτικό μέτωπο' Έ ρ ν σ τ Γκλαΐζερ, Τάξη 1922' Φοϋχτβάνγκερ, Ό 'Εβραίος Σούς' ’Εμιλ Λούντβιγκ, ’Ιούλιος 1914' Γιάκομπ Βάσσερμαν, 'Η ύπόθεση Μαουρίτσιονς.
Χτές άκόμα, είχα έπισκεφτεϊ μιά βιβλιοθήκη, πού πλάι της ή δική μας ’Εθνική βιβλιοθήκη φαίνεται φτωχή καί κακομοίρα* μιά Επαγγελματική σχολή τοΟ βιβλίου πού δμοιά της δέν ύπάρχει πουθενά' μιά Εκθεση γερμανικοΟ βιβλίου πού δμοιά της δέν ύπάρχει πουθενά’ μιά ίκθεση γερμανικού
110
βιβλίου πού θά τήν όνειρεύονταν οΐ γάλλοι έκδότες μας. Πώς μπορώ νά καταλάβω;
Ό νεαρός αύτός φοιτητής πού άπόψε κοιμάται στό διπλανό μου κρεβάτι, ίσως μοΟ έξηγήσει τίποτα. Σπάζοντας τή σιωπή τής νύχτας, τοϋ έμπιστεύομαι μέ χαμηλή φωνή τήν κατάθλιψή μου:
— Ό τα ν μιλάμε μαζί γ ιά φιλοσοφία, γ ιά τέχνη, ξέρω δτι μπορεϊ νά καταλάβει ό ένας τόν άλλο, δτι κατοικούμε στόν Γδιο πλανήτη... Τ ή στιγμή δμως πού πετσοκόβετε τά μοϋτρα σας μέ σπαθιές, καρφώνετε σέ παλούκια τά βιβλία πού άγαπώ, μιλάτε γ ιά σφαγή τών 'Εβραίων καί τραγουδάτε ήλίθια τραγούδια, σά μεθυσμένα ζώα...
Ή τραχιά κριτική μου τοΰ άρέσει:— Τ ά ξέρω δλα αύτά πού λέτε, άλλά τραγουδάω μέ
χαρά αύτοΰς τούς παράλογους σκοπούς.Στό χρωματισμό τής φράσης του ύπάρχει κάποια χροιά
περιφρόνησης, κάτι σάν τό credo quia absurdum *, ή σάν: έσείς ο[ γάλλοι, είσαστε πολύ έκφυλισμένοι γ ιά νά καταλάβετε...
Καί, στό σκοτάδι, ξανακουκουλώνει τό πρόσωπό του μέ τήν κουβέρτα, άφοϋ μοϋ σφυρίζει, μαζί μέ τήν καληνύχτα του:
— *0 Γκαίμπελς είπε: «Βέβαια, ή έθνικοσοσιαλιστική προπαγάνδα είναι πρωτόγονη. Κ’ ή σκέψη τοϋ λαοϋ δμως είναι πρωτόγονη...».
Νά με τώρα, γ ιά ν’ άλλάξω καί λίγο κλίμα, στό σπίτι ένός νεαροϋ νομικοϋ, ένός φίλου, ένός έπαναστάτη. Ούτε μιά στιγμή δέν άμφιβάλλω δτι θάμεινε πιστός στίς πεποιθήσεις του. Ό μ ω ς , τί περίεργο ντεκόρ! Πάνω στό τραπέζι, πάνω
* Πιστεύω, 4ν καί παράλογο (σ.τ.μ.).
111
στό κρεβάτι, κάτω στδ πάτωμα, είναι σκορπισμένα φασιστικά βιβλία...
— Τ ί σημαίνει αύτό; Φτωχέ μου... 'Απλούστατα προετοιμάζομαι γ ιά νά δώσω έξετάσεις στδ δικαστικό κλάδο.
Μήπως δέν κατάλαβα καλά...— ’Ακριβώς... Ξέρεις — ή ίσως δέν ξέρεις — πώς ύ-
πουργδς τής Δικαιοσύνης, στήν Πρωσσία, είναι αύτδς δ παλαβός δ Κέρλ, αύτδς πού διακήρυξε δτι γ ιά νά γίνει κανείς γερμανδς δικαστής, πρέπει νά έχει κατανοήσει βαθιά τήν έσωτερική ούσία τοϋ έθνικοσοσιαλισμοΰ... Λοιπόν, αύτοί ot κύριοι θά μέ κάνουν νά ύποστώ μιά πεντάωρη Ανάκριση πάνω σ’ αύτή τήν έσώτερη ούσία. Καί προετοιμάζομαι.
Καί καθώς έγώ τάχω χαμένα, προσθέτει:— "Αν αύτδ σ’ Ινδιαφέρει, σέ προσκαλώ καί στά βαφτί
σια μου...— Στά βαφτίσια σου;— Καί βέβαια... Είμουνα, δπως κι Αλλοι γερμανοί, έ
νας «μή θρησκευόμενος», δηλαδή εΓχα, σάν έλεύθερος στοχαστής, έγκαταλείψει τή λουθηρανική ’Εκκλησία. Σήμερα, γ ιά νά γίνεις ύπάλληλος ή γ ιά νά πετύχεις σέ έξετάσεις, πρέπει ν’ άνήκεις σέ κάποιο δόγμα. Χιλιάδες Ατομα, κάθε μέρα, Αναγκάζονται νά βαφτιστούν γ ιά νά διατηρήσουν τδ ψωμί τους. Οί πάστορες δέν τούς προλαβαίνουν... θ ά μέ ξαναεξετάσουν... Αύτή τή φορά, πάνω στήν 'Α γία Γραφή...
Ό μικρός του Αδελφός, μαθητής μέ κοντά παντελόνια, μπαίνει μέσα:
— Λούντβιγκ, πάρε λοιπδν τήν «'Ιερά 'Ιστορία* σου...Γ ιατί τώρα ή θρησκευτική διδασκαλία είναι ύποχρεω-
τική στδ σχολείο.
Ά κόμα δμως δέν είχα δεϊ τίποτα.Σέ μιά μεγάλη πλατεία τής Βρέμης, σέ μιά έργατική
112
συνοικία, δχι μακριά άπ’ τό Σπ ίτι τοϋ Λαοΰ, Ινα θορυβώ- δικο πλήθος Ιχε ι σχηματίσει κύκλο.
Τ ί τρέχει; "Ας πάμε κοντά σ’ αύτούς τούς φωνακλάδες.Νεαροί, περιζωσμένοι μέ πετσί, μ’ Ανασκουμπωμένα τά
μανίκια, στοιβάζουν εύσυνείδητα, μέ φτυάρια καί σκοΰπες, πάκους καί δέματα άπό παλιά χαρτιά , παλιές μπροσοϋρες. Τ ί άστείοι σκουπιδιαραίοι πού φαίνονται!
Προσπαθώ, πάνω άπ’ τούς ώμους, νά ξεχωρίσω τίτλους μέσ’ άπ’ αύτό τό χαρτομάνι. Καί ξαφνικά, νιώθω τήν καρδιά μου νά σ φ ίγγετα ι: ’Εφημερίδα τον μεταλλουργοϋ, ό ’Εργάτης τον βιβλίου. Και τό Α .Ι.Ζ ., τό εικονογραφημένο κομμουνιστικό περιοδικό καί ή σοσιαλιστική Vorwaerts καί μπροσοϋρες τοΰ Έ νγκελ ς καί προκηρύξεις:
Ή κόκκινη Βρέμη ζητάει μέ άπόγνωση δουλειά καί ψωμί.
Κ ι άκόμα άφίσσες πού καλοΟν τούς σοσιαλδημοκράτες έργάτες σέ μεγάλες συγκεντρώσεις... Χρόνια όλόκληρα προπαγάνδας, μιζέριας καί πάλης.
Ό τα ν ή πυραμίδα φτάνει στό καθορισμένο δψος, Ινας— πού παίζει τό ρόλο τοΰ δήμιου — κόβει μέ σουγιά Ινα ξύλινο ραβδί καί τά μπήγει στήν κορυφή. Κ αί, μέσα στά «μπράβο» καί στά χαχανητά τών γερμαναράδων, κρεμάει πάνω στό ραβδί Ινα μαΰρο πουκάμισο, Ινα αύθεντικό μαΰρο πουκάμισο τών κομμουνιστικών «όμάδων αύτοάμυνας»... Κ ’ ύστερα, μέ προσοχή ήδονιζόμενου φετιχιστή, καρφώνει στό πέτο του τό κόκκινο σήμα τής A ntifasch istische Action *.
Μιά μπάλλα χαρτί μπαίνει πάνω άπ’ τό πουκάμισο γ ιά κεφάλι' τής φοράνε μιά ταπεινή προλεταριακή τραγιάσκα, παλιά καί κουρελιασμένη. Δέν καταλαβαίνω άκόμα:
— Ό Ταίλμαν, δ Ταίλμαν! τσιρίζουν ξαφνικά τά π ιτσιρίκια χοροπηδώντας άπό χαρά.
* 'Αντιφασιστική Δράση : ’Οργάνωση προστασίας τών κομμουνιστικών συγκεντρώσεων καί κτιρίων άπ' τίς έπιδρομίς τών ταγμάτων έφόδου τοΰ Ναζιστικοϋ κόμματος (σ,τ.μ.).
8 113
Καί νά, κάτω άπ’ τό δμοίωμα τοϋ κομμουνιστή άρχη- γοϋ, άπλώνουν ένα μεγάλο κομμάτι άπδ κόκκινο πανί στολισμένο μέ τά τρία σοσιαλιστικά βέλη. Ή ένότητα στή δράση πού δέν μπόρεσαν νά τήν κάνουν ot άνθρωποι, πραγματώνεται τώρα στίς φλόγες.
Ή προετοιμασία τελείωσε. Γιά νά σκοτώσει τήν ώρα, ένας νεαρός ψάχνει στήν τύχη μέσ’ στό σωρό, βγάζει ένα βιβλίο, τό ξεφυλλίζει:
Κάρλ Μάρξ... λέει, χαχανίζοντας, στό διπλανό του.Καί τό ξαναρίχνει στό σωρό, σκουπίζοντας μέ άπέχθεια
τά χέρια του.Λίγοι είναι ot έργάτες πού, σιωπηλοί καί άκίνητοι, κοι
τάζουν τό θέαμα. Καρφώνω τό βλέμμα μου στά μάτια τους: δχι δάκρυα, κάτι πιό βαθύ, μιά σιωπηλή άπόγνωση... Γρήγορα δμως, γυρίζουν άλλοΰ τό πρόσωπο.
Ή φωτιά θ’ άνάψει δταν πέσει ή νύχτα. Τό πλήθος είναι τεράστιο, σπρωγμένο έκεϊ περισσότερο άπό περιέργεια. Μέ βήμα ρυθμικό, ot σχηματισμοί τών φαιοχιτώνων φτάνουν, τοποθετοϋνται μπροστά στό σωρό. ’Ακόμη πιό δυσκίνητοι, πιό χωριάτες, φτάνουν κ’ ot πρασινοντυμένοι «χαλυβδόκρα- νοι». Τέλος ot φοιτητές μέ μεγάλη στολή — βραδεμβουρ- γιανά χιτώνια, πολύχρωμες έσάρπες, ξίφος καί γάντια ξιφομαχίας καί μικρό καπελάκι κλόουν — έρχονται κι αύτοϊ γιά νά βεβαιωθούν βτι ή καταραμένη θεωρία χάθηκε γ ιά τά καλά μέσα στίς φλόγες.
’Ακολουθεί ένας λόγος πού μεταδίνεται άπ’ τά μεγάφωνα, δστερα δ δμνος τοϋ Χόρστ Βέσσελ καί, ξαφνικά, μιά λάμψη σκίζει τή νύχτα. Μέσα σέ λίγα λεπτά, τό δμοίωμα τοΰ Ταίλμαν, τά βιβλία κ’ ot έφημερίδες τής έργατικής τάξης δέν είναι πιά παρά άναμμένα κομμάτια πού τά στροβιλίζει δ άνεμος.
Λ ίγα ψυχρά χειροκροτήματα κ’ δστερα, σά νά ντρέπεται γ ιά τόν έαυτό του, πολύ γρήγορα, τό πλήθος Απομακρύνεται άπ’ αύτό τό δουτο ντά φέ.
114
7
Σ έ κ ο ι τ ά ζ ο υ ν 'Ε β ρ α ί ο ι
Στή Γερμανία τοϋ 1933, τό καταλληλότερο θέμα συζήτησης γιά ενα ξένο είναι τό έβραϊκό ζήτημα. Είναι φρονιμότερο νά μήν πεΐς δτι είσαι «μαρξιστής» σ’ Ινα τυχαίο συνομιλητή· ή άνακίνηση δμως τοϋ φυλετικοΰ προβλήματος σ’ αύτούς τούς λυσσασμένους «Άρειους» είναι λιγότερο παρακινδυνευμένη.
Μέ πονηρή ευχαρίστηση, τούς χτυπάω στδ άδύνατο σημείο τους, τούς βλέπω νά χτυπιούνται σάν πιασμένες πεταλούδες. "Γστερ’ άπό μιά διακήρυξη άγάπης στό γερμανικό λαό:
— Πρέπει νά λέει κανείς τήν άλήθεια σ’ Ενα λαό πού άγαπά... Λοιπόν έπιτρέψτε μου νά σάς πώ... Ινα μεγάλο σοφό δπως δ ’Αϊνστάιν...
Ό νεαρός «ξανθός καί δολιχοκέφαλος» συνομιλητής μου Αναπηδάει" τά γαλάζια μάτια του γεμίζουν αίμα:
— Ό ’Αϊνστάιν; 'Ένας σκύλοςίΚάθε φορά πού θά παίζετε αύτό τό παιχνίδι θάχετε
τό ίδιο άποτέλεσμα: πάντα κερδίζεις.Στή μεγάλη αίθουσα τοϋ ξενώνα, Ινας νεαρός μουσι
κός, πού παίζει τόσο ντελικάτα τά δάχτυλά του πάνω στήν κιθάρα, γ ιά μιά στιγμή μέ κάνει νάχω αύταπάτες: Ό χ ι κι αύτός... Άποτολμάω λοιπόν νά πώ μπροστά του τό μοιραίο
115
δνομα: άπέναντί μου ϊχω ξαφνικά 2να λυσσασμένο μπουλ- ντόγκ, έτοιμο νά δαγκώσει:
— Μά, έπιτέλους, αύτοί οί δύστυχοι οί έβραϊοι τί σδς κάνανε;
— Τό ρωτάς; Ξέρεις πώς στό Βερολίνο, γ ιά παράδειγμα, τό 70 στά 100 τών δικηγόρων εΓταν έβραϊοι; Γιατί νά χάνεις χρόνια δλόκληρα σπουδών γιά νά τούς βρεϊς μετά χωμένους παντού;
Μήν προσπαθήσετε νά τοΰ έξηγήσετε δτι αύτή ή ισχυρή άναλογία έβραίων δικηγόρων εΓταν περισσότερο τιμητική γιά τούς σημίτες παρά γιά τούς τεύτονες’ κι δτι άν τό έπάγγελμα είναι κορεσμένο, γ ι’ αύτό φταίει ή καπιταλιστική κρίση κι δχι δ λαός τοΰ Ισραήλ, θ ά χάσετε τόν καιρό σας.
— Μά ή «δρεια» φυλή σας είναι ένας μύθος!Κοντεύει νά πνιγεί:— Μύθος; Κοίταξέ με... Δέν είμαι, δέν είμαστε δλοι
τεύτονες ξανθομάλληδες; Αντίθετα μέ σάς τούς γάλλους, είμαστε καθαρή ράτσα έμεΐς! Καί γ ιά νά ύπερασπιστοΰμε τή ράτσα μας, δέ θά διστάσουμε νά καταφύγουμε καί στή στείρωση άκόμα...
Τόπε αύτό, δ μικρός μουσικός, μέ μιά τρομερή χάρη.
Ά ς άφήσουμε δμως αύτή τή βάρβαρη νεολαία κι άς ψάξουμε νά βρούμε ήλικιωμένους «Άρειους» νά συζητήσουμε. Ίσ ω ς συναντήσουμε πιό λογικούς άνθρώπους.
Τήν ώρα πού δ κουρέας μέ ξυρίζει, τήν δρα πού δ μη- χανουργός διορθώνει τή μηχανή μου, τήν ώρα πού δ ταβερνιάρης γεμίζει τό ποτήρι μου άφρισμένη μπύρα, Αρχίζουμε, σιγά-σιγά καί σίγουρα τή συζήτηση:
— Οί έβραϊοι; Ά ! Καλέ μου κύριε, άπό καιρό έπρεπε
116
νάχουμε ξεφορτωθεί αύτή τή σπορά... ΑύτοΙ είναι οί ύπεύ- θυνοι γ ιά τή δυστυχία μας... Ή ρθανε νά μάς πάρουν τή μπουκιά άπ’ τό στόμα... Οδτε ένας άπό δαύτους δέν είναι άνεργος... ΠρΙν άπ’ δλα δουλειά στούς γερμανούς!
Μά πώς γίνεται 650.000 έβραίοι νά στερούν τή δουλειά άπό 65 έκατομμύρια γερμανούς; Ό τα ν δμως ή κατάσταση δέν πάει καλά, χρειάζεται Ινας άποδιοπομπαϊος τράγος καί, γ ιά νά προφυλάξουν άπ’ τή λαϊκή όργή τούς άλη- θινούς καπιταλιστές ύπεύθυνους, φόρτωσαν στό Ισραήλ δλα τ ’ Αμαρτήματα.
'Ε νας άλλος, μαγαζάτορας στό χείλος τής χρεωκοπίας, μοΟ κραυγάζει τό μίσος του γ ιά τούς καταστηματάρχες:
— ΜΑ, δέν είναι αίσχος αύτά τά έβραιοπΑζαρα; Π ώ ς μπορώ ν’ Αντισταθώ στόν Ανταγωνισμό τους; Ξανοίχτηκαν τόσο πολύ, πού κι αύτοί σήμερα κοντεύουν νά χρεωκοπή-
Π ρέπει ν’ Ακούσει κανείς μέ τά ίδια του τ ’ αύτιά τούς Ανθρωπάκους τοΟ λαοΰ, πού δέν φόρεσαν τό φαιό χιτώνα καί δέν είναι θεωρητικοί τοΰ φυλετισμού, γ ιά νά καταλάβει τΙς βαθιές πηγές τοΰ μίσους τους. Ό Χίτλερ δέν Ανακάλυψε τ ίποτα- άκου σε μονάχα, είδε καί μάντεψε τί θαυμάσια Ασφαλιστική δικλείδα πρόσφερε 6 Αντισημιτισμός στόν άντικαπι- ταλισμό τών μαζών.
Τοΰ Απαντώ:— Ν αί, Αλλά ΑνΑμεσα σ’ αύτούς πού σάς Απομυζούν,
ύπΑρχουν καί πολλοί «Άρειοι»...— Κ ι αύτούς πρέπει νά τούς πετάξουμε...Ό άγαθός άνθρωπάκος 2χει άκόμα τΙς αύταπάτες του.— Καί τούς έπιστήμονες; Καί τούς διάσημους αύτούς
διανοητές;Σκύβει τό κεφάλι. Τόν νιώθω κάπως πεσμένο:— Βέβαια, γίνανε άκρότητες... δπως καί σέ κάθε έπα-
νάσταση, βέβαια...Κι άμέσως συνέρχεται, μέ τά μάτια γεμάτα όργή:
117
— Δέν θά δποκύψουμε δμως στήν πτωματολογία τής διεθνοΰς έβραιουριάς καί στή G reuelpropaganda της (τήν προπαγάνδα περί ώμοτήτων)...
Κ ’ ή πάλη συνεχίζεται, τό ίδιο λυσσαλέα, άκόμα κι άν είναι πιό ύποκριτική.
Ά π ’ τΙς κοινωνικές άσφαλίσεις, πού γ ιά 2να γερμανό γιατρό άποτελοϋν μιά σημαντική πηγή έσόδων, άπολύουν τούς ίβραίους' άπ’ τούς δικηγόρους πού άοκοΰν τό έπάγγελ- μα, άφαιροΰν δρισμένες ύποθέσεις' οί δημόσιοι όργανισμοί παύουν νά δίνουν παραγγελίες σέ έβραϊκές φίρμες’ ot βιομηχανίες παύουν νά Εχουν σχέση μέ μεσάζοντες πού άνή- κουν στήν καταραμένη φυλή" ot έθνικοσοσιαλιστικοΐ έργο- στασιακοΐ πυρήνες όργανώνουν άπεργίες στίς έπιχειρήσεις πού διευθύνουν έβραΐοι κι άπαιτοΟν τήν άπόλυση τοΰ μή «δρειου» προσωπικοΰ· καί τό μποϋκοτάρισμα τών έβραίων μικρεμπόρων τούς όδηγεϊ σιγά-σιγά στήν καταστροφή...
Τόν άληθινό δμως χαρακτήρα τής πάλης, τόν κατάλαβα βταν άνοιξα 2να βιβλίο πού είναι σωστή προτροπή σέ δολοφονία. Τ ίτλ ο ς : Σ έ κοιτάζουν 'Εβραίοι. Μοιάζει μέ λεύκωμα άνθρωπομετρικής ύπηρεσίας. 'Ε νας συγκεκριμένος άριθμός έβραίων παραδίνονται, φωτογραφημένοι, στήν κοινή δίωξη. Σάν πρόλογο, ίχ ε ι αύτά τά λόγια: «Ή σειρά αύτή τών διαφθορέων τοΰ λαοΰ άποδείχνει δτι κανένα άπ’ αύτά τά ύπο- κείμενα δέν έχει μέχρι τώρα έκτελεστεϊ άπ’ τήν ’Εθνική έπανάσταση τοΰ 1933, άν καί τά έγκλήματά τους κραυγάζουν μέχρι τόν ούρανό». Γιά δσους δέν θά καταλάβαιναν τί σημαίνουν αύτά, τό δνομα τών χτεσινών θυμάτων άκολουθεΐ ή σημείωση: έκτελέστηχε· τό δνομα τών αύριανών ή σημείωση: δέν άπαγχονίστηχε (άκόμα).
Ό μαΰρος αύτός κατάλογος, φυσικά, Ιχε ι πολλές κατηγορίες: πρώτοι-πρώτοι, ot αίματοβαμμένοι έβραΐοι: άπ’ τή
118
Ρόζα Λούξεμπουργκ, τόν Μπέλα Κούν καί τόν Τρότσκυ, μέχρι τόν καθηγητή Γκάμπελ, πού διώχτηκε άπ’ τήν Ιδρα του στή Χαϊδελβέργη. Ύστερα Ιρχονται οί απατεώνες έ- β ρ α ϊο ι: Α ϊνστάιν, Χίλφερντινγκ, Στάμπφερ, ’ Εμιλ Λούντ- β ιγκ ’ οί καταχραστές έβρα ϊο ι: οί διάσημοι μεγαλοκλέφτες Μπάρματ, Σκλάρτζ, Σκλάρεκ κλπ... Κατόπιν οί διαφθορείς έβραϊοι: δ καθηγητής Μάγκνους Χίρσφελντ, δ ειδικός σχετικά μέ τΙς σεξουαλικές Ιπιστήμες κι δ Λοβενστάιν, δ έμπνευ- στής τών Φίλων τών Παιδιών τών Ε ργατώ ν, πού «δίδασκε τά παιδιά νά περιφρονοϋν τό λαό, τή φυλή καί τό Εθνος τών γερμανών, έξωθοϋσε τά παιδιά τών βερολινέζων στήν έθνοπροδοσία καί στήν ύποταγή στήν έβραιοκρατία». ’Επειτα Ιρχεται ή σειρά τών έβραίων καλλιτεχνών, δπου πλάι στόν Πισκάτορ καί τόν Ράινχαρντ, τούς διάσημους σκηνοθέτες, βρίσκουμε καί τόν Τσάρλυ Τσάπλιν! Τέλος, οί έβραϊοι τον χρήματος, δ τραπεζίτης Γιάκομπ Γκόλντσμιθ κ’ οί ά- δελφοί Τ ίτζ , μεγαλοκαταστηματάρχες τοϋ Βερολίνου, κλείνουν τήν Ικθεση. Καί τό βιβλίο τελειώνει μέ τά λόγια: «Ή πάλη δέν τέλειωσε, ή πάλη συνεχίζεται: Χ άιλ Χίτλερ!·».
Γιά νάμαι δμως άπόλυτα έντάξει μέ τή συνείδησή μου, θά πρέπει νά φέρω στή μνήμη μου καί μιά άλλη εικόνα: σ’ Ινα καλοβαλμένο σπίτι, άστικής έμφάνισης, μέ ύποδέ- χεται μιά ισραηλιτική οίκογένεια.
Μιά οικογένεια πού κλαίει καί όδύρεται μ’ αύτό τό Απίστευτο γεγονός πού τήν Εβγαλε άπ’ τή γλυκιά της ήσυχία, τήν άξιοπρεπή της διαβίωση καί τά έξασφαλισμένα της εισοδήματα.
— Μπορεϊτε νά μας δώσετε μιά συμβουλή; Πρέπει νά πάμε στή Γαλλία; Μποροϋμε νά ζήσουμε στήν Παλαιστίνη;
Πίσω άπ’ αύτούς τούς χοντρούληδες άστούς, βλέπω τόν Γσκιο τοϋ περιπλανώμενου ’Ιουδαίου, πού μέ τό ραβδί στό χέρι, ξαναπαίρνει πάλι τό δρόμο του...
Μέ δάκρυα στά μάτια, ή γυναίκα μοϋ έξηγεΐ:— Καί νά ξέρατε κύριε, πόσο γερμανίδα Ινιωθα! Ζού-
σαμε στήν ’Αμερική. ’Ανάγκασα τό σύζυγό μου νά ξανάρ-
119
θουμε έδώ... M i τί χάναμε, γ ιά νά μάς μεταχειρίζονται ίτσ ι; Ά χ ! Γ ιατί νά προσθέσει άμέσως μετά:— Στό κάτω-κάτω, μ’ αύτό τό καινούριο καθεστώς, θά
τά πηγαίναμε καλά, μονάχα νά μάς άφηνε ήσυχους...Αμέσως ή γοητεία διακόπηκε. Σκέφτομαι αύτούς πού
άπό χρόνια, έβραΐοι καί μή, πεινάνε' αύτούς πού, έβραίοι καί μή , σαπίζουν σήμερα στίς ναζιστικές φυλακές.
120
8
Π ό λ ε μ ο ς ή ε ι ρ ή ν η ;
Τό χιτλερικό δράμα συμπληρώνεται μ’ Ινα άλλο δράμα, δχι λιγότερο σκοτεινό καί πού μάς άφορά πιό άμεσα: τό δράμα τών γαλλο-γερμανικών σχέσεων.
Για νά καταλάβετε, θά πρέπει νά μπείτε σ’ ένα άπ’ τά διακόσια θέατρα τής Γερμανίας, δπου παίζεται αύτή τή σ τιγμή ό Σ λάγγετερ , έργο τοϋ Χάνς Γιόχστ.
Αύτός ό Σλάγγετερ, σήμερα έθνικός ήρωας τής Γδιας περιωπής μέ τό Χόρστ Βέσαελ, εΓταν ένα σκοτεινό ύποκεί- μενο: στρατολογημένος τήν έπαύριο τοϋ πολέμου στά περίφημα «σώματα έλεύθερων σκοπευτών» τής ’Ανατολής, έπειτα κατάσκοπος στήν ύπηρεσία τής Πολωνίας, έμφανίζεται κατόπιν, στά 1932, τήν έποχή τής είσβολής στό Ρούρ, πότε καταδότης γ ιά λογαριασμό τής Γαλλίας, πότε σαμποταρι- στής γ ιά λογαριασμό τής Γερμανίας. Τό Μάρτη, Ανατινάζει ένα γεφύρι σέ σιδηροδρομική γραμμή' στίς 26 τοϋ Μάη, τουφεκίζεται άπ’ τό γαλλικό στρατό κατοχής.
"Αν δμως σάν άνθρωπος δέν άξίζει καθόλου τή λύπηση, ή έκτέλεσή του τόν κάνει σύμβολο: Ό Σλάγγετερ ένσαρκώ- νει τήν άντίσταση στήν έπίδειξη πυγμής τοΟ Πουανκαρέ. Γ ιά δέκα χρόνια συνέχεια, δ έθνικοσοσιαλισμός θά έκμεταλ- λεύται πρός δφελός του αύτή τή σκοτεινή Ιστορία.
— ’Ανήκουμε στό Σ λάγγετερ γιατί είναι ό πρώτος
191
στρατιώτης τον Τρίτου Ρ ά ιχ I φωνάζει 2νας ήθοποιός ά π’ τή σκηνή.
Κι δ Γδιος δ Σλάγγετερ έξηγεϊ:—Έ χ ο υ μ ε τό δικαίωμα — ό Γάλλος μας τό δίνει μέ
τήν κατοχή του — νά ξεσηκωθούμε και νά φωνάξουμε: Ά ντά ντ , συναδέλφωση, διεθνής τών λαών, δ?.α εϊταν τσαρ- λατανισμοίJ ’Εμπρός γιά μιά κυβέρνηση ριζοσπαστικά έθνική! Στό διάολο τό σύστημα τον Νοέμβρη τον 19181
Κ ’ ενώ δ ήρωας προετοιμάζει τήν άπόπειρά του, ή τραγική άντίθεση άνάμεσα στήν παλιά γενιά, σοσιαλιστική καί στήν καινούρια, φασιστική, όξύνεται: δ γιός ένός άνώτερου σοσιαλδημοκράτη ύπάλληλου δίνει τή βοήθειά του στδ Σλάγ- γετερ.
Μάταια δ πατέρας — πού δ συγγραφέας δέν κατάφερε νά γελοιοποιήσει — μιλάει γ ιά «έξόντωση διά πυρδς καί σιδήρου τών τελευταίων τυχοδιωκτών καί λοιπών πού θέλουν καινούριο Παγκόσμιο Πόλεμο»' μάταια τόν ικετεύει:
— Θέλουμε εΙρήνη! Στό λέω έγώ αύτό, μικρό μον παιδί, έγώ πού έκανα τέσσερα χρόνια στό μέτωπο...
Τό κοινό άρχίζει νά έκνευρίζεται. Γύρω μου, άκούω πνιγμένους λυγμούς.
Ή αύλαία σηκώνεται γ ιά τελευταία φορά: βαθυγάλαζος δρίζοντας, 2να γαλλικό άπόσπασμα σημαδεύει τό Σλάγγετερ, στημένο στόν τοίχο.
— Γερμανία, φωνάζει δ κατάδικος, μιά τελευταία λέξη , μιά ευχή, μιά διαταγή... Γερμανία , ξύπνα 1 ΦλογίσουI "Αστραψε !
Έ ν α ξερό κροτάλισμα. 'Γστερα σιωπή καί νύχτα."Οταν άνάβουν τά φώτα στήν αίθουσα, στά πρόσωπα
κυλάνε δάκρυα.— Καί σέ λίγο οί Γάλλοι θά ξαναεισβάλουν στή χώρα
μας! ούρλιάζει σάν τρελλή, μιά γυναίκα, κοντά μου.
122
Ό πως καί στή Γαλλία, Ιτσι κ’ έδώ μεγαλώνει μιά γένια πού δέ γνώρισε τή φρίκη τοϋ πολέμου.
θά πρέπει ν’ άκούσετε αύτούς τούς νεαρούς, δταν τούς ρωτάτε Ανυστερόβουλα: «Κάνετε σπόρ;», νά σάς άπαντοϋν μέ ξερή κι δργισμένη φωνή:
— Kein sport! W ehrsport! (Ό χι σπόρ 1 Στρατιωτική έκπαίδευσηΙ).
θ ά πρέπει νά τούς δείτε πώς βγάζουν κραυγές ήδονής δταν ή Ράιχσβερ παρελαύνει χοροπηδώντας μέ τδ βήμα τής Χήνας.
Μιά γενιά νέων σήμερα, έκπαιδεύεται Ανοιχτά. Μήν I- χοντας ύποχρεωτική θητεία, τό βρίσκουν πολύ διασκεδαστικό νά παίζουν τούς στρατιώτες- βαδίζουν στούς δρόμους, μέ τδ σακκίδιο στόν ώμο' κάνουν άκροβολισμούς καί σέρνονται στό χώμα, στά πεδία Ασκήσεων’ δίνουν τό σύνθημα τοΰ συναγερμού στούς πληθυσμούς τών πόλεων γιά τΙς Αεροπορικές έπι- δρομές, χτυπώντας παλιοκατσαρόλες...
Παρ’ δλ’ αύτά, ή Ανάμνηση τών κακουχιών τοΰ πολέμου 1914-18 μένει πάντα ζωηρή στή μνήμη τοΰ γερμανικού λαοΰ.
Μπείτε μαζί μέ μένα σ’ αύτό τό χωριάτικο καφενείο. Άντρες καί γυναίκες είναι μαζεμένοι γύρω άπ’ τό ραδιόφωνο καί περιμένουν σιωπηλά. Στίς τρεις ή ώρα, ό Φύρερ, άπ’ τό βήμα τοΰ Ράιχσταγκ, Οά μιλήσει στόν κόσμο. Άλλά θάλεγε κανείς — τί σοΰ είναι αύτό τό ραδιόφωνο! — πώς ήρθε 5 Ιδιος μέσα στό χάνι νά μάς κάνει μιά ιδιαίτερη κουβεντούλα...
Άκοΰστε τον νά προφητεύει τό μέλλον:
— Κανένας πόλεμος στην Ευρώπη δέ θά μπορούσε νά φέρει κάτι καλύτερο σέ Αντικατάσταση αύτοϋ πού ύπάρ- χει... *Αν άποτολμηθεϊ καμιά μέρα μιά τέτοια παραφροσύνη, αύτό θά σημάνει τήν καταστροφή τής κοινωνικής τάξης, Ινα χάος χωρίς προηγούμενο...
Άκοΰστε τά ja ... ja ... ja ..., κοιτάξτε τά κουνήματα τών κεφαλιών τών διπλανών σας.
123
Καί τό μέντιουμ μέ τά γουρλωμένα μάτια θριαμβεύει μ’ αύτό τό έπιχείρημα:
—Ή Γερμανία είναι Ιτοιμη νά διαλύσει δλες τίς στρατιωτικές της όργανώσεις καί νά καταστρέψει τά όπλα πού μένουν, άν δλοι οί άλλοι, χωρίς έξαίρεση, κάνουν τό Ιδιο... Ή Γερμανία δέ θέλει νά έπανεξοπλιστεϊ, άλλά νά άφοπλιστονν τά άλλα κράτη !
Βέβαια, σκεφτόμουν, ό Ανθρωπος είναι κακόπιστος’ είναι πολύ εύχαριστημένος πού μπορεΐ νά χρησιμοποιεί τό πρόσχημα πού τοΰ προμήθεψαν γενναιόδωρα οί δυτικές δυνάμεις: μέ τό νά μήν Αφοπλίζονται, παρά τΙς ύποχρεώσεις πού άνέλαβαν στίς Βερσαλλίες, ϊπαιξαν καί παίζουν πάντοτε τό παιχνίδι του.
Τή βραδιά τοΰ λόγου του, μιά ήλικιωμένη γυναίκα μοΟ είπε μέ δάκρυα στά μάτια:
— Ό άντρας μου σκοτώθηκε έκεΐ κάτω σέ σάς... ’Αχούσατε; Δέ θέλουμε πόλεμο.
Ναί, άλλά άς προσέχουμε μήν τυχόν καί τούτη ή γριά σέ λιγάκι μεταβληθεΐ σέ μαινόμενη έθνικίστρια!
124
9
Π ρ ό ς τ ό ν « έ θ ν ι χ ο μ π ο λ σ ε β ι κ ι σ μ ό »
— Βαδίζουμε δλοταχώς στόν «έθνικομπολσεβικισμό»... άκουσα πολλές φορές σ’ δλη τή διάρκεια τοϋ ταξιδιοΰ μου.
Τ£ είν’ αύτό τό φρούτο πάλι; Ή Ικφραση, θά μοϋ πείτε, είναι τόσο άδόκιμη δσο κ’ έπικίνδυνη. Αδόκιμη γιατί μπολ- σεβικισμός κ’ έθνικισμός (τουλάχιστον μέχρι τή μέρα πού τό γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα βάλθηκε, κι αύτό, νά κάνε', έθνικιστική πλειοδοσία) είναι θεωρητικά άσυμβίβαστες 6ν- νοιες. Έπικίνδυνη, γιατί έκτρέφει περισσότερο τό ψέμα μιάς δυνατής ένωσης τών δυό άντίθετων έννοιών.
"Οσο άδόκιμη δμως κι άν είναι, έκφράζει μιά ψυχική κατάσταση πού διαρκώς μεγαλώνει μέσα στίς μάζες. "Ας πάμε μέσα σέ ταπεινές κατοικίες νά τό δοΰμε καθαρά.
Είχα γνωρίσει τό γιό αύτοϋ τοΰ έργάτη ξυλουργού τοϋ Μόαμπιτ, στό δρόμο, δταν περιπλανιόταν κι αύτός μέ τις ό- μάδες τών άνέργων. Εϊταν ένας νεαρός «κόκκινος» πού τά μάτια του Ιλαμπαν δταν τοϋ μιλούσες γιά τόν Ταίλμαν, τόν Τέντυ. Δέ ξέρω γιατί, άλλά φανταζόμουνα πώς κι ό πατέρας θάταν κομμουνιστής. Κ’ ή τραχιά προλεταριακή του γλώσσα, τά Ιπαναστατικά του έπιχειρήματα, γιά μιά στιγμή μοϋ δημιουργούν αύταπάτες:
— Κοιτάξτε, έμάς τούς έργαζόμενους, μάς πρόδωσαν τά δυό έργατικά κόμματα... Έπρεπε νά κάνουν τήν ένότητα δράσης... Δέν θέλησαν...
125
Κ’ ύστερα, -ό ύποπτο έπιχείρημα:— Τώρα, πρέπει νά σωθούμε μοναχοί μας...— ΙΙοιοί μονάχοι μ ας;— Ό γερμανικός λαός! ’Αρκετές ταπεινώσεις δεχτήκα
με, Αρκετά μάς μεταχειρίστηκαν σάν σκλάβους. Φτάνουν πιά οί φόροι γιά νά πληρώνουμε πολεμικές Αποζημιώσεις!
Κι δταν τοΰ λέω δτι έξω άπ’ τόν έπαναστατικδ διεθνισμό, δέν ύπάρχει σωτηρία:
— Ναι... ναί... ή Διεθνής είναι πολύ ώραίο πράγμα... Κάποτε είχαμε στείλει έκατομμύρια χρυσά μάρκα στούς Αγγλους Ανθρακωρύχους πού Απεργούσαν... ’ΑλλΑ, σ’ ΑντΑλ- λαγμα, τί κάναν αύτοί γιά μάς;
Κι Αφοΰ καθάρισε τήν πίπα του:— Τήν έπανάστασή μας πρέπει νά τήν κάνουμε μονά
χοι μας... Μέχρι νά γίνει ή Διεθνής, πρέπει νά σκεφτοΰμε τό παρόν... Πρώτα-πρώτα ν’ Απελευθερωθούμε Απ’ τό Diktat τών Βερσαλλιών, ν’ Απελευθερώσουμε τούς καταπιεσμένους συντρόφους |ΐας τής Σιλεσίας, τοΰ Σάαρ, τής Αύστρίας, τοΰ Sudetenland* τοΰ Μέμελ καί τοΰ Ντάντσιγκ... Νά χτίσουμε Ινα γερμανικό κράτος τών έργαζομένων!
Κ’ είναι χιλιάδες αύτοΐ πού, σάν αύτόν, Ανακατώνουν τίς συγκεχυμένες σοσιαλιστικές τους Απαιτήσεις μ’ ένα φανατικό αίσθημα έθνικής ταπείνωσης.
Καί πιό πολύ Ακόμα οί νέοι. "Ας κουβεντιΑσουμε στήν άκρη τοΰ δρόμου μ’ αύτόν τόν όδοιπόρο πού πάει νά συναντήσει τό «στρατόπεδο έθελοντικής έργασίας» του μέ τό σάκκο στήν πλάτη. Μέ νευριάζει τόσο πολύ δταν μοΰ έξυμνεί τίς Αρετές τής συνειδητής πειθαρχίας καί τής δουλειάς μέ μειω
* ΣουδητΙα (σ.τ.μ.).
126
μένα μεροκάματα, πού μέ μεγάλη προσπάθεια καταφέρνω νά μή τόν ξαπλώσω χάμω μέ καμιά γροθιά.
Ξαφνικά δμως, σά νά τόν σπρώχνει κάτι, ρίχνει τή μάσκα του καί μοϋ ξεφουρνίζει τό μυστικό του:
— Ξέρεις... είμουνα άπό χρόνια έθνικοσοσιαλιστής... Ά π ’ αύτούς πού, στά 1928, χτυπούσαν μέ πείσμα τούς ρη- νανούς αύτονομιστές... Σήμερα δμως Εφυγα άπ’ τό Κόμμα...
— Γιατί;— Γιατί δέν είμαι Ικανοποιημένος... Δέν είναι π·.ά κόμ
μα έπαναστατικά, είναι σταϋλος. ’Εγώ θέλω τδ γνήσιο σοσιαλισμό... Δεκατέσσερα δλόκληρα χρόνια, τό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα είχε τή δυνατότητα νά τόν οικοδομήσει. Τί Εκανε; Δέν είμαι κομμουνιστής, γιατί είμαι πριν άπ’ δλα γερ- μανός καί δέ θέλω νά μέ μεταχειριστούν σάν ρώσο μουζίκο. Σέβομαι δμως τούς κομμουνιστές, νιώθω πιό κοντά σ’ αύτούς παρά σ’ δλους τούς άλλους...
Μου μιλάει μέ μίσος γιά τούς πλούσιους, τούς μεγιστάνες τής βιομηχανίας, τούς μεγαλογαιοκτήμονες* καί λέει, Αναστενάζοντας:
— Ά ν προδώσουν δλοι τό σοσιαλισμό, θά μείνω χωρίς κόμμα.
«’Εθνικομπολσεβικισμός»... Ποιά άλλη λέξη θά μπορούσε νά έκφράσει αύτές τις τόσο Απελπισμένα άμφιταλαντευό- μενες έπιθυμίες;
Ά ς προχωρήσουμε Ακόμη βαθύτερα. Ά ς ξεχάσουμε ποιοί είμαστε. Ά ς χωθούμε άνάμεσα στούς φαιοχίτωνες. Ά ς προσπαθήσουμε νά διακρίνουμε τΙς σκέψεις πού κρύβονται πίσω άπ’ τά Χώλ Χίτλερ !
Είναι Σαββατόβραδο* σέ μιά αίθουσα χορευτικής λέσχης, σ’ ενα προλεταριακό προάστειο τής Λειψίας, είναι μαζεμένοι άντρες καί γυναίκες, ντυμένοι μικροαστικά, δπως δ-
127
λοι ot γερμανοί έργαζόμενοι. Υπάρχουν καί πολλοί S A . καί τής χιτλερικής νεολαίας, άλλά χωρίς ύπεροπτικότητα καί άγριάδα: πηγαινέλα πολύ, βροντερά χάχανα: δ λαός.
Ή όρχήστρα, μέ στολή, παίζει καλή κλασική μουσική: Βάγκνερ, Βέρντι.
Καί, στό διάλειμμα, ένας ρήτορας άνεβαίνει στό βήμα καί κοιτάζει τό προσεχτικό καί ύπάκουο πλήθος, θέμα: Ή ’Επανάστασή μας.
— Ή έπανάστααή μας, Volksgenossen (σύντροφοι τοϋ λαοΰ) είναι άκό^α στις άρχές της. Άκόμα δέν πετύχαμε κανέναν άπ’ τούς στόχους μας. Μιλάνε γιά έθνική κυβέρνηση, γιά έθνικό ξύπνημα... Τί σημαίνουν αύτά; ’Εκείνο πού Ιχει σημασία, είναι τό σοσιαλιστικό τμήμα τοΰ προγράμ- ματός μας.
"Ενα "Αχ ικανοποίησης βγαίνει άπ’ τό πλήθος. Νά κάτι πού ό καθένας ένιωθε καί δέν τολμοΰσε νά τό πει. Τά πρόσωπα παρακολουθούν τώρα μέ πάθος τόν άνθρωπο πού μιλάει στ’ δνομα δλων τους.
— Τό Ράιχ τοΰ Γουλιέλμου τοΰ 2ου εΓταν ένα Ράιχ χωρίς ιδανικά. Κυριαρχούσε σ’ αύτό ή μπουρζουαζία μέ τόν άποκρουστικό ύλισμό της καί τήν περιφρόνησή της γιά τό προλεταριάτο. Ή έπανάσταση τοΰ 1918, Volksgenossen, δέν κατάστρεψε τό παλιό σύστημα. 01 σοσιαλιστές ήγέτες έγκα- τάλειψαν τή δικτατορία τοΰ προλεταριάτου γιά χάρη τής τσέπης τους. Πρόδωσαν τό έθνος καί τό λαό. "Οσο γιά τόν κομμουνισμό στάθηκε άνίκανος νά τούς διώξει άπό τότε πού ό Στάλιν άπαρνήθηκε τό λενινιστικό μπολσεβικισμό γιά χάρη τοΰ καπιταλιστικού άτομικισμοΰ...
Τρίβω τ’ αύτιά μου. Βρίσκομαι σέ χιτλερική συγκέντρωση; Ό δημαγωγός δμως ξέρει τί κάνει, γιατί γύρω μου, μ’ ένα ρυθμό πού όλοένα αύξάνεται, τό πλήθος βράζει.
— Ή μπουρζουαζία, Volksgenossen, συνέχισε νά μονοπωλεί τόν πατριωτισμό καί ν’ άφήνει τις μάζες στό μαρξισμό, αύτό τό Αηδιαστικό κατασκεύασμα... ’Εμεϊς, καταλάβαμε δτι έπρεπε νά πάμε στό προλεταριάτο, νά μποΰμε μέσα
του, καταλάβαμε δτι γιά νά κατακτήσουμε τή Γερμανία, έπρεπε νά κατακτήσουμε τήν έργατική τάξη. Κι δταν άπο- καλΰψαμε σ’ αύτούς τούς προλετάριους τήν Ιδέα τής Πατρίδας, πάνω σέ πολλά πρόσωπα είδαμε δάκρυα εύγνωμοσύνης...
Καί τήν έμφαντική καί Ιεραποστολική τούτη γλώσσα, διαδέχεται ξαφνικά δ άφορισμδς κ’ ή άπειλή:
— Δέν έχουμε πιά παρά ένα καί μόνο έχθρό: τή μπουρζουαζία! Τόσο τό χειρότερο γι’ αύτήν άν δέν ύποταχτεΐ, άν δέ θελήσει νά καταλάβει...
Καί, παρασυρμένος άπ’ τήν εύγλωττία του, άφήνει νά τοΰ ξεφύγει:
— Άλλωστε, μιά μέρα, θά μάς εύγνωμονεί πού τής φερθήκαμε Ιτσι...
Τό πλήθος δμως δέν άκουσε. Τό πλήθος τό μόνο πού άκουσε είταν δτι ή έπανάσταση άρχίζει, δτι ό σοσιαλισμός άνεβαίνει στόν δρίζοντα. Κι δταν ό δμιλητής τελειώνει, τό πλήθος τραγουδάει μέ άγρια όργή:
“Ω λαέ δονλεντή, δοκιμάζεις σκληρά τών καιρών τή μιζέρια χ ή στρατιά τών άνέργων συνέχεια, μεγαλώνει μέρα μέ τή μέρα. fC έσύ, φουκαρά, τραγουδάς τήν Ιδια παλιά μελωδία :*Εμείς είμαστ’ ή έργατιά, τό «προλεταριάτο».
Γιά πείνας μεροκάματα καθημερινά δουλεύεις, μά οί Τίτζ, οί Βερτάιν καί οί Κόν τήν πείνα δέν τήν ξέρουν.Κι άπ’ τό μόχθο, τόν Ιδρώτα σου ποιός τιάντα θησαυρίζει;
9 129
οί πλουτοκράτες μέτοχοι. Τό προφιταριάτο *.
Σπάσε τις άλυσίδες σου, έργάτη Γερμανέ IΜόσχα γιά νά σέ σώσει δέν ύπάρχει,ξέχασε τους σοσιαλιστές Απατεώνες,κ' οί δυό ζητάν νά σέ σκλαβώσουν ατούς ΕβραίουςΕίτε τούς μπόντζ άκολουθεΐς, είτε τό μπολσεβίκοθά μείνεις πάντοτε ραγιάςστό προφιταριάτο /
...Καλή βοήθεια σούδωσε &ς τώρα ή Διεθνής IΝά δμως, κοίτα στόν δρίζοντα πώς λάμπει ό ήλιος τής γερμανικής έλεντεριάς...
Ποτέ δέν άχουσα νά τραγουδάνε μέ τέτοια πίστη. Πουθενά δέν είδα, ούτε άκόμα στούς Άίσσάουας τοϋ Ίσλάμ, τόσο συνεπαρμένα δντα. Ένιωθα σά χαμένος μέσα σ’ αύτή τήν δρθια, άκίνητη μάζα πού θά πέθαινε χωρίς νά σταματήσει τό τραγούδι της.
Κιόλας ή φήμη τρέχει δτι τά τάγματα έφόδου άνυπο- μονοΟν, κάνουν ίπεισόδια. Σκέφτομαι πώς σέ λίγο καιρό θά χρειαστεί νά Ικανοποιήσουν αύτό τό πλήθος — ή νά τό μα- κελέψουν.
• Άπ* τή λέξη profit, κέρδος (σ.τ.μ.).
130
10
’Α γ κ υ λ ω τ ό ς σ τ α υ ρ ό ς σ τ ά σ υ ν δ ι κ ά τ α
Τήν άλλη μέρα τής Πρωτομαγιάς, γιορτής τής έργα- σίας, δπου ό Φύρερ άπότισε φόρο τιμής στόν «Προλεταριακό ιδεαλισμό πο») αύτός και μόνο έξασφαλίζει τή ζο>ή καί τήν ύπαρξη δλων», τό καθεστώς κατέλαβε τά έργατικά συνδικάτα.
Αύτό είχε γίνει λίγο πρίν 2ρθω στή Γερμανία. Μέ συγκίνηση, ξαναείδα τά δμορφα κτίρια, μέ τήν τολμηρή μοντέρνα άρχιτεκτονική, πού κοντά τους τά δικά μας κτίρια τών συνδικάτων έμοιαζαν μέ φτωχούς συγγενείς. Λίγους μήνες μετά τό ταξίδι μου τής περασμένης χρονιάς, ό φασισμός καταβρόχθισε αύτή τήν τεράστια όργάνωση πού γέμιζε περηφάνεια τούς συντρόφους μας. Σήμερα, σημαίες μέ άγκυλωτό σταυρό κυματίζουν στά παράθυρα καί στήν πρόσοψη, ή έπιγραφή Σπίτι τον Λαον παραχώρησε τή θέση στήν έπιγραφή: Σπίτι τής Γερμανικής ’Εργασίας, γραμμένη πάνω σέ φαντα- χτερά πανώ.
ΣτΙς πόρτες, ή έργατιά συνωστίζεται καί διαβάζει σιωπηλά τις άφίσσες καί τΙς έφημερίδες τών νικητών. Προσπαθώ νά διαβάσω τά βλέμματα καί τό μόνο πού βλέπω είναι μιά βουβή ίχπληξη.
Τί είταν αύτό πού ίγινε; 'Ενας φίλος πού ϊζησε τό δράμα μέρα μέ τή μέρα, μοΟ έξηγεί — καί μεταφέρω έδώ τά λόγια του:
131
— Κατά βάθος, βλέπεις, αύτό τό έπιβλητικό «όχυρό» παρουσίαζε πολλές ρωγμές... 'Ενας κολοσσός μέ πήλινα πόδια, δπως λέτε. Ό σο διαρκοϋσε ή περίοδος τής εύμάρειας, δλα πήγαιναν καλά... Μέ τίς συνδρομές έφτά έκατομμυρίων συνδικαλισμένων, χτίστηκαν δλα αύτά τά μεγαλόπρεπα— καί πολυτελέστατα — οικοδομήματα. Πίστεψαν δτι θά ύπάρχει διαρκής ευημερία’ φαντάστηκαν καλόπιστα δτι, μέσα στά σπλάχνα τοϋ καθεστώτος, θά μποροϋσε νά πραγματοποιηθεί αύτή ή ΟΙκονομιχή Δημοκρατία, πού τόσο άρεσε στό θεωρητικό Νάφταλι. 'Γστερα ήρθε ή κρίση. Εκατομμύρια συνδικαλισμένοι, χωρίς δουλειά τώρα, έγκατάλειψαν τις όρ- γανώσεις. Χρειάστηκε νά μοιραστούν στούς άλλους πολλά έπιδάματα άνεργίας. Τό ούσιαστικό δπλο τών συνδικάτων, ή άπεργία, Ιχασε τήν άποτελεσματικότητά του. Κ’ ύστερα, Ιμφανίστηκε ό φασισμός. Οί ήγέτες μας δέν μπόρεσαν νά κατανοήσουν σωστά τήν κατάσταση, δέν μπόρεσαν άκόμα ν’ άντιταχθοΰν στό Χίτλερ. Ενάντια σ’ Ιναν έπιθετικό άντίπαλο, δέν παλεύεις μέ ώραίες διακηρύξεις κι ώραϊα ψηφίσματα. "Ηξερες τήν ώραία συνδικαλιστική σχολή τοΰ Μπερνάου, αύτό τό άββαείο τοΰ Τσλέμ;
— Ναί, τήν έπισκέφτηκα πέρισυ κι αίσθάνθηκα λίγο άσχημα...
— ’ Ε, λοιπόν, τό Μπερνάου ένσάρκωνε τό συνδικαλισμό μέ δ,τι τοΰ Ιλειπε: θέλω νά πώ ή ψυχή, ή θέληση πάλης. Συχνά οί όργανισμοί μας δέν εΓταν παρά άπλές συντεχνιακές τράπεζες. Ό έργάτης έρχόταν νά πάρει τό όφειλόμενο, δπως στό 'Ιδρυμα Κοινωνικών ’Ασφαλίσεων, δπως στό ταμείο άνεργίας. Οδτε Γχνος άπό έπαναστατικά ιδανικά: βασίλευε Ινα γραφειοκρατικό πνεΰμα... Κοίτα, δέ θέλω νά μειώσω τή δουλειά πού Ικαναν στό παρελθόν τά έργατικά συνδικάτα. Ξέρω πολύ καλά τί Ικαναν γιά τή χειραφέτηση καί τή μόρφωση τοΰ προλεταριάτου μας...
— Κατάφεραν νά όργανώσουν τή μάζα, πράγμα καθόλου άμελητέο!
— Ναί, χάνοντας δμως τό Λαϊκό τους χαρακτήρα... Ή
132
A.D.G.B. (ή γερμανική Γ.Σ.Ε.) κατάντησε στό τέλος Ινα γρανάζι τοΟ κρατικοΟ τροχοϋ... Ό κορπορατισμός κι ό συνδικαλισμός συνεργασίας δδηγοϋνε κατευθείαν στό φασισμό. Άπό τά συνθήματα δπως «γενικό συμφέρον», «διευθυνόμενη οικονομία», μέχρι τή χιτλερική φρασεολογία, τό βήμα εΓταν πολύ μικρό. Άκόμα, οί κομμουνιστές Ιχουν κι αύτοί Ινα τμήμα τής εύθύνης μέ τό σύνθημά τους: «Έγκαταλείψτε τά ρεφορμιστικά συνδικάτα!». Ά ς Ιρθουμε στούς τελευταίους μήνες: μέ τό πρόσχημα δτι πρέπει νά σωθεί δ,τι είναι δυνατό, συνθηκολογούσαν διαρκώς μέ τόν έχθρό' γλύστρησαν σέ μιά συνεχή κι άνελέητη πτώση· οί έργάτες, Αποκοιμισμένοι άπ’ αύτή τήν τακτική, δέν μπόρεσαν νά δοΰν τήν Αποφασιστική στιγμή...
Άρκεσε νά στείλουν, Ινα πρωί, στά Σπίτια τοΟ Λαού, μερικούς νεαρούς φαιοχίτωνες, δπλισμένους μέ ρόπαλα, κ’ οί θυρωροί χώθηκαν — δπως καί στή Λειψία — κάτω άπ’ τά κρεβάτια τους. Σήκωσαν στήν ταράτσα μιά τεράστια σημαία μέ Αγκυλωτό σταυρό καί τό θαυμάσιο μέγαρο τής A.D.G.B. Ιγινε τό γενικό έπιτελείο τοϋ Δρα Λέυ καί τοϋ λεγάμενου «Μετώπου ’Εργασίας» του. «Ή παροχή τών έπιδομάτων συνεχίζεται», διακήρυξε δ φασισμός καί ό διοικητικός μηχανισμός συνέχισε νά λειτουργεί δπως πρώτα... Έτσι, τά συνδικάτα έγιναν gleichgeschaltet, δπως εΓπαν, δηλαδή «συγχρονισμένα».
Ό συνομιλητής μου μοϋ δείχνει μιά άπ’ τις άναρίθμη- τες μπροσούρες πού τύπωσαν βιαστικά οί ναζιστές κι δπου, άφοϋ Ικκαθάρισαν τούς λογαριασμούς τών συνδικάτων, ξε- σπάνε σ’ ενα κύμα κατηγοριών ένάντια στούς μπόντζ:
— Τά 50% Απ’ δσα γράφονται έδώ μέσα είναι ψέματα... Τό δυστύχημα είναι δτι μούλωξαν άπέναντι σέ μερικές κατηγορίες. Δέν ύπήρχε τόση «φαυλότητα», δσο θέλουν νά δείξουν αύτοί' ύπήρχε δμως μιά τάση πρός τήν καλο- ζωία... 'Οσο γιά τούς νέους ήγέτες, σέ διαβεβαιώνω δτι δέν είναι οί κατάλληλοι γιά νά δώσουν μαθήματα Ασκητισμού!
133
Συνεχίζοντας τήν ϊρευνά μου έπισκέφτηκα ένα συνδικαλιστή πού είχα γνωρίσει πέρισυ.
Καθώς ή είσοδος στά Σπίτια τοϋ Λαοϋ Απαγορεύεται αύστηρά στούς βέβηλους, πρέπει ν4 περιμένω Απέξω. Τεράστιες καί πολύ λίγο προλεταριακές λιμουζίνες, μέ τδν Αγκυλωτό σταυρό μπροστά, σταματάνε έξω άπ’ τήν πόρτα. Άπό μέσα βγαίνουν «κομισσάριοι»: φαιοί χιτώνες, μπόττες, λουρίδες, ένώ οί σκοποί χτυπάνε τά τακούνια καί στέκουν Αγάλματα σέ στάση προσοχής.
Τέλος δ φίλος μου έμφανίζεται, δείχνει τήν Αδεια έξό- δου του στούς S.A. — γιατί δέν μπορεί κανείς νΑ βγει Απ’ τό μέγαρο χωρίς Αδεια — καί μοϋ γελάει θλιμμένα:
— Νάμαστε λοιπόν καθώς βλέπεις...— Καλά, σέ κρατάνε Ακόμα έσένα έδώ;— ΜπΑ, μ’ έχουν Απολύσει Απ’ τήν 1η Σεπτέμβρη...
ΟΕ πονηροί, λένε, δ,τ; πάντοτε λέγαμε, πώς ΘΑ γυρίσουμε στή θέση μας σΑν Απλοί έργάτες κι δτι θ’ Ανανεώσουν τΑ στελέχη παίρνοντας Απ’ τή «βάση». Μάς κρατάνε άκόμα γιΑ μερικούς μήνες γιά νΑ τούς ένημερώσουμε σχετικά μέ τή δουλειΑ. Δέν είναι καθόλου Αστείο! Είμαστε σαν κρατούμενοι. Μέσ’ στό γραφείο μου έχω συνέχεια ένοπλους φρουρούς· Απ’ τό πρωί ώς τό βρΑδυ μέ κατασκοπεύουν κ’ οΕ «κο- μισσάριοι» δέν κάνουν Αλλη δουλειΑ άπ’ τό να μαζεύουν συκοφαντικές Αναφορές...
— Κι αύτοί οΕ περίφημοι «κομισσΑριοι» Από ποϋ βγαίνουν;
— Σχεδόν Από παντοΰ... Πολλοί Από δαύτους είναι Akademiker, διανοούμενοι, δικηγόροι, πού δέν έχουν ίδέα άπ’ τα προβλήματα τής δουλειάς. Παλιοί γραμματείς τών κίτρινων ή τών Χριστιανικών συνδικΑτων... Παλιοί δικοί μας πού αύτομόλησαν, δπως δ Βίννινγκ, πού κΑποτε είταν γραμματέας τής 'Ομοσπονδίας τών οικοδόμων... Κι Αλλοι πού αύτομόλησαν πιό πρόσφατα... Γιατί κ’ έμείς είχαμε τούς έκκο- λαπτόμενους φασίστες μας...
Δέν μπορώ νΑ μή θυμηθώ αύτόν τόν Herr Doktor, πού
134
είχα έπιακεφτεϊ τήν περασμένη χρονιά στήν A.D.G.B. καί ποΰ σήμερα διακηρύσσει δτι ή Εθνική κυβέρνηση «είναι ή μόνη πού μπορεΐ νά οίκοδομήσει τό σοσιαλισμό».
Είναι δμως ώρα νά γυρίσει δ συνομιλητής μου στή δουλειά του. Στενάζει, πιάνοντάς με άπ’ τό μπράτσο:
— Σοϋ είπα ποτέ πώς, κάποτε, έδώ καί χρόνια, εϊμουνα κομμουνιστής; Μέ διάγραψαν γιά «συμβιβαστικές τάσεις» άπέναντι στό ρεφορμισμό τοϋ Λάιπαρντ... Σήμερα τελικά βλέπω καθαρά... 'Αν καί δέ συμφωνώ μέ τήν όλέθρια διασπαστική τακτική τών «κόκκινων συνδικάτων», Αναγνωρίζω δμως δτι κ’ έγώ είχα κάνει λάθος, βαρύτατο λάθος...
Φαίνεται τόσο συγκινημένος, ώστε δέ θέλω νά γυρίσω τό μαχαίρι στήν πληγή.
— Καί τώρα τί θά κάνεις; Πώς θά ζήσεις;Κάνει μιά άόριστη κίνηση, άπελπισμένου άνθρώπου:— Πώς θά ζήσω; ΕΓμουν έργάτης άεριόφωτος· ή Ε
ταιρία ’Αεριόφωτος δέν μέ ξαναπαίρνει βέβαια... Ν’ άνοίξω κανένα μαγαζί, πάλι δέν μπορώ: ένας πρόσφατος νόμος, πού κατευθύνεται ένάντιά μας, Απαγορεύει τήν Εκδοση καινούριων άδειων... Μοϋ μένουνε τά «μεγάλα δημόσια Εργα», τά καταναγκαστικά Εργα, δηλαδή!
Μόλις πέρασε ή πρώτη στιγμή Εκπληξης, ή μάζα άρχισε νά συνέρχεται. Παρόλο πού ή έξακολούθηση τής παροχής τών έπιδομάτων Εφτασε γιά νά ήσυχάσουν πολλοί, άλλοι δμως άντιδροϋν καί ζητάνε σεβασμό τής συνδικαλιστικής Ελευθερίας: δέν Εχουν καμιά δρεξη νά βάλουν λουκέτο στή γλώσσα τους καί ν’ άκοϋνε σέ στάση προσοχής τούς λόγους τοϋ Φύρερ' ζητάνε τό δικαίωμα νά Εκλέξουν τούς ή- γέτες τους.
Στή Λειψία, σέ μιά συγκέντρωση τής Κεντρικής 'Ομοσπονδίας τών ύπαλλήλων, Ενας σοσιαλιστής ζητάει θαρρα
135
λέα τό λόγο, λέει τίς παρατηρήσεις του καί μαζεύει ζωηρά χειροκροτήματα. Στό πί καί φί, ή συνέλευση διακόπτεται.
Στό Κίελο, οί έργάτες άπεργοΟν σ’ Ινδειξη διαμαρτυρίας γιά τήν καθαίρεση τών έργοστασιακών έκπροσώπων τους. Στό Άμβοϋργο, οί ναζιστές ήγέτες καταγγέλλουν τούς «φαυλοκράτες έργατοπατέρες»: πολύ ώραΐα! Απαντάνε οί παρευρισκόμενοι, άς όρ ίσου με μιά έπιτροπή έλέγχου’ καί τότε, οί ναζί διαλύουν τή συνέλευση.
Έτσι, άρχισαν νά φοβούνται. Ή πεποίθησή τους σπάει, τά χάνουν μπροστά στίς Απαιτητικές αύτές μάζες. Κι άντί νά συγκρουστούν μαζί τους, προτιμάνε νά κόψουν κάθε έπαφή.
Στή βιβλιοθήκη ένός Σπιτιού τοϋ Λαοΰ, Ινας S.A. μπαίνει μέ δρμή καί κραυγάζει Ινα τρομερό Χάιλ Χίτλερ I Πολλοί έργαζόμενοι μέσα διαβάζουν. Κανείς δέν Απαντάει, κανείς δέν κουνιέται.
Σαστισμένο γιά μιά στιγμή άπό Ικπληξη καί όργή, τό χαμίνι κάνει μεταβολή καί φεύγει χωρίς νά ζητήσει ρέστα.
136
11
Σ τ ή ν κ α τ ά χ τ η σ η τ ο ν π ρ ο λ ε τ α ρ ι ά τ ο υ
Οί προσπΑθειές τους δμως γιά νά κερδίσουν τούς έργα- ζόμενους, συνεχίζονται Αμείωτες. Κανείς δέν άκούγεται τόσο δσο ό Δρας Λέυ. Λεβν, λένε ot κακές γλώσσες. Κ’ είναι γεγονός δτι αύτδς ό λυσσασμένος ρατσιστής παρουσιάζει τό χαρακτηριστικότερο τύπο σημίτη. Ό τύπος αύτδς Ιχει παρελθόν: μεγάλη μπεκροκανάτα, είχε πετάξει μέ άρκετή λεπτότητα μιά Αδειανή μπουκάλα τσέρρυ, στό κεφάλι τοϋ Βέλς, σοσιαλδημοκράτη ήγέτη, σέ μιά μπυραρία τής Κολωνίας.
— Κ ’ έγώ, βεβαιώνει σέ μιά διακήρυξή του πρός τούς έργάτες, είμαι Ινα φτωχό άγροτόπαώο καί ξέρω τI 0ά πει φτώχια. Δούλεψα ίφτά χρόνια σέ μιά άπ’ τις μεγαλύτερες έπιχειρήσεις τής Γερμανίας και ξέρω τ ί θά πει έκμετάλλευση άπ■ τό ανώνυμο χρηματιστικό κεφάλαιο...
Πραγματικά, δταν δ κύριος Λέυ Αποφάσισε νά φύγει Απ’ τό «I . G. Farben», τδ περίφημο τραστ χρωματουργίας, τοΰ δόθηκε, σέ μασούρια, μιά Αποζημίωση δέκα χιλιάδων χρυσών μάρκων.
Γιά νά γίνει λοιπόν, Αργά Αλλά σταθερΑ, Αγαπητός στίς μάζες, δ Αρχηγός τοΰ Μέτωπου Εργασίας κυκλοφορεί σέ περισσότερα Από τέσσερα έκατομμύρια Αντίτυπα μιά πολΰ φροντισμένη είκονογραφημένη έφημερίδα: Τήν Arbeitertum, Πλάι σέ διαφημιστικά στιγμιότυπα τοΰ Χίτλερ καί σέ περισπούδαστα Αποφθέγματα δπως: Τέλος στήν πάλη τών τά-
137
ξεων καί στίς κοινωνικές προλήψεις, ή : Τιμή στή δουλειά, έκτοξεύει τά πυροτεχνήματα τής γοητείας του:
—'Αγαπητοί μου σύντροφοι τοϋ λαοΰ, άρχίζει ή σειρήνα αύτή, θά μοϋ πείτε (μεταφράζω κατά λέξη) : Μά τί άλλο θέλετε; Δέν έχετε τήν άπόλυτη έξουσία; Καί βέβαια έχουμε τήν έξουσία, μά δέν έχουμε άκόμα όλόκληρο τό λαό μαζί μας. ’Εσένα, έργαζόμενε, δέν σέ έχουμε άκόμα έκατό τά εκατό. Κι άκριβώς, σέ θέλουμε· <5εν θά ήσυχά- σουμε άν δέν έρθεις, συνειδητά καί καλόπιστα, μαζί μας...
Καί καθώς, στήν άλλη άκρη τοϋ καναπέ, δ τίμιος προλετάριος μένει διατακτικός, τόν Αγκαλιάζει άπ’ τό λαιμό:
— Βέβαια, ξέρουμε πώς στό βάθος τής καρδιάς σου μένεις άκόμα ένας συνδικαλισμένος μαρξιστής κι δτι θά διαβάσεις αύτό τό φύλλο τής Arbeitertum μέ άνάμικτα αίσθήματα... Μιά τόσο βίαιη άλλαγή σέ έξέπληξε βέβαια. "Ισως είσαι πεπεισμένος δτι ή κατοχή τών συνδικαλιστικών γραφείων καί τών δμοσπονδιών είταν ένα χτύπημα ένάντια στά δικαιώματα τών έργαζομένων. Μεγαλύτερο ψέμα δέν ύπάρχει!
Μέ μητρική στοργή, ή πλανεύτρα ΙξηγεΙ δτι άπλά καί μόνο θέλησε νά σώσει τό συνδικαλισμένο φίλο του άπ’ τά νύχια τών κακών μπόντζ, δτι τό σύστημα τής όργάνωσης θ’ άπλοποιηθεΐ καί θά γίνει οικονομία στά λεφτά τοΰ λαοΰ. Καί, καθώς δ προλετάριος πάει νά τοΰ ξεφύγει:
— Δέν σοϋ ζητάμε νά γίνεις άπό σήμερα έθνικοσο- σιαλιστής... Γιά νά μάς καταλάβεις καλά, χρειάζεται καιρός... Μιά μέρα δμως, θά άναγνωρίσεις τίμια, είμαστε σίγουροι γ ι ’ αύτό, δτι, δταν διώξαμε τούς έργατοπατέρες σου, εϊταν «παρά πέντε*. Ξέρουμε δτι μιά μέρα Οά μάς άποδεχτεϊς: Γιατί θ’ άποχιήσονμε οπωσδήποτε τήν έμπι- στοσύνη σου.
’Αναμφίβολα, ή πονηρή αύτή γλώσσα έπηρεάζει μερικά
138
Αδύνατα μυαλά. Τό προλεταριακό αίσθητήριο δμως δέν Αφήνεται νά έξαπατηθεϊ τόσο εύκολα.
Κι δταν ή γοητεία τοϋ Δρα Λέυ δέν φέρνει Αποτέλεσμα, έρχεται σ’ έπικουρία δ ίδιος δ Άδόλφος Χίτλερ, προσωπικά.
— Ό Φνρερ, έξηγοϋν στους Αναγνώστες τής Arbeiier- tum, ίμαθε νά έκτιμάει στά χρόνια τής πάλης του γιά τήν έξουσία τήν πίστη τοΰ άπλοϋ άνθρώπου πού, πίσω Απ’ τ ’ άλέτρι του ή σκυμμένος στό άμόνι του, κάνει σιωπηλά τό καθήκον τον σάν άνώνυμος σκαπανέας τής έργασίας . . . Γιά πέντε χρόνια, στή Βιέννη, σάν οίκοδόμος καί τσιμεν- τάς, ύστερα, σάν άγνωστος στρατιώτης, τέσσερα χρόνια συνέχεια, στό μέτωπο τοΰ μεγάλου πολέμον, Ιζησε μαζί μέ τούς έργαζόμενονς, δούλεψε καί πολέμησε μαζί τους ...
Κι δ καινούριος Μεσσίας αύτοπροτείνεται δ ίδιος σάν ένας τίμιος «μεσολαβητής» Ανάμεσα στό ΚεφΑλαιο καί τήν ’Εργασία:
— Πιστεύω, βεβαιώνει, δτι ή μοίρα με προόρισε γι' αύτό τά ρόλο. Είμαι προσωπικά Ανιδιοτελής. Δέν έξαρ- τώμαι ούτε άπ' τό Κράτος, ούτε άπό δημόσιο λειτούργημα, ούτε άπ' τήν οΙκονομία, οϋτε άπ’ τή βιομηχανία, ούτε άπό κανένα σννδικάτο. Είμαι ίνας Ανεξάρτητος άνθρωπος... Ή μεγαλύτερη μον περηφάνεια θά είναι νά μπορέσω νά πώ στό τέλος τής ζωής μ ον: έφερα τούς γερμα- νούς έργάτες πίσω στό Γερμανικό Ράιχ I
Στίς 16 Μάη, δ Δρ Λέυ «έν δνόματι τής έργασίας», ύπό- γραψε μιά Ανακωχή μέ τό συνεταίρο του Βάγκενερ, «έν δνό- ματι τοΰ Κεφαλαίου». Τέθηκε σέ Ισχύ μιά οικονομική Ανακωχή δυό μηνών, πού στή διΑρκειΑ της οί μισθοί θά δια-
139
τηρηθοϋν στό ίδιο έπίπεδο κ’ ot Απεργίες θ’ Απαγορευτούν αύστηρΑ. Καί καθώς ό «τίμιος μεσολαβητής» δέν μπορεϊ νά βρίσκεται παντοϋ, 4λλοι «ύποκομισσΑριοι τής έργασίας» θά τόν Αντιπροσωπεύουν σέ κάθε μεγάλη περιοχή, θ’ Αποφασίζουν Ανέκκλητα γιά τΙς μεγάλες κοινωνικές Αντιδικίες, θά κανονίζουν τά μεροκάματα καί ΘΑ καθορίζουν τΙς συμβάσεις.
— Θά σοΰ δώσουμε καλούς μισθούς, στό βαθμό πού ή τωρινή καταστροφική κατάσταση τής γερμανικής οίκο- νομίας θά τό ίπιτρέψει... δμολογεΐ τελικά ή Arbeitertum.
Κι άν 6 έργαζόμενος δέν κατΑλαβε καλΑ:— Ό Χίτλερ άπαιτεΐ ύπακοή...
Στίς γραμμές δμως τών φαιοχιτώνων έπικρατεί Ανυπομονησία' οί παίχτες παρασύρθηκαν Απ’ τό ϊδιο τους τό παιχνίδι. Γιά νά φανούν τό ϊδιο «έπαναστΑτες» μέ τούς κομμουνιστές, έφτιαξαν, στούς τόπους δουλειάς, «έθνικοσοσιαλιστι- κούς έργοστασιακούς πυρήνες» (N.S.B.O.), Αναγνώρισαν πανηγυρικά τό δικαίωμα τής Απεργίας, σκόρπισαν σωρούς δημαγωγικές μπροσούρες ένΑντια στήν «έγωιστική» μεγα- λοεργοδοσία. Καί μιά καί τώρα 6 λαός νίκησε, οί Αγαθοί προλετΑριοι τών πυρήνων ΘΑΘελαν νά δοϋν τήν «’Είπανάστάση» νά φτάνει μέχρι τήν καρδιά τής φάμπρικας.
’ Επειτα, τόν πρώτο καιρό, ύπήρξαν διακυμάνσεις: δέν ήξερε άκόμα ό κόσμος τί θά γίνει μέ τά συνδικάτα καί πολλοί έβλεπαν στούς N.S.B.O. εναν καινούριο σωματειακό σχηματισμό. Έτσι, πολλοί σοσιαλιστές καί κομμουνιστές έργα- ζόμενοι μπήκαν, μέ τή βία ή κι άπό μόνοι τους, στούς πυρήνες. "Ολος αύτός ό κόσμος σήμερα Αναβράζει. Κ’ Ετσι γίνονται συνέχεια έπεισόδια. Άλλοϋ οί Αντιπρόσωποι τοϋ πυρήνα χτυπάνε γροθιές στό γραφείο τοϋ Αφεντικού καί ζητάνε τόν έλεγχο τής έπιχείρησης* Αλλοϋ Απαιτοϋν μείωση τών παχυλών κερδών καί περιορισμό τοϋ Ανώτερου προσω-
140
πικοΰ. Άλλοι φωνάζουν πώς 6 Γκαίμπελς ύποσχέθηκε δτι, μέ τήν κατάληψη τής έξουσίας, θ’ άκυρώσει τά νομοδια- τάγματα τοΰ Μπρούνινγκ πού καθήλωναν τά μεροκάματα... Οί άνταρσίες αύτές δμως καταπνίγονται άνελέητα, οί «ταραχοποιοί» διώχνονται κλωτσηδόν άπ’ τά έργοστάσια καί στή θέση τους μπαίνουν άνθρωποι σίγουροι. Σέ λίγο, λένε οί N.S.B.O. θ’ άπαλλαγοΰν άπό καμιά έκατοστή χιλιάδες άνε- πιθύμητους καί θά ξαναπάρουν τόν πολιτικο-κομματικό τους χαρακτήρα.
Τό ρεΰμα δμως είναι τόσο δρμητικό ώστε πρέπει νά βροΰν 2να άντέρεισμα. Κ’ έτσι, άπό καιρό σέ καιρό, «κακοί» Ιργοδότες, πού άπολύουν τό προσωπικό ή πού δέ δίνουν τά καθορισμένα μεροκάματα, συλλαμβάνονται γιά «οίκονομικό σαμποτάζ» καί μέσα σέ είκοσιτέσσερις ώρες στέλνονται σέ στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ή άναταραχή στό έργοστάσιο κοπάζει γιά λίγο καιρό.
Ό μως, πόσο εύκολο είναι νά ταράξεις τή συνείδηση ένός νεαροΰ ναζί έργαζόμενου! Άκοΰστε, γιά νά τελειώνουμε, τούτη τή μικρή συζήτηση:
— Τό δικαίωμα τής άπεργίας δέν είταν έφεύρημα τών πολιτικών, άλλά τό μόνο σας δπλο. Πώς θά ύπερασπίσεις τό μισθό σου σήμερα;
Ό συνομιλητής μου στήν άρχή είναι άπόλυτα σίγουρος:— Τό Κράτος θά τόν ύπερασπίσει...— Ναί, άλλά οί μεγάλοι Ιχουν καί πιό «μεγάλα δόν
τια»’ πάντα θάχουν πάνω στό Κράτος μεγαλύτερη έπιρροή άπό σένα.
Τό έπιχείρημα τόν άγγίζει. Αίφνιδιάστηκε, άνησυχεϊ. Γαντζώνεται άπεγνωσμένα άπ’ τή σανίδα σωτηρίας:
— Έ χ ω έμπιστοσύνη στό Χίτλερ...— Κανείς δέ ζεΐ αιώνια. Κι δταν δ Χίτλερ πεθάνει;Μέ κοιτάζει ήλίθια’ ξαφνικά βρέθηκε πρόσωπο μέ πρό
σωπο μέ τό κενό.
141
12
Ή άλλη Γ ε ρ μ α ν ί α
Ίσω ς άργήσαμε λιγάκι νά έπισκεφτοΰμε τούς φίλους μας, να ζήσουμε τή ζωή τής άλλης Γερμανίας. Κι αύτό γιατί μιά άβυσσος τή χωρίζει άπ’ τήν πρώτη, μεγαλύτερη κι άπό σύνορα καί βαθύτερη άπ’ τόν ώκεανό. 'Ενοποίηση τοϋ λαοΰ! κραυγάζει δ φασισμός. Στήν πραγματικότητα, ποτέ ή χώρα δέν είχε χωριστεί σέ δυό τόσο άσυμφιλίωτα στρατόπεδα.
Νάτην, ή άλλη αύτή Γερμανία, πάνω στό μεγάλο δρόμο, άνάμεσα Κολωνία καί Ντύσσελντορφ, μιά συννεφιασμένη σκοτεινή μέρα. Φανταστείτε δυό μικρούς άνεργους νά βαδίζουν πλάι-πλάι, μέ γυμνά πόδια καί ξεπατωμένα παπούτσια, τά μαλλιά νά σκεπάζουν τούς δμους καί, δώ καί κεϊ, μαΰρα μπαλώματα στό σακκάκι.
— Ά ! Είσαι Γάλλος... δέν είναι δυνατό!Τά μάτια τους λάμπουν. Νά λοιπόν κ’ Ινας πού μποριίς
νά τοΰ μιλήσεις χωρίς τό φόβο μήν είναι χαφιές... Κι δταν μαθαίνουν τις πεποιθήσεις μου, βγάζουν μέ χαρά, άπό κά- ποια τσέπη, τό σήμα τοΰ σοσιαλιστικού κόμματος.
— Προσωρινά, νικηθήκαμε... Ό δρόμος θάναι δύσκολος, στό τέλος δμως άναμφίβολα ή νίκη είναι δική μας.
Μέ μιά άπότομη κίνηση τοποθέτησαν τό γυλιό στή ράχη τους’ κ’ ύστερα μ’ Ινα τόνο άγριας θέλησης:
— Ξέρεις, μέ τά καταναγκαστικά τους ϊργα, δέ θά μάς λυγίσουνε!
142
Τούς κοιτάζω νά παίρνουν πάλι τό δρόμο χωρίς τελειωμό, φτωχά συντρίμμια. Φαιοχίτωνες μοτοσυκλετιστές, άγριοι καί προκλητικοί, διασταυρώνονται μαζί τους πάνω στό δρόμο. ΤοΟτοι ot μικροί δέ φοράνε ώραΐες στολές δπως ot νικητές τής ήμέρας. Είναι κουρελήδες, άλλά παραμένουν Αντίθετοι.
Λίγο πιό πέρα, στό Ρούρ, μιά άλλη βροχερή καί θλιβερή μέρα. Ot καμινάδες πού δέν καπνίζουν, τά σκοτεινά σβησμένα καμίνια καί τό γκρίζο χρώμα τών πεζοδρομίων, δίνουν δλα μαζί Ιναν τόνο θλίψης, μιά αίσθηση κενού. Μπαίνω σ’ Ινα «μπιστρό» χωριάτικο, νά φάω τίποτα.
Μιά παρέα νεαροί έργάτες, μέ μπλέ κασκέτα κατσού- φηδες καί σκυφτοί, σιγοκουβεντιάζουν χαμηλόφωνα μεταξύ τους. 'Ενας τους Ιρχεται καί κάθεται στό τραπέζι μου. Άφοϋ δηλώνω τήν έθνικότητά μου τόν ρωτάω, Ιτσι γιά νά πώ κάτι, άν ύπάρχει άκόμα μεγάλη άνεργία:
— ’Αλίμονο! στενάζει.Καί, σκύβοντας στ’ αύτί μου:— Καί δέν πρόκειται νά καλυτερέψουν τά πράγματα
μέ τήν καινούρια κυβέρνηση!’Αρκεί: συνεννοηθήκαμε.Ό ξένος μπορεϊ νά κάνει ν’ άνοίξουν πολλές καρδιές
στήν τρομοκρατημένη τούτη Γερμανία. Μόλις μαθαίνουν ποιός είμαι, Αρχίζουν τίς Ικμυστηρεύσεις. 'Ενας ύπάλληλος βιβλιοπωλείου, μετά άπό δυό δευτερόλεπτα συζήτησης, μοϋ λέει μέ πάθος τά μίση καί τις έλπίδες του. 'Ενα γκαρσόνι έστιατόριου μοΟ λέει, σχεδόν ψιθυριστά, μόλις βρισκόμαστε μόνοι στήν πίσω αίθουσα:
— Είστε γάλλος; ’Εγώ, κύριε, είμαι κομμουνιστής!Καί σ’ Ινα ξενώνα νεότητας, δπου νεαροί ναζί μοϋ παι
νεύουν κυνικά τό μαστίγιο σά μέσο προσηλυτισμού, Ινα ψηλό
14S
παληκάρι μέ παίρνει παράμερα σά νά θέλει νά μέ παρηγορήσει :
— Μή χάνεις τήν Εμπιστοσύνη σου... τήν παγκόσμια Γερμανία, τή Γερμανία τοϋ Γκαΐτε, θά τήν ξαναδοΰμε!
Νά δμως κ’ ή πιό άγνή άπ’ δλες αύτές τις εικόνες' κ’ ή πιό θολή κ’ εδθραυστη ίσως.
Ό λοι οί νεαροί Wandervoegel(n\iv^x£i τών δρόμων), πού άπόψε συναντήθηκαν στόν κοιτώνα, άνήκουν στήν άλλη Γερμανία. "Ολοι τους άνεργοι καί πλανόδιοι μουσικοί. Ά π ’ τις κιθάρες τους κρέμονται πολύχρωμες κορδέλλες. Καμιά λουρίδα δέ σφίγγει τά άνοιχτά γαλάζια σακκάκια τους.
Κι άφοΰ βεβαιώθηκαν πώς πόρτες καί παράθυρα είναι κλειστά καί κανείς άδιάκριτος δέν άκούει, τραγουδάνε, μέ τή συνοδεία τής κιθάρας, τις παλιές προλεταριακές μελωδίες: Αδέλφια στόν ήλιο, ό λεύτερος δρόμος ! μέ τά παλιά λόγια, πού τροποποιήθηκαν ή άπαγορεύτηκαν μετά.
Εύγενικοί μποέμ, πού τίποτα δέν άγαπάτε δσο τή λευτεριά, δέ νιώθετε πιά στό σπίτι σας έδώ, στή χώρα σας. Ό πως μοϋ λέτε κ’ έσεΐς οί Ιδιοι:
— θά κυνηγήσουν άλύπητα τούς μουσικούς καί τούς ζητιάνους, θά μάς κλείσουν στά στρατόπεδα έργασίας τους, θά μάς ύποδουλώσουν στήν πειθαρχία τους, θά προσπαθήσουν νά μάς άλλάξουν μέ τό κνούτο τους...
Κιόλας, στόν κοιτώνα, μπήκε ό έχθρός, μέ τό άπαίσιο τρίξιμο τής μπόττας του. Αμέσως, κόψατε τό τραγούδι. Σι- γοκουβεντιάζετε τώρα χαμηλόφωνα. Καί στό σκοτάδι, άνα- σηκωμένοι πάνω στό κρεβάτι τους, οί φαιοί παληκαράδες σάς παρακολουθούν.
144
"Ας χτυπήσουμε μιά φιλική πόρτα. Σιωπή στήν άρχή, ύστερα πνιχτά βήματα. Πίσω άπ’ τό γυάλινο μάτι τής πόρτας, μάς κοιτάζει ενα άλλο άνήσυχο μάτι. Πρέπει νά προλάβουν, άν είναι δ έχθρός, ν’ άνάψουν τό γκάζι, νά κάψουν παράνομα χαρτιά καί έντυπα.
Μάς δέχονται στό δμορφο σπίτι τους — πού πολλοί γάλλοι έργάτες θά τό ζήλευαν.
Ό καθηγητής αύτός, πού τόν έδιωξαν γιατί είταν σοσιαλιστής, μάς έμπιστεύεται άπ’ τό κατώφλι κιόλας:
— Ναί! Έχουμε καλό σπίτι!... Παίρνουμε τρακόσια δώδεκα φράγκα επίδομα άνεργίας τό μήνα, σύν 60 φράγκα έξοδα κατοικίας... Καί τό νοίκι είναι 360 φράγκα! Μάς μένουν δώδεκα φράγκα γιά τά δυό μας παιδιά καί γιά μάς... Κ’ είναι άδύνατο σήμερα νά βρεις φτηνότερο σπίτι!
Γιά νά μή νιώθουν τό γουργουρητό τοΰ στομαχιοΰ τους. Ιχουν μειώσει στό έλάχιστο τήν ένταση τής ζωής τους: μά- κραιμα τοΰ δπνου τό πρωί, πολύωρος μεσημεριανός δπνος μέχρι άργά τό άπόγευμα" κ’ δστερα διάβασμα γιά πολλή ώρα τής έφημερίδας, τής ήλίθιας, κενής καί γεμάτης ψέματα έφημερίδας.
Μέ τί χαρά δμως ζωηρεύουν, δταν έρχεται Ινας ξένος σύντροφος, μέ φρέσκα νέα άπ’ έξω, άπ’ τόν έλεύθερο κόσμο! Καί βγάζουν γι’ αυτόν άπό κάποια τρύπα, άπ’ τά τρίσβαθα τοΰ ύπόγειου, πολύτιμα θυμητάρια: σοσιαλιστικές καί κομμουνιστικές μπροσούρες, κόκκινες σημαιοΰλες, περιβραχιόνια, ύλικό τών Φίλων τών Παιδιών τών ’Εργατών. Κάθε τί ποΰ γιά χάρη του Ιζησαν.
Στό άντικρυνό σπίτι, οί ναζί έγκατέστησαν Ινα δυνατό μεγάφωνο, γιά νά προσηλυτίσουν τούς «μαρξιστές» γείτονές του μέ λόγους τοΰ Γκαίμπελς καί μέ τόν Χόρστ Βέσσελ. Δέν τά χάνουν δμως οί φίλοι μας: άρκεΐ λίγο μπαμπάκι στ’ αύτιά.
Οδτε καί τό χιοδμορ χάνει τά δικαιώματά του: γύρω άπό μικρές φετοϋλες ψωμί, πασαλειμμένες μέ μαργαρίνη, δ παππούς, δημοτικός ύπάλληλος, διηγείται, μέ γέλια, πώς
10 145
τόν ύποχρέωσαν, αύτόν καί τούς συναδέλφους του, νά μποϋν στούς N.S.B.O.: κάθε δεκαπενθήμερο, τά γερόντια αύτά είναι ύποχρεωμένα νά μαζεύονται καί νά κανοναρχάνε, δλα μαζί σά μικρά παιδιά, τούς φασιστικούς δμνους.
Ξαφνικά, 2να άπ’ τά πιτσιρίκια, Αληθινό ζιζάνιο, φωνάζει:
— Μαμά, ξέρεις ποιός πυρπόλησε τό Ράιχσταγκ;Ή μητέρα, προσεχτική, τοϋ κάνει νόημα νά μιλάει πιό
σιγά καί κλείνει τό παοάθυρο.— Ot άδελφοί SASS!01 Σάς, περιβόητοι διαρρήκτες τραπεζών, είναι τόσο
διάσημοι στή Γερμανία δσο σέ μάς ή συμμορία τοϋ Μπονό. ’Αλλά οί «Αδελφοί» πού έννοεϊ τό μικρό, είναι στήν πραγματικότητα... οί S.A. καί ol S.S.
Είναι δέκα ή ώρα τό βράδυ. Γιά νά γιορτάσουν τόν έρ- χομό μου, κάλεσαν δλους τούς σίγουρους φίλους τής γειτονιάς... Ξαφνικά, ή ζωηρή συζήτηση χαμηλώνει. Ό πατέρας κάνει νεϋμα δτι ή στιγμή πλησιάζει, ένώ, γυρίζοντας πυρετικά τό κουμπί, δ γιός ψάχνει τό ραδιόφωνο.
Δέν άκούγεται μύγα... Ξαφνικά τό Απαγορευμένο τραγούδι Αντηχεί. Όποιος τό άκου σε αύτό μιά φορά, οέν μπο- ρεΐ νά χάσει τήν έλπίδα του. Ποιός ξέρει άν αδριο δέ θάρθει ή φυλακή, τό ξύλο, δ θάνατος; Αύτή τή βραδιά δμως, κάθε βραδιά, στά βάθη Αναρίθμητων σπιτιών, τά χείλη παίρνουν κι αύτά τό σκοπό, μέ φωνή χαμηλή:
— E h ’ ή μάχη ή τελική...
146
13
Οί φυλακές τους
Μοΰ εΓχαν δώσει στό Παρίσι τό δνομα αύτοΰ τοΰ σοσιαλιστή, ένός στελέχους περιωπής.
Φτάνοντας έκεΐ, ρωτάω:— Μπορώ νά τόν δώ χωρίς νά τόν βάλω σέ κίνδυνο;
ΕΓναι έλεύθερος;Μιά γενναία γυναίκα έτοιμάζει τό ποδήλατό της γιά
νά μέ συνοδέψει. Μόλις δμως φτάνουμε στό σπίτι τοΰ φίλου μας, μαντεύουμε άμέσως δτι κάτι κακό συνέβηκε. Τά μωρά, μόνα τους, γυρίζουν στόν κήπο κλαίγοντας. Τελικά μοΰ ά- νοίγει ή μάνα, μέ κατακόκκινα μάτια.
— "Ήρθαν αύτοί καί τόν πήραν χτές...Πλάι της μιά γειτόνισσα πού Ιχει κι αύτή τόν άντρα
της πιασμένο.Ψωμί δέν ύπάρχει στό σπίτι. Ό φυλακισμένος δέ δι-
καιοΰται έπίδομα άνεργίας' δταν θά βγει, τό Κράτος θά δικαιούται άπ’ αύτόν δώδεκα φράγκα τήν ήμέρα γιά τά έξοδα τής κράτησής του, πού θά τά παίρνει άπ’ τά μεροκάματα πού θά κάνει.
Ή θαρραλέα γυναίκα δμως δέ θέλει νά μιλάει γιά τή φτώχεια της· σκέφτεται τό σύντροφό της πού Ισως τώρα νά βασανίζεται, νά φτύνει αίμα.
— Βλέπετε, σήμερα στή Γερμανία είναι σάν περίοδος πολέμου. Ποτέ δέν είσαι σίγουρος γιά τό τί ξημερώνει. Ζεϊς
147
ήσυχα στό σπίτι σου, άπορεΐς μάλιστα πού δέ σ’ έχουν ένο- χλήσει καί, τήν άλλη στιγμή, Ιρχονται καί σέ παίρνουν... Γιά μιά μέρα; γιά Ινα μήνα; γιά Ινα χρόνο; γιά πάντα;
Μέ κόπο συγκρατεΐ τό κλάμα της:— Κανείς δέν ξέρει. Ά ν Ιχεις τύχη, μπορεί νά τή
γλυτώσεις... Ά ν πέσεις σέ σαδιστές, μπορεί νά βγεϊς Ακρωτηριασμένος, τρελλός ή νεκρός.
Έ γειτόνισσα, πού τήν άκουγε κλαίγοντας, τή διακό-
— Κι δταν γυρίζουν, δέν μπορούν νά ποΰν τίποτα... Τούς Ιχουν βάλει νά ύπογράψουν ενα χαρτί δτι ϊτυχαν καλής μεταχείρισης... Τόν άντρα μου τόν ρωτούσα μερόνυχτα όλόκληρα, δέ βγάζει λέξη... Δέ θά μάθω ποτέ.
"Η άπαντάνε δπως κάποιος νέος πού είδαμε:— «Ποτέ πιά δέ θά ξανανακατευτώ μέ τήν πολιτική,
ποτέ πιά...». Είναι τό μόνο πού μπορεΐς νά τούς βγάλεις.
"Ενας σύντροφος, πού πέρασε άπ’ αύτή τήν κόλαση, ύποσχέθηκε νά μέ συναντήσει, νά μιλήσει. Τήν τελευταία στιγμή δμως, νιώθοντας τόν τρομερό κίνδυνο πού τόν άπει- λοΟσε, κλονίστηκε καί μοϋ μήνυσε δτι μετάνιωσε. Άλλοι δμως, πολλοί άλλοι, μιλάνε. Καί, στά βλέμματά τους, ξαναβλέπω τόν τρελλό πανικό τών πρώτων μηνών.
Μέσα στό Βερολίνο, στήν κορφή ένός φροντισμένου λόφου, ύψώνεται κάτι σάν πύργος άπό κοκκινόπετρα. Πάνω κυματίζει ό άγκυλωτός.
— ’Εδώ, μοϋ λέει Ινας φίλος, άκούγονται κραυγές, τόσες πολλές πού γιά νά τΙς σκεπάσουν, έγκατάστησαν όρχή- στρα. Καί σήμερα άκόμα πρέπει νά ύπάρχουν δικοί μας έκεΐ μέσα' κανείς δμως δέν ξέρει τίποτα.
'Ενας άλλος, Ινα παιδί άπ’ τό Βέντινγκ, μέ τρεμάμενη φωνή μοϋ διηγήθηκε:
148
— Φαντάσου... Μιά μέρα, άχούω φασαρία στό δρόμο, βλέπω κόσμο μαζεμένο... Πάω κοντά... Ρωτάω τί γίνεται. ’ Εκαναν Ερευνα στό σπίτι κάποιων φίλων. ’Αναστατώνουν τά πάντα μέσα στό σπίτι καί χτυποΟν βάναυσα τήν οικογένεια. Ξαφνικά, βλέπω Ινα τύπο ματωμένο πού, μήν άντέχον- τας άλλο, καβαλάει τό περβάζι τοΰ μπαλκονιοϋ καί πέφτει στό πλακόστρωτο, μπροστά μου, μένοντας στόν τόπο μέ σπασμένα πόδια.
Υπάρχουν άνθρωποι πού Εμειναν μέρες όλόκληρες σ’ Ινα ύπόγειο μέ τό νερό μέχρι τήν κοιλιά' άλλοι πού τούς Ιβαλαν νά γονατίσουν πεντακόσιες φορές, άλλοι πού πάνω στό κρανίο τους χάραξαν τόν Αγκυλωτό σταυρό. Σήμερα δμως, προτιμάνε λιγότερο χτυπητά βασανιστήρια: δπως, γιά παράδειγμα, νά σάς μαστιγώνουν στό πίσω μέρος τών ποδιών καί νά σάς βάζουν μετά νά τρέχετε' ή νά σάς βάζουν νά στεκόσαστε μιά ώρα μέ τά χέρια τεντωμένα καί νά σάς ρίχνουν πιστολιές κάτω άπ’ τίς μασχάλες.
— Γιά νά πάρεις μιά ιδέα τών έκλεπτυσμένων μεθόδων τους, μοΰ λέει κάποιος φίλος, άκου αύτή τήν Ιστορία. Σ ’ Ινα θάλαμο φυλακής, βάζουν άνάμεσα στούς κρατούμενους Ιναν προβοκάτορα. Αύτός κόβει τά σίδερα τοΰ παράθυρου καί προτείνει στούς άλλους νά δραπετεύσουν. Κάτω, δμως, στήν αύ- λή, ol S.A. παραμονεύουν μέ τό τουφέκι στά χέρια. Οί δικοί μας δυσπιστοΰν, άρνιοΰνται. Τότε, ot S.A. κάνουν Εφοδο καί, γιά τά κομμένα σίδερα, τούς μαστιγώνουν άγρια.
Κάπου άλλοΰ, συμβαίνει άτύχημα στό ήλεκτρικό καί κόβεται τό φώς:
— Ποιός Ικοψε τό καλώδιο; ούρλιάζουν οί ναζί.Κανείς δέν είναι Ενοχος, κανείς δέν άπαντάει.— 'ϋραϊα, τότε κ’ έμεΐς θά ρίξουμε στό σωρό...Ένας δάσκαλος προσφέρεται όλοκαύτωμα:— Έγώ τό Ικοψα.Κ’ Ικτελέστηκε.
Κάποιος ήρθε νά μέ δει.Ένας σοσιαλιστής. Ύπόφερε διπλά, σά σοσιαλιστής καί
σάν έβραΐος. Μετά τήν άπελευθέρωσή του, σώπασε, προσπάθησε νά διώξει άπ’ τή μνήμη του τΙς φριχτές αύτές εικόνες. Απόψε δμως, μέ μεγάλη προσπάθεια καί μέ τδ κεφάλι στά χέρια του, σιγά, σά σέ δνειρο, μοϋ διηγείται:
— Μ’ άνέβασαν σέ μιά σκάλα, σά σκύλο τοΰ τσίρκου... Τό κοινό τό άποτελούσαν οί κρατούμενοι. Μ’ άνάγκασαν νά φωνάξω δυνατά: «Είμαι ό X... τό μεγαλύτερο έβραιογούρουνο τής πόλης...». "Γστερα, γιά πολλή ώρα, μ’ άνάγκασαν νά περπατάω μέ τά τέσσερα κάτω άπ’ τό τραπέζι. Ένας νεαρός άρχηγός S.A., Ινα βουτυρόπαιδο, μέ τό μαστίγιο στό χέρι, μπήκε στή σάλα καί φώναξε: «Στάσου! Νάτο τό κάθαρμα πού άπό καιρό ήθελα νά σφάξω μέ τά χέρια μου!».
— Κ ’ οί κρατούμενοι πώς άντιδρούσαν;— ’ Αλλοι εΓχαν ξεραθεί στά γέλια... άλλοι δμως ντρέ
πονταν κι άργότερα ήρθαν καί μοϋ εΓπαν άπ’ τά βάθη τής καρδιάς τους: «X... εΓμαστε μαζί σου».
Σταματάει, σφίγγει τά χέρια, δστερα ξαναβρίσκει τήν αύτσκυριαρχία του καί συνεχίζει:
— Κατόπι μέ κατέβασαν σ’ Ινα ύπόγειο, δπου ύπήρχε Ινα τεράστιο καλοριφέρ... Μ’ ϊβαλαν νά χώσω στό άνοιγμα πάκα όλόκληρα άπό έργατικές Εφημερίδες καί μαρξιστικά βιβλία. Καθώς είμαι άδύνατος καί ήλικιωμένος, εΓταν μαρτύριο. Χαρτιά κομμένα ξανάπεφταν στό χώμα. Τότε, κάτω άπ’ τήν άπειλή τοϋ ρεβόλβερ, μέ ύποχρέωναν νά κάθομαι στίς φλόγες.
Σταματάει. Οί λέξεις στέκονται στό λαρύγγι του.Τόν ρωτάω:— Αύτοί οί S A . εΓταν μικροί, μεγάλοι; ΕΓχαν πιει;— Νεαρότατοι... Καθόλου πιωμένοι... άλλά μέ ταραγμέ
νη ψυχοσύνθεση... άπ’ τις στερήσεις Αναμφίβολα, άπό μιά άνώμαλη έφηβεία. Καί νά στάλεγα δλα!
160
Τπάρχουν καί πράματα πού δέν μποροΟν νά είπωθοΰν: τό Ανθρώπινο κτήνος elvat ικανό γιά δλες τΙς βρωμιές.
Στή Γενεύη, μάς λέει δ τύπος, ό Δρας Λέυ, Απαντώντας στό δικό μας τό Λεόν Ζουώ, γραμματέα τής Γ.Σ.Ε. Γαλλίας, τοΰ πρότεινε νά τοΰ κάνει τά έξοδα έπίσκεψης στά στρατόπεδα συγκέντρωσης τής Γερμανίας. Άδράχνω τήν εύκαιρία: Τρέχω στήν Αστυνομία καί δείχνω τήν ταυτότητά μου: μέλος τής C.G.T., άπεσταλμένος τής Populaire. Προσφέ- ρομαι, γιά τήν έξακρίβωση τής Αλήθειας, νά έπισκεφτώ Ινα στρατόπεδο, πού καθορίζω όνομαστικά. Βάζω μονάχα αύτόν τό στοιχειώδη βρο: ή Απάντηση, Αρνητική ή θετική, νά μοΰ δοθεί χωρίς Αναβολή, γιά νά μή μπορέσουν νά «προετοιμάσουν» τήν έπίσκεψή μου.
Γιά τρεις μέρες συνέχεια, παίζουν μαζί μου. Ό διευθυντής τής Αστυνομίας τή μιά Απουσιάζει, τήν Αλλη είναι Αναρμόδιος. Ό ύπουργός τών Εξωτερικών άφαντος. ’Απελπισμένος, παράτησα τις προσπάθειές μου.
Παρόλα αύτά, μπόρεσα νά δώ χωρίς άδεια Ανθρώπου; στή φυλακή.
Στό Όράνιενμπουργκ, ένας μακρύς γκρίζος τοίχος. Μετά μιά βαριά σιδερένια πόρτα. ’Ανεβαίνω στή σέλα τοΰ ποδηλάτου μου, κρεμιέμαι στά κάγκελα. Τί παράδοξο θέαμα! ’Ανθρώπινα δντα, άγρια καί μέ γένεια, ντυμένα μέ γκρίζα ροΰχα, βρίσκονται μέσα, σέ μιά αύλή, κάτω Απ’ τή φρούρηση δπλισμένων νεαρών. "Ενας Απ’ αύτούς, Αναμφίβολα κάποιος βαθμοφόρος, δίνει παραγγέλματα: Έγερθεΐτε! Πρη- νηδόν! Καί πέφτουν στή γλυστερή λάσπη, λαχανιασμένοι κι Αποκτηνωμένοι...
Μόλις τελειώσει ή άσκηση, θά πρέπει νά τραγουδήσουν τό Χόρστ Βέσσελ κ’ Ινας άπ’ αύτούς θά κρατάει τό μέτρο, θά πρέπει νά κραυγάζουν έπί ώρες, δυνατά, Χάιλ Χίτλερ! καί ν’ άκούσουν τις δμιλίες «έθνικής διαπαιδαγώγησης»· δ-
151
στερα νά φτιάξουν Αγκυλωτούς σταυρούς καί μόνο Αφού τελειώσουν δλ’ αύτά νά χωθούν μέ άδειο στομάχι στά μικρά κελάκια.
Κ’ είναι έκατοντάδες χιλιάδες τέτοιοι σ’ δλη τή Γερμανία.
Μπροστά στά Αστυνομικά τμήματα, οί «κλούβες» περιμένουν. Ξαφνικά σηκώνεται τό σκέπασμα. Ένα Ανθρώπινο φορτίο — νεαροί προλετάριοι μέ σηκωμένα μανίκια μαζί μέ τά ποδήλατά τους καί τίς μοτοσυκλέτες τους — θ’ Απο- ροφηθεΐ Απ’ τή φυλακή. ΚΑΘε μέρα, πιΑνουν έτσι χιλιΑδες: άλλους φυλακίζουν, άλλους Αφήνουν, Εφαρμόζουν Ινα όλό- κληρο διοικητικό σύστημα.
Ένας «χαλυβδόκρανος», μέ πρόσωπο πού Θυμίζει χερουβείμ, φυλΑει τήν είσοδο. Ό φίλος πού μέ συνοδεύει ζητάει νά μιλήσει σ’ Ινα κρατούμενο.
— Ναί, μά μονάχα Ινα λεφτό... μουγκρίζει δ νεαρός.Μόλις φωνάζει τόν Ενδιαφερόμενο, έκατοντάδες πρόσω
πα βγαίνουν στά παράθυρα καί κοιτάζουν.Νά κι ό φίλος μας' προλαβαίνω νά τοΟ σφυρίξω:— Έρχομαι Απ’ τή Γαλλία... Τροφή; ΰπνος; ήθικό;— Τροφή: Αηδιαστική' ΰπνος: χειρότερος Ακόμα... ’Η
θικό: έξαίρετο.’Εξαφανίστηκε κιόλας μέσα. Στά παρΑθυρα μάς κΑνουν
Αντίο μέ τό χέρι. Τά παιδιά, βουβά, μάς φωνάζουν τήν πίστη τους μέ τό βλέμμα. Καταλάβαμε: Freiheit I Rot F ront!
152
14
Κ α ι ν ο ύ ρ ι ο ξ ε κ ί ν η μα
Ή σοσιαλδημοκρατία ζεΐ άκόμα; Πριν άπαντήσουμε σ’ αύτή τήν έρώτηση, είναι απαραίτητη μιά σύντομη προ- εισαγωγή: Τό σημερινό έργατικό κίνημα δέ μοιάζει σέ τίποτα μ’ δ,τι είταν έδώ καί λίγους μήνες. Κάτω άπ’ αύτές τις συνθήκες, μπορούμε να μιλάμε για «κόμματα»; Μπορούμε νά όνομάζουμε Ιτσι τις μικρές δμάδες άγωνιστών πού ξεπή- δησαν άπ’ τά έρείπια καί δροϋν, συχνά μέ άραιές έπαφές μεταξύ τους, στήν παρανομία;
"Οταν λέω σήμερα, έννοώ φυσικά τήν έποχή τού ταξιδιού μου, δηλαδή τό Μάη κι άρχές τού Ίούνη 1933. Ή μαρτυρία μου δέν έχει παρά τήν άξία τού στιγμιότυπου: δέν προσδιορίζει παρά μιά στιγμή άπ’ τή ρέουσα πραγματικότητα.
Έψαξα, στήν άρχή ψηλαφητά. 'Γστερα, μέ βοήθησε κ’ ή τύχη. Καθώς περιπλανιόμουν στό δρόμο μιάς μεγάλης πόλης, βλέπω ξαφνικά, στήν προθήκη ένός βιβλιοπωλείου— χαμένη νησίδα — £να βιβλίο τοΰ Ρομαίν Ρολάν.
Μπαίνω στό μαγαζί. Πάνω στά τραπέζια, σοσιαλιστι-
153
κές μπροσούρες' στά ράφια βιβλία τοΰ Μάρξ καί τοΰ Έ ν- γκελς. Μά ναί!
"Ενας ύπάλληλος μέ πλησιάζει, δύσπιστος καί σκοτεινός. Μόλις μαθαίνει δμως δτι ίχει νά κάνει μ’ ένα γάλλο σύντροφο:
— Βλέπεις, δν έρχόσουνα αδριο δέ θάβρισκες τίποτα, θάρθουν νά κλείσουν τό βιβλιοπωλείο μας, δπως στό άπάνω πάτωμα, άπαγόρεψαν τήν έφημερίδα. 'Ολα τά μαρξιστικά βιβλία θά μαζευτοΰν καί θά καοΰν...
Κοιτάζω γιά τελευταία φορά αύτές τΙς δμορφες έκδό- σεις, καμάρι τοΰ βιβλιοπωλείου καί τοΰ γερμανικοΰ σοσιαλισμού: πώς θάΟελα νά τά πάρω δλα, νά τά γλυτώσω άπ’ τή λύσσα τών δήμιων.
Νά δμως κ’ ένας γεροΟπάλληλος πού ξεπροβάλλει άπό μέσα καί μέ φοβισμένο βήμα έρχεται κοντά μας καί ψιθυρίζει, ένώ τά χέρια του τρέμουν:
— Είμαι σαράντα χρόνια στό κίνημα... Έ χω είκοσι χρόνια έδώ μέσα... Έπρεπε νά ένωθοΰμε ένάντια σ’ αύτούς...
Ό νεαρός μοϋ σφίγγει τό χέρι μέ θέρμη:— ’Ανέβα καί στά γραφεία τοΰ Κόμματος. Μπορεί νά-
βρεις κανέναν έκεΐ άκόμα...Καί πραγματικά βρίσχω, μέσα σ’ Ινα άδειανό γραφείο,
ένα γραμματέα μονάχο, άπελπισμένο, τρομοκρατημένο:— Ήρθανε σήμερα καί πήρανε δ,τι είχε καί δέν είχε
έδώ μέσα. Περιμένω άπό στιγμή σέ στιγμή τή σύλληψή μου... Χρεωκοπήσαμε... Έπρεπε, άμέσως, άπό μόνοι μας, νά διαλύσουμε έπίσημα τό κόμμα καί νά ξαναρχίσουμε δουλειά πάνω σέ όλοκληρωτικά καινούριες βάσεις, μέ άλλους άνθρώπους...
Ναί, άλλά ή γνώμη του δέν ύπερίσχυσε — πιάστηκε τήν άλλη μέρα. Ή κεντρική καθοδήγηση άμφιταλαντεύτηκε- άντί νά ριχτεί θαρραλέα στήν παράνομη πάλη ζήτησε νά διαπραγματευτεί μι τόν άντίπαλο. Καί, γιά πολλές βδομάδες, τά στελέχη περίμεναν άποθαρρυμένα, άδρανή κι άγανα- κτισμένα:
154
— Ή ψήφος τής κοινοβουλευτικής όμάδας, στίς 17 τοϋ Μάη, πού έπικύρωσε τό νέο καθεστώς, εΓταν ή χαριστική βολή, μοΰ όμολογεϊ Ινα άγόρι μέ ένεργητικά χαρακτηριστικά, παλιός άρχηγός τμήματος τής Reichsbanner, τώρα, άνάμεσα σέ μάς καί σ’ αύτούς δλα τελείωσαν γιά πάντα...
Τό λέει μέ σπασμένη φωνή σάν κάποιος πού, γιά πολύ καιρό, παρόλα δσα γίνονταν, προσπάθησε νά Ιχει έμπιστο- σύνη κ’ έλπίδα καί νά κάνει ύπομονή:
— "Ηπιαμε τό ποτήρι μέχρι πάτο. Νάξερες! Δέ θά ξε- χάσω ποτέ αύτή τή νύχτα τής 5 μέ 6 τοΰ Μάρτη, πού πήγαμε μέ μοτοσυκλέτες στό Βερολίνο άπ’ δλες τΙς μεγάλες πόλεις τής Γερμανίας, νά μάς δώσουν γραμμή πάλης...
— Καί τί σάς εΓπαν;— ’Ηρεμία! Προπαντός δχι αιματοχυσία!
Γιά νά μπορέσει, μέσα σέ μιά χώρα πειθαρχημένη καί Ιεραρχημένη δπως ή Γερμανία, ν’ άποκληθεϊ κόμμα Ινα σύνολο άνθρώπων, θά πρέπει τουλάχιστο νά πληρώνουν τά μέλη του τΙς συνδρομές τους, νά συγκεντρώνονται, μυστικά ή φανερά, καί νά δέχονται τις ντιρεχτίβες τών άρχηγών τους.
— Δέν πληρώνει κανείς... Δέ συγκεντρώνονται... Οί άρ- χηγοί τους μένουν στά σπίτια τους, προσπαθώντας νά γλυτώσουν, ή είναι φυλακή ή τόχουν σκάσει... μοΰ έξηγεΐ Ινας σοσιαλιστής έπιστάτης σέ ξενώνα καί προσθέτει:
— Άλλωστε, είναι καλύτερα νά φεύγουν άπ’ τό προσκήνιο ot «παλιοί»: δέν έμπνέουν πιά έμπιστοσύνη... Μοναχά ot νέοι θά μπορούσαν νά κάνουν κάτι...
— Κ’ έσύ;Στενάζει:— "Εχω δυό παιδιά νά ταίσω. Ot ναζιστές μοϋ εΤπανε:
«Ά ν θέλεις νά μείνεις στόν ξενώνα, μπές στό κόμμα μας». Τούς εΓπα δτι ή ψυχή ένός σοσιαλιστή δέν άλλάζει Ιτσι
155
εδκολα... Ή γυναίκα μου δμως έπέμεινε — πρέπει νά πα- λέβουμε κ’ ένάντια στίς γυναίκες μας βλέπεις — καί στδ τέλος δέχτηκα...
Στό Λοΰμπεκ, Ινας σοσιαλιστής μοϋ λέει κι αύτός μέ άπόγνωση:
— Σέ βεβαιώνω, δέν ξέρω ποΰ βρίσκομαι... 01 Αρχηγοί μας μάς παράτησαν... χωρίς έφημερίδες... χωρίς γραμμή... Καί τό άκρο άωτο είναι δτι καλοί σύντροφοι — Ιδιαίτερα πολλά μέλη τής Reichsbanner (δημοκρατική όργά- νωση αύτοάμυνας «Σημαία τοϋ Ράιχ»), πού θά μπορούσαν νά βάλουν κάποια τάξη στά πράματα, θεώρησαν καλό νά μποϋν, κατά έκατοντάδες, στους «χαλυβδόκρανους»... μέ τό πρόσχημα δτι πρέπει νά όξύνουν τή διαμάχη άνάμεσα στούς ναζιστές καί στούς Αντιδραστικούς, νά βρουν δπλα... "Ισως νάταν σωστή ένέργεια... αν καί πιστεύω δτι αύτό δξυνε τή σύγχιση! Κανείς δέν ξέρει σήμερα ποΰ βρίσκονται οί έχθροί καί ποΰ οΐ φίλοι...
Στό τραπέζι βλέπω, δχι χωρίς Ικπληξη, Ινα φύλλο τής Volks bote, τής παλιάς σοσιαλιστικής έφημερίδας τής πόλης.
— Μά πώς, ξαναβγαίνει;— Ναί, μά κάτω άπό ναζιστικό Ιλεγχο! Καί μέ Αρχι
συντάκτη... Ινα γνωστό σοσιαλιστή τοΰ Λοΰμπεκ! Βλέπεις τήν παγίδα! ΟΕ έργάτες Ιτσι μπορεΐ νά νομίζουν δτι διαβάζουν άκόμα τήν παλιά έφη|ΐερίδα τους...
Καί μοΰ δείχνει τήν έφημερίδα. Διαβάζω μέ φρίκη:« .. .Ή μεγάλη πλειοψηφία τών παλιών σοσιαλιστών
βρίσκεται, βέβαια, σήμερα σέ μιά κατάσταση Αναμονής, άλλά καθόλου έχθρότητας άπ έναντι στό νέο καθεστώς. 01 σύντροφοι σκέφτονται: *Αν οί καινούριοι κύριοι τά καταφέρουν καλύτερα άπό τούς παλιούς, τότε θά τούς δεχτούμε. Τό μόνο πού θέλουμε είναι νά μάς ξα?>αφρώσουν άπ’ τις κακουχίες. "Αν οι ναζί χάνουν κάτι γιά τούς έρ- γαζόμενους, τότε θά συνεργαστούμε μαζί τους, παρ’ δλα
156
τά μίση και τις άντιδιχίες τοϋ παρελθόντος... Ό σκοπός τον Liibecker Vollcsbote, είναι νά πραγματώσει αύτή τή σνμμαχία κνβέηνηαης και Ρ.αον...». 'Υπογραφή: Μ ά ξ'Ά - ρενχολντ, αρχισυντάκτης.
— Αύτδς 6 «άγωνιστής» είναι άπλούστατα Ινας προδότης!
— Άλλοι τόν λένε έτσι... άλλοι δτι χρειάζεται νά διατηρήσουμε δικ;ύς μας άνθρώπους στήν παλιά μας έφημε- ρ£δα... Ποϋ βρίσκετ’ ή-άλήθεια; Δέν ξέρει κανείς άν πρέπει νά δώσει τό χέρι του στούς άδελφούς του τών χτεσινών άγώνων!
Καί σηκώνει, Αποθαρρυμένος, τά χέρια στόν ούρανό.
"Οπως συμβαίνει πολλές φορές στή ζωή, τό καλύτερο διαγκωνίζεται μέ τό χειρότερο: άπ’ τή μιά μεριά ή διάλυση, ή πανωλεθρία, ή δειλία, ή λιποταξία, οί αύτοκτονίες... Κι άπ’ τήν άλλη ή άτσαλένια πίστη, τά νιάτα, ή προσήλωση. "Ας πάμε νά βροΰμε αύτούς πού φέρνουν μαζί τους τό |*έλ- λον.
Γνώρισα στό Ντραβέιλ, τόν Αύγουστο τοϋ 1932, στό γαλλο-γερμανικό σταθμό παιδιών τών έργατών, τό νεαρό αύτό «βοηθό» τών Φίλων τών Παιδιών τών Έργατών. Τό ταμείο άνεργίας τούκοψε κάθε έπίδομα καί τόν £ στείλε νά δουλέψει μέ χαμηλό μεροκάματο σάν καλλιεργητής σέ άγρόκτημα: κοντά σέ σπαγγοραμμένους καί άξεστους χωριάτες, χιτλερικούς μέχρι ύστερία πού τόν ύποπτεύονται καί τόν έπιτη- ροϋνε.
Τόν βρίσκω στό κρεβάτι, στό ταπεινό του καμαράκι: τραυματίστηκε δουλεύοντας κ’ Ιχει πυρετό. Άνοιξα άπότομα τήν πόρτα καί τρίβει τά μάτια του γιά νά βεβαιωθεί δτι δέν όνειρεύεται.
— ’Εσύ!
157
Κι άμέσως μοϋ λέει:— Νά με έδώ γιά ένα χρόνο! ΜοΟ είπανε: Ή φυλακή
ή δουλειά. Δέχτηκα... είμαι δλομόναχος, χωρίς Ινα φίλο, χωρίς Ινα βιβλίο. ΜοΟ πήραν τΙς μπροσοΟρες μου... Γύρω μου, άνθρωποι κουτοπόνηροι καί στενοκέφαλοι...
Μέ κοιτάζει στά μάτια:— Άλλά έμεινα αύτός πού ήξερες.ΜοΟ μιλάει γιά τδ γαλλικό κίνημα σάν κάτι δικό του'
καί τή στιγμή πού άναγκάζεται νά έγκαταλείψει τόν πρώτο φίλο πού είδε σέ διάστημα δώδεκα μηνών, ψιθυρίζει:
— Δέν παραπονιέμαι... Είμαι δεκαοχτώ χρονών κ’ Ιχω τή ζωή μπροστά μου. θά δώ τό θρίαμβο τοΟ σοσιαλισμού.
Κ’ Ινας άλλος, άσπρομάλλης γέρος, παλιός άγωνιστής τής έλεύτερης προλεταριακής σκέψης, Ιχει άκόμα, στή δύση τής ζωής του, τήν Ιδια σιγουριά:
— ’Εγώ, μοΰ λέει, δέ θά τό δώ Ισως. Άλλά έσεΐς ot άλλοι... Ή γενιά μας δέ στάθηκε στό ύψος της... Πιστεύω στήν άποκρυστάλλωση ένός άπόλυτα καινούριου κινήματος, πού θά βγει μέσ’ άπ’ τά βάθη τής έργατικής μας τάξης... “Ενα καινούριο ξεκίνημα...
Ανακατεύει τόν καφέ του καί μέ κοιτάζει μέ τά καθα- ρογάλανα μάτια του:
— ... Γιατί, μέσα σ’ αύτή τή μάζα, μέσα σ’ αύτή τή νεολαία πού δέν είπε άκόμα τή λέξη της, ύπάρχουν θαυμάσιες έφεδρείες, παρθένα χώματα!
Καί πραγματικά, παντοΟ, στό Βερολίνο, στή Λειψία, σ’ άλλες πόλεις, σχηματίζονται όμάδες νέων, «κάτω άπ’ τά τριάντα» σέ άπόλυτη ρήξη μέ τήν παλιά Ιδεολογία καί τούς παλιούς ήγέτες. Ό μοχλός είναι ή S.AJ. (Σοσιαλιστική ’Εργατική Νεολαία). Οί δμάδες αύτές συγκεντρώνουν σιγά-σιγά τούς νέους πού φλογίζονται γιά δράση, διανέμουν παράνομες έφημερίδες, ζητάνε έπαφή μ’ άλλους έπαναστα- τικούς πυρήνες, χωρίς διάκριση πολιτικής άπόχρωσης.
Γύρω άπ’ τό τραπέζι, στό φώς μιάς λάμπας, μιά δεκάδα νεαρά πρόσωπα. Βρίσκονται έδώ άγόρια πού γνώρισα
158
τήν περασμένη χρονιά φοβισμένα κ’ ύπάκουα. Δηλώνουν μέ χαρά ίτι σήμερα μεταμορφώθηκαν.
Βέβαια, ύπάρχουν άνάμεσά τους καί μερικοί πού Ιχουν κάποιους δισταγμούς: Έχουν άκόμα πολλά νά μάθουν γιά τήν παράνομη πάλη* μερικοί νιώθουν άκόμα μιά κάποια δυσπιστία γιά τούς κομμουνιστές. Άλλοι ύποστηρίζουν πώς πριν άπ’ τή δράση, χρειάζεται μιά έπιστροφή, ενα Αναβάπτισμα στίς θεωρητικές πηγές τοϋ μαρξισμού...
Όλοι δμως θέλουν νά παλαίψουν κι δλοι συμφωνοΰνδτι:
— Δώσαμε πάρα πολλή πίστη στίς άρετές τής δημοκρατίας. Στίς 17 τοϋ Μάη οί αύταπάτες μας διαλύθηκαν όριστικά. Δέν ξέρουμε πιά άλλα συνθήματα άπ’ αύτά τοϋ Μάρξ καί τοΰ Λένιν.
15!>
15
Σ τ ή ν π α ρ α ν ο μ ί α
— θέλεις νά δεις μέ τά μάτια σου τό έπαναστατικό προλεταριάτο; μοΰ προτείνει, στό Άμβοϋργο, ένας φίλος.
Είναι πέντε τό άπόγε|ΐα. Τραβάμε γιά τό λιμάνι ποΰ παρ’ δλη τήν καταστροφή τής κρίσης, ίχει άκόμα μεγάλη κίνηση. Ξαφνικά ό φίλος μου μοϋ λέει νά κατεβοϋμε μιά τεράστια σκάλα.
— θά πάρουμε ύπόγειο σιδηρόδρομο;— Όχι... 'Απλά καί μόνο θά έπισκεφτοΰμε τό τοϋννελ
κάτω άπ’ τόν 'Ελβα.Όταν φτάνουμε κάτω είναι Αδύνατο πιά νά προχωρή
σουμε. 'Ενα μαΟρο κύμα ξεχύνεται άπ’ τό σκοτεινό θόλο. Ξαφνικά, έχουμε μπροστά μας 2να θέαμα άντάξιο τοΰ φιλμ Μητρόπολη: πέντε τεράστιοι Ανελκυστήρες ανεβάζουν δλον αύτό τόν κόσμο πρός τό φώς. 'Ενας Αστυφύλακας μόνος του Αρκεί νά τόν κατευθύνει στόν ί να ή στόν άλλο Ανελκυστήρα. Οί άνθρωποι στοιβάζονται μέσα. Μιά αύτόματη πόρτα κλείνει πίσω τους, σά γκιλοτίνα. ’Από μακριά φαίνονται σάν πρόβατα στό σφαγείο.
— Είναι οί φίλοι Απ’ τά ναυπηγεία ποΰ γυρίζουν Απ’ τή δουλειά.
Τούς κοιτάζω. Διάολε! Δέ μοιάζουν μέ πρόβατα. Πρόσωπα δλο νειάτα κ’ ένεργητικότητα. Στά σακκάκια καί στά κασκέτα, οδτε £νας άγκυλωτός σταυρός. Κάτι μωρά μέ χιτώ-
νια καί λουρίδες τούς ένοχλοΰν γιά κάποιο «έθνικό» έργο, ζητώντας εισφορά. Κανένας δέ γυρίζει τό κεφάλι. Μιά κοπέλα κατάφερε δμως νά βάλει στδ χέρι ένός άπ’ αύτούς μιά μικρή χάρτινη σημαιούλα. Ήρεμα — μέ μιά κίνηση συγκροτημένης όργής — άρνιέται τό έμβλημα.
Συνοδέψτε με μέσα στίς παλιές γειτονιές τοϋ 'Αμβούργου καί τής Άλτόνα, στά άθλια καί σαρακοφαγωμένα ξύλινα σπιτάκια. Νομίζεις πώς βρίσκεσαι στήν καρδιά τοΰ με- σαίωνα. Ξαφνικά δμως, πάνω στό πεζοδρόμιο, βλέπεις φρε- σκογραμμένο, μέ μεγάλα άσπρα γράμματα, τό σύνθημα: ό κομμουνισμός ζε ίΐ
Κι £ν μπείτε βαθύτερα στά στενά καί στά Αδιέξοδα, κάτω άπ’ τούς σκοτεινούς θόλους, θά δείτε γραμμένα στούς τοίχους : Νά ψοφήσει δ Χίτλερ I Ζήτω ή ’Επανάσταση I
ΣτΙς αύλές τών σπιτιών, χλωμοί άνεργοι σταματάνε τό κάπνισμα τής πίπας τους γιά νά σάς ρίξουν ένα βλέμμα S- γριο:
— ’Ακόμα καί σήμερα, μοΰ έξηγεΐ δ δδηγός μου, ή Αστυνομία δέν παρακολλάει σ’ αύτούς τούς μαχαιροβγάλτες. Ξέρει δτι δλοι έδώ είναι Αντίθετοι... καί δτι ξέρουν νά ύπε- ρασπίζονται τόν έαυτό τους.13
Ή φαιόχρωμη τρομοκρατία δέν μπόρεσε νά σκοτώσει τήν έπαναστατική ιδέα. Μπορούμε δμως νά ποΰμε δτι σήμερα στή Γερμανία ύπάρχει ένα «κόμμα» έπαναστατικό, όργανω- μένο Από τά κΑτω πρός τά πάνω καί συγκεντρωτικό: Νά τί προσπάθησα, πέντε βδομάδες συνέχεια, νά μάθω:
— Στήν Αρχή περΑσαμε μιά τρομερή περίοδο καθίζη- σης: ήγέτες καί πολλά στελέχη εΓχαν φυλακιστεί καί βασανιστεί... πολλές διανομές δπλων καί προκηρύξεις Ανακαλύφτηκαν ύστερα Από χαφιεδισμούς...
11 161
— Καί, δυστυχώς, πολλά περάσματα στό άλλο στρατόπεδο...
Ό σύντροφος στενάζει:— Ναί, δλα αύτά τά «ριζοσπαστικοποιημένα», άλλά χω
ρίς ταξική συνείδηση στοιχεία, δλο αύτό τό λοΰμπεν-προλε- ταριάτο πού σέρναμε πίσω μας: κατακάθια τών «μαχητών τοΰ κόκκινου μέτωπου», τύποι πού τούς άρεσε ή στολή κι 6 καυγάς καί πού δέν είχαν παρά μονάχα Ινα ιδανικό: νά κυριαρχούνε στή «γωνιά» τους, στό πεζοδρόμιο. Αύτοί οί ψευτο- νταήδες, στήν κρίσιμη στιγμή, πέρασαν στόν άντίπαλο. Γιά νά τούς πάρουν μέ καλό μάτι ή γιά νά καθησυχάσουν τΙς τύψεις τους Ιγιναν ot πιό σκληροί έκεί... Καταδώσανε τά μέλη τού πυρήνα τους, ρίχτηκαν λυσσαλέα πάνω στούς παλιούς συντρόφους τους...
— Μά δέν ύπάρχουν μέσα στούς S.A. κι άρκετοί κομμουνιστές πού Ιμειναν πιστοί;
— Φυσικά... Υπάρχουν πολλοί πού είδαν τά τάγματα έφόδου σάν τό μόνο καταφύγιο, γιά νά γλυτώσουν τά βασανιστήρια καί τό θάνατο. 'Γστερα είναι κι δσοι ύποχρεώθη- καν άπ’ τούς ναζί, πού καμάρωναν Ιτσι γιά τόν προσηλυτισμό τους, νά φορέσουν τό φαιό χιτώνα. Κι άκόμα είναι κ’ έθε- λοντές πού τούς στείλαμε έμείς... πού κινδυνεύουν πάντοτε ν’ άρπάξουν μιά σφαίρα στό σβέρκο, άλλά κάνουν άπό μέσα μιά θαυμάσια δουλειά!
Κι άλλοι μοϋ έπιβεβαίωσαν τά λόγια του. Γενικά, ή τρομοκρατία Ιφερε μιά σωτήρια κάθαρση: Τά άμφίβολα στοιχεία λιποτάχτησαν' ot δειλοί κ’ ot σκάρτοι έξαφανίστηκαν" μείναν οί καλύτεροι. Πρέπει νά δεϊ κανείς μέ τά μάτια του μέ τί ήρεμο θάρρος, μέ τί ψυχραιμία κ’ έμπιστοσύνη στό μέλλον, ot σκληροτράχηλοι αύτοί άνθρωποι συνεχίζουν τήν πάλη.
Στή γωνιά ένός δρόμου, δυό φίλοι μ’ άφήνουν μέ ήσυχο χαμόγελο’ μοιάζουν μέ νεαρούς, μελετηρούς καί φιλήσυχους φοιτητές. Ό πατέρας τους είναι «χαλυβδόκρανος» ή πάστορας· αύτοί θέλουν νά δώσουν τό αίμα τους γιά μιά προλεταριακή Γερμανία.
162
— Αδριο πάλι!Τήν άλλη μέρα, μάταια περιμένω. Τούς συλλάβανε σέ
μια νυχτερινή συγκέντρωση, θά τούς ξαναδώ άραγε ποτέ; Στή θέση τους δμως έχουν μπεϊ κιόλας άλλοι.
Σιγά-σιγά, δστερ’ άπ’ τδ τρομερδ χτύπημα, τό κίνημα ξαναγεννιέται.
Τά πάντα πρέπει νά γίνουν άπ’ τήν άρχή: πρώτα-πρώτα, ψηλαφητή προσπάθεια νά ξαναβρεϊς αύτούς πού διασώθηκαν άπ’ τόν πυρήνα σου, ύστερα νά ζητήσεις έπαφή μ’ άλλους πυρήνες... ’Επαφή! Είναι ένα ζήτημα ζωής καί θανάτου κ’ ή λέξη βρίσκεται σήμερα σ’ δλα τά στόματα. Σέ μερικές πόλεις καί περιοχές, σέ λίγες μόλις βδομάδες ή ζωή ξαναφάνηκε μέσα άπ’ τά έρείπια. ’Αλλοϋ, άντίθετα, είταν τέτοια ή καταστροφή, πού άκόμα βρίσκονται στά πρώτα άνα- ψηλαφήματα. Μερικές φορές ή πρόοδος εϊταν ταχύτατη, άλλά Ινα άπρόσμενο χτύπημα — καινούριες συλλήψεις — στοιχίζει ύπομονετικές προσπάθειες βδομάδων.
’Αφημένες στήν τύχη τους, χωρίς άρχηγούς ή μέ πολύ άραιές έπαφές μαζί τους — ot μικροομάδες ύποχρεώθηκαν νά δράσουν μέ δική τους πρωτοβουλία καί νά αύτοσχεδιάσουν. Γιά τούς προλετάριους τούτους μέ τδ ρωμαλέο αισθητήριο, πού κάποτε είταν στρατωνισμένοι καί μηχανοποιημένοι, αύτό στάθηκε μιά γόνιμη έμπειρία.
Νά μιά μητέρα, μέ πέντε μικρά παιδιά στήν πλάτη της. Είναι μιά άπ’ τΙς λίγες πού έπέζησαν, ό πόλος συνάθροισης τοϋ πυρήνα της. "Ενας φίλος τής φέρνει κάθε βδομάδα ένα πακέτο μέ παράνομα έντυπα. Δίνει μερικά άπ’ αύτά στούς λίγους πού Ιχουν έπαφή μαζί της.
— Καί τά ύπόλοιπα;— Τά ύπόλοιπα; Τά μοιράζω... στά γραμματοκιβώτια:
163
Διαλέγοντας, φυσικά, αύτούς πού θα μπορούσαν νά ώφελη- θοΰν άπ’ τήν άνάγνωσή τους...
Κ’ ένώ μοΰ έξηγεί μέ άπλότητα καί μετριοφροσύνη, τήν έπικίνδυνη δουλειά της, τό μικρό, στό παράθυρο, φωνάζει Ανέμελα — γιατί τ’ άκούει άπό τότε πού γεννήθηκε:
— Rot F ron t!Τί μεγάλη έφευρετικότητα πού πρέπει ν’ Αναπτύξουν
αύτοί οί Αρχάριοι! Τά παράνομα έντυπα κυκλοφορούν άφθονα, πολυγραφημένα σέ ύπόγεια: Ή ’ Αλήθεια... Ή Φοιτητών ’ Εργαζόμενα»·...Ή'Ενότητα·..χλπ.'Όσοι δέν Ιχουν πολύγραφο, στέλνουν τή γυναίκα τους ν’ Αγοράσει στό κατάστημα παιδικών παιγνιδιών, μιά παιδική τυπογραφική συσκευή. Καί μέ κινητά καουτσουκένια στοιχεία, φτιάχνουν μικρές προκηρύξεις.
— Πώς κινιόμαστε; μοΰ έξηγεί κάποιος πού έγινε Αληθινός σπεσιαλίστας στό θέμα... Κοίτα, γιά παράδειγμα, τυπώνουμε ένα προσπέκτους πολυσέλιδο μέ έναν Ανώδυνο τίτλο γιά κάλυμμα, Ας ποΰμε τοϋ στρατοΰ τής σωτηρίας. Τό μοιράζουμε στίς πόρτες τών έργοστασίων ή άκόμα καί στούς στρατώνες τής Ράιχσβερ... Τ ’ Ανοίγεις καί βρίσκεις τό ύ- λικό μας. Άπό μπάρ πού βρίσκονται στό ΑπΑνω πάτωμα τών μεγάλων καταστημάτων, ρίχνουμε βροχή χαρτιά στό δρόμο. "Αν γίνεται μέ έπιδεξιότητα, είναι Αδύνατο νά πιαστείς. Στά καφενεία, ζητάμε τήν έφημερίδα κι ΑνΑμεσα σέ δυό στήλες, μέ μελΑνι καί ταμπόν, γράφουμε μιά γνωστική κρίση...
Βγάζει Απ’ τό πορτοφόλι του μερικά όρθογώνια χαρτάκια. Διαβάζω: Οί παρελάσεις μέ λάβαρα δέ δίνουν ψωμί. Τά λέγαμε... ή : Πρώτη ένέργεια τον Χίτλερ: νά προδώ- σει τό πρόγραμμά τον καί νά μήν ακυρώσει κανένα νομοδιάταγμα· μέ τόν Πάπεν, έστειλε περίπατο καί τό σοσιαλισμό. Τά λέγαμε...
— Τά κολλάμε στίς προθήκες, στό μετρό... Παίρνουμε Ακό|ΐα τίς εικόνες τών πακέτων μέ τσιγάρα άπό πίσω, τυπώνουμε μιά φράση καί στούς δρόμους τά μικρά μας μοι
164
ράζουν τΙς εικόνες στά άλλα μικρά. Πολλοί μπαμπάδες τελικά μάς διαβάζουν... Καί δέ σοΟ μιλάω γι αύτούς πού γλυ- στρανε μιά Rote Fahne μέσα στά φύλλα της Volkischcr Beobachterl
Ό λ ’ αύτά βέβαια τ’ άνακαλύπτουν γρήγορα οί άρχές., άλλά αύτοί βρίσκουν άλλα. Ό σύντροφος μέ πιάνει άπ’ τό χέρι καί μέ χαρά παιδιού μοϋ λέει:
— Άκου καί τοϋτο: Τό άκρο άωτο τής έκλεπτυσμένης πάλης, είναι νά μοιάζεις στούς S.A.... προκηρύξεις σϋνταγμέ- νες σέ στύλ φασιστικό! Καί μάς διαβάζουν κι αύτοί! Οί παλιές μαρξιστικές μας κουβέντες σήμερα δέν περνάνε πιά, άλλά ύπάρχουν χίλιοι τρόποι, άπό μέσα, νά σπείρουμε ζιζάνια, νά τούς άναστατώσουμε.
Καί νά δ καρπός:— Έδώ καί λίγο καιρό, οί προκηρύξεις μας εΓχαν τέ
τοιο άποτέλεσμα πού προκλήθηκε μιά φοβερή συμπλοκή — οί μισοί κατηγορούσαν τούς άλλους μισούς βτι τίς σύνταξαν καί τίς μοίρασαν!
165
16
Π ρ ό ς τ ή ν έ ν ό τ η τ α δ ρ ά σ η ς ;
"Ενα δμορφο μαγιάτικο Σάββατο, παρέες άπό νεαρούς βεριλονέζους, έλαφρά ντυμένους, μέ μπράτσα καί πόδια μαυ- ρισμίνα άπ’ τόν ήλιο, φεύγουν μέ τά ποδήλατα, ξέχωρα ή καθεμιά τους. Μές στούς άσήκωτους γυλιούς τους έχουν ένα τέλειο έξοπλισαό κατασκήνωσης. Τόπος συνάντησης: "Ενα μοναχικό πεύκο στήν άκρη μιας λίμνης. Ό σκοπός τής έκδρο- μής δμως δέν είναι μονάχα ή χαρά τού ήλιου, ή ζεστή άμμος καί τό κολύμπι. Καθεμιά άπ’ αύτές τΙς δμάδες έκπροσω- πεΐ κ’ Ινα τομέα τής «Κομμουνιστικής Νεολαίας» τής μεγάλης πόλης. Καί μακριά άπ’ τά άδιάκριτα βλέμματα— έκτός άν Ιρθει ή άστυνομία καί μαζέψει ποδήλατα καί ποδηλάτες — Οά κάνουν κάτι σά συνδιάσκεψη.
"Οπως στούς σοσιαλιστές Ιτσι καί στούς «κόκκινους», οί νέοι είναι πιό δραστήριοι: λιγότερο γνωστοί στόν έχθρό άπ’ τούς μεγάλους, λιγότερο έντοπισμένοι άπ’ τούς χαφιέδες, άν- τιστάθηκαν καλύτερα στή θύελλα. Ά ραγε ή καταστροφή τούς άνοιξε τά μάτια; Απαλλάχτηκαν, δπως οί νέοι σοσιαλιστές, άπ’ τις άντιλήψεις πού δδήγησαν στήν ήττα;
'Οπωσδήποτε, ύπάρχουν άνανήψεις. Αύτά δμως τά δύο £δέλφια, τόσο φανατικά καί τόσο εύγενικά ταυτόχρονα, μοϋ •αναλένε σ’ ϊναν ήσυχο τόνο, σάν παιδιά πού λένε τό μά- )ημα τής κατήχησης:
— Ή γραμμή μας είταν άπόλυτα σωστή...
’Αδύνατο νά τούς βγάλεις άλλο τίποτα.Ή γραμμή μας εϊταν άπόλντα σωστή... Αύτό είταν
τόν ’Απρίλη τό ζουμί τής Εκθεσης τοΟ Χέκερτ στήν ’Εκτελεστική ’Επιτροπή τής Κομμουνιστικής Διεθνούς· αύτό λέει άκόμα ό κομματικός μηχανισμός. Γιατί ύπάρχει Ινας παράνομος μηχανισμός τοΰ Κόμματος. Καθώς οί έπαφές του είναι πολύ πιό έγκάρδιες μέ τή Μόσχα παρά μέ τΙς διασκορπισμένες όμάδες τής βάσης, βρίσκεται σχεδόν στήν κατάσταση ένός κουφοΰ. Διατάζει, χωρίς ν’ άκούει τήν ήχώ τών διαταγών του. Δέ διστάζει νά έξαπολύσει τή διαβεβαίωση, άλη- θινή ίσως σά μακρόχρονη προοπτική άλλά καταστροφική κάτω άπ’ τΙς τωρινές συνθήκες, δτι ή φασιστική δικτατορία άνοίγει τό δρόμο στήν προλεταριακή έπανάσταση" προαναγγέλλει δημόσιες ή Ινοπλες έκδηλώσεις μέσα στούς δρόμους καί στά έργοστάσια. Συνεχίζει νά στέλνει στόν τύπο τοΰ έξωτερικοΰ καί στή Διεθνή τραβηγμένες καί φουσκωμένες πληροφορίες: τή στιγμή πού Ινας γνήσιος έπαναστά- της θάπρεπε νά κάνει μιά ακριβή έκτίμηση τοΰ συσχετισμού τών δυνάμεων.
ΟΕ άπλοΐ άγωνιστές δμως πού μοναχοί τους, ψηλαφητά, κατάφεραν ν’ άνασυστήσουν τούς πυρήνες τους, τί λένε; Τί σκέφτονται;
Βέβαια, ύπάρχουν άκόμα τυφλοί, δπως τοΰτος έδώ που εύχαριστεΐ, άπ’ τό βάθος τής καρδιάς του, τό φασισμό γιατί έδωσε τή χαριστική βολή στή σοσιαλδημοκρατία ή ό άλλος πού μοΰ όμολογεΐ τελικά μ’ άφοπλιστική ειλικρίνεια:
— Μ’ άρέσει έκατό φορές περισσότερο ό Χίτλερ άπ’ τόν Σέβερινγκ (παλιός σοσιαλδημοκράτης ύπουργός τή; Πρωσσίας).
Στούς περισσότερους δμως, ίχει συντελεστεϊ μιά βαθιά άλλαγή.
167
*0 φίλος μου αύτός τοϋ Βέντινγκ, είχε πέρισυ μιά πίστη καλογερική. Τόν ξαναβλέπω άδυνατισμένο, χλωμό, μ’ άγριο βλέμμα:
— Βγάλαμε μοναχοί μας τά μάτια μας! ’ Αχ! Κι δσο σκέφτομαι δτι παραδώσαμε έκείνη τή γωνιά χωρίς μάχη!
Γι αύτόν, ή Koeslinerstrasse, ό περιβόητος «κόκκινος δρόμος» τής κόκκινης Βέντινγκ, έμεινε τδ κάστρο τοϋ προλεταριάτου, τό κέντρο τής γής: τοϋ σχίζεται ή καρδιά νά βλέπει τή σημαία μέ τόν αγκυλωτό σταυρό νά κυματίζει έκεΐ.
— Καί μ’ αύτή τήν έκλογική κάλπη, πάλι, τί αύταπά- τες δέν είχαμε!... Τώρα, λέω: έργάτη, κινήσου μόνος σου* μή ζήτας διαταγές άπό ήγέτες’ τέλειωσε πιά! Δέ θά μάς τουμπάρουν πάλι.
Μάταια τοϋ παρατηρώ πώς άν ή έμπιστοσύνη στούς άρ- χηγούς είταν ύπερβολική ή ύπερβολή στήν άντίθεση θάταν έπικίνδυνη. Δέν άκούει τίποτα:
— Στό διάολο οί διανοούμενοι! Νά μας άφήσουν νά κάνουμε δ,τι καταλαβαίνουμε! Στό κάτω-κάτω, έμεϊς τρώμε τό ξύλο, έμεϊς ματώνουμε.
"Ενας άλλος μοϋ μιλάει μέ πιό βίαιη γλώσσα: είναι καλλιτέχνης, παλιός μπολσεβίκος’ τόν γιόρτασαν στήν Ε.Σ.Σ.Δ.: σήμερα, δταν μιλάει, τά χέρια του τρέμουν άπό δργή καί πόνο:
— ’Απασχολούνται πολύ μέ τό πεντάχρονο σχέδιό τους, βέβαια! "Ομως, γιά τ’ δνομα τού θεού, άς πάψουν ν’ Ανακατεύονται μέ τό πώς θά πολεμήσουμε... ’Εμείς, μ’ άκοΰς, έμεϊς μοναχοί μας θά παλαίψουμε μέ τό Χίτλερ: είμαστε μέσα στή μάχη. Ξέρουμε καλύτερ’ άπ’ αύτούς, πού βρίσκονται χιλιόμετρα μακριά, τί νά κάνουμε. Τά βλέπουμε τά πράματα δπως είναι, έμεϊς!
Δέν μπορώ νά πιστέψω τ’ αύτιά μου. Κατάγραψα στή μνήμη μου τήν παρακάτω πληροφορία, χωρίς νά μπορώ νά έλέγξω τήν άλήθεια της:
— ... Νάξερες τί ίγινε! Στ’ άλήθεια, οί σύντροφοί μας τής Ε.Σ.Σ.Δ. είναι άπογοητευτικοί! "Ενας δραπέτης κομμου
168
νιστής καταφεύγει, σ’ Ινα λιμάνι τής Βόρειας Γερμανίας, σ’ Ινα σοβιετικό καράβι: άλύπητα, τόν διώχνουν: σήμερα βρίσκεται — άν ζεΐ άκόμα — στά χέρια τών ναζιστών... Ένας άλλος, Ινας οδγγρος, άπελάθηκε άπ’ τή Γερμανία μέσα σέ είκοσιτέσσερις ώρες' Ικετεύει τή ρωσική πρεσβεία νά τοΰ δώσει διαβατήριο- τοϋ άρνοΟνται.
Καί κατόπιν, ένώ δλόκληρος δ κόσμος μποϋκοτάρει τό Χίτλερ, άνανεώνουν τό σύμφωνο τοϋ Βερολίνου! Κ’ έτοιμά- ζονται, ένώ τό Γενάρη τά 60% τών γερμανικών έξαγωγών κατευθύνονται πρός τή Ρωσία, νά δώσουν καινούριες παραγγελίες!
Άλλοι άγωνιστές δμως δέν φοβοΟνται πιά νά έκφρά- σουν άνοιχτά αύτό πού είχαν κιόλας μέσα τους άπ’ τήν περασμένη χρονιά: γιατί αύτή ή περίεργη πολιτική τοΟ «έ- νιαίου μετώπου»; Γιατί νά κάνουμε μόλις τό Μάρτη — πολύ άργά πιά — τή συμφωνία μέ τούς σοσιαλιστές πού τήν είχαμε άρνηθεΐ τδν ’Ιούνιο τοΰ 1932; καί γιατί αύτή ή ήλί- θια συνδικαλιστική ταχτική πού μάς άφαίρεσε κάθε έπί- δραση πάνω στούς Απασχολούμενους έργάτες; Καί γιατί αύτό τδ άνόητο άντιμαρξιστικδ σύνθημα, τής έθνιχής Απελευθέρωσης ποΰ Ιπαιξε τό παιχνίδι τοϋ φασισμού;
Ένας σύντροφος έπιμένει πάνω στδ τελευταίο αύτό σημείο, τδ θεωρεί ούσιαστικό:
— Γιά νά καταλάβεις τό θρίαμβο τοΰ Χίτλερ, πρέπει νά μήν ξεχνάς ποτέ τοΰτο: Ινας μαρξιστής ξέρει πώς δ σπουδαιότερος έχθρός του βρίσκεται μέσα στήν ίδια τή χώρα του καί πώς πρέπει νά ξεμπερδέψει πρώτα μέ τό δικό του καπιταλισμό. Έμεΐς οί γερμανοί — μαζί καί ot κομμουνιστές — ρίξαμε δλη τή δυστυχία μας στίς πλάτες τοϋ Diktat. Καί θεωρήσαμε σάν σπουδαιότερο έχθρό μας... τδν ξένο καπιταλισμό.
169
Καθώς κουβεντιάζουμε χαμηλόφωνα στό δρόμο ή δταν χωνόμαστε, σά συνομώτες, στήν πίσω αίθουσα ένός καφενείου, προσπαθώ νά έντοπίσω τήν κατάσταση, θαυμάζω τήν ειλικρίνεια καί τό θάρρος αύτών τών άνθρώπων πού φλογισμένοι άπ’ τή λαχτάρα νά διορθωθοϋν, νά τελειοποιηθοϋν, κάνουν σήμερα τήν αύτοκριτική τους.
Ναί, άλλά 6 «μηχανισμός» νιώθει κι αύτός τούς ίδιους τιλυδωνισμούς; Οί φίλοι μου μοϋ δίνουν τήν έντύπωση ένός νεαροϋ ταξιδιώτη πού, γιά πρώτη φορά, άφήνει τό πατρικό του σπίτι καί βγαίνει νά γνωρίσει τόν κόσμο. Όταν γυρίζει στήν πατρική έστία, βλέπει μ’ έκπληξη πώς αύτός κ’ οί δικοί του δέ μιλάνε πιά τήν ίδια γλώσσα.
Άπό τώρα κιόλας, μέσα άπ’ τά σπλάχνα τοΰ κόμματος ξεπηδάνε μικρές άντιπολιτευτικές έμάδες, τυπώνουν τά φύλλα τους καί προσπαθούν χωρίς άσκοπη πολεμική, νά κάνουν νά έπικρατήσουν οί άπόψεις τους.
"Ενας φίλος, πού άνήκει σέ μιά άπ’ αύτές τις όμάδες, μοΰ έμπιστεύεται μέ πίκρα:
— Όταν διαβάζω τήν εισήγηση τοΰ Χέκερτ ή τήν τυπωμένη Rote Fahne (γιατί κυκλοφορούν καί πολυγραφημέ- νες Rote Fahne πού δέν προέρχονται, αύτές, άπ’ τό μηχανισμό) , δέν μπορεΐς νά φανταστείς τί έντύπωση μοΰ κάνει... Πάντα οί ίδιες στερεότυπες κουβέντες πού δέν Ιχουν καμιά πρακτική άξία.
— "Οταν δμως θ’ άποκατασταθοΰν καλύτερες έπαφές, θά μπορέσετε νά έπιβάλετε τήν άποψή σας στό μηχανισμό; Ποιός θάναι πιό δυνατός, έσεΐς ή αύτός;
Κουνάει τό κεφάλι άβέβαια:— Αύτό είναι τό πρόβλημα!
Χρησίμεψε τουλάχιστον ή καταστροφή στό σίμωμα τής ώρας γιά τήν ένοποίηαη τών έργατικών δυνάμεων;
170
Τό ρεΰμα πρδς τήν κοινή δράση, πού, Ιξω καί πέρ’ άπ’ τούς Αρχηγούς, δέν Ιπαψε νά προοδεύει καί στά δύο κόμματα Απ’ τό περασμένο καλοκαίρι, θά θριαμβέψει τελικά;
Ποτισμένοι άπό μιά είλικρινά ένοποιητική νοοτροπία, πολλοί κομμουνιστές πολλαπλασιάζουν τΙς έπαφές τους μέ τούς σοσιαλιστές έργάτες: γίνονται μικρές νυχτερινές συγκεντρώσεις στό Ινα ή τό άλλο σπίτι, δπου, χωρίς στείρα παλινωδία γιά τά περασμένα σφάλματα, Αντιμετωπίζουν τό μέλλον.
’Ανάμεσα στούς σοσιαλιστές καί στούς κομμουνιστές, άλλες δμάδες συνεχίζουν τις προσπάθειές τους: στελέχη τοϋ «S.A.P.» (Εργατικό Σοσιαλιστικό Κόμμα), μπραντλερικοΐ (κομμουνιστική άντιπολίτευση), τέλος, μπολσεβίκοι — λε-
νινιστές ή «τροτσκιστές»' ot μυστικές τους Εφημερίδες, καλογραμμένες καί πλούσιες σέ πληροφορίες, είναι άπ’ τις καλύτερες. ’ Αν κ’ ot όπαδοί του δέν άποτελοϋν παρά Ινα μικρό πυρήνα, φαίνεται δμως πώς ή προσωπική έπιρροή τοΰ Τρότσκυ μεγαλώνει... Ό μόνος πού είδε καθαρά, Αρχίζουν νά λένε άνθρωποι πού μέχρι χτές τόν χαρακτήριζαν άπο- στάτη.
Ό κατατεμαχισμός δμως αύτός τών καλοπροαίρετων άνθρώπων σ’ Ινα σωρό μικρές σέκτες δέν είναι έπικίνδυνος; Καθεμιά τους δέν έχει τήν τάση ν’ άγνοεΐ τις άλλες καί νά πιστεύει πώς κρατάει τήν άπόλυτη άλήθεια;
— ’Αναμφίβολα ναί, άλλά στό βάθος, μοΰ λέει Ινας φανατικός ένωτικός, δλος δ κόσμος είναι σύμφωνος, δλος ό κόσμος θέλει, γιά νά νικήσει τό φασισμό, τήν ένοποίηση τών έργατικών δυνάμεων σ’ Ινα καί μόνο έπαναστατικό κόμμα... Γιά νά φτάσουμε έκεΐ, δέν ύπάρχουν παρά δύο δρόμοι: άλλοι πιστεύουν δτι τό κομμουνιστικό κόμμα μπορεϊ ν’ Ανορθωθεί ξανά καί νά γίνει δ πόλος Ιλξης τοϋ γερμανικού προλεταριάτου. Άλλοι, Αποθαρρυμένοι — δχι Απ’ τόν ήρωισμό τών στελεχών του, Αλλά άπ’ τή ρωσική τακτική — θέλουν νά ιδρύσουν καινούριο έπαναστατικό κόμμα...
171
— Καί τά προγνωστικά σας;Διστάζει, άμφιβάλλει:— Τά πάντα κρέμονται άπ' τή Μόσχα!
Στίς 11 τοϋ Μάη, δλόκληρη ή έργατική τάξη τοΟ Μπρεσλάου, σοσιαλιστές, κομμουνιστές καί S.A.P. ένώθηκε γύρω άπ’ τή σωρό τοϋ σύντροφου Έκστάιν, θύματος τών δήμιων. Τό πλήθος τών έργαζομένων, μοϋ διηγείται §νας μάρτυρας, εϊταν τόσο πυκνό κ’ ή δργή τόσο μεγάλη ώστε οί φαιοχίτωνες τά χρειάστηκαν κ’ Εξαφανίστηκαν άπό έκεΐ. Μέσα στό νεκροταφείο άκούστηκαν Rote Front! Κ’ έπειτα, στόν ταπεινό τάφο, Ιγινε προσκύνημα άπ’ τούς συγκεντρωμένους.
Ίσω ς, γιά νά σφυρηλατηθεΐ τελικά ή ένότητα, χρειάζονται καί θά χρειαστούν άκόμα μάρτυρες...
172
17
Κ α ί τ ώ ρ α ;
Ά ν Ιχετε διαβάσει ’Αλφόνς Ντωντέ, θά ξέρετε δτι συχνά δύο άνθρωποι συνυπάρχουν σ’ 2ναν καί μόνο. Όταν 6 φτωχός Ταρταρίνος δέν κατάφερε νά συμφιλιώσει τά άντί- θετά του, άφηνε τό Δόν Κιχώτη καί τό Σάντσο Πάντσα νά συζητήσουν έλεύθερα μέσα του. Κάτι τέτοιο μοΰ τυχαίνει καί μένα τώρα. Γιά τόν έλεγκτή πού, στό τραίνο τής έπι- στροφής, κόβει τό εισιτήριό μου, δέν ύπάρχει παρά 2νας ταξιδιώτης. Στήν πραγματικότητα δμως, είμαστε δύο.
ΌαΙαιόδοξος: — ’Αγαπητέ μου άπαισιόδοξε, έλάτε λοιπόν νά καπνίσετε Ινα τσιγάρο στό διάδρομο... γιά νά έκθέ- σουμε ό καθένας τά έπιχειρήματά του. Σάς βλέπω, φίλε μου, κάπως θλιμμένο. Νά σάς όμολογήσω δτι γυρίζει άπ’ τήν καταραμένη αύτή χώρα πολύ πιό χαρούμενος;
Ό άπαιβιόδοξος: — Προσπαθεΐστε τουλάχιστον νά δικαιολογήσετε τή χαρά σας...
Ό αίσιόδοξος:·— Μά, άκριβώς αύτή τήν πρόθεση Ιχω... Πρώτα-πρώτα Ιχω τήν έντύπωση δτι οί κύριοι αύτοί είναι λιγότερο δυνατοί άπ’ δσο φαίνονται. Νίκησαν πολύ γρήγορα, εύκολα. Βέβαια, διάλυσαν δλα τά κόμματα. Μένει δμως ένα, πού δέ μιλάνε ποτέ γι’ αύτό κ’ έκεΐ καί στό έξω- τερικό καί πού μολοντοΰτο είναι τρομερά σημαντικό: ό στρατός! Πιστεύετε δτι ή φασιστική γάγγραινα Ιχει όλοκληρω- τικά έξαπλωθεΐ μέσα σ’ αύτό τό «Κράτος έν Κράτει»; Παρα-
173
τηρήσατε πώς φροντίζουν οί άρχηγοί του νά τδ κρατήσουν στδ περιθώριο, μακριά άπ’ τδν καυγά; ’Εγώ μπόρεσα νά. συζητήσω μέ μερικούς άπ’ τούς νεαρούς αύτούς στρατιώτες κάπως θλιμμένο. Νά σάς δμολογήσω δτι γυρίζω άπ’ τήν έπιδημία... Μέχρι πότε καί μέχρι ποιό σημείο θ’ άφήσουν τδ Χίτλερ νά κάνει δ,τι θέλει; Κι αύτή ή γριά άλεποϋ, δ Σλάιχερ, δέν πιστεύετε δτι περιμένει τήν ώρα του, στήν Αναγκαστική του άπομόνωση στδ Πότσνταμ;
Σηκώνετε τούς ώμους. Μά πέστε μου, αύτδ τδ τεράστιο κόμμα-σταϋλος, μέ τά έκατομμύρια τών νέων μελών πού προσχώρησαν, σάς έμπνέει έμπιστοσύνη;
Βέβαια, τελικά κοσκίνησαν τούς ύποψήφιους, μέ τήν έπι- βολή δοκιμασίας... Άλλά, άπ’ τδ Μάρτη, πόσους καί πόσους 5έ δέχτηκαν καί στρατολόγησαν!... Βέβαια, λένε δτι θά προσηλυτίσουν, δτι θά «διαπαιδαγωγήσουν» δλον αύτδ τδν κόσμο. Μπορεί δμως νά συμβεΐ καί τδ άντίθετο. Τά περίφημα αύτά προπύργια τοϋ καθεστώτος, ot S.A. καί ol S.S., είναι Γσως άρκετά διαβρωμένα. ’Εκεί μέσα βρίσκεις άπ’ δλα! Αντιδραστικούς, μαρξιστές, άλήτες καί «έθνικομπολσεβί- κους»’ μιά ώραία σαλάτα! Βέβαια, γίνονται έκκαθαρίσεις, στέλνουν στά στρατόπεδα συγκέντρωσης" άλλά αύτδ είναι, νομίζω δείγμα διάλυσης! Μήν ξεχνάτε δτι δ έχθρδς ξέφυγε, δέ στάθηκε νά δώσει μάχη. Αύτδ εϊταν ή άδυναμία του" ίσως σήμερα αύτδ είναι ή δύναμή του. Ό «μαρξισμός» ξαναγεν- νιέται, σάν τή χιλιοκέφαλη δδρα, μέσα στά σπλάχνα τών Ιδιων τών «φαιοχιτώνων». Μάχεται καλυμμένος κι αύτδ είναι γι’ αύτδν τεράστιο πλεονέκτημα. Αύτούς τούς πεινασμένους νεανίες, πόσο καιρδ άκόμα θά μπορούν νά τούς κρατήσουν, νά τούς τρέφουν; Νά κάτι άκόμα άγνωστο!
Βλέπετε, οί μεγάλοι ναζιστές άρχηγοί κινδυνεύουν νά ύπερφαλαγγιστοΰν. Οί μάζες γίνονται δλοένα πιδ Απαιτητικές. Τπάρχουν φήμες γιά ταραχές" κι δ ϊδιος δ Χίτλερ Αναγκάστηκε νά δργιστεί, νά ξεμασκαρευτεί: δέν θά γίνει άλλη έπανάσταση / Έ τσι δμως δέν καθησυχάζει τά μπουλούκια του!
174
’Εγώ μιά φορά, δέν θά έκπλαγώ άν έπιταχυνθεϊ τό ρεύμα: Γσως τότε άλλοι, δπως άς ποϋμε δ Γκρέγκορ Στράσ- σερ, νά έρθουν στήν έπιφάνεια... Καί τότε, λίγο νά βρεθοΟν στό δψος τους ot σύντροφοί μας, θά δοϋμε άνθρώπους ν’ Αλλάζουν τό ψαιό σε κόκκινο, πολύ πιό γρήγορα άπ’ δσο χρειάστηκε γιά ν’ άφήσουν τό κόκκινο γιά χάρη τοϋ φαιοϋ Γ
Κ’ υστέρα δ φασισμός μπλέχτηκε μέσα σέ άλυτες άντι- φάσεις: Τοΰ είναι άδύνατο νά πραγματοποιήσει τό άντικα- πιταλιστικό του πρόγραμμα... ούτε κάν τό άντισημιτικό του. Κοιτάξτε πώς συμπεριφέρεται μέ τό γάντι άπέναντι στούς μεγαλοκαταστηματάρχες, στους έβραίους μεγαλοεπιχειρημα- τιες! Άπόφυγε νά θίξει τό μεγάλο έμπορικό καί βιομηχανικό κεφάλαιο. Ό διορισμός τοΰ διάδοχου τοϋ Χούγκενμπεργκ στό ύπουργεϊο τών οίκονομικών δέν είναι άρκετά συμβολικός; Αύτός ό κύριος Κούρτ ΣμΙντ είναι δ άνθρωπος τών μεγάλων Ασφαλιστικών έταιριών!
Πιστεύετε δτι ot μικροαστοί θά ύποστηρίξουν τό Χίτλερ μέχρι τέλους; Ναί, άλλά μόνο άν χτυπήσει τούς μεγάλους, τούς Ανταγωνιστές τους, άν ύποτάξει τούς χρηματιστές... Καί, τέλος, άν ξαναρχίσουν ot δουλειές. Νά λοιπόν δροι πού πρέπει νά έκπληρωθοΰν!
Υπάρχει βέβαια αύτή ή περίφημη «έσωτερική άποικιο- ποίηση». ’Αντικατάστησαν τό Χούγκενμπεργκ στό ύπουργεϊο Γεωργίας μέ κάποιο φανατικό δπαδό τοϋ τεμαχισμού τής γής. "Γστερα, γιά λόγους έξωτερικής πολιτικής, θέλουν νά δυναμώσουν τόν πληθυσμό τών συνοριακών περιοχών... θά κάνουν κάτι, βέβαια, θά τολμήσουν νά θυσιάσουν δμως Αρκετούς μεγαλοφεουδάρχες γιά νά Ικανοποιήσουν τήν άγρο- τική μάζα τής ’Ανατολής; ’Αμφιβάλλω!
Παρά τΙς ψεύτικες στατιστικές τους, ή άνεργία δέν μειώθηκε ούτε κατά Ινα τοϊς έκατό. "Εδωσαν δουλειά στούς μέν παίρνοντάς την Απ’ τούς δέ. Πώς θά τηρήσουν αύτά πού ύποσχέθηκαν; Πώς θά μπορέσουν ν’ άπορροφήσουν, μέσα σέ τέσσερα χρόνια, όχτώ έκατομμύρια άνεργους; Πώς θ’ Απο- φύγουν τόν πληθωρισμό;
176
Παίρνοντας έδάφη άπ’ τήν ’Ανατολή, άπ’ τήν Ε.Σ.Σ.Δ.; Είναι ή παλιά άποψη τοΰ 'Αλφρεντ Ρόζενμπεργκ κ: άλλων «λευκορώσων» πού, άπ’ τήν άρχή, κράτησαν τόν έθνικοσο- σιαλισμό στήν κολυμπήθρα, θεωρητικά, είναι μεγάλος πειρασμός. Στήν πράξη δμως, είναι άλλη ύπόθεση! Έν τώ μεταξύ, οί οΙκονομικές σχέσεις μέ τά Σοβιέτ, παραμένουν έξαί- ρετες...
Ό άπαιαιόδοξος: — Σάς άκουσα, φίλε μου, χωρίς νά σάς διακόψω. θά πρέπει δμως νά παρατηρήσατε στά χείλη μου, περισσότερο άπό μιά φορά, Ινα χαμόγελο. Ό χ ι δτι δλα τά έπιχειρήματά σας είναι παράλογα. Δέν ύπάρχει Αμφιβολία δτι τό Τρίτο Ράιχ έχει τεράστιες δυσκολίες ν’ άντιμε- τωπίσει. ’Αλλά μήπως κ’ ή ’Ιταλία κ’ ή Ε.Σ.Σ.Δ. δέ γνώρισαν τέτοιες οικονομικές Αντιξοότητες έδώ καί δέκα χρόνια; Καί τά δυό καθεστώτα στέκουν πάντοτε δρθια. Μή ξεχνάτε δτι δ εθνικοσοσιαλισμός είναι ή σύνθεση, ή δλοκλή- ρωση, ό καρπός τών δυό αύτών έμπειριών. Ό Χίτλερ, πού δέν είναι ήλίθιος, έμαθε άπ’ τό Στάλιν καί τό Μουσσολίνι τήν τέχνη τοΰ νά κυβερνάει. Προετοιμαζόταν γι’ αύτό άπό πολύ καιρό. Έδώ καί πολλά χρόνια τό κόμμα του είταν Ινα Ράιχ μέσα στό Ράιχ, μέ τά ύπουργεΐα του καί τίς ύπηρε- σίες του. Παρατηρήσατε μέ τί μεθοδικότητα, άπ’ τό τέλος τοΰ Γενάρη μέχρι τέλος τοΰ Φλεβάρη, έγκαταστάθηκε στήν έξουσία; Τίποτα δέν άφέθηκε στήν τύχη: πιό δργανωμένο σχέδιο δέν έχει ξαναγίνει’ οί σύντροφοί μας αίφνιδιάστηκαν μ’ δλη τή σημασία τής λέξης.
Κ’ δστερα, μή ξεχνάς ποτέ δτι ή Γερμανία είναι μιά χώρα ούσιαστικά γραφειοκρατική. Μιά φορά νά κυριαρχήσει κάποιος πάνω σ' αύτή τήν Απέραντη μάζα τών ύπαλλήλων, τών Αστυνομικών καί τών στρατιωτικών, τήν έχει καβαλλή- σει γιά πάντα. Βέβαια, ύπάρχουν κ’ Ινα σωρό δπαδοί πού πρέπει νά βολευτούν' θά τούς βολέψουν. Κι αύτοί πού θ’ άπο- λυθοΰν θά μείνουν στά νύχια τους: στά στρατόπεδα έργασίας, στά κρατικά ναυπηγεία. Φτιάχνουν μιά τρομερή μυστική ά- στυνομία. Όλοένα καί πιό πολύ, ή παράνομη δράση θά γί
176
νεται Ατελέσφορη καί έπιζήμια. Συλλαμβάνοντας, άφήνον- τας, τρομοκρατώντας, τελικά θά καταφέρουν νά έξουδετερώ- σουν πολλούς άγωνιστές...
Λέτε δτι ή μάζα θέλει τό σοσιαλισμό; Ό χ ι τόν ίδιο σοσιαλισμό δμως: αύτόν πού θέλει δ μικροαστός δέν είναι ό ίδιος μ’ αύτόν πού θέλει ό άγρότης ή δ έργάτης. θά παίξουν μ’ αύτές τίς διαφορές καί τελικά θά δώσουν σ’ δλους άπό Sva κόκκαλο νά ροκανίσουν. Γιά τούς μικροϊδιοκτήτες άγρό- τες δ Χίτλερ είναι Ινας νέος Ναπολέων... Ά ν τά έπεισά- δια συνεχιστούν, θά φανούν άμείλικτοι. Ά ν χρειαστεί νά ξαναβάλουν κάτω άπ’ τόν άπόλυτο Ιλεγχό τους τά πλήθη τους ή ν’ άποκαταστήσουν μιά διασαλευμένη τάξη, δέν Οά ύπο- χωρήσουν μπροστά σέ τίποτα.
Ό μαρξισμός, δδρα χιλιοκέφαλη; Πηγαίνετε λοιπόν νά δείτε τά μωρά τών κόκκινων προλετάριων στήν Άλτόνα, πώς τραγουδάνε τό Χόρστ Βίσαελ, βγαίνοντας άπ’ τό σχολείο τους! θά πάρουν τά παιδιά άπ’ τήν κούνια, θά διαμορφώσουν καινούριες γενιές!
Ό πληθωρισμός; Ή άπορρόφηση τών προϊόντων; Μπορούν νά τα καταφέρουν μέ τήν αύτάρκειά τους, τό μονοπώλιο τών Ανταλλαγών, τό είκονικό τους νόμισμα. Είδατε μέ πόση άνεση άρνήθηκαν νά πληρώσουν τή μισή έξωτερική τους όφειλή! "Αν χρειαστούν λεφτά, θά πάρουν άπ’ τά ταμεία τών τραπεζών, δπως δ Μουσσολίνι. "Ενας φιλελεύθερος οικονομολόγος μπορεΐ νά φωνάζει άχ καί ώχ! ’Αλλά πιστεψτε με, δέν έξάντλησαν άκόμα τΙς πηγές τους. Κ’ ύστερα, άποφύγατε νά μιλήσετε γιά τό ουσιαστικό πρόβλημα: τήν Ανάρρωση τής έπιχειρηματικής δραστηριότητας. Μήπως αγνοείτε δτι στήν ’Αμερική ή οικονομία Αναστηλώνεται; Βέβαια, δ καπιταλισμός δέ μπορεΐ νά *-ιβ:ώσει παρά μέ τό Απαίσιο καρκίνωμα τής άνεργίας. Ά ν δμως δ Χίτλερ καταφέρει ν’ Απασχολήσει δυό-τρία έκατομμύρια άπ’ τούς άνεργους, τότε, ποιός στή χάρη του!
12 177
Τελειώνοντας τήν Iρευνά μου καί τδ ταξίδι μου, θά πώ μόνο αύτδ γιά τδ δποΐο είμαι βέβαιος.
Είδα τή φαιά πανούκλα νά περνάει άπδ κεϊ. Είδα πώς ίκανε μιά πολιτισμένη χώρα. Ή μαρτυρία μου είναι Απαλλαγμένη άπδ κάθε σωβινισμό. Δέν μ’ άκούσατε νά πώ καί έγώ αύτδ ποΰ μουρμουρίζεται άκόμα καί στίς δικές μας σοσιαλιστικές γραμμίς, έδώ στή Γαλλία: «δλ’ αύτά γίνανε... γιατί είναι Μπός».
Οδτε καί πρόκειται πολύ περισσότερο νά πώ μαζί μέ τδ σοσιαλδημοκράτη ήγέτη Βέλς δτι ή γερμανική έργατική τάξη όί στάθηκε στό ϋφος τών περιστάσεων... "Αν τήν πρό- δωσαν οί άρχηγοί της αύτδ δέ σημαίνει δτι τής Ιλειψε καί τής λείπει ή διάθεση γιά πάλη.
Είδα μέ τά μάτια μου τδ φασισμό. Ξέρω τώρα τί είναι. Καί πιστεύω δτι, πριν είναι άργά, πρέπει νά κάνουμε μιά έξέταση τής συνείδησής μας. Έδώ καί δέκα χρόνια, δέν έν- νοοϋμε νά δώσουμε άρκετή προσοχή στδ φαινόμενο. ’Αποκριάτικος καίσαρας, εϊρωνευόταν δ Πώλ Μπονκούρ. Ό χι, ό φασισμός δέν είναι μασκαράτα. Ό φασισμός είναι Ινα σύστημα, μιά Ιδεολογία, μιά διέξοδος. Δέ λύνει βέβαια τίποτα, άλλά διαρκεΐ. Είναι ή άπάντηση τής άστικής τάξης στήν έργατική όλιγωρία, μιά προσπάθεια νά βγει άπ’ τό χάος γιά νά πραγματοποιήσει, χωρίς νά θέσει σέ κίνδυνο τά προνόμια τών άστών, καινούρια διαχείριση τής οίκονομίας, Ινα ίρζάτς σοσιαλισμοϋ.
’Εκείνο πού έμαθα στή Γερμανία είναι δτι γιά νά νικήσουμε τό φασισμό, πρέπει νά τοϋ άντιτάξουμε Ινα ζωντανό παράδειγμα, Ινα ιδανικό μέ σάρκα... ’ Αχ! Νά μπορούσε ή Ε.Σ.Σ.Δ. νά ξαναγίνει, δπως μετά τό 1917, πόλος άκατανίκητης Ιλξης, μέ τό ξαναγέννημα τής δημοκρατίας τών Σο βιέτΙ
Έμαθα άκόμα δτι, άν ή έργατική όλιγωρία παραταθεΐ, δ φασισμός θά ξαπλωθεί σ’ δλο τόν κόσμο, θά δούμε κ’ έδώ τά ρόπαλά τους; Ό φασισμός είναι ούσιαστικά έπιθετικός: άν τόν άφήσουμε νά άνδρωθεΐ, άν μείνουμε στήν άμυνα, θά
178
μάς έξοντώσει. Χρησιμοποιεί καινούρια, δημαγωγική κ’ έπα- ναστατική γλώσσα: άν συνεχίσουμε να παπαγαλίζουμε, χωρίς νά τά άναζωογονοΟμε στήν πράξη, τά χιλιοειπωμένα παλιά κλισέ, άν δέν εισχωρήσουμε μέχρι τδ βάθος τών Απαίσιων θεωριών του, άν δέ μάθουμε νά τοΟ Απαντάμε, θά ύπο- στοΰμε τή μοίρα τών Ιταλών καί τών γερμανών. Τέλος, δ φασισμός είναι ούσιαστικά Ινα κίνημα νεολαίας. Ά ν δέν τραβήξουμε μαζί μας τή νεολαία, άν δέν Ικανοποιήσουμε τήν έπιθυμία της γιά δράση καί ιδανικά, ύπάρχει κίνδυνος δχι μόνο νά ξεφύγει άπ’ τά χέρια μας άλλά νά στραφεί ένάντιά |ΐας. "Αν δέν ξεκαθαρίσουμε τή δράση μας άπδ κάθε Γχνος ΐθνικισμοϋ, στρώνουμε κ’ έμείς χωρίς νά τδ θέλουμε, τδ στρώμα γιά ενα εθνικοσοσιαλισμό. Ποιός ξέρει, Ισως αύτδ τδ στρώμα νά έχει κιόλας στρωθεί...
Στδ νεκροταφείο τοϋ Φρίντριχσφελντ, στδ Βερολίνο, ένας ταπεινός πλίθινος τοίχος. Τριγυρισμένοι άπδ έπαναστά- τες καί ναύτες τοϋ 1919, δ Κάρλ Λήμπκνεχτ κ’ ή Ρόζα Λούξεμπουργκ κοιμούνται τδν τελευταίο τους δπνο. Τήν είσοδο τοΰ ταπεινού χώρου τή φράζει Ινα ψηλδ διάζωμα μέ τήν έπιγραφή: ’Λπα/ορεά:ται η είσοδος !
Ή μοναδική γωνιά τής Γερμανίας πού μάς άνήκει άκόμα. Ξεραμένα άνθη. Μιά γυναίκα μέ κοιτάζει μέ κακόβουλη περιέργεια. Πιδ μακριά οί φαιοχίτωνες κάνουν Ασκήσεις καί κραυγάζουν τΙς τρεις τελετουργικές κραυγές:
— Χάιλ! Χάιλ! Χάιλ!Ό λα φωτίζονται τώρα. ΟΕ δολοφόνοι τοϋ Κάρλ καί
τής Ρόζας, οί έμπρηστές τοΰ Ράιχσταγκ είναι ή όρδή πού πάνω της γαντζώθηκε δ έτοιμοθάνατος άστισμδς γιά νά μπορέσει νά διατηρήσει τήν κυριαρχία της. Ό χ ι μονάχα δ γερμανικός άλλά όλόκληρος δ άστισμός. Δέν είναι τυχαίο δτι ή
179
Αφρόκρεμα τών «διανοουμένων» μας στή Γαλλία κάνει τεμενάδες σήμερα μπροστά στόν «Ισχυρό άνδρα» τής άλλης δχθης τοΟ Ρήνου.
Κι άπαντάμε, έμεϊς, στό τριπλό μουγκανητό τους:— ’Ελεύθεροι άνθρωποι δλων τών χωρών, ένωθεΐτε!
180
Π Α Ρ Α Π Ο Μ Π Ε Σ
ΟΤΑΝ ΜΑΣ ΥΠΟΣΚΕΛΙΖΕ Ο ΦΑΣΙΣΜΟΣ (εισαγωγικό ση-• μείωμα).α. Ντ. Γκ., Ό ιαν μάς υποσκέλιζε δ φασισμός, 1955. Ό *or
μάς υποσκέλιζαν 6 φασισμό; κι i πόλεμος, 1960.Η ΦΑΙΑ ΠΑΝΟΥΚΛΑI. Πριν απ' τήν καταστροφή (εισαγωγικά σημείωμα).
β. Ντ. Γκ., «Στούς δρόμους μέ τή γερμανική νεολαία», Vu 7 Δεκέμβρη 1932. "Επιστροφή ατό βαρβαρισμό, στό ίδιο, 8 Μάρτη 1933. «Εικόνες άπ’ τή Γερμανία», I καί II. «Δυό σχολές τής Γερ
μανίας», I καΙΙΙ, Monde, Όκτώβρης, Νοέμβρης 1932. «Τό γράμμα αύτό ϊσως είναι τό τελευταίο» (έπιστολή άπ' τή Γερμανία, 28 Φλεβάρη 1932), στό (διο, 11 Μάρτη 1933, «Σλάιχερ; Χίτλερ; ή έπα- νάσταση;». « Ή προλεταριακή ίπανάοτασψ , 10 Όκτώβρη 1932. «Νικηφόρα άντίσταση τοΰ γερμανικού προλεταριάτου», στό ίδιο, 10 Νοέμβρη 1932. «Στό Kuhle Wampe μέ τούς έπαναστάτες άνεργους», Marti;, Δεκέμβρης 1932.I I . Μετά τήν καταστροφή (εισαγωγικό σημείωμα).
γ . Ντ. Γκ., Le Populaire άπό 25 ’Ιουνίου μέχρι 13 ’Ιουλίου 1933.
δ. Β λ .Ν τ. Γκ., Front Populaire, revolution manquee, 1963, σελ. 36 -39 .
1. Μερικοί πιστεύουν δτι, άπ' αύτή τήν έποχή άκόμα, ή Ε.Σ.Σ.Δ., δυσπιστώντας πρωταρχικά στίς δοτικές «δημοκρατίες», ϊχτιζε τά πρώτα σκαλοπάτια πού ίμέλλον νά όδηγήσουν στό γερμανοσοβιετικό σύμφωνο τοϋ 1939.
2. Βλ. Προβλήματα τής Γερμανικής ίπανάστασης, 1931. Ό μόνος δρόμος, 1932. Καί τώρα; 1932, στά £crits, τ. III, 1959.
3. Αύτή εϊταν ή κατηγορία πού άπεύθυνε ένάντιά της καί Ιδιαίτερα ένάντια στόν Πιέρ Μονάτ, 6 Τρότσκυ.
4. ’Αργότερα μόνο, στό τέλος τοϋ 1935, έκαναν έκμεταλλεύσιμη γιά μάς τήν πείρα τους, δταν μάς βοήθησαν νά Ιδρύσουμε τήν ’Επαναστατική ’Αριστερά τοΰ Σοσιαλιστικού Κόμματος. Βλ. D. G. Front populaire, La revolution manquie, 1963.
5. Ελπίδες πού έκφράστηκαν άπ’ τόν Τρότσκυ στό τέλος τοϋ Όκτώβρη τοΰ 1934, στό περίφημο άρθρο : «Ποΰ βαδίζει ή Γαλλία ;» (Merits, τ. II, 1958).
6. Αύτό ίγινε τελικά στά 1940, δταν ή μεσαία τάξη, ταλαιπωρημένη άπ’ τά οίκονομικά καί χρηματιστικά ήμίμετρα τών λεγομένων λαΐκομετωπικών κυβερνήσεων, κατέφυγε στίς άγκάλες τοϋ στρατάρχη ΠεταΙν.
7. Βλ. Henri Claude, 'Από τήν οΐχονομιχή κρίση στόν παγκόσμιο πόλεμο.
8. Curzio Malaparte, Technique du Coup d’Etat (Ή τεχνική τοΰ πραξικοπήματος), 1931.
9. Θυμάμαι ένα κύριο £ρθρο τοϋ Πώλ Φώρ, στό Populaire, δπου άναπτυσσόταν μέ μεγάλη άκρίβεια δλη ή άπίθανη έπιχειρημα- τολογία πού συνοψίζεται παραπάνω.
10. Hermann Ldhne.
11. Populaire, 9 Νοέμβρη 1932.12. Μετά, τό χιτλερικό καθεστώς Ισοπέδωσε γιά λόγους ά-
σφαλείας τΙς παλιές συνοικίες τοΰ 'Αμβούργου.
Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α
ΣελΕΙΣΑΓΩΓΉ : Ό τα ν μάς υποσκέλιζε 6 φασισμός................... 6Π ρ I y ά π ' τ ή ν κ α τ α σ τ ρ ο φ ή (1932).............. 37Μ ε τ ά τ ή ν κ α τ α σ τ ρ ο φ ή (1 9 3 3 ).................... 79Πρόλογος στήν Εκδοση τοϋ 1945 ............................................. 81
1. Ή πλημμυρίδα....................................................................... 852. Νεολαία σέ παραφροσύνη.................................................... 903. Χιτλερικές Κυριακές............................................................. 954. Ή προπαγάνδα τ ο υ ς .............................................................1006. Ό Χόρστ Βέσσελ καί 6 κόσμος..........................................1056. θάνατος στό πνεύμα............................................................. 1107. Σ έ κοιτάζουν Έ βρα ΐο ι.........................................................1158. Πόλεμος ή εΙρήνη ;............................................................... 1219. Πρός τόν «έΟνικομπολσεβικισμό»........................................125
10. ’Αγκυλωτός σταυρός στά συνδικάτα................................. 13111. Στήν κατάχτηση τοΰ προλεταριάτου.................................13712. Ή άλλη Γερμανία................................................................. 14213. 01 φυλακές τ ο υ ς ...................................................................14714. Καινούργιο ξεκίνημα.............................................................15315. Στήν παρανομία....................................................................16016. Πρός τήν ένότητα δ ρ ά σ η ς .................................................. 16617. Καί τ ώ ρ α ; ...............................................................................173Παραπομπές.
ΣΤΟΙΧΕΙΟΘΕΤΙΙΘΗΚΕ ΣΤΟ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟ « ΠΡΟΜΗΘΕΥΩ» Ρήγα Παλαμήδη 5,
ΚΑΙ ΤΥΠΩΘΗΚΕ ΣΤΟΥ Β. ΜΥΡΤΙΛΟΓΛΟΥ Μυλλέρον 50, σέ 3.000 ΑΝΤΙΤΥΠΑ
ΤΟΝ ΔΕΚΕΜΒΡΗ ΤΟΥ 1971. ΕΞΩΦΥΛΛΟ ΓΙΑΝΝΗ ΒΑΛΑΒΑΝΙΔΗ ’ Εκδόσεις " Κ ε ί μ ε ν α „ Μανρομιχάλη 8
’Αθήνα 143, τηλ. 603—454